Η Λαϊκή Μούσα θρηνεί για την άλωση της Πόλης: Της Αγιάς Σοφιάς

1
Εικόνα
... Η Πατρίδα σε χρειάζεται ! «Τιμή σ' εκείνους όπου στην ζωήν των όρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες (...)» Κων. Καβάφης. Μη στέκεσαι γονατιστός...Σήκω όρθιος...και ανέλαβε τις ευθύνες σου !

Της Αγιάς Σοφιάς

Σημαίνει ο Θιός, σημαίνει η γης, σημαίνουν τα επουράνια,
σημαίνει κι η Αγια Σοφιά, το μέγα μοναστήρι,
με τετρακόσια σήμαντρα κι εξηνταδυό καμπάνες,
κάθε καμπάνα και παπάς, κάθε παπάς και διάκος.
Ψάλλει ζερβά ο βασιλιάς, δεξιά ο πατριάρχης,
κι απ΄την πολλήν την ψαλμουδιά εσειόντανε οι κολόνες.
Να μπούνε στο χερουβικό και να 'βγει ο βασιλέας,
φωνή τους ήρθε εξ ουρανού κι απ' αρχαγγέλου στόμα:
"Πάψετε το χερουβικό κι ας χαμηλώσουν τα 'αγια,
παπάδες πάρτε τα γιερά και σεις κεριά σβηστήτε,
γιατί είναι θέλημα Θεού η Πόλη να τουρκέψει.
Μόν' στείλτε λόγο στη Φραγκιά, να 'ρτουνε τρία καράβια°
το 'να να πάρει το σταυρό και τ' άλλο το βαγγέλιο,
το τρίτο το καλύτερο, την άγια τράπεζά μας,
μη μας την πάρουν τα σκυλιά και μας τη μαγαρίσουν".
Η Δέσποινα ταράχτηκε και δάκρυσαν οι εικόνες.
"Σώπασε Κυρά Δέσποινα, και μη πολυδακρύζεις,
πάλι με χρόνους, με καιρούς, πάλι δικά μας είναι".

Εικόνα
Το ανακάλημα της Κωνσταντινούπολης

Θρήνος κλαυθμός και οδυρμός και στεναγμός και λύπη,
Θλίψις απαραμύθητος έπεσεν τοις Ρωμαίοις.
Εχάσασιν το σπίτιν τους, την Πόλιν την αγία,
το θάρρος και το καύχημα και την απαντοχήν τους.
Τις το 'πεν; Τις το μήνυσε; Πότε 'λθεν το μαντάτο;
Καράβιν εκατέβαινε στα μέρη της Τενέδου
και κάτεργον το υπάντησε, στέκει και αναρωτά το:
-"Καράβιν, πόθεν έρκεσαι και πόθεν κατεβαίνεις;"
-"Ερχομαι απ τα' ανάθεμα κι εκ το βαρύν το σκότος,
ακ την αστραποχάλαζην, ακ την ανεμοζάλην°
απέ την Πόλην έρχομαι την αστραποκαμένην.
Εγώ γομάριν Δε βαστώ, αμέ μαντάτα φέρνω
κακά δια τους χριστιανούς, πικρά και δολωμένα.

Εικόνα
... . ΙΔΙΑ ΦΥΛΛΑΤΤΕ-ΕΧΘΡΟΥΣ ΑΜΥΝΟΥ-ΘΝΗΣΚΕ ΥΠΕΡ ΠΑΤΡΙΔΟΣ . ΣΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΤΟΝ ΚΟΡΦΟ ΩΣ ΠΟΤΕ ΘΑ ΦΩΛΙΑΖΟΥΝ ΗΓΕΤΕΣ ΠΡΟΔΟΤΕΣ. . «Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»

Παραδοσιακοί και θαυμαστοί θρύλοι, αναπτύχθηκαν γύρω από την άλωση της Πόλης, για να θρέψουν τις ελπίδες και το θάρρος του εθνους επί αιώνες. "ΠΑλι με ΧρΟνουΣ και καιροΥΣ"

Όταν έπεσε η Κωνσταντινούπολη στους Τούρκους, ένα πουλί ανέλαβε να πάει ένα γραπτό μήνυμα στην Τραπεζούντα στην Χριστιανική Αυτοκρατορία του Ποντου για την Άλωση της Πόλης. Μόλις έφτασε εκεί πήγε κατευθείαν στη Μητρόπολη που λειτουργούσε ο Πατριάρχης και άφησε το χαρτί με το μήνυμα πάνω στην Άγια Τράπεζα. Κανείς δεν τολμούσε να πάει να διαβάσει το μήνυμα. Τότε πήγε ένα παλλικάρι, γιός μιας χήρας, και διάβασε το άσχημο μαντάτο

"Πάρθεν η Πόλη, Πάρθεν η Ρωμανία". Το εκκλησίασμα και ο Πατριάρχης άρχισαν τον θρήνο, αλλά ο νέος τους απάντησε "Κι αν η Πόλη έπεσε, κι αν πάρθεν η Ρωμανία, πάλι με χρόνους και καιρούς, πάλι δικά μας θα' ναι".

Πάρθεν η Ρωμανία


Έναν πουλίν, καλόν πουλίν εβγαίν' από την Πόλην°
ουδέ στ' αμπέλια κόνεψεν ουδέ στα περιβόλια,
επήγεν και-ν εκόνεψεν α σου Ηλί' τον κάστρον.
Εσείξεν τ' έναν το φτερόν σο αίμα βουτεμένον,
εσείξεν τ' άλλο το φτερόν, χαρτίν έχει γραμμένον,
Ατό κανείς κι ανέγνωσεν, ουδ' ο μητροπολίτης°
έναν παιδίν, καλόν παιδίν, έρχεται κι αναγνώθει.
Σίτ' αναγνώθ' σίτε κλαίγει, σίτε κρούει την καρδίαν.
"Αλί εμάς και βάι εμάς, πάρθεν η Ρωμανία!"
Μοιρολογούν τα εκκλησιάς, κλαίγνε τα μοναστήρια
κι ο Γιάννες ο Χρυσόστομον κλαίει, δερνοκοπιέται,
-Μη κλαίς, μη κλαίς Αϊ-Γιάννε μου, και δερνοκοπισκάσαι
-Η Ρωμανία πέρασε, η Ρωμανία 'πάρθεν.
-Η Ρωμανία κι αν πέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο.

Εικόνα
... ''...δεν είναι η πάλη ημών εναντίον εις αίμα και σάρκα, αλλ' εναντίον εις τας αρχάς, εναντίον εις τας εξουσίας, εναντίον εις τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, εναντίον εις τα πνεύματα της πονηρίας εν τοις επουρανίοις''


"ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ ΠΟΥ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕ ΝΑ ΚΥΛΑΕΙ". Οι περισσότεροι τοπικοί θρύλοι για την άλωση της Κωνσταντινούπολης μοιάζουν σε ένα σημείο: όλοι δείχνουν ότι ο χρόνος σταμάτησε με την κατάληψη της ιερής πόλης της Ορθοδοξίας από τους άπιστους Τούρκους και ότι η τάξη στον κόσμο θα επανέλθει με την ανακατάληψη της Βασιλεύουσας από τους Έλληνες. Έτσι, και στην Ήπειρο υπάρχει μιααντίστοιχη λαϊκή δοξασία. Συγκεκριμένα, ένα πουλί φέρνει την αναγγελία της πτώσης της Πόλης σε μια ομάδα βοσκών που εκείνη τη στιγμή ποτίζουν τα κοπάδια τους σε ένα ποτάμι, Ο θρύλος λέει ότι στο άκουσμα της φοβερής είδησης τα νερά του ποταμίου σταμάτησαν να κυλάνε, αφού και το φυσικό στοιχείο θεώρησε ότι η πτώση της Κωνσταντινούπολης ήταν κάτι το ανήκουστο. Το ποτάμι θα συνεχίσει και πάλι να κυλάει, μόλις απελευθερωθεί η Πόλη, συνεχίζει ο λαϊκός θρύλος...


"ΤΑ ΨΑΡΙΑ ΤΟΥ ΚΑΛΟΓΕΡΟΥ". Κάποιος καλόγερος είχε ψαρέψει σε ένα ποτάμι ψάρια και τα τηγάνιζε κοντά στην όχθη του ποταμού. Τη στιγμή εκείνη ακούστηκε από ένα πουλί το μήνυμα της πτώσης της Κωνσταντινούπολης στους Τούρκους. Ο καλόγερος σάστισε και αμέσως τα μισοτηγανισμένα ψάρια πήδησαν από το τηγάνι και ξαναβρέθηκαν στο ποτάμι. Εκεί ζουν αιώνια μέχρι τη στιγμή της απελευθέρωσης της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους, οπότε και θα ξαναβγούν για να συνεχιστεί το τηγάνισμα τους.

"Ο Πύργος της Βασιλοπούλας". Στα κάστρα του Διδυμότειχου ένας κυκλικός πύργος, ο ψηλότερος ονομάζεται "πύργος της βασιλοπούλας". Η παράδοση λέει πως κάποτε ο βασιλιάς διασκέδαζε κυνηγώντας και στη θέση του άφησε την κόρη του. Όταν τον ειδοποίησαν ότι έρχονται οι Τούρκοι είχε τόση εμπιστοσύνη στην οχυρότητα του κάστρου ώστε είπε: "αν σηκωθεί από τη χύτρα ο κόκορας και λαλήσει, θα πιστέψω ότι κυριεύτηκε η πόλη.". Οι Τούρκοι όμως χρησιμοποίησαν δόλο και έδειξαν το χρυσοκέντητο μαντήλι του βασιλιά στην κόρη του. Αυτή μόλις το είδε, τους παρέδωσε το κλειδί του κάστρου κι έγινε αιτία της άλωσης. Όταν κατάλαβε πως την ξεγέλασαν, δεν άντεξε την ντροπή και αυτοκτόνησε πέφτοντας από τον πύργο. Από τότε ο πύργος λέγεται της βασιλοπούλας.

"0I ΚΡΗΤΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΙΣΤΕΣ". Έναν από τους πύργους των τειχών της Πόλης τον υπεράσπιζαν τρία αδέρφια, άρχοντες Κρητικοί που πολεμούσαν με το μέρος των Βενετών (η Κρήτη τότε ήταν κάτω από την κυριαρχία των Βενετών). Μετά την πτώση της πόλης τα τρία αδέρφια και οι άντρες τους εξακολουθούσαν να πολεμούν και παρά τις λυσσώδεις προσπάθειες τους οι Τούρκοι δεν είχαν κατορθώσει να καταλάβουν τον πύργο. Για το περιστατικό αυτό ενημερώθηκε ο Σουλτάνος και εντυπωσιάστηκε από την παλικαριά τους. Αποφάσισε, λοιπόν, να τους επιτρέψει να φύγουν με ασφάλεια από τον πύργο και να πάρουν ένα καράβι με τους άντρες τους και να γυρίσουν στην Κρήτη. Πραγματικά η πρόταση του έγινε δεκτή με τη σκέψη ότι έπρεπε να μείνουν ζωντανοί για να πολεμήσουν να ξαναπάρουν τη Βασιλεύουσα πίσω από τους απίστους. Έτσι οι Κρητικοί επιβιβάστηκαν στο πλοίο τους και ξεκίνησαν για το νησί τους. Το πλοίο δεν έφτασε ποτέ στην Κρήτη και ο θρύλος λέει ότι περιπλανιούνται αιώνια στο πέλαγος μέχρι τη στιγμή που θα ξεκινήσει η μάχη για την ανακατάληψη της Πόλης από τους Έλληνες. Τότε το πλοίο των Κρητικών θα τους ξαναφέρει στην Κωνσταντινούπολη για να πάρουν και αυτοί μέρος στη μάχη και να ολοκληρώσουν την αποστολή τους και το ελληνικό έθνος να ξανακερδίσει την Πόλη.


"Η ΑΓΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ" εκείνη την τρομερή ημέρα που λεηλατήθηκαν τόσες εκκλησίες και βεβηλώθηκαν τόσα ιερά σκεύη, οι Βυζαντινοί, όπως λέει ο θρύλος, προσπάθησαν να κρύψουν από τους άπιστους την άγια εικόνα την αγίας του Θεού Σοφίας και όλα τα πολύτιμα λείψανα, που ήταν στο ιερό της. Γύρω απ' αυτό, διηγούνται μια παράξενη ιστορία: Την ημέρα που πάρθηκε η Πόλη, βιάστηκαν να φορτώσουν την Αγία Τράπεζα σ ένα πλοίο για να την πάνε στην χώρα των Φράγκων. Στη θάλασσα του Μαρμαρά όμως, το πλοίο βρήκε μεγάλη φουρτούνα. Καθώς το είχαν ετοιμάσει πολύ βιαστικά και το φορτίο του ήταν βαρύ, δεν μπόρεσε ν' αντέξει και βούλιαξε στα κύματα, όπως ήταν. Έτσι η Αγία Τράπεζα της Αγίας Σοφίας ξέφυγε από τη βεβήλωση, όχι με τον τρόπο που είχαν ελπίσει οι Βυζαντινοί, αλλά όπως άρεσε στο Θεό.

Η Αγία Τράπεζα της Αγίας Σοφίας αναπαύεται στο βυθό της θάλασσας, πάνω στην άμμο και στα κοχύλια. Το σημείο όπου βούλιαξε το καράβι το ξέρουν καλά οι ναυτικοί και εύκολα το βρίσκουν. Πραγματικά, ακόμα κι όταν η πιο άγρια τρικυμία, φουσκώνει ολόγυρα τα κύματα και κάνει τη θάλασσα να μουγκρίζει, εκεί είναι γαλήνη και ησυχία. Από τη λεία και λαμπρή επιφάνεια του νερού ανεβαίνουν γλυκές ευωδιές και αντίλαλος από αγγελικές ψαλμωδίες. Πολλοί άξιοι δύτες που μαζεύουν κοράλλια ή ψαρεύουν σφουγγάρια, προσπάθησαν να κατέβουν και να δουν το ναυαγισμένο καράβι. Κανείς δεν τα κατάφερε. Η θάλασσα, πολύ βαθιά σ' αυτό το μέρος, φυλάει την Αγία Τράπεζα και τα λείψανα των Αγίων από κάθε βέβηλο μάτι. Όταν όμως θα ξαναπάρουμε την Πόλη, η Αγία Τράπεζα, που μένει στην άμμο του βυθού, θ' ανέβει στην επιφάνεια όπως ανεβαίνει ο δύτης. Θ αρμενίσει μόνη της κατά το Βυζάντιο και θα την πάρουμε από κει που θ' αράξει. Θα την ξαναφέρουμε στην Αγία Σοφία και με χαρούμενους ύμνους, θα την αφιερώσουμε πάλι στη Σοφία του Θεού. Τότε, μέσα στη Βασιλική που έχτισε ο μεγάλος Ιουστινιανός, θα λάμψουν πάλι τα μωσαϊκά, οι εικόνες των Αγίων, τα λόγια του Ευαγγελίου, και ο σταυρός θα ξαναφανεί πάνω από το μαρμάρινο τραπέζι που ξέπλυναν τα κύματα.

Εικόνα


"0Ι ΕΙΚΟΝΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΟΝΤΑΝ" όταν οι Τούρκοι μπήκαν στην Πόλη ξεκίνησαν να καταστρέφουν τις εκκλησίες και τα μοναστήρια. Στην Αγία Σοφιά είχε καταφύγει πολύ λαός, κυρίως γυναικόπαιδα, για να αποφύγουν τον θάνατο. Όμως η παρουσία τους εκεί δεν τους έσωσε, καθώς φανατισμένοι από τους δερβίσηδες μωαμεθανοί μπήκαν στην εκκλησία και άρχισαν να σφάζουν αδιακρίτως όποιον έβρισκαν μπροστά τους. Ο σωρός των πτωμάτων έφτασε τα δέκα μέτρα. Όταν μάλιστα ο Σουλτάνος Μωάμεθ προσπάθησε να μπει στο ναό το άλογο του σκόνταψε πάνω στα πτώματα, Με την οπλή του το άλογο άφησε ένα σημάδι στην κορυφή ενός στύλου, το οποίο σώζεται μέχρι σήμερα. Τις πιο πολλές εικόνες και τοιχογραφίες της Αγία Σοφιάς τις κατέστρεψαν οι Τούρκοι. Όταν, όμως, οι άπιστοι εισβολείς έφτασαν στον εξώστη - γυναικωνίτη και ένας τσαούσης (Τούρκος αξιωματικός) προσπάθησε με έναν πέλεκυ να καταστρέψει μια τοιχογραφία της Παναγίας που κρατά στα χέρια της τον Ιησού μωρό, έγινε το θαύμα ! Τη στιγμή που ο Τούρκος προσπάθησε να καταφέρει το πρώτο χτύπημα στην τοιχογραφία κεραυνοβολήθηκε κι έπεσε νεκρός. Τη θέση του πήρε ένας άλλος Τούρκος, αλλά την ίδια στιγμή κι εκείνος είχε την ίδια τύχη. Οι υπόλοιποι βάρβαροι πανικοβλήθηκαν απ' το πρωτόγνωρο γι΄ αυτούς θαύμα και γεμάτοι τρόμο, αλλά και σεβασμό εγκατέλειψαν την ανόσια προσπάθεια τους. Η συγκεκριμένη τοιχογραφία σώζεται μέχρι σήμερα στον δεξιό εξώστη της Αγία Σοφιάς.


"Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ" όταν οι Τούρκοι μπήκαν στη Βασιλική Εκκλησία, ένας ιερέας τελούσε τη Θεία Λειτουργία. Βλέποντας τους άπιστους να μπαίνουν, δε σκεπτόταν παρά πώς να σώσει από τη βεβήλωση τον ιερό άρτο και το πολύτιμο Αίμα του Χριστού. Ανέβηκε, λοιπόν, βιαστικός στον Άμβωνα, κρατώντας τ' Άγιο Δισκοπότηρο κι εξαφανίστηκε σε μια μικρή πόρτα. Την έκλεισε πίσω του, μα δυστυχώς οι Τούρκοι τον είχαν δει κι έτρεξαν να τον προφτάσουν. Όταν όμως έφθασαν στο σημείο που θα έπρεπε να βρίσκεται η πόρτα, ξαφνιάστηκαν γιατί δεν είδαν παρά μόνο μια γυμνή, λεία επιφάνεια χωρίς το παραμικρό σημάδι ανοίγματος. Αγριεμένοι, προσπάθησαν να γκρεμίσουν τον τοίχο, αλλά έσπασαν τα όπλα τους, χωρίς να καταφέρουν τίποτε! -Ας φέρουν τους χτίστες του στρατού μας, αποφάσισε ο Σουλτάνος. Έτσι θα δούμε τι είναι πίσω απ' αυτόν τον τοίχο. Οι χτίστες ήρθαν με τα εργαλεία τους κι άρχισαν να χτυπούν τον τοίχο. Παρ' όλες τους τις προσπάθειες όμως, δεν μπόρεσαν ούτε να τον τρυπήσουν κι ομολόγησαν πως σίγουρα υπήρχε κάποιο τεχνικό μέσο, που τους ήταν άγνωστο. -Είστε ανίκανοι, φώναξε καταθυμωμένος ο Σουλτάνος και θα τιμωρηθείτε! Να φέρουν βυζαντινούς χτίστες! Τότε έφεραν βιαστικά όσους μπόρεσαν και απειλώντας τους με θάνατο, τους πρόσταζαν να ρίξουν αυτόν τον τοίχο! Μα, ούτε κι αυτοί δεν τα κατάφεραν! Γιατί, το θέλημα του Θεού, πιο δυνατό από κάθε ανθρώπινη δύναμη, κρατούσε αυτές τις πέτρες δεμένες γερά, για να προστατεύει τον ιερέα. Όλους αυτούς τους αιώνες, ο ιερέας αγρυπνεί, σφίγγοντας το δισκοπότηρο, που προστάτευσε από τους άπιστους! Μα, όταν θα ξαναπάρουμε την Πόλη, η πόρτα θα ξανανοίξει μόνη της, ο ιερέας θα βγει, θα ξαναμπεί στο ιερό και θα συνεχίσει τα λόγια της λειτουργίας, από κει ακριβώς που είχε σταματήσει!

Κωνσταντῖνος ΙΑ' Παλαιολόγος

Εικόνα
Τὴν ὥρα ποὺ ὁ Μωάμεθ καλεῖ τὸ ὄχλο ποὺ συγκροτεῖ τὴν πολιορκητικὴ δύναμη, νὰ πολεμήσει γιὰ νὰ κερδίσει πιλάφι στὸν οὐρανὸ μὲ τὰ οὐρὶ (ἂν πεθάνουν) ἢ πλούτη καὶ σκλάβους ἀπὸ μία Πόλη ποὺ ὅμοιά της δὲ γνώρισε ὡς τότε ὁ κόσμος, ὁ Αὐτοκράτορας δίνει τὶς τελευταῖες του συμβουλὲς καὶ παραινέσεις. Ἀπευθείνεται καὶ στοὺς Γενουάτες καὶ Βενετοὺς τῆς παροικίας τῶν Λατίνων ποὺ συμπολεμοῦν μὲ τοὺς Ἕλληνες. Τοὺς μιλᾶ εὐθέως, τίμια καὶ μὲ εἰλικρίνεια. Δὲ τοὺς κρύβει τὴν ἀλήθεια. Τοὺς ἐμψυχώνει καὶ τοὺς καλεῖ νὰ παλέψουν γιὰ ὑψηλὰ ἰδανικά, περιφρονώντας τὸν ἐχθρό...


"Ἄρχοντές μου, ἐκλαμπρότατοι ἀξιωματικοὶ τοῦ Στρατοῦ καὶ εὐσεβεῖς Χριστιανοὶ συνάδελφοι ἐν ὄπλοις: βλέπουμε τώρα τὴν ὥρα τῆς μάχης νὰ πλησιάζει... Πάντοτε πολεμήσατε δοξασμένα ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν του Χριστοῦ. Τώρα, ἡ ἄμυνα τῆς πατρώας γῆς καὶ τῆς κοσμοξάκουστης Πόλης μας, τὴν ὁποία ὁ ἄπιστος καὶ κακὸς Τοῦρκος ἔχει πολιορκήσει γιὰ πενήντα δυὸ ἡμέρες, παραδίδεται στὰ εὐγενῆ καὶ ἀγέρωχα πνεύματά σας.

Μὴ φοβηθεῖτε ἐπειδὴ τὰ τείχη τῆς κατέρρευσαν ἀπὸ τοὺς ἐχθρικοὺς βομαρδισμούς. Γιατί ἡ δύναμή σας βρίσκεται ὑπὸ τὴν Θεία προστασία καὶ πρέπει νὰ τὸ δείξετε αὐτὸ μὲ τὸν παλμὸ τῶν ὅπλων σας καὶ τὰ σημάδια τῶν σπαθιῶν σας στὸν ἐχθρό.

Γνωρίζω πὼς αὐτὸς ὁ ἀπειθάρχητος ὄχλος, ὅπως εἶναι ἡ συνήθειά του, θὰ ὀρμήξει ἐναντίον σας μὲ δυνατὲς στριγγλιὲς καὶ ἀδιάκοπο καταιγισμὸ βελῶν. Δὲ θὰ σᾶς πληγώσουν ὅμως, διότι εἴσαστε κατάφρακτοι. Θὰ χτυπήσουν τὰ τείχη, τοὺς θώρακες καὶ τὶς ἀσπίδες μας. Ὅμως, μὴ μιμηθεῖτε τοὺς Ρωμαίους πού, ὅταν οἱ Καχηδόνιοι βάδιζαν ἐναντίον τους, ἐπέτρψαν στὸ ἱππικό τους νὰ πανικοβληθεῖ ἀπὸ τὴν τρομακτικὴ ὄψη καὶ τοὺς ἤχους τῶν ἐλεφάντων. Σ΄αὐτὴ τὴ μάχη πρέπει νὰ σταθεῖτε σταθεροὶ καὶ ἀτρόμητοι, ἑτοιμάστε τὸ πνεῦμα σας γιὰ μάχη, νὰ ἀντισταθεῖτε μὲ μεγαλύτερη ἀπὸ ἄλλοτε ἡράκλεια δύναμη. Τὰ ζῶα μπορεῖ νὰ τρέξουν φοβισμένα, μακριὰ ἀπὸ ἄλλα ζῶα. Ἀλλὰ ἐσεῖς εἶστε ἄνδρες, ἄνδρες μὲ θαρραλέα καρδιά, καὶ θὰ κρατήσετε στριμωγμένα τὰ φοβισμένα κτήνη, μπήγοντας τὶς λόγχες καὶ τὰ ξίφη σας μέσα τους, ἔτσι ὥστε θὰ μάθουν ὅτι δὲ πολεμοῦν ἐναντίον ὁμοίων τους ἀλλὰ ἐναντίον τῶν κυριάρχων τους καὶ ἀπογόνους Ἑλλήνων καὶ Ρωμαίων " (Καὶ οὕτως λογίσθητε ὡς ἐπὶ ἀγρίων χοίρων καὶ πληθὺν κυνήγιον, ἴνα γνώσωσιν οἱ ἀσεβεῖς ὅτι οὐ μετὰ ἀλόγων ζώων ὡς αὐτοί, παράταξιν ἔχουσιν, ἀλλὰ μετὰ κυρίων καὶ αὐθεντῶν αὐτῶν καὶ ἀπογόνων Ἑλλήνων καὶ Ρωμαίων").

Γνωρίζετε πὼς ὁ ἀνίερος καὶ ἄπιστος ἐχθρὸς ἀδίκως ἔσπασε τὴν εἰρήνη. Παραβίασε τοὺς ὅρκους καὶ τὴ συμφωνία ποὺ ἔκανε μαζί μας. Ἔσφαξε τοὺς χωρικούς μας τὴν ἐποχὴ τῆς σοδειᾶς. ΄Ὕψωσε φρούριο στὴν Προποντίδα σὰ νὰ Ἦταν νὰ καταβροχθίσει τοὺς Χριστιανούς. Κύκλωσε τὸν Γαλατὰ μὲ τὴν πρόφαση τῆς εἰρήνης. Τώρα προσπαθεῖ νὰ καταλάβει τὴν Κωνσταντίνου Πόλιν, τὴν πατρώα σας γῆ, τὸ καταφύγιο τῶν Χριστιανῶν, τὸν φύλακα ὅλων τῶν Ἑλλήνων, καὶ βεβηλώσει τὰ ἱερά του Θεοῦ μετατρέποντάς τα σὲ στάβλους.


Τοὺς καλεῖ ὅλους νὰ πολεμήσουν ὑπερασπιζόμενοι τέσσερα ἀγαθὰ :

"... πρώτον μὲν ὑπὲρ Πίστεως ἠμῶν καὶ Εὐσεβείας, δεύτερον ὑπὲρ Πατρίδος, τρίτον ὑπὲρ Βασιλέως, τέταρτον ὑπὲρ συγγενῶν καὶ φίλων. Ἄλλως πατρίδα περίφημον τοιαύτην ὑστερούμεθα καὶ τὴν ἐλευθερίαν ἠμῶν..." τὴν Πόλιν, τό "...καταφύγιον χριστιανῶν, ἐλπίδα καὶ καύχημα τῶν Ἑλλήνων, τὸ καύχημα πάσι τοὶς οὔσιν ὑπὸ τοῦ ἡλίου ἀνατολὴν ! Τὰ νῦν πάλιν ὁ καιρὸς ἐστὶν ἐπιτήδειος ἴνα δείξητε εἰς βοήθειαν τὴν Χριστοῦ ἀγάπην καὶ ἀνδρείαν καὶ γενναιότητα ὑμῶν.


Ὦ ἄρχοντές μου, παιδιά μου, γυιοί μου, ἡ αἰώνια τιμὴ τῶν Χριστιανῶν ἐναπόκειται στὰ χέρια σας. Ἐσεῖς ἄνδρες τῆς Γένουας, θαρραλέοι ἄνδρες καὶ φημισμένοι γιὰ τὶς ἀτέλειωτες νίκες σας, ἐσεὶς ποὺ πάντοτε προστατέψατε αὐτὴν τὴν Πόλιν, τὴν μάνα σας, σὲ πάμπολλες συγκρούσεις μὲ τοὺς Τούρκους, δεῖξτε τὴ δύναμη καὶ τὸ ἐπιθετικό σας πνεῦμα ἐναντίον τοὺς μὲ σθένος. Ἐσεῖς ἄνδρες τῆς Βενετίας, ἄξιοι ἥρωες, ποὺ τὸ ξίφος σας ἔκανε πολλὲς φορὲς νὰ τρέξει τὸ Τούρκικο αἷμα καὶ τιμήσατε αὐτὴν τὴν Πόλιν σὰ νὰ Ἦταν δική σας, διακεκριμένοι ἄνδρες, ἑτοιμάστε τὸ πνεῦμα σας γιὰ μάχη. Ἐσεῖς, συνάδελφοί μου ἐν ὄπλοις, ὑπακοῦστε στὶς ἐντολὲς τῶν ἀνωτέρων σας μὲ τὴν πεποίθηση ὅτι εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς δικῆς σας δόξας -μία ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία ἂν θὰ χύσετε ἔστω μία σταγόνα αἷμα θὰ ἔχετε κερδίσει φωτοστέφανα μάρτυρα καὶ αἰώνια ὑστεροφημία !


Οὐκ ἔχω καιρὸν εἰπεὶν ὑμὶν πλείονα. Μόνον τὸ τεταπεινωμένον ἡμέτερον σκῆπτρον εἰς τᾶς ὑμῶν χείρας ἀνατίθημι, ἴνα αὐτὸ μετ' εὐνοίας φυλάξοιτε..."

Στὰ συγκλονιστικὰ αὐτὰ λόγια τοῦ Αὐτοκράτορα, δακρυσμένοι ἀπαντοῦν ὅλοι :

"Ἀποθανόμεν ὑπὲρ τῆς Χριστοῦ Πίστεως καὶ τῆς Πατρίδος ἠμῶν !"

Εικόνα
...."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"

Ξημέρωνε 29 Μαΐου 1453. Στὰ τείχη ἀνεμίζουν οἱ Αὐτοκρατορικοὶ Δικέφαλοι. Στὴν πύλη τοῦ Ἁγίου Ρωμανοῦ ἔφιππος ὁ Κωνσταντῖνος. Ἤξερε πὼς ἡ Δύση καὶ ἡ τύχη τοῦ εἶχαν γυρίσει τὴν πλάτη. Ὅμως ἐκεῖ "αὐτοπροαιρέτως" στάθηκε ἀνδρείως καὶ κοίταξε κατὰ πρόσωπο τὸν Τοῦρκο καὶ τὸν θάνατο. Γι' αὐτὸ καὶ δὲν πέθανε ! Δὲν πέθανε στὴ συνείδηση τῶν Ἑλλήνων... Οἱ Ἕλληνες λένε πὼς "τοῦ ἀντρειωμένου ὁ θάνατος, θάνατος δὲ λογιέται".


Τὸ ὄνομά του καὶ ἡ ἱστορία του ἔγιναν τραγούδι στὸ στόμα, ἐλπίδα στὴν καρδιὰ τῶν ὑπόδουλων Ἑλλήνων ... "ὁ Μαρμαρωμένος Βασιλιάς" ... Ἄγγελος Κυρίου μαρμάρωσε τὸν Κωνσταντῖνο τὴ στιγμὴ ποὺ οἱ Ἀγαρηνοὶ ἐφορμοῦσαν ἀσεβῶς στὴν θεοφύλακτη Πόλιν. Ὁ Αὐτοκράτορας μαρμαρώθηκε καὶ δὲν πέθανε... περιμένει τὸ ἄγγιγμα τοῦ Ἀγγέλου ποὺ θὰ τοῦ δώσει τὸ ξίφος γιὰ νὰ κυνηγήσει ὄχι μόνο τοὺς κατακτητὲς ὡς ἐκεῖ ἀπ'ὅπου ξεκίνησαν -τὴν κόκκινη Μηλιά- ἀλλὰ ἀκόμα καὶ τὸν ἀδερφό του καὶ τὸν ἀνηψιό του ποὺ ἀργότερα τούρκεψαν καὶ πολέμησαν τοὺς Ἕλληνες. Γιὰ νὰ ἐπιβάλλει ποινὴ σὲ ὅσους ἀτίμασαν τὸ αἷμα καὶ τὰ δάκρυα τοῦ Γένους...γιὰ νὰ γίνει τιμωρός τους...


Ὁμιλία τοῦ Κωνσταντίνου Παλαιολόγου ὀλίγον πρὸ τῆς Ἁλώσεως τῆς Κων/πόλεως


«Ὑμεῖς μέν, εὐγενέστατοι ἄρχοντες καὶ ἐκλαμπρότατοι δήμαρχοι καὶ στρατηγοὶ καὶ γενναιότατοι στρατιῶται καὶ πᾶς ὁ πιστὸς καὶ τίμιος λαός, καλῶς οἴδατε ὅτι ἔφθασεν ἡ ὥρα καὶ ὁ ἐχθρός της πίστεως ἠμῶν βούλεται ἴνα μετὰ πάσης τέχνης καὶ μηχανῆς ἰσχυροτέρως στενοχωρήση ἠμᾶς καὶ πόλεμον σφοδρὸν μετὰ συμπλοκῆς μεγάλης καὶ συρρήξεως ἐκ τῆς χέρσου καὶ θαλάσσης δώση ἠμὶν μετὰ πάσης δυνάμεως, ἴνα, εἰ δυνατόν, ὡς ὄφις τὸν ἰὸν ἐκχύση καὶ ὡς λέων ἀνήμερος καταπῖη ἠμᾶς. Διὰ τοῦτο λέγω καὶ παρακαλῶ ὑμᾶς ἴνα στῆτε ἀνδρείως καὶ μετὰ γενναίας ψυχῆς, ὡς πάντοτε ἕως τοῦ νῦν ἐποιήσατε, κατὰ τῶν ἐχθρῶν της πίστεως ἠμῶν. Παραδίδωμι δὲ ὑμὶν τὴν ἐκλαμπροτάτην καὶ περίφημον ταύτην πόλιν καὶ πατρίδα ἠμῶν καὶ βασιλεύουσαν τῶν πόλεων. Καλῶς οὒν οἴδατε, ἀδελφοί, ὅτι διὰ τέσσερα τινὰ ὀφείλεται κοινῶε ἐσμεν πάντες ἴνα προτιμήσωμεν ἀποθανεὶν μᾶλλον ἢ ζῆν, πρώτον μὲν ὑπὲρ τῆς πίστεως ἠμῶν καὶ εὐσεβείας, δεύτερον δὲ ὑπὲρ πατρίδος, τρίτον ὑπὲρ τοῦ βασιλέως ὡς Χριστοῦ Κυρίου, καὶ τέταρτον ὑπὲρ συγγενῶν καὶ φίλων. Λοιπόν, ἀδελφοί, ἐὰν χρεῶσται ἐσμεν ὑπὲρ ἑνὸς ἐκ τῶν τεσσάρων ἀγωνίζεσθαι ἕως θανάτου πολλῶ μᾶλλον ὑπὲρ πάντων ἠμεῖς, ὡς βλέπετε προφανῶς, καὶ ἐκ πάντων μέλλομεν ζημιωθῆναι. Ἐὰν διὰ τὰ ἐμᾶ πλημμελήματα παραχωρήση ὁ Θεὸς τὴν νίκην τοὶς ἀσεβέσιν, ὑπὲρ τῆς πίστεως ἠμῶν τῆς ἁγίας, ἢν Χριστὸς ἐν τῷ οἰκείῳ αἵματι ἠμὶν ἐδωρήσατο, κινδυνεύομεν, ὃ ἐστι κεφάλαιον πάντων. Καὶ ἐὰν τὸν κόσμον ὄλον κερδίση τις καὶ τὴν ψυχὴν ζημιωθῆ, τί τὸ ὄφελος; Δεύτερον πατρίδα περίφημον τοιούτως ὑστερούμεθα καὶ τὴν ἐλευθερίαν ἠμῶν. Τρίτον βασιλείαν τὴν ποτὲ μὲν περιφανῆ, νῦν δὲ τεταπεινωμένην καὶ ἐξουθενωμένην ἀπωλέσαμεν, καὶ ὑπὸ τοῦ τυράννου καὶ ἀσεβοῦς ἄρχεται. Τέταρτον δὲ καὶ φιλτάτων τέκνων καὶ συμβίων καὶ συγγενῶν ὑστερούμεθα. Αὐτὸς δὲ ὁ ἀλιτήριος ὁ ἀμηρᾶς πεντήκοντα καὶ ἑπτὰ ἡμέρας ἄγει σήμερον ἀφ’οὗ ἠμᾶς ἐλθῶν ἀπέκλεισεν καὶ μετὰ πάσης μηχανῆς καὶ ἰσχύος καθ’ἡμέραν τὲ καὶ νύκτα οὐκ ἐπαύσατο πολιορκῶν ἠμᾶς καὶ χάριτι τοῦ παντεπόπτου Χριστοῦ Κυρίου ἠμῶν ἐκ τῶν τειχῶν μετὰ αἰσχύνης ἄχρι τοῦ νῦν πολλάκις κακῶς ἀπεπέμφθη. Τὰ νῦν δὲ πάλιν, ἀδελφοί, μὴ δειλιάσητε, ἐὰν καὶ τοῖχος μακρόθεν ὀλίγον ἐκ τῶν κρότων καὶ τῶν πτωμάτων τῶν ἐλεπόλεων ἔπεσε, διότι, ὡς ὑμεῖς θεωρεῖτε, κατὰ τὸ δυνατὸν ἐδιορθώσαμεν πάλιν αὐτό. Ἠμεῖς πάσαν τὴν ἐλπίδα εἰς τὴν ἄμαχον δόξαν τοῦ Θεοῦ ἀνεθέμεθα, οὗτοι ἐν ἄρμασι καὶ οὗτοι ἐν ἴπποις καὶ δυνάμει καὶ πλήθει, ἠμεῖς δὲ ἐν ὀνόματι Κυρίου τοῦ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἠμῶν πεποίθαμεν, δεύτερον δὲ καὶ ἐν ταὶς ἠμετέραις χερσὶ καὶ ρωμαλαιότητι, ἢν ἐδωρήσατο ἠμὶν ἡ θεία δύναμις. Γνωρίζω δὲ ὅτι αὔτη ἡ μυριαρίθμητος ἀγέλη τῶν ἀσεβῶν, καθὼς ἡ αὐτῶν συνήθεια, ἐλεύσονται καθ’ἠμῶν μετὰ βαναύσου καὶ ἐπηρμένης ὀφρύος καὶ θάρσους πολλοῦ καὶ βίας, ἴνα διὰ τὴν ὀλιγότητα ἠμῶν θλίψωσι καὶ ἐκ τοῦ κόπου στενοχωρήσωσι, καὶ μετὰ φωνῶν μεγάλων καὶ ἀλαλαγμῶν ἀναριθμήτων, ἴνα ἠμᾶς φοβήσωσι. Τᾶς τοιαύτας αὐτῶν φλυαρίας καλῶς οἴδατε, καὶ οὐ χρὴ λέγειν περὶ τούτων. Καὶ ὤρα ὀλίγοι τοιαῦτα ποιήσωσι, καὶ ἀναριθμήτους πέτρας καὶ ἕτερα βέλη καὶ ἐλεβολίσκους, ὡσεὶ ἄμμον θαλασσῶν ἄνωθεν ἠμῶν πτήσουσι, δι’ὧν, ἐλπίζω γάρ, οὐ βλάψωσι, διότι ὑμᾶς θεωρῶ καὶ λίαν ἀγάλλομαι καὶ τοιαύταις ἐλπίσι τὸν λογισμὸν τρέφομαι, ὅτι εἰ καὶ ὀλίγοι πάνυ ἐσμέν, ἀλλὰ πάντες ἐπιδέξιοι καὶ ἐπιτήδειοι ρωμαλέοι τὲ καὶ ἰσχυροὶ καὶ μεγαλήτορες καὶ καλῶς προπαρασκευασμένοι ὑπάρχετε. Ταὶς ἀσπίσιν ὑμῶν καλῶς τὴν κεφαλὴν σκέπεσθε ἐπὶ τὴ συμπλοκὴ καὶ συρρήξει. Ἡ δεξιὰ ὑμῶν ἢ τὴν ρομφαίαν ἔχουσα μακρὰν ἔστω πάντοτε. Αἳ περικεφαλαῖαι ὑμῶν καὶ οἱ θώρακες καὶ οἱ σιδηροὶ ἱματισμοὶ λίαν εἰσὶν ἱκανοὶ ἅμα καὶ τοὶς λοιποὶς ὄπλοις, καὶ ἐν τὴ συμπλοκὴ ἔσονται πάνυ ὠφέλιμα, ἃ οἱ ἐναντίοι οὐ χρῶνται, ἀλλ’ οὔτε κέκτηνται. Καὶ ὑμεῖς ἔσωθεν τῶν τειχῶν ὑπάρχετε σκεπόμενοι, οἱ δὲ ἀσκεπεῖς μετὰ κόπου ἔρχονται. Διό, ὢ συστρατιῶται γίγνεσθε ἕτοιμοι καὶ στερεοὶ καὶ μεγαλόψυχοι διὰ τοὺς οἰκτιρμοὺς τοῦ Θεοῦ. Μιμηθῆτε τοὺς ποτὲ τῶν Καρχηδονίων ὀλίγους ἐλέφαντας, πὼς τοσούτον πλῆθος ἵππων Ρωμαίων τὴ φωνὴ καὶ θέα ἐδίωξαν, καὶ ἐὰν ζῶον ἄλογον ἐδίωξε πόσον μᾶλλον ἠμεῖς ἡ τῶν ζώων καὶ ἀλόγων ὑπάρχοντες κύριοι, καὶ οἱ καθ’ἠμῶν ἐρχόμενοι ἴνα παράταξιν μεθ’ἠμῶν ποιήσωσιν ὡς ζῶα ἄλογα καὶ χείρονες εἰσιν. Οἱ πέλται ὑμῶν καὶ ρομφαῖοι καὶ τὰ τόξα καὶ ἀκόντια πρὸς αὐτοὺς πεμπέτωσαν παρ’ἠμῶν. Καὶ οὕτως λογίσθητε ὡς ἐπὶ ἀγρίων χοίρων καὶ πληθὺν κυνήγιον, ἴνα γνώσωσιν οἱ ἀσεβεῖς ὅτι οὐ μετὰ ἀλόγων ζώων ὡς αὐτοί, παράταξιν ἔχουσιν, ἀλλὰ μετὰ κυρίων καὶ αὐθεντῶν αὐτῶν καὶ ἀπογόνων Ἑλλήνων καὶ Ρωμαίων. Οἴδατε καλῶς ὅτι ὁ δυσσεβὴς αὐτὸς ὁ ἀμηρᾶς καὶ ἐχθρός της ἁγίας ἠμῶν πίστεως χωρὶς εὔλογον αἰτίας τινὸς τὴν ἀγάπην ἢν εἴχομεν ἔλυσεν, καὶ τοὺς ὅρκους αὐτοῦ τοὺς πολλοὺς ἠθέτησεν ἀντ’οὐδενὸς λογιζόμενος καὶ ἐλθῶν αἰφνιδίως φρούριον ἐποίησεν ἐπὶ τὸ στενὸν τοῦ Ἀσωμάτου, ἴνα καθ’ἑκάστην ἡμέραν δύνηται βλάπτειν ἠμᾶς. Τοὺς ἀγροὺς ἠμῶν καὶ κήπους καὶ παραδείσους καὶ οἴκους πυριαλώτους ἐποίησε, τοὺς ἀδελφοὺς ἠμῶν τοὺς Χριστιανοὺς ὅσους εὖρεν, ἐθανάτωσε καὶ ἠχμαλώτευσε, τὴν φιλίαν ἠμῶν ἔλυσεν. Τοὺς δὲ τοῦ Γαλατά, ἐφιλίωσε, καὶ αὐτοὶ χαίρονται, μὴ εἰδότες καὶ αὐτοὶ οἱ ταλαίπωροι τὸν τοῦ γεωργοῦ παιδὸς μύθον, τοῦ ἐψήνοντος τοὺς κοχλίας καὶ εἰπόντος. Ὢ ἀνόητα ζῶα, καὶ τὰ ἑξῆς. Ἐλθῶν οὒν ἀδελφοί, ἠμᾶς ἀπέκλεισε, καὶ καθ’ἑκάστην τὸ ἀχανὲς αὐτοῦ στόμα χάσκων, πὼς εὔρη καιρὸν ἐπιτήδειον ἴνα καταπῖη ἠμᾶς καὶ τὴν πόλιν ταύτην, ἢν ἀνήγειρεν ὁ τρισμακάριστος ἐκεῖνος καὶ τὴ πανάγνω δεσποίνη ἠμῶν θεοτόκω καὶ ἀειπαρθένω Μαρία ἀφιέρωσεν καὶ ἐχαρίσατο του κυρίαν εἶναι καὶ βοηθὸν καὶ σκέπην τὴ ἡμετέρα πατρίδι καὶ καταφύγιον τῶν Χριστιανῶν, ἐλπίδα καὶ χαρὰν πάντων τῶν Ἑλλήνων τὸ καύχημα πάσι τοὶς οὔσιν ὑπὸ τὴν τοῦ ἡλίου ἀνατολήν. Καὶ οὗτος ὁ ἀσεβέστατος τὴν ποτὲ περιφανῆ καὶ ὀμφακλιζουσαν ὡς ρόδον τοῦ ἀγροῦ βούλεται ποιῆσαι ὑπ’αὐτόν. Ἢ ἐδούλωσε σχεδόν, δύναμαι εἰπείν, πάσαν τὴν ὑφ’ἥλιον καὶ ὑπέταξεν ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτῆς Πόντον καὶ Ἀρμενίαν, Περσίαν καὶ Παμφλαγονίαν, Ἀμαζόνας καὶ Καππαδοκίαν, Γαλατίαν καὶ Μηδίαν Κολχοὺς καὶ Ἴβηρας, Βοσποριανοὺς καὶ Ἀλβάνους Συρίαν καὶ Κιλικίαν καὶ Μεσοποταμίαν, Φοινίκην Βακτριανοὺς καὶ Σκύθας, Μακεδονίαν καὶ Θετταλίαν, Ἑλλάδα Βοιωτία, Λοκροὺς καὶ Αἰτωλούς, Ἀκαρνανίαν,Ἀχαϊαν καὶ Πελοπόννησον, Ἤπειρον καὶ τὸ Ἰλλυρικὸν Λύχνιτας κατὰ τὸ Ἀνδριατικόν, Ἰταλίαν, Τουσκίνους, Κέλτους καὶ Κελτογαλάτας, Ἰβηρίαν τὲ καὶ ἕως τῶν Γαδείρων, Λιβύαν καὶ Μαυρητανίαν καὶ Μαυρουσίαν, Αἰθιοπίαν, Βελέδας, Σκούδην, Νουμιδίαν καὶ Ἀφρικὴν καὶ Αἴγυπτον αὐτός τὰ νῦν βούλεται δουλῶσαι καὶ τὴν κυριεύουσαν τῶν πόλεων, ζυγῶ ὑποβαλεὶν καὶ δουλεία καὶ τᾶς ἁγίας ἐκκλησίας ἠμῶν, ἔνθα ἐπροσκυνεῖτο ἡ Ἁγία Τριὰς καὶ ἐδοξολογεῖτο τὸ πανάγιον, καὶ ὅπου οἱ ἄγγελοι ἠκούοντο ὑμνεὶν τὸ θεῖον καὶ τὴν ἔνσαρκον τοῦ Θεοῦ Λόγου οἰκονομίαν, βούλεται ποιῆσαι προσκύνημα τῆς αὐτοῦ βλασφημίας καὶ τοῦ φληναφοῦ ψευδοπροφήτου Μωάμεθ, καὶ κατοικητήριον ἀλόγων καὶ καμήλων. Λοιπὸν ἀδελφοὶ καὶ συστρατιῶται, κατὰ νοῦν ἐνθυμηθῆται ἴνα τὸ μνημόσυνον ὑμῶν καὶ ἡ μνήμη καὶ ἡ φήμη καὶ ἡ ἐλευθερία αἰωνίως γενήσηται»

Ἑάλω ἡ Πόλις. Χρονικὸν Georgios Phrantzes

Δεν το βλέπετε κι εσείς ? Δεν είναι ο Κωνσταντίνος αυτός στα κάστρα της Βασιλεύουσας, είναι ο Λεωνίδας και δίπλα του είναι Σπαρτιάτες και Θεσπιείς.


480 π.Χ., Θερμοπύλες, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, λέει "ΟΧΙ", στους Τούρκους!!!

1453 μ.Χ., Κωνσταντινούπολη, ο Ιωάννης Μεταξάς, λεέι "Μολών Λαβέ", στους Πέρσες!!!


1940 μ.Χ., Αθήνα και Βόρεια Ήπειρος, ο Λεωνίδας, λέει «Το δε την πόλην σοι δούναι, ουκ εμόν εστίν ουτ' άλλου των κατοικούντων εν ταύτη. κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών», στους Ιταλούς!!!

Βλέπετε ?

Δεν έχει σημασία, το που και το πότε, δεν έχει σημασία το ποιός Έλληνας θα δώσει και με ποιές λέξεις, την ίδια Ελληνική απάντηση σε αυτούς που θέλουν να τον υποτάξουν και να τον σκλαβώσουν. Δεν έχει σημασία ποιοί είναι αυτοί οι εχθροί του και δεν έχει σημασία τι πιθανότητες έχει απέναντί τους. Δεν έχει σημασία τι δελεαστικές προτάσεις θα του παρουσιάσουν. Δεν έχει σημασία εάν το φλάμπουρο του έχει το Λάμδα ή το Δικέφαλο αετό ή το Σταυρό ή κάτι άλλο...

Δεν έχει σημασία μωρέ...

Εικόνα
....."Πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικιά μας θα ΄ναι"
.\n.\n.\n\n
Εικόνα
Απάντηση

Επιστροφή στο “Χαμένες Πατρίδες”

cron