Vassilis_1 έγραψε:
Και γενικά κατευθύνσεις πρέπει να παίρνουμε από την Ορθόδοξη Εκκλησία, διότι αυτή ΜΟΝΟ, είναι ο “στῦλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας.”
(Α Τιμ. 3,15).
Ορίστε λοιπόν πως μας κατευθύνει ο άγιος Νεκτάριος.
Διαβάστε τι αναγράφει ο Άγιος Νεκτάριος Αιγίνης σε ένα περισπούδαστο σύγγραμμά του, το οποίο φέρει τον τίτλο: «Περί της Ελληνικής Φιλοσοφίας ως Προπαιδείας εις τον Χριστιανισμόν»!..
Ελληνική Φιλοσοφία και Χριστιανισμός!..
ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ
ΩΣ ΠΡΟΠΑΙΔΕΙΑΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΝ
«Άνθρωπος ευσεβής εν σοφία μένει ως ο ήλιος»
Αγ. Νεκταρίου «γνώθι σαυτόν»
Εισαγωγή
Ο Άγιος Νεκτάριος κατέκτησε τον στέφανον της αγιότητος, όχι μόνον με τον ενάρετον βίον και τις εν ζωή πράξεις του, αλλά και με τα θαύματα, τα οποία δυνάμει θεία πραγματοποίησε πριν και μετά την κοίμησή του. Το πλούσιο συγγραφικό του έργο, εξ άλλου, παράλληλο προς την αγιότητα της ζωής του, τον καθιστά ένα από τους σπουδαιότερους ιερούς Πατέρες της Ορθοδοξίας στην εποχή μας. Οι λόγοι του είναι πάντοτε επίκαιροι και ευπρόσδεκτοι, ιδίως, όσοι αναφέρονται στην Ελληνική Φιλοσοφία και στο Ελληνικό Έθνος, καθώς διανύομε μια τόσο δύσκολη για τον Ελληνισμό και για τη νεότητα περίοδο.
Πρέπει να σημειωθεί, ότι το παρουσιαζόμενο έργο αποτελεί τμήμα εκτενεστέρου συγγράμματος του Αγίου Νεκταρίου, στο οποίο αναφέρεται και ο πρόλογός του, και όπου περιλαμβάνονται αποφθέγματα και φιλοσοφικοί λόγοι από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι της εποχής του. Όλα αυτά άρχισε να τα συγκεντρώνει από της παιδικής του ήδη ηλικίας και είναι προφανές, ότι υπήρξαν και για τον ίδιον παιδαγωγοί προς Κύριον.
Κατά την απόδοση στην σημερινή ομιλουμένη ελληνική έγινε προσπάθεια να διατηρηθεί, κατά το δυνατόν, ο λόγος πλησιέστερος προς το αρχικό κείμενο, εφόσον είναι κατανοητός. Πολλές φορές διατηρήθηκε η λέξη του κειμένου, όπως έχει επιλεγεί από τον Άγιο, με την προσθήκη μιας λεκτικής αποχρώσεως, ώστε να γίνει η απόδοση περισσότερο κατανοητή.
Πρέπει να σημειωθεί, ότι και σ’ αυτό το κείμενο διακρίνονται οι αρετές της γραφής του Αγίου Νεκταρίου. Ο λόγος του είναι πηγαίος και ειλικρινής, ώστε να είναι βέβαιος ο αναγνώστης ότι περιγράφει τα αληθή βαθύτερά του συναισθήματα. Εξ άλλου ο Άγιος διακρίνεται ως ρήτωρ μελίρρυτος, φιλόσοφος πλήρης Πνεύματος Θείου και Πνευματικός Πατέρας πάντοτε επίκαιρος και σύγχρονος.
Πρόλογος
Αξιότιμοι Κύριοι
Το θέμα της μελέτης μου αυτής προήλθε από γενικότερες μελέτες, με τις οποίες ασχολούμαι από πολλά έτη. Θέμα των μελετών μου αυτών υπήρξαν οι Έλληνες συγγραφείς. Εξεκίνησα κυρίως από ένα φλογερό πόθο να συγκεντρώσω ο,τιδήποτε σωστό έχουν παρουσιάσει σχετικά με το Θεό, την ψυχή και την αρετή και να αποταμιεύσω σε ένα τόμο όλες τις σοφές γνώμες όλων των σοφών Ελλήνων, ώστε να διδάσκονται από αυτές οι μελετητές. Από τη μελέτη αυτή και από την τακτοποίηση της ύλης επείσθηκα ότι οι Έλληνες σοφοί, είτε εξ ολοκλήρου, είτε εν μέρει, υπήρξαν διδάσκαλοι της αληθείας, ότι την αγάπησαν και την αναζήτησαν με πάθος και ότι τους οδηγούσε προς την αληθινή φιλοσοφία μια ερωτική αγάπη για τη γνώση της αληθείας. Αυτή η αγάπη οδήγησε σταδιακά το Ελληνικό Έθνος στην καθαρότερη και σαφέστερη γνώση της αληθείας και εν τέλει στην αλήθεια εξ αποκαλύψεως, τον Χριστιανισμό.
Η Ελληνική φιλοσοφία υπήρξε για την Ελληνική φυλή ο παιδαγωγός για την κατανόηση της εξ αποκαλύψεως αληθείας. Ο έρως προς την φιλοσοφία έγινε έρως προς τον χριστιανισμό και η φιλοσοφία έγινε πίστη προς τον Χριστό. Άρα ο έρως προς την αλήθεια υπήρξε ο λόγος, για τον οποίο η Ελληνική Φυλή έγινε λάτρης και οπαδός της εξ αποκαλύψεως αληθείας, του Χριστιανισμού, ευθύς ως εμφανίστηκε επί της γης. Έκτοτε, τον αποδέχθηκε με θέρμη, τον αγκάλιασε και έδωσε με προθυμία το αίμα της γι’ αυτόν. Επειδή, λοιπόν η Ελληνική φιλοσοφία υπήρξε τόσο σπουδαία και εξ αιτίας της πρώτη η Ελληνική φυλή ασπάσθηκε τον Χριστιανισμό, επέλεξα ως θέμα μελέτης... «την Ελληνικήν Φιλοσοφίαν ως προπαιδείαν εις τον Χριστιανισμόν» επειδή είναι θέμα εξαιρετικά σπουδαίο για τους Έλληνες.
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΩΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΥ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΝ
Ελληνική Φιλοσοφία: Δύο απλές λέξεις. Αλλά λέξεις γεμάτες από τον πλούτο μεγάλων και υψηλών νοημάτων. Μέσα σ’ αυτές περιέχεται η τέλεια έννοια του ανθρώπου. Αυτές οι ίδιες λέξεις περιέχουν εντός τους το σύνολο των επιστημονικών αρχών. Σ’ αυτές εκφράζεται το πνεύμα μιας τελείως ανεπτυγμένης πνευματικά ανθρωπότητος. Μ’ αυτές αποδίδεται χαρακτηριστικά η τέλεια εικόνα του ανθρώπου. Σ’ αυτές αναγνωρίζεται το μέγεθος του ανθρωπίνου Νου, το ύψος της ανθρωπίνης διανοίας, το βαθύτερο νόημα των εννοιών, η δύναμη, το κάλλος και η ομορφιά του λόγου, η λεπτότητα των διανοημάτων, η ευκρίνεια, η καθαρότητα και η σαφήνειά τους, η δύναμη και η χάρη τους και, τέλος, η θεία προέλευση και καταγωγή του ανθρώπου.
Η Ελληνική φιλοσοφία είναι η θεμελιώδης αρχή, η βάση και το θεμέλιο για μία αληθινή ανάπτυξη και μόρφωση. Είναι ο παιδαγωγός του ανθρώπου. Αυτή οδηγεί τα βήματά του προς την ευσέβεια. Αυτή υπήρξε ο διδάσκαλος της αληθείας. Αυτή εδίδαξε τον άνθρωπο ποιος είναι, ποια είναι η αποστολή του στον κόσμο και ποιες πρέπει να είναι οι πράξεις του. Αυτή τον εδίδαξε την ύπαρξη του Θεού, την σχέση του ανθρώπου προς τον Θεό και την σχέση του Θεού προς τον άνθρωπο. Τον εδίδαξε τις ιδιότητες του θείου (Θεού) και την συγγένεια του ανθρώπου προς Αυτό. Η Ελληνική φιλοσοφία εδίδαξε την πρόνοια του Θεού για την ανθρωπότητα και με τις ορθές από τις θεωρίες της χειραγώγησε ως παιδαγωγός την ανθρωπότητα προς τον Χριστό.
Η φιλοσοφία υπήρξε και είναι κτήμα των Ελλήνων και κανένας δεν είναι δυνατόν να την αφαιρέσει απ’ αυτούς. Με την διάδοσή της ανάμεσα στα έθνη τα προσελκύει και τους προσφέρει Ελληνικότητα, χωρίς η ίδια να χάνει ποτέ την ελληνικότητά της. Όσοι γίνονται οπαδοί της, όσοι ομιλούν την ελληνική γλώσσα, δεν είναι πια ξένοι, αποβάλλουν κάθε βαρβαρότητα και αποκτούν ελληνικότητα και ευγένεια. Ο προορισμός της Ελληνικής φιλοσοφίας είναι η διάπλαση όλων κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να γίνονται Έλληνες.
Η Ελληνική φιλοσοφία εγεννήθηκε χάριν του Χριστιανισμού και εταυτίσθηκε με αυτόν για να εργασθεί για τη σωτηρία της ανθρωπότητος. Έλληνες και Φιλοσοφία είναι έννοιες αξεχώριστες. Αυτό μαρτυρεί και ο Απόστολος των Εθνών Παύλος όταν αναφέρει: «Οι Έλληνες αναζητούν με πάθος τη σοφία». Γιατί ο Έλληνας είναι πραγματικά γεννημένος για να διδάσκει την ανθρωπότητα.
Αλλά, αν η ταυτόσημη με τον Έλληνα φιλοσοφία είναι ο παιδαγωγός, ο οδηγός προς τον Χριστιανισμό, πρέπει να καταλήξουμε στο συμπέρασμα, ότι ο Έλληνας, πλασμένος φιλόσοφος, είναι και πλασμένος Χριστιανός. Είναι πλασμένος να γνωρίσει την αλήθεια και να την διαδίδει στα άλλα έθνη.
Ναι, ο Έλληνας εγεννήθηκε από θέληση της Θείας Πρόνοιας διδάσκαλος της ανθρωπότητος. Αυτό το έργο είναι η πνευματική κληρονομιά του, αυτή είναι η αποστολή του, αυτό είναι το ξεχωριστό κάλεσμά του ανάμεσα από τα έθνη. Αυτό το μαρτυρεί η εθνική του ιστορία, το μαρτυρούν οι κλίσεις και οι τάσεις του χαρακτήρος του, το μαρτυρούν και οι ευγενικές του διαθέσεις, το μαρτυρεί η ίδια η μακροβιότητα του Ελληνισμού, από όπου συμπεραίνεται και η αιωνιότητά του. Και αυτό συμβαίνει επειδή είναι προορισμένος για το έργο του Χριστιανισμού και συνδεδεμένος με αυτό. Και ο Χριστιανισμός είναι αιώνιος. Από την άλλη πλευρά, πάλι, ενώ όλα τα έθνη εμφανίσθηκαν στην παγκόσμια σκηνή και υπήρξαν παροδικά, το Ελληνικό Έθνος παρέμεινε δραστήριο στο προσκήνιο παγκοσμίως σε όλους τους αιώνες. Και αυτό έγινε, επειδή η ανθρωπότητα έχει ανάγκη από διδασκάλους. Αυτό φαίνεται και από την επιλογή της Ελληνικής φυλής από την Θεία Πρόνοια για να της εμπιστευθεί, σαν ιερή παρακαταθήκη, την Αγία Πίστη, την Θρησκεία της Αποκαλύψεως και το θείο αποστολικό έργο της. Δηλαδή, το αιώνιο έργο της σωτηρίας με τη διάπλαση της ανθρωπότητος, κατά τις αρχές της από θεία Αποκάλυψη Θρησκείας, του Χριστιανισμού. Και είναι αλήθεια, ότι αυτό το έργο έχει ανατεθεί στην Ελληνική φυλή. Αυτό αποδεικνύεται από την ιστορία. Με ένα μόνο βλέμμα στην ιστορία του Χριστιανιμού διαπιστώνουμε αυτήν την αλήθεια, επειδή εκεί, από την πρώτη της σελίδα, φαίνεται η δράση της Ελληνικής φυλής μέσα στο Χριστιανισμό και η κλήση της να αναλάβει την μεγάλη αποστολή του Χριστιανικού έργου. Οι Θείοι λόγοι του Σωτήρος, όταν του ανήγγειλαν ότι εζήτησαν να Τον ιδούν Έλληνες, τώρα εδοξάσθη ο Υιός του Ανθρώπου, είχαν ένα βαθύ νόημα. Ήταν λόγοι προφητικοί, πρόβλεψη μελλοντικών γεγονότων. Οι Έλληνες αυτοί ενώπιον του Χριστού ήταν οι αντιπρόσωποι ολοκλήρου του Ελληνικού Έθνους. Στην παρουσία τους διέκρινε και ανεγνώρισε ο Ιησούς το Έθνος, στο οποίο επρόκειτο να δοθεί η ιερή παρακαταθήκη για να την διαφυλάξει χάριν της ανθρωπότητος. Από τον πόθο των Ελλήνων να Τον αναζητήσουν, διέκρινε ότι ήταν πρόθυμοι να δεχθούν την διδασκαλία Του, προέβλεψε ότι θα δοξασθεί από την πίστη των εθνών και ανεγνώρισε το από καταβολής του κόσμου προετοιμασμένο έθνος για να φέρει εις πέρας την αποστολή και να ολοκληρώσει τον ύψιστο Σκοπό.
Γιατί, πραγματικά, από καταβολής κόσμου είχε κληθεί το Ελληνικό Έθνος να πραγματοποιήσει αυτόν το σκοπό και ήταν γι’ αυτόν πλασμένο. Ο Θεός μέσα στα πλαίσια της Θείας Του Προνοίας διέπλασε το Ελληνικό Έθνος σαν οφθαλμό στο σώμα της ανθρωπότητος και από αυτή τη θέση το εκάλεσε να εργασθεί για την αναγέννησή της.
Το Ελληνικό Έθνος, με αυτή τη φυσική ιδιότητα, κατόρθωσε να εξετάζει σαν αληθινός οφθαλμός και όσα είναι εμφανή και όσα είναι κρυμμένα κάτω από πέπλο μυστηρίου. Παρετήρησε έκθαμβο το εκπληκτικό κάλλος, την ομορφιά της αρμονίας της δημιουργίας και ανεζήτησε τον Θείο Δημιουργό. Αφοσιώθηκε με λατρεία στην έρευνα και ανεκάλυψε τον Θείο Δημιουργό μέσα στα δημιουργήματά Του. Η εικόνα του Θείου Δημιουργού, γραμμένη με θεϊκό δάκτυλο επάνω στα δημιουργήματα, προσέλκυσε την προσοχή των Ελλήνων και τους συνεπήρε. Αναγνώρισαν σε βάθος την εικόνα του Θεού σε μικρογραφία μέσα στην καλλιτεχνική κατασκευή των όντων και μέσα στη θαυμαστή δομή του μικρότερου ζωηρού πανέμορφου αγριολούλουδου, αλλά και μέσα στην πολύπλοκη κατασκευή των μεγαλυτέρων δημιουργημάτων. Η απέραντη ποικιλία των ειδών, τόσο σοφά διαμορφωμένη, ώστε να ξεκινάει από τα απειροελάχιστα για να αναπτυχθεί και να καταλήξει στα μέγιστα, γίνεται για τον φιλόσοφο μία κλίμακα με απειράριθμες βαθμίδες, η οποία έχει την κορυφή της στον ουρανό. Ο φιλόσοφος ανεβαίνει με θαρραλέο βήμα τα σκαλοπάτια της ατενίζοντας μόνο προς τον Ουρανό. Αποσπάται όλο και περισσότερο από τη γη, πετάει από επάνω του το περιττό άχρηστο γήινο φορτίο και ζητάει να γίνει πνεύμα, για να πλησιάσει το Θείο Πνεύμα, του οποίου τον θρόνο τοποθετεί στον Ουρανό. Κατανοεί ότι μία Αρχή, μία Δύναμη, μία απέραντη Σοφία, ένα αγαθό θείο Ον υπήρξε ο Δημιουργός της θαυμαστής αυτής δημιουργίας. Αυτή η κατανόηση του Θείου από τις θεϊκές του ιδιότητες, του γεννά, την ίδια στιγμή, το συναίσθημα της αγάπης και της λατρείας. Η καρδιά του φιλοσόφου γεμίζει από θείον έρωτα και θερμαίνεται από θεία δύναμη και αυτή η δύναμη τον έλκει και τον κατευθύνει προς τον Θεό. Η ισχύς της είναι ακατανόητη, αλλά και ισχυρή, σαν Θεία δύναμη. Αυτή τον κατακυριεύει και αυτή διευθύνει τις σωματικές και πνευματικές του δυνάμεις κατά την θέλησή της. Έχει διαφορετική θέληση από τον σωματικό άνθρωπο. Αυτή επικρατεί στον εσωτερικό του κόσμο και κατευθύνει τα πάντα. Είναι περίεργο αυτό το φαινόμενο. Και τότε διερωτάται. Τι γίνεται εντός μου; Ποια είναι η σχέση μου προς το θείο, προς το οποίο αυτή η εσωτερική δύναμη κατευθύνεται ακατάσχετη, ζητεί να Το πλησιάσει και έχει την τάση να αφομοιωθεί προς αυτό; Πώς είναι δυνατό να έχει υποταγεί σ’ αυτή την υπερφυσική δύναμη η φυσική μου κατάσταση και πώς εγώ ο φυσικός άνθρωπος δέχομαι να υποταχθώ σ’ αυτήν; Και μάλιστα, αισθάνομαι μεγαλύτερη χαρά για μία τέτοια υποταγή, παρά για την ακατάσχετη φυσική ελευθερία των ορμών μου; Ποιος είμαι εγώ και ενώ έχω προέλθει από τη γη επιζητώ τον Ουρανό; Ποια είναι η σχέση της γης προς τον Ουρανό; Των αισθητών προς τα υπεραισθητά; Ποια η σχέση μου με το Θείο; Γιατί το αγαπώ; Γιατί Το ποθώ τόσο πολύ; Γιατί θέλω να γίνω όμοιος μ’ Αυτό; Είμαι λοιπόν Πνεύμα; Είμαι κάποια υπερφυσική δύναμη; Αλλά, από την άλλη πλευρά, πεθαίνω και ο τάφος καλύπτει το νεκρό και χωρίς πνοή σώμα μου. Πώς, όμως, ο θάνατος αδυνατεί να με πείσει ότι πεθαίνω για πάντα; Πώς ελπίζω, ακόμη, ότι μου επιφυλάσσεται αιώνια ζωή; Από πού έρχεται αυτή η πληροφορία για αιώνια ζωή; Βλέπω ότι πεθαίνω, και όμως, είμαι βέβαιος, πιστεύω ότι θα ζήσω για πάντα, στην αιωνιότητα. Ολόκληρος ο βίος του ανθρώπου μαρτυρεί αυτό. Οι άνθρωποι ζουν για την αιωνιότητα. Άρα ο άνθρωπος έχει από κοινού την πληροφορία για την αιωνιότητά του. Και αυτό, για την αθανασία και την αιωνιότητά του, το έχει διδαχθεί από την εσωτερική του Θεία Δύναμη, η οποία τον έλκει και προς το Θείο. Η Δύναμη αυτή και τον πληροφορεί και τον πείθει. Γι’ αυτό πιστεύει στην αθανασία. Είναι, λοιπόν, ο άνθρωπος μία ύπαρξη, ένα ον αθάνατο, επειδή κατανοεί το Θείο, επειδή έλκεται από το Θείο, επειδή λατρεύει το Θείο, επειδή, ακριβώς, μέσω της εσωτερικής του μυστηριώδους δυνάμεως, παίρνει πληροφορίες από τον ίδιο τον Θεό.
Ο Έλληνας, λοιπόν, με τη βοήθεια της φιλοσοφίας, εγνώρισε πρώτα την ύπαρξη του θείου και στη συνέχεια τον εαυτό του και το ποιος ακριβώς είναι. Με τη γνώση του Θεού απέκτησε και την τέλεια γνώση του εαυτού του και με αυτόν τον τρόπο κατενόησε την σχέση του προς το θείο, την ευγένειά του, δηλαδή την ανωτερότητα της καταγωγής του και έμαθε ότι η αφοσίωση προς το θείο είναι το πρώτο από τα καθήκοντά του. Εγνώρισε, εξ άλλου, ότι η αποστολή του στον κόσμο είναι να προσπαθεί να γίνει τέλειος και να ανυψωθεί από τον υλικό κόσμο προς τον πνευματικό. Έμαθε, ότι ο πνευματικός κόσμος πρέπει να δίνει ζωή στον υλικό κόσμο, ότι το πνεύμα πρέπει να επικρατεί στην ύλη, ότι οι εσωτερικοί πνευματικοί νόμοι έχουν μεγαλύτερη ισχύ από τους εντός του φυσικούς νόμους και ότι μέσα του πρέπει να επικρατούν αυτοί οι λογικοί νόμοι. Έμαθε ότι ο άνθρωπος γίνεται τέλειος όταν αφομοιωθεί με τον Θεό και ότι αφομοιώνεται με το Θείο, όταν στολίζεται με ευσέβεια, δικαιοσύνη, αλήθεια και επιστήμη, δηλαδή, με την πλήρη γνώση της αληθείας. Γιατί είναι αλήθεια, ότι αυτές οι αρετές έχουν τη δύναμη να τελειοποιούν τον άνθρωπο. Και αυτό, επειδή η ευσέβεια αποτελεί για τον άνθρωπο το δρόμο για να πλησιάσει το Θείο, ενώ η δικαιοσύνη, η αλήθεια και η επιστήμη τον οδηγούν στο να επιτύχει την μετατροπή του σε εικόνα και ομοίωση του Θείου.
Ο Έλληνας, αφού έμαθε ποιος είναι και ποιος πρέπει να γίνει, έβαλε ως στόχο του την τελειοποίησή του. Ελάτρευσε το πνεύμα και εδημιούργησε ένα πνευματικό κόσμο, μέσα στον οποίον ήθελε να ζει. Η γνώση του καλού, του αγαθού και του αληθινού, καθώς και η έμφυτη αγάπη προς τον πλησίον ανέπτυξε στην καρδιά του τον πόθο της μεταδόσεως και με αυτόν τον τρόπο έγινε διδάσκαλος της ανθρωπότητος. Εζήτησε να εξομοιώσει όλους προς τον εαυτό του. Δεν εγεννήθηκε, όμως, κατακτητής του σώματος, αλλά του πνεύματος. Δεν ανεζήτησε δούλους, αλλά ελευθέρους. Αυτό αγάπησε. Και αυτή η θεία αγάπη έγινε το κίνητρο όλων των ορμών του. Αυτή η αγάπη διεμόρφωσε τον εθνικό του χαρακτήρα, ο οποίος και έμεινε αναλλοίωτος. Με αυτόν τον τρόπο επλάσθηκε ο Έλληνας και με αυτόν τον τρόπο διαμορφώθηκε το ήθος του και ο ηθικός χαρακτήρας του. Και ένας τέτοιος χαρακτήρας δεν ήταν δυνατόν παρά να ενθουσιασθεί από τις αρχές του Χριστιανισμού.
Ο Χριστιανισμός ήταν αγάπη, έδινε υπόσχεση να διδάξη στους ανθρώπους την αλήθεια στην τελειότερη και πληρέστερη μορφή της, να ενισχύσει και να ανυψώσει την φιλοσοφία στην πιο υψηλή της μορφή, να αποκαλύψει σ’ αυτήν όσα μυστήρια της έμεναν κρυμμένα, να διαλύσει το σκοτάδι από τα μάτια της ανθρωπίνης διανοίας, να ξυπνήσει τον κοιμισμένο, να απαλλάξει από τις δεισιδαιμονίες, να συνδέσει όλους τους ανθρώπους με δεσμούς αδελφικής αγάπης, να οδηγήσει στον Θεό και να σώσει από την κυριαρχία του διαβόλου, χαρίζοντας στον πρόσκαιρο σημερινό κόσμο την αληθινή ευτυχία και στο μελλοντικό την αιώνια μακαριότητα. Ο Έλληνας, εφόσον ευρήκε στον Χριστιανισμό τις ίδιες τις αρχές του, την εικόνα του τέλειου και του ιδανικού του και, κυρίως, το μόνο Διδάσκαλο ικανό να τον διδάξει όλα όσα ήθελε να μάθει και να γνωρίσει και ό,τι εποθούσε και επιζητούσε και εφόσον ευρήκε, ότι ο Χριστιανισμός εξέφραζε τα αισθήματά του, τον αγκάλιασε και τον προστάτεψε θερμά. Και ο Χριστιανισμός του εχάρισε ως πρώτο δώρο νέα ζωή. Σε αντάλλαγμα, ο Ελληνισμός τον υπεστήριξε με τους αγώνες και το αίμα του.
Η Ελληνική φιλοσοφία οδηγούσε το Ελληνικό Έθνος προς τον Χριστιανισμό. Το ότι η Ελληνική φιλοσοφία υπήρξε τέτοιος καθοδηγητής μαρτυρεί ο Ιερός Πατέρας Κλήμης ο Αλεξανδρινός, όταν αναφέρει:
«Η φιλοσοφία ήταν αναγκαία για τους Έλληνες προ της παρουσίας του Κυρίου για να υπάρξει δικαιοσύνη. Τώρα πάλι είναι χρήσιμη για να επιτύχει κανείς την ευσέβεια προς τον Θεό, επειδή θεωρείται ως προπαίδεια για όσους αποκτούν την πίστη με αποδείξεις. Διότι, όπως λέγεται (στις Παροιμίες στην Π. Διαθήκη), δεν θα στραβοπατήσεις αν φροντίζεις και προνοείς για όσα είναι ορθά, είτε προέρχονται από τους Έλληνες, είτε είναι δικά μας (των Εβραίων). Διότι, ο Θεός είναι η αιτία όλων των καλών και των ορθών. Και ενώ στους Εβραίους εδόθησαν ορθά από πριν, δηλαδή, η Παλαιά Διαθήκη προ της Καινής, στους Έλληνες όσα σωστά επέτυχαν ήταν επακολούθημα της φιλοσοφίας. Μήπως, όμως, και στους Έλληνες δεν είχε δοθεί πριν ο Κύριος καλέσει και αυτούς; Διότι η φιλοσοφία παιδαγωγούσε και οδηγούσε και το Ελληνικό Έθνος, προς τον Χριστό, όπως τους Εβραίους ο Νόμος.
Επομένως, η φιλοσοφία προπαρασκευάζει ετοιμάζοντας τον δρόμο όσων πρόκειται να φθάσουν στην τελειοποίηση διά του Χριστού και με την βοήθειά Του. Γιατί ένας είναι ο δρόμος προς την αλήθεια και σ’ αυτόν, όπως σ’ ένα ασταμάτητο ποταμό, συγκεντρώνονται όλα τα υδάτινα ρεύματα, αν και έρχονται από διαφορετικές κατευθύνσεις».
Και πάλι ο ίδιος Ιερός Πατέρας, αναφέρει για την Ελληνική φιλοσοφία: «Αλλά, και αν ακόμη δεν αντιλαμβάνεται η ελληνική φιλοσοφία ολόκληρο το μέγεθος της αληθείας και επί πλέον δεν έχει το σθένος να εφαρμόζει, τις εντολές του Κυρίου, όμως, προετοιμάζει τον δρόμο για την βασίλισσα όλων των διδασκαλιών (τον Χριστιανισμό), ενώ συγχρόνως, δίνει (στους ανθρώπους) σωφροσύνη, προσδιορίζοντας και προσαρμόζοντας τον ηθικό τους χαρακτήρα, ώστε να τους προετοιμάζει να παραδεχθούν την Αλήθεια».
Ο Κλήμης δέχεται ότι ο,τιδήποτε ορθό έχει λεχθεί από τους φιλοσόφους ήταν έργο της θείας μέριμνας για τον κόσμο. Και να τι ακριβώς αναφέρει: «Και αν ακόμη ισχυρίζονται ότι από τυχαία σύμπτωση οι Έλληνες εξέφρασαν κάποιες αλήθειες της σωστής φιλοσοφίας, η σύμπτωση οφείλεται στη θεία μέριμνα• και βεβαίως δεν θα εκθειάσει κάποιος ένα τυχαίο γεγονός, με το να το θεωρεί έργο Θεού, για να φανεί φιλότιμος απέναντί μας. Και γι’ αυτό στην πραγματικότητα, είτε λεχθεί ότι έγινε από σύμπτωση –αφού καμμία σύμπτωση δεν γίνεται χωρίς πρόνοια- είτε ότι οι Έλληνες είχαν έμφυτη από την ίδια τη φύση τους τη νόηση είναι το ίδιο, αφού εμείς γνωρίζουμε ότι ένας είναι ο Δημιουργός της φύσεως, γι’ αυτό και λέγομε ότι και η δικαιοσύνη είναι φυσική κ.λπ.».
Ο Κλήμης, αναφερόμενος στο έργο της Ελληνικής φιλοσοφίας, δείχνει με ποιον τρόπο η φιλοσοφία καθοδηγούσε προς την αλήθεια και ότι έργο της υπήρξε ο πόλεμος κατά του ψεύδους. «Η συμπαράσταση της ελληνικής φιλοσοφίας δεν ενισχύει απλώς την αλήθεια, αλλά, αφ’ ενός κάνει αδύνατη κάθε επίθεση με απατηλά σοφίσματα εναντίον της, ενώ από την άλλη πλευρά αποκρούει τα εναντίον της δόλια και απατηλά σχέδια, ώστε σωστά να λέγεται, ότι η Ελληνική φιλοσοφία αποτελεί το φραγμό και το επιστέγασμα του αμπελώνος (δηλαδή της Εκκλησίας)».
Ότι κάθε αληθινή σοφία, και ιδιαιτέρως η Ελληνική, προέρχεται από τον Θεό μαρτυρεί και η Γραφή όταν αναφέρει: «Απέστειλε η σοφία τους δούλους της για να καλέσουν με δυνατή φωνή σε συμπόσιο λέγοντας, όποιος είναι ανόητος ας αλλάξει την πορεία του και ας έλθει προς εμέ».
Ότι η ελληνική φιλοσοφία είναι δώρο Θεού και κάθε σοφία προέρχεται από τον Θεό αναφέρεται και στις Παροιμίες και στον Εκκλησιαστή και στη Σοφία Σειράχ. Στις Παροιμίες (κεφ. β’ 3-9) αναφέρονται τα εξής: «Γιατί αν επικαλεστείς τη σοφία και φωνάξεις τη σύνεση και αν αναζητήσεις με ισχυρή κραυγή την εμπειρία και η αναζήτησή σου είναι τόσο πρόθυμη, σαν να αναζητάς μετρητά χρήματα ή σαν να ψάχνεις θησαυρούς, θα ανακαλύψεις συνυφασμένο τον φόβο του Κυρίου και θα αποκτήσεις την γνώση του Θεού, επειδή ο Κύριος δίνει τη σοφία και από το Πρόσωπό Του πηγάζει η γνώση και η σύνεση και αυτός αποταμιεύει σωτηρία για όσους έχουν σωστή κρίση και θα τους υπερασπισθεί στην πορεία τους και θα προστατεύσει το δρόμο των δικαίων και των ευλαβών».
Ο Κλήμης παραβάλλει την σοφία προς την βροχή και όσους φιλοσοφούν με την ποικιλία των βοτάνων, τα οποία, αν και ποτίζονται όλα με τα ίδια ύδατα, το καθένα μεταβάλλει τους χυμούς σύμφωνα με την ιδιαίτερη φύση του. Και να οι λόγοι του: «Είναι προφανές ότι η ελληνική προπαιδεία, καθώς και η φιλοσοφία η ίδια, έχουν έλθει στους ανθρώπους από το Θεό, όχι κατά σειρά προτεραιότητος, αλλά όπως ακριβώς οι βροχές κατακλύζουν την καλή γη και στην κοπριά και στα δώματα και έτσι με τον ίδιο τρόπο βλασταίνει και το γρασίδι και το σιτάρι και η άγρια συκιά επάνω στα μνήματα και τα άγρια δέντρα. Και το καθένα από όσα φυτρώνουν είναι πανομοιότυπο του φυτού από το οποίο προέρχεται».
Από όσα προαναφέρθηκαν φαίνεται ότι ο Κλήμης παραδέχεται ως φιλοσοφία μόνον την ορθή. Δηλαδή, παραδέχεται μόνο τις υγιείς ιδέες της φιλοσοφίας. Αυτό φαίνεται και από τα εξής: «Ασφαλώς και δεν αποδεχόμαστε κάθε είδους φιλοσοφία, αλλά μόνον εκείνη, στην οποία αναφέρεται και ο Σωκράτης στους Πλατωνικούς διαλόγους. Επειδή, όπως λέγει, στις τελετές πολλοί κρατούν βακχικά καλάμια, αλλά λίγοι είναι όσοι εκστασιάζονται. Με την έννοια, ότι πολλοί είναι οι κλητοί (προσκεκλημένοι), αλλά λίγοι οι εκλεκτοί». «Με αυτά τα λόγια εκφράζει επομένως καθαρά τη γνώμη του ο Σωκράτης. Κατά τη δική μου γνώμη (του Κλήμεντος) οι αναφερόμενοι δεν είναι άλλοι από όσους φιλοσοφούν σωστά, ανάμεσα στους οποίους και εγώ (ο Κλήμης), δεν παρέλειψα τίποτε στη ζωή μου, αλλά έδειξα κάθε προθυμία, ώστε να έχομε επιτύχει κάτι μέχρι σήμερα και να ελπίζομε ότι, αν θέλει ο Θεός, θα γνωρίσωμε στο μέλλον και ολόκληρη την καθαρή αλήθεια, όταν φθάσουμε εκεί (στον άλλο κόσμο)».
http://www.sakketosaggelos.gr/Article/5898/