Η Αδιανόητη Πίστη

1
Η Αδιανόητη Πίστη



ή, «Πώς να ΜΗΝ αρχίσετε μία Θρησκεία στην αρχαιότητα»

Του James Patrick Holding

Αποσπάσματα από: http://www.tektonics.org/lp/nowayjose.html







Διάφοροι εχθροί του Χριστιανισμού, τον συκοφαντούν ότι δήθεν "κάποιοι" τον κατασκεύασαν για πολιτικούς, εθνικιστικούς, ή άλλους λόγους. Και αν και έχουμε ήδη απαντήσει σε όλα αυτά στην ιστοσελίδα μας με ιστορικά τεκμήρια, ας δούμε άλλη μία παράμετρο, που δείχνει τον παραλογισμό όλων αυτών των συκοφαντών. Γιατί, αν κάποιος θέλει να "κατασκευάσει" μια θρησκεία, σίγουρα προσέχει πολύ τι κατασκευάζει, και φροντίζει να την φτιάξει χωρίς εμφανή και σοβαρά προβλήματα. Τι συνέβη όμως με τον Χριστιανισμό; Πόσο "προσεγμένη" ήταν η δημιουργία του; Ο Χριστιανισμός ήταν ένα "πιασάρικο" προϊόν στην αγορά ιδεολογιών, ή μήπως φάνταζε ως κάτι εντελώς ευτελές και ανάξιο λόγου;

Τα παρακάτω 17 σημεία του James Patrick Holding που μεταφράσαμε, είναι χαρακτηριστικά της έλλειψης δόλου, που χαρακτηρίζει τη Χριστιανική πίστη:




Με το πέρασμα των χρόνων, συλλέξαμε κυριολεκτικά δεσμίδες ολόκληρες από πληροφορίες, σε υποστήριξη της Χριστιανικής πίστεως. Κατά το διάστημα αυτό, αντιμετωπίσαμε, και χρησιμοποιήσαμε, πλήθος πηγών που μας ενημέρωναν για το κοινωνικό, το μορφωτικό κλπ. πλαίσιο της Καινοδιαθηκικής εποχής. Τώρα έφτασε η ώρα να συρράψουμε κάποιες από αυτές τις πληροφορίες, με σκοπό την γενικότερη υποστήριξη της πίστεως.
Σας παραθέτω στην συνέχεια έναν κατάλογο με 17 παράγοντες που πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν: Είναι τα 17 σημεία όπου η Χριστιανοσύνη «έκανε λάθος κίνηση», αν υποθέσουμε πως στόχευε να γίνει μια «επιτυχημένη» θρησκεία! Επιμένω, πως ο ΜΟΝΟΣ λόγος που «πέτυχε» ο Χριστιανισμός είναι επειδή ήταν μια όντως «εξ αποκαλύψεως» πίστη, και επειδή διέθετε την αδιάψευστη μαρτυρία της Αναστάσεως!

Πιθανόν να προσθέσω και άλλους παράγοντες αργότερα, καθώς συνεχίζω την έρευνά μου. Προς το παρόν, τα σημεία αυτά πρέπει να είναι αρκετά για να κρατούν τους σκεπτικιστές απασχολημένους – εφ’ όσον φυσικά δεν είναι απορροφημένοι με άλλες, πιο εποικοδομητικές ασχολίες όπως: να ψάχνουν για αντιφάσεις στους αριθμούς των Βασιλειών Ι και Παραλειπόμενα Ι, ή, να ξεθάβουν σκοτεινές και άσχετες παγανιστικές μορφές που... πουλάνε λάδι φιδιών.

Οι βετεράνοι αναγνώστες θα παρατηρήσουν πως ελάχιστα νεώτερα στοιχεία έχουν προστεθεί στο άρθρο μου, που να μην τα βρίσκουν αλλού στην ιστοσελίδα αυτή. Άλλωστε, τα περισσότερα από τα στοιχεία που αναφέρονται στην συνέχεια έχουν δανεισθεί αυτολεξεί από άλλα άρθρα. Μόνο ο τρόπος παρουσίασής τους είναι καινούργιος.





Τα 17 Σημεία που… έπρεπε να είχαν προσέξει:


Νο. 1 – «Πουλάει», ένας... Σταυρωμένος;

Νο. 2 – Ούτε έτσι, ούτε αλλιώς! (ή: Εκείνος, ο Γαλιλαίος

Νο. 3 – Παραείναι σαρκική! (Το λάθος είδος «Ανάστασης»)

Νο. 4 – Τι χαρακτηρίζεται «Νέο»; Μα, αυτό που δεν είναι «Καλό»!

Νο. 5 – Η απαίτηση για ελεγχόμενη συμπεριφορά!

Νο. 6 – Η ανοχή θεωρείται αρετή;

Νο. 7 – Τόλμησαν να δηλώσουν «Παρών» στην Ιστορία;

Νο. 8 – Έχουν σημασία οι Μάρτυρες της Πίστης;

Νο. 9 – Το ανθρώπινο και το Θείο = Δύο τελείως ξεχωριστά πράγματα!

Νο. 10 – Αταξική θρησκεία, παρακαλώ!

Νο. 11 – Μην βασίζεσθε σε γυναίκες!

Νο. 12 – Ούτε σε επαρχιώτες να βασίζεσθε!

Νο. 13 – Δεν πρέπει να κρατάς μυστικά!

Νο. 14 – Μια Θεότης με… Άγνοια;

Νο. 15 – Προφήτης… Ατιμασμένος;

Νο. 16 – Διάφορες αντιφάσεις

Νο. 17 – Μην προτρέπετε τον κόσμο να εξακριβώνει τα Στοιχεία μόνος του!
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»

Re: Η Αδιανόητη Πίστη

2
1. «Πουλάει», ένας... Σταυρωμένος;

Κορ. Α’ 1: 18: "Ο λόγος γαρ ο του σταυρού τοις μεν απολλυμένοις μωρία εστί, τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού εστι".
Κορ. Α’ 15: 12-19: "Ει δε Χριστός κηρύσσεται ότι εκ νεκρών εγήγερται, Πως λέγουσί τινες εν υμίν ότι ανάστασις νεκρών ουκ έστιν; 13 ει δε ανάστασις νεκρών ουκ έστιν, ουδέ Χριστός εγήγερται· 14 ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, κενόν άρα το κήρυγμα ημών, κενή δε και η πίστις υμών. 15 ευρισκόμεθα δε και ψευδομάρτυρες του Θεού ότι εμαρτυρήσαμεν κατά του Θεού ότι ήγειρε τον Χριστόν, ον ουκ ήγειρεν, είπερ άρα νεκροί ουκ εγείρονται· 16 ει γαρ νεκροί ουκ εγείρονται, ουδέ Χριστός εγήγερται. 17 ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, ματαία η πίστις υμών· έτι εστέ εν ταις αμαρτίαις υμών. 18 άρα και οι κοιμηθέΝτας εν Χριστω απώλοντο. 19 ει εν τη ζωή ταύτη ηλπικότες εσμέν εν Χριστω μόνον, ελεεινότεροι πάντων ανθρώπων εσμέν".

Με την εξαίρεση των «Χριστο-μυθάδων» και των «συνομωσιολόγων» - και στην κατηγορία αυτή βάζω και τους Μουσουλμάνους, για το συγκεκριμένο θέμα - ελάχιστοι αρνούνται την ιστορική πραγματικότητα της Σταύρωσης. Όμως, με το άνοιγμα αυτής της θύρας, ξεπροβάλλει το πρώτο μας πρόβλημα: Ποιος άνθρωπος στα καλά του θα πίστευε σε μια θρησκεία που έχει ως επίκεντρό της έναν… σταυρωμένο άνδρα;

Όπως μας απέδειξε τρανά ο Μάρτιν Χένγκελ στην μονογραφία του «Crucifixion» (=Σταύρωση), η ντροπή τού σταυρικού θανάτου οφειλόταν σε ένα θεμελιώδες πρότυπο της Ελληνορωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο Χένγκελ παρατηρεί πως «η σταύρωση ήταν κάτι το τελείως αποκρουστικό, ‘αισχρό’, με την αρχική έννοια της λέξεως». (22) Όπως παρατηρούν οι Μαλίνα και Ρόρμπαου στον Κοινωνικό-Επιστημονικό Σχολιασμό τους για το εδάφιο του κατά Ιωάννη (σελ. 263-4), η σταύρωση ήταν «τελετή υποβάθμισης του κύρους», σχεδιασμένη να ταπεινώνει με κάθε τρόπο: με την καθήλωση χεριών και ποδιών που συμβόλιζε την απώλεια εξουσίας και την αδυναμία ελέγχου του σώματος κατ’ οιονδήποτε τρόπο, μέχρι και να ρυπαίνεται ο σταυρωμένος με την διαφυγή των ακαθαρσιών του. Η διαδικασία ήταν τόσο αποκρουστική, ώστε τα Ευαγγέλια εμφανίζονται ως οι πιο πλήρεις περιγραφές της σταύρωσης της αρχαίας εποχής (οι παγανιστές συγγραφείς ένοιωθαν υπερβολική αηδία για το ζήτημα αυτό, για να μας αφήσουν εξ ίσου λεπτομερείς περιγραφές) παρά το γεγονός ότι χιλιάδες σταυρώσεις ελάμβαναν χώρα ταυτόχρονα σε ορισμένες εποχές. «Ο καλλιεργημένος πνευματικός κόσμος δεν ήθελε επ’ ουδενί να ασχοληθεί με αυτό (την σταύρωση) και κατά κανόνα σιωπούσε.» (3

Είχε αναγνωρισθεί αρκετά νωρίς, ακόμα και από την εποχή του Παύλου (Κορινθ. Β΄ 1:18, και Εβρ. 12: 2), πως το να κηρύττει κανείς ένα Σωτήρα που είχε υποστεί τέτοια εξευτελιστική μεταχείριση ήταν τρέλα. Έτσι το έβλεπαν και οι Εβραίοι (Γαλ. 3: 13 και ΠΔ Δευτερ. 21: 23), έτσι και οι Εθνικοί. Ο Μάρτυς Ιουστίνος έγραψε αργότερα στην πρώτη Απολογία του (13:4):

Λένε, πως η τρέλα μας έγκειται στο ότι βάλαμε ένα σταυρωμένο άνδρα σε δεύτερη θέση, δίπλα στον αναλλοίωτο και αιώνιο Θεό...

Ο Κέλσος περιγράφει τον Χριστό σαν κάποιον που «είχε καθηλωθεί κατά τον πιο ατιμωτικό τρόπο» και που «εκτελέσθηκε με την πιο απρεπή μέθοδο». Ο Ιώσηπος περιγράφει την σταύρωση ως «το πιο άθλιο είδος θανάτου». Ένας χρησμός του Απόλλωνα που διασώθηκε από τον Αυγουστίνο περιέγραφε τον Ιησού ως «ένα θεό που πέθανε μέσα σε αυταπάτες… εκτελεσμένος στο άνθος της ηλικίας του με τον χείριστο δυνατόν θάνατο, σιδηροδέσμιος». (4) Την ίδια γνώμη βλέπουμε και στους Σενέκα, Λουκιανό, Ψευδο-Μανέθων, Πλαύτο. Μέχρι και οι κατώτερες τάξεις συμμετείχαν στην αποδοκιμασία αυτή, όπως διαπιστώνουμε από μια εικόνα «γκράφιτι» , όπου απεικονίζεται ένας άνθρωπος δεόμενος μπροστά σε μια μορφή εσταυρωμένου με κεφάλι όνου, και με υπότιτλο «Ο ΑΛΕΞΑΜΕΝΟΣ ΠΡΟΣΚΥΝΕΙ ΤΟΝ ΘΕΟ» (Το γαϊδουρινό κεφάλι ήταν σημείο αναγνώρισης των Ιουδαϊκών ριζών του Χριστιανισμού: μια συνηθισμένη μορφή αντι-Ιουδαϊκης πολεμικής ήταν πως οι Εβραίοι προσκυνούσαν ένα γαϊδούρι μέσα στον ναό τους. 19). Αν και σε άλλα ζητήματα ήταν μπερδεμένος, ο Ουάλτερ Μπάουερ δικαίως είχε πει:

"Οι εχθροί της Χριστιανοσύνης πάντοτε μνημόνευαν την αισχρότητα του θανάτου του Ιησού με μεγάλη έμφαση και με μοχθηρή ευχαρίστηση… Ένας θεός, ή υιός θεού, να πεθαίνει πάνω σε σταυρό! Αυτό και μόνο αρκούσε, να βάλει τέρμα στην νέα θρησκεία…"

Και ο Ντα Σίλβα προσθέτει [51]:

"Κανένα μέλος της Εβραϊκής κοινότητας ή της Ελληνορωμαϊκής κοινότητας δεν θα προσερχόταν στην πίστη, ούτε θα ακολουθούσε καν το Χριστιανικό κίνημα, αν πρώτα δεν είχε αποδεχθεί πως η άποψη του Θεού για το είδος της συμπεριφοράς που αξίζει να τιμηθεί διαφέρει διαμετρικά από την άποψη των ανθρώπων, δεδομένου ότι – στην περίπτωση του Ιησού – αμφότεροι οι ηγέτες των Εβραίων και των Εθνικών της Ιερουσαλήμ είχαν αξιολογήσει τον Ιησού, τις πεποιθήσεις Του και τις πράξεις Του, και είχαν κρίνει πως Του άξιζε ένας ταπεινωτικός θάνατος. Μα ο Θεός ανέτρεψε την αξιολόγησή τους αυτή, ανασταίνοντάς Τον εκ νεκρών, και τοποθετώντας Τον στην ίδια την δεξιά του Θεού, ως Κύριο…"
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»

Re: Η Αδιανόητη Πίστη

3
Ο Ν. Τ. Ράϊτ επισημαίνει τα εξής, στο έργο του «Η Ανάσταση του Υιού του Θεού» [543, 559, 563]:

Στο σημείο αυτό, η επιχειρηματολογία ακολουθεί τρία στάδια:

(1) Ο πρώιμος Χριστιανισμός ήταν απόλυτα Μεσσιανικός, και είχε μορφοποιηθεί από την πεποίθηση πως ο Ιησούς ήταν ο Μεσσίας του Θεού, ο Μεσσίας του Ισραήλ.

(2) Όμως ο Μεσσιανισμός του Ιουδαϊσμού (με την όποια μορφή του), ποτέ δεν οραματίστηκε κάποιον που θα έκανε τα πράγματα που έκανε ο Ιησούς, πολλώ μάλλον, ότι θα υφίστατο την μοίρα που Αυτός υπέστη.

(3) Ο ιστορικός πρέπει λοιπόν να αναρωτηθεί: για ποίον λόγο οι πρώτοι Χριστιανοί έκαναν μια τέτοια παραδοχή για τον Ιησού (πως ήταν ο Μεσσίας), και γιατί αναδιοργάνωσαν την ζωή τους ανάλογα; Οι Εβραϊκές πεποιθήσεις περί ενός ερχόμενου Μεσσία και τις πράξεις που αναμενόταν αυτός να κατορθώσει, ήταν ποικιλόμορφες και ποικιλόχρωμες, όμως, σίγουρα δεν περιελάμβαναν έναν εξευτελιστικό θάνατο, ο οποίος θα επέτρεπε στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία να εορτάσει μια ακόμα συνηθισμένη νίκη της. Κάτι λοιπόν συνέβη στην πίστη περί Μεσσία… Ούτε εγκαταλείφθηκε, αλλά ούτε απλώς επαναβεβαιώθηκε απεριόριστα. Επαναπροσδιορίσθηκε, γύρω από τον Ιησού. Γιατί όμως; Στο ερώτημα αυτό, οι πρώτοι Χριστιανοί –φυσικά- απαντούν με ένα στόμα: Εμείς πιστεύουμε πως ο Ιησούς ήταν -και είναι- ο Μεσσίας, επειδή αναστήθηκε εν σώματι από τους νεκρούς. Τίποτε άλλο δεν μας ικανοποιεί.

Το μήνυμα του Σταυρού ήταν ένα βδέλυγμα. Ήταν κάτι χυδαίο από πλευράς κοινωνικής. Το να συζητά κανείς περί σταύρωσης εθεωρείτο το χειρότερο είδος εθιμοτυπικής απρέπειας (θα μπορούσε να το παρομοιάσει κανείς με το να γίνεται συζήτηση για προβλήματα αποχέτευσης την ώρα ενός εκλεκτού γεύματος) και ήταν ακόμα χειρότερο, όταν η σταύρωση αναφερόταν σε ένα υποτιθέμενο θεό που ήρθε στη γη. Ο Χένγκελ συμπληρώνει:

«Ένας… σταυρωμένος Μεσσίας θα πρέπει να ήταν η μεγαλύτερη αντίφαση όλων των εποχών, για οποιονδήποτε άνθρωπο - Εβραίο, Έλληνα, Ρωμαίο ή βάρβαρο - που θα του ζητούσαν να πιστέψει μια τέτοια αξίωση. Και σίγουρα, θα το θεωρούσαν προσβλητικό και ανόητο»

Το ότι ένας θεός θα κατέβαινε στην σφαίρα της ύλης και θα υπέφερε με ένα τόσο ταπεινωτικό τρόπο, «ήταν κάτι τελείως αντίθετο, όχι μόνο στην Ρωμαϊκή πολιτική σκέψη, αλλά και σε ολόκληρη την ηθική της θρησκείας στην αρχαία εποχή, προπαντός στην ιδέα που οι μορφωμένοι είχαν για τον Θεό» (10,4) Το να ανακοινώνουν ένα σταυρωμένο θεό, θα ισοδυναμούσε με το να ανακοινώνει μια σημερινή Χριστιανική ομολογία πως ενστερνίζεται την παιδεραστία! Αν ο Ιησούς ήταν πράγματι ένας θεός, τότε, σύμφωνα με την Ρωμαϊκή νοοτροπία, η Σταύρωση δεν θα έπρεπε να είχε συμβεί.

Ένας αρχαίος παγανιστής κριτικός του Χριστιανισμού, γράφει:

Άλλά, αν (ο Ιησούς) ήταν πράγματι τόσο σπουδαίος, όφειλε –προκειμένου να επιδείξει την θεότητά Του – να εξαφανισθεί αιφνιδίως από τον σταυρό.

Αυτό το σχόλιο δεν αποτελεί απλώς ένα είδος σκεπτικιστικής πρόκλησης, αλλά αντικατοπτρίζει μια βαθειά ριζωμένη κοινωνιο-θεολογική συνείδηση. Οι Ρωμαίοι δεν μπορούσαν ποτέ να διανοηθούν ένα θεό να πεθαίνει σαν τον Ιησού – τελεία και παύλα. Πιο εύκολα θα τους έπειθες ότι ο ουρανός είναι πράσινος, ή ότι τα γουρούνια πετάνε… τουλάχιστον αυτοί οι ισχυρισμοί δεν θα προσβάλανε στο έπακρο τις ευαισθησίες τους.

Οφείλουμε να το τονίσουμε αυτό (για πρώτη, αλλά όχι για τελευταία φορά) από κοινωνικής απόψεως, επειδή η σημερινή κοινωνία δεν ταυτίζεται τόσο πολύ με την διαδικασία της τιμής, όσο οι αρχαίες κοινωνίες. Μας φαινόταν παράδοξο, όταν βλέπαμε το τηλεοπτικό σήριαλ «SHOGUN» και αναλογιζόμασταν, πώς ήταν δυνατόν οι άνθρωποι να αυτοκτονούν για λόγους τιμής. Οι Εβραίοι, οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι όμως, δεν θα το έβρισκαν διόλου παράδοξο. Όπως μας υποδεικνύει ο Ντέϊβιντ Ντα Σίλβα στο έργο του «Honor, Patronage, Kinship and Purity» (=Τιμή, Πατρωνία, Συγγένεια και Καθαρότης), αυτό που ήταν έντιμο εθεωρείτο από τους αρχαίους ως πρωτίστης σημασίας. Η τιμή ετοποθετείτο υπεράνω της προσωπικής ασφάλειας και αποτελούσε το στοιχείο-κλειδί όταν έπαιρναν σημαντικές αποφάσεις για ενέργειες που έπρεπε να γίνουν. Ο Ισοκράτης δίνει συμβουλές συμπεριφοράς που βασίζονται όχι σε αυτό που θεωρείται «σωστό ή λάθος» αλλά σε αυτό που κρίνεται «ευγενές ή αισχρό». «Η υπόσχεση για τιμές, και η απειλή για ατίμωση αποτελούσαν τα κατ’ εξοχήν κεντρίσματα για να ακολουθήσει κανείς ένα συγκεκριμένο τρόπο ζωής, αποφεύγοντας έτσι πολλές άλλες εναλλακτικές οδούς.» [24] Φυσικά, ο Χριστιανισμός αντέταξε πως ο θάνατος του Ιησού ήταν μια έντιμη πράξη θυσίας, για το καλό όλων, (μόνο που αυτό το είδους λογικής «πιάνει», αν έχεις ήδη πεισθεί με άλλους τρόπους!)

Δεδομένου αυτού του γεγονότος, μπορούμε δικαιολογημένα να αναρωτηθούμε, για πρώτη φορά εδώ, πώς κατάφερε ο Χριστιανισμός να επικρατήσει. Το «ρεζιλίκι» του να διαθέτει ένα… σταυρωμένο σωτήρα ήταν το ίδιο απωθητικό για την Χριστιανική πίστη τότε, όσο και σήμερα – για να μην πούμε πως τότε ήταν πολύ, πολύ πιο αποκρουστικό!

Τότε, πώς υπάρχουν καν Χριστιανοί οπαδοί; Στην καλύτερη περίπτωση, μια τέτοια πίστη θα έπρεπε να μην είχε παρά μόνο λιγοστούς, ιδιόρρυθμους οπαδούς, και στην συνέχεια να κατέληγε, μετά από ελάχιστες δεκαετίες, ως μια μορφή υποσημείωσης κάπου (αν βέβαια θα αναφερόταν καν...).

Την ιστορική πραγματικότητα της σταύρωσης δεν μπορούσε βέβαια κανείς να την αμφισβητήσει. Για να επιβιώσει, ο Χριστιανισμός θα έπρεπε ή να μετατραπεί σε Γνωστικισμό (όπως πράγματι συνέβη σε ορισμένα παρακλάδια του), ή, θα έπρεπε να μην έδινε καμία περαιτέρω σημασία στον Ιησού: θα ήταν αρκετό, να Τον ανακήρυττε πρωτομάρτυρα του κινήματος, προσθέτοντας έτσι ένα υψηλότερο ηθικό ιδανικό μέσα στον Ιουδαϊσμό. Θα ήταν παραλογισμός, να υποδεικνύεις σ’ έναν Εβραίο ή έναν Εθνικό πως ένα σταυρωμένο πλάσμα δικαιούται λατρείας, ή πως αυτό το πλάσμα πέθανε για τις αμαρτίες μας.

Μόνο μια καλή εξήγηση θα μπορούσε να υπάρχει: Ο Χριστιανισμός «πέτυχε», επειδή εκ του Σταυρού προήλθε η νίκη, και μετά τον θάνατο, ακολούθησε η Ανάσταση! Το όνειδος του Σταυρού απεδείχθη μια από τις πλέον αναμφισβήτητες αποδείξεις του Χριστιανισμού!
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»

Re: Η Αδιανόητη Πίστη

4
2. Ούτε από εδώ, ούτε από εκεί! (ή: Εκείνος, ο Γαλιλαίος





Κατά Ιωάννη 1: 47: "και είπεν αυτω Ναθαναήλ· εκ Ναζαρέτ δύναταί τι αγαθόν είναι;"

Πράξεις 21: 39: "είπε δε ο Παύλος· εγώ άνθρωπος μεν ειμι Ιουδαίος Ταρσεύς, της Κιλικίας ουκ ασήμου πόλεως πολίτης".

Έχουν κάποιο πλεονέκτημα, η θρησκεία και η γεωγραφία; Για τους επιστήμονες, «πάρα πολύ, και με κάθε τρόπο!». Το «πολιτικά σωστό» ήταν κάτι που θα εμφανιζόταν στο μέλλον, 2000 χρόνια αργότερα: ο Ελληνορωμαϊκός κόσμος όμως έβριθε με αυτό που εμείς ονομάζουμε «προκαταλήψεις» και «στερεότυπα», τα οποία μάλιστα ενστερνίζονταν ως αναντίρρητες αλήθειες! Ας τολμήσει κάποιος σήμερα να πει πως «οι τάδε ήσαν ανέκαθεν κτήνη, λαίμαργοι, κλπ.» και εν ριπή οφθαλμού, θα βρεθεί στο κατώφλι του ένα κοπάδι διαμαρτυρόμενων από ομάδες πολιτικών δικαιωμάτων. Κάνε το ίδιο στην Ρώμη, και θα δεις πως όλοι θα συμφωνήσουν μαζί σου – καμιά φορά, και οι ίδιο οι «κατηγορούμενοι»!

Είναι ζήτημα, αν η «Εβραιοσύνη» του Ιησού αμφισβητήθηκε ποτέ από τους πρώτους Χριστιανούς, όμως, αυτό σίγουρα αποτέλεσε μέγα εμπόδιο για την εξάπλωση του Ευαγγελίου πιο πέρα από τους ίδιους τους Εβραίους. Οι Ρωμαίοι και οι Εθνικοί θεωρούσαν τον Ιουδαϊσμό ένα είδος δεισιδαιμονίας. Ρωμαίοι συγγραφείς όπως ο Τάκιτος προθύμως έσπερναν κάθε είδους συκοφαντίες (όχι σαν αλήθειες, αλλά μέσα στα πλαίσια του «μερικοί λένε πως…») εις βάρος των Εβραίων γενικά, θεωρώντας τους μια μοχθηρή και μισητή φυλή. Το να έφερνε κανείς στην πόρτα ενός μέσου Ρωμαίου ένα Εβραίο σωτήρα, θα ήταν κατά τι λιγότερο επιτυχές, από το να τον έφερναν στην πόρτα ενός Ναζί. (Αν και ο Ρωμαίος πιθανόν να μην επιθυμούσε να τον σκοτώσει… το πιο πιθανό ήταν να έβαζε τα γέλια μπροστά του, να του έκλεινε την πόρτα κατάμουτρα, ή να τον έδιωχνε με μια άξεστη χειρονομία).

Αυτό μας το αποδεικνύει ολοκάθαρα το περιορισμένο Ιουδαϊκό «άνοιγμα» προς τους μεταστραφέντες Εθνικούς. Σίγουρα, οφείλεται -εν μέρει- και στο ότι ο Ιουδαϊσμός δεν είναι και πολύ σπουδαία ιεραποστολική θρησκεία. Όμως, αν ο Χριστιανισμός δεν διέθετε μερικούς «άσσους στο μανίκι», μονάχη η «Εβραιοσύνη» του Ιησού θα ήταν αρκετή, ώστε να μην επεκταθεί ποτέ μέσα στον κόσμο των Εθνικών - πέρα από τον κύκλο των Εθνικών εκείνων που ήδη ήταν θεοφοβούμενοι άνθρωποι (π.χ. οι Εθνικοί προσήλυτοι στον Ιουδαϊσμό).

Ας ξανατονίσουμε εκείνα τα σημεία που αναφέρει ο Ρόμπερτ Ουίλκεν στο έργο του «The Christians as the Romans Saw Them». (=Οι Χριστιανοί Όπως Τους Είδαν Οι Ρωμαίοι):

Φυσικά, οι Ρωμαίοι θεωρούσαν την δική τους θρησκεία ανώτερη απ’ όλες τις άλλες. (57) Επίσης πίστευαν πως οι «δεισιδαιμονίες» (Ιουδαϊσμός και Χριστιανισμός) υπονόμευαν το κοινωνικό σύστημα που είχε ιδρύσει η δική τους θρησκεία – και δεν είχαν άδικο. Το θέμα είναι, πως όποιοι ακολουθούσαν ή υιοθετούσαν μια από τις ξένες αυτές δεισιδαιμονίες, θα χαρακτηρίζονταν όχι απλώς θρησκευτικοί επαναστάτες, αλλά και κοινωνικοί επαναστάτες· ήταν αυτοί που «τα τσούγκριζαν» με το κατεστημένο, και που έκαναν χαλάστρα στο καθεστώς με την συμμετοχή τους σε εξέγερση του τύπου της δεκαετίας του εξήντα εναντίον του κατεστημένου.

Ανέτρεπαν την Ρωμαϊκή αντίληψη περί ευσέβειας, και τους θεωρούσαν ανίκανους να την εκφράσουν όπως έπρεπε. Εκείνο τον καιρό, τα πράγματα δεν προέβλεπαν πλουραλισμό, ούτε γνώριζαν τι είναι το «πολιτικά σωστό», και δεν υπήρχαν οι διάφοροι υπέρμαχοι της διαφορετικότητας στους πανεπιστημιακούς χώρους: σήμερα, θεϊστές και αθεϊστές κουβεντιάζουν άνετα σε ελεύθερα φόρουμ. Όμως, τα χρόνια τα παλιά, ένα από τα δύο «στρατόπεδα» θα είχε το κράτος (και το σπαθί!) στο πλευρό του – και για την εποχή που συζητάμε, σίγουρα δεν θα ήταν το Χριστιανικό «στρατόπεδο»!

Έτσι, όσοι έμεναν προσκολλημένοι στο superstitio (την δεισιδαιμονία), ήταν αναμενόμενο να τους ταυτίζουν με εκκεντρικές και ακραίες συμπεριφορές – κάτι που συνέβη με τους Χριστιανούς, και που το αναφέρει και ο Τάκιτος για τους Εβραίους στο έργο του «Ιστορίες». Αλλά είχε και συνέχεια το πράγμα: «Επειδή η δεισιδαιμονία οδηγεί σε παράλογες ιδέες για τους θεούς, η αναπόφευκτη κατάληξη είναι ο αθεϊσμός». (61) Δηλαδή, επειδή οι «δεισιδαιμονιστές» κοντράριζαν την καθεστηκυία κοσμική τάξη, οι απόψεις τους για το σύμπαν χαρακτηρίζονταν ιδιόρρυθμες και παράλογες, πράγμα που οδήγησε κριτικούς όπως τον Κρήσκεντα να κατηγορεί τους Χριστιανούς πως είναι στ’ αλήθεια αθεϊστές (6.

Βέβαια, αυτό αποτελούσε πρόβλημα μονάχα μέσα στις παρατάξεις των Εθνικών. Όμως, και εκεί, και μέσα στον Ιουδαϊσμό, ο Χριστιανισμός έπρεπε να ξεπεράσει και ένα άλλο στίγμα, που παραθέσαμε ως παράδειγμα στις πιο πάνω συγκριτικές αναφορές. Όταν ο Παύλος ανέφερε πως ήταν από την Ταρσό, δεν το έκανε για να συγκρίνει με τον κεντυρίωνα τα χαρακτηριστικά των ιδιαίτερων γενέτειρών τους. Το να κατάγεται κανείς από μια σημαντική πόλη όπως η Ταρσός, σήμαινε «έξτρα πόντους τιμής» για αυτόν που θα το δήλωνε - κάτι περίπου αντίστοιχο σήμερα θα ήταν η δήλωση πως είμαστε «από μεγάλο τζάκι»!

Ο Χριστιανισμός έπασχε σοβαρά στο σημείο αυτό – δηλαδή, ήταν εξ αρχής στιγματισμένος, αφού διέθετε ένα σωτήρα που αναμφισβήτητα καταγόταν από την Γαλιλαία. Για τους Ρωμαίους και για τους Εθνικούς, η Γαλιλαία δεν ήταν απλώς Εβραϊκό έδαφος, αλλά και φυτώριο πολιτικών ανταρσιών. Για τους Εβραίους, σίγουρα δεν ήταν τόσο άθλια αυτή η περιοχή όσο η Σαμάρεια, πάντως ήταν ένας τόπος που κατοικούσαν κουτο-χωριάτες και αγρότες που δεν είχαν και πολύ σεβασμό για τον Εβραϊκό Νόμο (Torah), και –το χειρότερο- που τους προέκυψε και ένας σωτήρας από ένα μικροσκοπικό και ανιστόρητο χωριό της! Ούτε η γέννα στην Βηθλεέμ, ούτε του Ματθαίου η υπόδειξη πως μια προέλευση εκ Γαλιλαίας είχε ορισθεί προφητικά, θα μπορούσαν να ξεριζώσουν ένα τέτοιο στίγμα: Πράγματι, ούτε οι σημερινοί Εβραίοι δεν θα μπορούσαν να πεισθούν για κάτι τέτοιο, εκτός αν κάτι προηγουμένως τους έπειθε πως ο Ιησούς ήταν θεϊκός ή ο Μεσσίας. (Οι αρχαίοι ήταν το ίδιο ευαίσθητοι στο ενδεχόμενο μιας ‘στημένης’ βεβαίωσης.)

Υπάρχουν όμως και κάποιες άλλες μικρο-προεκτάσεις στο ζήτημα αυτό του τότε «στερεοτυπισμού»:

Το να αναθέσουν στον Ιησού την εργασία του μαραγκού ήταν λάθος κίνηση. Ο Κικέρων σημείωνε πως τέτοιες ασχολίες ήταν «χυδαίες», και παραλλήλιζε την εργασία με την δουλεία.


Τοποθετώντας την ιστορία της γέννησης του Ιησού μέσα σε ύποπτο πλαίσιο, όπου η «ρετσινιά» του νόθου παραήταν αναμενόμενη, θα ενέτεινε ακόμα περισσότερο το πρόβλημα.


Αν τα Ευαγγέλια είχαν όντως επινοήσει όλα αυτά τα στοιχεία, πόσο πιο δύσκολο θα τους ήταν, να «τοποθετήσουν» τον Ιησού σε μια πιο «αξιοπρεπή» πόλη, όπως την κοντινή πρωτεύουσα της Γαλιλαίας, ή έστω την Καπερναούμ (χωρίς να χάνεται και η προφητική αναφορά στην «Γαλιλαία»); Και όμως, οι σκεπτικιστές μας λένε –εσφαλμένα- πως αυτό θα ήταν το ίδιο δύσκολο να διακριβωθεί, όσο η εκδοχή της Ναζαρέτ.


Δηλαδή, ήταν τόσο δύσκολο να καθιερώσουν μια «υιοθετική» Χριστολογία, και να «δώσουν» στον Ιησού μια αδιαμφισβήτητα ευγενική καταγωγή, αντί να επικαλούνται δικαιωματική τιμή (προς τον Χριστό) μέσω της αμφισβητήσιμης –επιφανειακά– αξίωσης πως ο ίδιος ο Θεός είναι πατέρας του Ιησού;


Μάλλον όμως θα ήταν πιο δύσκολο. Καθ’ ότι είναι λιγότερο πιθανό να προσέξουν οι πολλοί άνθρωποι (μιας μεγαλούπολης) τον ένα, παρά μια μικρή πολίχνη με ισχυρούς κοινωνικούς δεσμούς.
Η ουσία του πράγματος εδώ είναι πως τα πάντα γύρω από τον άνθρωπο Ιησού ήταν ακατάλληλα για να πείσουν τους ανθρώπους πως ήταν Θεότης… Πρέπει να υπήρχε κάτι πολύ ισχυρό, για να έχουν παραγκωνισθεί όλα τα στίγματα…
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»

Re: Η Αδιανόητη Πίστη

5
3. Παραείναι σαρκική! (ή: Λάθος είδος ανάστασης!)






Η Ανάσταση του Ιησού –μέσα στο πλαίσιο του Ιουδαϊσμού- θεωρήθηκε από τους Εθνικούς σαν κάτι που θα το χαρακτήριζαν «αηδιαστικά» σαρκικό.

Αυτό καθ’ εαυτό εγείρει κάποιο πρόβλημα για τον Χριστιανισμό, πέραν των ορίων της βασικής Εβραϊκής αποστολής. Έχουμε συχνά παραθέσει το ρητό του Φ. Πέρκινς: «Οι παγανιστές κριτικοί του Χριστιανισμού γενικά έβλεπαν την ανάσταση σαν μια παρεξηγημένη μετεμψύχωση, στην καλύτερη των περιπτώσεων. Στην χειρότερη, τους φαινόταν γελοία». Προσθέτουμε σ’ αυτό και την παρατήρηση πως ο παγανιστικός κόσμος πλημμύριζε από απόψεις που ταυτίζονταν με εκείνους που πίστευαν πως η ύλη είναι κακό πράγμα, και πως αυτή βρισκόταν στην ρίζα όλων των προβλημάτων του ανθρώπου. Η Πλατωνική σκέψη –μας λέει ο Μάρεη Χάρις- προέβαλε πως «το υψηλότερο αγαθό του ανθρώπου είναι η απελευθέρωση από τον σωματικό μολυσμό. Η γυμνότης δια του αποχωρισμού του σώματος είναι η ιδανική κατάσταση».

Η σωματική ανάσταση σίγουρα ήταν το τελευταίο είδος «φινάλε» της ανθρωπότητας που θα αποτολμούσε κανείς να κηρύξει.




Πράγματι, στους παγανιστές, η ανάσταση φάνταζε κάτι το ακατόρθωτο. Ο Ράϊτ, στο έργο του «Resurrection of the Son of God» (=Η Ανάσταση του Υιού του Θεού), παραθέτει τον Πρίαμο του Ομήρου: «Το να θρηνείς τους νεκρούς σου είναι ανώφελο. Θα έχεις πεθάνει και εσύ, πριν μπορέσεις να τους ξαναφέρεις στην ζωή». Και ο Ευμενίδης του Αισχύλου: «Άπαξ και πεθάνει ο άνθρωπος, και το χώμα έχει απορροφήσει το αίμα του, δεν υπάρχει ανάσταση» Και ούτω καθ’ εξής, με διάφορες άλλες αναφορές που αρνούνται την δυνατότητα της ανάστασης. [32-3]

Ο Ράϊτ σημειώνει ακόμα πως η πίστη στην ανάσταση αποτελούσε και αιτία για διωγμό: «Δεν πρέπει να ξεχνούμε πως όταν ο Ειρηναίος έγινε επίσκοπος της Λυών, αντικαθιστούσε τον επίσκοπο που είχε θανατωθεί σε ένα άγριο διωγμό, και πως μία από τις αιτίες του διωγμού εκείνου ήταν η πεισματική προσήλωση των Χριστιανών στην πίστη της σωματικής ανάστασης. Οι λεπτομέρειες του μαρτυρίου αυτού βρίσκονται στην επιστολή των εκκλησιών της Λυών και Βιέννης προς τις εκκλησίες της Ασίας και της Φρυγίας. Η επιστολή περιγράφει πώς, σε ορισμένες περιπτώσεις, οι βασανιστές έκαιγαν τα σώματα (των Χριστιανών) και σκόρπιζαν την τέφρα μέσα στον Ροδανό ποταμό, ώστε να μην εμφανισθεί ποτέ το σκήνωμα των μαρτύρων αυτών επάνω στη γη. Αυτό το έκαναν –μας λέει ο συγγραφέας- «λες και μπορούσαν να νικήσουν τον Θεό, και να αρνηθούν έτσι την παλιγγενεσία τους».



Και ο ίδιος ο Ιουδαϊσμός θα αντιμετώπιζε μια δική του, μικρότερη δυσκολία – αν και όχι ανυπέρβλητη: δεν υπήρχε η ιδέα της ανάστασης ενός ατόμου πριν από την γενική ανάσταση την ημέρα της κρίσεως. Και πάλι, αυτό –όσο παράδοξο και αν ήταν- θα μπορούσε να είχε ξεπερασθεί, αφού υπήρχαν μαρτυρίες! Όχι τόσο εύκολα όμως, στον παγανιστικό κόσμο. Διαπιστώσαμε, πως ο Παύλος έπρεπε να πολεμήσει τους Γνωστικιστές, τους Πλατωνιστές, και τους ασκητές στα ζητήματα αυτά.

Όμως αυτό που εντυπωσιάζει, είναι πως μια σωματική ανάσταση δεν ήταν απολύτως αναγκαία για να ξεκινήσει κανείς μια θρησκεία. Θα ήταν αρκετό, να έλεγαν πως το σώμα του Ιησού ανελήφθη στους ουρανούς - όπως του Μωϋσή ή του Προφήτη Ηλία. Εδώ που τα λέμε, ένας τέτοιος χειρισμός θα ταίριαζε περισσότερο και με την νοοτροπία της εποχής, και θα «πουλούσε» πιο εύκολα στους Έλληνες και τους Ρωμαίους, για τους οποίους η μεγαλύτερη «απόδειξη» προαγωγής σε θεϊκό βαθμό ήταν η αποθέωση – δηλαδή, η μεταφορά της ψυχής στα ουράνια δώματα μετά τον θάνατο, ή η εν ζωή μεταφορά της εκεί.


Οπότε, γιατί να κάνουν τον δρόμο του Χριστιανισμού πιο δύσκολο; Μόνο μια εύλογη απάντηση υπάρχει: πως όντως υπήρχε μια ανάσταση, για να την κηρύξουν!
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»

Re: Η Αδιανόητη Πίστη

6
4. Τι Χαρακτηρίζεται «Νέο»; Μα, αυτό που δεν είναι «Καλό»!





Η Ρωμαϊκή λογοτεχνία μας λέει πως «η κυρίως απόδειξη της αλήθειας στην θρησκεία ήταν το έθιμο και η παράδοση, και οι πρακτικές των αρχαίων». (62) Δηλαδή, αν τα πιστεύω σου διέθεταν το κατάλληλο «φόντο» και μια αξιοπρεπή «γενεαλογία», θα απολάμβανες τον σεβασμό των Ρωμαίων.

Το παλιό ίσον καλό. Η καινοτομία ίσον κακό.

Αυτό υπήρξε μεγάλο κώλυμα για τον Χριστιανισμό, επειδή οι ρίζες του –ατυχώς-εντοπίζονταν σε ένα πολύ πρόσφατο ιδρυτή. Οι Χριστιανοί εθεωρούντο «ξιπασμένοι καινοτόμοι» (63), των οποίων η θρησκεία ήταν ο «νεόφερτος στην γειτονιά», που είχε όμως και το θράσος, να επιμένει πως ήταν η «μόνη λύση»!

Όπως σημειώσαμε και πιο πάνω, ο Χριστιανισμός ισχυριζόταν πως οι «ισχυροί της γης» -οι οποίοι έκριναν τον Ιησού άξιο της χειρότερης και αισχρότερης θανατικής καταδίκης- είχαν «πέσει έξω κατά 180 μοίρες», και πως ο ίδιος ο Θεός το είπε!

Οι Μαλίνα και Νέηρεη [164] εξηγούν περαιτέρω το φαινόμενο αυτό. Ο σεβασμός ήταν οφειλόμενος στους προγόνους, οι οποίοι εθεωρούντο πιο σπουδαίοι «εκ γενετής». Οι Ρωμαίοι «ήταν πολιτισμικά υποχρεωμένοι να επιδιώκουν το αδύνατο κατόρθωμα της διατήρησης των παραδόσεων εκείνων των αναγνωρισμένα σπουδαιότερων προσωπικοτήτων του μοιρασμένου παρελθόντος τους». Ό,τι τους είχε παραδοθεί, το θεωρούσαν ισχύον και κανονικό. Τυχόν έντονοι καυγάδες θα εκφράζονταν κάπως έτσι: «Εμείς πάντοτε το κάναμε έτσι!» Semper, ubique, ab omnibus! (Λατ. =Πάντοτε, παντού και απ’ όλους!)

Σε αντίθεση, ο Χριστιανισμός έλεγε: «Όχι τώρα, όχι εδώ, και όχι εσύ!» Φυσικά, αυτό εξηγεί για ποιόν λόγο και ο Παύλος προσφεύγει σε εκείνο που του είχε παραδοθεί από άλλους:

Κορ. Α’ 11: 2: "Επαινώ δε υμάς, αδελφοί, ότι πάντα μου μέμνησθε και καθώς παρέδωκα υμίν τας παραδόσεις κατέχετε".

Όμως αυτό εκλαμβάνεται μέσα σε εκκλησιαστικό πλαίσιο, και όπου αυτή η νέα παράδοση εμφανίσθηκε μόλις προ 20ετίας!

Οι Πιλτς και Μαλίνα προσθέτουν στο βιβλίο τους «Handbook of Biblical Social Values», (Εγχειρίδιο των Βιβλικών Κοινωνικών Αξιών) [19] πως η οποιαδήποτε αλλαγή ή νεωτερισμός σε θρησκευτικό δόγμα ή πρακτική αντιμετώπιζε μια δριμύτατη αντίδραση. Οι αλλαγές ή καινοτομίες ήταν «τα μέσα που εξυπηρετούν τον νεωτερισμό ή την ανατροπή των βασικών και δευτερευουσών αξιών».

Μέχρι και η Χριστιανική εσχατολογία και θεολογία αντιτέθηκαν στην αντίληψη αυτή. Η ιδέα του καθαγιασμού, και του απώτατου καθαρισμού και τελειοποίησης του κόσμου και του κάθε ανθρώπου, ερχόταν σε αντίθεση με την άποψη πως το παρελθόν ήταν η καλύτερη εποχή, και πως τα πράγματα χειροτέρεψαν από τότε.

Από την άλλη, οι Εβραίοι έβρισκαν τις ρίζες τους σε ένα πολύ πιο απόμακρο παρελθόν, και, παρ’ ότι ορισμένοι Ρωμαίοι κριτικοί έκαναν προσπάθειες να τις «εκριζώσουν» τις ρίζες αυτές, κάποιοι άλλοι (συμπεριλαμβανομένου και του Τάκιτου) παραχωρούσαν στους Εβραίους κάποιον βαθμό σεβασμού, ακριβώς λόγω της αρχαιότητας των πιστεύω τους. Υπό το φως αυτού του στοιχείου, μας είναι κατανοητή η προσπάθεια Χριστιανών συγγραφέων να συνδέσουν –όσο τους είναι δυνατόν- τον Χριστιανισμό με τον Ιουδαϊσμό, προσδίδοντάς του έτσι την ίδια «αρχαιοσύνη» που οι Εβραίοι περιστασιακά απολάμβαναν. (Φυσικά εμείς συμφωνούμε πως οι Χριστιανοί καλώς το έπραξαν αυτό, αλλά οι Ρωμαίοι δεν το έβλεπαν έτσι!)

Οι κριτικοί του Χριστιανισμού αντιλήφθηκαν αυτό το «τέχνασμα» και, χωρίς καθυστέρηση, υπέδειξαν (αν και παράνομα) πως είναι ανήκουστο οι Χριστιανοί να αναγνωρίζουν τον Ιουδαϊσμό και συγχρόνως να μην τηρούν ούτε μία από τις πρακτικές του. Συνεπώς, αυτό είναι ένα εμπόδιο που ο Χριστιανισμός ποτέ δεν μπόρεσε να υπερπηδήσει, έξω από τον κλειστό κύκλο του... τουλάχιστον χωρίς να διαθέτει κάποια χειροπιαστή απόδειξη.






5. Η Απαίτηση Για Ελεγχόμενη Συμπεριφορά


Δεν είναι από τα μεγαλύτερα εμπόδια, όμως είναι σημαντικό – και παραμένει σημαντικό και σήμερα. Ηθικά, η Χριστιανική θρησκεία «είναι ζόρικη». Και ο Ιουδαϊσμός ήταν επίσης. Και αυτός είναι ο λόγος που υπήρχαν τόσο λίγοι θεοφοβούμενοι.

Ο Χριστιανισμός δεν υποσχόταν ωραία ξέφρενα πάρτυ με μεθύσια, ούτε όργια με ιέρειες-πόρνες, αλλά μάλλον τα απαγόρευε. Επίσης δεν ενθάρρυνε τον πλουτισμό – ενθάρρυνε το μοίρασμα του πλούτου. Δεν ήταν ευάρεστος στις αισθήσεις ο Χριστιανισμός: υποσχόταν «χορτασμό εν ουρανοίς, εν καιρώ». Αυτό υπήρξε πρόβλημα, τόσο στον αρχαίο κόσμο, όσο και στις ημέρες μας – αν όχι περισσότερο.

Δεν ήταν «του γούστου» των πλουσίων η θρησκεία αυτή, διότι τους ζητούσε να μοιράσουν τα αγαθά τους. Αυτό ίσως να άρεσε στους φτωχούς, αλλά όχι αν τους απαγορευόταν να ξοδέψουν εκείνους τους μοιρασμένους παράδες σε προσφιλή τους πάθη ή περισπασμούς (εκ των οποίων δεν ήταν όλα επιζήμια για το άτομο, προσφέροντάς του έτσι τον απώτερο σκοπό να παραιτηθεί απ’ αυτά). Και πάλι, αυτό δεν είναι ανυπέρβλητο εμπόδιο – μερικοί Ρωμαίοι είχαν γοητευθεί από ηθικό σύστημα του Ιουδαϊσμού και θα είχαν ομοίως προσελκυσθεί στον Χριστιανισμό. Όμως είναι πάρα πολύ δύσκολο να εξηγήσει κανείς τον λόγο που ο Χριστιανισμός ευδοκιμούσε εκεί όπου οι θεοφοβούμενοι αριθμούσαν πάρα πολύ μικρές ομάδες. Ούτε ο ζήλος του ευαγγελισμού δεν μπορεί να το εξηγήσει αυτό.
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»

Re: Η Αδιανόητη Πίστη

7
6. Η Ανοχή είναι Αρετή



Ήδη αναφερθήκαμε στο πρόβλημα πως ο Χριστιανισμός εθεωρείτο «ξιπασμένος καινοτόμος». Τώρα ας το ενισχύσουμε το πρόβλημα: όχι μόνο καινοτόμος, αλλά καινοτόμος με αποκλειστικότητα. Πολλοί σκεπτικιστές και άπιστοι σήμερα δηλώνουν πως τους απωθεί ο «ξιπασμός» και η αποκλειστικότητα του Χριστιανισμού. Πόσο περισσότερο άραγε δεν θα ενοχλούσε την αρχαία εποχή; Οι Ρωμαίοι ήταν ήδη φοβερά αδιάλλακτοι (ως σημ. 2 ανωτ.). Φαντασθείτε πόσο περισσότερο αδιάλλακτοι θα πρέπει να ήταν, απέναντι σε μια πολύ νέα θρησκεία που έπαιζε το ίδιο παιχνίδι και που δήλωνε πως θα ανατρέψει την κοινωνική και την θρησκευτική τάξη! Πώς θα μας φαινόταν, αν κάποια πίστη ερχόταν και μας έλεγε πως πρέπει να σταματήσουμε να πηγαίνουμε στις εκκλησίες μας (και μάλιστα, πως θα προτιμούσε να τις κατεδαφίζαμε!), να πάψουμε να κάνουμε γιορτές, να μην τηρούμε στο εξής την τάξη της κοινωνίας που υπήρχε εγκατεστημένη από την εποχή των λατρευτών προγόνων μας μέχρι σήμερα;

Όπως παρατηρεί ο Ντα Σίλβα, «το μήνυμα αυτό σχετικά με τον Χριστό, ήταν ασύμβατο με την πιο βαθειά ριζωμένη θρησκευτική ιδεολογία των Εθνικών, καθώς και με το πιο πρόσφατο μήνυμα που διεδίδετο από την Ρωμαϊκή αυτοκρατορική ιδεολογία (46) (δηλαδή την Pax Romana, απέναντι στην εσχατολογία και την κρίση του Θεού). Οι Χριστιανοί αρνούντο να πιστέψουν στους θεούς, αυτούς «τους φύλακες της ευστάθειας της παγκοσμίου τάξεως, τους γενναιόδωρους προστάτες που προμήθευαν ό,τι ήταν αναγκαίο για την διατήρηση της ζωής, καθώς και χορηγούς των ατομικών αιτημάτων.»

Οι Χριστιανοί και οι Ιουδαίοι ομοίως εκατηγορούντο για αθεϊσμό, με αυτό το συγκεκριμένο κριτήριο. Επί πλέον, δεν υπήρχε ούτε μία πλευρά της κοινωνικής ζωής που να ήταν απόλυτα κοσμική (η θρησκεία ήταν συνυφασμένη με τον δημόσιο βίο κατά τρόπο που θα έκανε λεγεώνες δικηγόρων να σκάσουν από το κακό τους), διότι οι Εβραίοι και οι Χριστιανοί κρατούσαν αποστάσεις από τον δημόσιο βίο, προκαλώντας έτσι την αγανάκτηση των γειτόνων τους.

Σαν να μην έφτανε αυτό, και οι ίδιοι οι Εβραίοι στάθηκαν αδιάλλακτοι απέναντι στην νέα αυτή πίστη. Οι Εβραϊκές οικογένειες ένοιωθαν κοινωνικά πιεσμένες να αποκόψουν τους προσήλυτους, για να αποφύγουν την ντροπή της μεταστροφής τους.

Αν δεν διέθετε κάποιο στοιχείο που θα υπερνικούσε την Ρωμαϊκή και ακόμα την Εβραϊκή αδιαλλαξία, ο Χριστιανισμός θα ήταν καταδικασμένος.






7. Τόλμησαν να δηλώσουν «Παρών» στην Ιστορία;

Πράξεις 26: 26: "επίσταται γαρ περί τούτων ο βασιλεύς, προς ον και παρρησιαζόμενος λαλώ· λανθάνειν γαρ αυτόν τι τούτων ου πείθομαι ουδέν· ου γαρ εστιν εν γωνία πεπραγμένον τούτο".

Το σημείο αυτό είναι τεράστιας σημασίας, πολύπλευρο και πολύπλοκο, με ποικίλους αντίκτυπους. Ας το πούμε αλλιώς: Αν σκόπευες να αρχίσεις μια νέα θρησκεία, που θα περιείχε καινοτόμες και εξωφρενικές αξιώσεις, θα δήλωνες – ανά πάσα στιγμή – πως έχεις διασυνδέσεις τις οποίες όμως δεν έχεις; Αν εγώ δήλωνα αύριο – ή και μετά από 40 χρόνια – πως η θεία μου η Φρόσω είχε αναστηθεί εκ νεκρών, θα τολμούσα να προσθέσω πως προηγουμένως είχε δικαστεί και από τον Αρεοπαγίτη Βασίλη Κόκκινο; Πως την αναζητούσε για ανάκριση ο Υπερνομάρχης Αττικής; Και πως έβαλαν την σωρό της στον τάφο που προοριζόταν για κάποιον βουλευτή;

Έχουμε πολλές φορές μελετήσει τις αξιώσεις του Χριστιανισμού - όπως αυτή του ενταφιασμού στον τάφο του βουλευτή Ιωσήφ της Αριμαθαίας – όμως ας δούμε πιο συλλογικά με τι έχουμε να κάνουμε. Η Καινή Διαθήκη βρίθει από δηλώσεις περί διασυνδέσεων και αναφορές σε περιστατικά που εμπλέκουν «διασημότητες». Νά πως το έθεσε ένας από τους αναγνώστες μας: «Ο Ηρώδης Αγρίππας – αυτός ο τύπος που ήταν πελάτης-βασιλιάς των Ρωμαίων, επί της περιοχής που περιέκλειε την Ιερουσαλήμ – ‘έγινε σκωληκόβρωτος’ όπως μας αναφέρει ο Λουκάς στις Πράξεις 12: 20-23. Αντίγραφα του βιβλίου των Πράξεων κυκλοφορούσαν στην περιοχή, και ήταν διαθέσιμα στον κοσμάκη. Αν ο Λουκάς είχε καταθέσει αναληθή στοιχεία, ο Χριστιανισμός θα είχε παραγκωνισθεί ως απάτη, και δεν θα «έπιανε» σαν θρησκεία.»

Αν ο Λουκάς έλεγε ψέματα στις αναφορές του, θα τον είχε φυλακίσει ή / και εκτελέσει ο γιος του Αγρίππα, Ηρώδης Αγρίππας Β’ (που είχε το ίδιο πόστο), επειδή ενώπιον αυτού έδωσε μαρτυρία ο Παύλος στις Πράξεις 25-26 (όπως το κατέγραψε ο Λουκάς). Επίσης, ο Αγρίππας Β’ ήταν εν ζωή και κυβερνούσε, μετά από την συγγραφή και την κυκλοφορία των Πράξεων από τον Λουκά. Και μάλιστα, είχε στην διάθεσή του όλα τα απαραίτητα στοιχεία και τις αξιώσεις («καθ’ ότι ο βασιλεύς είναι ενήμερος για όλα αυτά, ενώπιον του οποίου και ομιλώ ελεύθερα. Διότι είμαι πεπεισμένος πως κανένα από αυτά τα πράγματα δεν του διαφεύγουν: τίποτε δεν έγινε σε κάποια γωνία (κρυφά). Βασιλέα Αγρίππα, πιστεύεις στους προφήτες; Ξέρω πως τους πιστεύεις.» - Πράξεις 26-27).

Μήπως ο Αγρίππας τον εκτέλεσε τον Παύλο για τα λόγια αυτά; Όχι, και ούτε θα μπορούσε να το κάνει, εφ’ όσον ο Παύλος έλεγε αλήθειες. Ίσα-ίσα, βλέπουμε πως ο Αγρίππας είπε στον Κυβερνήτη Φήστο: «Αυτός ο άνθρωπος θα είχε ελευθερωθεί τώρα, αν δεν είχε ζητήσει ακρόαση από τον Καίσαρα» (Πράξεις 26:32).

«Ε, και;» ίσως να ρωτούσε κάποιος σκεπτικιστής. «Ε, και» ρωτάς; Λοιπόν, για αναλογίσου την αλυσιδωτή αντίδραση που θα είχαν τέτοιες δηλώσεις. Αν ο πιο πάνω ισχυρισμός (περί χρήσεως του τάφου του Ιωσήφ) αποδειχθεί ψευδής, θα ανοίξει η κερκόπορτα για να αμφισβητηθούν και άλλοι ισχυρισμοί του Χριστιανισμού - μέχρι και η ίδια η Ανάσταση. Και δεν χρειάζεται η αφορμή για αμφισβήτηση να είναι απαραιτήτως ο τάφος του Ιωσήφ του Αριμαθιώτη, ή κατά πόσο έγινε ή δεν έγινε σκουληκοτροφή ο Ηρώδης. Θα μπορούσε κάλλιστα να είναι οποιοδήποτε σημείο όπου οι πρώτοι Χριστιανοί και η Καινή Διαθήκη θαρραλέα κηρύττουν ως δική τους κάποια επιρροή ή γεγονός, και σε οποιαδήποτε πόλη. Άνθρωποι που ζούσαν έξω από τα Λύστρα πιθανόν να μην γνώριζαν τι είχε συμβεί μέσα στα Λύστρα, ή να ήθελαν να το εξακριβώσουν - παρά ταύτα όμως, ο Χριστιανισμός δήλωνε το «παρών» του σε διάφορα σημεία κατά μήκος της Αυτοκρατορίας, όπου υπήρχαν εγκατεστημένοι «ελεγκτές γεγονότων» σε πολλά σημεία της, που θα μπορούσαν να αποφανθούν επί των διαφόρων ισχυρισμών που αφορούσαν την Ιερουσαλήμ και την Ιουδαία: οι Εβραίοι της Διασποράς!! (Και το πράγμα γίνεται ακόμα χειρότερο – διάβασε πιο κάτω!)

Η Καινή Διαθήκη καταγράφει αμέτρητα σημεία αναφοράς που θα μπορούσαν να υπαχθούν σ’ αυτόν τον «κατάλογο ελέγχου γεγονότων»: Ένας σεισμός, μια συσκότιση μέρα-μεσημέρι, η ρήξη του καταπετάσματος του Ναού, μια εκτέλεση, και όλα αυτά να συμβαίνουν στο κατακόρυφο του Εβραϊκού Πάσχα (με παρευρισκόμενα πλήθη να αριθμούν μυριάδες), άνθρωποι να εξέρχονται από κάποιο σπίτι και να επικοινωνούν απροσδόκητα με ξένες γλώσσες την ημέρα της Πεντηκοστής (άλλο ένα γεγονός με «μυριάδες παρευρισκομένων»), και όλα αυτά να γίνονται μέσα σε μια μικρή πόλη και με κουλτούρα που επέτρεπε την ταχεία διάδοση πληροφοριών (διάβασε πιο κάτω). Επίσης έχουμε θεραπείες ασθενειών και δυσλειτουργιών, ακόμα και αντιστροφές θανάτου, σε άκρως δημόσιους χώρους. Και μια θριαμβευτική είσοδος (Βαϊφόρος) στην Ιερουσαλήμ, που εκπληρούσε θρασύτατα την Μεσσιανική προφητεία.

Εν ολίγοις, ο Χριστιανισμός ήταν τρομερά εκτεθειμένος σε ελέγχους και σε διάψευση, σε πάρα πολλά σημεία του. Οποιοδήποτε από αυτά –αν είχε αποτύχει να ευσταθεί- θα κατέληγε σε χιονοστιβάδα συσσωρευμένων αμφιβολιών, προ παντός δεδομένων των ανωτέρω σημείων, που θα αποτελούσαν επαρκή κίνητρα για οποιονδήποτε Εβραίο ή Εθνικό να πει ή να κάνει κάτι.

Δεν είναι λοιπόν τρόπος αυτός, να αρχίσεις μια θρησκεία. Μια θρησκεία την αρχίζεις με αναφορές σε αφανή και ανώνυμα (όχι επώνυμα) πρόσωπα. Δεν αναφέρεις κανένα αρχηγό Συναγωγής, ή μέλος του Συνεδρίου, ούτε καν βάζεις κάποιον κεντυρίωνα μέσα στην ιστορία σου (ακόμα και να μην τους κατονόμαζες, ήταν ούτως ή άλλως τόσο μικρός ο αριθμός αυτών των προσώπων, που δεν θα ήταν δύσκολο να ελεγχθεί η αναφορά σου).

Πρέπει να επιμένεις σε αναφορές χωρίς ονόματα – όπως π.χ. «η Σαμαρείτισσα» στο πηγάδι. Βέβαια και αυτά τα πρόσωπα θα υπέπιπταν σε κάποιον έλεγχο εξακρίβωσης, αλλά το ζητούμενο δεν είναι η δική τους παρουσία: πιο σημαντικό στοιχείο είναι η παρουσία προσώπων με μεγαλύτερο κοινωνικό πόστο και επιφάνεια, καθώς και οι ισχυρισμοί που συνδέονται με αυτούς.

Είναι αδύνατον να είχε επιβιώσει και ευδοκιμήσει ο Χριστιανισμός, αν δεν είχε «όλα τα χαρτιά του φανερά εκτεθειμένα» ακόμα και στα πυρά, στο σημείο αυτό.
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»

Re: Η Αδιανόητη Πίστη

8
8. Έχουν σημασία, οι Μάρτυρες της Πίστης;





Αυτό είναι ένα κλασσικό επιχείρημα, αλλά έχει ανάγκη από κάποια μικρο-ρύθμιση. Οι πιο σημαντικοί μάρτυρες είναι εκείνοι της εποχής του Ιησού, και λίγο μετά. Ομολογουμένως, υπάρχουν ελάχιστα δείγματα τέτοιου είδους μαρτυρίου που μπορούμε να υποδείξουμε, καθ’ όσον οι καταγραφές της εκκλησιαστικής παράδοσης είναι οι μόνες πηγές για τα μαρτύρια πολλών από των Αποστόλων, και ο πιο αξιόπιστος μάρτυρας είναι ο ίδιος ο Παύλος, ο οποίος βεβαιώνει πως εδίωκε την εκκλησία του Χριστού «με ζήλο» - για να χρησιμοποιήσουμε την λέξη που χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει τις ενέργειες των Μακκαβαίων, οι οποίοι σκότωναν όποτε χρειαζόταν «να καθαρίσουν».

Μπορούμε όμως να πλατύνουμε αυτό το επιχείρημα ακόμα περισσότερο: Ο διωγμός δεν ισοδυναμούσε αυτόματα με μαρτύριο, έτσι, έχουμε άλλον ένα λόγο που δεν θα έπρεπε να είχε επιβιώσει και ευδοκιμήσει ο Χριστιανισμός. Όπως μας λέει ο Ρόμπιν Λέην Φοξ:

«Με το να περιορίζουμε την ιστορία των Χριστιανικών διωγμών σε ιστορικό νομικών ακροαματικών διαδικασιών, χάνουμε ένα μεγάλο μέρος της αδικίας του κατατρεγμού.» [Fox.PagChr, 424].

Πέραν των ενεργειών των αρχών, οι Χριστιανοί αντιμετώπιζαν το ενδεχόμενο εξοστρακισμού αν παρέμεναν προσκολλημένοι στην πίστη τους, και αυτό είναι το σημείο απ’ όπου ο Φοξ μας λέει ότι πήγασε το μεγαλύτερο μέρος των διωγμών, δηλαδή, η απόρριψη από οικογένεια και κοινωνία, και η ένταξη στην κατηγορία των απόκληρων της κοινωνίας. Δεν χρειαζόταν να είναι οπωσδήποτε μαρτύριο – ήταν αρκετά επώδυνο, να υποφέρει κανείς κοινωνικά ή άλλως πως, ακόμα και αν έμενε εν ζωή. Ο Ντα Σίλβα σημειώνει πως εκείνοι που παραβίαζαν τις τότε κοινωνικές αξίες (όπως πράγματι έκαναν οι Χριστιανοί), θα υφίσταντο ειδικά μέτρα, σχεδιασμένα να τους επαναφέρουν ντροπιασμένους σε συμμόρφωση, ήτοι, με προσβολές, με κατάκριση, με σωματική κακομεταχείριση, με μαστίγωμα, με δήμευση περιουσίας, και φυσικά με ατίμωση. Σε μια κοινωνία τιμής-και-καταισχύνης, αυτά ήταν πιο σημαντικά απ’ ότι τα λογαριάζουμε εμείς. Και η Καινή Διαθήκη μας προσφέρει πληθώρα τέτοιων περιστατικών – Προς Εβραίους Επιστολή 10: 32-34; Α’ Επιστολή Πέτρου 2: 12, 3: 16, 4: 12-16; Προς Φιλιππησίους Επιστολή 1: 27-30; Α’ Επιστολή Προς Θεσσαλονικείς 1: 6, 2: 13-14; Β’ Επιστολή Προς Θεσσαλονικείς 1: 4-5; Αποκάλυψη 2: 9-10, 13.

Οπότε, έχουμε και λέμε: Οι Εβραίοι θα σε αντιπαθούσαν, οι Ρωμαίοι θα σε αντιπαθούσαν, η οικογένειά σου θα σε αποκήρυττε, και όλοι γενικά θα σε απέφευγαν ή θα γινόσουν ο περίγελός τους.

Πέραν αυτού, να λάβουμε υπ’ όψιν πως άνδρες όπως ο Παύλος και ο Ματθαίος – ή ακόμα και ο Πέτρος και ο Ιωάννης – άφησαν τα κερδοφόρα εμπόριά τους για χάρη μιας αποστολής που ολοφάνερα θα τους ήταν σκέτος μπελάς. Είναι μάλλον απίθανο να διένυε κανείς όλο τον δρόμο του Χριστιανισμού μέχρι το τέλος, σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή... εκτός αν αυτή η πίστη διέθετε κάτι το χειροπιαστό στο βάθος της.







9. Το Ανθρώπινο και το Θείο = Δύο τελείως ξεχωριστά πράγματα!

Το επόμενο σημείο μας έχει σχέση με το προηγούμενο περί της Ανάστασης, και αποτελεί πρόβλημα και από την σκοπιά των Εβραίων, και των Εθνικών. Ο σκεπτικιστής Ερλ Ντόερτυ, έχει αναφερθεί στο αδιανόητο «της ιδέας πως οι Εβραίοι, είτε μέσα στην Παλαιστίνη, είτε σε οποιοδήποτε σημείο της Αυτοκρατορίας, θα μπορούσαν ποτέ να φτάσουν στην πίστη -ή να μεταστραφούν στην ιδέα αυτή από άλλους- πως δηλαδή ένας θνητός άνδρας ήταν ο Υιός του Θεού… Το να δεχθεί κανείς πως οι απλοί Εβραίοι ήταν πρόθυμοι να αποδώσουν σε οποιονδήποτε θνητό άνδρα –όσο εντυπωσιακός και αν ήταν αυτός- όλους τους τίτλους της θεότητος, και να τον ταυτίσουν απόλυτα με τον αρχαίο Θεό του Αβραάμ, είναι απλώς ασύλληπτο.»

Και όντως θα ήταν ασύλληπτο σαν ιδέα... εκτός βέβαια αν ήταν αλήθεια, και Εκείνος, ο «θνητός άνδρας» το απέδειξε, πως ο Ίδιος ήταν πράγματι ο Υιός του Θεού. Έτσι, το «αρνητικό» αποδεικτικό στοιχείο που προτείνει ο Ντόερτυ τελικά αναδεικνύεται ως επιχείρημα υπέρ του Χριστιανισμού!

Και στον κόσμο των Εθνικών τα πράγματα δεν θα ήταν καλύτερα. Η ιδέα ενός θεού που καταδέχεται να προσλάβει υλική μορφή, για μια όχι και τόσο φευγαλέα επίσκεψη στον κόσμο, και που θα ίδρωνε, θα σκονιζόταν, θα συμμετείχε σε καθημερινές ανάγκες, και προ παντός που θα υπέφερε και θα πέθαινε εδώ στη γη, ε, αυτό παραήταν αδύνατο να το «καταπιούν»!
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»

Re: Η Αδιανόητη Πίστη

9
10. Αταξική θρησκεία, παρακαλώ!





«Ούτε άρσεν, ούτε θήλυ, ούτε δούλος, ούτε ελεύθερος». Πιθανόν να είσαι τόσο συνηθισμένος να χειροκροτείς μια τέτοια αντίληψη, που δεν θα αντιλαμβανόσουν πόσο ριζοσπαστικό ήταν το μήνυμα αυτό, για τον αρχαίο κόσμο. Και αυτός είναι άλλος ένας λόγος που ο Χριστιανισμός θα έπρεπε να είχε εκπνεύσει μέσα στην κούνια του, αν ήταν πλαστός.

Οι Μαλίνα και Νέηρεη σημειώνουν πως στον αρχαίο κόσμο, οι άνθρωποι προσλάμβαναν την κυρίως ταυτότητά τους από τις διάφορες ομάδες που ανήκαν. Ανάλογα με την ομάδα ή τις ομάδες όπου ήταν ριζωμένοι, θα καθοριζόταν και η ταυτότητά τους. Αλλαγές σε άτομα (όπως η μεταστροφή του Παύλου), ήταν ανώμαλα φαινόμενα. Ο κάθε πολίτης είχε να εκπληρώσει κάποιους αναμενόμενους ρόλους. Η απαλοιφή ή σύγχυση αυτών των ποικίλων στοιχείων διάκρισης –που αναφέρονται καθαρά στον Παύλο, αλλά και τηρούνται έμπρακτα από τον Ιησού στο διάστημα της ενεργού δράσης Του- θα έκανε τον Χριστιανισμό να φαντάζει ριζοσπαστικός και ανεπιθύμητος.

Σημειώστε πως η δυσαρέσκεια αυτή δεν βρισκόταν μονάχα τους ισχυρούς ή τους πλουσίους. Θα έμοιαζε με αναχρονισμό του Δυτικού ατομικισμού, να υποθέτουμε πως ένας σκλάβος ή η φτωχολογιά θα έβρισκαν ελκυστικό το μήνυμα του Χριστιανισμού με αυτή την λογική. Κατ’ αρχήν, ακόμα και από την Δυτική οπτική γωνία, το να προστεθεί κανείς στην ομάδα αυτή (των Χριστιανών) δεν θα βοηθούσε καθόλου στο να βελτιωθεί η κατάστασή του από πρακτικής πλευράς. Ακόμη, στον αρχαίο κόσμο, ήταν κάτι τελείως ξένο στο νου, να μην υπάρχεις μέσα σε κάποιου είδους αλληλοεξαρτώμενη σχέση. «Όταν οι αρχαίοι Μεσογειακοί μιλούσαν για ‘ελευθερία’, γενικά κατανοούσαν τον όρο αυτό να σημαίνει ‘απαλλαγή από την δουλεία ενός κυρίου ή αφεντικού’ και ‘ελευθερία επιλογής να μπει στην υπηρεσία ενός άλλου κυρίου ή ευεργέτη’.»[163]

Επίσης δεν θα περνούσε καν από το μυαλό αυτών των ανθρώπων πως η κατάστασή τους αυτή θα μπορούσε να ανατραπεί, επειδή όλα όσα συνέβαιναν τα απέδιδαν στην μοίρα, στην τύχη ή στην πρόνοια. [189]. Δεν καταπολεμούσες την κατάστασή σου, αλλά την υπέμεινες. Και το να υπομένεις ήταν ό,τι πιο αξιέπαινο. [Γι’ αυτό και το χαριτωμένο ανεκδοτάκι όπου η σύζυγος του Ιώβ του έλεγε «Ιώβ, σήκω και ψάξε να βρεις μια δουλειά!» γίνεται κάπως αλλιώτικα κατανοητό] Με άλλα λόγια, το σημαντικό δεν ήταν αν ήσουν ή δεν ήσουν στην υπηρεσία κάποιου, αλλά ποιόν υπηρετούσες! Το να θρυμματίσει κανείς αυτές τις κοινωνικές διακρίσεις θα ήταν «στραβοπάτημα» ολκής, εκτός... αν κρατούσες πολύ «δυνατά» χαρτιά στο μανίκι σου.

Με τα ίδια κριτήρια, οι Εβραίοι γείτονες ενός Χριστιανού δεν θα ήταν και τόσο χαρούμενοι. Η αυστηρή τήρηση του Τορα (Μωσαϊκού Νόμου) έγινε ο «αμυντικός μηχανισμός» του Ιουδαϊσμού απέναντι στις Ρωμαϊκές προκαταλήψεις – ήταν ο τρόπος να διατηρούνται αμόλυντοι από έξωθεν επιρροές. Ο μεταστραφείς που έπαυε να τηρεί τον Νόμο και που θα άρχιζε συναναστροφές με τους Εθνικούς, θα εισέπραττε διπλή «σφαλιάρα», ειδικά λόγω των ακόμη νωπών μνημών της εποχής του Αντίοχου, όταν οι Εβραίοι συχνά συνθηκολογούσαν με τον Ελληνισμό. Στην ουσία, αυτός δεν θα απολάμβανε στο εξής το «πνευματικό λουτρό»!

Ο Χριστιανισμός αναποδογύρισε όλα αυτά τα πρότυπα, λέγοντας πως η γενιά, το φύλο και ο πλούτος (τα οποία καθόριζαν την τιμητική θέση και αξία ενός ανθρώπου στο ντεκόρ της εποχής) ισοδυναμούσαν με ένα… Τίποτα! Ακόμα και τα ελάσσονα «τιμητικά σημάδια» όπως η εμφάνιση και το χάρισμα τα υποβάθμιζε. (Προς Κορινθίους Β’ 5: 12)

Ο παράγων της ομάδας-ταυτότητας αποτελεί άλλο ένα αποδεικτικό στοιχείο της γνησιότητας του Χριστιανισμού. Σε μια κοινωνία προσανατολισμένη στην ομαδική ζωή, αποκτούσες την ταυτότητά σου από τον αρχηγό της ομάδας σου, και οι άνθρωποι ένοιωθαν την ανάγκη να έχουν την υποστήριξη και την επιβεβαίωση των άλλων, για να υποστηριχθεί η δική τους ταυτότητα. Ο Χριστιανισμός επέβαλε την αποκοπή από τις διασυνδέσεις τις κοινωνικές και τις θρησκευτικές – στοιχεία, που όμως έκαναν τον αρχαίο άνθρωπο να νοιώθει «ανθρώπινος». (Βέβαια και ο Χριστιανισμός διέθετε σε αντικατάσταση αυτών την δική του κοινωνική υποστήριξη, αλλά αυτό δεν αρκεί ως εξήγηση του γιατί ο κόσμος τον ασπάσθηκε καν!). Εκτός αυτού, ένας άνθρωπος σαν τον Ιησού δεν θα μπορούσε να συντηρήσει αυτό το λειτούργημα, αν δεν υποστηριζόταν από τους γύρω Του. Ένας κοινός θνητός Ιησούς δεν θα μπορούσε να εκπληρώσει μια τέτοια ανάγκη, και θα έπρεπε να τους παρέχει πειστικές αποδείξεις της δυνάμεως και του κύρους του, προκειμένου να διατηρήσει τους ακολούθους του, και να ξεκινήσει (και να διατηρηθεί πολύ μετά από αυτόν) το κίνημά του. Ένας απλός άνθρωπος Ιησούς θα έπρεπε να πληροί τις προσδοκίες των άλλων, αλλιώς, θα είχε εγκαταλειφθεί (ή θα έπρεπε να αλλάξει όχημα), με την πρώτη ένδειξη αποτυχίας.
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»
Απάντηση

Επιστροφή στο “Ιστορικά θέματα για την Εκκλησία”