Re: Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

10
8. ΛΑΤΡΕΙΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ



Η πορεία προς τη θέωση επιτυγχάνεται με την ένταξη ολόκληρης της ύπαρξης στο σώμα του Χριστού, με ένα τρόπο ζωής, που επιτρέπει την αδιάκοπη συνέργεια του ανθρώπου με τη Χάρη του Θεού. Κύριο συστατικό αυτής της ζωής είναι η άσκηση, ως μόνιμο πάλαισμα του ανθρώπου. Αυτό σημαίνει ο λόγος του Χριστού, ότι «η βασιλεία των ουρανών βιάζεται και οι βιασταί αρπάζουσιν αυτήν» (Ματθ. 11,12). Η άσκηση είναι μία συνεχής πορεία μετανοίας, για να μένει ο πιστός δεκτικός της Χάρης του Θεού, χωρίς την οποία νεκρώνεται η ύπαρξή του. Με την άσκηση, αντίθετα, νεκρώνεται η επαναστατημένη φύση μας, για να ξαναβρεί την θεοκεντρικότητά της.



Η ασκητική όμως προσπάθεια του πιστού δεν έχει ηθικό χαρακτήρα. Δεν αποβλέπει, δηλαδή, σε μια βελτίωση του χαρακτήρα και των συμπεριφορών, αλλά στη δυνατότητα μετοχής στη γιορτή και χαρά του εκκλησιαστικού σώματος. Γι’ αυτό και δημιουργεί στον πιστό αίσθηση χαράς ανεκλάλητης, αναιρώντας κάθε τεχνητή (φαρισαϊκή) συνοφρύωση και επίπλαστη κατήφεια, που δεν είναι παρά επιτηδευμένη ευσεβοφάνεια. Η Χριστιανική άσκηση είναι μετοχή εκούσια στην υπακοή του Χριστού και των Αγίων, για τη νέκρωση του ατομικού θελήματος και την τελική ταύτισή του με το θέλημα του Χριστού (Φιλ. 2,5).



Η ευσέβεια όμως της Ορθοδοξίας είναι λειτουργική. Έτσι κατανοείται η συμπληρωματικότητα άσκησης και λειτουργικής ζωής. Η εκκλησιαστική λατρεία είναι εορτάσιμη στο ήθος της. Η άσκηση είναι η πρόγευση της χαράς από τη μετοχή στη γιορτή της Εκκλησίας, αλλά και προετοιμασία των πιστών για την είσοδό τους σ’ αυτή την πνευματική πανήγυρη. Είναι η οδός επιστροφής στο «κατά φύσιν», την αυθεντικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, για να καταστεί δυνατό το πέρασμα στο «υπέρ φύσιν», στο οποίο ανυψώνει η Λατρεία. Αυτό που αναζητεί, άλλωστε, στη λατρεία κατά τον ι. Χρυσόστομο είναι «ψυχή νήφουσα, διεγηγερμένη διάνοια, καρδιά κατανενυγμένη, λογισμός ερρωμένος, συνειδός κεκαθαρμένον».



Η πνευματική πρόοδος, που πραγματοποιεί ο πιστός με την άσκησή του, μέσα στη λατρεία εκκλησιοποιείται, εντάσσεται στο σώμα του Χριστού και από «ατομικό» γεγονός, γίνεται εκκλησιαστικό, δηλαδή κοινωνικό. Αν δεν εκκλησιοποιηθεί η ατομικότητα, δεν σώζεται. Έξω από το σώμα του Χριστού όχι μόνο δεν υπάρχει σωτηρία, αλλά και η τελειότερη αρετή μένει «ράκος αποκαθημένης» (Ης. 64,6), πνιγηρά δηλαδή ακαθαρσία. Η λατρεία εν – Χριστώνει τη ζωή του πιστού. Η άσκηση παρέχει αυτή τη δυνατότητα, αφού ο κυριαρχούμενος από τα πάθη του άνθρωπος δεν μπορεί να δοξολογήσει αληθινά τον Θεό. Η «καθαρά καρδία» είναι το σκοπούμενο στη Χριστιανική άσκηση (Ψαλμ. 50,12). Διότι μόνο «εν καθαρά καρδία» είναι δυνατόν να δει ο άνθρωπος τον Θεό (Ματθ. 5,, φθάνοντας στο σκοπό της υπάρξεώς του.



Αυτό εκφράζει ο αναστάσιμος ύμνος του αγίου Ι. Δαμασκηνού: «Καθαρθώμεν τας αισθήσεις και οψόμεθα τω απροσίτω φωτί της Αναστάσεως Χριστόν εξαστράπτοντα…». Η λατρεία οδηγεί δια της Θ. Ευχαριστίας στη θέωση, όταν όμως υπάρχει η καθαρότητα της καρδιάς και μεταμόρφωση των αισθήσεων από σωματικές σε πνευματικές. Αν η λατρεία, συνεπώς, είναι η είσοδος στην ουράνια βασιλεία, η άσκηση είναι η οδός προς τη βασιλεία. Η λατρεία καθορίζει και αποκαλύπτει τον σκοπό της ύπαρξής μας. η άσκηση συνεργεί στην πραγμάτωση αυτού του σκοπού.







9. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ



Η εκκλησιαστική λατρεία είναι ο «χωροχρόνος», στον οποίο διαμορφώνεται το Χριστιανικό ήθος. Ο πιστός στη λατρεία ξαναβρίσκει το ορθό νόημα του ηθικού βίου, ο οποίος δεν διαμορφώνεται με βάση κάποια δικανική σχέση με τον Θεό, αλλά μέσω της μεταμόρφωσης και ανακαίνισης της κτίσης και του ανθρώπου εν Χριστώ. Το Χριστιανικό ήθος είναι λειτουργικό και πηγάζει από την προσωπική σχέση με τον αυτοπροσφερόμενο «εις τροφήν του σύμπαντος κόσμου» Κύριο της Εκκλησίας. Αυτή η σχέση, με τριπλή αναφορά (άνθρωπος – Θεός – κόσμος), πραγματώνεται μέσα στη λατρεία, κατά τον λόγο του Απ. Παύλου: «Ει ουν συνηγέρθητε εν Χριστώ […] νεκρώσατε τα μέλη υμών τα επί της γης […] απεκδυσάμενοι τον παλαιόν άνθρωπον […] και ενδυσάμενοι τον νέον…» (Εάν λοιπόν έχετε αναστηθεί μαζί με τον Χριστό… νεκρώσατε ότι γήινο είναι μέσα σας […] έχοντας αποβάλει τον παλαιό άνθρωπο και ενδυθεί τον νέο», Κολ. 3,1 ε. Είναι το συνεχές «βάπτισμα» του πιστού στη νέα ζωή του μυστηρίου της πίστεως.

Στη λατρεία της Εκκλησίας ανανοηματοδοτείται Χριστοκεντρικά σύνολη η ζωή του ανθρώπου. «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός…». Οι πιστοί, λουόμενοι μέσα σ’ αυτό το φως, καλούνται να γίνουν ένας πνευματικός ποταμός, εκπορευόμενος από την Αγία Τράπεζα, για να αρδεύσει σωστικά τον κόσμο. Η εκκλησιαστική λατρεία τεκμηριώνει, έτσι, σε τι συνίσταται η προσφορά της Εκκλησίας μέσα στην Ιστορία. Δεν προσφέρει κάποιο κώδικα ηθικής συμπεριφοράς ή σύστημα ηθικών κανόνων, αλλά μια ζωή και μια αγιασμένη κοινωνία, που μπορεί να λειτουργήσει ως «ζύμη» και να ζυμώσει με την αγιαστική παρουσία της τον κόσμο, αρχίζοντας από τη μικροκοινωνία. Η μετοχή στη λατρεία – αν είναι γνήσια – είναι μετοχή στο θάνατο των ιδιοτελών και ατομικιστικών διεκδικήσεων και ανάσταση στην εν Χριστώ πραγματικότητα, που είναι ο σκοπός της Εκκλησίας. Η εμπνεόμενη από την ορθόδοξη λατρεία εσχατολογική συνείδηση, προσανατολίζει σε εσχατολογικές συμπεριφορές, με την υπέρβαση του κινδύνου της εκκοσμίκευσης και οιωνδήποτε συμβιβασμών και συσχηματισμών.



Είναι ευνόητο, συνεπώς, ότι η αποξένωση από τη λειτουργική εμπειρία, πέρα όλων των άλλων, αλλοτριώνει το φρόνημα και αποσυνθέτει όλη τη ζωή, μεταβάλλοντας το εκκλησιαστικό ΕΙΝΑΙ σε διάφορα αντι-Χριστιανικά υποκατάστατα (ηθικισμός, ευσεβισμός, ριτουραλισμός κ.λ.π.). Μη λησμονούμε, άλλωστε, ότι το κοινοτικό ήθος της ελληνορθοδοξίας και το ελεύθερο φρόνημα στους χαλεπούς καιρούς της δουλείας διαπλασσόταν μέσα στη λατρεία, τη μόνη λαοσύναξη, που δεν έπεσε ποτέ σε μαρασμό. Και είναι αληθινή ευλογία, που με τη Χάρη του Θεού, στους δύσκολους καιρούς μας, ο Λαός και ιδιαίτερα η Νεολαία, ξαναβρίσκουν το δρόμο προς την Εκκλησία και τη λατρεία της.



Στο τέλος της Θ. Λειτουργίας (αυτή ήταν η αρχαία κατάληξή της) ο Λειτουργός λέγει προς τον λαό: «Εν ειρήνη προέλθωμεν» («ας φύγουμε ειρηνικά»). Δεν είναι τυπική εξαγγελία του τέλους ενός «θρησκευτικού καθήκοντος», αλλά κινητοποίηση για μεταφορά του φωτός της θεϊκής ειρήνης στο σκοτάδι του κόσμου μας. Η Εκκλησία και η Λατρεία της υπάρχουν για τον κόσμο, για τη σωτηρία του. Η Λειτουργία της Εκκλησίας προετοιμάζει την έξοδο των πιστών στον κόσμο ως μαρτυρία των «Μεγαλείων του Θεού», αλλά και ιεραποστολική κλήση στην εν Χριστώ σωτηρία. Η θυσία του Χριστού και η Ανάστασή Του, μυστήρια συνεχώς παροντοποιούμενα και βιούμενα στη λατρεία, αρδεύουν συνεχώς λυτρωτικά τον κόσμο. Αγωγοί αυτής της Χάρης στη διψώσα γη των κοινωνιών μας γίνονται οι πιστοί, μέσω των οποίων το «Φως του Χριστού» μπορεί να «φαίνη πάσι». Να φωτίζει τα πάντα!
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»
Απάντηση

Επιστροφή στο “Ιστορικά θέματα για την Εκκλησία”