Re: Χριστιανισμός Vs Δωδεκαθεισμός

37
phpBB [video]
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Ελληνισμός και Χριστιανισμός: Οι Τρεις Ιεράρχαι και η Ελληνική ταυτότητα

38
Ελληνισμός και Χριστιανισμός: Οι Τρεις Ιεράρχαι και η Ελληνική ταυτότητα
Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Περγάμου Ιωάννου Ζηζιούλα

Καθηγητού της Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης
Πανηγυρικός Λόγος για την εορτή των Τριών Ιεραρχών στην αίθουσα Τελετών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου....
30/1/1998.
Παναγιώτατε,
Σεβασμιώτατοι,
Κύριε Υπουργέ,
Κύριε Πρύτανη,
Κύριοι Καθηγηταί,
Κυρίες και Κύριοι.
Εορτάζει σήμερα με την παραδοσιακήν λαμπρότητα η Εκκλησία και η παιδεία του Γένους μας τους Ιερούς προστάτες των ελληνικών γραμμάτων Βασίλειον τον Μέγαν, Γρηγόριον τον θεολόγον και Ιωάννην τον Χρυσόστομον. Ο κοινός εορτασμός των τριών αυτών μεγάλων ιεραρχών της Εκκλησίας, ο οποίος ανάγεται στον 11ο αιώνα με τη σχετική πρωτοβουλία του επισκόπου Ευχαΐτων Ιωάννου του Μαυρόποδος, παρέχει στα εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας μας, όλων των βαθμίδων, την ευκαιρία και το χρέος να μνησθούν των τριών αυτών μεγάλων διδασκάλων με ευγνωμοσύνη για τη μεγάλη προσφορά τους στην ανθρωπότητα, και μάλιστα στον ελληνισμό και την ελληνική παιδεία. Συγχρόνως καλεί όλους όσοι μετέχουν, κατά τον ένα η τον άλλο τρόπο, της ελληνικής παιδείας, ειδικότερα δε και κατ' εξοχήν όσους ανήκομε στο γένος των Ελλήνων, να συνδέσουμε την Ιστορική αυτή αναδρομή με το παρόν και το μέλλον της ανθρωπότητας, αναδεικνύοντας έτσι τους «τρεις μέγιστους φωστήρας της τρισηλίου θεότητος» διδασκάλους και πνευματικούς ταγούς όχι μόνο του παρελθόντος, αλλά και της δικής μας εποχής. Διότι σε τίποτε δεν θα ωφελούσε ο εορτασμός αυτός, εάν δεν είχε να εκπέμψει ουσιαστικά μηνύματα στην εποχή μας. Οι τρεις Ιεράρχαι υπήρξαν και είναι «οικουμενικοί» όχι μόνο γεωγραφικά, αλλά και διαχρονικά. Μπορούν και σήμερα να αποτελέσουν τους πνευματικούς μας οδηγούς.
Η διαχρονική σημασία των Τριών Ιεραρχών συνδέεται κατ' εξοχήν με την Ιστορική πορεία του ελληνισμού τόσον στο παρελθόν όσο και στις ημέρες μας. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει το γεγονός ότι οι μεγάλοι αυτοί Πατέρες της Εκκλησίας έθεσαν ανεξίτηλη τη σφραγίδα τους στη διαμόρφωση του Ελληνισμού κατά το παρελθόν. Σ' αυτούς και τους άλλους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας οφείλεται η μορφή, που πήρε ο Ελληνισμός για πολλούς αιώνες, φθάνοντας μέχρι την εποχή μας. Διερωτάται όμως κανείς κατά πόσον εξακολουθούν να σφραγίζουν την ελληνική ταυτότητα και ιδιοπροσωπεία οι Πατέρες αυτοί στις ημέρες μας. Το ερώτημα αυτό αποτελεί την προϋπόθεση αυτής της ομιλίας. Με ποιόν τρόπο επέδρασαν οι εορταζόμενοι Πατέρες και διδάσκαλοι στην πορεία του ελληνισμού κατά το παρελθόν, και πως συνδέονται σήμερα με την ελληνική ταυτότητά μας;
Το ερώτημα για την ελληνική ταυτότητα στις ημέρες μας δεν είναι μόνο επίκαιρο· είναι ζωτικό και φλέγον. Οι λόγοι είναι πολλοί. Από το ένα μέρος οι ραγδαίες πολιτισμικές μεταβολές των ημερών μας οδηγούν όλους τους λαούς προς ενοποιήσεις, οι οποίες είτε επιτρέπουν είτε επιβάλλουν την διακοινωνία και αλληλοπεριχώρηση των πολιτισμών με αποτέλεσμα το ενδεχόμενο διαλύσεως η και αφανισμού παραδοσιακών ιδιαιτεροτήτων, και μάλιστα συμπαγούς εθνικής ή άλλης μορφής. Έτσι, όχι μόνο η ενοποιούμενη Ευρώπη, στην οποία ανήκουμε πλέον και οι Έλληνες, αλλά και ο ευρύτερος χώρος της σημερινής «οικουμένης» με τις ακατάσχετες τάσεις προς παγκοσμιοποίηση, την οποία καθιστά πλέον ανεξέλεγκτη η πρόοδος της τεχνολογίας, δεν μπορεί παρά να θέτουν επί τάπητος το ερώτημα της ελληνικής ταυτότητας. Τι σημαίνει και τι θα σημαίνει αύριο το να είναι κανείς «Έλλην»; Εάν το ζητούμενο είναι μία γεωγραφική ταυτότητα, ένας λαός που κατοικεί σε ορισμένη γεωγραφική περιοχή, τότε διερωτάται κανείς ευλόγως: πρώτον εάν δεν είναι «Έλληνες» όσοι κατοικούν ή και έχουν γεννηθεί εκτός της γεωγραφικής περιοχής, που καλούμε Ελλάδα· και δεύτερον, ακόμη σπουδαιότερο, τι θα απομείνει από την ταυτότητα του γεωγραφικού αυτού είδους, όταν η ελεύθερη διακίνηση και εγκατάσταση προσώπων, που προβλέπει από τη σύστασή της η Ενωμένη Ευρώπη, αλλοιώσει δημογραφικά το γεωγραφικό χώρο της Ελλάδος; Συναφές είναι και το ζήτημα του βιολογικού καθορισμού της ελληνικής ταυτότητας: ο ήδη αυξανόμενος ταχύτατα αριθμός μικτών, δηλαδή μεταξύ Ελλήνων και «ξένων», γάμων αναμένεται να ακολουθήσει τη δημογραφική αλλοίωση, που θα συνεπιφέρει η ελεύθερη διακίνηση και εγκατάσταση προσώπων. Η βιολογική διαφοροποίηση, οτιδήποτε και αν μπορεί να σημαίνει μια τέτοια έννοια, θα καθίσταται διαρκώς και περισσότερο δυσχερής μέσα σε ένα ταχύτατα ενοποιούμενο κόσμο.
Αλλά το ερώτημα για την ελληνική ταυτότητα δεν αναφύεται μόνο εξ αιτίας των παγκοσμίων μεταβολών της εποχής μας, παρόμοιες των οποίων ως προς την έκταση και τη σφοδρότητα δεν έχει να παρουσιάσει η ιστορία. Αποτελεί, ως μη όφειλε, και εσωτερικό πρόβλημα του ελληνισμού. Και τούτο αξίζει της ιδιαιτέρας προσοχής μας.
Από την ίδρυση του σημερινού ελληνικού κράτους τον περασμένο αιώνα και εξής ο ελληνισμός βιώνει μια βαθειά διχοτόμηση της συνειδήσεώς του. Για λόγους που δεν μπορούν να αναλυθούν στα πλαίσια αυτής της ομιλίας, η επίσημη σχολική παιδεία του σύγχρονου ελληνικού κράτους παραπέμπει κατ' ευθείαν στον αρχαίο κλασσικό ελληνισμό, και παρακάμπτει σχεδόν πλήρως τη μακρά ιστορική περίοδο της Τουρκοκρατίας και του λεγομένου Βυζαντίου. Με εξαίρεση ίσως ορισμένες εκκλησιαστικές μορφές, όπως οι τιμώμενοι σήμερα Τρεις Ιεράρχαι, η σχολική παιδεία μας προσφέρει ως «ελληνισμό» τα πολιτισμικά επιτεύγματα των αρχαίων Ελλήνων ή εκείνων της νεότερης Ελλάδας. Αλλά ενώ αυτά συμβαίνουν στο σχολείο, ο μαθητής από τη νηπιακή ακόμη ηλικία του και σε όλη τη διαδρομή της διαμορφώσεώς του βιώνει ένα άλλο «ελληνισμό». Από το παραμύθι της γιαγιάς ως τις ιερές ακολουθίες της Εκκλησίας, το δημοτικό και λαϊκό τραγούδι, την τέχνη ενός Θεοφίλου, ενός Κόντογλου και ενός Τσαρούχη, αναδύεται ο περιφρονημένος από την επίσημη παιδεία «ελληνισμός» της Ορθοδοξίας, δηλαδή ο ελληνισμός, που διαμόρφωσε η Ορθόδοξος Εκκλησία μας. Έτσι γεννάται το ερώτημα: με ποιόν ελληνισμό πορευόμεθα προς τη νέα χιλιετία οι σύγχρονοι Έλληνες; Είναι δυνατόν να επιβιώσει και να δημιουργήσει ο ελληνισμός υπό συνθήκες ενός τέτοιου διχασμού της συνειδήσεώς του; Μήπως πρέπει να αναζητήσουμε όλοι τρόπους υπερβάσεως του συνειδησιακού μας διχασμού; Μήπως η Ιστορική συνέχεια του Έθνους μας, όπως τη συνέλαβαν και την αποκατέστησαν ιστορικοί του κύρους ενός Κων/νου Παπαρρηγόπουλου, πρέπει να διαποτίσει βαθύτερα την παιδεία μας ενσωματώνοντας ουσιαστικά, και όχι τυπικά, τη συμβολή του Χριστιανισμού στη διαμόρφωση της ελληνικής ταυτότητάς μας; Πώς μπορούν οι Τρεις Ιεράρχες να επιδράσουν στην ελληνική μας ταυτότητα;
Το θέμα της ελληνικής ταυτότητας τείνει σήμερα να περιπλακεί και από άλλου είδους διχοτομήσεις, οι οποίες παίρνουν τη μορφή επικίνδυνης συνθηματολογίας. Πρόκειται για το δίλημμα εάν ο ελληνισμός ανήκει στην «Ανατολή» ή στην «Δύση», αν η Ορθοδοξία είναι φαινόμενο της «καθ' ημάς Ανατολής», που αντιπαρατίθεται και αντιτίθεται προς την... επάρατη «Δύση», αν η «Ρωμηοσύνη» δεν είναι προτιμότερη ως έκφραση της ταυτότητάς μας από τον όρο «ελληνισμός», και άλλα παρόμοια. Έκαμα λόγον για «επικίνδυνη συνθηματολογία», διότι αυτού του είδους τα διλήμματα όχι μόνο δεν δικαιώνονται ιστορικά παρά μόνον από ψυχολογικούς τραυματισμούς, τους οποίους ο χρόνος και η ιστορία έχουν κατά μέγα μέρος επουλώσει, άλλα και κινδυνεύουν να απομονώσουν τον ελληνισμό από το ιστορικό γίγνεσθαι προσφέροντας έτσι αφελώς και ακουσίως υπηρεσίες σε όσους θα επιθυμούσαν ίσως την περιθωριοποίηση της ελληνικής Ορθοδοξίας. Διότι που αλλού μπορούν αυτού του είδους τα διλήμματα να οδηγήσουν παρά στην ακούσια ασφαλώς, αλλά πάντως βέβαιη, στήριξη θεωριών, όπως η γνωστή σε όλους μας πρόσφατη θέση του Huntington, ο οποίος θα ήθελε τον ελληνισμό και την Ορθοδοξία έξω από τον Δυτικό πολιτισμό, στερημένους από τη δυνατότητα να τον επηρεάσουν εκ των έσω; Είναι, λοιπόν, η ελληνική ταυτότητα ξένη προς την ιστορία και τα θεμέλια του ευρωπαϊκού πολιτισμού; Πρέπει να παραχωρηθεί η Ευρώπη πνευματικά στους δυτικούς χριστιανούς, ή μήπως είναι χρήσιμο να υπενθυμίζουμε στους εαυτούς μας και στους άλλους ότι η Νέα Ρώμη είναι τουλάχιστον συνθεμελιωτής του Ευρωπαϊκού πολιτισμού, ότι οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες υπερασπίζονταν επί αιώνες τα σύνορα της Ευρώπης, και ότι, τέλος, οι Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας υπήρξαν «οικουμενικοί διδάσκαλοι»;
Τα ερωτήματα αυτά καθιστούν εμφανές το χρέος του επισήμου αυτού βήματος να τιμήσει σήμερα τους τρεις μεγάλους οικουμενικούς διδασκάλους όχι με λόγους κενούς, αλλά με διάθεση μαθητείας. Τι έχουν προσφέρει οι διδάσκαλοι αυτοί στη διαμόρφωση της ελληνικής ταυτότητας, και τι μπορούν ακόμη να μας προσφέρουν; Το ερώτημα αυτό επιβάλλει μια σύντομη ιστορική αναδρομή στη σχέση Ελληνισμού και Χριστιανισμού και μια εξέταση σε βάθος των μεγάλων υπαρξιακών θεμάτων, τα οποία έκριναν την πνευματική πορεία του ελληνισμού και της πολιτισμένης ανθρωπότητας υπό την επίδραση της σκέψεως των Πατέρων της Εκκλησίας.http://www.oodegr.com/neopaganismos/ell ... taut_1.htm
<<ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΔΕΝ ΣΚΕΠΑΖΕΙ ΟΥΔΕΝ ΑΠΟ ΣΟΥ ΚΑΙ Η ΝΥΞ ΛΑΜΠΕΙ ΩΣ Η ΗΜΕΡΑ ΕΙΣ ΣΕ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΩΣ ΤΟ ΦΩΣ>>

Re: Ελληνισμός και Χριστιανισμός: Οι Τρεις Ιεράρχαι και η Ελληνική ταυτότητα

39
Ελληνισμός και Χριστιανισμός: Η πρώτη συνάντησηΟ Χριστιανισμός η ορθότερα η Χριστιανική Εκκλησία —διότι Χριστιανισμός χωρίς Εκκλησία ήταν από την αρχή της ιστορίας του αδιανόητος— υπήρξεν ιστορικά γέννημα του Ιουδαϊσμού. Ο Ιησούς Χριστός ήλθεν ως Μεσσίας των προσδοκιών του ιουδαϊκού λαού, γεννήθηκε, μεγάλωσε και εκήρυξε μέσα σε ιουδαϊκό περιβάλλον, και η ουσία του κηρύγματός του δεν ήταν άλλο από την έλευση της Βασιλείας του Θεού, την οποίαν είχαν προαναγγείλει οι προφήτες του Ισραήλ και ανέμεναν οι σύγχρονοί Του Ιουδαίοι. Εξέλεξε ως συνεργάτες Του τους Δώδεκα, ως τύπους και εσχατολογικούς κριτές των δώδεκα φυλών του Ισραήλ, και δεν εισήγαγε τη λατρεία άλλου Θεού, παρά του Θεού «του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ». Η πρώτη Εκκλησία των Ιεροσολύμων δεν αποτελείτο παρά από εξ Ιουδαίων χριστιανούς, οι οποίοι τηρούσαν την εντολή της περιτομής και ελάτρευαν τον Θεόν στον Ιουδαϊκό Ναό των Ιεροσολύμων. Οι ρωμαϊκές αρχές θεωρούσαν τους πρώτους χριστιανούς ως κάποια «αίρεση» των Ιουδαίων και τους παρέδιδαν σ' αυτούς να τους δικάσουν σύμφωνα με το Νόμο τους. Όλα έδειχναν εκ πρώτης όψεως ότι η χριστιανική Εκκλησία ήταν ένα ιστορικό παρακλάδι του Ιουδαϊσμού.
Αλλά το κήρυγμα του Ιησού, η Σταύρωση και η Ανάστασή Του, ολόκληρο το λυτρωτικό Του έργο, είχαν παγκόσμια προοπτική και σημασία. Στο σημείο αυτό διαδραματίζει ο ελληνισμός καίριο και αποφασιστικό ρόλο. Ο ρόλος αυτός δεν διαδραματίστηκε ερήμην ή σε πείσμα του Ιουδαϊσμού, αλλά ως πρόκληση προς αυτόν να επανερμηνεύσει την ίδια του την παράδοση, κυρίως τους προφήτες του, και να επανεύρει τον παγκόσμιο χαρακτήρα της. Την πρόκληση αυτή ανέλαβαν να κάνουν οι «ελληνιστές Ιουδαίοι», όσοι δηλαδή από τους Ιουδαίους της Παλαιστίνης και της διασποράς μιλούσαν την ελληνική και χρησιμοποιούσαν στη λατρεία τους την Παλαιά Διαθήκη στην μετάφραση των Εβδομήκοντα. Όσοι από αυτούς έγιναν χριστιανοί με επικεφαλής τον πρωτομάρτυρα Στέφανο και ιθύνοντα νουν τον Απόστολο Παύλο και τους άλλους πνευματικούς ταγούς εκ των «ελληνιστών», κάνουν το μεγάλο βήμα της αποσπάσεως της Χριστιανικής Εκκλησίας από τη λατρεία του Ναού των Ιεροσολύμων και την υποχρέωση της περιτομής, και ανοίγουν έτσι το δρόμο για να εισέλθουν τα «έθνη», δηλαδή ουσιαστικά οι Έλληνες, στη χριστιανική Εκκλησία. Μέσα σε λίγα χρόνια, περί το 60 μόλις μ.Χ., όχι μόνο η πλειονότητα των χριστιανών προέρχονται εξ εθνικών, όπως μαρτυρεί η προς Εφεσίους επιστολή του Παύλου1, αλλά και η ίδια η ηγεσία της Εκκλησίας περνά στα χέρια Ελλήνων. Ονόματα ελληνικά, όπως Λουκάς, Τιμόθεος, Τίτος κ.α., αποτελούν πλέον την ηγεσία της Εκκλησίας. Ο ελληνισμός με τη βοήθεια αρχικά των ελληνιστών, οι οποίοι τον αποσυνδέουν από τον στενά και εθνικιστικά νοούμενο Ιουδαϊσμό, συνδέει πλέον την ιστορική πορεία του με τον ελληνισμό, και αρχίζει έτσι μια μακραίωνη διεργασία, από την οποία πηγάζει και διαμορφώνεται σιγά-σιγά αυτό που ονομάζουμε ελληνική ταυτότητα.
Ο κρίσιμος σταθμός στην όλη αυτή πορεία των σχέσεων ελληνισμού και χριστιανισμού βρίσκεται στον 2ο μ. Χ. αιώνα. Μέχρι τότε ο Χριστιανισμός δεν αποτελεί πρόκληση για την ελληνική διανόηση. Την εποχή όμως αυτή εμφανίζονται οι πρώτοι Έλληνες διανοούμενοι, οι λεγόμενοι Απολογητές, οι οποίοι ασπάζονται τον Χριστιανισμό και προσπαθούν να κάνουν τη διδασκαλία του ελκυστική στην ελληνική διανόηση της εποχής τους. Έτσι αρχίζουν πλέον οι μεγάλες δυνατότητες, αλλά και οι πελώριοι κίνδυνοι. Πολλοί, όπως ο ιστορικός Harnack, θα κάνουν λόγο από εδώ και στο εξής για «εξελληνισμό του Χριστιανισμού». Άλλοι, όπως ο αείμνηστος π. Γεώργιος Florofvsky, θα μιλήσουν για «εκχριστιανισμό του ελληνισμού». Η σχέση των δυο αυτών πνευματικών μεγεθών θα σηματοδοτήσει εν πολλοίς τα όρια μεταξύ Ορθοδοξίας και αιρέσεως. Η μάχη θα είναι σκληρή. Οι Πατέρες, όπως ο Μ. Αθανάσιος, θα γράφουν έργα «Κατά Ελλήνων» και μέχρι περίπου τον 9ο η 10ο αιώνα μ. Χ. το όνομα «Έλλην» θα σημαίνει στο Βυζάντιο «ειδωλολάτρης», και θα είναι απόβλητο και καταδικαστέο. Από το άλλο μέρος θα χρησιμοποιείται αφειδώς η ελληνική γλώσσα και η αρχαιοελληνική ρητορική από τους Πατέρες της Εκκλησίας, η ελληνική φιλοσοφία θα δανείζει την ορολογία της στη διατύπωση των χριστιανικών δογμάτων, οι ειδωλολατρικές εορτές θα παίρνουν χριστιανικό περιεχόμενο, χωρίς να αποβάλλουν τα ήθη και τα έθιμα, που τις συνόδευαν ως τότε, και οι νεότεροι ερευνητές θα μπορούν να κάνουν λόγο για «Πλάτωνισμό των Πατέρων», «Χριστιανικό πλατωνισμό»2, ελληνικές επιδράσεις στην πατερική σκέψη, και άλλα παρόμοια. Τι ακριβώς συνέβη; Πού βρίσκεται η αλήθεια; Σε ποια σημεία δόθηκε η μάχη μεταξύ Ελληνισμού και Χριστιανισμού, και τι ακριβώς προέκυψεν από αυτή τη μάχη; Από την απάντηση στα ερωτήματα αυτά θα κριθεί η έννοια και το περιεχόμενο της ελληνικής ταυτότητας, όπως την διαμόρφωσαν οι Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας.
http://www.oodegr.com/neopaganismos/ell ... taut_1.htm
<<ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΔΕΝ ΣΚΕΠΑΖΕΙ ΟΥΔΕΝ ΑΠΟ ΣΟΥ ΚΑΙ Η ΝΥΞ ΛΑΜΠΕΙ ΩΣ Η ΗΜΕΡΑ ΕΙΣ ΣΕ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΩΣ ΤΟ ΦΩΣ>>

Re: Ελληνισμός και Χριστιανισμός: Οι Τρεις Ιεράρχαι και η Ελληνική ταυτότητα

40
Ελληνισμός και Χριστιανισμός: Τα καίρια θέματαΗ στάση των Πατέρων της Εκκλησίας έναντι της ελληνικής παιδείας θα μπορούσε να διακριθεί κατά τους εξής τρεις τρόπους:
α) Στάση εκλεκτικότητας και επιλογής. Στο γνωστό έργο του «Προς τους νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων», ο Μ. Βασίλειος παροτρύνει τους νέους να επιλέγουν από την κλασσική παιδεία όπως οι μέλισσες τα άνθη και τους χυμούς, που θα τους είναι ωφέλιμα, και να απορρίπτουν όσα είναι βλαβερά. Η διακριτική αυτή διεργασία δεν είναι εύκολη, υπονοεί πάντως ότι υπάρχουν και πολλά καλά και ωφέλιμα, στην κλασσική ελληνική παιδεία, την οποία ο Βασίλειος παρομοιάζει με τη φοίτηση του Μωϋσέως στη σοφία των Αιγυπτίων πριν να προσέλθει «τη θεωρία του όντος», δηλαδή στη θέα του Θεού στο όρος Σινά. Την ίδια στάση τηρεί και ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. Η αρχή του ως προς την χρήση της ελληνικής παιδείας είναι: κράτα το ρόδον, απόφευγε το αγκάθι3. Παρόμοιες είναι και οι απόψεις του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου: «Ει γαρ και μη, καθώς προσήκε περί αναστάσεως, φιλοσοφούσιν άπαντες (οι αρχαίοι Έλληνες), αλλ' όμως περί της κρίσεως και της κολάσεως και των εκεί δικαστηρίων άπαντες συμφωνούσιν, ότι έσται τις των ενταύθα γινομένων αντίδοσις εκεί»4.
Η κλασσική μόρφωση δεν απορρίπτεται εντελώς από τον Χρυσορρήμονα: «Τι ουν; κατασκάψομεν τα διδασκαλεία (των ειδωλολατρών Ελλήνων), φησίν; Ου τούτο λέγω, αλλ' όπως μη την της αρετής καθέλωμεν οικοδομήν και ζώσαν κατορύξωμεν την ψυχήν»5.
β) «Καινοτομείν τα ονόματα». Όλες οι λέξεις που χρησιμοποιούμε στη γλώσσα μας είναι σχετικές και ανίκανες να εκφράσουν πλήρως το νοούμενο. Καμιά γλώσσα δεν είναι «ιερή», ούτε η Ελληνική ούτε η Εβραϊκή, αν και ο Μ. Βασίλειος σημειώνει ιδιαίτερα το ότι οι Εβδομήκοντα δεν μετέφρασαν, άλλα απλώς μεταγραμμάτισαν στα ελληνικά λέξεις, που αναφέρονται στο Θεό, όπως οι λέξεις Σαβαώθ, Αδωνάϊ, Ελωί κ.λπ6. Παρά ταύτα τόσον ο Βασίλειος όσον και ο θεολόγος Γρηγόριος, υποστήριξαν με επιμονή τον όρο ομοούσιος του Συμβόλου της Νικαίας7, αν και γνώριζαν ότι δεν υπήρχε στην Αγία Γραφή, και ότι ήταν δάνειο όχι μόνον από την ελληνική γλώσσα, αλλά και από την ελληνική φιλοσοφία. Έτσι οι Πατέρες αυτοί, αλλά και η όλη Εκκλησία, όπως μαρτυρεί η χρήση του «ομοούσιος» από την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, δεν δίσταζαν να χρησιμοποιήσουν φιλοσοφικούς όρους της εποχής τους, και μάλιστα να τους επενδύσουν με αυθεντία δογματική, δηλαδή ακατάλυτη, καθιστώντας τους κατά κάποιο τρόπο αναντικατάστατους. Η ελληνική γλώσσα και φιλοσοφία, ως το κύριο διαθέσιμο στον πολιτισμό της εποχής μέσον επικοινωνίας, έπρεπε να χρησιμοποιηθεί προκειμένου να ενσωματωθεί στο πολιτισμικό γίγνεσθαι η αλήθεια του Ευαγγελίου.
Έτσι ο Μ. Βασίλειος αποφαίνεται ότι είναι ουσιώδες και απαραίτητο για όσους θεολογούν «να θεωρούν τους όρους που χρησιμοποιούνται στη θεολογία ως πρωταρχικής σημασίας, και να προσπαθούν να εξάγουν από αυτούς το υποκρυπτόμενο σε κάθε φράση και σε κάθε συλλαβή νόημα»8. Η στάση αυτή των Πατέρων έναντι της ελληνικής φιλοσοφίας και γλώσσης δηλώνει σαφώς την πρόθεσή τους να μεταφέρουν οπωσδήποτε τη χριστιανική πίστη στον πολιτισμό της εποχής τους, όσους κίνδυνους και αν αυτό συνεπάγεται. Η Πατερική θεολογία αποτελεί αυτή καθαυτήν πολιτισμικό γεγονός. Όχι μόνο δεν αρνείται να χρησιμοποιήσει τη γλώσσα της φιλοσοφίας, αλλά — αυτό είναι το σημαντικό— επιδιώκει και κατορθώνει να της δώσει χριστιανικό περιεχόμενο, να την εκχριστιανίσει. Έτσι χρησιμοποιούνται από τους Πατέρες οι όροι ουσία, φύση, ενέργεια, υπόστασις, πρόσωπον κ.λ.π., για να πάρουν όμως άλλο περιεχόμενο, σύμφωνο με την αλήθεια του Ευαγγελίου, η φιλοσοφία δεν μπορεί ποτέ να φθάσει στον Θεό, ο Θεός όμως μπορεί να την χρησιμοποιήσει για τους σκοπούς Του.
γ) Η τρίτη αρχή, που διέπει τη στάση των Πατέρων της Εκκλησίας έναντι της κλασσικής ελληνικής σοφίας, είναι και η πιο σημαντική. Πρόκειται για την υπαρξιακή αναθεώρηση του αρχαίου Ελληνισμού με βάση τη Βιβλική θεώρηση της σχέσεως Θεού και κόσμου, ανθρώπου και ιστορίας. «Το κύριο διακριτικό στοιχείο της Πατερικής θεολογίας ήταν ο υπαρξιακός της χαρακτήρας»9. Η φράση αυτή ανήκει στον αείμνηστο Γ. Florovsky, και δικαιώνεται πλήρως από τα Πατερικά κείμενα. Όταν κάνουμε λόγο για «υπαρξιακή» αναθεώρηση του Ελληνισμού, δεν έχομε κατά νουν ένα συγκεκριμένο φιλοσοφικό σύστημα ανάλογο με εκείνο, που είναι σήμερα γνωστό ως «υπαρξισμός». Εννοούμε το ότι η αναζήτηση της αλήθειας δεν αποβλέπει σε τίποτε άλλο παρά στην ικανοποίηση των υπαρξιακών προβλημάτων του ανθρώπου, τη λύτρωση και σωτηρία του από την αναγκαιότητα, τη φθορά και το θάνατο μέσα από μια συγκεκριμένη στάση ζωής, μια ορισμένη σχέση του με τον Θεό, τους συνανθρώπους του και τον κόσμο. Η θεολογία και τα δόγματα δεν είναι διανοητικά κατασκευάσματα, που αποβλέπουν στην ικανοποίηση του ανθρωπίνου λόγου, αλλά σημεία, που παραπέμπουν σε ζητήματα ζωής και θανάτου, υπάρξεως και ανυπαρξίας. Έχουν σωτηριολογικό περιεχόμενο, όχι με την έννοια της ηθικής βελτιώσεως, αλλά της οντολογικής καταφάσεως και βεβαιώσεως παντός ό,τι υπάρχει και απειλείται από την ανυπαρξία και το θάνατο. Σε τέτοια θέματα δόθηκε η πνευματική μάχη μεταξύ Πατερικής θεολογίας και ελληνικής φιλοσοφίας, και στο επίπεδο αυτό κρίθηκε τελικά η διαμόρφωση της ελληνικής ταυτότητας κάτω από την επίδραση της χριστιανικής πίστεως. Ας δούμε με συντομία μερικά από τα κρίσιμα αυτά θέματα.
http://www.oodegr.com/neopaganismos/ell ... taut_1.htm
<<ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΔΕΝ ΣΚΕΠΑΖΕΙ ΟΥΔΕΝ ΑΠΟ ΣΟΥ ΚΑΙ Η ΝΥΞ ΛΑΜΠΕΙ ΩΣ Η ΗΜΕΡΑ ΕΙΣ ΣΕ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΩΣ ΤΟ ΦΩΣ>>

Re: Ελληνισμός και Χριστιανισμός: Οι Τρεις Ιεράρχαι και η Ελληνική ταυτότητα

41
Το θέμα της κοσμολογίας ως πρόβλημα ελευθερίαςΗ αρχαία ελληνική σκέψη ξεκινάει από την παρατήρηση του κόσμου. Επιστήμη, φιλοσοφία, αισθητική, ακόμα και ηθική —όλα είναι απόρροια της παρατηρήσεως ενός κόσμου, τον οποίον συγκροτεί σε αδιάσπαστη ενότητα κάποιος «λόγος», μια δύναμη και μια αρχή για άλλους μεν κοσμική (πρόκειται για τους «φυσιολόγους» κατά τον χαρακτηρισμό του Πλάτωνος), για άλλους «θεία», όπως θα την ήθελε ο Πλάτων στον Τίμαιό του, και για πολλούς, όπως οι Στωϊκοί, θεία και κοσμική συγχρόνως. Ο κόσμος αυτός είναι για τους αρχαίους Έλληνες αιώνιος και ανακυκλώνεται, όπως η διαδρομή και η επάνοδος των άστρων. Για να τον κατανοήσει κανείς δεν είναι απαραίτητο να αναζητήσει την αιτία του έξω από αυτόν. Ακόμα και όταν γίνεται λόγος για δημιoυργία του κόσμου από τον Θεό, όπως στον Τίμαιο του Πλάτωνος, δεν πρόκειται σε τελική ανάλυση για δημιουργία από ένα Ον ανεξάρτητο από τον κόσμο, αφού ο Δημιουργός στον Πλάτωνα είναι υποχρεωμένος να δημιουργήσει από ύλη και ιδέες που προϋπάρχουν, και να δώσει στο δημιούργημά του ένα σχήμα ιδεατό και κατ' ανάγκην σφαιρικό, ώστε να διασφαλίζεται η αιωνιότητά του. Ακόμα και στον Μέσο Πλατωνισμό, ο οποίος θα προτιμούσε οι ιδέες η λόγοι των όντων να μη προϋπάρχουν του Θεού, αλλά να είναι αιώνιες σκέψεις μέσα στο νου του Θεού, ο κόσμος δεν διαχωρίζεται τελικά από τον Θεό, αλλά συνδέεται μαζί Του αιώνια· αποτελεί γι' Αυτόν μια οντολογική αναγκαιότητα, αφού είναι εμφυτευμένος μέσα στο νου του. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με τον Νεοπλατωνισμό, με τον οποίο έρχονται σε άμεση επαφή οι Πατέρες της Εκκλησίας. Όλα, κατά τους φιλοσόφους της Σχολής αυτής, απορρέουν από το «Εν», τον Θεό, κατά τρόπον αναγκαστικό. Κατά τον Πλωτίνο «ότι δ' αν των άλλων εις τελείωσιν ίη, ορώμεν γεννών και ουκ ανεχόμενον αφ' εαυτού μένειν, αλλ' έτερον ποιούν, ου μόνον ότι αν προαίρεσιν έχη, αλλά και όσα φύει άνευ προαιρέσεως, και τα άψυχα δε μεταδιδόντα εαυτών καθ' όσον δύνανται»10.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας εντόπισαν το πρόβλημα της ελληνικής κοσμολογίας ακριβώς στο θέμα της ελευθερίας. Όπως γράφει ο Μ. Βασίλειος στην α΄ ομιλία του στην Εξαήμερον, οι Έλληνες φιλόσοφοι φαντάστηκαν «συνυπάρχειν εξ αϊδίου τω Θεώ τον κόσμον». Και το πρόβλημα κατ' αυτόν είναι ότι οι φιλόσοφοι αυτοί «αίτιον μεν αυτού (του κόσμου) ομολογούσιν τον Θεόν, αίτιον δε απροαιρέτως (χωρίς ελευθερία), ως της σκιάς το σώμα και της λαμπηδόνος το απαυγάζον»11. Για να διασφαλισθεί ακριβώς η ελευθερία του Θεού σε σχέση με τον κόσμο - μια βασική Βιβλική αρχή - οι Πατέρες απορρίπτουν την ιδέα της αιωνιότητας του κόσμου και διατυπώνουν το δόγμα της δημιουργίας εκ του μηδενός.
Το κίνητρο, συνεπώς, των Πατέρων στο διαχωρισμό της θέσεώς τους από την κοσμολογία της ελληνικής διανοήσεως είναι βαθύτατα υπαρξιακό. Είναι η ύπαρξη προϊόν ανάγκης η δώρον ελευθερίας; Υπάρχει ο κόσμος γιατί δεν μπορεί παρά να υπάρχει ή διότι κάποιος τον έφερε ελεύθερα στην ύπαρξη; Αν η ύπαρξη είναι δωρεά, τότε οδηγεί σε ευχαριστία. Ό ίδιος ο Μ. Βασίλειος θα γράψει στη Λειτουργία του συγκλονιστικούς λόγους ευχαριστίας για το δώρο της υπάρξεως12, και το ίδιο θα συμβεί και στη Θ. Λειτουργία που φέρει το όνομα του ιερού Χρυσοστόμου, η οποία ευχαριστεί τον Θεό πρώτιστα πάντων διότι «εκ του μη όντος εις το είναι ημάς παρήγαγες». Αν ο κόσμος δεν είναι προϊόν ανάγκης, τότε δεν κυβερνάται από τυφλές δυνάμεις, όπως η Τύχη και η Ειμαρμένη. Ο αρχαίος ελληνισμός καταρρέει μπροστά στην πρόκληση της υπαρξιακής ελευθερίας, που φέρνει ο Χριστιανισμός με το δόγμα της εκ του μηδενός δημιουργίας. Οι συνέπειες είναι πλέον όχι μόνο κοσμολογικές, αλλά και ανθρωπολογικές.
http://www.oodegr.com/neopaganismos/ell ... taut_1.htm
<<ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΔΕΝ ΣΚΕΠΑΖΕΙ ΟΥΔΕΝ ΑΠΟ ΣΟΥ ΚΑΙ Η ΝΥΞ ΛΑΜΠΕΙ ΩΣ Η ΗΜΕΡΑ ΕΙΣ ΣΕ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΩΣ ΤΟ ΦΩΣ>>

Re: Ελληνισμός και Χριστιανισμός: Οι Τρεις Ιεράρχαι και η Ελληνική ταυτότητα

42
Το θέμα της ανθρωπολογίαςΟι αλλαγές που επιφέρουν οι Πατέρες στον ελληνισμό της εποχής τους στο κεφάλαιο αυτό είναι εξ ίσου ριζικές. Με μια γενναία παρέμβαση στην αρχαιοελληνική ανθρωπολογία προβάλλουν τον άνθρωπο ως «εικόνα του Θεού» τονίζοντας την ελευθερία του, το αυτεξούσιον , όπως το ονομάζουν. Όπως ο Θεός είναι ελεύθερος, έτσι και η εικόνα Του, ο άνθρωπος. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι Πατέρες —σε αντίθεση με τους Έλληνες φιλοσόφους— ταυτίζουν το λογικό του ανθρώπου με την ελευθερία του. Το δώρο της ελευθερίας είναι κατά τον αδελφό του Μ. Βασιλείου, άγιο Γρηγόριο Νύσσης, «το πλέον εξαίρετο και πολύτιμο από όλα τα αγαθά»13 διότι είναι ιδιότητα του ίδιου του Θεού. Η απουσία της ελευθερίας θα σήμαινε «παραποίηση της εικόνας, και θα την έκανε να διαφέρει από το αρχέτυπο», θα μπορούσε να πει κανείς ότι στο σημείο αυτό οι Πατέρες υιοθετούν την αρχή του Πρωταγόρα, στην οποία αναφέρεται ο Πλάτων, «πάντων χρημάτων άνθρωπον μέτρον είναι»14, αλλά με την μεγάλη διαφορά ότι ο άνθρωπος, κατά τους Πατέρες, δεν μπορεί να νοήσει αυτόνομα, αλλά ως εικόνα του Θεού. Η Πατερική ανθρωπολογία είναι θεοκεντρική. Αυτό δεν υποτιμά τον άνθρωπο, αλλά αντίθετα τον εξυψώνει στον ύψιστο δυνατό βαθμό, αφού τίποτε υψηλότερο από τον Θεό δεν μπορεί να υπάρξει. Έτσι το ανθρωπολογικό ιδεώδες της Πατερικής θεολογίας συνίσταται στη θέωση του ανθρώπου, στην «ομοίωσή» του με τον Θεό κατά πάντα.
Εκτός από την ελευθερία, το «αυτεξούσιο», άλλη ιδιότητα του Θεού, που αναγνωρίζουν οι Πατέρες στον άνθρωπο - εικόνα του Θεού, είναι η αθανασία. Η ιδιότητα αυτή διασφαλίζεται στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία με την ιδέα της αθανασίας της ψυχής. Οι Πατέρες ασπάζονται την ιδέα αυτή, αλλά επιφέρουν ορισμένες ριζικές αλλαγές, τις οποίες δεν πρέπει να λησμονούμε. Η πρώτη είναι ότι η αθανασία της ψυχής δεν αναφέρεται κατά τους Πατέρες στην αρχή αλλά στο τέλος: Η ψυχή δεν είναι αΐδια, άναρχη και αιώνια, όπως θα την ήθελεν ο Πλάτων (και ο Ωριγένης), και τούτο διότι είχε αρχή. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα έχει κατ' ανάγκην και τέλος. Ένεκα της ελευθερίας που εισήχθη στην κοσμολογία και οντολογία από τους Πατέρες η φιλοσοφική αρχή κατά την οποία ό,τι έχει αρχή έχει κατ' ανάγκην και τέλος απορρίπτεται από τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, κατά τον οποίον οι ψυχές (και οι άγγελοι) «είχαν μεν αρχή, αλλά δεν θα έχουν τέλος»15. Πρόκειται συνεπώς περί αθανασίας ως δωρεάς και χάριτος, και όχι περί οντολογικής αναγκαιότητας, όπως θα την ήθελεν η ελληνική φιλοσοφία. Τίποτε δεν είναι δέσμιο της αρχής και των νόμων του.
Η άλλη αλλαγή που επέφεραν οι Πατέρες στην έννοια της αθανασίας της ψυχής είναι ότι τη συνδέουν με την Ανάσταση του Χριστού, την ανάσταση των σωμάτων16 και τη θέωση εν Αγίω Πνεύματι17. Όλα αυτά δείχνουν τη μεγάλη διαφορά μεταξύ Πλατωνισμού και Πατερικής θεολογίας ως προς το θέμα της αθανασίας της ψυχής. Διότι κανένας Έλληνας φιλόσοφος δεν θα συνέδεε την αθανασία με αυτές τις προϋποθέσεις. Πρόκειται και πάλι για την εξάρτηση της οντολογίας από την ελευθερία, για την απελευθέρωση της υπάρξεως από την ανάγκη του είναι. Διότι η θέωση — και η αθανασία— εν Αγίω Πνεύματι είναι νοητή μόνον ως γεγονός ελευθερίας. «Όπου Πνεύμα Κυρίου εκεί ελευθερία» κατά τον Απόστολον (Β΄ Κορ. 3,17).
Η σύνδεση της αθανασίας με την Ανάσταση του Χρίστου και τη μελλοντική ανάσταση των σωμάτων υπογραμμίζει μια άλλη βασική διαφοροποίηση της Πατερικής θεολογίας από την ελληνική φιλοσοφία. Πρόκειται για την πιο δραματική αντίθεση μεταξύ ελληνισμού και Χριστιανισμού από την πρώτη κιόλας συνάντηση τους στην ιστορία. Ο ελληνισμός, όπως διαμορφώθηκε κυρίως από τον Πλατωνισμό, δεν μπόρεσε ποτέ να συγχωρήσει το χριστιανικό κήρυγμα περί σαρκώσεως του Θεού και αναστάσεως των σωμάτων. Το θεωρούσε βλάσφημο και παράλογο, γιατί δεν είναι νοητό ο Θεός ως πνεύμα και ο άνθρωπος ως ψυχή, να πέφτουν τόσο χαμηλά ώστε να αναμιγνύονται με την ύλη. Το σώμα στον κλασσικό Πλατωνισμό, είναι καλό, αλλά μόνο στο βαθμό που μας παρέχει την αφορμή με το κάλλος του να το υπερβούμε φθάνοντας στο ιδεώδες «καλόν καγαθόν». Στον Νεοπλατωνισμό είναι μάλλον κακό, και πρέπει να λυτρωθούμε απ' αυτό καθαιρόμενοι μέσω της ψυχής. Η χριστιανική θεολογία απέρριψε την αντιϋλική αυτή νοοτροπία και θεώρησε τον άνθρωπο πλήρη και ακέραιο μόνο ως ψυχοσωματική οντότητα. Ο ελληνισμός έπρεπε να υποστεί αλλοίωση και «μετάνοια» ως προς το θέμα αυτό, για να γίνει αποδεκτός από τους Πατέρες.
Αλλά η επιμονή των Πατέρων στη σημασία του σώματος για την πληρότητα του ανθρώπου ενέχει ακόμα μεγαλύτερη σπουδαιότητα για την ανθρωπολογία. Πρόκειται για τη σημασία του προσώπου. Η έννοια του προσώπου αποτελεί την πιο μεγάλη συμβολή της Πατερικής θεολογίας στη φιλοσοφία, γράφει και πάλιν ο αείμνηστος π. Γεώργιος Florovsky18. Ο αρχαίος Ελληνο-ρωμαϊκός κόσμος δεν μπόρεσε να παραγάγει την έννοια του προσώπου για διάφορους λόγους. Στην Πλατωνική μορφή της η αρχαία ελληνική φιλοσοφία ήταν δέσμια της αντιλήψεως ότι το όλον, το γενικό προηγείται και είναι σημαντικότερο του συγκεκριμένου19. Γι' αυτό και η «ψυχή μπορεί να μετενσωματωθεί σε περισσότερα από ένα σώματα. Ακόμα και στον Αριστοτέλη, ο οποίος έχει ως αφετηρία το συγκεκριμένο ον, εκείνο που τελικά επιβιώνει και έχει σημασία είναι όχι το «αυτό» αλλά το «οίον αυτό», δηλαδή το είδος20 . Οι Πατέρες απορρίπτουν την πίστη στη μετενσωμάτωση και μετεμψύχωση21, ακριβώς γιατί θέλουν να διασφαλίσουν το απόλυτο χαρακτήρα του συγκεκριμένου ανθρώπου22. Αν ο άνθρωπος ορισθεί ως ψυχοσωματική οντότητα, τότε ο συγκεκριμένος άνθρωπος ως σώμα και ψυχή μαζί —και όχι μόνον ως ψυχή— αποτελεί μοναδική, ανεπανάληπτη οντότητα. Αυτό είναι ένα κρίσιμο σημείο στις σχέσεις Ελληνισμού και Χριστιανισμού στην εποχή των μεγάλων Πατέρων, που τιμούμε σήμερα.
Αλλά οι μεγάλοι αυτοί Πατέρες δεν αλλοιώνουν τον αρχαίο ελληνισμό μόνον ως προς τις έννοιες του κόσμου και του ανθρώπου. Η «καλή αλλοίωσις» επεκτείνεται και σ' αυτή την έννοια του Θεού. Το απολυτίκιο των Τριών Ιεραρχών τους καλεί «φωστήρας της τρισηλίου θεότητας» υπονοώντας τη συμβολή των στο δόγμα της Αγίας Τριάδος. Πράγματι, αυτοί οι Πατέρες διαλεύκαναν και εδραίωσαν την πίστη στον Θεό ως «μίαν ουσίαν ή φύσιν, τρία πρόσωπα ή υποστάσεις». Δεν θα μας απασχολήσει σε μια ομιλία, όπως η παρούσα, το βάθος και το πολύπλευρο νόημα αυτού του δόγματος, θα σημειώσουμε μόνον τη σημασία που έχει το δόγμα αυτό για τη σχέση ελληνισμού και Χριστιανισμού.
Το δόγμα της Αγίας Τριάδος, του οποίου ο Μ. Βασίλειος κανένα άλλο δεν θεωρεί σημαντικότερο εν σχέσει με τον Ελληνισμό («Εγώ δε, πολλών όντων α τον Χριστιανισμόν από της ελληνικής πλάνης και της Ιουδαϊκής αγνωσίας διίστησιν, ουδέν ηγούμαι κυριώτερον δόγμα της εις Πατέρα και Υιόν πίστεως τω Ευαγγελίω της σωτηρίας ημών ενυπάρχειν»23), δεν στρέφεται τόσο κατά της πολυθεΐας των αρχαίων Ελλήνων όσο κατά του είδους της Μονοθεΐας, που ανέπτυξαν οι Έλληνες φιλόσοφοι. Ο Θεός των φιλοσόφων αυτών ήταν καταδικασμένος σε ακοινωνησία, γιατί ήταν ουσιαστικά απρόσωπος. Ούτε ο Θεός του Πλάτωνος, ούτε, πολύ περισσότερο, ο Θεός του Αριστοτέλους μπορούσαν να κοινωνήσουν αγαπητικά, γιατί ο μεν ένας ήταν μια έκχυσις αγαθότητας απρόσωπη, ο δε άλλος το ερώμενον, το οποίον ουδενός εράται. Με το δόγμα της Τριάδος οι Πατέρες ενσωμάτωσαν στην έννοια του Θεού την ιδέα της προσωπικής κοινωνίας, της αγάπης δηλαδή ως προσωπικής κοινωνίας. Ο Τριαδικός Θεός, λοιπόν, είναι ένας, αλλά δεν είναι «μόνος»· η ενότητα δεν αναιρεί την πολλότητα, το «εν» δεν προηγείται των «πολλών», όπως συμβαίνει σε ολόκληρη την αρχαιοεληνική σκέψη. Ο Τριαδικός Θεός αποκαλύπτει το είναι ως κοινωνία, την ύπαρξη ως αγάπη, η οποία επιτρέπει στην ετερότητα εν ελευθερία να την υποστασιάζει. Αυτό σημαίνει ότι «ο Θεός αγάπη εστι» —κάτι που ο ελληνισμός έπρεπε να διδαχθεί από τον Χριστιανισμό στην «καλή αλλοίωση», που του προσέφεραν οι Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας.
Έτσι φθάνουμε στην καίρια σπουδαιότητα που έχει για τους Πατέρες η Εκκλησία. Η Εκκλησία δεν είναι απλώς ένας θεσμός, είναι ένας τρόπος υπάρξεως. Ο άνθρωπος δεν γνωρίζει τον Θεό ως μεμονωμένο άτομο, αλλά σε ελεύθερη κοινωνία με τους άλλους. Η Εκκλησία είναι ο κατ' εξοχήν χώρος αποκαλύψεως του Θεού και τελειώσεως του ανθρώπου, διότι είναι το μυστήριο της αγάπης, της κοινωνίας με τους άλλους. Ο Τριαδικός Θεός ως περιχώρηση προσώπων συναντάται στην Εκκλησία ως «σώμα Χριστού» και «κοινωνία του Αγίου Πνεύματος». Η εκκλησιολογία των Τριών Ιεραρχών συνάδει προς τη θεολογία των περί Τριαδικού Θεού. Ο ελληνισμός καθίσταται έτσι αδιανόητος χωρίς την Εκκλησία.
Ιδού, λοιπόν, σε αδρές γραμμές η αλλοίωση, την οποία υπέστη ο αρχαίος ελληνισμός στην επαφή του με τους Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, των οποίων κορυφαίοι είναι οι τιμώμενοι Τρεις Ιεράρχες. Οι μυσταγωγοί αυτοί του Πνεύματος, «τα πάγχρυσα στόματα του Λόγου» υπήρξαν Έλληνες και γνώστες όσον ολίγοι της αρχαίας ελληνικής παιδείας. Η χριστιανική όμως πίστη των τους οδήγησε στην ανάγκη να μεταμορφώσουν τον ελληνισμό σε ό,τι είχε σχέση με τη στάση του ανθρώπου έναντι του Θεού, του κόσμου και της Ιστορίας. Πήραν από την ελληνική παιδεία τον οντολογικό της προβληματισμό με την έντονη δίψα της αθανασίας και τον απαράμιλλο γλωσσικό εξοπλισμό της, την τέχνη της ρητορικής και ορισμένες ηθικές αξίες, όπως η αρετή και η σωφροσύνη. Κράτησαν τη λατρεία για το φως, το κατ' εξοχήν ελληνικό αυτό χαρακτηριστικό, το οποίο ανήγαγαν σε θεμελιώδη θεολογική έννοια, έκφραση της δόξας του Θεού και του θεουμένου ανθρώπου. Διατήρησαν και ανύψωσαν σε ιδεώδες της χριστιανικής ζωής, και μάλιστα του «φιλοσόφου» βίου των μοναχών, την ξενία, την οποία ο αρχαίος Έλλην είχε συνδέσει με των Πατέρα των θεών. Ανήγαγαν το κάλλος και την τέχνη σε στοιχείο παραστάσεως της Βασιλείας του Θεού και αναπόσπαστο συνοδό της λατρείας της Εκκλησίας. Παρέλαβαν και διατήρησαν το ιδεώδες της αθλήσεως μεταφέροντάς το στους πνευματικούς αγώνες του χριστιανού. Τα διαπότισαν όμως όλα αυτά με δυο θεμελιώδεις υπαρξιακές αρχές, οι οποίες αλλοίωσαν τον αρχαίο ελληνισμό στην κοσμοθεωρία του, την αρχή της ελευθερίας και την αρχή της αγάπης. Οι αρχές αυτές δεν ήταν έννοιες άγνωστες στον αρχαίο ελληνισμό. Αλλά δεν είχαν ποτέ διαποτίσει την οντολογία, την κοσμολογία και την ανθρωπολογία του. Ο Χριστιανισμός δίδαξε τον Έλληνα να βλέπει τον κόσμο ως δώρο αγάπης και προϊόν ελευθερίας, και να μην είναι δέσμιος των δυνάμεων της Τύχης και της Ειμαρμένης ή έστω ενός ιδεατού και «λογικού» κόσμου, στον οποίο θα έπρεπε να καθυποτάξει την ελευθερία και την αγάπη. Από τον εκχριστιανισμό του ελληνισμού προέκυψε μια στάση ζωής, στην οποία η ιστορία και ο χρόνος νοηματίζονται ως το πεδίο ασκήσεως της ελευθερίας και της αγάπης, όχι σαν μια κυκλική κίνηση επανόδου στην αρχή των πραγμάτων, αλλά ως ο χώρος του καινού, του νέου, του απροόπτου, ως μια ευθύγραμμη πορεία προς ένα τέλος πολύ ανώτερο και καλύτερο από την αρχή. Έτσι μαζί με την ιστορία και το χρόνο απέκτησαν ιερότητα και αιώνια αποφασιστική σημασία το σώμα και η ύλη ως όργανα ασκήσεως της αγάπης και της ελευθερίας, ως φορείς του ίδιου του σαρκωθέντος Θεού, κάτι που σκανδάλισε τόσο πολύ τους αρχαίους. Ο άνθρωπος, ο κάθε άνθρωπος, ανεξάρτητα από τις ιδιότητές του, και όχι μόνον «ο καλός καγαθός», ανεδείχθη σε μοναδική και ανεπανάληπτη υπόσταση, αυτός καθαυτόν και όχι ως υπηρέτης ενός όλου. Το «Εν» έπαυσε να προηγείται των «πολλών», και ο πλησίον έγινε ο μόνος και αναπόφευκτος δρόμος προς τον Θεό, αναδεικνύοντας την Εκκλησία υπέρτατη συλλογική η μάλλον «κοινοτική» έκφραση του ελληνισμού.
Ιδού, λοιπόν, η «καλή αλλοίωσις», ιδού και η μεγάλη κληρονομιά! Αυτόν τον ελληνισμό διεμόρφωσαν οι εορταζόμενοι σήμερα Πατέρες, και αυτού του ελληνισμού μας κατέστησαν φορείς και εκφραστές. Τι απέγινε ο ελληνισμός αυτός στις γενεές που ακολούθησαν, και ποία είναι η σημασία του για μας σήμερα; Με τα ερωτήματα αυτά θα περατώσομε τον λόγο.
http://www.oodegr.com/neopaganismos/ell ... taut_1.htm
<<ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΔΕΝ ΣΚΕΠΑΖΕΙ ΟΥΔΕΝ ΑΠΟ ΣΟΥ ΚΑΙ Η ΝΥΞ ΛΑΜΠΕΙ ΩΣ Η ΗΜΕΡΑ ΕΙΣ ΣΕ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΩΣ ΤΟ ΦΩΣ>>

Re: Ελληνισμός και Χριστιανισμός: Οι Τρεις Ιεράρχαι και η Ελληνική ταυτότητα

43
Ο ελληνισμός των Πατέρων και η σημερινή ελληνική ταυτότηταΟ εκχριστιανισμός του ελληνισμού από τους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας δοκιμάστηκε κατά τη διαδρομή της ιστορίας. Η πρώτη μεγάλη δοκιμασία ήλθεν από τη Δύση, όταν η Εκκλησία της Ρώμης σε συνεργασία με το φραγκικό κράτος, που αντιμαχόταν την Κωνσταντινούπολη, απέβαλε τον ελληνισμό από τον Χριστιανισμό της και τον υποχρέωσε μ' αυτόν τον τρόπο να χάσει την οικουμενική επιρροή του, η ίδια δε να αναπτύξει μονομερώς τα ρωμαϊκά στοιχεία του πολιτισμού της. Μεγάλοι θεολόγοι της Δύσεως γράφουν πλέον πραγματείες «κατά Ελλήνων», εννοώντας όχι πλέον τους ειδωλολάτρες, αλλά τους χριστιανούς της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Οι Ορθόδοξοι από το άλλο μέρος ανταποδίδουν τη στάση αυτή καλώντας τους Δυτικούς χριστιανούς «Λατίνους», και αποδεχόμενοι πλέον οριστικά για τον εαυτό τους τον όρον «Έλληνες». Έτσι το αρνητικό περιεχόμενο, που είχεν ο όρος «Έλλην» κατά την εποχή των Τριών Ιεραρχών, παραχωρεί τη θέση του στον αυτοχαρακτηρισμό των Βυζαντινών ως «Ελλήνων», με τίμημα την εξασθένηση, αν όχι απώλεια, της οικουμενικής επιρροής της Ορθοδοξίας, η οποία γίνεται σιγά-σιγά «ελληνική» υπόθεση. Ο «Έλλην» πλέον ως «Ορθόδοξος» ταυτίζεται δια μέσου της αντιθέσεώς του προς την Δύση.
Στο εσωτερικό του Βυζαντίου η εξέλιξη αυτή οδηγεί σε τάσεις κατανοήσεως της ελληνικότητας ως επανόδου στον αρχαίο ελληνισμό. Ονόματα όπως ο Μιχαήλ Ψελλός, εν μέρει ο Ιωάννης Ιταλός, ο Γεώργιος Πλήθων-Γεμιστός κ. α. συνδέονται με την προσπάθεια αυτή. Η αντίδραση όμως της Εκκλησίας είναι ισχυρή, και τα ρεύματα αυτά εξασθενίζουν. Η ελληνική ταυτότητα παραμένει άρρηκτα συνδεδεμένη με την Ορθοδοξία, ως διαχρονική έκφραση της Πατερικής αλλοιώσεως του Ελληνισμού.
Αλλά το πρόβλημα επανέρχεται αργότερα κατά τους νεωτέρους χρόνους δι' άλλης οδού. Η Αναγέννηση στην Δύση, αποτέλεσμα σε μεγάλο μέρος της εκεί μεταναστεύσεως Ελλήνων λογίων μετά την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως, αναδεικνύει τον αρχαίο ελληνισμό ως κυρίαρχο στοιχείο του πολιτισμού της Δύσεως. Αρχίζει έτσι μια άνθηση των κλασσικών σπουδών στην Δύση, το κίνημα του Ουμανισμού, το οποίο με τη συμβολή και άλλων παραγόντων οδηγεί τον Δυτικό πολιτισμό σε μια βαθύτερη κρίση στην σχέση του με τον Χριστιανισμό. Η Δύση αρχίζει να αποχριστιανίζεται ραγδαία και να ωθεί τον Χριστιανισμό στο περιθώριο του πολιτισμού, στους τέσσερες τοίχους των ναών ή στην ατομική ευσέβεια. Η επιστήμη συγκρούεται με την Εκκλησία με αφορμές, όπως εκείνες του Γαλιλαίου και του Δαρβίνου, η ηθική και το δίκαιον αντλούν πλέον την δικαίωσή τους από έναν ανθρωπισμό, που δεν θεωρεί την θρησκεία αναγκαία, και η Τέχνη εκκοσμικεύεται ή καταφεύγει στα ψυχολογικά βάθη του υποκειμένου.
Την ίδια στιγμή η ελληνική Ορθοδοξία υφίσταται ένα μεγάλο διχασμό στο εσωτερικό της. Γοητευμένοι από τον Διαφωτισμό της Δύσεως πολλοί Έλληνες - μάλιστα η πνευματική ιθύνουσα τάξη - σπουδάζουν στην Εσπερία και μεταφέρουν στην Ελλάδα μια ελληνική παιδεία, που δεν καταδέχεται καν να κάμει λόγο για Ορθοδοξία. Η αντίθεση μεταξύ θρησκείας και Επιστήμης μεταφέρεται στον τόπο μας, ενώ η Ορθόδοξη Εκκλησία υφίσταται μια χωρίς προηγούμενο εισβολή του δυτικού χριστιανικού ευσεβισμού και μια «Βαβυλώνια αιχμαλωσία» της θεολογίας της στην Δύση. Οι Τρεις Ιεράρχαι πανηγυρίζονται στα σχολεία, όχι τόσο για να τονισθεί η καλή αλλοίωση του ελληνισμού εκ μέρους των, αλλά μάλλον για να εξαρθεί η συμβολή τους στην κλασσική ελληνική παιδεία. Η Ορθόδοξη Εκκλησία παραδίδεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στην διείσδυση του δυτικού ευσεβισμού, και μόλις πρόσφατα αρχίζει να διερωτάται για το δέον γενέσθαι με την θεολογία της, που είχε διακόψει τους δεσμούς της τόσο με την Εκκλησία, όσο και με όσους είχαν ανταλλάξει το θυσιαστήριο της ενορίας και τον επίσκοπο με την αίθουσα των κηρυγμάτων.
Ως αντίδραση στην κατάσταση αυτή αναβιώνει ένας «έρως Ορθοδοξίας», που φέρνει συνήθως δυο χαρακτηριστικά: τον αντιδυτικισμό και την αντιπολιτισμική εσωστρέφεια με την μορφή της πιστής αντιγραφής του παρελθόντος (Βυζάντιο). Η πόλωση είναι πλέον αναπόφευκτη: οι «προοδευτικοί» αντιδρούν και υπερασπίζονται την Δύση, ενώ οι «Ορθόδοξοι» - που παίρνουν και το χαρακτηρισμό των «νεο-ορθοδόξων» - στηλιτεύουν ανελέητα κάθε τι το «δυτικό». Τι απέγινεν άρα γε η «καλή αλλοίωση» του ελληνισμού, που επέφεραν σ' αυτόν οι Τρεις Ιεράρχαι; Ο εκχριστιανισμένος ελληνισμός των Πατέρων της Εκκλησίας δεν εξέλιπε, παρά τις δοκιμασίες που υπέστη στην Ιστορία. Πρέπει όμως να έλθει και πάλι στην επιφάνεια και να συμβάλει στο ιστορικό γίγνεσθαι, όπως αυτό διαμορφώνεται στο κατώφλι της τρίτης χιλιετίας.


Παναγιώτατε,
Σεβασμιώτατοι,
Κύριε Υπουργέ,
Κύριε Πρύτανη,
εκλεκτή ομήγυρις,
Η μεγαλύτερη τιμή, που θα μπορούσαμε οι σύγχρονοι Έλληνες να αποδώσουμε στους τρεις μεγάλους οικουμενικούς διδασκάλους, τους οποίους εορτάζομε σήμερα, δεν θα ήταν τόσο η έξαρση της συμβολής των στην παιδεία και τον πολιτισμό του παρελθόντος, θα άρμοζε περισσότερο στους μεγάλους αυτούς πνευματικούς ταγούς η συνειδητοποίηση και προβολή της σημασίας τους για τον κόσμο, στον οποίο ζούμε, και για εκείνον που κρούει ήδη την θύρα μας. Οι Τρεις Ιεράρχαι πρέπει να ξαναγίνουν πάλι οικουμενικοί διδάσκαλοι, όχι μόνο διότι αυτό θα εκολάκευε την εθνική υπερηφάνειά μας, αλλά διότι τέτοιους διδασκάλους χρειάζεται σήμερα ο ελληνισμός και η οικουμένη.
Κατά την εποχή των Τριών Ιεραρχών ένας λόγιος και φιλόσοφος αυτοκράτωρ, ο Ιουλιανός, προσπάθησε να αναστήσει τον αρχαίο ελληνισμό και να αποτρέψει τον εκχριστιανισμό του. Απέτυχε όμως, και αυτό για δύο λόγους: Πρώτον, διότι κοίταξε πίσω, σαν την γυναίκα του Λωτ, αντί να ατενίσει προς το μέλλον. Και δεύτερον, διότι παρά την προσπάθειά του δεν επέτυχε να πείσει τους Πατέρες της Εκκλησίας να μη χρησιμοποιούν την κλασσική ελληνική παιδεία, τουτέστιν τον πολιτισμικό τους περίγυρο, με το επιχείρημα ότι δεν έχουν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν την ελληνική παιδεία όσοι αρνούνται το θεολογικό και θρησκευτικό υπόβαθρό της. Οι Πατέρες αρνήθηκαν την φυγή από το πολιτισμικό τους περιβάλλον, συνέβαλαν στα υπαρξιακά του προβλήματα, και αντί να απορρίψουν τον ελληνισμό, όπως τους το ζητούσε ο Ιουλιανός, προτίμησαν να τον μεταμορφώσουν εκ των έσω. Έτσι ο ελληνισμός όχι μόνο δεν έσβησε υποκύπτοντας στα υπαρξιακά του αδιέξοδα, αλλά βαπτισμένος στην χριστιανική πίστη επέζησε και έφθασε έως εμάς.
Και εμείς; Τι θα κάνουμε με τον χριστιανικό ελληνισμό, που μας εκληροδότησαν; θα τον απαρνηθούμε επιστρέφοντας ως άλλοι Ιουλιανοί στον αναλλοίωτο από τον Χριστιανισμό ελληνισμό της αρχαιότητας; Αλλά καμιά επάνοδος στο παρελθόν δεν δικαιώθηκε ποτέ ιστορικά και δεν επέζησε - ο Ιουλιανός δεν ήταν παρά ένα μόνο παράδειγμα της αδυσώπητης αυτής αλήθειας. Μια ελληνική ταυτότητα βασισμένη μόνο στο παρελθόν και αδιάφορη απέναντι των προβλημάτων του παρόντος είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Το ίδιο ισχύει και για την Ορθοδοξία. θα χρησιμοποιήσω και πάλι τα λόγια του αειμνήστου π. Γεωργίου Florovsky, του Ορθοδόξου αυτού θεολόγου της εποχής μας, που τόλμησε να πει, αν και Ρώσσος ο ίδιος, ότι χωρίς τον ελληνισμό ο χριστιανισμός θα διέπραττε πνευματική αυτοκτονία, και ότι η Ορθοδοξία πρέπει να επιστρέψει στους Πατέρες. Ας ακούσουμε όμως τι προσθέτει: Επιστροφή στους Πατέρες δεν σημαίνει αντιγραφή των Πατέρων. «Πρέπει να είναι μια δημιουργική επιστροφή (υπογράμμιση από τον ίδιο). Ένα στοιχείο αυτοκριτικής πρέπει να εμπεριέχεται σ' αυτήν24... Η Ορθοδοξία δεν είναι μόνο Παράδοση, είναι και χρέος... Η αληθινή ιστορική σύνθεση συνίσταται όχι απλώς σε μια ερμηνεία του παρελθόντος, αλλά επίσης στην διαμόρφωση του μέλλοντος με μια δημιουργική πράξη»25
Στην διαμόρφωση αυτή του μέλλοντος καλούν την γενεά μας οι τιμώμενοι σήμερα εκκλησιαστικοί ηγέτες και διδάσκαλοι. Η ταυτότητα του σημερινού ελληνισμού πρέπει να υπερβεί τη διχοτόμησή της σε αρχαία και Βυζαντινή, αν θέλει να συμβάλει δημιουργικά στο πολιτισμικό γίγνεσθαι των χρόνων μας. Πρέπει επίσης να ξεπεράσει τον ελλαδισμό, που στενεύει τους ορίζοντές της, και να ξαναβρεί την οικουμενικότητα, που της προσέδωσαν οι εκκλησιαστικοί Πατέρες. Πρέπει να καταλάβει ότι η θέση της δεν είναι στον αντίποδα της Δύσεως, σε κάποια εξωτική Ανατολή, αλλά μέσα στην καρδιά του πολιτισμικού μας γίγνεσθαι, έτσι ώστε η ελληνική ταυτότητα να αντλείται όχι από στείρες αντιθέσεις και αντιπαραθέσεις, αλλά από δημιουργικές τοποθετήσεις. Ο ελληνισμός πρέπει να ξαναβρεί το σφρίγος της δημιουργικής του παρουσίας στον κόσμο που έρχεται, και αυτό μπορεί να το επιτύχει μόνο αν μεταφέρει στον κόσμο αυτό τα στοιχεία, που του προσέδωσαν οι Έλληνες Πατέρες και που προσπαθήσαμε να σκιαγραφήσουμε στην ομιλία μας αυτή: στοιχεία υψίστης υπαρξιακής σημασίας.
Ο κόσμος που έρχεται - είναι, αλλοίμονο, τόσο βέβαιο αυτό! - θα διψάσει πολύ για ελευθερία και αγάπη, για σεβασμό του προσώπου, για έναν Θεό Τριαδικό, που είναι κοινωνία, για μια ιερότητα του υλικού κόσμου, που ανελέητα καταστρέφεται - για όλα όσα οι Πατέρες χάρισαν στον ελληνισμό με την «καλή αλλοίωσή» του. Τίποτε ίσως δεν θα είναι πιο επίκαιρο στην ανατολή του νέου αιώνα από ένα ελληνισμό, που θα εμπεριέχει τα στοιχεία, που του χάρισαν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Εκκλησία και παιδεία ας αναλάβουν τις ευθύνες τους. Ο ελληνισμός και η Ορθοδοξία ας ανοίξουν τους ορίζοντές τους στα υπαρξιακά προβλήματα του ανθρώπου και πάλι, όπως τους άνοιξαν κάποτε οι Πατέρες της Εκκλησίας στην εποχή τους. Ο ελληνισμός και η Ορθοδοξία δεν είναι αγαθά προς συντήρηση η εγκαύχηση. Είναι χρέος δημιουργίας.
Σας ευχαριστώ.


Σημειώσεις
1. Εφ. 2,11 εξ.· 3,1 εξ.
2. E. von IVANKA, Plato Christianus, 1960. ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ, Hellenisches und Christlisches in frühbyzantinishen Geistesleben, 1948.
3. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Έπη ιστορικά, Π, 8, 50-60: Προς Σέλευκον, Ρ.G. 37, 1581.«Ά δ' εις θεούς έγραφαν (οι αρχαίοι Έλληνες) εν λήρω πλατεί, Μύθους ασέμνους, δαιμόνων διδάγματα, Μύθους γέλωτος αξίους και δακρύων, Ταύθ' ως βρόχους τε και πάγας αποστρέφου. Άμφω δ' αναγνούς, τους θεούς και τους λόγους, θεούς γελοίους και λόγους ερασμίους, Καταφρόνει μεν των φιληδόνων θεών, Λόγους δε τιμών, ώσπερ εξ ενός φυτού, και τας ακάνθας φεύγε, και ρόδον δρέπου». Πρβλ. αυτόθι Ι, Ρ.G. 37, 1062.
4. Εις Λάζαρον, 4,3. Ρ.G. 48, 1011.
5. Προς τους πολεμούντας... III, Προς πιστόν πατέρα, Λόγ. Γ΄, 11. Ρ.G. 47, 367.
6. Κατά Ευν. 2,7, Ρ.G. 29, 585.
7 Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Επιστ. 125, Ρ.G. 32, 546 εξ.• ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛ., Λογ. 21,22. Ρ.G. 35,1105 εξ.
8. Περί Αγ. Πνεύμ. 1,2 Ρ.G. 32, 69. « Πειράσθαι τον εν εκάστη λέξει και εν εκάστη σηλλαβή κεκρυμένον νουν ανιχνεύειν... (Διότι) ομοίωσις Θεού ουκ άνευ γνώσεως· η δε γνώσις εκ διδαγμάτων. Λόγος δε, διδασκαλίας αρχή· λόγου δε μέρη, συλλαβαί και λέξεις. Ώστε ουκ έξω σκοπού γέγονε των συλλαβών η εξέτασις».
9. G. FLOROVSKY, «Patristic Theology and the Ethos of the Orthodox Church», Collected Works, Belmont, Mass., 1975, vol. IV, σ. 17.
10. ΠΛΩΤΙΝΟΥ, Εν. V, 4,1,26-31.
11. Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Εις Εξαήμερον, Ι, 7. P.G. 429,17.
12. Θ. Λειτουργία Μ. Βασιλείου: «Κύριε ο Θεός ημών, ο κτίσας ημάς και αγαγών εις την ζωήν ταύτην... Ο Ων Δέσποτα... άξιον ως αληθώς και δίκαιον... σοί ευχαριστείν...».
13. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ, 5, Λογ. Κατηχ. 5, Ρ. G. 45, 24 «ουκ αν του καλλίστου και τιμιωτάτου των αγαθών απεστέρησε, λέγω δε δη της κατά το αδέσποτον και αυτεξούσιον χάριτος. Ει γαρ τις ανάγκη τη ανθρωπίνη επεστάτει ζωή, διεψεύσθη αν η εικών κατ' εκείνο το μέρος, αλλοτριωθείσα τω ανομοίω προς το αρχέτυπον».
14. ΠΛΑΤΩΝΟΣ, Θεαίτητος, 160d
15. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛ., Λογ. 29, 13. Ρ.G. 36, 89 εξ. «αλλά μην και ήρκται και ου παύσεται».
16. Πρβλ. G. Florovsky, «The Immortality’ of the Soul», Collected Works, vol. III.σ. 213-240.
17. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛ., Λογ. 34, 12, Ρ.G. 36, 252
18. G. Florovsky, «Esxatology in the Patristic Age. Introduction», Collected Works, vol. IV,σ. 74
19. Βλ. π.χ. ΠΛΑΤΩΝΟΣ, Νόμοι, Χ, 903 cd
20. Βλ. ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ, Περί ψυχής, 2,4. 415Α, 28-67.
21. Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, ΕιςΕξαήμερον, 8,2. Ρ.G. 29,168.
22. Βλ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΖΗΖΙΟΥΛΑ, «Από το προσωπείον εις το πρόσωπον. Η συμβολή της πατερικής θεολογίας εις την έννοιαν του προσώπου», Χαριστήριον, Τόμος προς τιμήν Μητροπολίτου Χαλκηδόνος Μελίτωνος, Θεσσαλονίκη, 1977. σ. 287-323.
23. Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Κατά Ευν. 2,22. Ρ.G 29, 620.
24. G. FLOROVSKY, «Patristic Theology and the Ethos of the Orthodox Church», Collected Works, vol. IV, σ. 22.
25. ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ, «The ways of Russian Thology», Collected Works, vol. IV, σ. 209.

http://www.oodegr.com/neopaganismos/ell ... taut_1.htm
<<ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΔΕΝ ΣΚΕΠΑΖΕΙ ΟΥΔΕΝ ΑΠΟ ΣΟΥ ΚΑΙ Η ΝΥΞ ΛΑΜΠΕΙ ΩΣ Η ΗΜΕΡΑ ΕΙΣ ΣΕ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΩΣ ΤΟ ΦΩΣ>>

Ο Χριστιανικός Ελληνισμός!..

44
Εικόνα
Ο Χριστιανικός Ελληνισμός!..

Με το βιβλίο μας «Ο Ελληνικός Χριστιανισμός» αποδεικνύουμε ότι, σε φιλοσοφικό τουλάχιστον επίπεδο, υπήρχε συμφωνία μεταξύ των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων, που έζησαν προ Χριστού, και της Αγίας Γραφής! Στο βιβλίο αυτό, που έχει τον αντίστροφο τίτλο: «Ο Χριστιανικός Ελληνισμός» αποδεικνύουμε πάλι το ίδιο, αφού υπάρχει συμφωνία των μετά Χριστόν αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων και της Αγίας Γραφής!.. Σήμερα διαβάζουμε τον πρόλογο του βιβλίου αυτού!..



ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

«ερευνάτε τας γραφάς, ότι υμείς δοκείτε εν
αυταίς ζωήν αιώνιον έχειν και εκείναί εισιν
αι μαρτυρούσαι περί εμού» (Ιω. 5, 39)

ΜΕ ΤΟ βιβλίο μας «Ο Χριστιανικός Ελληνισμός» δεν νομίζομεν ότι «γκρεμίζουμε τα κάστρα της γνώσης», αλλά και δεν θα θέλαμε να πιστέψει ο αναγνώστης ότι «κομίζομεν γλαύκας εις Αθήνας», δεδομένου ότι η έρευνά μας (αυτή η ιστορική πραγματεία - αν θέλετε) στοχεύει στην αναζήτηση της αλήθειας και μόνον αυτής. Μία αλήθεια η οποία υπηρετήθηκε χωρίς σκοπιμότητες και χωρίς συναισθηματισμούς. Άλλωστε, η όποια ιστορική ή επιστημονική έρευνα, που επηρεάζεται από σκοπιμότητες και συναισθηματισμούς δεν είναι έρευνα.

Θα μπορούσαμε να γράψωμε πολλά γι’ αυτό το βιβλίο. Ακόμη περισσότερο όταν αποκλειστικός στόχος του έργου ήταν «να ευλογούσαμε τα γένεια μας».

Για ν’ αποφύγουμε, λοιπόν, κάθε … παραστράτημα, για το ζήτημα του Ελληνο-Χριστιανικού Πολιτισμού, θ’ αφήσουμε να μιλήσει ο Πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Μεταλληνός, Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο οποίος, όχι μόνον έχει αναφερθεί με εγκωμιαστικά λόγια στην αρθρογραφία του συγγραφέως, αναγνωρίζοντας την επιστημονικήν εργασίαν και τεκμηρίωσιν των ιστορικών εργασιών του, αλλά, προλογίζοντας το βιβλίο μας «Ιησούς Χριστός: Ελληνισμός-Χριστιανισμός» είχε γράψει τα ακόλουθα:

«Είχα επανειλημμένως την ευκαιρία να συζητήσω σε τηλεοπτικές εκπομπές («ΤΗΛΕΤΩΡΑ»), αλλά και κατ’ ιδίαν, σημαντικά θέματα με τον κ. ΄Αγγελο Σακκέτο και εθαύμασα το μεγάλο φάσμα της φιλολογικοϊστορικής και θεολογικής συνάμα καταρτίσεώς του, αλλά και την φλογερή αγάπη του για κάθε τι το ελληνικό και χριστιανικό-ορθόδοξο. Διεπίστωσα, ότι διεξάγει ένα πολυμέτωπο αγώνα, για να στηρίξει ό,τι συνιστά συστατικό αστασίαστο και απαράβατο της ελληνορθοδόξου παραδόσεώς μας. Αυτοί είναι οι λόγοι, που δέχθηκα, χωρίς καμμιά αναστολή, την τιμητική για με πρότασή του να προλογίσω το βιβλίο του αυτό. Διότι θέλω με αυτόν τον τρόπο να δηλώσω, επίσημα και κατηγορηματικά, την συμπαράστασή μου στον αγώνα του, που είναι ο αγώνας παντός Ελληνορθοδόξου.

Αυτή, άλλωστε, είναι και η σημασία της προλογίσεως ενός βιβλίου. Με τον «Πρόλογο» δεν δηλώνει κανείς την απόλυτη ταύτισή του με κάθε σημείο του προλογιζομένου βιβλίου, αλλά τη συμμετοχή του στο πνεύμα και τη στοχοθεσία, που διέπουν τον πνευματικό αγώνα του συγγραφέα (αυτό ουσιαστικά είναι το βιβλίο) και την συμπαράταξη σ’ αυτά. Αυτό δεν το λέγω, για να μειώσω στο ελάχιστο τα γραφόμενα του κ. Σακκέτου. Διότι δεν μας χωρίζεί τίποτε, μάλλον πάρα πολλά είναι αυτά που μας ενώνουν. Αυτό ισχύει και ως προς το ογκώδες αυτό πνευματικό πόνημά του. Είναι αληθινό «πάλαισμα» αληθείας και φιλοπατρίας και γι’ αυτό μπορεί να προσφέρει πολλά, με τις φιλότιμες απαντήσεις που δίδει σε καίρια προβλήματα της εθνικής μας ταυτότητας, με κριτική τοποθέτηση προβλημάτων, που προκαλούν δημιουργικά τη σκέψη, με τον παλμό της ελληνικής καρδιάς του, που ενισχύει τον πατριωτισμό μας.

Ο κ. Σακκέτος δεν είναι απλώς δημοσιογράφος, που καταγράφει την ιστορική πραγματικότητα, είναι ερευνητής, που διεισδύει κριτικά στα προβλήματα και αναζητεί τις γενετικές τους σχέσεις, για να καταθέσει τεκμηριωμένα και υπεύθυνα την πρότασή του. Επέλεξε θέμα σημαντικώτατο, διότι η ενασχόληση με τη σχέση Ελληνικότητος-Χριστιανικότητος καταδεικνύει κυρίως τη σχέση τη δική μας με τα δύο αυτά υπεροχικά μεγέθη της ταυτότητός μας. Η στάση μας απέναντι τους και η σύνδεσή τους στο βάθος της συνειδήσεώς μας είναι η «λυδία λίθος», για να διακριβωθεί η αλήθεια ή αναλήθεια του φρονήματός μας, η σχέση μας με τον ατίμητο θησαυρό της ιστορίας μας.

Σ΄ αυτό έγκειται η αξία του βιβλίου του κ. Σακκέτου. Δεν ακροβατεί αυτοσχεδιάζοντας, ούτε επιβάλλει ανομολόγητους και αθεμελίωτους στοχασμούς του. Μένει με συγκινητική πιστότητα στις πηγές ανατρέχει φιλότιμα στην επιστημονική βιβλιογραφία˙ επικαλείται τις γνώμες των ειδικών και τις περιβάλλει με σεβασμό απεριόριστο. Βέβαια, όλα αυτά γίνονται για να αποδειχθεί κάτι˙ η αδιάσειστη ενότητα Ελληνισμού και Χριστιανικής Ορθοδοξίας. Ο κ. Σακκέτος όμως δεν παρουσιάζει απλώς την ενότητα αυτή˙ την αποδεικνύει! Δεν θα εξετάσω εδώ, αν στην ξυνωρίδα Ελληνισμός-Χριστιανισμός το βάρος πέφτει στην πλευρά του Ελληνισμού, όπως εκ πρώτης όψεως φαίνεται στο βιβλίο. Σημασία μεγαλύτερη έχει, ότι «ο ελληνολάτρης Σακκέτος» δεν μπορεί να υπάρξει, ως ΄Ελλην, χωρίς την Ορθοδοξία των Αγίων Πατέρων μας, των αυθεντικών ενσαρκωτών του Ελληνισμού και αυθεντικώτερων συνεχιστών του στην ιστορία. Αυτό εκτιμώ ιδιαίτερα εις τον κ. Σακκέτο . Διότι δεν τεμαχίζει την ιστορική μας ύπαρξη. Την κρατεί αδιάτμητη και αδιαίρετη και έτσι την προσφέρει σ’ αυτό το έργο του, που και μόνο γι’ αυτό το λόγο θα προσφέρει πολλά διδάσκοντας, νουθετώντας ή και προκαλώντας τη σκέψη των αναγνωστών του. Εύχομαι το βιβλίο να βρει την ανταπόκριση που του αξίζει».

Επειδή δεν έχουμε να προσθέσουμε τίποτε άλλο, πέραν αυτών που υπενθυμίσαμε στους αγαπητούς αναγνώστες και αναγνώστριες, ένα μονάχα θα θέλαμε να πούμε:

Καλή ανάγνωση, Έλληνες!..
Καλή ανάγνωση, Χριστιανοί!..

ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΑΝ. ΣΑΚΚΕΤΟΣ http://www.sakketosaggelos.gr/Article/3303/
<<ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΔΕΝ ΣΚΕΠΑΖΕΙ ΟΥΔΕΝ ΑΠΟ ΣΟΥ ΚΑΙ Η ΝΥΞ ΛΑΜΠΕΙ ΩΣ Η ΗΜΕΡΑ ΕΙΣ ΣΕ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΩΣ ΤΟ ΦΩΣ>>

αρχ. Χριστόδουλος : Ορθοδοξία, όρος επιβίωσης του Ελληνισμού

45
Ορθοδοξία, όρος επιβίωσης του Ελληνισμού
Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος


Ομιλία του τότε Σεβ. Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Χριστοδούλου (νυν Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος) που έκαμε στη μεγάλη αίθουσα του Πνευματικού Κέντρου της Ι. Μ. Δημητριάδος στο Βόλο προς τους εκπαιδευτικούς της περιοχής το πρωί της ημέρας των Τριών Ιεραρχών, (30/01/98) μετά τη Θ. Λειτουργία.

Το θέμα αυτό "Η Ορθοδοξία, όρος επιβίωσης του Ελληνισμού", θα ήταν ίσως, υπό άλλες συνθήκες, και σαν τίτλος και σαν ουσία αυτονόητο. Σήμερα όμως δεν φαίνεται να συγκεντρώνει τη γενική αποδοχή. Αντιθέτως, η πρόταση αμφισβητείται σημαντικά, μια και αναζητούνται ή προβάλλονται άλλα κυρίως ερείσματα για την επιβίωση μας ως λαού και ως έθνους. Μάλιστα, εξ αφορμής των φόβων που διατυπώθηκαν εν σχέσει με την ανταγωνιστικότητά μας έναντι των ευρωπαίων εταίρων μας, ακούσθηκαν και ακούονται σε όλους τους τόνους συνθήματα που αναδεικνύουν όρο επιβίωσης του Ελληνισμού την αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος και την πρόοδο του δείκτη της παραγωγικότητας, καθώς και την προώθηση των εξαγωγών μας και γενικά την αύξηση των οικονομικών μεγεθών. Με αυτόν τον μονοσήμαντο οικονομικό εξοπλισμό, τονίζουν οι ειδήμονες, μπορούμε να αντιπαραταχθούμε στην πρόκληση της Ευρώπης, ενώ παράλληλα, αλλά σε άλλη απόσταση, κινείται και κάποια ανανέωση της εκπαίδευσης μας με βάση την ηλεκτρονική πληροφορική, που μάλλον σαν "κομπιουτεροποίηση" της ζωής μας εμφανίζεται, παρά σαν εξυπηρέτηση του μυαλού μας και των δυνατοτήτων της σκέψης μας. Άλλωστε εδώ και χρόνια το βάρος της προσφοράς παιδείας στο λαό μας έχουν αναλάβει εργολαβικά τα τηλεοπτικά κανάλια, που αλλοιώνουν καθημερινά και βάναυσα την ιδιοπροσωπία μας και μας μετατρέπουν σε καταναλωτικά όντα χωρίς επίγνωση και οντότητα.

Δεν θα ήμουν εγώ εκείνος που θα αμφισβητούσε τη σημασία του οικονομικού παράγοντα στη διαδικασία της πορείας του λαού μας προς την Ευρώπη. Τα οικονομικά και γενικότερα τα υλικά αγαθά και μεγέθη συνιστούν αναγκαίο υπόβαθρο της ζωής και της προόδου. Όμως σε καμιά περίπτωση θα δεχόμουν ότι αυτά και μόνο είναι σε θέση να εξασφαλίσουν στο Γένος μας την ουσιαστική του και όχι απλώς τη βιολογική του επιβίωση, μέσα στο χαλασμό που μαίνεται μέσα και γύρω μας. Η προηγμένη επιστημονική τεχνολογία με τις καταπληκτικές και πρωτόγνωρες εφαρμογές της, καθιστά πιο άνετη τη ζωή και διαβίωση μας, και η οικονομική άνεση μας προσφέρει δυνατότητες για μια ποιότητα ζωής. Όμως ο λόγος του Κυρίου μας είναι αψευδής: "Ουκ επ' άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος". Η ουσιαστική επιβίωση ενός λαού ευρίσκεται μέσα στα πνευματικά στοιχεία του πολιτισμού του, αυτά που, με μία λέξη, ονομάζομε παράδοση. Ο όρος παράδοση είναι ευρύτατος. Περιλαμβάνει τα επί μέρους εκείνα στοιχεία από τα οποία απαρτίζεται η εθνική ταυτότητα και συντηρείται η εθνική αυτοσυνειδησία. Η παράδοση εξασφαλίζει την πολιτιστική συνοχή των γενεών και οικοδομεί το λαμπρό οικοδόμημα του μέλλοντος. Είναι η αριστοτελική "εντελέχεια" που συγκρατεί και ζωογονεί όλο το θεσμό του Γένους, διασώζοντας στις λεπτομέρειες έναν ολόκληρο κόσμο βιωμάτων, επιδιώξεων, τάσεων, κλίσεων, ροπών που απαρτίζουν τη ζωή του λαού μας και επιτρέπουν στον Έλληνα να είναι ό,τι ακριβώς είναι. Της παραδόσεως μας αυτής δυο βασικά και κεφαλαιώδη γνωρίσματα είναι η ομοιογένεια και η ορθόδοξη πνευματικότητα. Η παράδοση μας έχει μια ριζική και μοναδική ενότητα, όλα της τα στοιχεία τελούν σε αλληλεξάρτηση, και το ένα συμπληρώνει το άλλο. Ξεκινώντας από την εποχή του αρχαίου κλασικισμού η παράδοσή μας μπήκε στο χιλιόχρονο βυζάντιο, επεβίωσε στις δύσκολες ώρες της δουλείας χωρίς να χάσει τα μορφολογικά της στοιχεία και συντρόφευες τον νεοέλληνα σε κάθε πτυχή της ζωής του. Αλλ η ομοιογένεια αυτή δεν μπορεί να έξηγηθη ανεξάρτητα και αποκεκομμένη από την ορθόδοξη πνευματικότητα. Η άχραντη Ορθοδοξία διαπότισε βαθιά και πλατειά τον κορμό, τις ρίζες και τους κλάδους του εθνικού μας δένδρου, σε τρόπο τέτοιο που κάθε απόπειρα διαχωρισμού της να συνιστά θανάσιμη απειλή γιά το έθνος μας. Έτσι η παράδοση μας σηματοδοτείται ως "ελληνορθόδοξη", το δε θρησκευτικό στοιχείο ανομολογείται ότι συνιστά την ειδοποιό διαφορά της από τις παραδόσεις άλλων λαών.

Κατά τον Έσελιγκ, σοφό καθηγητή της βυζαντινής και νεωτέρας ελληνικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο του Λέϋδεν της Ολλανδίας, ο Χριστιανισμός δημιούργησε "την του ελληνικού έθνους ενότητα, την οποίαν ουδεμία πολιτική είχε κατορθώσει μέχρι τότε να πραγματοποιήσει " ("Ακτίνες " 1978, σελ. 292). Και ο Σπ. Ζαμπέλιος έχει τη γνώμη πως χωρίς την πνευματική επανάσταση του Χριστιανισμού μέσα στον ελληνικό χώρο "το όνομα της Ελλάδος δεν ήθελεν ίσως υπάρχει σήμερον ή εντός βιβλιοθηκών και εις σοφών τινων αναμνήσεις". Αλλά και ο σοφός Ρώσος Θεολόγος π. Γ. Φλωρόφσκυ, κρίνοντας την σημασία της Ορθοδοξίας για την Ελλάδα, αποφαίνεται: "Ο Ελληνισμός έχει αποκτήσει αιώνιον χαρακτήρα, μέσα εις την Εκκλησίαν. Έχει ενσωματωθεί εις την σάρκα της, έχει γίνει αιωνία κατηγορία της Χριστιανικής υπάρξεως". Γι' αυτό και Ελληνικότητα και Ορθοδοξία ήσαν ανέκαθεν τα ανεκτίμητα αγαθά που εκαλούντο να υπερασπισθούν οι βυζαντινοί και μεταβυζαντινοί Πατέρες μας, με κύριο και φυσικό πρωταγωνιστή κάθε φορά τον ιερό μας Κλήρο. Αυτός ο Κλήρος στάθηκε πάντοτε πρόμαχος της ελληνορθοδοξίας και διεκινδύνευσεν, υπό την πνοή της εκκλησιαστικής του ηγεσίας, και αυτήν την ζωή του χάριν του Γένους μας. Από τις τάξεις του ανεπήδησαν οι μεγάλοι πρόμαχοι της παραδόσεως μας, οι ένθερμοι θιασώτες και ανακαινιστές της, αυτοί που κρατώντας στο ένα χέρι το σταυρό και στο άλλο τη σημαία έγραψαν ανεξίτηλες σελίδες έπων στην ιστορία μας και ανεδείχθησαν οι μείζονες των αναμορφωτών της κοινωνικής και της εθνικής μας ζωής. Τη μεγάλη αλήθεια της σημασίας του ελληνορθόδοξου ράσου, ως συμβόλου λευτεριάς και νίκης, μας για όλο το Γένος μου υπενθύμισε πολιός γέρων Ηγούμενος Μονής ακριτικού μας νησιού, ήρωας ο ίδιος στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στηθείς προ 6 βημάτων του γερμανικού εκτελεστικού αποσπάσματος γιά την αποφασιστική συμβολή του προς φυγάδευσιν Ελλήνων και συμμάχων αξιωματικών στην Τουρκία, οταν με πρωτόφαντο ενθουσιασμό κινών το χέρι του το δεξιό επαναλάμβανε ρυθμικά:

"Καλόγερος, παπάς,
το ράσο του σημαία,
η νίκη είναι βεβαία".




Αυτή η Ορθοδοξία διαμόρφωσε στα χρόνια του Βυζαντίου την ουσιαστική ταυτότητα του λαού μας. Η μεγάλη αυτή διεργασία άρχισε από τον β΄ αιώνα και έφθασε στο αποφασιστικό της στάδιο τον δ' αιώνα με τους μεγάλους Καππαδόκες. Τότε πάρθηκαν οι μεγάλες αποφάσεις που διέπλασαν οριστικά την Ορθοδοξία στους βυζαντινούς χρόνους. Και τότε ήταν που η Ορθοδοξία αυτή άνοιξε με εκλεκτική διάθεση τους κόλπους της για να ενστερνισθεί ό,τι από την αρχαία κλασσική ελληνική αρχαιότητα προσεφέρετο γιά αφομοίωση, και τότε η αλληλοπεριχώρηση αμοιβαίως των στοιχείων Ελληνισμού και Χριστιανισμού, διέπλασαν την Ελληνορθοδοξία, αυτήν γιά την οποίαν ο Στήβεν Ράνσιμαν θα υπογραμμίσει εμφαντικά: "Οι Έλληνες έχουν μια κληρονομιά γιά την οποία μπορούν να αισθάνονται περήφανοι, μια κληρονομιά που δεν πρέπει να χαθεί μέσα στις εναλλασσόμενες υλικές καταστάσεις. Στους σκοτεινότερους αιώνες της Ελληνικής Ιστορίας η Εκκλησία ήταν εκείνη η οποία, παρόλες τις πολλές δυσκολίες, τις πολλές απογοητεύσεις και αυτές ακόμη τις ταπεινώσεις, μπόρεσε όχι μόνο να προσφέρει πνευματική ανακούφιση άλλά και να συντηρήσει και διατηρήσει τις παραδόσεις του Ελληνισμού. Οι μοντερνίστε έχουν συχνά υποτιμήσει τον ρόλο της υπογραμμίζοντας το κενό, το χάσμα που υπάρχει μεταξύ του αρχαίου και του χριστιανικού κόσμου. Αλλά το χάσμα δεν ήταν αγεφύρωτο. Οι Μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας διέσωσαν πολλά από τα πιο ωραία που είχε η αρχαία ελληνική σκέψη και το αρχαίο ελληνικό πνεύμα και τα παρέδωσαν στην Εκκλησία ως αυτή την ημέρα. Ο εθνισμός μπορεί να γίνει κακό πράγμα. Όμως ένα αίσθημα εθνικής ταυτότητος που να μη βασίζεται σε φιλόδοξο σωβινισμό αλλά σε μια μακριά παράδοση πολιτιστικών αξιών είναι ζήτημα γιά νόμιμη καύχηση και περηφάνια" ("Η Δράσις μας" τ. 207/1983 σ. 9). Η σημαντική βέβαια αυτή σύνθεση δεν έγινε εύκολα, ούτε έμεινε χωρίς αντιδράσεις. Ήδη από την εποχή του Βυζαντίου παρουσιάσθηκαν προσπάθειες γιά μια απ' ευθείας επανασύνδεση του Ελληνισμού με το αρχαίο ελληνικό πνεύμα. Τις εκπροσωπούσαν κατά βάσιν ο Μιχαήλ Ψελλός, ο Γεώργιος Πλήθων Γεμιστός, ο Βησσαρίων, κ.ά., που δεν κατάφεραν το σκοπό τους στην Ανατολή. Ο λαός μας δεν φάνηκε από τότε πρόθυμος να ασπασθεί το κλασσικό όνειρο των αιθεροβαμόνων εμπνευστών του και το απέρριψε, αντίθετα προς τη Δύση όπου αυτό βρήκε διέξοδο και καρποφόρησε προετοιμάζοντας την Αναγέννηση. Η Δύση ανέκαθεν αισθάνθηκε τη διαφορότητά της από την Ανατολή. Και γι' αυτό φρόντισε να καταπνίξει κάθε έκφραση αυθεντικής ανατολικής ζωής. Επιδίωξη ανέκαθεν των Φράγκων υπήρξε ο ενταφιασμός του Βυζαντίου γιατί αυτό εκπροσωπούσε τη Ρωμηοσύνη, ιδέα πολύ ενοχλητική γιά τη Φραγκία. Τρεις συντεταγμένες οριοθετούν το Βυζάντιο: Ο Ελληνισμός -η Νέα Ρώμη- και η Ορθοδοξία.



Εναντίον και των τριών στόχευσαν οι Φράγκοι με ποικίλους και εν πολλοίς ανέντιμους τρόπους. Δεν βλάπτει εδώ να θυμηθούμε πως ο Ελληνισμός είχε πολύ πριν από την Άλωση αρχίσει να αρδεύεται πνευματικά από τον σχολαστικισμό της Δύσεως. Το 1204 με τη λατινική κατάκτηση του Βυζαντίου οι Φράγκοι επεδίωξαν την δια παντός τρόπου αφάνισή του, αλλά απέτυχαν. Απέτυχαν και το 1453 παραδίδοντας ουσιαστικά ανυπεράσπιστη την Ανατολή στα χέρια των βαρβάρων Οθωμανών. Και ας μη ξεχνούμε πώς η ρήση του Λουκά Νοταρά ότι είναι "προτιμότερον φακιόλιον τουρκικόν από καλύπτραν λατινικήν" εκφράζει την οδυνηρή συνειδητοποίηση του πραγματικού κινδύνου και των φορέων του γιά την ελληνική μας αυτοσυνειδησία και επιβίωση. Έτσι σ' όλη τη διάρκεια της τουρκικής σκλαβιάς, το ρωμαίικο έμεινε ουσιαστικά αδούλωτο, ενώ οι μισσιονάριοι της Ευρώπης αλώνιζαν κυριολεκτικά τον τόπο κινούμενοι ωσάν σε "ξέφραγο αμπέλι" αναγκάζοντας το λαό να αντιτάξει απέναντι στον κίνδυνο του εκλατινισμού την ίδια αντίσταση που είχε επιδείξει και απέναντι του κινδύνου των εξισλαμισμών. Είναι αληθινό θαύμα της θείας πρόνοιας πως αυτός ο λαός κατόρθωσε μέσα στα δύσκολα εκείνα χρόνια να διατηρήσει ανόθευτη την ταυτότητα του και να ισχύσει εκείνο που ο Κ. Παπαρρηγόπουλος αναφέρει, ότι δηλ. "το έθνος του 1821 ήταν το ίδιον και απαράλλακτων το έθνος του 1453".

Ατίθαση η ρωμιοσύνη υψώθηκε γιγάντια εμπρός στην απειλή εξ Ανατολών και από Δυσμών. Πώς να λησμονήσει κανείς τους εκβιασμούς των Λατίνων κατά την ψευδοσύνοδον της Φεράρας - Φλωρεντίας; Και πώς να λησμονήσει σταθμούς ωσάν το 1204, το 1453, το 1830, το 1922 όπου οι ίδιες πάντα δυνάμεις έθεταν στο στόχαστρο των την ίδια πάντα ρωμηοσύνη, τον ίδιο λαό, το ίδιο Γένος; Σ' αυτή την αναμέτρηση η Ορθοδοξία υπήρξε το σημαντικότερο έρεισμα των Ελλήνων. Και όπως συνέβη με τους Τούρκους, έτσι συνέβη και με τους Λατίνους. Το έθνος το ελληνικό έμεινεν άμεικτον, "ώσπερ το ύδωρ και το έλαιον". Καμία δύναμη δεν κατόρθωσε να υπερκεράσει την σαφή διαχωριστική γραμμή, εκείνη που ώθησε το Γένος να παραμείνει "μονήρες και ανάδελφον", την Ορθοδοξία, την γραμμή που οριοθετούσε επί αιώνες την ταυτότητα και την συνείδηση του λαού μας. Γι' αυτό και το έθνος έφθασε στον αγώνα του 1821 με ακμαίο το φρόνημα του και με βαθιά επίγνωση της ταυτότητος του, ως του ρωμαίικου ελληνορθόδοξου γένους. Και με αυτό το φρόνημα πολέμησε τον κατακτητή γιά να αναβιώσει το όραμα της ρωμηοσύνης, για να στήσει και πάλιν την καταλυθείσα βυζαντινή αυτοκρατορία.

Όμως, με την απελευθέρωση μπαίνουν σε εφαρμογή τα σχέδια γιά την ουσιαστική συρρίκνωση της ρωμιοσύνης, γιά τον εξανδραποδισμό της. Πρώτα-πρώτα ιδρύεται γεωγραφικά περιορισμένη ελεύθερη Ελλάδα, σαν κράτος -η "Ελλαδίτσα", όπως την χαρακτηρίζει ο π. Ι. Ρωμανίδης - και ακολουθεί αμέσως "η καλλιεργημένη υστερία των "διαφωτισμένων" γραικών γιά τα "φώτα" της Ευρώπης που μας ξαναδίδουν συνείδηση της αρχαιοελληνικής μας καταγωγής και δόξας και αποστροφή τους γιά ό,τι θύμιζε Βυζάντιο και Ορθοδοξία" . "Όλα τα χριστουγεννιάτικα και τα πασχαλινά διηγήματα -θα γράψει ειρωνικά ο Παπαδιαμάντης- δεν πρέπει πλέον να βλέπωσι το φως... Μη θρησκευτικά, προς Θεού. Το ελληνικόν έθνος δεν είναι βυζαντινόν. Εννοήσατε; Οι σημερινοί Έλληνες είναι κατ' ευθείαν διάδοχοι των αρχαίων. Έπειτα επολιτίσθησαν, επροώδευσαν και αυτοί. Συμβαδίζουν με τα άλλα έθνη ". Ακόμη και καινούργια γλώσσα κατασκευάζει από το Παρίσι ο Κοραής, γιά να "καθαρεύουν οι Έλληνες από τις βάρβαρες αλλοιώσεις, που έφερε στη γλώσσα τους το Βυζάντιο και η τουρκοκρατία" (Βλ. Χρ. Γιανναρά: Η revanche της Ευρώπης, "Η νεοελληνική ταυτότητα" σ. 70-71 ).

Σιγά-σιγά μα μεθοδευμένα η ρωμαίικη ιδέα ηττάται στο μικρό κρατίδιο της Ελλάδος. Με εξαίρεση τον πρώτο κυβερνήτη Καποδίστρια που υπήρξε αληθώς ελληνορθόδοξος, όλη η μετέπειτα πολιτική πορεία του νέου Ελληνισμού περνά στην απολυταρχία, ενώ η ιδεολογία του ευρωπαϊκού ουμανισμού προβάλλει τον τύπο του εκκοσμικευμένου, χωρίς θρησκεία, κράτους σύμφωνα με τα πρότυπα των κρατών της Δύσεως. "Αυτό είναι το όραμα ενός ριζοσπαστικού ανθρωποκεντρισμού, μέσα στα πλαίσια ενός σκληρού, παντοδύναμου και αυθαίρετου κρατικισμού" (Βλ. Φειδά: Το πρόβλημα του σκοπού της Παιδείας στον νεώτερο Ελληνισμό. Περιοδικό "Σύναξη", Φθινόπωρο 1983, σ. 14). Η προβολή του ευρωπαϊκού πολιτισμού στον ελληνικό χώρο, έτσι όπως έγινε, μετέδωσε στο σώμα της αναγεννώμενης πατρίδος τις πληγές του, καμωμένες με το στιλέτο της απιστίας, του ορθολογισμού και του ανθρωποκεντρισμού.

"Όλας τας ιδέας και όλας τας δραστηριότητας του ευρωπαίου άνθρώπου - παρατηρεί ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς- εμπνέει μία νοσταλγία και ποδηγετεί μία φιλοδοξία να γίνει ανεξάρτητος και αυτοτελής ως ο Θεός. Εις την πραγματικότητα εις την Ευρώπην κυριαρχεί μία θεότης: ο αλάθητος άνθρωπος, ο ανθρωποθεός. Εις το πολυτελές πάνθεον της Ευρώπης ο αλάθητος άνθρωπος αποτελεί την κορυφαίαν θεότητα. Οι υπόλοιποι θεοί είναι ή απορροαί ή αποχρώσεις αυτού. Ο "αλάθητος" άνθρωπος δεσπόζει και εις την ευρωπαϊκήν θρησκείαν και εις την ευρωπαϊκήν φιλοσοφίαν και εις την ευρωπαϊκήν επιστήμην και εις την ευρωπαϊκήν πολιτικήν και εις την ευρωπαϊκήν τεχνικήν και εις την ευρωπαϊκήν τέχνην και εις ολόκληρον την ευρωπαϊκήν παιδείαν και τον πολιτισμόν. Εν πάσι και δια πάντων μόνον ο άνθρωπος και δή ο ευρωπαίος άνθρωπος, ο υπερηφάνως και υπεροπτικώς αυτάρκης και αλάνθαστος" (Βλ. Ιουστίνου Ποποβιτς: Το μυστήριον του Ευρωπαίου ανθρώπου και του Ορθοδόξου Πανανθρώπου. Κεφάλαιον από το βιβλίο του: DOSTOJEVSKI Ι EUROPI Ι SLOVENSTVU, Βελιγράδι 1940). Στο νεαρό κρατίδιο επιπίπτουν τώρα οι ξενοσπουδασμένοι "φωταδιστές", που σ' όλη τη διάρκεια του αγώνα έμειναν μακριά από τον κίνδυνο της μάχης. Τώρα όμως που η λεία είναι πλούσια, πρώτοι αυτοί επιπίπτουν ως κόρακες και κατακτούν θώκους εξουσίας για να λαφυραγωγήσουν, φιλοδοξούντες μάλιστα να αλλάξουν, κατά κυριολεξία, τα φώτα του λαού πού ζει τάχα "εν χώρα και σκιά θανάτου". Είναι τέτοια η προσβαλλόμενη προσπάθεια ώστε και αυτός ο εμπνευστής της Κοραής να αναγκασθεί πολύ πρώιμα να ομολογήσει: "Άρχισα να φοβούμαι, όχι μη φωτισθεί το Γένος, αλλά, μη πριν αποκτήσει φώτα αρκετά... γίνει η εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης " (Μ. Γεδεών: Η πνευματική κίνησις του Γένους κατά τον ιη' και ιθ΄ αιώνα, Αθήνα 1976 σ. 280).

Στην κίνηση αυτή όμως από ενστίκτου αντιδρά ο λαός. Και εκφραστές του γίνονται μερικοί αυθεντικοί ελληνορθόδοξοι, αδιάφθοροι, ρωμαλέοι και απροσκύνητοι, που υψώνουν φωνή διαμαρτυρίας διάτορη και στεντόρεια γιά τα φρικτά αποτελέσματα της εκκοσμίκευσης και της αλλοτρίωσης. Όπως παλιά στη Ρωσία του Μ. Πέτρου ο Ντοστογιέφσκυ, ο Κομιακώφ, ο Κιρεέφσωκυ, ο Πούσκιν, ο Γκόγκολ, έτσι κι εδώ οι Κολυβάδες, με τη Φιλοκαλική αναγέννηση και με τη λαϊκή γλώσσα αφυπνίζουν τη ρωμιοσύνη, και μαζί τους ο Μακρυγιάννης, ο Παπουλάκος και αργότερα ο Κωνσταντίνος Οικονόμος, ο Παπαδιαμάντης, ο Μωραϊτίδης και άλλοι γίνονται βράχοι αντιστάσεως και κυματοθραύστες της πλημμυρίδας που απειλεί να καταπνίξει την παράδοση. Ο λόγος τους είναι κεραυνός που με τη λάμψη του διαπερνά τα ερεβώδη σκότη της αρνήσεως, και αφυπνίζει συνειδήσεις, αλλά είναι τόση η δύναμη του κακού, ώστε ο λόγος αυτός, καίτοι είναι δυνατός ως φωνή υδάτων πολλών πνίγεται ωστόσο στη συκοφαντία, στο μίσος και στη διαβολή. Θα αναφέρω δυο χαρακτηριστικά αποσπάσματα που προσφέρουν δυνατότητες εκτιμήσεως του εγκλήματος που συνετελέσθη σε βάρος της ελληνορθοδοξίας.

Το ένα είναι του Μακρυγιάννη που το χαρακτηρίζει ωμότητα, αυστηρότητα και ειλικρίνεια. Απευθύνεται προς τον βασιλέα Όθωνα και γράφει: "Εκείνοι (εννοεί τους αγωνιστές) θέλουν να ΄χουν την θρησκείαν τους και να δοξάζουν τον Θεόν με το μέσον της θρησκείας, και τότε λέγεσθε κι εσείς δίκαιοι βασιλείς επίτροποι του Θεού, όταν τους αφήνετε ελεύθερους εις τα αιτήματα τους. Όχι να κάθεσαι εσύ, ένας μεγάλος Βασιλέας και να καταγίνεσαι ν' αλλαξοπιστήσεις μια χούφτα ανθρώπους, όπου ήταν τόσους αιώνες χαμένοι και σβησμένοι από την κοινωνίαν. Εκείνος όπου τους κυρίεψε τους έκαιγε εις τους φούρνους, τους έκοβε γλώσσες, τους παλούκωνε ν' αλλάξουν την θρησκείαν τους και δεν μπορούσε να κάμη τίποτας. Τώρα ο Θεός ο δίκιος και Παντοδύναμος, οπού ορίζει και σένα, ανάστησε αυτείνο το μικρό έθνος και θέλει να δοξάζεται απ' αυτό το μικρό ορθόδοξο έθνος ορθοδόξως και ανατολικώς καθώς οι εδικοί σου υπήκοοι τον δοξάζουν δυτικώς... και καταγίνεσαι ο βασιλέας να γυρίσει από την θρησκείαν τους απογόνους των παλιών Ελλήνων, τα παιδιά του Ρήγα, του Μάρκου Μπότσαρη, του Καραϊσκάκη, του Οδυσσέα, του Διάκου, του Κολοκοτρώνη, του Νικήτα, του Κυργιακούλη, του Μιαούλη, του Κανάρη, των Υψηλάντων και αλλονών πολλών, οπού θυσίασαν και την ζώνη τους και την κατάστασιν τους δι΄ αυτείνη την ορθόδοξη Θρησκεία και δι' αυτείνη την ματοκυλισμένη μικρή τους πατρίδα" (Πρβλ. Αρχιμ. Γεωργίου: Ορθοδοξία και Ουμανισμός σ. 23).

Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς στο αποκαλυπτικό αυτό κείμενο, την άκρα προσήλωση του αγωνιστή στην Ορθοδοξία και στην καθ' ημάς Ανατολήν ή την θαυμαστή παρρησία του εμπρός στην πανίσχυρη εξουσία; Την χωρίς πτυχίο Θεολογική του παιδεία ή την αυθόρμητη οξυδέρκεια του; Την ενάντια στο ρεύμα πορεία του ή την αταλάντευτη ελληνορθόδοξη συνείδηση του; Είναι να απορεί κανείς και να εξίσταται μπροστά στο φαινόμενο αυτού του τίμιου αγωνιστή, που αγράμματος και αστοιχείωτος, αναδεικνύεται πρόμαχος της ευσεβείας, θεολόγος κλεινός, γνήσιος έλληνας και θεούμενος ορθόδοξος. Ο ίδιος θα διαμαρτυρηθεί και γιά τον αφανισμό των μοναστηριών, για τη σύλησή τους, για την αρπαγή της περιούσιας των, για την εκδίωξη των μοναχών τους. Θα διακηρύξει ότι αυτά τα μοναστήρια ήταν "τα πρώτα προπύργια της επανάστασης μας. Ότι εκεί ήταν και οι τζεμπιχανέδες μας και όλα τ' αναγκαία του πολέμου... Και θυσίασαν οι καημένοι οι καλόγεροι και σκοτώθηκαν οι περισσότεροι εις τον αγώνα... ".

Διαμαρτύρεται ο Μακρυγιάννης αλλά η σήψη προχωρεί. Η αλλαγή πορείας και το ξέκομμα του λαού από το ζωφόρο μαστό της παράδοσης είναι πραγματικότητα που επεκτείνεται, σαν επιδημία, παντού, και σε άλλους θεσμούς εκτός της Εκκλησίας. Έτσι ο σκοπό παιδείας του έθνους αλλάζει αποβλέποντας πλέον στη δημιουργία και διάπλαση του αυτόνομου ανθρώπου του μη εξαρτωμένου από τον Θεό και από μεταφυσικές πίστεις. Η διοίκηση απροσωποποιείται εγκαταλείποντας το κοινοτικό πρότυπο. Ο πολιτικός βίος εξελίσσεται σε απρόσωπη σχέση. Η δικαιοσύνη αντιγράφει ξένες νομοθεσίες και η Εκκλησία από περιέχον γίνεται περιεχόμενο, εντάσσεται δηλαδή σαν εξάρτημα, στην κολοσσιαία κρατική μηχανή και χάνει την ουσιαστική της διάσταση και παύει να παίζει τον καθοδηγητικό της ρόλο μέσα στο έθνος. Στη συνεχεία ο δρόμος ανοίγει για να ληφθούν νέα μέτρα που θα οδηγήσουν σε αφασία την ταυτότητα μας. Στα πλαίσια των μέτρων αυτών θα πρέπει να ενταχθούν η συστηματική κατεδάφιση πολλών βυζαντινών εκκλησιών στην Αθήνα -70 βυζαντινά εκκλησάκια κατεστράφησαν μόνο γιά να κτισθεί με τα υλικά τους η νέα Μητρόπολη των Αθηνών- η διάλυση εκατοντάδων μοναστηριών, η εξουθένωση του μοναχικού βίου, η δήμευση της εκκλ. περιουσίας, οι διώξεις κληρικών και μονάχων, η πραξικοπηματική ανακήρυξη του αυτοκεφάλου και η αποδέσμευση της Εκκλησίας μας από το Φανάρι, η υπαλληλοποίηση του Κλήρου, η απομόνωση της Εκκλησίας από την κοινωνική ζωή και η περιθωριοποίηση της, η κατάλυση του εθνικού της ρόλου, η πολιτειοκρατική επιβολή στη διοίκηση της και η πλήρης υποταγή της εις το κράτος. Και όλα αυτά μέχρι σήμερα εξακολουθούν να ταλανίζουν και την Εκκλησία και το Έθνος μας. Γιατί από την πικρή φύτρα της αποστασίας ξεπήδησαν πικροί καρποί ανεστιότητος και κακοδαιμονίας. Δεν κατάλαβαν οι Έλληνες πόσο τους κοστίζει αυτή η βίαιη μετανάστευση από την Ανατολή στη Δύση και που ακριβά πληρώνουν επί χρόνια τώρα τις άκριτες ερωτοτροπίες των προς τον ξένο τρόπο ζωής, με ταυτόχρονη απάρνηση της ίδιας των της πατρίδας.

Το δεύτερο απόσπασμα είναι του Παπουλάκου, του ανυποχώρητου αυτού καλόγερου, που απομονωμένος και διωκόμενος αντιστάθηκε στον οδοστρωτήρα της αλλοτριώσεως κρατώντας υψηλά τα λάβαρα της ελληνορθοδοξίας. Διαβάζω από τον Κωστή Μπαστιά το παρακάτω απόσπασμα που αναφέρεται στη διαβρωτική διείσδυση της αθεΐας μέσα στα σχολεία, στα "άθεα γράμματα", για τα οποία είχε πριν από χρόνια μιλήσει και ο πατρο-Κοσμάς. Είναι πολύ επίκαιρα και σήμερα τα λόγια αυτά, είναι επισημάνσεις ζωηρές και αληθινές, που Θα έπρεπε να προβληματίσουν όλους μας επί τέλους, πριν έλθει οριστικά τα τέλος μας. Γιατί οι τερμίτες εξακολουθούν να υποσκάπτουν τα θεμέλια του γένους μέσα στα σχολεία με την ανοχή αν μη και τήν ενθάρρυνση του κράτους, που φαίνεται να έχει, κυρίως αυτό, παραδοθεί στο σαρωτικό ρεύμα του δήθεν φωτιστών μας, που ανενόχλητα επιδίδονται, αντιστάσεως μη ούσης, στο διαβρωτικό θεσμών και πίστεων έργο τους.

"Τα άθεα γράμματα παραμέρισαν τους αγίους και τους αγωνιστές και βάλανε στο κεφάλι του Έθνους ξένους και άπιστους γραμματισμένους, που πάνε να νοθέψουνε τη ζωή μας. Τ' άθεα γράμματα κόψανε το δρόμο του έθνους και τ' αμποδάνε να χαρεί τη λευτεριά του. Είναι ντροπή μας, ένα γένος που με το αίμα του πύργωσε τη λευτεριά του, που περπάτησε τη δύσκολη ανηφοριά, να παραδεχτή πώς δεν μπορεί να πορπατήσει στον ίσιο δρόμο άμα ειρήνεψε, κι ότι δεν ξέρουμε εμείς να συγυρίσουμε το σπίτι, που με το αίμα μας λευτερώσαμε, άλλά ξέρουν να το συγυρίσουν εκείνοι που δεν πολέμησαν, εκείνοι που δεν πίστευαν στον αγώνα, εκείνοι που πάνε να μας αποκόψουνε από τον Χριστό, και πασχίζουνε να μας ρίξουνε στη σκλαβιά άλλων αφεντικών, που' ναι πιο δαιμονισμένοι από τους Τούρκους. Γιατί κι εκείνα που εσεβάστηκεν ο Τούρκος, τ' άθεα γράμματα τα πετάνε και πάνε να τα ξερριζώσουνε. Αφανίζουνε τα μοναστήρια, πομπεύουνε τους καλογέρους και τις καλόγριες, κλέβουνε τ' άγια δισκοπότηρα και τα πουλούνε γι' ασήμι που θα στολίσει τις βρωμογυναίκες. Αρπάζουνε τ' άγια των αγίων και τα βάζουνε κάτω από τα πόδια της εξουσίας τους, που τα ορίζει κατά τα νιτερέσια της. Τ' άθεα γράμματα υφαίνουνε το σάβανο του Γένους. Αυτά λοιπόν τα γράμματα θα μάθουνε τα παιδιά μας; Κι αν ακόμα συναχτούν όλοι οι άθεοι γραμματισμένοι και στυφτούνε σαν το λεμόνι, δεν θα πετύχουν να γράψουν μια αράδα που ν' αξίζει μια γραμμή από τα ευαγγέλια. Αλλά τι λέω μια αράδα; Ούτε μία λέξη που να μοιάζει με μία του Θεοτοκικού αυτού βιβλίου. Γιατί κάθε τι εκεί μέσα είναι λόγος Κυρίου, είναι σοφία ορθή, και τα όσα λέει το χτίσμα δεν γίνεται να φτάσουν το λόγο του Πλάστη. Αντίς να μαθαίνουνε στα παιδία μας απ' τ' άγια συναξάρια το πως ζήσανε οι άγιοι της χριστιανοσύνης και το πως μαρτυρήσανε γιά τήν αγάπη του Χριστού, τους μαθαίνουνε τήν ιστορία του κολασμένου κόσμου. Γιατί δυο λογιών είναι και οι ιστορίες. Είναι η αγιασμένη και η κολασμένη ιστορία. Αδιάκοπα φανερώνουμε την κολασμένη εικόνα του κόσμου και σιγά-σιγά καταφέραμε να πιστέψουμε πώς η εικόνα αυτή είναι η γνήσια εικόνα του ανθρώπου και πως όξω απ' αυτήν άλλη ζωή δεν εστάθη. Όλα τούτα είναι άτιμα ψέματα, είναι τα ζιζάνια που σπέρνουνε στον αγρό του Κυρίου τ' άθεα γράμματα. Μας μιλάνε για τους αρχαίους. Κι εγώ ο ταπεινός και αγράμματος κήρυκας του λόγου του Χριστού μας σας λέγω πώς κανένας αρχαίος δεν ξεπερνά σε παλικάρια, σε μεγαλείο και σε δόξα τον Άγιο Κοσμά, τους μάρτυρες και τους μεγάλους ασκητάδες. Γιατί αν εκείνοι πεθάνανε γιά μια πατρίδα, ο Άγιος Κοσμάς μαρτύρησε για μιαν Ελλάδα του Χριστού, και όχι γιά μιαν Ελλάδα δουλωμένη στον αντίχριστο"

Πώς, να μη συγκινηθεί κάνεις και να μην κλάψει μπροστά σ' αυτή την ωμή και ειλικρινή γλώσσα; Πώς να μην σκύψει ευλαβικά το κεφάλι του, μπροστά στις απροσκύνητους αυτούς ηγέτες της ελληνορθοδοξίας, που ύψωσαν το ανάστημα τους ενάντια στη φράγκικη εισβολή και στην άθεη παιδεία; Αιωνία σου η μνήμη αείμνηστε Παπουλάκο, αιωνία σου η μνήμη αξιομακάριστε Μακρυγιάννη, που έγκαιρα κρούσατε τους κώδωνες του συναγερμού, για να ξυπνήσετε τους παραδομένους στην αλλοτρίωση κοσμικούς και -ατυχώς- και εκκλησιαστικούς άρχοντες του νεώτερου Ελληνισμού. Εσείς απευθυνόταν στον απλοϊκό λαό, αύτον που είχε και εξακολουθεί να έχει μέσα στο πετσί του τήν πίστη. Και προσπαθούσατε να του ξαναθυμίσετε την αληθινή του ιστορία, να τον προφυλάξετε από τήν πανούκλα της αποστασίας, να τον φέρετε στην αυτογνωσία. Και παράλληλα στρέφατε το μαστίγιο του λόγου σας ενάντια στην ανάξια ηγεσία του τόπου, αιρόμενοι στα δυσθεώρητα ύψη των προμάχων του Γένους, που δεν ξεπούλησαν τις αρχές τους για χάρη καιρικών συμφερόντων, ούτε συμμάχησαν με τους ισχυρούς για να εξασφαλίσουν στον εαυτό τους παροχές και δόξες. Εσείς ξέρατε ότι οι άνθρωποι υπακούουν μεν στους ισχυρούς, αλλά σέβονται μόνο τους δικαίους. Και δεν θελήσατε να γίνετε ισχυροί, παραμείνατε όμως δίκαιοι για να σώσετε αυτό το έθνος, για να οριοθετήσετε την πορεία του, για να μην απεμπολήσει την παράδοση του. Για να ζήσει. Πόσο επίκαιροι θα ήσαν οι λόγοι σας και σήμερα. Σήμερα, που το ίδιο αλαζονικό, ανθρωποκεντρικό και ανόσιο πνεύμα κυριαρχεί στη δημόσια ζωή του τόπου, στην παιδεία, στη διανόηση, στη διοίκηση, στην οικονομία. Αν ζούσατε σήμερα θα είχατε ξεσπαθώσει ανένδοτα κατά της νοθείας της γλώσσας μας, θα είχατε ξεσηκωθεί ενάντια στα άθεα γράμματα που διαφεντεύουν την παιδεία μας, που θέλουν να μας εγκλωβίσουν στα αδιέξοδα της χωρίς Θεό και χωρίς Πατρίδα φιλοσοφίας των. Θα είχατε καταγγείλει με ορμή και οργή την τραγική σχιζοφρένεια στην οποία οδηγείται καθημερινά ο λαός μας, τον γραικυλισμό των κρατούντων, που θυσιάζουν στον Μολώχ του εξευρωπαϊσμού τη γηγενή και αυτόχθονα κληρονομιά μας, που μας πηγαίνουν "γυμνούς στ' αγκάθια" των ευρωπαϊκών διαύλων, που κτυπούν με λύσσα τα δύο μεγάλα και άπαρτα ακόμη κάστρα: την Εκκλησία και την Οικογένεια. Εσείς ξέρατε καλύτερα από μας την μεγάλη αλήθεια ότι αν παύσεις να είσαι ορθόδοξος, πολύ γρήγορα θα παύσεις να είσαι και Έλλην.

Τήν αλήθεια αυτή τήν γνώριζαν και τήν γνωρίζουν πολύ καλά πριν από μας όλοι ανεξαιρέτως οι εχθροί μας. Γι' αυτό και όλοι τους στράφηκαν μανιωδώς κατά της Εκκλησίας και της πίστεώς μας. Οι Τούρκοι στην διάρκεια της τουρκοκρατίας έθεσαν σε κίνηση τους μηχανισμούς των εξισλαμισμών, πιστεύοντας πώς χανόταν γιά του Ελληνισμό, όποιος χανόταν γιά τήν Ορθοδοξία. Το παιδομάζωμα, οι πιέσεις γιά φορολογική αφαίμαξη, τα δεινά των ραγιάδων, όλα απέβλεπαν σε τούτο. Και όταν δεν κατόρθωναν το ποθούμενο, εξαντλούσαν το μένος των σε βάρος των Κληρικών μας. 10 Πατριάρχες, 100 Ιεράρχες και 6.000 άλλοι Κληρικοί είναι ο αμητός της θυσίας αυτής στο βωμό της πίστεως και της πατρίδος. Αργότερα οι Φράγκοι, οι Λατίνοι το ίδιο σύστημα εφήρμοσαν: τον εκλατινισμό. Και εξεδίωξαν τους Έλληνες ορθοδόξους Αρχιερείς από τις έδρες των και εξήντλησαν και αυτοί σε βάρος του ελληνορθόδοξου κλήρου τήν μήνιν των στην προσπάθεια να κάμψουν το ορθόδοξο φρόνημα του λαού μας. Στο Μακεδονικό αγώνα οι βούλγαροι κομιτατζήδες τους Ιεράρχες μας είχαν στόχο τους και πολλοί από αυτούς, όπως ο Γρεβενών Αιμιλιανός, έβαψαν με το αίμα τους τη μακεδονική γη. Το 1922 στη Μικρασία πάλι οι Ιεράρχες και ο κληρικοί μας δέχθηκαν το μεγαλύτερο βάρος του κόστους της καταστροφής. Το 1941 οι Βούλγαροι στη Θράκη εξεδίωξαν τους Έλληνες Ιεράρχες, κατάλαβαν τους Ναούς μας, επέβαλαν τη χρήση της βουλγαρικής γλώσσας και όλα αυτά με τον εκβιασμό της διακοπής της τροφοδοσίας του λιμώττοντος ελληνικού πληθυσμού. Και στις μέρες μας πάλιν οι Τούρκοι το 1953 με τις καταστροφές της Πόλης, εναντίον των Ναών μας, των Κληρικών και των ιερών μας εστράφησαν. Ανέσκαψαν τάφους, ανέτρεψαν σταυρούς, βεβήλωσαν Ναούς, διέλυσαν και κατέστρεψαν εικόνες. Μέχρι και προ ετών που συνέλαβαν τον κύπριο Ιεράρχη Κιτίου Χρυσόστομο και τον εταπείνωσαν κρατώντας τον αυτόν μόνον περισσότερο χρόνο από ό,τι όλους τους άλλους. Οι εχθροί μας γνωρίζουν ποιος είναι ο όρος επιβίωσης αυτού του έθνους. Γι' αυτό και στρέφονται με μανία εναντίον του, για να στερήσουν το έθνος από ένα κύριο έρεισμα του, για να αφήσουν ορφανό τον λαό, για ν' ανοίξει ο δρόμος στην επιβουλή και την εξόντωση.

Ατυχώς, αυτό που ξέρουν τόσο καλά οι εχθροί μας μοιάζουμε να μην το ξέρουμε εν πολλοίς εμείς οι Έλληνες. Αλλιώς δεν εξηγείται πώς, κατά τα τελευταία ιδίως χρόνια, η Εκκλησία βρίσκεται συστηματικά στον τόπο μας διαρκώς στο στόχαστρο, αντικείμενο χλεύης, ειρωνείας και κάθε κακοηθείας. Πώς το κράτος έφθασε στο σημείο να θεωρεί τήν Εκκλησία μόνο ανυπόφορο βάρος του κρατικού κορβανά από το οποίο πρέπει το ταχύτερο να απαλλαγεί. Πώς αποκλείσθηκε η παρουσία της Εκκλησίας στο σχολείο και πώς διαμορφώθηκε η ζωή μας με τήν τη το θρησκευτικού αποχρωματισμού που εξαπλώνεται συνεχώς και περισσότερο. Πώς μεθοδεύτηκε η αποστέρηση των Μονών από τήν περιούσια των, σίτε να διαλυθούν και να πάψουν να είναι μετερίζια της ορθοδοξίας. Πώς αλλοιώθηκε η εκκλησιολογική βάση της ευσέβειας μας;

Στα παλιά χρόνια οι Έλληνες έβλεπαν του Επίσκοπο τους σαν εκφραστή της ελληνικότητας και της ορθοδοξίας των. Όπως ακριβώς συμβαίνει σήμερα στη διασπορά. Γύρω του και γύρω από τήν ενορία συνάζονταν σε εκκλ. σύναξη όλοι οι άνθρωποι του λαού και προσδιόριζαν έτσι τήν υπόσταση των. Έπαιρναν δύναμη και αισθάνονταν πώς είναι έλληνες. Σήμερα για πολλούς, το να είσαι Έλληνας δεν σημαίνει το δίχως άλλο πώς είσαι ορθόδοξος. Γι' αυτό και το Σύνταγμα μας, που κάποτε θεωρούσε μεγέθη αξεχώριστα τον Ελληνισμό και τήν Ορθοδοξία, σήμερα, υπό τήν επιρροή των νέων ιδεών και για να μην φανεί πως οπισθοπορεί, επιδιώκει να μετατρέψει τη χώρα σε λαϊκίστικο κράτος που θα σέβεται μεν και θα προστατεύει κάθε γνωστή θρησκεία, χωρίς όμως καμία διάκριση, καμία ιδιαίτερη σχέση, καμία συμπάθεια προς την Ορθοδοξία, λες και δεν είναι η Ορθοδοξία η πνευματική μας Μητέρα καί Τροφός του Γένους. Θα σας θυμίσω πώς το σύνταγμα της Επιδαύρου του 1824 στα άρθρο 1 διακήρυττε πως "Έλλην είναι όστις κατοικεί αυτόν εδώ τον τόπον και πιστεύει εις τον Ιησούν Χριστόν ως εις Θεόν και Σωτήρα". Και ενθυμούμαι τον μεγάλο αγώνα που έπρεπε να κάνει η Εκκλησία το 1975 για να διατηρηθεί τουλάχιστον το προοίμιο του Συντάγματος μας "Εις το όνομα της αγίας και ομοουσίου και αδιαιρέτου Τριάδος". Έχει γραφή από τους ειδικούς ότι το ισχύον Σύνταγμα μας καθιστά χαλαρότερους τους δεσμούς που συνδέουν το κράτος και το λαό με τήν Εκκλησία και τήν πίστη. Και ας μη λεχθεί ότι τούτο δεν επηρεάζει διόλου τους δήθεν ακατάλυτους δεσμούς της Εκκλησίας με το Έθνος. Επηρεάζει και πολύ. Αρκεί να σας πω ότι σήμερα η διδασκαλία το μαθήματος των Θρησκευτικών στα σχολεία εξακολουθεί να διατηρείται χάρις σε μία και μόνο λέξη του άρθρου 16 του Συντάγματος μας. Εκεί λέγεται ότι η παιδεία μας έχει σκοπό να αναπτύξει μεταξύ των άλλων και τη "θρησκευτική" συνείδηση των παιδιών. Χάρις σ' αυτή τη λέξη δεν τόλμησαν να εξοβελίσουν το μάθημα αυτό από τα σχολεία. Είχα την πικρή εμπειρία να ακούσω από διανοούμενο της χώρας μας, σε μια συζήτηση για τα παραπάνω ζητήματα, να μου λέγει ότι όραμα των νέων αυτών αναμορφωτών είναι να σταματήσει η Εκκλησία να επηρεάζει τη ζωή των ελλήνων, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονται και αλλόδοξοι και αλλόπιστοι και άθεοι. Και ότι είναι απαράδεκτο π.χ. να απονέμεται η δικαιοσύνη με τήν εικόνα του Κυρίου πάνω από τις έδρες των δικαστών ή να τηρούνται οι θρησκευτικές αργίες κ.λ.π. Τον ενοχλούσε πολύ το καθεστώς αυτό, όπως ενοχλεί και πολλούς άλλους, όσους εζήλωσαν τήν δόξαν των δήθεν προοδευμένων κρατών της Ευρώπης που δεν θέλουν να έχουν θρησκεία. Αλλ' λησμονήσαν ότι κάτι τέτοιο σημαίνει για μας αυτοαναίρεση και αυτοκαταδίκη.

Οι ρίζες του δικού μας πολιτισμού βρίσκονται στην εκκλησιαστική σύναξη. Οι άγιοι και οι θεούμενοι της Εκκλησίας μας είναι η μικρά ζύμη, που όλο το φύραμα ζυμοί και ανακαινίζει ριζικά τον άνθρωπο και τον κόσμο. Εμείς δεν ζητούμε, ούτε πρέπει να ζητούμε την επιβολή της συμμετοχής των ανθρώπων σ' αυτή την κοινή ζωή της χάριτος με τη δύναμη της εξουσίας. Γιατί δεν πιστεύουμε πως η ορθοδοξία έχει ανάγκη τα δεκανίκια της εξουσίας για να επιβιώσει. Αν επισημαίνουμε όλα τα παραπάνω δεν είναι γιατί ανησυχούμε για την τύχη της Ορθοδοξίας. Εδώ η Ορθοδοξία επιβίωσε ενός Λένιν και ενός Στάλιν και τώρα και πάλι εκεί "τον ουρανόν υπεραίρει". Ενδιαφερόμαστε για το Γένος, για τον Ελληνισμό. Αυτός έχει να ζημιωθεί αν αποδεσμευθεί από την Ορθοδοξία, αυτός θα κλυδωνισθεί και θα χάσει την ισορροπία του. Πρέπει να το καταλάβουν καλά και οι κυβερνώντες και ο λαός. Δεν βλάπτουν την Εκκλησία με το να θέλουν να την απωθήσουν στο περιθώριο. Αντίθετα, την ωφελούν, γιατί Εκκλησία διωκομένη είναι ζωντανή Εκκλησία. Τον εαυτό τους βλάπτουν και αυτοί θα πληρώσουν ακριβά την αποστασία. Αυτοκτονούν και αυτοκαταστρέφονται όταν στερούν τον εαυτό τους από τα πνευματικά ερείσματα. Και αυτό συμβαίνει από χρόνια στη χώρα μας. Αγνοείτε ότι χωρίς το ορθόδοξο ήθος κινδυνεύουμε να μετατραπούμε σε λαό απρόσωπο και αφερέγγυο; Ξηλώνουμε μόνοι μας τα ερείσματα μας, μοιάζουμε να πριονίζουμε το κλαδί πάνω στο οποίο καθόμαστε. Η οικογένεια δέχεται ανελέητα πλήγματα, ο πολιτικός γάμος ανατρέπει τη θρησκευτική ομοιογένεια των οικογενειών, η αποποινικοποίηση της μοιχείας ενθαρρύνει τη διάλυση των γάμων, το αυτόματο διαζύγιο κατήντησε πληγή για τα ζευγάρια και δημιουργεί αθώα θύματα στα πρόσωπα των παιδιών. Το κύτταρο της ελληνορθοδοξίας, η οικογένεια, παύει να λειτουργεί προστατευτικά για την παράδοση. Τι μένει; Μόνον η Εκκλησία, που και αυτή βάλλεται είτε σαν πίστις, είτε σαν ήθος, στα πρόσωπα των ποιμένων της. πριν λίγα χρόνια, αν ήθελες να σταδιοδρομήσεις και να αναδειχθείς ως διανοούμενος θα έπρεπε να κάνεις επίδειξη δύο τουλάχιστον ιδιοτήτων: να φανείς ότι είσαι μαρξιστής και να δείξεις ότι είσαι και ολίγον άθεος. Και αυτό σε μια περίοδο όπου και σ' αυτήν την σοβιετική Ρωσία, κατά την πρόσφατη μαρτυρία της Τατιάνας Γκορίτσεβα, "ο Χριστιανισμός έχει γίνει μόδα. Αν είσαι άθεος έρχεσαι από την επαρχία" (Καθημερινή, 1.4.89). Το επαρχιώτικο τούτο πνεύμα με παραλλαγές και διακυμάνσεις εξακολουθεί να δυναστεύει τον τόπο μας.

Όμως τα ευοίωνα σημεία που αναφαίνονται τελευταία στον εθνικό και πνευματικό μας ορίζοντα είναι σημαντικά. Γιατί τα 150 χρόνια της αλλοτρίωσης, φαίνεται πως τελικά δεν έχουν καταφέρει να οδηγήσουν σε αφασία την ορθόδοξη συνείδηση μας. Η Ορθοδοξία επιβιώνει στις καρδιές των ανθρώπων, ανανεωμένη μάλιστα, δυναμική και ζωντανή. Το σύνθημα "για μια ελεύθερη και ζωντανή Εκκλησία" δεν έχει ξεχασθεί. Αντίθετα κάθε ημέρα που περνά προσλαμβάνει και νέες διαστάσεις και έρχονται στιγμές που δονεί εσώτατα τις καρδιές μας. Το 1987 με τον μεγαλεπήβολο εκείνο αγώνα της Εκκλησίας προς περιφρούρηση του αυτοδιοικήτου της, ο λαός μας απέδειξε ότι έχει, διατηρεί ακόμη μέσα του γρηγορούσα την εκκλησιαστική του συνείδηση, ότι θέλει την Εκκλησία του δυναμική και ανανεωμένη, μέσα στα σύγχρονα προβλήματα κινουμένη, οριοθετώντας τη ζωή του, ηγέτιδα πνευματική του τόπου. Η αναβίωση του Αγίου Όρους και του Μοναχισμού μας γενικώτερα στις ημέρες μας είναι σημείο ενδεικτικό. Χιλιάδες νέοι ζουν εκκλησιαστικά σήμερα, κατακλύζουν τους ι. Ναούς, μετέχοντες στη ζωή της Εκκλησίας. Χιλιάδες επιστήμονες και άνθρωποι ήθους και υψηλού φρονήματος απεκδέχονται τον έλεγχο της ζωής των από την Εκκλησία και ζουν κατά τις επιταγές της. Και διανοούμενοι αξίας δεν διστάζουν να διακηρύττουν -όπως ο προ καιρού κοιμηθείς Τάσος Λιγνάδης- ότι "η Ορθοδοξία είναι η έκφραση του Γένους. Όσοι θέλησαν να το αμφισβητήσουν όχι μόνο έπεσαν έξω, αλλά και γελοιοποιήθηκαν. Η τουρκοκρατία, παρά τη μακρά της διάρκεια, στη συνείδηση του υπόδουλου Γένους ήταν μια διαρκή προσωρινότης. Η ορθόδοξη Εκκλησία διήρκεσε περισσότερο από την υπερχιλιετή βυζαντινή αυτοκρατορία. Το Βυζάντιο υπήρξε ουσιαστικά πνευματικό παράγωγο της Εκκλησίας που τη μορφοποιό της ιδεολογία χειρίσθηκε ως μέσο αποστολισμού και οικουμενικής πολιτικής. Η Εκκλησία διήρκεσε περισσότερο από την οθωμανική αυτοκρατορία μολονότι έζησε υπό καθεστώς αιχμαλωσίας. Κατόρθωσε να επιβιώσει ακόμη και κάτω από τις πιο αντίξοες διαλυτικές περιστάσεις της υποστάσεως της στον αιώνα μας". Για να καταλήξει: "Η Εκκλησία είναι η ζωτική κιβωτός, δηλαδή θεματοφύλακας της ταυτότητας του Ελληνισμού που σημαίνει ότι η πνευματικότητα της μεταστοιχειώνεται στην ιστορία ως η πολυδιάστατη πολιτική διασώσεως της ιθαγενείας". Γι' αυτό άνδρες που εβίωσαν την Ορθοδοξία και αγάπησαν το Γένος, όπως ο Φώτης Κόντογλου, έγραφαν ότι όποιος πολεμάει την Εκκλησία υπονομεύει τα θεμέλια του Έθνους. Το ίδιο πράγμα με άλλη διατύπωση έχει διακηρύξει ο πολύς σύγχρονος ιστορικός Στήβεν Ράνσιμαν: "Κατά την τουρκοκρατία η Εκκλησία κατόρθωσε να επιβιώσει. Και όσο αυτή επιβίωνε το έθνος δεν μπορούσε να πεθάνει". Έχω την βεβαία αίσθηση ότι σήμερα ο Ελληνισμός απειλείται. Απειλείται και βίαια και ειρηνικά. Μια άλωση, μια βαβυλώνια αιχμαλωσία είναι επί θύραις αν δεν έχει ήδη διαβεί το κατώφλι του. Κοιτάτε τι γίνεται με τον τουρισμό τα νησιά μας. Τι ξεπεσμός, τι αλλοτρίωση, τι αποστασία. Ένα νέο είδος γραικυλισμού έχει κάνει την εμφάνιση του, απωθώντας τα σωτήρια αντισώματα στο βάθος. O γραικυλισμός αυτός σαρώνει στο πέρασμά του παράδοση και πίστη, θυσιάζοντας τα στο βωμό ενός άκριτου εξευρωπαϊσμού, ενός απεριόριστου ευδαιμονισμού και μιας χυδαίας υλοφροσύνης. Αλλά η απειλή, για την οποίαν ομιλώ έχει βαθύτερες προελεύσεις και αποτελεί εφαρμογή σχεδίου ή σχεδίων που έχουν εκπονηθεί προσεκτικά από χρόνια πολλά. Ας κάνουμε μαζί μια σύντομη επισκόπηση και επιστασία στην ιστορία.

Κοιτάξετε προς ανατολάς. Πού είναι οι πάλαι ποτέ ανθούσες παροικίες της Μικρασίας, της Κωνσταντινουπόλεως, της Ανατ. Θράκης, της Μέσης Ανατολής, της Αιγύπτου και του Πόντου; Ποιος δάκτυλος -έχετε διερωτηθεί ποτέ- ποιος δάκτυλος μας εξερρίζωσε από τις προαιώνιες αυτές κοιτίδες μας; Είναι τάχα μόνο οι δικές μας αμαρτίες μήπως η έντεχνη εκμετάλλευση των θανάσιμων λαθών της ηγεσίας μας από τους ενεδρεύοντας άσπονδους "φίλους" μας; Το ισχυρό ρεύμα του Ισλάμ, που άρχισε να κατακλύζει και τη γειτονική μας Τουρκία, ο διεθνής σιωνισμός με τα παρακλάδια του και η φράγκικη πολιτική των δήθεν συμμάχων μας συρρικνώνουν τον Ελληνισμό και τον εκδιώκουν από τις εστίες του. Τίποτε δεν είναι τυχαίο. Το ίδιο φαινόμενο, σε βάρος βέβαια του Χριστιανισμού, παρατηρείται και το ίδιο έγκλημα συντελείται σήμερα στον Λίβανο. Όλη η κακοδαιμονία της άλλοτε ανθηρής αυτής χώρας, οφείλεται στην εφαρμογή του σχεδίου, που εξεπόνησαν σκοτεινές δυνάμεις, γιά την εκδίωξη του δυναμικού χριστιανικού στοιχείου από τη χώρα αυτή. Γιά την επέκταση του ισλαμισμού σε όλη την έκταση της Μ. Ανατολής. Μπορείτε να φανταστείτε, νομίζω, ποιος ή ποίοι κρύβονται πίσω και από αυτή την επιχείρηση. Ποίοι έχουν συμφέρον να συρρικνωθεί και ο Ελληνισμός και ο Χριστιανισμός. Μήπως και το συνεχιζόμενο δράμα της Κύπρου εντάσσεται στο ίδιο πλαίσιο; Μετ' επιτάσεως διαδίδεται σήμερα ότι διανύουμε τη μεταχριστιανική εποχή. Η λεγομένη "Νέα Εποχή" ή "εποχή του Υδροχόου" επιδιώκει να εγκαθιδρύσει στον κόσμο μια παγκόσμια και οικουμενική ανθρώπινη ενότητα χωρίς όρια και δεσμεύσεις, σύνορα και γένη. Στο σχέδιο αυτό εντάσσεται και η ένωση των θρησκειών όλων, ώστε να μη στέκονται εμπόδιο στην προσέγγιση των λαών. Πάνω από 70.000 οργανώσεις σήμερα σε όλο τον κόσμο εργάζονται για την πραγματοποίηση αυτού του σχεδίου. Την κορυφή του παγόβουνου είδαμε στο παγκόσμιο συνέδριο θρησκειών που έγινε τον περασμένο Ιούνιο στη Σεούλ, με σκοπό την ένωση όλων των θρησκειών. Ο νέος αυτός συγκρητισμός μπορεί να γοητεύει και να συγκινεί τους απλούς ανθρώπους ή τους αδιάφορους θρησκευτικά, όμως είναι ένωση όχι εν Χριστώ αλλά υπεράνω δογμάτων, θρησκειών και παραδόσεων. Αντιλαμβάνεσθε τι σημαίνει αυτό; Είναι απειλή όχι μόνο για την Ορθοδοξία, αλλά και γιά τον Ελληνισμό διότι στόχος της είναι η κατάλυση κάθε παραδοσιακού αντισώματος με το απατηλό σύνθημα να γίνει ο κόσμος όλος μια γειτονιά και κάτι επί πλέον: μια καρδιά, μια υπόσταση που θα κινείται τότε πειθαρχικά και υπάκουα κάτω από τα ρυθμικά κινήματα της μαγικής μπαγκέτας, που θα χειρίζεται κάποιος άγνωστος σε μας παγκόσμιος κυρίαρχης.

Κοιτάξετε προς βορρά. Παρά τις διπλωματικές διαβεβαιώσεις των ηγητόρων μας, νομίζετε ότι δεν κινδυνεύει ο ελληνισμός από τη μεριά αυτή; Δέν θα κινδύνευε ενδεχομένως αν το πανσλαβιστικό όραμα είχε υποχωρήσει και λησμονηθεί, αλλά θα ήταν κανείς έξω της πραγματικότητας εάν ήθελε παραδεχθεί μια τέτοια πρόταση. Δεν μισούμε κανένα, άλλά και δεν χάσαμε την μνήμη μας, ούτε δεχόμαστε να υποθηκεύουν τη λειτουργία της νοήσεως μας οι πρόσκαιρες και συνήθως πρόχειρες επιδιώξεις μερικών όψιμων υπερασπιστών των συμφερόντων του ελληνισμού, πολλοί από τους οποίους υπήρξαν επιδεικτικά απόντες από τους πρόσφατους αγώνες της πατρίδος γιά την εξασφάλιση της ανεξαρτησίας της. Να σας υπενθυμίσω την πολιτική των Σκοπίων ή την τακτική της Αλβανίας, όπου συστηματική γενοκτονία συντελείται σε βάρος των χιλιάδων αδελφών μας βορειοηπειρωτών, όπου από 400.000 πριν 5 χρόνια έφθασαν σήμερα, σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση της αλβανικής κυβερνήσεως στις 57.758 ψυχές; Να σας υπενθυμίσω ακόμη την ανακίνηση μειονοτικού ζητήματος στη Δυτ. Θράκη από τους Τούρκους που με τη συστηματική τους πολιτική μέσα κι έξω από τη χώρα μας κατόρθωσαν να μπορούν να ελέγχουν όλο το μουσουλμανικό στοιχείο στέλλοντας και ανεξάρτητο πολιτικό τους εκπρόσωπο στη Βουλή;

Κοιτάξετε τώρα στα δυτικά. Είναι η Ευρώπη των εθνών, των πολιτών και των εργαζομένων. Γιατί στην πράξη η διείσδυση του ξενότροπου συστήματος ζωής στον τόπο μας απειλεί την ανεξαρτησία μας και διακινδυνεύει την αληθινή υπόσταση μας. Γιατί βέβαια δεν είναι ο πακτωλός των πράσινων δραχμών που ρέει στα θυλάκιά μας αυτός που θα μας εξασφαλίσει ανεξαρτησία, αλλά τα πνευματικά μας υποστρώματα και η πνευματική μας θωράκιση. Βλέπω με ανησυχία την επερχόμενη ανάμειξη στη μέχρι τώρα σχεδόν ομοειδή, από έποψη θρησκεύματος και επομένως και από έποψη πολιτιστικής και πνευματικής ομοιογένειας, ελληνική κοινωνία στοιχείων αλλόδοξων και αλλόπιστων από αυτά που πλεονάζουν στην Ευρώπη, με συνέπεια τη σταδιακή αλλοίωση της παραδοσιακής μορφής της ζωής μας, της κοινωνίας μας και με κίνδυνο τον τραυματισμό της εθνικής μας ομοψυχίας και ενότητας, κύριος συντελεστής της οποίας είναι η Ορθοδοξία μας. Η σταδιακή εγκατάσταση στη χώρα μας, σε συνεχώς αυξανόμενους ρυθμούς, ξένων προσώπων που θα θελήσουν να ζήσουν εδώ μόνιμα δημιουργεί νέες συνθήκες ζωής γιά όλους μας. Ο καθείς εξ αυτών φέρνει μαζί του τις παραδόσεις του, τη γλώσσα, τη θρησκεία του. Θα αναπτυχθούν και εδώ οργανωμένες ομάδες κοινωνικής πιέσεως που θα διεκδικούν, εν ονόματι των συνταγματικών ελευθερίων, δικαιώματα με βάση το θρήσκευμα η την αθεΐα τους. Μην εκπλαγείτε εάν δείτε σε λίγο να ξεφυτρώνουν στις μεγάλες πόλεις τζαμιά η και κέντρα ισλαμικών σπουδών, όπως αυτό συμβαίνει σε όλες τις δυτικές πρωτεύουσες. Όσο υποχωρεί η Ορθοδοξία, τόσο τα οθνεία στοιχεία κερδίζουν έδαφος, και σιγά-σιγά θα γίνουμε πρόσφυγες στον τόπο μας. Στη Γαλλία π.χ. υπάρχουν σήμερα μεγάλες κοινότητες βουδιστών, εβραίων, μουσουλμάνων, ινδουιστών, βραχμάνων, αθέων. Τα μέλη των αρχικά προήρχοντο από μετανάστες των χωρών της Ανατολής, όπου κυριαρχούν τα θρησκεύματα αυτά. Αργότερα, οι μετανάστες αυτοί ανέπτυξαν προσηλυτιστική δραστηριότητα και κατόρθωσαν να αποκτήσουν τους πρώτους προσήλυτους. Σήμερα στη Γαλλία υπάρχουν 300.000 μουσουλμάνοι, εκ των οποίων οι 150.00 είναι προσήλυτοι, τέως χριστιανοί. Καί όλα αυτά καθ' ην ώραν στις ισλαμικές χώρες ο χριστιανισμός πολεμείται και οι χριστιανοί, κατά το πλείστον, δεινοπαθούν. Η Ευρώπη αν δεν υπάρξει σωστή από μέρους μας αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών, θα αποβεί γιά μας η χοάνη της αφομοιώσεως μας. Ήδη δε λέγεται πώς θα υπάρξουν και οι Η.Π.Ε. κατά το πρότυπο των Η ΠΑ. Με δεδομένη τη θρησκευτική, γλωσσική, πολιτιστική, πνευματική και ιστορική ιδιαιτερότητα μας από τους λαούς της Ευρώπης, είναι δυνατόν να επιβιώσουμε; Ιδιαιτερότητα όμως, που βλακωδώς αγωνιζόμαστε να κρημνίσομε. Καλούμεθα να προσαρμόσουμε τη νομοθεσία μας, τη διοίκηση μας, την εκπαίδευση μας, προς ό,τι ισχύει στην Ε.Ε. Όμως μπορεί να γίνει αυτό χωρίς βάσανο, χωρίς τη λήψη των μέτρων που θα αποτρέψουν την αλλοτρίωση μας; Ας μη το λησμονούμε ότι μπορεί πολιτικά να ανήκουμε στη Δύση, όμως πνευματικά ανήκουμε στην Ανατολή.

Και ενώ αυτοί οι κίνδυνοι μας απειλούν ως Έλληνας εμείς υπνώττουμε μακαρίως και αναλισκόμεθα στο να τραυματίζουμε την ενότητα μας και να διακυβεύουμε το μέλλον μας με το να αμφισβητούμε τα στοιχεία της υπαρκτικής μας οντότητας. Και ποία είναι τα στοιχεία αυτά; Είναι η γλώσσα μας που έχει αφάνταστα φτωχύνει. Η γλωσσική μας πενία είναι μια εκούσια λιμοκτονία, που την γεύεται καθημερινά ο λαός μας, ανυποψίαστος εμπρός στην εγκληματική αδράνεια των πολλών και τη θαυμαστή και απίθανη δραστηριοποίηση των ολίγων. Πολλοί γραικύλοι, αποστάτες, τερμίτες, μίσθαρνα όργανα ξένων δυνάμεων μεθοδεύουν την κατάλυση του λαμπρού οικοδομήματος που ύψωσαν με θυσίες οι πατέρες μας. Βάλθηκαν να ξεριζώσουν τη γλώσσα μας, επέβαλαν στανικώς το μονοτονικό, ετοιμάζουν -όπως έχει λεχθεί- και το λατινικό αλφάβητο! Ο Χρ. Μαλεβίτσης θα γράψει πώς η κατάργηση, με απόφαση των 300 της Βουλής του ιστορικού τονισμού των λέξεων, δηλ. η επιβολή με νόμο του μονοτονικού συστήματος μας ατιμάζει ως ιστορικό λαό. ("Καθημερινή 30-9-89).

Άλλο στοιχείο της ταυτότητος μας είναι η ιστορία μας. Και αυτήν την νόθευσε η προκρούστειος μέθοδος της προσαρμογής της σε κομματικές επιδιώξεις, που πρόθυμα υπηρετούν κάθε φορά μερικοί ιστοριογράφοι. Τα παιδιά μας σήμερα δεν είναι σε θέση να συλλάβουν τα μηνύματα ούτε των εθνικών μας επετείων. Η οικογένεια πλήττεται συστηματικά, και η έννοια της πατρίδος αδυνατίζει ενώπιον των διεθνιστικών καταποτίων, με τα οποία μεθύουν τη νεολαία μας, ώστε να εφησυχάζει στις καφετέριες και στην ντόλτσε-βίτα, και να μην εκτιμά την ανάγκη να αγωνισθεί για να διαφυλάξει ό,τι κληρονόμησε. Πόσοι νέοι σήμερα είναι τάχα πρόθυμοι να πολεμήσουν γιά τη πατρίδα και να αντιπαραταχθούν στις κορυφές των συνόρων μας γιά την πάτρια γη. Φοβούμαι ότι ο εχθρός δεν είναι πλέον ante portas, είναι δυστυχώς intra muras. Πληρωμένοι υπονομευτές εργάζονται ασταμάτητα φροντίζοντας να αφιονίσουν τη νεολαία, να της γκρεμίζουν την πίστη, να την υπνωτίζουν με τα ναρκωτικά, να την ωθούν προς τον παρασιτισμό και τη αναρχία της βίας και της τρομοκρατίας. Τάχα δεν είναι παιδιά μας και οι αδίστακτοι τρομοκράτες που δολοφονούν αθώους άνδρες στη χώρα μας; Έχετε σκεφθεί πως έφθασαν τα νέα αυτά παιδιά να σηκώσουν το χέρι ενάντια στους συνανθρώπους των, ποιος όπλισε το χέρι τους με το δολοφονικό όπλο, ποιος τους πρόσφερε τόση αδιστακτωσύνη; Ποίοι, σε τελευταία ανάλυση, είναι οι ηθικοί αυτουργοί των απαίσιων αυτών πράξεων, που τις καταδικάζουμε όλοι, αλλά και τις υφιστάμεθα με κάποια χρησιμοθηρική απάθεια; Μόνο στα κομματικά είμαστε ζωηροί και αντιθετικοί! Και στα ποδοσφαιρικά! Γιά όλα τα άλλα μας έχει επιβληθεί ή συνωμοσία της σιωπής. Ποιος νοιάζεται σήμερα γιά την κατάντια της παιδείας γιά την Εκκλησία, γιά τη σήψη του δημοσίου βίου, γιά την περιφρόνηση της ηθικής για την ατίμωση της ιστορίας Αν εξαιρέσει κανείς μερικούς που αγρυπνούν, οι άλλοι, οι πολλοί εφησυχάζουν, επειδή πιστεύουν ότι αυτοί δε θίγονται. Αλλά οταν καίγεται το σπίτι του διπλανού σου, η φωτιά θα έλθει και στο δικό σου σπίτι. Σήμερα τα ερείσματα υποχωρούν και το έθνος καταρρέει.

Με όσα είπα δεν επιδιώκω να ενσπείρω τον πανικό ή να ωθήσω προς την αυτοαπομόνωση. Αντίθετα, όπως η προσβολή της υγείας μας, επιστρατεύει τα σωτήρια αντισώματα του οργανισμού μας, που ανθίστανται αμυνόμενα και νικούν τα μικρόβια, έτσι πιστεύω ότι πρέπει και μπορούμε να αντιδράσουμε στην επερχόμενη επιδημία. Οταν το πλοίο κατευθύνεται με ορμή προς το παγόβουνο, όπου θα συντριβή, μόνο ένα πράγμα μπορεί να το σώσει. Η έγκαιρη επισήμανση του κινδύνου, η κραυγή "όπισθεν ολοταχώς". Την ίδια αυτή κραυγή υψώνουμε κι εμείς σήμερα όχι με την έννοια της οπισθοδρόμησης και του σκοταδισμού, όπως θα σπεύσουν να μας κατηγορήσουν οι "φωταδιστές" που αμετανόητοι εξακολουθούν να εγκληματούν, αλλά με την έννοια της πνευματικής μας θωράκισης και της επιστροφής στις ζωοπάροχες πηγές των ναμάτων του Γένους. Καλούμεθα να ανακαλύψομε την Ορθοδοξία, να ζήσομε την εκκλησιαστική ζωή. Η Εκκλησία είναι η συνισταμένη όλων των επί μέρους στοιχείων της εθνικής μας αυτογνωσίας. Μέσα στην Εκκλησία διασώζεται αμόλυντη η γλώσσα μας, εκεί αναδεικνύεται ζωντανή η ιστορία μας. Στην Εκκλησία η οικογένεια στερεώνεται, η παράδοση καλλιεργείται, το ήθος κρατύνετε, η έννοια της πατρίδος επιβιώνει. Εκκλησία και Ορθοδοξία περιχωρούν όλο το Γένος. Όποιος έχει την Εκκλησία κρατά το έθνος όλο. Γι' αυτό είναι ανάγκη να στραφούμε προς την Εκκλησία πρωτίστως. Ύστερα θα έλθουν όλα τα αλλά. Αν μείνουμε ανερμάτιστοι θα χαθούμε. Μπήκαμε στην Ε.Ε. για να ευτυχήσουμε. Γιατί τάχα χρειάζεται να δοκιμασθούμε, να πάθουμε για να μάθουμε; Γιατί να μην κερδίσουμε, αλλά να κερδιθούμε;

Ο Μακρυγιάννης, βλέποντας τα δεινά του Γένους, λίγο πριν κηρύξει την επανάσταση κατά του Όθωνος, ύψωνε τα χέρια του σε προσευχή και έλεγε: "Κύριε Παντοδύναμε, Εσύ Κύριε θα σώσεις αυτό το αθώο έθνος. Είμαστε αμαρτωλοί, είσαι Θεός. Ελέησε μας, φώτισε μας, ένωσε μας και κίνησε μας εναντίον του δόλου και της απάτης, της συστηματικής τυραγνίας της πατρίδος και θρησκείας". Την ίδια προσευχή απευθύνουμε σήμερα στον Κύριο μας. Και παράλληλα αναλαμβάνουμε τις ευθύνες μας απέναντι στην ιστορία του τόπου. Για να επιβιώσει η πατρίδα μας. Για να ζήσουμε ελεύθεροι οι Έλληνες.http://www.oodegr.com/oode/orthod/oros_epiviwsis1.htm
<<ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΔΕΝ ΣΚΕΠΑΖΕΙ ΟΥΔΕΝ ΑΠΟ ΣΟΥ ΚΑΙ Η ΝΥΞ ΛΑΜΠΕΙ ΩΣ Η ΗΜΕΡΑ ΕΙΣ ΣΕ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΩΣ ΤΟ ΦΩΣ>>
Απάντηση

Επιστροφή στο “Eλληνισμός-Χριστιανισμός”