Re: Ο "ανθέλληνας" Ιωάννης ο Χρυσόστομος

10
αιτωλος έγραψε: Ειναι γελοια τα επιχειρηματα τους,αλλα ελλειψει αγωνιστικης-αποστολικης διαθεσεις των περισσοτερων Χριστιανων, χορευουν.
 
Όχι, στο σχέδιο του Αντιχρίστου έχουν και αυτοί μια θέση και χορεύοντας θα πεταχτούν και αυτοί στη λίμνη του πυρός όπως και οι αναλαμπιστές!

Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος για τους Έλληνες

11
Ας ακούσουμε τώρα τα χρυσά λόγια του Άγιου Ι. Χρυσοστόμου:
«Και καθάπερ εκ παιδικού στόματος πολύς αποβλύζων σίελος πολλάκις και σιτίον και ποτόν εμόλυνεν ούτω και τα από του στόματος των Ελλήνων απορρέοντα ρήματα μάταια και ακάθαρτα•»
«τις δε Πλάτων;…Ούτος μεν ουν πάντα τον χρόνον ανήλωσε περί δόγματα στρεφόμενος ανόνητα και περιττά… ούτω παρά μεν ετέρου την μετεμψύχωσιν εδέξατο, παρά δε εαυτού την πολιτείαν εισήγαγεν, ένθα τα πολλής αισχρότητος γέμοντα ενομοθέτησε.»
Ώστε Άγιε Ιωάννη Χρυσόστομε σαν τα αποβαλλόμενα σαλιαρίσματα των παιδιών είναι οι πλανεμένες και αιρετικές ιδέες των Ελλήνων φιλοσόφων!!!
Αμ και το άλλο που είπε το χρυσό στόμα σου, για τον Πλάτωνα!!!: Αυτός ασχολιόταν και έτρωγε όλο το χρόνο του με ανώφελα και περιττά. Δηλαδή σαλιάριζε, αυτά τα περί μετεμψύχωσης, για το ότι ο άνθρωπος… πλάθεται από τους πλανήτες κατ εντολή του Δημιουργού Πατέρα κλπ.

Ιωάννης ο Χρυσόστομος και οι συκοφάντες του

12
ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ και οι αρχαιοκεντρικοί

Στη σημερινή εποχή, η οποία παρέχει μέσω του διαδικτύου στον καθένα το «δικαίωμα» να πιστεύει ότι ένα κλικ είναι αρκετό για να μάθει τα πάντα για κάθε ζήτημα μέσα σε μία στιγμή, λογικό είναι να διαδίδονται ψεύδη βασιζόμενα στην «εύκολη γνώση». «Θύμα» των παραπάνω περιστάσεων και (ή κακόβουλων ή απλώς μη καλά πληροφορημένων) ανθρώπων είναι μεταξύ άλλων ο ορθόδοξος άγιος Ιωάννης ο λεγόμενος Χρυσόστομος. Τα τελευταία 10-15 χρόνια έχουν γραφεί, στο διαδίκτυο και σε βιβλία, και έχουν διαδοθεί πάμπολλες κατηγορίες σχετικά με τις απόψεις του, κυρίως σχετικά με διάφορα ζητήματα, όπως: ο Ελληνισμός, οι Ιουδαίοι, η γυναίκα και το σώμα. Παρακάτω θα εξετάσουμε μερικές από αυτές.

Α) ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ.

Έτσι, ας αρχίσουμε από τη στάση του Χρυσόστομου ως προς τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Η αντίληψη ενάντια στο Χρυσόστομο τον εμφανίζει ως μισέλληνα και, χωρίς πολλές κουβέντες, ως εχθρό κάθε ελληνικής αντίληψης. Αλλά, προτού οι διάφοροι «υπερασπιστές του Ελληνισμού» θεωρήσουν «ανθελληνικές» τις απόψεις του Χρυσόστομου, θα έπρεπε να αναρωτηθούν αν τις ίδιες απόψεις εκφράζουν και «βέροι» αρχαίοι Έλληνες.

1) Πόσο «ανθελληνικές» ή «μη ελληνικές» ήταν οι απόψεις του Χρυσόστομου;


Κατηγορείται, λοιπόν[1], ο Χρυσόστομος, που υπερασπίζεται την παρθενία (Περί παρθενίας, PG 45, 533), ότι «δεν σκέφτεται καθόλου πως αν όλοι δέχονταν τις απόψεις του, η κοινωνία θα εξαφανιζόταν». Θα έπρεπε όμως να κατηγορηθεί τότε και η παρθένα εθνική Υπατία, ο Δημόκριτος, που δεν επιθυμούσε παιδιά, και ο Επίκουρος, που πίστευε ότι η συνουσία ποτέ δεν ωφέλησε σε κάτι (Διογένης Λαέρτιος, X, 118, Στοβαίου, Εκλογαί, 4, 24, Δαμάσκιου, Φιλόσοφος Ιστορία, 43A). Κατηγορείται ο Χρυσόστομος που καταφέρεται κατά του Πυθαγόρα.

Θα έπρεπε τότε να κατηγορηθεί και ο Ηράκλειτος, και ο Ξενοφάνης, που καταφέρεται κατά του Πυθαγόρα (Diels-Kranz B40, Β81a). Κατηγορείται ο Χρυσόστομος που καταφέρεται κατά του Πλάτωνα. Θα έπρεπε τότε να κατηγορηθεί και ο Διογένης ο Κυνικός, που καθημερινώς διέσυρε τον Πλάτωνα: «όταν ο Πλάτων διετύπωσε τον ορισμό ότι ο άνθρωπος είναι ζώο δίποδο και άπτερο και είχε κάνει μεγάλη εντύπωση με αυτά τα λόγια του, ο Διογένης μάδησε έναν κόκορα, τον πήγε στην Ακαδημία και του είπε: αυτός είναι ο άνθρωπος του Πλάτωνα» (Διογένης Λαέρτιος, VI, 40). Θα έπρεπε να κατηγορηθεί ο Επίκουρος, που «τους Πλατωνικούς τους αποκαλούσε «κόλακες του [Συρακούσιου τύραννου] Διονύσιου» και τον ίδιο τον Πλάτωνα «χρυσό» (Διογένης Λαέρτιος, X, 7-8). Θα έπρεπε να κατηγορηθεί κι ο κυνικός Αντισθένης, που αποκαλούσε τον Πλάτωνα «επηρμένο»:

«Ἔσκωπτέ τε Πλάτωνα ὡς τετυφωμένον» (Διογένης Λαέρτιος, VI, 7) και «Όταν στη διάρκεια πομπής είδε ένα άλογο που χλιμίντριζε, είπε στον Πλάτωνα: "νομίζω θα μπορούσες κι εσύ να είσαι τέτοιο άλογο", κι αυτό γιατί ο Πλάτωνας επαινούσε ασταμάτητα τα άλογα» (Διογένης Λαέρτιος, VI, 7). Ακόμη χειρότερα, αποκαλούσε τον Πλάτωνα κοροϊδευτικά «Σάθωνα» (Αθηναίος, XI, 507a). Σάθη είναι το αντρικό μόριο. Σάθων είναι αυτός που έχει μεγάλο αιδοίο.


Αν οι κατηγορίες του Χρυσόστομου προς τον Πλάτωνα συνιστούν ανθελληνικό μένος, τότε θα άξιζε να κατηγορηθεί για ανθελληνισμό ο φιλόσοφος Τίμων:

«Τους Ακαδημαϊκούς ο Τίμων τους διασύρει με τούτα τα λόγια: Των Ακαδημαϊκών η σαχλή περιττολογία» (Διογένης Λαέρτιος, IV, 67), ο «Θεόπομπος, ο οποίος στον Ηδυχάρη λέει "Δεν υπάρχει τίποτε που να είναι πραγματικά ένα, αφού και ο αριθμός δύο, μόλις είναι ένα, όπως λέει ο Πλάτων"» (Διογένης Λαέρτιος, III, 26), ο Άλεξις ο οποίος στον Αγκυλιώνα του γράφει «Μιλάς για πράγματα που δεν ξέρεις. Πήγαινε να τρέξεις μαζί με τον Πλάτωνα, και θα τα μάθεις όλα για το σαπούνι και το κρεμμύδι» (Διογένης Λαέρτιος, III, 27) και στον Παράσιτο γράφει «Παρά να μωρολογείς μόνος με τον Πλάτωνα», ο Άμφις ο οποίος στον Δεξιδημίδη γράφει «Ω Πλάτων, όλο κι όλο που ξέρεις είναι μόνο να σκυθρωπιάζεις, σμίγοντας σεμνά τα φρύδια σαν σαλιγκάρι» (Διογένης Λαέρτιος, III, 28). Ο κωμωδιογράφος Έφιππος, στην κωμωδία του Ναυαγός, παρουσιάζει τον Πλάτωνα και τους μαθητές του, όχι μόνο να συκοφαντούν τους άλλους αλλά και να ζουν σε μεγάλη πολυτέλεια και να είναι συμφεροντολόγοι και ανήθικοι (Αθηναίος, XI, 509c-e).


Ο Άλκιμος ο Σικελιώτης κατηγορούσε τον Πλάτωνα ως λογοκλόπο, ότι κατάκλεψε τον Επίχαρμο (Διογένης Λαέρτιος, III, 9). Ο Άλκιμος μάλιστα έγραψε μια διατριβή από τέσσερα βιβλία, στην οποία παρέθετε κείμενα και αποσπάσματα, για ν’ αποδείξει τη λογοκλοπή του Πλάτωνα. Και ο κατάλογος αυτός, και κυριολεκτώ, δεν έχει τέλος. Κατηγορείται ο Χρυσόστομος, που είναι αντίθετος για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Θα έπρεπε να κατακριθεί ο Ευριπίδης (Diels-Kranz, Γ2), ο Ξενοφάνης (Diels-Kranz, B2), ο Διογένης ο Κυνικός (Δίωνα Χρυσόστομου, Διογένης ή Περί αρετής και Διογένης ή Ισθμικός), ο Ισοκράτης (Πανηγυρικός 2), ο Επίκτητος (Διατριβαί, 3, 22, 58), ο Γαληνός (Προτρεπτικός εις τέχνας, 13) κ.ά., που είναι αντίθετοι με το αθλητικό ιδεώδες και την πρακτική της εποχής τους. Κατηγορείται ο Χρυσόστομος ότι ειρωνεύεται και βρίζει τους Έλληνες φιλόσοφους συνολικά ως «δειλούς, αλαζόνες φιλόδοξους που ποτέ δεν έκαναν το σωστό». Θα έπρεπε να κατηγορηθεί και ο Εθνικός Ιάμβλιχος, που χαρακτηρίζει τους εθνοτικά Έλληνες ανώριμους από την ίδια τη φύση τους, χωρίς εσωτερικότητα, ανίκανους να ανακαλύψουν μόνοι τους την αλήθεια˙ τους κατηγορεί ότι αλλοιώνουν με τη λεπτολογία τους όσα μαθαίνουν από τους άλλους λαούς.


«Τώρα, λοιπόν, για το ότι τα πάντα, και τα ονόματα [των θεών] και οι προσευχές [προς τους θεούς], έχουν σχεδόν σβήσει, φταίει το εξής, ότι, δηλαδή, δεν σταματούν καθόλου να μεταβάλλονται διαρκώς από την καινοτομία και την παρατυπία των Ελλήνων. Γιατί οι Έλληνες είναι εκ φύσεως νεωτεριστές και κινούνται παντού με ορμή, χωρίς να έχουν μέσα τους κανένα στήριγμα˙ και χωρίς να διαφυλάσσουν ό,τι τυχόν παραλάβουν από κάποιους, αλλά εγκαταλείποντας και αυτό γρήγορα, όλα τα μεταπλάθουν σύμφωνα με την άστατη λεκτική εφευρετικότητά τους˙ οι βάρβαροι, όμως, επειδή είναι σταθεροί στα ήθη τους, μένουν επίσης σταθεροί στα ίδια λόγια˙ γι’ αυτό ακριβώς αυτοί είναι αγαπητοί στους θεούς και απευθύνουν τους λόγους τους αρεστούς στους θεούς˙ και δεν επιτρέπεται σε κανέναν άνθρωπο να τους αλλάξει με κανέναν τρόπο. Αυτά απαντάμε σε σένα για τα άρρητα ονόματα, τα οποία αποκαλούνται βαρβαρικά, είναι όμως ιεροπρεπή» (Ιάμβλιχου, Περί Μυστηρίων, Ζ’, 5).


Κατηγορείται ο Χρυσόστομος που θεωρεί τον Σωκράτη ως έναν εκ των αισχρότερων φιλοσόφων. Τι να πει κανείς τότε για τον Εύπολη (απ. 352), ο οποίος λέει για τον Σωκράτη:


«Μισῶ τὸν Σωκράτη, τὸν φλύαρον ἀλήτην»; Θα έπρεπε να κατηγορηθεί και ο Λουκιανός, που αποκαλεί «σοφιστή» και «ψευτογενναίο» τον Σωκράτη, και μάλιστα τον βάζει (ο Λουκιανός) κατεβαίνοντας στον Άδη να δηλώνει επάγγελμα «παιδεραστής». Κατηγορείται ο Χρυσόστομος, που γράφει ότι ο θάνατος είναι προτιμότερος από τη ζωή. Θα έπρεπε να κατηγορηθεί και ο Πλάτωνας, που υποστηρίζει ότι τίποτα δεν υπάρχει καλύτερο, και γι’ αυτό ακόμη το σώμα, από τη νέκρωσή του: «σώματι διαλύσεως οὐκ ἔστιν ἢ κρεῖττον» (Νόμοι, 828d).


Κατηγορείται ο Χρυσόστομος, που με σκληρή γλώσσα καταδικάζει μαντεία και μαντική και τα μαγικά ξόρκια και φυλακτά. Τότε θα έπρεπε να κατηγορηθεί και ο Ξενοφάνης κι ο Επίκουρος, που απέρριπταν την μαντική (Diels-Kranz, Ξενοφάνης A52a), όπως κι ο Ευριπίδης (Ελένη, στ. 745 κ.ε).


Κατηγορείται ο Χρυσόστομος, επειδή κατακρίνει όσους πηγαίνουν στον Ιππόδρομο και στο θέατρο. Τότε θα έπρεπε να κατηγορηθεί και ο Ιουλιανός, που δεν πατούσε στα θέατρα τα οποία ρητά δήλωνε ότι τα μισούσε κι απαγόρευε σε εθνικούς ιερείς να εισέρχονται σε αυτά ή να πιάνουν φιλίες με ηθοποιούς και εναντιώνεται στις θεατρικές παραστάσεις των ημερών του (Μισοπώγων, 5 (339d), 31 (359d), Επιστολή 89β, 304bc, 304c). Θα έπρεπε να κατηγορηθεί και ο Πλάτωνας, που τόσο πολύ μισούσε το θέατρο, ώστε στους Νόμους αποκαλούσε θεατροκρατία τις παραστάσεις (Γιάνη Κορδάτου, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, σ. 310).


Κατηγορείται ο Χρυσόστομος, επειδή θεωρεί ντροπή να οδύρεται κανείς, όπως οι Εθνικοί, για το θάνατο οικείου του. Τότε θα έπρεπε να κατακρίνεται η Σπάρτη, που απαγόρευε στις μανάδες των φονευθέντων στρατιωτών το θρήνο (Fustel De Coulanges, Η Αρχαία Πόλη, σ. 347). Θα έπρεπε να κατηγορηθεί και ο Λυκούργος: «Ο Λυκούργος κατάργησε […] τα πένθη και τα μοιρολόγια» (Πλούταρχου, Τα παλαιά των Λακεδαιμονίων επιτηδεύματα, 18 (238d)). Όταν ο γιος τού – ενός εκ των διδασκάλων του Ιουλιανού – Εθνικού Χρυσάφιου πέθανε νεότατος, ο Χρυσάφιος «ή γιατί το μέγεθος της συμφοράς τον έκανε απαθή ή γιατί χάρηκε που το παιδί ανέβηκε στους ουρανούς, έμεινε ατάραχος˙ η μητέρα, βλέποντας τον άντρα της, ξεπέρασε τη γυναικεία της φύση, αποφεύγοντας τους θρήνους» (Βίοι φιλοσόφων και σοφιστών, Χρυσάνθιος, 5, 5-6).


Κατηγορείται ο Χρυσόστομος επειδή κατακρίνει τα πολλά γέλια. Τότε θα έπρεπε να κατακριθεί και ο Πλάτωνας (Πολιτεία, 388e) που τα απαγορεύει για τους νέους και δεν θέλει να παρουσιάζονται οι θεοί γελαστοί. Κατηγορείται ο Χρυσόστομος, επειδή απορρίπτει την Πολιτεία του Πλάτωνα. Ο ίδιος ο Πλάτωνας σε ωριμότερη ηλικία γράφοντας τους Νόμους, πολλά από όσα πρότεινε στην Πολιτεία δεν τα επαναλαμβάνει. Κι ο Αριστοτέλης απέρριπτε την Πολιτεία.


Κατηγορείται ο Ιωάννης Χρυσόστομος, επειδή θέλει τις κοπέλες να μη βγαίνουν έξω από τα σπίτια τους. Τότε θα έπρεπε να κατηγορηθούν και οι αρχαίοι Αθηναίοι για το ίδιο πράγμα καθώς και τον Ξενοφώντα που γράφει «Για τη γυναίκα είναι περισσότερο πρέπον να μένει στο σπίτι παρά να τριγυρνάει έξω» (Οικονομικός 7, 3).

Κατακρίνεται ο Χρυστόστομος επειδή τονίζει πως σε αντίθεση με τον Πυθαγόρα και τον Πλάτωνα, οι Απόστολοι πέτυχαν εύκολα τον προσηλυτισμό στις απόψεις τους. Αλλά τότε θα έπρεπε να κατηγορηθεί ο Πλούταρχος που γράφει «ο Πλάτων κι ο Σωκράτης δεν έπεισαν πολλούς» (Περί της Αλεξάνδρου τύχης ή αρετής, Α’, 5 (328c)) και «Ο Πλάτων έγραψε ένα μόνο σύγγραμμα για την πολιτειακή οργάνωση και δεν έπεισε κανέναν» (ό.π., (328de)).

Σύμφωνα με τον Αθηναίο (XI, 508b), οι Αθηναίοι σέβονταν τον Δράκοντα και τον Σόλωνα ως νομοθέτες και πειθάρχησαν στη νομοθεσία τους, ενώ περιγελούσαν τον νομοθέτη και πολιτειολόγο Πλάτωνα, και ο Διογένης Λαέρτιος (III, 40) μας λέει πως ο Πλάτων στα τελευταία του ήταν καταμόναχος και ψειριασμένος.


Κατηγορείται ο Χρυσόστομος λόγω της Ομιλίας του ΞΣΤ’ 3 (Εις τον Αγιον Ιωάννην Ευαγγελιστήν). Τι λέει όμως ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος και γιατί; Λέει: «Διότι αυτοί οι άνθρωποι [οι Εθνικοί] δε μπόρεσαν να ανακαλύψουν τίποτε λογικό, ούτε σε ό,τι αφορά το θεό ούτε την δημιουργία, και πράγματα που μια χήρα Χριστιανή είναι εξοικειωμένη, ο Πυθαγόρας δεν τα ήξερε, αλλά είπε ότι η ψυχή μετατρέπεται σε θάμνο, ή σε ψάρι ή σε σκύλο. Σ’ αυτά, πείτε μου, πρέπει να δώσετε προσοχή; (...)

Για παράδειγμα, ο πρώτος ανάμεσά τους είπε ότι το νερό ήταν θεός, ο διάδοχός του την φωτιά, ένας άλλος τον αέρα και όλοι κατέληγαν σε πράγματα σωματικά. Θα ‘πρεπε εμείς, πείτε μου, να θαυμάζουμε αυτούς που ποτέ δεν είχαν την ιδέα ενός ασώματου θεού;». Θα έπρεπε ελληνική σοφία να θεωρείται το πιο απλοϊκό τμήμα του αρχαίου Ελληνισμού; Και επειδή απλώς είναι τμήμα του, να μην καταδικάζεται; Ο Ξενοφάνης (Diels-Kranz B7) κορόιδευε την θεωρία του Πυθαγόρα περί μετεμψύχωσης: «Κάποτε εκεί που περνούσε ο Πυθαγόρας είδε να χτυπούν ένα σκύλο, λένε πως τον λυπήθηκε και είπε τούτα τα λόγια: "Σταματήστε, μην τον χτυπάτε, γιατί μέσα του υπάρχει η ψυχή ενός φίλου μου, που τη γνώρισα ακούγοντάς τον να φωνάζι"». Ανθέλληνας κι ο Ξενοφάνης, επειδή τόλμησε και έθιξε τον Πυθαγόρα.

2) Υποστήριζε την κατάργηση της παιδείας ο Χρυσόστομος;

Ο Χρυσόστομος, ενώ αρνείται ότι από μόνη της η φιλοσοφία διαπλάθει σωστό χαρακτήρα, ωστόσο απορρίπτει την ιδέα να γκρεμιστούν τα κτίρια των εθνικών φιλοσοφικών σχολών (τα διδασκαλεία, όπως τα έλεγαν τότε), δηλαδή απορρίπτει την ιδέα να καταργηθεί (άρα και να απαγορευτεί) η εξωχριστιανική φιλοσοφία (Προς πιστόν πατέραν, 11 (PG 47, 367)): «Τί οὖν; κατασκάψωμεν τὰ διδασκαλεῖα, φησί; Οὐ τοῦτο λέγω, ἀλλ’ ὅπως μὴ τὴν τῆς ἀρετῆς καθέλωμεν οἰκοδομὴν καὶ ζῶσαν κατορύξωμεν τὴν ψυχή».


Ο Χρυσόστομος λέει:

«Τι λοιπόν; Θα κρημνίσωμεν, λέγει, τα διδασκαλεία; Δεν εννοώ αυτό, αλλά να μην καταστρέψωμεν το οικοδόμημα της αρετής και θάψωμεν ζωντανήν την ψυχήν». Συνεχίζει ο Χρυσόστομος αναφορικά με την μόρφωση (Προς πιστόν πατέραν, 12): «Και ας μη νομίζη κανείς ότι νομοθετώ να παραμένουν τα παιδιά αμόρφωτα. Αλλά εάν κανείς μάς εξησφάλιζε τα απαραίτητα, δε θα ήθελα να εμποδίσω να γίνη και αυτό επιπροσθέτως.


Διότι, όπως ακριβώς όταν σαλεύωνται τα θεμέλια και κινδυνεύη όλη η οικία και η οικοδομή να καταπέση είναι έσχατη ανοησία και παραφροσύνη να σπεύδη κανείς προς τους επιχρισματοποιούς και όχι προς τους οικοδόμους, έτσι πάλιν είναι αδικαιολόγητος η φιλονικεία, όταν οι τοίχοι είναι στερεοί και ισχυροί, να εμποδίζωμεν αυτόν που θέλει να ασβεστώση».

Και καταλήγει (Προς πιστόν πατέραν, 13): «Έστω ότι υπάρχει εις ημάς διπλή εκλογή, και ούτως φοιτών μεν εις διδασκαλεία ας έχη τον αγώνα της μαθήσεως, εις δε τας ερημίας τον υπέρ της ψυχής. Ειπέ μου, πού θα επιτύχη καλύτερα; Αν μεν επιτύχη και εις τας δύο περιπτώσεις, το θέλω και εγώ, αν όμως κατά το ένα μειονεκτή, είναι καλύτερα να διαλέξη το υπέρτερον».

3) Σαράπειο και Ιω. Χρυσόστομος:


Εξαιτίας ενός αποσπάσματος από μια ομιλία του Ιωάννη του Χρυσοστόμου, κατηγορείται ότι αυτός είναι ο ηθικός αυτουργός της καταστροφής της βιβλιοθήκης του Σαράπειου, και μάλιστα ότι αποκαλεί τα βιβλία της «δαίμονες».


Το απόσπασμα από τον «Λόγο κατά Ιουδαίων» (μετάφραση πανεπιστημιακών Α.Π.Θ. από τις Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς): Λόγος Κατά Ιουδαίων Α’, 5 (PG 48, 850E): «Επειδή όμως υπάρχουν μερικοί που θεωρούν και τη Συναγωγή σαν τόπο ιερό, είναι ανάγκη να πούμε και σ’ αυτούς λίγα λόγια. Για ποιον λόγο σέβεστε τον τόπο εκείνον, τον οποίον πρέπει να καταφρονείτε, να το συχαίνεστε και να τον αποφεύγετε; Στον χώρο αυτόν, απαντούν, βρίσκεται ο νόμος και τα βιβλία των Προφητών.


Και τί σχέση έχει αυτό; Όπου υπάρχουν δηλαδή τέτοια βιβλία, θα θεωρείται και ο τόπος άγιος; Οπωσδήποτε όχι». Και (Λόγος Κατά Ιουδαίων Α’, 6 (PG 48, 851F)): «Για να μάθετε, ότι τα βιβλία δεν αγιάζουν τον τόπο, αλλά τον καθιστά βέβηλο η προαίρεση εκείνων που συνέρχονται εκεί, θα σας διηγηθώ μια παλιά ιστορία.


Ο Πτολεμαίος ο Φιλάδελφος, αφού συγκέντρωσε από παντού τα βιβλία και έμαθε ότι και οι Ιουδαίοι έχουν βιβλία, τα οποία φιλοσοφούν για το Θεό και για άριστη πολιτεία, έστειλε και κάλεσε άνδρες από την Ιουδαία, ερμήνευσε αυτά με εκείνους και τα τοποθέτησε στο ιερό του Σαράπιδος, μια που ο ίδιος ήταν ειδωλολάτρης, και αυτά μέχρι τώρα βρίσκονται εκεί, τα άγια των Προφητών. Τι λοιπόν, ο ναός του Σαράπιδος είναι άγιος, επειδή έχει τα βιβλία των Προφητών; Μακριά μια τέτοια σκέψη. Εκείνα [τα βιβλία] βέβαια έχουν τη δική τους αγιότητα, που όμως δεν την μεταδίδουν στον τόπο [του ναού], λόγω της μιαρίας εκείνων που συγκεντρώνονται εκεί.


Το ίδιο λοιπόν πρέπει να σκεφτεί κανείς και για τη συναγωγή. Γιατί, αν και δεν στήθηκε εκεί [=συναγωγή] κάποιο είδωλο, αλλά στον τόπο εκείνο [συναγωγή] κατοικούν δαίμονες. Και αυτό δεν το λέω μόνο για τη συναγωγή που βρίσκεται εδώ, αλλά και για τη συναγωγή που βρίσκεται στη Δάφνη».


Το κείμενο του Χρυσοστόμου διαστρεβλώνεται, ώστε αυτός να κατηγορηθεί πως ισχυρίζεται ότι «στο ναό του Σεράπιδος κατοικούν δαίμονες», ενώ ίδιος γράφει ότι «στην συναγωγή κατοικούν δαίμονες», όχι μόνο στην συναγωγή της Κωνσταντινούπολης, αλλά και σε αυτή της Δάφνης, στην Αντιόχεια. Ο Χρυσόστομος λέει ρητά «αυτό το πράγμα [= «στον τόπο αυτόν κατοικούν δαίμονες»] δεν το λέω μόνο για τη συναγωγή που βρίσκεται εδώ, αλλά και για τη συναγωγή που βρίσκεται στη Δάφνη».


Η παραπάνω διαστρέβλωση επιτυγχάνεται με την αφαίρεση τμημάτων από το συγκεκριμένο κείμενο του Χρυσοστόμου, ώστε να μην γίνεται κατανοητό, όταν ο Χρυσόστομος λέει «στον τόπο αυτόν κατοικούν δαίμονες» για ποιον τόπο κάνει λόγο, όπως επίσης να γίνεται κατανοητό ότι ο Άγιος ομιλεί για τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, που βρίσκονται στη βιβλιοθήκη του Σαράπειου, κι όχι για τα Εθνικά βιβλία της βιβλιοθήκης του Σαράπειου.


Να πώς διαστρεβλώνεται το κείμενο του Χρυσόστομου: «Ο Ι. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΜΕ ΕΜΠΡΗΣΤΙΚΕΣ ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΥΠΟΝΟΜΕΥΣΕ ΑΦΑΝΙΣΤΙΚΑ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ:


«Τι λοιπόν, άγιος έσται ο ναός του Σεράπιδος (Αλεξανδρινή βιβλιοθήκη) δια τα βιβλία; Μη γένοιτο!... αλλά δαίμονες οικούσι τον τόπον... μάλλον δε και αυτών (των Ελλήνων) όντων δαιμόνων... και παρ’ αυτών βωμός στέκει απάτης αόρατος εις τον οποίον ψυχάς ανθρώπων θυσι­ά­ζουσι... κατάλαβε λοιπόν και φανέρωσε (διέδωσε!) ότι δαί­μονες κατοικούν εκεί»

Ι. Χρυσ/μος λογοι κατα ιουδαιων 48.851.38 έως 852.35

Δαίμονες ηταν λοιπόν κατά τον "σοφό" ιεράρχη τα βιβλία της Αλεξανδρινής βιβλιοθήκης και ψυχοθυσιαστήρια οι βιβλιοθήκες των Ελλήνων!!!»[2]. Ολόκληρη η φράση, δηλαδή, η οποία επεξηγεί σε ποιον τόπο αναφέρεται ο Χρυσόστομος, παραλείπεται. Ο ισχυρισμός ότι ο Χρυσόστομος αποκαλεί τα βιβλία της βιβλιοθήκης του Σαράπειο «δαίμονες που κατοικούν στον τόπο [της βιβλιοθήκης]» είναι αβάσιμος˙ είναι προφανές ότι ο λόγος για τον οποίο κατά τον Χρυσόστομο είναι «κατοικία δαιμόνων» αυτός ο τόπος δεν είναι τα βιβλία αλλά «η μιαρία εκείνων που συγκεντρώνονται εκεί». Ακόμη και στην υποθετική περίπτωση που ο Χρυσόστομος όντως έγραφε ότι το Σαράπειο κατοικείται από δαίμονες, ο λόγος θα ήταν η μιαρία των εθνικών τελετών κι όχι τα βιβλία της βιβλιοθήκης.


Όντως ο Χρυσόστομος πράγματι κάνει λόγο για έναν τόπο όπου «κατοικούν δαίμονες». Αλλά αυτός ο τόπος δεν είναι οι αρχαίες ελληνικές βιβλιοθήκες (Κατά Ιουδαίων, λόγος α’, 6). Η αρχή του συγκεκριμένου κειμένου απέχει πάρα πολλές σελίδες από το τέλος του ίδιου παρατιθέμενου κειμένου. Τα αποσιωπητικά κρύβουν δεκάδες σειρές. Πράγματι ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος αναφέρει στον ίδιο λόγο ότι σε κάποιον τόπο έχει στηθεί βωμός όπου θυσιάζονται ψυχές ανθρώπων.

Ωστόσο αυτός ο τόπος που ο Χρυσόστομος αναφέρει δεν είναι η βιβλιοθήκη του Σαράπειου (Κατά Ιουδαίων, λόγος α’, 6):


«Ώστε ως προς την ασέβεια καμμία διαφορά δεν υπάρχει μεταξύ αυτών [=των Ιουδαίων] και των Εθνικών, τα της απάτης όμως φοβερότερα τίθενται σε ενέργεια από αυτούς [=τους Ιουδαίους]. Καθ’ όσον και σ’ αυτούς [=τους Ιουδαίους] έχει στηθή ένας αόρατος βωμός απάτης, στον οποίο δεν θυσιάζονται μόνο πρόβατα και μοσχάρια, αλλά και ψυχές ανθρώπων».

4) Ήταν "φιλοβάρβαρος άρα (!) ανθέλληνας" ο Χρυσόστομος;

Να πώς μεταφράζεται άλλο κείμενό του[3]: «Όσο πιο βάρβαρο ένα έθνος φαίνεται και της ελληνικής απέχει παιδείας, τόσο λαμπρότερα φαίνονται τα ημέτερα... Ούτος ο βάρβαρος, την οικουμένη ολάκερη κατέλαβε... και ενώ πάντα τα των Ελλήνων σβήνουν και αφανίζονται, τούτου καθ’ έκαστη λαμπρότερα γίνονται.»

Το πραγματικό όμως κείμενο είναι αυτό (PG 59, 31B (Ομιλία Β’ εις τον Ευαγγελιστή Ιωάννη)):

«Ενώ αυτός ο αγράμματος, ο απλοϊκός, από τη Βησθαϊδά, ο υιός του Ζεβεδαίου, έστω κι αν μύριες φορές ειρωνεύονται οι Έλληνες για την ευτέλεια των τίτλων του, θα το πω με πολύ πιο μεγάλη παρρησία, όσο κι αν το έθνος – από το οποίο κατάγεται ο Ιωάννης – τους φαίνεται ότι είναι βάρβαρο (ὅσῳ γὰρ τὸ ἔθνος αὐτοῖς βάρβαρον φαίνηται) και ότι απέχει από την ελληνική παιδεία, τόσο πιο σαφή θα αποδειχθούν τα δικά μας. Διότι, όταν ο βάρβαρος και αμαθής λέγει τέτοια πράγματα τα οποία κανείς από τους ανθρώπους της γης δεν κατανόησε ποτέ, και όχι μόνο λέγει αλλά και πείθει, αυτό αν συνέβαινε θα ήταν μεγάλο θαύμα. (....) Αυτός λοιπόν ο βάρβαρος [=Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης], με την συγγραφή του Ευαγγελίου (τῇ μὲν τοῦ Εὐαγγελίου συγγραφῇ) κυρίευσε ολόκληρη την οικουμένη.

(....) Και τα μεν έργα των Ελλήνων όλα έσβησαν και εξαφανίστηκαν, ενώ τα δικά του γίνονται κάθε μέρα περισσότερο περιφανή. Διότι, αφ’ ότου εμφανίστηκαν αυτός και οι υπόλοιποι αλιείς, από τότε οι διδασκαλίες του Πυθαγόρα και του Πλάτωνα έχουν σιγήσει, ενώ προηγουμένως νομιζόταν ότι επικρατούν».


Δεν μεταφράζεται, στην παραποιημένη μετάφραση, το άρθρο «το» μπροστά από το «έθνος», αλλά ως «ένα έθνος». Όμως ο Χρυσόστομος αναφέρεται στο έθνος του Ιωάννη, το εβραϊκό, γι’ αυτό γράφει «ὅσῳ γὰρ τὸ ἔθνος αὐτοῖς βάρβαρον φαίνηται».

Δεν μεταφράζεται το «αυτοίς φαίνηται», αλλά μόνο το «φαίνηται», ώστε να προκύπτει, σε συνδυασμό με το παραπάνω, ότι ο Χρυσόστομος λέει «όσο βαρβαρικότερο ένα έθνος, τόσο το καλύτερο».

Δεν μεταφράζεται το «τῇ μὲν συγγραφῇ τοῦ Εὐαγγελίου», ώστε να φαίνεται ότι «ένας βάρβαρος – «προφανώς» με τη δύναμη των όπλων, άρα είναι εισβολέας τύπου Αλάριχου – κυρίευσε την οικουμένη».

Δεν εξηγείται ποιος είναι αυτός ο «βάρβαρος» που αναφέρει ο Χρυσόστομος, ώστε να προκύπτει ότι ο Χρυσόστομος επαινεί τους βαρβαρικούς εισβολείς του 4ου αιώνα (Αλάριχο κ.ά.), δηλαδή ότι είναι φιλοβάρβαρος, άρα ανθέλληνας. Βέβαια, είναι γνωστό ότι οι παραποιημένες μεταφράσεις εκ μέρους των αντιχριστιανών/νεοπαγανιστών δείχνουν πόσο ανελλήνιστοι είναι οι «πραγματικοί Έλληνες».

5) Απαγόρευε ο Χρυσόστομος την ονοματοδοσία των χριστιανών με αρχαιοελληνικά ονόματα;


Κατηγορείται ο Χρυσόστομος ότι προτρέπει τους γονείς να μην δίνουν ελληνικά ονόματα στα παιδιά τους. Να τι γράφει ο ίδιος. Περί κενοδοξίας και ανατροφής των τέκνων, 47: «Κανένας λοιπόν ας μη σπεύδει να δώσει στα παιδιά τα ονόματα των προγόνων, του πατέρα δηλαδή, της μητέρας, του πάππου και του προπάππου, αλλά να δίνονται τα ονόματα των δίκαιων, των μαρτύρων, των επισκόπων, των αποστόλων».

Και να πώς παραποιείται το κείμενο:

«Κανείς δεν πρέπει στα παιδιά του, των (Ελλήνων) προγονών να καλεί τα ονόματα, του πατέρα, της μητέρας, του παππού και του προπάππου, αλλά αυτά των δικαίων, (της Παλαιάς Διαθήκης).» Έτσι, εμφανίζονται ο «πατέρας», η «μητέρα», ο «παππούς» και ο «προπάππους» των παιδιών ως Εθνικοί, ενώ προς Χριστιανούς γονείς –κι όχι προς Εθνικούς– απευθύνει Χρυσόστομος το κείμενο αυτό. Επίσης «κόβεται» απότομα το κείμενο, ώστε να φανεί ότι ο Χρυσόστομος θέλει μόνο τα ονόματα των δικαίων (των Εβραίων της Παλαιάς Διαθήκης˙ όμως δεν ήταν μόνο εξ Εβραίων οι Δίκαιοι της Π.Δ.), ενώ ο Χρυσόστομος προσθέτει «και τα ονόματα των μαρτύρων, των επισκόπων, των αποστόλων», πολλά από τα οποία φυσικά ήταν ελληνικά, και τα οποία δεν προτρέπει να μη χρησιμοποιούν οι γονείς.

6) Δεν εκτιμούσε ο Χρυσόστομος καθόλου τον προχριστιανικό πολιτισμό;

Ο Χρυσόστομος επαινεί το Σωκράτη, τον Θηβαίο Κράτη και τον κυνικό Διογένη για την ηθική τους συμπεριφορά ή την περιφρόνησή τους προς τα υλικά αγαθά˙ όχι όμως για τις μεταφυσικές τους αντιλήψεις.

Αυτός ο τρόπος σκέψης μόνο ανθελληνικός δεν είναι, διότι δέχεται τα (κατά την αντίληψή του) καλά των μη Χριστιανών. Ανθελληνισμός θα ήταν η ολοκληρωτική καταδίκη κάθε αρχαιοελληνικής αντίληψης και σκέψης με μόνη αιτιολογία ότι αυτή είναι αρχαιοελληνική -και τέτοιο δεν βρίσκει κανείς στον Ιωάννη.


Ο Χρυσόστομος επαινεί τον Πλάτωνα και τον Σωκράτη (Προς άπιστον πατέραν, 4) καθώς και τον Αριστείδη, τον Διογένη και τον Επαμεινώνδα: «Ο άλλος [ο Πλάτων] έζη εις τον κήπον της Ακαδημίας όπου επότιζε και εφύτευε και έτρωγεν ελαίας και παρέθετε πτωχήν τράπεζαν και ευρίσκετο έξω από όλην εκείνην την πολυτέλειαν. Και δεν είναι μόνον αυτό αξιοθαύμαστον, αλλά και το ότι αφού έγινε δούλος και επωλήθη κατά διαταγήν του τυράννου [...].

Τοιούτον πράγμα είναι η αρετή˙ όχι μόνο δι’ όσων πράττει αλλά και δι’ όσων υφίσταται. Και τι συνέβη με τον διδάσκαλον αυτού Σωκράτην; Πόσο ενδοξότερος του Αρχελάου, αν και εκείνος ήτο βασιλεύς; Αυτός δε έζη εις το Λύκειον και δεν είχε τίποτε περισσότερον από ένα ένδυμα. Και από την φήμη που υπάρχει τώρα φαίνονται και τα προηγούμενα».

Επίσης αναφέρει επιδοκιμαστικά την άποψη του Πλάτωνα (Περί παρθενίας, η’, 2): «ο Πλάτων λέγει ότι είναι αγαθός αυτός που εδημιούργησε το παν και ότι κανείς φθόνος δεν γεννάται μέσα εις τον αγαθόν άνθρωπον». Ο Χρυσόστομος λέει: «και οι Έλληνες είχον να επιδείξουν μεταξύ των ωρισμένους που εφιλοσόφησαν περί χρημάτων και μερικούς που κατενίκησαν το πάθος της οργής» (Περί του τας κανονικάς μη συνοικείν άνδρασι, 1).

Και αναφέρει, αλλού, ως παράδειγμα προς μίμηση έναν ειδωλολάτρη φιλόσοφο –δεν τον κατονομάζει– που ανεχόταν την μέθυσο και φλύαρη γυναίκα του. Λέει ο Χρυσόστομος: «εγώ τώρα θρηνώ, όταν οι Εθνικοί είναι φιλοσοφώτεροι από εμάς» (Λόγος κστ’ εις την Α’ Προς Κορινθίους, 11). Επίσης (Ομιλία κα’ εις το Κατά Ματθαίον, 4): «ωρισμένοι από τους Έλληνες και αυτό το επέτυχαν, αν και όχι με την κατάλληλον διάθεσιν, και εγκατέλειψαν όλα τα υπάρχοντά των».

Χρησιμοποιεί τους φιλοσόφους ως παράδειγμα και τους συγκρίνει με τους Χριστιανούς (Ομιλία ιζ’ εις το Κατά Ματθαίον, 7):

«σκεφθείτε τους φιλοσόφους των Ελλήνων και τότε θα εννοήσετε πόσην τιμωρίαν αξίζομεν εμείς που παραβαίνομεν τους θείους νόμους. Όταν εκείνοι δια μίαν ανθρωπίνην κοσμιότητα καταβάλουν μυρίους κόπους, ενώ σεις δεν δείχνετε το ίδιο ενδιαφέρον δια τα ουράνια». «Εἰ γὰρ καὶ μὴ καθὼς προςῆκε περὶ ἀναστάσεως φιλοσοφοῦσιν ἅπαντες [οι αρχαίοι φιλόσοφοι], ἀλλ’ ὅμως περὶ τῆς κρίσεως καὶ τῆς κολάσεως καὶ τῶν ἐκεῖ δικαστηρίων ἅπαντες συμφωνοῦσιν, ὅτι ἔσται τὶς τῶν ἐνταῦθα γινομένων ἀντίδοσις ἐκεῖ», γράφει αλλού (Εις Λάζαρον, 4, 4, (PG 48, 104)).

Ο Χρυσόστομος γράφει (Λόγος στ’ στην Προς Ρωμαίους, 3):

«"Δόξα όμως και τιμή και ειρήνη θα αποδοθή στον καθένα που εργάζεται το αγαθό, στον Ιουδαίο πρώτα και στον Έλληνα". Ποιον Ιουδαίο εννοεί εδώ ή για ποιούς Έλληνες μιλάει; Γι’ αυτούς που έζησαν πριν από την παρουσία του Χριστού».

7) Προέτρεπε σε μίσος προς τους εθνικούς και Ιουδαίους ο Χρυσόστομος;

Ο Ιωάννης απαγορεύει το μίσος προς τους Εθνικούς (Ομιλία λγ’ στην Α’ Κορινθίους επιστολή (PG 61, 282D)): «Τί οὖν, φησίν, ἂν ἐχθροὶ ὦσι καὶ Ἕλληνες οὐ δεῖ μισεῖν; Μισεῖν μέν, οὐκ ἐκείνους δέ, ἀλλὰ τὸ δόγμα, οὐ τὸν ἄνθρωπον, ἀλλὰ τὴν πονηρὰν πράξιν, τὴν διεφθαρμένην γνώμην. Ὁ μὲν ἄνθρωπος ἔργον Θεοῦ ἡ δὲ πλάνη γὰρ ἔργον τοῦ διαβόλου».

Δηλαδή:

«Λένε κάποιοι, αν είναι εχθροί οι "Έλληνες", δεν πρέπει και να τους μισούμε; Δεν μισούμε τους "Έλληνες", αλλά το δόγμα˙ δε μισούμε τον άνθρωπο, αλλά την πονηρή πράξη, τη διεφθαρμένη γνώμη. Διότι ο άνθρωπος είναι έργο του Θεού, ενώ η πλάνη έργο του Διαβόλου». Αλλού (Ομιλία ι’ στην Προς Εβραίους, 4): «και αν ακόμη δούμε έναν ειδωλολάτρη σε δυσκολία, πρέπει να τον ευεργετούμε, και γενικά κάθε άνθρωπο που βρίσκεται σε δύσκολη θέση».

Ο Ιωάννης Χρυσόστομος γράφει επίσης (Ερμηνεία εις την Προς Ρωμαίους, ομιλία κγ’, 2 (PG 60, 611 Β)): «Διότι, δεν είπε "μην ανταποδίδεις το κακό στους πιστούς", αλλά "σε κανένα", ούτε σε "Έλληνα", ούτε σε μιαρό, ούτε σε όποιονδήποτε» [...] «Σε κανένα μη δίνεις αφορμή αντιδικίας και φιλονικίας, ούτε στον Ιουδαίο ούτε στον Εθνικό […] Γιατί αυτό σημαίνει το ἐξ ὑμῶν μετὰ πάντων ἀνθρώπων εἰρηνεύσατε» […]. Ούτε να παίρνετε εκδίκηση, αγαπητοί, αλλά να δίνετε τόπο στην οργή».

Επιπλέον γράφει (Λόγος εις μακάριον Βαβύλαν, 3): «Γι’ αυτό λοιπόν και κανένας χριστιανός βασιλεύς δεν εξέδωκε εναντίον σας [=των εθνικών] διατάγματα παρόμοια με εκείνα που επενόησαν εναντίον μας εκείνοι που λάτρευαν τους δαίμονες» και εύκολα βγαίνει το συμπέρασμα πως ο ίδιος ποτέ δεν συμβούλευσε τους αυτοκράτορες να νομοθετήσουν ή να εφαρμόσουν διωγμούς κατά των Εθνικών˙ συνεπώς είναι λανθασμένος ο ισχυρισμός λ.χ. ότι ο Αρκάδιος «με την παρότρυνση του φοβερού ανθέλληνος Ιωάννου Χρυσοστόμου εκδίδει [...] το "ες έδαφος φέρειν"»[4].

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει ότι είναι ύβρις προς το Θεό να του ζητάμε πράγματα εναντίον των εχθρών μας (Περί του μη δημοσιεύειν τα αμαρτήματα των αδελφών, μηδέ κατεύχεσθαι των εχθρών, 11 (PG 51, 363)). Ακόμη, αλλού τονίζει ότι «ο Κύριος [...] απαγορεύει να φονεύονται και να κατασφάζονται οι αιρετικοί» (Ομιλία μστ΄, εις το Κατά Ματθαίον, 1).

Ο Χρυσόστομος θεωρεί καύχημα των Χριστιανών ότι πολλά εθνικά βιβλία τα έσωσαν από τον αφανισμό οι ίδιοι (PG 50, 537B):


«Κι αν έτυχε κάποιο να έχει διασωθεί, αυτό μπορεί κανείς να το βρει στα χέρια των Χριστιανών». Και προσθέτει: «Δεν επιτρέπεται στους Χριστιανούς να καταστρέφουν την πλάνη με τρόπο αναγκαστικό και βίαιο, αλλά να φροντίζουν με την πειθώ και τη διδασκαλία και την πραότητα να οδηγούν τους ανθρώπους στη σωτηρία» (Λόγος εις μακάριον Βαβύλαν, 3 (PG 50, 537 C)).

Τον καιρό που ο Χρυσόστομος ήταν ακόμη στην Αντιόχεια, είχε ξεσπάσει λαϊκή στάση στην πόλη και ορισμένοι γκρέμισαν τους ανδριάντες του αυτοκράτορα. Αυτός έστειλε στην Αντιόχεια επιτροπή για να καταδικάσει τους υπεύθυνους και να αφανίσει ουσιαστικά την Αντιόχεια.


Όμως, όπως γράφει ο Χρυσόστομος (Ομιλία ιζ’, εις τους άρχοντας, 1) οι μοναχοί που ασκήτευαν έξω από την πόλη «ενώ έμεναν τόσα έτη κλεισμένοι εις τας καλύβας των συγκεντρώθηκαν και ήλθον εις την πόλιν (..) Αφού παρουσιάσθησαν εις τους άρχοντας ωμίλησαν με θάρρος υπέρ των υπευθύνων, ώστε να γλιτώσουν τους συλληφθέντες από τα κακά που τους ανέμενον». Αντίθετα, οι Εθνικοί ρήτορες και οι φιλόσοφοι το έσκασαν, για να γλιτώσουν, όπως γράφει ο Χρυσόστομος (Εις τους άρχοντας, 2) αγανακτισμένος:

«Πού ειναι εκείνοι που φορούν τον φιλοσοφικόν μανδύαν, και έχουν να επιδείξουν μεγάλην γενειάδα, και κρατούν ρόπαλα εις την δεξιάν, οι εθνικοί φιλόσοφοι, τα κυνικά καθάρματα, οι οποίοι είναι αθλιότεροι από τα σκυλιά που κάθονται κοντά εις το τραπέζι, και δια να γεμίσουν το στομάχι των κάνουν τα πάντα; Όλοι τότε εγκατέλειψαν την πόλιν, όλοι απεμακρύνθησαν, εκρύβησαν μέσα εις τα σπήλαια».

Δεν μένει, λοιπόν, παρά να δούμε πίσω από τις φαινομενικά αδικαιολόγητες ύβρεις του Χρυσόστομου, την άθλια συμπεριφορά των εθνικών σοφιστών και ρητόρων της εποχής του, που έκαναν τους σπουδαίους – τους συνεχιστές των αρχαίων φιλοσόφων – αλλά επεδείκνυαν συμπεριφορά δειλού και μόνο εξωτερικά προσπαθούσαν να μοιάσουν στους αρχαίους φιλοσόφους, φορώντας μανδύες, αφήνοντας μακριές γενειάδες κ.ο.κ.

Αυτό ασφαλώς έκανε εντύπωση στον Χρυσόστομο, και σε τέτοια γεγονότα και άλλες παρόμοιες συμπεριφορές των σοφιστών της εποχής του θα οφείλονται οι τυχόν βαριές εκφράσεις του για αυτούς (οι εκκλήσεις του Λιβάνιου έγιναν αργότερα· ο άγιος Ιωάννης αναφέρεται στο τι έκαναν οι εθνικοί σοφιστές εκείνη τη στιγμή που η τιμωρία επικρεμόταν). Αλλά η φράση του Χρυσόστομου «Πού ειναι εκείνοι που φορούν τον φιλοσοφικόν μανδύαν, και έχουν να επιδείξουν μεγάλην γενειάδα, και κρατούν ρόπαλα εις την δεξιάν, οι εθνικοί φιλόσοφοι», μοιάζει πολύ με το επίγραμμα του γνωστού Λουκιανού (Π.Α. XI, 430):


«Αν, γενειάδα τρέφοντας, θαρρείς πως έγινες σοφός, συγχρόνως, τότε κι ένας γενειοφόρος τράγος, έγινε, με μιας, κι εκείνος Πλάτων», με το οποίο χλευάζονται οι Εθνικοί φιλόσοφοι του καιρού του, οι οποίοι άφηναν γενειάδα, για να παραστήσουν τους μεγάλους φιλοσόφους.

Αξίζει να γίνει λόγος για τον υποτιθέμενο αντισημιτισμό του Χρυσόστομου. Αναφορικά με τους τίτλους Κατά Ιουδαίων ορισμένων λόγων του είναι γνωστό ότι «οι τίτλοι δεν ανήκουν στους ίδιους τους Πατέρες, αλλά στους αντιγραφείς ή πρώτους εκδότες» (π. Γ.Δ. Μεταλληνού, Παγανιστικός Ελληνισμός ή Ελληνορθοδοξία;, σ. 79). Επιπλέον «[...] Πρέπει να λεχθεί ότι ο Χρυσόστομος δεν μιλούσε αυστηρά μόνο κατά των ιουδαίων. Με τον ίδιο και πιο αυστηρό τρόπο μιλούσε και κατά των Ανομοίων, των αιρετικών γενικά και των Γνωστικών ή των εθνικών. Αυτό συνέβαινε, διότι ο λόγος των αντιαιρετικών και των αντιιουδαϊκών Ομιλιών του υπήρξε ο ίδιος, η προστασία των πιστών από τις ετεροδιδασκαλίες» (Στ. Π. Παπαδόπουλος, στο π. Γ.Δ. Μεταλληνού, Παγανιστικός Ελληνισμός ή Ελληνορθοδοξία;, σ. 81, 84).

http://www.portaaurea.gr/istoria_meletes/chrysost.htm
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Ιωάννης ο Χρυσόστομος και οι αρχαιοκεντρικοί

13
8) Υπήρχε «έμπρακτος» ανθελληνισμός του Χρυσόστομου (κατά ναών);

Περιπτώσεις:

i) Έχει υποστηριχτεί ότι στα 405 μ.Χ. «ο τρομερός Ιωάννης "Χρυσόστομος" στέλνει τις ορδές των ροπαλοφόρων συμμοριτών μοναχών να σαρώσουν τα "είδωλα", δηλαδή τους Ναούς, τα αγάλματα και τους βωμούς της Παλαιστίνης και της Συρίας"»[5] και

ii) για το έτος 406 μ.Χ. ότι «ο Ιωάννης "Χρυσόστομος" παρουσιάζεται και το έτος αυτό να συγκεντρώνει χρήματα από θεομανείς προσήλυτες για τις εργασίες διάλυσης των Εθνικών Ναών, καθώς επίσης και να διατάσσει την εκθεμελίωση ή πυρπόληση του θαυμαστού Ναού της Θεάς Εφεσίας Αρτέμιδος»[6]. Επίσης: «Στην Έφεσσο (sic) το 401 ο "άγιος" Ιωάννης Χρυσόστομος…διέλυσαν…το ναό της Αρτέμιδος»[7].

Η πηγή για τα παραπάνω είναι χριστιανική (Θεοδώρητος Κύρου), όμως στην προσπάθειά τους οι συγγραφείς εκείνου του καιρού, να αποδείξουν πόση προσπάθεια κατέβαλαν κατά του πολυθεϊσμού οι χριστιανοί ήρωες των ιστοριών τους διαπράττουν ιστορικά λάθη. Δε θα μπορούσε να στέλνει ορδές μοναχών ο Χρυσόστομος την εποχή κατά την οποία ήταν εξόριστος από τον αυτοκράτορα και βάδιζε προς τον δεύτερο τόπο εξορίας του.

Ο Χρυσόστομος εξορίστηκε για δεύτερη φορά (η πρώτη ήταν το 403) στις 5 Ιουνίου 404 μ.Χ. με έδικτο του Αρκάδιου στην Κουκουσό, στο όρος Ταύρος, στα ΝΑ παράλια της Μ. Ασίας. Μετά το θάνατο της Ευδοξίας, εξορίστηκε ξανά στις νοτιοανατολικές ακτές του Πόντου, αλλά πέθανε στην πορεία, στις 14/9/407. Την εποχή εκείνην υπήρχαν διαταγές του Αρκάδιου που απαγόρευαν την καταστροφή των αρχαίων ναών. Μόνο ο Θεοδώρητος Κύρου ισχυρίζεται τα περί καταστροφής.


Είναι παράδοξο ότι ο Θεοδώρητος θεωρείται από τους αρχαιολάτρες και νεοπαγανιστές αξιόπιστος όταν περιγράφει χριστιανικούς βανδαλισμούς τους οποίους κανείς άλλος δεν αναφέρει, αλλά αναξιόπιστος (από τους ίδιους) όταν περιγράφει λ.χ. τις βιαιότητες του Ιουλιανού τις οποίες αναφέρουν και άλλοι.


Ο Χρυσόστομος, πουθενά στις επιστολές του προς διάφορους ιεροκήρυκες που θα πήγαιναν ή βρίσκονταν ήδη στην Φοινίκη, για να διαδώσουν το Χριστιανισμό, δεν προτρέπει κανέναν μοναχό ή ιεροκήρυκα να γκρεμίσει ναούς. Στην επιστολή του υπ’ αριθμό 221 (Κωνσταντίω πρεσβυτέρω), ο Χρυσόστομος γράφει μεταξύ άλλων: «[...] το χρέος σου ν’ αγωνιστής για την κατάλυση του Εθνισμού, την ίδρυση εκκλησιών και την οικοδόμηση ναών [...]». Η «κατάλυση του Εθνισμού» είναι κάτι πολύ γενικότερο και ευρύτερο από την καταστροφή ναών˙ δεν προϋποθέτει η πρώτη την δεύτερη απαραίτητα ούτε οι Φοίνικες χωρικοί ήταν και οι πιο πολιτισμένοι του καιρού τους ώστε οι βίαιες επιθέσεις τους κατά μοναχών τις οποίες αναφέρει ο Χρυσόστομος να θεωρηθούν απαραίτητα εκδίκηση για απόπειρες καταστροφής από αυτούς τους μοναχούς.


Στην επιστολή του 123 (Προς τους εν Φοινίκη πρεσβυτέρους και μονάζοντας, τους κατηχούντας τους Έλληνας), ο Ιωάννης γράφει μεταξύ άλλων: «[...] παρήγγειλα να σάς στέλνουν, όπως και πρώτα, ώστε να έχετε άφθονα τα μέσα, είτε σε ρούχα είτε σε παπούτσια είτε σε τρόφιμα για τους φτωχούς αδελφούς εκεί [...]». Στην επιστολή υπ’ αριθμό 126 (Προς Ρουφίνο) γράφει μεταξύ άλλων στον ετοιμαζόμενο να πάει στην Φοινίκη Ρουφίνο:


«Έμαθα πως ξανάρχισε στη Φοινίκη ο διωγμός από τους Εθνικούς με μεγαλύτερο πάθος και πως μερικοί από τους μοναχούς βασανίστηκαν και μερικοί πέθαναν από τα βασανιστήρια [...] θα κατατροπώσεις τους αντιπάλους με τη θερμή σου προσευχή, την επιείκεια, την σταθερότητα και έτσι θα σταματήσεις τη μανία τους [...]».


Ο Χρυσόστομος λοιπόν δεν πρόσταξε καταστροφές και δεν φαίνεται ότι ενδιαφερόταν για την καταστροφή των ναών˙ τον ενδιέφερε το κήρυγμα με ειρηνικά μέσα. Ό,τι υπόσχεται να δώσει ως βοήθεια στους μοναχούς είναι ρούχα, παπούτσια και τρόφιμα, αλλά όχι χρήματα για να γκρεμιστούν οι εθνικοί ναοί. Εάν οι μοναχοί στη Φοινίκη προσπάθησαν να προσηλυτίσουν τον κόσμο της περιοχής με μέσα διαφορετικά από τα συνιστώμενα από τον Χρυσόστομο, οπωσδήποτε δεν ευθύνεται ο τελευταίος. Όσο για το ναό της Άρτεμης, είχε καταστραφεί το 267 μ.Χ. έπειτα από επιδρομές Γότθων Εθνικών. «Είναι πολύ αμφίβολο αν ο Χρυσόστομος εξόρμησε στην Έφεσο» (Chuvin Pierre, Οι τελευταίοι Εθνικοί, σ. 194 (σημ. 8)).

iii) Υποστηρίζεται ότι στα 400 μ.Χ.
«Στην Κωνσταντινούπολη, την νύχτα της 11ης προς 12η Ιουλίου, ο πατριάρχης Ιωάννης "Χρυσόστομος" [...] μοιράζει με τους καθολικούς παπάδες του όπλα στον όχλο που ελέγχουν και επιτίθενται κατά της συνοικίας των Γότθων στρατιωτικών που ήσαν αρειανοί.

Οι θηριωδίες εκείνης της νύχτας είναι πέρα από κάθε περιγραφή και εκτός ελάχιστων πολεμιστών Γότθων που κατορθώνουν να διαφύγουν, οι υπόλοιποι και οι οικογένειές τους, συνολικά 7.000 περίπου άνθρωποι κατασφάζονται ή καίγονται ζωντανοί μέσα στην εκκλησία τους όπου είχαν καταφύγει για να σωθούν, κάποιοι ελάχιστοι μάλιστα που θα γλιτώσουν από τις φλόγες συγκεντρωμένοι στο κέντρο της εκκλησίας, θα λιθοβοληθούν έως θανάτου από τον όχλο του "Χρυσοστόμου" που και ο ίδιος θα σκαρφαλώσει έως το ύψος της καμμένης σκεπής (Deschner, τόμος 2, σελ. 25-26) και την επαύριον θα ψάλει τις ευχαριστήριες δεήσεις»[8].

Εκείνη την εποχή ο Γαϊνάς ήταν αρχηγός των εγκατεστημένων Γότθων μισθοφόρων στο ανατολικό Ρωμαϊκό κράτος.

«Τη 27 Νοεμβρ. 395 κατά διαταγήν αυτού εφονεύθη ο πρωθυπουργός του αυτοκράτορος Αρκαδίου. Βραδύτερον συνεννοηθείς ο Γαϊνάς προς τον κόμιτα των Οστρογότθων και Γρουθούγγων Τριβιγίλδον, καθ’ ού είχεν αποσταλεί υπό της εν Κων/πόλει κυβερνήσεως, κατέστη κύριος των πραγμάτων (399/400). Ο αυτοκράτωρ Αρκάδιος ηναγκάσθη να δεχθή τον Γαϊνά μετά πολυαρίθμου στρατού εντός της πρωτευούσης και να αναγορεύση αυτόν γενικόν αρχηγόν του στρατού» (εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη, λ. Γαϊανάς).

Από κει και πέρα, ο Γαϊνάς με τους Γότθους του προσπάθησε να αποκτήσει τον έλεγχο της Βασιλεύουσας, άλλοτε επιχειρώντας εμπρησμό και κατάληψη του Παλατιού κι άλλοτε λεηλατώντας καταστήματα. Τι επακολούθησε τότε το περιγράφουν ο Εθνικός Ζώσιμος και οι Χριστιανοί Σωκράτης και Σωζομενός:


Ο Σωκράτης γράφει:


«Προσποιούμενος [ο Γαϊνάς] ότι ήταν υπό δαιμονική κατοχή, έφυγε ώστε τάχα να προσευχηθεί στο ναό του αγ. Ιωάννη του Απόστολου, που είναι εφτά μίλια μακριά απ’ την Πόλη. Μαζί του πήγαν βάρβαροι που κρατούσαν όπλα, έχοντάς τα κρύψει στα ρούχα τους. Όταν οι φρουροί της πόλης τα αντιλήφθηκαν και δεν τους επέτρεπαν να περάσουν, οι βάρβαροι τους έσφαξαν με τα ξίφη τους. Μια φοβισμένη αναταραχή έγινε στην πόλη και ο θάνατος έμοιαζε ν’ απειλεί τον καθένα.

Ωστόσο η πόλη συνέχισε να είναι ασφαλής και οι πύλες τις καλά υπερασπιζόμενες. Ο αυτοκράτορας με έγκαιρη σοφία χαρακτήρισε τον Γαϊνά δημόσιο εχθρό και διέταξε όλοι οι βάρβαροι που είχαν παραμείνει στην πόλη να σφαγούν. Έτσι, μια μέρα μετά τη σφαγή των φρουρών των πυλών, οι Ρωμαίοι επιτέθηκαν στους βάρβαρους εντός των τειχών δίπλα στην εκκλησία των Γότθων – διότι προς τα εκεί μερικοί είχαν πάει, όταν έμειναν στην πόλη – και αφού έσφαξαν μεγάλο αριθμό απ’ αυτούς, έκαψαν την εκκλησία ολοσχερώς.

Ο Γαϊνάς πληροφορούμενος για τη σφαγή των δικών του που δεν κατάφεραν να βγουν απ’ την πόλη, και αντιλαμβανόμενος την αποτυχία των σχεδίων του, έφυγε απ’ την εκκλησία του άγιου Ιωάννη και προχώρησε προς τη Θράκη»
(Σωκράτη, Εκκλησιαστική Ιστορία, 6, 6).


Ο Σωζομενός γράφει (Εκκλ. Ιστ., 8, 4):

«Μια καλή σκέψη κυριάρχησε τότε. Ο αυτοκράτορας διέταξε ότι όλοι οι βάρβαροι στην πόλη θα σφαγούν. Δεν είχε καλά καλά εκδοθεί η διαταγή και οι στρατιώτες όρμησαν κατά των βαρβάρων και έσφαξαν πολλούς απ’ αυτούς. Μετά έκαψαν την εκκλησία που ονομαζόταν «των Γότθων», διότι είχαν συγκεντρωθεί εκεί, επειδή δεν υπήρχε άλλος τρόπος διαφυγής, αφού οι πύλες ήταν κλειστές». Κι από εδώ προκύπτει ότι ο λόγος της σφαγής δεν ήταν θρησκευτικός (δεν σφάχτηκαν λόγω Αρειανισμού οι Γότθοι), ότι ο αυτοκράτορας και όχι ο Χρυσόστομος έδωσε την εντολή, ότι επίσης δεν γίνεται λόγος για γυναικόπαιδα.


Ο Ζώσιμος γράφει:


«Στη διάρκεια της παραμονής του [= ο Γαϊνάς] στην Κωνσταντινούπολη διέσπειρε τους στρατιώτες του σε διάφορα σημεία, με τρόπο ώστε να απογυμνώσει την πόλη από την προστασία που της παρείχε το σώμα των πραιτοριανών. Στους Βαρβάρους [= Γότθους] είχε δώσει μυστικές οδηγίες, μόλις θα έβλεπαν τον ρωμαϊκό στρατό να εγκαταλείπει μαζικά την πόλη αφήνοντάς την ανυπεράσπιστη, να επιτεθούν και να την καταλάβουν αμέσως, και στη συνέχεια να του παραδώσουν την εξουσία. Αυτές τις εντολές έδωσε στους Βαρβάρους, κι ύστερα εγκατέλειψε την πόλη, με την πρόφαση ότι είχε προβλήματα υγείας εξαιτίας των ταλαιπωριών του πολέμου, ότι χρειαζόταν ανάπαυση και του ήταν απαραίτητο να ξεφύγει λίγο από τις έγνοιες.

Άφησε λοιπόν στην Κωνσταντινούπολη ένα μεγάλο αριθμό Βαρβάρων στρατιωτών κατά πολύ υπέρτερο της πραιτοριανής φρουράς, και αναχώρησε για κάποιο προάστιο σαράντα στάδια έξω από την πόλη. Από εκεί θα εξαπέλυε την τελική επίθεση, περιμένοντας να κινηθούν πρώτοι οι Βάρβαροι που είχαν μείνει μέσα στην πόλη, όπως είχαν συνεννοηθεί.

Αυτές τις ελπίδες έτρεφε ο Γαϊνάς, κι αν δεν είχε δράσει άκαιρα, παρασυρμένος από τη βαρβαρική του ανυπομονησία, τίποτα δεν θα εμπόδιζε την κατάληψη της πόλης από τους Βαρβάρους. Χωρίς να περιμένει το προσυμφωνημένο σύνθημα, εμφανίστηκε κάτω από τα τείχη της πόλης, οπότε οι άνδρες της φρουράς έβαλαν τις φωνές πανικόβλητοι. Επικράτησε μεγάλη αναστάτωση, και στριγγλιές γυναικών και θρήνοι γέμιζαν τον αέρα, θαρρείς και είχε ήδη αλωθεί η πόλη.


Ώσπου μαζεύτηκαν όλοι και επιτέθηκαν στους Βαρβάρους που βρίσκονταν μες στην πόλη, και τους σκότωσαν με ξίφη και κοτρώνες και ό,τι άλλο έπεφτε στα χέρια τους. Ανέβηκαν ύστερα πάνω στα τείχη και μαζί με τους άνδρες της φρουράς εξακόντιζαν ό,τι μπορούσαν καταπάνω στους στρατιώτες του Γαϊνά, ώσπου κατάφεραν να τους αναχαιτίσουν.

Αλλά ενώ η πόλη ξέφυγε από τον κίνδυνο, κάποιοι από τους Βαρβάρους εντός των τειχών που είχαν απομείνει ζωντανοί, πάνω από επτά χιλιάδες, κατέλαβαν την χριστιανική εκκλησία κοντά στα ανάκτορα, χρησιμοποιώντας την ως άσυλο για να σωθούν. Ο αυτοκράτορας όμως διέταζε να τους σκοτώσουν ακόμη κι εκεί μέσα, ώστε να μην εκμεταλλευτούν την ιερότητα του χώρου για να αποφύγουν την τιμωρία.

Παρά τη διαταγή του αυτοκράτορα κανείς δεν τολμούσε ν’ απλώσει χέρι πάνω τους και να τους σύρει έξω από το άσυλο, γιατί υπήρχε φόβος μήπως προβάλουν αντίσταση. Κι έτσι αποφασίστηκε να αφαιρέσουν τη στέγη στο σημείο πάνω από την τράπεζα – το «θυσιαστήριο», όπως την λένε –, και να ρίξουν φλεγόμενα ξύλα μες στο ναό, ώσπου να καούν όλοι εκεί μέσα. Έτσι κι έγινε, και εξοντώθηκαν όλοι οι Βάρβαροι˙ αλλά οι φανατικοί χριστιανοί θεώρησαν το γεγονός μεγάλη ιεροσυλία που διαπράχθηκε καταμεσής της πόλης» (Ζώσιμου, Νέα Ιστορία, Ε’, 18, 10 – 19, 5).

Απ’ όσα λέει ο Εθνικός Ζώσιμος, προκύπτουν τα εξής:


Ο Γαϊνάς ήθελε και προσπάθησε να καταλάβει την Κωνσταντινούπολη και την εξουσία. Οι εφτά χιλιάδες εξοντώθηκαν με εντολή του αυτοκράτορα Αρκάδιου και όχι φυσικά του Χρυσόστομου. Οι εφτά χιλιάδες δεν ήταν οικογένειες, αλλά στρατιώτες Γότθοι, διότι το πλήθος φοβόταν να τους επιτεθεί, επειδή πίστευε ότι θα υπερασπίζονταν τους εαυτούς τους.

Δεν αναφέρεται ο Άγιος Ιωάννης να μοιράζει όπλα στους Κωνσταντινοπολίτες. Δεν αναφέρονται αυτοί που επιτέθηκαν στους εντός της εκκλησίας Γότθους ως καθοδηγούμενοι από τον Χρυσόστομο (ως «όχλος του Χρυσοστόμου»).

Η αιτία της σφαγής των Γότθων δεν ήταν ο Αρειανισμός τους (αφού υπήρχαν και Ορθόδοξοι Γότθοι, τους οποίους κατήχησε ο ίδιος ο Χρυσόστομος) αλλά η συνωμοσία τους˙ ούτε ο Ζώσιμος περιγράφει το συμβάν ως διαμάχη μεταξύ Αρειανών και Ορθόδοξων. Δεν αναφέρεται συμμετοχή του Χρυσοστόμου στη σφαγή.

Αντιθέτως, ο Ζώσιμος τονίζει ότι η σφαγή ενόχλησε τους ζηλωτές Χριστιανούς. Αν ο Χρυσόστομος την επαύριο της καταστολής της γοτθικής συνωμοσίας και της σωτηρίας της Κωνσταντινούπολης έψαλλε ευχαριστήρια δέηση, είναι απολύτως φυσιολογικό και με κανένα τρόπο δεν συνεπάγεται ότι αυτός οργάνωσε το πογκρόμ κατά των Γότθων.

Ο Deschner, αν και αναφέρει τον αριθμό Γότθων που αναφέρει και ο Ζώσιμος, δεν ακολουθεί όσα λέει ο τελευταίος για την ανυπαρξία συμμετοχής του Χρυσόστομου ή των ευσεβών Χριστιανών. Επίσης οι άλλοι συγγραφείς που αναφέρουν το γεγονός, όπως ο Φιλοστόργιος (Εκκλ. Ιστ., 13, 8 (PG 65 604BC)), δεν εμπλέκουν τον Χρυσόστομο.

Το ίδιο και το Πασχάλιο Χρονικό, δεν αναφέρεται σε ανάμιξη του Χρυσοστόμου: Καὶ αὐτῷ τῷ ἔτει ἐσφάγησαν Γότθοι πολλοὶ ἐν τῷ Λαιμομακελλίῳ. Καὶ ἐκάη ἡ ἐκκληςία τῶν Γότθων σὺν πολλῷ πλήθει Χριστιανῶν· μηνὶ Πανέμῳ πρὸ δ’ Ἰδῶν Ἰουλίου (307 (PG 92 780Α)). Και το σχετικό απόσπασμα του Ευνάπιου (απόσπασμα 79), δεν κάνει λόγο για τυχόν υπαιτιότητα του αγίου Ιωάννη.

Πολυάνδριον: μνῆμα, τάφον. Ὁ δὲ Γαϊνᾶς ἐξεχώρει τῆς πόλεως [=της Κωνσταντινούπολης], καταλιπὼν αὐτὴν πολυάνδριον καὶ πολυτελῆ τάφον, οὔπω τεθαμμένων τῶν ἐνῳκητότων. Ζώσιμος, Σωκράτης, Σωζομενός, Φιλοστόργιος, Ευνάπιος, Πασχάλιο Χρονικό δεν λεν τίποτα.

Η εκκλησία των Γότθων δεν ήταν Αρειανική, αλλά Ορθόδοξη, και την είχε εγκαινιάσει ο Χρυσόστομος για τους Ορθόδοξους Γότθους. «Τον αφανισμόν των Γότθων ηκολούθησαν ευχαριστήριοι τελεταί δια την σωτηρίαν και λύτρωσιν της Πόλεως, το κορύφωμα των οποίων απετέλεσε κήρυγμα τού Ιωάννου Χρυσοστόμου εις την Αγίαν Σοφίαν (Συνέσιος, Περί προν. II. 3 (118. 15 κ.ε.))» (Καραγιαννόπουλου Ιω. Ε, Ιστορία Βυζαντινού Κράτους, τ. Α’, σ. 211).

Ο Χρυσόστομος είχε πείσει βέβαια τον Αρκάδιο να μην ενδώσει στο αίτημα του Γαϊνά να δοθεί στους Αρειανούς Γότθους μια ορθόδοξη εκκλησία· αλλά αυτό συνέβη καιρό πριν την εξόντωση των Γότθων και καμμιά σχέση με αυτήν δεν έχει.

9) Το ύφος του Χρυσόστομου:

Ίσως το ύφος του Χρυσοστόμου φαίνεται σήμερα επιθετικό. Η αλήθεια είναι ότι ο Χρυσόστομος απλώς βρισκόταν στο πλαίσιο των ανεκτών (ναι, ανεκτών) ρητορικών υπερβολών της εποχής του. Το επιθετικό ύφος του Ιουλιανού είναι παρόμοιο. Η γλώσσα της εποχής του Χρυσοστόμου «επέτρεπε φραστικές οξύτητες ειλικρινείας, σ’ αντίθετη με τους εκλεπτυσμένους τρόπους της δικής μας που καλύπτει την αγριότητα και θηριωδία της με σχήματα (πλαστού) ανθρωπισμού και υποκρισίας. Ας θυμηθούμε τον τόσο συνήθη λόγο για "ανθρωπιστική βοήθεια"» (π. Γ.Δ. Μεταλληνού, Παγανιστικός Ελληνισμός ή Ελληνορθοδοξία;, σ. 78).

Η γλώσσα του «φέρει τα γνωρίσματα της ρητορείας της εποχής και δεν μπορεί να κατανοηθεί έξω από αυτήν. Έτσι, η φράση "μιαροὶ[9] καὶ παμμίαροι" δεν ακουόταν τότε, όπως τα σημερινά "βρωμεροί και πανάθλιοι", που είναι μετάφραση του συγγραφέα. Το ίδιο ισχύει και για την φράση "κἂν πάνυ ἀναισχυντοῖεν" και τη σημερινή απόδοσή της "τελείως ανδιάντροποι"!» (π. Γ.Δ. Μεταλληνού, Παγανιστικός Ελληνισμός ή Ελληνορθοδοξία;, σ. 87). Ο Χρυσόστομος δεν μισεί τους Εθνικούς, διότι κατηγορεί τους Χριστιανούς ότι «ἡμεῖς γὰρ ἐσμὲν αἴτιοι, ἡμεῖς, τοῦ μένειν αὐτοὺς ἐπὶ τῆς πλάνης» (Ομιλία ΟΒ’, «Περί της αγάπης και βίου ορθού..»).

Ερμηνεύοντας, μάλιστα, το δ’ κεφάλαιο των Πράξεων (PG 60, 96 ε.) ασκεί αυστηρή κριτική στους Χριστιανούς, διότι, αν ακολουθούσαν την κοινοκτημοσύνη των Χριστιανών των Ιεροσολύμων, «τίς ἂν Ἕλλην ἔμενεν λοιπόν;» Δεν «χαϊδεύει» λοιπόν τους Χριστιανούς υβρίζοντας τους αλλόδοξους. Αντιθέτως τους κατακρίνει συχνά σε πολλές ομιλίες για την μη χριστιανική συμπεριφορά τους. Οι κατηγορίες εναντίον του Χρυσοστόμου, ως αντιιουδαίου αντιφάσκουν με τις κατηγορίες εναντίον του ως «εβραιόψυχου ανθέλληνα».

Β) ΚΟΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΩΜΑ

Κατηγορείται ο Χρυσόστομος ότι προτείνει την αγαμία, τον μοναχισμό και την παρθενία αντί του γάμου θεωρώντας τον κατώτερο των τριών πρώτων. Βασίζουν τις κατηγορίες τους σε ορισμένους λόγους που ο Χρυσόστομος συνέγραψε κατά τη νεότητά του, όταν ακόμη ασκήτευε έξω από την πόλη της Αντιόχειας και είχε νεανικό ζήλο υπέρ αυτού που ο ίδιος ακολουθούσε, προτού ακόμη έρθει σε άμεση επαφή με τα πλήθη των έγγαμων και την πραγματικότητα του αστικού χριστιανικού βίου.

Ωστόσο σε πολλές άλλες ομιλίες του Χρυσόστομου, τονίζεται ότι μεταξύ παρθενίας/μοναχισμού και γάμου αναφορικά με τη σωτηρία της ψυχής δεν υπάρχει διαφορά παρά μόνο ως προς την ευκολία απόκτησής της. Έτσι ο Χρυσόστομος γράφει: Ομιλία ιβ’ εις την Προς Κολοσσαείς, 4: «νυμφεύεσαι για σωφροσύνη και γέννησι παιδιών».

Ομιλία ζ’ εις την Προς Εβραίους, 4:

«Αν οι μακαρισμοί λέχθησαν μόνο για τους μοναχούς και αν ο κοσμικός δεν ήταν δυνατόν να τους κατορθώσει, ενώ αυτός επέτρεψε το γάμο, άρα αυτός θα τους κατέστρεφε όλους. Γιατί, αν δεν είναι δυνατό με γάμο κάποιος να κάνει όσα κάνουν οι μοναχοί, όλα θα είχαν καταστραφεί και φθαρεί και η αρετή θα είχε περιορισθεί σε στενό τόπο. [...] Αν όμως μερικοί εμποδίσθηκαν από το γάμο, ας δουν ότι δεν είναι εμπόδιο ο γάμος, αλλά η προαίρεσή τους που μεταχειρίσθηκε κακώς το γάμο. [...] Χρησιμοποίησε το γάμο σύμφωνα με το μέτρο και θα είσαι πρώτος στη βασιλεία και θα απολαύσεις όλα τα αγαθά [...]».


Ομιλία κη’ εις την Προς Εβραίους, 7:

«Δεν το υποσχέθηκε αυτό μόνο στις άγαμες, αλλά στις αγνές ψυχές. […] Καθόσον η αγνή ως προς την ψυχή γυναίκα είναι παρθένος, έστω κι αν έχη άνδρα˙ είναι παρθένος και άξια θαυμασμού, διότι έχει την πραγματική παρθενία».


Στον Λόγο λδ’ εις την Α’ Προς Κορινθίους (παρ. 3 και 4), ο Χρυσόστομος γράφει ότι «ο Θεός από την αρχή άπειρους τρόπους εχρησιμοποίησε για να εμφυτεύση την αγάπη εις εμάς», ένας εκ των οποίων είναι και ο γάμος, διότι «δια τον Θεόν τα πάντα είναι δευτερεύοντα ως προς την αγάπην».


Ομιλία κ’ εις την Προς Εφεσίους, 1:


«Υπάρχει κάποιος έρως που εμφωλεύει εις την φύσιν και διαφεύγων την προσοχήν μας συμπλέκει αυτά τα σώματα. [...] Τίποτα δεν ενώνει τόσον την ζωήν μας, όσον ο έρως ανδρός και γυναικός˙ υπέρ αυτού πολλοί καταθέτουν και τα όπλα, υπέρ αυτού παραδίδουν και την ψυχήν των».


Ομιλία νε’ εις το Κατά Ματθαίον, 6:


«Είναι δυνατόν κανείς και όταν ακόμη κατοικεί εις την πόλην να ποθήση με ζήλον την φιλοσοφίαν των μοναχών, και ακόμη είναι δυνατόν να έχη κανείς γυναίκα και να ασχολήται με την οικίαν του, και να προσεύχεται κανείς και να νηστεύει και να ζη με συντριβή καρδίας. [...] Διότι και όλοι οι προφήται και γυναίκας είχον και οικίας, όπως ο Ησαΐας, όπως ο Ιεζεκιήλ, όπως ο μέγας Μωυσής, και δεν εζημιώθησαν εις τίποτε εξαιτίας αυτού εις την αρετήν».


Ομιλία μστ’ εις το Κατά Ματθαίον, 6:

«το σπουδαιότερον μέρος [στο χώρο της αρετής] το κατέχουν η αγάπη, η επιείκεια και η ελεημοσύνη, η οποία υπερέχει και από αυτήν ακόμη την παρθενίαν».

Ομιλία κα’ εις την Γένεσιν, 5:

«Ας ακούουν και άνδρες και γυναίκες και ας διδάσκωνται την αρετήν του δικαίου και ας μη θεωρούν ότι ο γάμος είναι εμπόδιον δια την ευαρέστησιν προς τον Θεόν. [...] Διότι αν είμεθα προσεκτικοί, ούτε ο γάμος, ούτε η ανατροφή των παιδιών, ούτε τίποτε άλλο θα ημπορέση να μας εμποδίση εις την ευαρέστησιν προς τον Θεόν. [...] Αν ο γάμος, αγαπητέ, και η ανατροφή των παιδιών επρόκειτο να γίνουν εμπόδιον εις τον δρόμον της αρετής, δεν θα εισήγαγε τον γάμον εις την ζωήν μας ο δημιουργός των όλων, δια να μη μας βλάψη εις τα σπουδαία και πάρα πολύ αναγκαιότερα πράγματα».

Ο Χρυσόστομος γράφει (Ομιλία λα’ εις την Α’ Προς Κορινθίους, 1):

«Είθε να χαθούν οι αυθάδεις που κατηγορούν τα δημιουργήματα του Θεού. Διότι, όπως πολλοί κατηράσθησαν τον οίνον εξαιτίας αυτών που μεθύουν, και την φύσιν των γυναικών εξαιτίας αυτών που μοιχεύουν, έτσι και αυτά τα μέλη τα εθεώρησαν αισχρά εξ αιτίας αυτών που τα χρησιμοποιούν όχι όπως πρέπει. Αλλά δεν έπρεπε˙ διότι η αμαρτία δεν τίθεται εις την αυτήν κρίσιν με την φύσιν, αλλ’ η αμαρτία γεννάται από την προαίρεσιν εκείνου που την τολμά».

Επίσης γράφει (Ερμηνεία εις την Προς Γαλάτας, κεφ. Ε’, 4):

«το να μοιχεύης δεν είναι αποτέλεσμα της φυσικής επιθυμίας, αλλά της ακολασίας, η οποία είναι παρά φύσιν˙ διότι η επιθυμία επιζητεί ένωσιν μόνον, όχι τέτοιαν ένωσιν. Αυτά δεν λέγονται τυχαίως, αλλ’ αρχίζομεν ωρισμένους αγώνας και προκαλούμεν εκείνους οι οποίοι λέγουν ότι η δημιουργία του Θεού είναι κακή, και οι οποίοι μαίνονται κατά του σώματος και διαβάλλουν την σάρκα μας, δια τα οποία ομιλεί ο απόστολος Παύλος, όχι κατηγορών την σάρκα, αλλά τους διαβολικούς λογισμούς». Ο ιστορικός Σ. Μάνγκο ισχυρίζεται πως οι Πατέρες επιδίωκαν την καταστροφή του αστικού τρόπου ζωής, με άλλα λόγια του πολιτισμού[10]. Όμως ο Χρυσόστομος γράφει: «Δεν θέτω νόμον να αποχωρήτε εις τα όρη και τας ερήμους, αλλά να είσθε ηθικοί, μετροπαθείς, σώφρονες και να κατοικείτε εις το κέντρον της πόλεως» (Ομιλία ζ’ εις το Κατά Ματθαίον, 7).

Συνεχίζει ο Χρυσόστομος (Ερμηνεία εις την Προς Γαλάτας, κεφ. Ε’, 5 και 6):

«Εγώ ομολογώ μεν ως κατωτέρα της ψυχής την σάρκα, αλλά και αυτήν καλήν. Διότι το ολιγώτερον του καλού είναι και αυτό καλόν˙ ενώ το κακόν δεν είναι ολιγώτερον, αλλ’ αντίθετον του καλού. [...] Βλέπεις ότι η υπηρεσία της σαρκός είναι αιτία δια χιλιάδας αγαθών;» και καταλήγει (Λόγος ε’ εις την Προς Εφεσίους, 4): «Μη λοιπόν επειδή το σώμα είναι κατώτερο της ψυχής, το κακίζεις».


Επίσης ο ίδιος γράφει (Ομιλία ενδεκάτη, 2):

«Πολλοί εκ των εθνικών και των αιρετικών, ούτε ότι [το σώμα] έχει δημιουργηθή υπό του Θεού παραδέχονται· διότι λέγουν ότι τούτο είναι ανάξιον της δημιουργίας του Θεού, επειδή έχει ακαθαρσίας, ιδρώτα και δάκρυα και πόνους και τα άλλα κακά. Εγώ δε όταν τύχη να γίνη περί αυτών των κακών λόγος, πρώτον μεν θα ειπώ το εξής· μη μου αναφέρεις το σώμα του ανθρώπου τούτου που ημάρτησε, που έχει ξεπέσει και καταδικασθή· αλλ’ εάν θέλης να μάθης ποίον ήτο το σώμα που έπλασεν ο Θεός εξ αρχής, ας έλθωμεν εις τον παράδεισον και ας ίδωμεν τον άνθρωπον πώς εξ αρχής εδημιουργήθη».


Επειδή είναι πλήθος οι αναφορές του Χρυσόστομου στο γεγονός ότι κατά την Π. και Κ. Διαθήκη το σώμα δεν θεωρείται κακό ενδεικτικά αναφέρουμε τα εξής από ορισμένους λόγους στην Προς Ρωμαίους:

«επομένως το σώμα βρίσκεται μεταξύ κακίας και αρετής, όπως ακριβώς βέβαια και τα όπλα» (Ομιλία ΙΒ’, 4)˙ «Επομένως το σώμα δεν είναι κακό, εφόσον είναι δυνατό να γίνει όπλο της αρετής» (ό.π.)˙ «εμείς βέβαια παραδεχόμαστε ότι η σάρκα είναι κατώτερη και υποδεέστερη από την ψυχή, αλλ’ όμως δεν είναι αντίθετη ούτε εχθρική ούτε πονηρή» (Ομιλία ΙΔ’, 3)˙ «ο Παύλος λέγοντας, «δεν κατοικεί στη σάρκα μου αγαθό», δεν κατηγόρησε το σώμα, αλλ’ έδειξε την υπεροχή της ψυχής» (ό.π.)˙

«Τα δόγματα της Εκκλησίας … δεν λέγουν πως η σάρκα είναι αμαρτία, αλλά δημιούργημα του Θεού και υπερβολικά κατάλληλο για να επιτύχουμε την αρετή» (ό.π., 4)˙ «έτσι και το σώμα λέγεται "σώμα θανάτου", γιατί κυριεύθηκε απ’ αυτόν, όχι γιατί προξένησε το θάνατο. Γι’ αυτό ακριβώς ούτε θέλει να ελευθερωθεί από το σώμα, αλλ’ από το θνητό σώμα» (ό.π., 5)˙ «ονομάζοντας σάρκα πάλι εδώ όχι την ίδια τη φύση και την ουσία, αλλά το περισσότερο σαρκικό φρόνημα, με τα οποία απαλλάσσει και το σώμα και το νόμο από την κατηγορία» (ό.π., 6)˙ «δεν είπε "γιατί η φύση της σάρκας", ούτε "η ουσία του σώματος", αλλά "το φρόνημα", που μπορούσε να διορθωθεί και να καταστραφεί.


Και λέγει αυτό, όχι αποδίδοντας στη σάρκα δική της σκέψη, αλλά παρουσιάζοντας την πιο ανόητη επιθυμία της διάνοιας και ονομάζοντας αυτήν από το χειρότερο πράγμα, όπως βέβαια συνήθιζε πολλές φορές να ονομάζει και σάρκα όλο τον άνθρωπο, μολονότι έχει και ψυχή» (ό.π., 7)˙ «σάρκα εδώ δε λέγει το σώμα, ούτε την ουσία του σώματος, αλλά τη σαρκική και κοσμική ζωή, που είναι γεμάτη από απολαύσεις και ασωτίες, και κάνει σάρκα όλο τον άνθρωπο» (ό.π., 8)˙ «θα καταστρέψουμε το σώμα, λέγει, για να αρέσουμε στο Θεό και θα βγούμε από τη σάρκα; […] αλλά δεν ήταν αυτό κατηγορία, το ότι δηλαδή είχε σάρκα, γιατί αυτό ήταν φυσικό, αλλά το ότι δέχθηκαν τη σαρκική ζωή» (ό.π.)˙ «άλλα είναι αγαθά, άλλα κακά, και άλλα ενδιάμεσα˙ όπως η ψυχή και η σάρκα ανήκουν στα ενδιάμεσα και μπορεί να γίνουν και το ένα και το άλλο» (ό.π.)˙ «Γιατί δεν είπε "εάν όμως με το Πνεύμα νεκρώνετε τη φύση του σώματος", αλλά, "τις πράξεις", και όχι αυτές όλες, αλλά τις κακές» (Ομιλία ΙΕ’, 1).


Τέλος: «οὐ τὴν σάρκα ἀποθέσθαι βουλόμεθα, φηςίν, ἀλλὰ τὴν φθοράν, οὐ τὸ σῶμα, ἀλλὰ τὸν θάνατον» (PG 50, 413D). Αλλού γράφει: (Ομιλία κβ’ εις την Προς Εφεσίους, 2 (PG 62, 157)): «Οι μεν κοσμικοί νόμοι αναγνωρίζουν την διαφοράν τούτων των γενών [δούλων και ελεύθερων], επειδή ακριβώς είναι ανθρώπινοι νόμοι· ο νόμος όμως του Κύριου των πάντων δεν αναγνωρίζει καμμίαν διαφοράν, επειδή ευεργετεί όλους μαζί και εις όλους δίδει τα ίδια αγαθά [...] Εάν όμως ήθελεν ερωτήσει κάποιος από πού προήλθεν η δουλεία και διατί εισήλθεν εις τον ανθρώπινον βίον, εγώ θα σας ειπώ· την δουλείαν εγέννησεν η πλεονεξία, η βαναυσότης, η απληστία [...] έπειτα και οι πόλεμοι και αι μάχαι εδημιούργησαν αιχμαλώτους».

Το συμπέρασμα είναι προφανές: ο Χρυσόστομος δεν θεωρεί κακό ούτε το σώμα ούτε τον κόσμο, σε αντίθεση με Γνωστικούς, χριστιανούς αιρετικούς αλλά και ορισμένους εθνικούς Νεοπλατωνικούς της εποχής του. Η αρετή και η σωφροσύνη, χριστιανική φυσικά, τις οποίες προτείνει αντί για την παιδαριώδη αντίληψη για την Αρχαιότητα την οποία έχει κατά νου ο μέσος Νεοέλληνας και ο μέσος «αρχαιολάτρης», μπορούν να συσχετιστούν με αντιλήψεις αρχαίων φιλοσόφων.

Γ) ΓΥΝΑΙΚΑ

Ο Ιωάννης Χρυσόστομος έχει κατηγορηθεί ως μισογύνης. Αλλά προτού εξεταστεί το πλαίσιο των σχετικών κειμένων του από τα οποία συνάγεται η κατηγορία αυτή, ας δούμε ορισμένα αποσπάσματα άλλων, πολύ περισσότερων αριθμητικά αποσπασμάτων, και ας σκεφτεί ο καθένας, πώς γίνεται να θεωρηθεί μισογύνης κάποιος ο οποίος γράφει τα παρακάτω;

1) Θεωρεί τη γυναίκα ίση στη σωφροσύνη με τον άντρα, ελεύθερη και ισότιμη με αυτόν (Περί αποφυγής της πορνείας, 4)

2) Αρνείται στον άντρα να διώχνει την άρρωστη γυναίκα του (Περί του ποίας δει άγεσθαι γυναίκας, 3)

3) Αρνείται το (μονομερές τότε, νομικά και ηθικά) «δικαίωμα» του άνδρα να την απατά (Περί αποφυγής της πορνείας, 4),

4) Τονίζει ότι η κατάσταση της ανισότητας άντρα-γυναίκας δεν είναι φυσική (Λόγος κστ’ εις την Α’ Προς Κορινθίους, 3),

5) Απαγορεύει στους άντρες να χρησιμοποιούν τη σωματική τους δύναμη επί των γυναικών: «Μη γένοιτο [να δέρνεται η γυναίκα]˙ διότι αυτό είναι μέγιστη ατιμία, όχι δι’ αυτήν που δέρεται αλλά δι’ αυτόν που δέρει. […] Και τι λέγω εγώ δια την γυναίκα; Ούτε δούλην θα ήτο ανεκτόν εις άνδρα ελεύθερον να κτυπά και να χειροδική εις αυτήν. Εάν δε είναι μεγάλη εντροπή δια τον άνδρα το να κτυπήση δούλη, πολύ περισσότερον το να σηκώση το χέρι εναντίον ελευθέρας γυναικός» (Λόγος κστ’ εις την Α’ Προς Κορινθίους, 10).
Όποιος δέρνει τη γυναίκα του είναι όμοιος με πατροκτόνο και μητροκτόνο, και θηρίο (ό.π.),


6) Ισχυρίζεται ότι όσα ελαττώματα έχουν οι γυναίκες τα έχουν και οι άντρες, ενώ όσα ελαττώματα έχουν οι άντρες δεν τα έχουν οι γυναίκες και ότι όσα προτερήματα έχουν οι γυναίκες δεν τα έχουν οι άντρες (Ομιλία ιγ’ εις την Προς Εφεσίους, 4): «Αι παρθένοι είναι περισσότεραι μεταξύ των γυναικών, η σωφροσύνη είναι μεγαλυτέρα εις εκείνας, αι χηρείαι περισσότεραι· κανένα αισχρόν λόγον δεν θα ημπορούσεν η γυναίκα να προσφέρη τόσον γρήγορα. Ειπέ μου λοιπόν, διατί αισχρολογείς συ [ο άντρας];

Μη μου ειπής, βέβαια, σε παρακαλώ, τα πολύ γνωστά, ότι δηλαδή το γένος των γυναικών είναι φιλόκοσμον, και έχει το ελάττωμα αυτό, Αλλά και εις αυτό νικάτε σεις οι άνδρες, οι σεμνυνόμενοι και δι’εκείνας, ωσάν να είναι ιδικόν σας κόσμημα. Διότι δεν νομίζω ότι καλλωπίζεται τόσον η γυναίκα με τα ιδικά της χρυσά κοσμήματα, όπως ο άνδρας με τα κοσμήματα της γυναικός· δεν μεγαλοφρονεί τόσον δια την χρυσήν ζώνην, όσον δια το ότι η γυναίκα του φορεί χρυσά κοσμήματα. Συνεπώς είσθε αίτιοι και δι’ αυτό σεις, που προκαλείτε τον σπινθήρα και ανάπτετε την φλόγα. Άλλωστε δε, δεν είναι τόσον μεγάλον το αμάρτημα δια την γυναίκα, όσον δια τον άνδρα. […] Έχουν αι γυναίκες κάτι το ματαιόδοξον, αλλ’ αυτό είναι καινόν και εις τους άνδρας· είναι κάπως οργίλαι, και αυτό είναι κοινόν. Εκείνα όμως, εις τα οποία πλεονεκτούν, δεν είναι καθόλου κοινά· εννοώ την σεμνότητα, την θέρμην, την ευλάβειαν, την αγάπην δια τον Χριστόν»
7) Διαπιστώνει ότι υπάρχουν άντρες πολύ χειρότεροι από μια φανταστική χείριστη γυναίκα (Ομιλία λ’, εις το Κατά Ματθαίον, 5).


8) Εναντιώνεται στον εξουσιαστικό έλεγχο του άντρα επί της γυναίκας: «Δια την σωφροσύνην της γυναικός είσαι τόσο λεπτολόγος, ώστε γίνεσαι σχολαστικός και υπερβολικός και δεν της επιτρέπεις ούτε τας πλέον απαραιτήτους εξόδους˙ εις τον εαυτόν σου όμως νομίζεις ότι όλα επιτρέπονται. Δεν σου τα επιτρέπει όμως ο Παύλος, ο οποίος δίνει την ιδίαν εξουσίαν και εις την γυναίκαν» (Ομιλία ζ’ εις το Κατά Ματθαίον, 7).


9) Καταδεικνύει πόσο λάθος είναι να δημιουργεί ο άντρας στη γυναίκα αισθήματα τρόμου (Ομιλία κ’ εις την Προς Εφεσίους, 2): «Ποια σύζευξη υπάρχει, όταν η γυναίκα τρέμη τον άνδρα;»


10) Υποχρεώνει τον άντρα να την αγαπά ανεξάρτητα από τη συμπεριφορά της προς αυτόν (Ομιλία κ’ εις την Προς Εφεσίους, 5): «και ο άνδρας, αν δε φοβήται η γυναίκα, όμως ας αγαπά»


11) Απαγορεύει στον άντρα να πιστεύει τις από τρίτους συκοφαντίες προς αυτήν και τον προτρέπει να μην εκνευρίζεται με τις δικές κατηγορίες εναντίον του (Ομιλία κ’ εις την Προς Εφεσίους, 6): «Ούτε ο άνδρας να πιστεύη εύκολα τα λεγόμενα εναντίον της γυναικός του. [...] Και αν ακόμη σε κατηγορή η γυναίκα, να μη δυσανασχετής˙ η ενέργειά της αυτή είναι δείγμα φιλίας, όχι απογνώσεως˙ αι κατηγορίαι της είναι δείγμα θερμής φιλίας και θερμής διαθέσεως και φόβου»


12) Θέλει τον άνδρα να θεωρεί τη συναναστροφή με τη γυναίκα του ανώτερη από οτιδήποτε άλλο (Ομιλία κ’ εις την Προς Εφεσίους, 8): «Να αποδεικνύεσαι ότι θεωρείς περί πολλού την προς αυτήν συνουσίαν, και ότι θέλεις να ευρίσκεσαι περισσότερον δι’ αυτήν εις το σπίτι, παρά εις την αγοράν˙ και να την προτιμάς από όλους τους φίλους και τα παιδιά που εγεννήθησαν από αυτήν, και αυτά να τα αγαπάς εξ αιτίας αυτής».


13) Υποστηρίζει ότι οι γυναίκες είναι ανώτερες στα καλά γνωρίσματα από τους άντρες (σύγκρινε με το (6)): «... για να γνωρίσετε καλά πως οι γυναίκες δεν είναι μόνο πιο γενναίες από τους άνδρες, αλλά και σ’ αυτήν, όπως θα μπορούσαμε να πούμε, την απάθεια των αγγέλων φθάνουν» (Ομιλία λεχθείσα εν τω ναώ της Αγίας Ειρήνης, 3).


14) Ζητά από τη γυναίκα να συμβουλεύει και να διδάσκει το σύζυγό της. «Δια τούτο συμβουλεύω την γυναίκα αυτό να θέτη ωσάν έργο της και να συμβουλεύει το πρέπον. [...] Και κατά τους χρόνους δε εκείνους γνωρίζομεν την Περσίδα και τη Μαριάμ και την Πρίσκιλλαν που ανέλαβαν αποστολικόν έργον, τας οποίας πρέπει και σεις [=οι γυναίκες] να μιμηθείτε, και όχι μόνον με λόγια, αλλά και με έργα να διδάσκετε τον σύζυγον» (Υπόμνημα εις το κατά Ιωάννην, ομιλία ξα’, 4).


15) Εναντιώνεται στην υποτίμηση των άσχημων γυναικών (Ομιλία κ’ εις την Προς Εφεσίους, 2): «να μην αποστραφής την γυναίκαν εξ αιτίας της ασχημίας της».


16) Απαγορεύει την υποτίμησή της για οποιοδήποτε λόγο ή ελάττωμά της: «Και αν είναι πτωχή, μην την κατηγορήσης· και αν είναι ανόητος, μην επωφελήσια δια να την βλάπτης αλλά μάλλον να την οδηγής εις τάξιν διότι είναι ιδικόν σου μέλος και έχετε γίναι μία σάρκα. Αλλ’ είναι φλύαρος και μέθυσος και οξύθυμος. Λοιπόν πρέπει να πονάς δι’ αυτά, όχι να οργίζεσαι και να παρακαλής τον Θεόν και να την παραινής και να την συμβουλεύης και να κάμνης τα πάντα, ώστε να κόψη το πάθος της. Ενώ εάν την κτυπάς, όχι μόνον δεν θεραπεύεις, αλλά και ερεθίζεις την νόσον» (ΚΣΤ’ στην Α’ Προς Κορινθίους, 10)


17) Το ότι η γυναίκα έχει «κεφαλή» τον άνδρα για τον Χρυσόστομο δεν δηλώνει «εξουσία και υποταγή»: «Αν και έχει υποταγή εις εμάς, έχει όμως υποταγή ως ελευθέρα και ως ισότιμος. Και ο Υιός δε, αν και έγινεν υπήκοος εις τον Πατέρα, έγινεν όμως [υπάκουος] ως Υιός Θεού, ως Θεός» (ΚΣΤ’ στην Α’ Προς Κορινθίους, 2)

Πρέπει κανείς να αγνοήσει τα παραπάνω αποσπάσματα από πολλές ομιλίες (εννέα), ώστε με βάση μερικά (δυο-τρία) αμφιλεγόμενα αποσπάσματα από κείμενα «ειδικευμένα» σχετικά με τον μοναχισμό να καταλήξει ότι ο Χρυσόστομος ήταν μισογύνης.

Κατηγορείται ο Χρυσόστομος ότι ήταν μισογύνης ώς το κόκκαλο. Αυτό είναι αναληθές βέβαια, αλλά κι αν ίσχυε, τότε θα έπρεπε πρώτα να κατηγορηθούν οι μη χριστιανοί Σοφοκλής, Ευριπίδης, Παλλαδάς, Δημόκριτος και Ησίοδος και ενίοτε ο Πλάτωνας κ.ά. (Αντιγόνη, στ. 525, 578, 746, 756, Μήδεια, στ. 230, 263, 570, 573, Βάκχες, στ. 260, Ηλέκτρα, στ. 342, 932, 1052, 1072, Τρωάδες, στ. 1031, Ιφιγένεια εν Αυλίδι, στ. 1394, Ιφιγένεια εν Ταύροις, στ. 1055, 1032, 1298, Ιππόλυτος, στ. 406, 616, 664, 1252, Ορέστης, στ. 108, 552, 605, 718, 1590, Φοίνισσες, στ. 198, Ίωνας, 616, Παλλαδάς, ΠΑ, IX, 165, ΠΑ, IX, 166, ΠΑ, XI 381, ΠΑ, XI, 286, Δαμάσκιου, Φιλόσοφος Ιστορία, 76E, Πλάτωνα, Τίμαιος, 42b, Κρατύλος, 392c, Νόμοι 781b, Δημόκριτος Diels-Kranz, B 110, 111, 273-275, Ησίοδου, Έργα και ημέραι, στ. 57-58, 79-85, Θεογονία, στ. 585–592, 600-602 και 607-610). Κατακρίνεται ο Χρυσόστομος, επειδή καυτηριάζει το γυναικείο καλλωπισμό. Τότε θα έπρεπε να κατακριθεί και ο Σόλωνας, που απαγόρευε στις γυναίκες να έχουν μαζί τους έξω πάνω από τρία φορέματα ή πολλά χρήματα (Πλούταρχου, Σόλων, 21) ή οι Σπαρτιάτες που κούρευαν υποχρεωτικά τις νεόνυμφες σύρριζα (Πλούταρχου, Λυκούργος, 15) και απαγόρευαν στις γυναίκες να έχουν μακριά μαλλιά.

Στην ομιλία «Προς τους έχοντας παρθένους συνεισάκτους» (PG 47 495-514) ο Χρυσόστομος απευθύνεται σε μια ασυνήθιστη πλέον πρακτική: προς χριστιανικά «μονάζοντες» άντρες οι οποίοι είχαν τη συνήθεια να συζούν υποτίθεται χωρίς σεξουαλικές σχέσεις με άλλες γυναίκες που παρέμεναν παρθένες. Σε αυτούς απαγορεύει αυτή τη συνήθεια, και οι κρίσεις του Χρυσόστομου για την επίδραση της γυναίκας στον άνδρα δεν είναι παρά η κρίση για την επίδραση των γυναικών αυτών προς αυτούς τους άντρες.

Διαφορετικά, αν οι αναφερόμενες τρομερές αρνητικές συνέπειες της γυναικείας συναναστροφής αφορούσαν γενικά τους άντρες και γενικά τις γυναίκες, θα ανέμενε κανείς από το Χρυσόστομο να απαγορεύει γενικά και το γάμο ώστε να εμποδίσει την εμφάνιση των συνεπειών αυτών. Άλλωστε στην ίδια ομιλία (σελ. 510) δεν αναφέρει απλώς τα κοινότοπα ότι οι μονάζοντες θα διαφθαρούν από τις συμμονάζουσες αλλά και το ακριβώς αντίστοιχο, δηλαδή ότι οι μονάζοντες άνδρες εξαιτίας της συγκατοίκησης με τις μονάζουσες γυναίκες θα τις διαφθείρουν («Οὐκ αὐτοὶ δὲ μόνον κακίαν ὑποδέχονται τοσαύτην, αλλὰ καὶ ἐκείναις ἠθῶν διεφθαρμένων αἴτιοι γίνονται»), ενώ εάν παύσουν τα μεικτά αυτά «μοναστήρια» τότε πλέον και για τους άντρες εκείνους και για τις γυναίκες εκείνες «οὐδὲν τὸ κωλύον…τὴν δὲ τῶν ἀγγέλων πολιτείαν, καὶ τῶν νοερῶν δυνάμεων ἐκείνων δυναμένων διασώζειν, τῶν εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν εἰσαγομένων ἁπάντων» (σ. 514): Δεν υφίσταται μισογυνική απέχθεια λοιπόν: απλώς, βάσει της γνωστής χριστιανικής ηθικής ο Χρυσόστομος υποστηρίζει ότι και τα δύο φύλα θα διαφθαρούν.


Στην ομιλία «Περί του τας κανονικάς μη συνοικείν άνδρασι» πραγματεύεται το ίδιο ζήτημα. Αλλού (PG 63, 490) δεν βρίσκει κανείς το κείμενο το οποίο αποδίδεται στο Χρυσόστομο («Περί νηστείας και σωφροσύνης»), το οποίο βρίσκεται στον 63ο τόμο, σσ. 596-602): Σε αυτό το κείμενο όμως διαβάζουμε «πολλοὺς ἔχω δεῖξαι φύσει τὸ μίγνυσθαι γυναιξὶ μισοῦντας· τούτους οὖν σώφρονας καλέσομεν ἢ στεφανώσομεν; Οὐδαμῶς» (599), επαναλαμβάνει την απαγόρευση που ανέφερε στο «Προς τους έχοντας παρθένους συνεισάκτους». Παρακάτω διαβάζει κανείς «βοηθός σοι δέδοται ἡ γυνή […] Εἰ δὲ φαύλη ἐστί, μὴ προφασίζου».

Το παρακάτω κείμενο, που βρίσκεται αναρτημένο σε εκατοντάδες ιστότοπους, χαρακτηριζόμενο από τους ιστότοπους αυτούς ως απόσπασμα ομιλίας του Χρυσόστομου άλλοτε(!) από την ομιλία «Περί νηστείας και σωφροσύνης» και άλλοτε(!) από την ομιλία «Προς τους έχοντας παρθένους συνεισάκτους», ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ούτε στο «Περί νηστείας και σωφροσύνης» αλλά ούτε και στην «Προς τους έχοντας παρθένους συνεισάκτους»:


«…Γενικά όμως είναι ένα σκουλήκι (η γυναίκα) που σέρνεται, η κόρη του ψεύδους, ο εχθρός της ειρήνης. Ο κατάλογος των αμαρτημάτων και των αδυναμιών της είναι ατελείωτος. Είναι ελαφρόμυαλη, φλύαρη και ακόλαστη. Πάνω απ’ όλα είναι παθιασμένη με την πολυτέλεια και τις δαπάνες. Φορτώνεται με κοσμήματα, πουδράρει το πρόσωπό της, βάφει τα μάγουλά της με κοκκινάδια, βάζει μυρωδικά στα ρούχα της, και έτσι γίνεται θανάσιμη παγίδα για τον εκμαυλισμό των νέων μέσω όλων των αισθήσεων. Όσος και αν είναι ο πλούτος, δεν επαρκεί για να ικανοποιήσει την γυναικεία επιθυμία.

Μέρα και νύχτα η γυναίκα δεν σκέφτεται τίποτε άλλο παρά το χρυσάφι και τα πολύτιμα πετράδια, τα υφάσματα και τα κεντήματα, τις κρέμες και τα αρώματα. Αν δεν υπήρχε η σεξουαλική επιθυμία, κανένας άντρας με τα σωστά του δεν θα ήθελε να μοιράζεται το σπίτι του με μια γυναίκα και να υφίσταται τις επακόλουθες ζημιές, παρά τις οικιακές εργασίες που εκτελεί. Γι’ αυτό το λόγο ο Θεός, γνωρίζοντας την ελεεινή της φύση, την προίκισε με το όπλο της σεξουαλικότητας…”»

Τα σχόλια είναι περιττά.



[1] λ.χ. Σιέττου Γ., Ο ανθελληνισμός στα πατερικά και εκκλησιαστικά κείμενα, σ. 95-156.

[2] Το κείμενο από κάποιον «ερευνητή».

[3] Παρατίθεται στο Σιέττου Γ., Ο ανθελληνισμός στα πατερικά και εκκλησιαστικά κείμενα, σ. 145, ο οποίος ατυχώς το μεταφέρει από τον παραπάνω «ερευνητή».

[4] Βλ. Ρασσιά, Υπέρ Της Των Ελλήνων Νόσου, β' έκδ., τ. 3, σ. 52.

[5] Βλ. Ρασσιά, Μια Ιστορία Αγάπης, β’ έκδ., τ. Β’, σ. 22.

[6] Βλ. Ρασσιά, Μια Ιστορία Αγάπης, β’ έκδ., τ. Β’, σ. 26˙ Deschner, Η εγκληματική ιστορία του Χριστιανισμού, τ. 4, σ. 348-9.

[7] Αλεξάνδρου Θ., Για τους ελληνικής καταγωγής χριστιανούς, σ. 132.

[8] Βλ. Ρασσιά, Μια Ιστορία Αγάπης, β’ έκδ., τ. Α’, σ. 244-245.

[9] Άραγε ο Ιουλιανός, που αποκαλεί «μιαρό» τον Μ. Αθανάσιο, απλώς και μόνον επειδή ο τελευταίος βάπτισε κάποιες αρχόντισσες, χωρίς βία, πώς μπορεί να χαρακτηριστεί;

[10] Βυζάντιο. Η αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης, σ. 269-271.
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Ελληνική Φιλοσοφία = Χριστιανική Προπαιδεία

14
Vassilis_1 έγραψε: Αλλά ας ακούσουμε τώρα τα χρυσά λόγια του Άγιου Ι. Χρυσοστόμου:
«Και καθάπερ εκ παιδικού στόματος πολύς αποβλύζων σίελος πολλάκις και σιτίον και ποτόν εμόλυνεν ούτω και τα από του στόματος των Ελλήνων απορρέοντα ρήματα μάταια και ακάθαρτα•»
«τις δε Πλάτων;…Ούτος μεν ουν πάντα τον χρόνον ανήλωσε περί δόγματα στρεφόμενος ανόνητα και περιττά… ούτω παρά μεν ετέρου την μετεμψύχωσιν εδέξατο, παρά δε εαυτού την πολιτείαν εισήγαγεν, ένθα τα πολλής αισχρότητος γέμοντα ενομοθέτησε.»
Ώστε Άγιε Ιωάννη Χρυσόστομε σαν τα αποβαλλόμενα σαλιαρίσματα των παιδιών είναι οι πλανεμένες και αιρετικές ιδέες των Ελλήνων φιλοσόφων!!!
Αμ και το άλλο που είπε το χρυσό στόμα σου, για τον Πλάτωνα!!!: Αυτός ασχολιόταν και έτρωγε όλο το χρόνο του με ανώφελα και περιττά. Δηλαδή σαλιάριζε, αυτά τα περί μετεμψύχωσης, για το ότι ο άνθρωπος… πλάθεται από τους πλανήτες κατ εντολή του Δημιουργού Πατέρα κλπ.
και που ξέρουμε ότι αυτά τα έγραψε ο Χρυσόστομος ;

Το συγγραφικό του έργο

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%99%CF% ... E%BF%CF%82
Εισαγωγή

Ο Χρυσόστομος άφησε ογκωδέστατο συγγραφικό έργο, το οποίο καλύπτει 18 τόμους στην Patrologia Graeca του Migne. Τα έργα του μάλιστα, διαβάζονταν και αντιγράφονταν συνεχώς, με αποτέλεσμα να σωθούν σε χιλιάδες χειρόγραφα, αλλά και να αυξηθούν. Αυτό συνέβη λόγω της ενσυνείδητης ψευδωνυμίας μερικών αφανών συγγραφέων ώστε να διαβαστούν τα έργα τους. Ιδιάζουσα περίπτωση αποτελεί ο Σεβηριανός Γαβάλων, που υπήρξε δεινός ρήτορας της εποχής και ο οποίος υπέγραφε τους λόγους ως Χρυσοστομικούς, φοβούμενος ότι οι οπαδοί του Χρυσοστόμου θα τους καταστρέψουν, αφού τον θεωρούσαν υπεύθυνο για το διωγμό του. Επίσης μεγάλη ευθύνη φέρουν συγγραφείς, αντιγραφείς και συλλέκτες, οι οποίοι παρότι βρίσκονταν ενώπιον αμφιβόλου προελεύσεως συγγράματα τα έχριζαν Χρυσοστομικά. Μεγάλο μέρος ομιλιών του έχουν χαθεί, ενώ γνωρίζουμε ότι είχαν δοθεί πολλές επιστολές του προς έκδοση αν και ο ίδιος δεν το επιθυμούσε.
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Ιωάννης ο Χρυσόστομος και οι αρχαιοκεντρικοί

15
Ο ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ & ΤΟ ΣΑΡΑΠΕΙΟΝ


Mιχάλης Καλόπουλος: Φιλοβαρβαρικός Ανθελληνισμός του Ι. Χρυσοστόμου

O Ιωάννης ο Χρυσόστομος εναντίον των ελληνικών ονομάτων


Ο Χρυσόστομος Επιστράτευσε Μισθοφόρους για την Συστηματική Κατεδάφιση των Ελληνικών Μεγαλουργημάτων

Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος βρίζει τους Έλληνες

Re: Ιωάννης ο Χρυσόστομος και οι αρχαιοκεντρικοί

16
Greco ωραία τα λες, όταν πρόκειται για δωδεκαθειστές,

όταν αυτά όμως τα επιχείρήματα τα χρησιμοποιούν "χριστιανοί" εντός της εκκλησίας για να αποβάλλουν και να δαιμονοποιήσουν τον ελληνισμό και την ελληνική φιλοσοφία

με αποτέλεσμα να τα ακούνε οι εθνικιστές και να φρίττουν με το δίκιο τους .... τότε τι έχεις να πεις ;

Που είναι η εκκλησία και η χριστιανοί όταν βάλλεται εκ των έσω ο ελληνισμός και η φιλοσοφία που τόσο πολύ πρόσφερε στην πορεία της εκκλησίας μας ;

Νομίζεις ότι άδικα τα λένε αυτά οι δωδεκαθειστές ; Όταν έχουμε στόματα μέσα στην εκκλησία που τα λένε και τα στηρίζουν αυτά και κανείς δεν μιλάει ;
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Ιωάννης ο Χρυσόστομος και οι αρχαιοκεντρικοί

17
LAPTONAS έγραψε:
Greco ωραία τα λες, όταν πρόκειται για δωδεκαθειστές,

όταν αυτά όμως τα επιχείρήματα τα χρησιμοποιούν "χριστιανοί" εντός της εκκλησίας για να αποβάλλουν και να δαιμονοποιήσουν τον ελληνισμό και την ελληνική φιλοσοφία

με αποτέλεσμα να τα ακούνε οι εθνικιστές και να φρίττουν με το δίκιο τους .... τότε τι έχεις να πεις ;

Που είναι η εκκλησία και η χριστιανοί όταν βάλλεται εκ των έσω ο ελληνισμός και η φιλοσοφία που τόσο πολύ πρόσφερε στην πορεία της εκκλησίας μας ;

Νομίζεις ότι άδικα τα λένε αυτά οι δωδεκαθειστές ; Όταν έχουμε στόματα μέσα στην εκκλησία που τα λένε και τα στηρίζουν αυτά και κανείς δεν μιλάει ;
Καί είναι μάλιστα και το μόνο τους μέλημα!!!

Μάχονται συγκεκριμένα και αποκλειστικά αυτό!

Ιωάννης ο Χρυσόστομος και οι συκοφάντες του

18
Ειδικά τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο τον χρησιμοποιούν και οι δύο πλευρές (εθνικιστές κρυπτοδωδεκαθειστές και Ιουδαιοχριστιανοί κρυπτοσιωνιστές) για να πολεμήσουν την Ορθοδοξία, οι μεν για να αποβάλλουν την ελληνική φιλοσοφία ως τάχα μιαρή και δηλητηριώδη για το Χριστιανό πιστό και να αλλοιώσουν τα πολιτισμικά του ήθη ....οι δε για να συκοφαντήσουν την εκκλησία του Χριστού ότι τάχα βάλλεται κατά του πολιτισμού της Πατρίδος μας (του παραλλάσσουν μάλιστα και το πρώτο συνθετικό χρυσό- σε βρωμό-) για να αλλοιώσουν τη πίστη του.... Στο μέσον βρίσκεται ο Έλληνας Χριστιανός Ορθόδοξος ο οποίος για να αντιμετωπίσει αυτή την λυσσαλέα κατάσταση πρέπει με την πίστη του να μελετήσει με ευλάβεια τον Άγιο Χρυσόστομο και κάθε κείμενο σχετικό και να δει ακριβώς τι λέει και πως το λέει και γιατί το λέει αλλιώς κινδυνεύει να πέσει είτε στην μία είτε στην άλλη ακρότητα που οδηγούν αμφότερα στην απώλεια.
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν
Απάντηση

Επιστροφή στο “Eλληνισμός-Χριστιανισμός”

cron