Re: Λογος περι Αγγελων

19
Αγγελολογία




Εν Πειραιεί 7-11-2012
Πρωτοπρεσβ. Άγγελος Αγγελακόπουλος εφημέριος Ι. Ν. Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης Πειραιώς


Βασική διάκριση της Ορθοδόξου Θεολογίας είναι η διάκριση μεταξύ κτιστού και ακτίστου. Άκτιστος, δηλ. αδημιούργητος, χωρίς αιτία δημιουργίας είναι μόνον ο Άγιος Τριαδικός Θεός, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα. Κτιστός, δηλ. δημιουργημένος, με αιτία δημιουργίας είναι ο νοερός και αισθητός κόσμος Ο άκτιστος, παντοδύναμος, άπειρος και πανάγαθος Άγιος Τριαδικός Θεός πριν δημιουργήσει τον κτιστό αισθητό, υλικό και ορατό αυτόν κόσμο, δημιούργησε τον κτιστό νοητό, πνευματικό και αόρατο κόσμο. Δημιούργησε τον κόσμο των αΰλων, των επουρανίων Ασωμάτων Δυνάμεων. Γι’αυτό λέει : «όταν εποίησα άστρα, ήνεσάν με άγγελοι». στήν αρχή, όταν δημιούργησε τούς Αγγέλους, τούς άφησε στην εξουσία τους. Ένας, λοιπόν, από τούς Αγγέλους, ο λεγόμενος Εωσφόρος, πρώτος ανάμεσα στούς Αγγέλους καί διορισμένος από τόν Θεό νά είναι αφέντης, αρχηγός σ’ ένα Αγγελικό Τάγμα, υπερηφανεύθηκε καί σκέφθηκε νά βάλει τόν θρόνο του πάνω από τόν Θεό. Καί παρευθύς μόνο πού τό συλλογίσθηκε, έπεσε κάτω στήν άββυσο της γης καί από Άγγελος, πού ήταν, έγινε διάβολος. Καί καταπόδι του, μαζί του πήγε όλο τό τάγμα του και έγιναν από φωτεινοί σκοτεινοί και από Άγγελοι δαίμονες. Άλλοι μέν έφθασαν έως τόν Άδη, άλλοι απέμειναν πάνω στή γή, άλλοι στό νερό, άλλοι στόν αέρα, αυτοί δηλ. πού λέγονται εναέρια τελώνια των ψυχών. Τότε, λοιπόν, όταν σχίσθηκε ο ουρανός καί έπεφταν οι δαίμονες, ο Μέγας Αρχιστράτηγος Μιχαήλ, βλέποντας την ελεεινή έκπτωση των Αγγέλων, κατενόησε την αιτία της πτώσεώς τους, και γι’αυτό με την υποταγή και την ταπείνωση, που έδειξε ως ευχάριστος δούλος και πιστός οικέτης προς τον Δεσπότην του Θεό, διεφύλαξε και την δική του δόξα και λαμπρότητα, που του χαρίσθηκε από τον Θεό, και την δόξα των άλλων Αγγελικών ταγμάτων. Γι’αυτό εξαιτίας αυτής της υποταγής και ευγνωμοσύνης του διορίσθηκε από τον Παντοκράτορα Θεό να είναι πρώτος των Αγγελικών τάξεων.


Αφού συγκέντρωσε και ένωσε σε ένα τους χορούς των Αγγέλων, φώναξε σ’αυτούς το «Πρόσχωμεν». Δηλ. ας προσέξουμε και ας καταλάβουμε τι έπαθαν αυτοί οι δαίμονες, που έπεσαν εξαιτίας της υπερηφανίας τους, οι οποίοι πριν από λίγο ήταν μαζί μας Άγγελοι και ας στοχασθούμε τι είναι ο Θεός και τι είναι ο Άγγελος. Διότι ο μεν Θεός είναι Δεσπότης και Δημιουργός ημών των Αγγέλων, οι δε Άγγελοι είμαστε δούλοι και κτίσματα του Θεού. Στάθηκε τότε στό μέσον τους καί είπε : «Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου Θεού». Δηλ. σταθήτε καλά, σταθήτε μέ φόβο Θεού. Καί παρευθύς σέ όποια κατάσταση βρισκόταν τότε ο καθένας, σ’ αυτή καί στάθηκε, παρέμεινε. Αφού μ’αυτόν τον τρόπο ανύμνησε και δόξασε τον Θεόν των όλων, ανεβόησε εκείνο τον θείο και αγγελικό ύμνο μαζί με όλους τους Αγγέλους : «Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης ο ουρανός και η γη της δόξης σου».


Αυτό, λοιπόν, το μυστήριο παραλαμβάνοντας από αρχαία παράδοση και εμείς τήν σημερινή εορτή εορτάζουμε οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, όχι γιατί έπεσε ο διάβολος, αλλά γιατί σήμερα έγινε η σύσταση, η μάζωξη, η σύναξη των Αγγέλων, δηλ. η προσοχή, η ομόνοια και η ένωση.
Ο Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης σημειώνει ότι, επειδή αυτό τό μυστήριο της Συνάξεως των Αγγέλων τό παρελάβαμε εξ αρχαίας παραδόσεως, καθώς γράφεται σέ πολλούς χειρόγραφους Συναξαριστές, θαυμάζει καί απορεί, πώς μερικοί, καί μάλιστα σοφοί, τόλμησαν νά πουν ότι αυτό είναι μύθος καί μυθάριον! Κατά τόν Μ. Βασίλειο, είναι αποστολικό παράγγελμα τό νά κρατούμε τίς παραδόσεις, πού παρελάβαμε. Καί αυτοί, πού τό λένε αυτό, αλλού πολλά λένε περί φυλακής των Εκκλησιαστικών παραδόσεων, όπου βέβαια αυτή τήν αρχαία παράδοση βεβαιώνουν καί άλλοι, εκ των οποίων ένας είναι ο Φιλαλδελφείας Μακάριος ο χρυσοκέφαλος, στούς δύο λόγους του «Εις τούς ταξιάρχας» καί «Εις τά εννέα τάγματα». Αν καί προβάλλουν ότι στήν ουράνια ιεραρχία υπάρχει τάξη απαράβατη νά φωτίζονται καί νά τελειώνονται οι κατώτερες τάξεις των Αγγέλων από τίς ανώτερες, αποκρίνεται ο Όσιος Νικόδημος ότι όντως αυτό αληθεύει, όσο καιρό μένει ασύγχυτη η τάξη κάθε χοροστασίας.
Από το μυστήριο αυτό της Συνάξεως των Αγγέλων πήραν οι λειτουργιολόγοι άγιοι Πατέρες, ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, ο Μ. Βασίλειος και ο ιερός Χρυσόστομος τις φράσεις «Πρόσχωμεν» και «Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου» και τις ενέταξαν στις Θείες Λειτουργίες, που συνέγραψαν.
Άγγελος σημαίνει αγγελιοφόρος, διαγγελεύς, δηλ. αυτός που αγγέλει, αναγγέλει στους ανθρώπους τα θελήματα του Θεού. Ο Άγγελος είναι φύσις νοερά, δηλ. κανένας δεν μπορεί να την καταλάβει. Είναι και αεικίνητος, δηλ. κινείται πάντοτε, όπως και ο νους του ανθρώπου, ο οποίος ποτε δεν στέκεται σ’ένα τόπο, αλλά περπατά από τόπο σε τόπο. Είναι και αυτεξούσιος ο Άγγελος, δηλ. ο Θεός δεν τον κρατά ως Άγγελο, αν θέλει να γίνει κακός, γιατί, αν τον κρατούσε, ο διάβολος δεν θα γινόταν από Άγγελος, που ήταν πρώτα, διάβολος. Είναι και ασώματος, δηλ. δεν έχει σώμα, κορμί σαν τον άνθρωπο, ούτε μάκρος έχει, ούτε πλάτος, ούτε βάθος. Είναι πάντοτε υπηρέτης του Θεού, γιατί υπηρετεί τον Θεό σε έργα και σε δοξολογίες. Σε έργα μεν, γιατί τον στέλνει ο Θεός τον Άγγελο και κάνει ό,τι του ορίσει, ή ψυχή να πάρει ή άγιο να υπηρετήσει ή όραση να δείξει ή να κάνει κάποια άλλη θεϊκή υπηρεσία. Σε δοξολογίες δε, γιατί υμνεί τον Θεό και δοξάζει την άπειρή Του δύναμη.


Ποια είναι η φύση των Αγγέλων και τι είδος και ομοίωμα έχουν, κανείς δεν ξέρει, παρά μόνο αυτός ο Θεός, που τους έπλασε.
Έχουν και αθανασία οι Άγγελοι, γιατί ποτέ δεν αποθνήσκουν, ούτε φθείρονται, ούτε χάνονται. Ασώματοι δε λέγονται οι Άγγελοι εν συγκρίσει με το δικό μας σώμα. Εν συγκρίσει, όμως, με τον Θεό βρίσκονται παχείς και υλικοί. Είναι και τρεπτοί οι Άγγελοι κατά γνώμην, δηλ. αλλάζουν την γνώμη τους, όπως μία φορά την άλλαξαν κάποιοι απ’αυτούς και έγιναν από Άγγελοι δαίμονες. Είναι φωτεινοί και λαμπροί. Έχουν το φως από τον Θεό και όχι από του λόγου τους. Δεν έχουν ανάγκη γλώσσας ή ακοής, γιατί χωρίς προφορικό λόγο και χωρίς ακοή αισθητή καταλαβαίνουν το πρόσταγμα του Θεού. Είναι και περιγραπτοί οι Άγγελοι, δηλ. όταν είναι σ’ένα τόπο, δεν είναι σε άλλο. Όταν είναι στον ουρανό, δεν είναι στη γη και όταν είναι στη γη, δεν είναι στον ουρανό. Δεν τους κρατά ούτε θύρα, ούτε τοίχος, ούτε κλειδονιά, ούτε φραγμός, ούτε τίποτε άλλο. Έχουν τον αγιασμό και τον φωτισμό από το Άγιο Πνεύμα. Δεν ξέρει κανείς πώς είναι η φύση τους, αν όλοι είναι όμοιοι ή άλλοι μικρότεροι και άλλοι μεγαλύτεροι. Μόνο ο Θεός, που τους έπλασε, τους γνωρίζει. Είναι δυνατοί και έτοιμοι στον ορισμό του Θεού. Κάστρα, τόπους, χώρες και Εκκλησίες επιτηρούν, φυλάττουν και βοηθούν. Κάθε βαπτισμένος Ορθόδοξος Χριστιανός, είτε αμαρτωλός είτε δίκαιος είναι, έχει τον φύλακα Άγγελό του. Όλα τα άλλα έθνη έχουν από ένα Άγγελο. Πόσοι είναι στον αριθμό, κανείς δεν το είπε ούτε το ξέρει, παρ’όλο που ο προφήτης Δανιήλ λέει «χίλιαι χιλιάδες και μύριαι μυριάδες». Ωστόσο κι αυτός δεν είπε όλη την ποσότητα των Αγγέλων. Έχουν δε την Χάριν εκ Θεού να σχηματίζονται σε όποιο σχήμα τους ορίσει ο Θεός[1].
Στην ακολουθία του Εσπερινού, όταν αναγινώσκουμε τον προοιμιακό, υπάρχει και ο εξής στίχος, που αναφέρεται στους Αγγέλους, και τον οποίο τον ψάλλουμε ως κοινωνικό όταν εορτάζουν οι Άγγελοι: «Ο ποιών τους Αγγέλους αυτού πνεύματα και τους λειτουργούς αυτού πυρός φλόγα»[2]. Δηλ. ο Κύριος είναι αυτός που έπλασε τους αγγέλους Του τόσο ταχείς και λεπτούς, όπως οι άνεμοι, και τους αΰλους λειτουργούς, που Τον υπηρετούν, με δραστική ενέργεια και φωτεινή λαμπρότητα σαν την φλόγα του πυρός. Ο Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης ερμηνεύοντας αυτόν τον στίχο, λέει χαρακτηριστικά ότι ο παροφητάναξ Δαβίδ με τα λόγια αυτά κηρύττει τον Θεό δημιουργό της νοητής και αοράτου φύσεως. Ονόμασε τους Αγγέλους πνεύματα και πυρ, φανερώνοντας με τα ονόματα αυτά το οξυκίνητο και δραστήριό τους και περιγράφοντας την φύση και την ουσία τους, γιατί είναι πνεύματα νοερά και πυρ άυλον.


Ο Μ. Βασίλειος λέει : «Η μεν ουσία των Αγγέλων αέριον πνεύμα, ει τύχοι, ή πυρ άυλον κατά το γεγραμμένον. Διό εν τόπω εισί και ορατοί γίνονται εν τω είδει των οικείων αυτών σωμάτων τοις αξίοις εμφανιζόμενοι. Ο μέντοι αγιασμός έξωθέν εστι της ουσίας αυτών. Ου γαρ φύσει άγιαι αι των ουρανών Δυνάμεις, αλλά κατά αναλογίαν της προς αλλήλους υπεροχής του αγιασμού το μέτρον παρά του Πνεύματος έχουσι».

Λέει και Θεολόγος Γρηγόριος: «Συ δε όρα ότι ουκ έχομεν ουδέ την νοητήν φύσιν και επουράνιον ασωμέτως ιδείν, ει και ασώματος, πυρ γαρ και πνεύμα προσαγορευομένην ή γινομένην. Ποιείν γαρ λέγεται τους Αγγέλους πνεύματα και τους λειτουργούς αυτού πυρός φλόγα. Ει μη ποιείν μεν εστι το συντηρείν τω λόγω, καθ’ον εγένοντο, πνεύμα δε ακούει και πυρ, το μεν ως νοητή φύσις, το δε ως καθάρσιος. Επεί και της πρώτης ουσίας (του Θεού δηλ.) τας αυτάς οίδα κλήσεις. Ή ότι εγγύτατα, άλλως άλλη ελλαμπομένη κατά την αναλογίαν της φύσεως και της τάξεως».

Ο δε ιερός Χρυσόστομος λέει : «Ου τι ποτέ εισίν οι Άγγελοι την ουσίαν παρίστησι, αλλά την ενέργειαν διά των στοιχείων τούτων εμφαίνει».
Λέει δε και ο Θεοδώρητος : «Οξεία μεν η του Πνεύματος φύσις, ισχυρά δε του πυρός η ενέργεια. Αγγέλοις δε χρώμενος υπηρέταις ο Θεός και ευεργετεί τους αξίους και κολάζει τους εναντίους. Όθεν τα Σεραφίμ εμπρησταί ερμηνεύονται. Διά τούο και πυρός εμνημόνευσε την κολαστικήν σημαίνων ενέργειαν»[3].


Η αποστολή των Αγγέλων επισημαίνεται στον Απ. Παύλο, όπου στην προς Εβραίους επιστολή χαρακτηρίζει τους Αγγέλους «λειτουργικά πνεύματα εις διακονίαν αποστελλόμενα διά τους μέλλοντας κληρονομείν σωτηρίαν»[4], δηλ. υπηρετικά πνεύματα, τα οποία αποστέλλονται από τον Θεό, για να διακονήσουν αυτούς, που πρόκειται να κληρονομήσουν την σωτηρία. Γι’ αυτό δημιουργήθηκαν οι Άγγελοι, για την υπηρεσία του Χριστού και την οικονομία της σωτηρίας των ανθρώπων.

Οι Άγγελοι δοξολογούν τον Άγιο Τριαδικό Θεό με το «Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ», το οποίο αποκαλύπτει το Τριαδολογικό δόγμα. Τα τρία «Άγιος» προσιδιάζουν στις τρεις υποστάσεις, στα τρία πρόσωπα του Τριαδικού Θεού, τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα και το «Κύριος» στη μία κοινή ουσία, φύση της Θεότητος. Δηλ. άγιος ο Θεός Πατήρ, άγιος ο Θεός Υιός, άγιο το Θείο Πνεύμα.

«Χαρά γίνεται ενώπιον των αγγέλων του Θεού επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι»[5]. Ουράνια αγγελική χαρά, αγαλλίαση και πανήγυρη γίνεται, όταν ένας αμαρτωλός άνθρωπος μετανοεί. Οι Άγγελοι πανηγυρίζουν για την μετάνοια και την σωτηρία των ανθρώπων, διότι με τους σωζομένους αναπληρώνεται το εκπεσόν τάγμα του Εωσφόρου.

Αν και «ουδείς των εν σαρκί… Αγγέλου ουσίαν εθεάσατο», όπως γράφει ο Όσιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, όμως μέσα στην ιστορία πάμπολλες είναι οι εμφανίσεις και τα θαύματα των αγίων Ταξιαρχών. Στις εμφανίσεις αυτές γίνεται ορατή μόνο η μορφή και το σχήμα τους, όχι όμως και η ουσία τους. Εμείς οι θνητοί αντιλαμβανόμαστε τις θεωρίες αυτές είτε με τις σωματικές μας αισθήσεις, όταν εμφανίζονται ως απλοί άνθρωποι, είτε με τα μάτια της ψυχής μας, όταν εμφανίζονται «εν θεωρία αληθινή και ουσιώσει», κατά τον αββά Ισαάκ τον Σύρο.
Εικόνα

Μιχαήλ[6] θά πει «δύναμις Θεού» ή «αρχιστράτηγος δυνάμεως Κυρίου». Ο Μιχαήλ ο ενδοξότατος καί λαμπρότατος Ταξιάρχης των Ασωμάτων Δυνάμεων πολλές ευεργεσίες καί χάριτες φαίνεται ότι έδειξε στο γένος των ανθρώπων καί στήν Π.Δ. καί στήν Νέα Χάριν του Ευαγγελίου.
Στην Π.Δ. έχουμε πλήθος εμφανίσεων του Αρχιστρατήγου Μιχαήλ, διότι αυτός φανερώθηκε στην περιπλανωμένη Άγαρ και τον υιό της Ισμαήλ για να τους παραμυθήσει, στόν Πατριάρχη Αβραάμ, όταν επρόκειτο να θυσιάσει τον υιό του Ισαάκ, έπειτα στόν Λώτ, όταν τόν λύτρωσε μαζί μέ τίς κόρες του από τό θεόσταλτο πυρ καί από τήν καταστροφή των Σοδόμων. Μετά από αυτά φανερώθηκε στόν Πατριάρχη Ιακώβ, όταν τόν λύτρωσε από τά φονικά χέρια του αδελφού του Ησαύ. Αυτός προπορευόταν μπροστά από τήν παρεμβολή των υιών Ισραήλ, όταν ελευθερώθηκαν από τήν αιχμαλωσία των Αιγυπτίων καί μέ τόν στύλο του πυρός καί της νεφέλης τούς διευκόλυνε τήν δυσκολία της οδοιπορίας. Αυτός φανερώθηκε στόν μάντη Βαλαάμ, όταν εκείνος πορευόταν γιά νά καταρασθεί τόν Ισραηλιτικό λαό, φοβερίζοντάς τον καί φανερά εμποδίζοντάς τον από μιά τέτοια πράξη. Αυτός φανερώθηκε και κατά τον θάνατο του προφήτου Μωϋσέως, οπότε επετίμησε τον παμβέβηλο εχθρό. Αυτός, καί όταν ο Ιησούς του Ναυή ρώτησε ποιός είναι, αποκρίθηκε˙ «Εγώ αρχιστράτηγος Κυρίου νυνί παραγέγονα»[7]. Αυτός φανερώθηκε στον προφήτη Γεδεών, στον Μανωέ και την γυναίκα του, καταργώντας την στειρότητά της. Στους χρόνους του προφητάνακτος Δαβίδ ο Αρχάγγελος Μιχαήλ σκότωσε εβδομήντα χιλιάδες λαού σε διάστημα τριών ωρών και κατά την περιγραφή του προφητάνακτος ήταν ψηλός από την γη ως τον ουρανό και κρατούσε στο χέρι του γυμνό ξίφος. Αυτός εμφανίσθηκε στον προφήτη Ηλία, που κοιμόταν στην έρημο, όπου είχε καταφύγει, για να αποφύγει την οργή της Ιεζάβελ, παρουσιάσθηκε και του είπε : «Ανάστηθι και φάγε». Του είχε δε ήδη φέρει ζεστό ψωμί και δοχείο με νερό. Αργότερα ο ίδιος Αρχάγγελος του μήνυσε να συναντήσει τους ανθρώπους του Βασιλέως και να τους μεταφέρει εντολές του Θεού. Αλλού βρίσκουμε πάλι τον Αρχιστράτηγο Μιχαήλ να κατακόπτει εκατό χιλιάδες Ασσυρίους, να διαφυλάττει τους τρείς Παίδες από την «κάμινον του πυρός την φλεγομένην» και τον προφήτη Δανιήλ στον λάκκο των λεόντων. Τέλος, μετέφερε με θαυμαστό τρόπο τον προφήτη Αββακούμ στην Βαβυλώνα, για να θρέψει τον προφήτη Δανιήλ μέσα στον λάκκο.

Οι εμφανίσεις τους Αρχιστρατήγου Μιχαήλ συνεχίσθηκαν και μετά την ένσαρκο οικονομία του Χριστού. Έτσι, λοιπόν, Αυτός καί στήν Νέα Χάριν ελευθέρωσε τους Αποστόλους από την φυλακή, οδήγησε τον Απόστολο και Διάκονο Φίλιππο στη βάπτιση του ευνούχου, εμφανίσθηκε στον Κορνήλιο κατά την ώρα της προσευχής του και του είπε να καλέσει τον Απ. Πέτρο, για να τον βαπτίσει. Ελευθέρωσε τον Απ. Πέτρο, που επρόκειτο να σκοτώσει ο Ηρώδης για χάρη των Ιουδαίων, από την φυλακή, ενώ τον ίδιο τον Ηρώδη, που υπερηφανεύθηκε, τιμώρησε με θάνατο. Εμφανίσθηκε στον Απ. Παύλο, όταν κινδύνευε το πλοίο και του είπε να μην φοβάται. Επίσης, ο ίδιος ο Ταξιάρχης ετάραττε το νερό στην κολυμβήθρα, που βρισκόταν στην Προβατική πύλη, και θεραπεύονταν κατ’έτος οι ασθενείς. Αυτόν, τέλος, είδε ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος στην Αποκάλυψη και σύμφωνα μ’αυτήν πρόκειται να φονεύσει τον Αντίχιστο κατά τη συντέλεια του κόσμου.


Στην εκκλησιαστική ιστορία μέχρι τις ημέρες μας δεν ήταν λίγες οι φορές που ο Αρχιστράτηγος Μιχαήλ επισκέφθηκε τον κόσμο. Βοήθησε τον Μ. Κων/νο να κατατροπώσει τους εχθρούς, γι’αυτό και κατά προτροπή του ο άγιος Βασιλεύς έκτισε ναό του Ταξιάρχη Μιχαήλ στο Σωσθένειο. Έσωσε με θαυμαστό τρόπο την Κων/λη από τον κίνδυνο των Αβάρων, Περσών και των Αγαρηνών. Επίσης, έσωσε την πόλη Ακολία παρά την Μαύρη θάλασσα από τους Σαρακηνούς. Στις Κολοσσές της Φρυγίας διαφύλαξε ακέραιο το ομώνυμο προσκύνημά του από την ορμή των ποταμών, που κατευθύνονταν απειλητικοί επάνω του, δημιουργώντας μια τεράστια οπή, μέσα στην οποία χωνεύθηκαν τα νερά τους. Στα Γέρμια, στην Θάσο, στον Πανορμίτη της Σύμης και στο Μανταμάδο της Λέσβου απειράριθμα είναι τα θαύματα της παρουσίας του Ταξιάρχη Μιχαήλ μέχρι σήμερα. Στην Ι. Μ. Δοχειαρίου Αγίου Όρους, τέλος, αένναα θαυματουργεί μζί με τον επίσης Αρχιστράτηγο Γαβριήλ, στο όνομα των οποίων τιμάται.

Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ δεν παύει και στις ημέρες μας της αποστασίας και άκρας ανομίας να παρουσιάζεται σε καθαρούς και αξίους ανθρώπους, που βιώνουν το Ευαγγέλιο και αγωνίζονται για την τελειότητα και την κατά Χάριν θέωση. Έτσι, έχουμε εμφανίσεις του στους μακαριστούς Γέροντες Φιλόθεο Ζερβάκο, Ιάκωβο Τσαλίκη, Παΐσιο τον Αγιορείτη, Δημήτριο τον Γκαγκαστάθη και Άνθιμο τον Αγιαννανίτη. Καί άλλα πολλά ιστορούνται γι’αυτόν. Γι’αυτό καί εμείς στήν σημερινή πάνσεπτη πανήγυρη τόν προβάλλουμε ως προστάτη καί φύλακα της ζωής μας.
Μαζί μέ τόν Αρχάγγελο Μιχαήλ εορτάζουμε σήμερα καί τόν ωραιότατο καί χαριέστατο Αρχάγγελο Γαβριήλ.

Γαβριήλ[8] θά πει «Θεός καί άνθρωπος», κατά τόν Πρόκλο Κωνσταντινουπόλεως, Γι’αυτό καί αυτός υπηρέτησε εξαιρέτως στό μυστήριο της ενσάρκου οικονομίας του Θεανθρώπου Λόγου. Καί αυτός πολλές ευεργεσίες έκανε στό ανθρώπινο γένος καί στήν Π.Δ. καί στήν Κ.Δ.

Στην Π.Δ. στήν προφητεία του Δανιήλ αναφέρεται αυτολεξεί τό όνομά του, όταν εξήγησε στόν Δανιήλ τήν όραση, πού είδε περί των βασιλέων Μήδων, Περσών καί Ελλήνων. «Γαβριήλ, γάρ φησι, συνέτισον εκείνον (τόν Δανιήλ δηλ.) τήν όρασιν»[9]. Καί πάλι ο ίδιος ο Γαβριήλ φανέρωσε στόν ίδιο τόν Δανιήλ ότι μετά από 490 χρόνια θά έλθει ο Χριστός. «Καί ιδού, φησίν, ανήρ Γαβριήλ, ον είδον εν τη οράσει εν τη αρχή, πετόμενος καί ήψατό μου ωσεί ώραν θυσίας εσπερινής καί συνέτισέ με»[10]. Αυτός είναι, ο οποίος ευηγγέλισε καί τήν γυναίκα του Μανωέ ότι θά γεννήσει τόν Σαμψών. Αυτός είναι, ο οποίος ευηγγέλισε τόν Ιωακείμ καί τήν Άννα ότι πρόκειται νά γεννήσουν τήν Κυρία καί Δέσποινα Θεοτόκο.

Στή Νέα Διαθήκη αυτός είναι, ο οποίος ευηγγέλισε τόν Ζαχαρία, ο οποίος στεκόταν στά δεξιά του θυσιαστηρίου του θυμιάματος, ότι θά γεννήσει τόν Μέγα Ιωάννη τόν Πρόδρομο. Αυτός έτρεφε καί τήν αειπάρθενο Μαριάμ δώδεκα χρόνια μέσα στά Άγια των Αγίων μέ ουράνια τροφή. Αυτός είναι, ο οποίος ευηγγέλισε καί τήν Θεοτόκο ότι πρόκειται νά γεννήσει εκ Πνεύματος Αγίου τόν Υιόν καί Λόγον του Θεού. Αυτός φάνηκε στό όραμα του Ιωσήφ καί του είπε νά μήν φοβηθεί, αλλά νά παραλάβει τήν γυναίκα του Μαριάμ, επειδή τό παιδί, πού θά γεννηθεί από αυτήν, είναι εκ Πνεύματος Αγίου. Αυτός φάνηκε καί στούς ποιμένες καί τούς ευαγελίσθηκε ότι γεννήθηκε ο Σωτήρ του κόσμου, ο Χριστός. Αυτός σέ όραμα είπε στόν Ιωσήφ νά παραλάβει τό παιδίο καί τήν μητέρα του καί νά φύγει στήν Αίγυπτο. Καί πάλι ο ίδιος του είπε νά επιστρέψει στήν γη Ισραήλ. Πολλοί από τούς ιερούς διδασκάλους καί ασματογράφους θεωρούν ότι ο θείος Γαβριήλ ήταν ο λευχειμονών εκείνος Άγγελος, ο οποίος, αφού κατέβηκε από τόν ουρανό, απεκύλισε τόν λίθον από τήν θύρα του μνημείου του ζωοδότου Ιησού καί καθόταν πάνω του. Καί αυτός ήταν, πού ευαγγελίσθηκε τίς Μυροφόρες περί της Αναστάσεως του Κυρίου. Καί γιά νά μιλήσουμε καθολικά, ο θειότατος Γαβριήλ υπηρέτησε στό Μυστήριο της ενσάρκου οικονομίας του Θεού Λόγου απ’αρχής έως τέλους. Γι’αυτό καί η Εκκλησία του Χριστού παρέλαβε νά τόν συνεορτάζει μαζί μέ τόν Αρχάγγελο Μιχαήλ καί νά επικαλείται τήν Χάριν καί τήν βοήθειά του.
Εκτός από τούς ανωτέρω δύο πασίγνωστους Αρχαγγέλους, υπάρχουν καί άλλοι Αρχάγγελοι, λιγότερο γνωστοί , τά ονόματα των οποίων είναι : α) Ραφαήλ[11], β) Ουριήλ[12], γ) Ραγουήλ, δ) Σαριήλ, καί ε) Ρεμιήλ[13]. Άγνωστα είναι στούς πολλούς καί τά ονόματα των διαφόρων δαιμόνων, όπως α) Σεϊρίμ[14], β) Σεντίμ[15], γ) Λιλίθ[16], δ) Ασμοδαίος[17], ε) Αζαζέλ[18], στ) Σατανάς[19], ζ) Σαμαήλ, η) Μαστεμά καί θ) Βελίαρ.


Εννέα είναι τά τάγματα των αγίων Αγγέλων, κατά τόν Αρεοπαγίτην καί φιλάγγελον Διονύσιον[20]˙ αυτά διαμοιράζονται σέ τρεις Ιεραρχίες˙ στήν πρώτη, τη μέση καί την τελευταία. Η μέν πρώτη Ιεραρχία περιέχει τούς αγιωτάτους Θρόνους, τά Χερουβίμ καί τά Σεραφίμ˙ η δέ μέση περιέχει τίς Κυριότητες, τίς Δυνάμεις καί τίς Εξουσίες˙ η δέ τελευταία περιέχει τίς Αρχές, τούς Αρχαγγέλους καί τούς Αγγέλους. Οι Θρόνοι, λοιπόν, δηλώνουν, κατά τόν αυτόν Διονύσιον, ότι είναι εξηρημένοι (υπεράνω) από κάθε ταπεινή ελάττωσι καί ότι αναφέρονται υπερκοσμίως πρός τά άνω˙ τά δέ Χερουβίμ φανερώνουν ότι έχουν τό γνωστικόν καί θεοπτικόν καί της υπερτάτης φωτοδοσίας δεκτικόν καί θεωρητικόν, επειδή τό όνομα «Χερουβίμ» στά εβραϊκά ερμηνεύεται πλήθος γνώσεως ή χύσις σοφίας˙ ο δέ Χρυσόστομος λέγει˙ «Τί γάρ εστί Χερουβίμ; Πεπληθυσμένη γνώσις»[21]˙ τά Σεραφίμ δηλώνουν ότι έχουν τό αεικίνητον περί τά θεία καί ακατάληκτον καί τό θερμόν καί οξύ καί υπερζέον, γι’αυτό καί ονομάζονται Σεραφίμ, τό οποίο στά εβραϊκά σημαίνει Θερμαίνοντας ή Πρηστηρίους˙ ο δέ Χρυσόστομος λέγει˙ «Τί δέ Σεραφίμ; Έμπυρα στόματα»[22]˙οι Κυριότητες δηλώνουν ότι έχουν κάποια ελεύθερη καί αδούλωτη αναγωγή, εφιεμένην της όντως Κυριότητος καί Κυριαρχίας˙ οι δέ Δυνάμεις σημαίνουν ότι έχουν κάποια αρρενωπόν καί ακατάσειστον ανδρεία σέ όλες τίς θεοειδείς ενέργειες, πού πράττουν˙ οι Εξουσίες φανερώνουν ότι έχουν τήν εύκοσμον καί ασύμφυρτον ευταξία περί τάς θείας υποδοχάς καί τό τεταγμένον της υπερκοσμίου καί νοεράς εξουσιότητος˙ οι Αρχές δηλώνουν τό θεοειδώς αρχικόν καί ηγεμονικόν μετά τάξεως ιεράς˙ οι δέ Αρχάγγελοι φανερώνουν ότι καί πρός τήν υπερούσιον αρχήν αρχικώς επιστρέφουν καί τούς Αγγέλους ενοποιούν, σύμφωνα μέ τίς εύκοσμες καί αόρατες ηγεμονίες τους, στίς οποίες τάχθηκαν˙ Άγγελοι δέ ονομάζονται, γιατί αγγέλουν σ’εμάς προσεχέστερον τά θελήματα του Θεού[23].
Ο Μ. Βασίλειος στα έργα του[24] έχει τρεις απαριθμήσεις : α) Αρχαί, Εξουσίαι, Δυνάμεις, Θρόνοι, Κυριότητες. β) Θρόνοι, Κυριότητες, Αρχαί, Εξουσίαι, Δυνάμεις, Αγγέλων στρατιαί, Αρχαγγέλων επιστασίαι και γ) Αγγέλων χοροστασίαι, Αρχαγγέλων επιστασίαι, Δόξαι Κυριοτήτων, Προεδρίαι Θρόνων, Δυνάμεις, Αρχαί, Εξουσίαι.


Σχετικά μέ τό πλήθος των αγγέλων λέει ο Χρυσορρήμων: «Ότι γάρ άπας ο αήρ αγγέλων εμπέπλησται, άκουσον τί φησιν ο Παύλος˙ ‘οφείλουσιν αι γυναίκες εξουσίαν έχειν επί της κεφαλής διά τούς αγγέλους’»[25]. Δηλ. ότι ο αέρας είναι γεμάτος από αγγέλους, άκουσε τί λέει ο Παύλος˙ ‘οφείλουν οι γυναίκες από συστολή καί ντροπή πρός τούς αγγέλους, πού αοράτως είναι παρόντες, νά έχει στό κεφάλι της κάλυμμα, τό οποίο είναι σύμβολο της εξουσίας, πού έχει πάνω σ’αυτήν ο άνδρας.


Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στόν Λόγο του εἰς τό Βάπτισμα λέει ὅτι ὁ Χριστός, ὡς Μονογενής Υἱός τοῦ προανάρχου Πατρός και Θεός, εἶναι τό πρῶτο καί κατά φύσιν Φῶς, γιατί λάμπει ὡς ἥλιος, καθότι Αὐτός εἶναι τό Φῶς τό ἀληθινόν, τό ὁποῖο φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον καί καθότι Αὐτός εἶναι ὁ αὐτουργός καί δημιουργός κάθε κτιστοῦ φωτός, τόσο τοῦ φωτός, πού ὑπάρχει στούς Ἀγγέλους, ὅσο καί τοῦ φωτός, πού ὑπάρχει στούς ἀνθρώπους.

Ὁ Ἄγγελος εἶναι τό δεύτερο κατά Χάριν φῶς, κατά τόν Θεολόγο Γρηγόριο : «Δεύτερον γάρ φῶς Ἄγγελος, τοῦ πρώτου φωτός ἀπορροή τίς ἤ μετουσία, τή πρός αὐτό νεύσει καί ὑπουργία τόν φωτισμόν ἔχουσα, οὐκ οἶδα, εἴτε τή τάξει τῆς στάσεως μεριζομένη τόν φωτισμόν, εἴτε τοῖς μετροις τοῦ φωτισμοῦ τήν τάξιν λαμβάνουσα». Ὁ ἄνθρωπος εἶναι τό τρίτο κατά Χάριν φῶς, κατά τόν Θεολόγο Γρηγόριο. «Τρίτον φῶς ἄνθρωπος, ὁ καί τοῖς ἔξω δῆλον ἐστι (ἤτοι τοῖς Ἔλλησι-εἰδωλολάτραις)˙ φῶς γάρ τόν ἄνθρωπον ὀνομάζουσι διά τήν τοῦ ἐν ἠμίν λόγου δύναμιν˙ καί ἡμῶν αὐτῶν πάλιν οἱ θεοειδέστεροι καί μᾶλλον Θεῶ πλησιάζοντες». Ὁ Άγιος Τριαδικός Θεός εἶναι ὁ Δημιουργός τοῦ φωτός, πού ὑπάρχει τόσο στούς Ἀγγέλους καί στούς ἀνθρώπους, ὅσο καί στόν ἥλιο, τή σελήνη καί τά ἄστρα. Γι’ αὐτό τό φῶς καί ἡ δόξα δέν ἀναβλύζουν μόνο ἀπό τό ἡλιοστάλακτο πρόσωπό Του, ἀλλά εἶναι ντυμένος ὅλος διόλου μέ τό φῶς σάν μέ φόρεμα, καθώς περί αὐτοῦ εἶπε ὁ προφητάναξ Δαβίδ: «Ὁ ἀναβαλλόμενος φῶς ὡς ἱμάτιον»[26].


Οἱ Ἄγγελοι πρίν τήν ἔνσαρκο οἰκονομία τοῦ Θεοῦ Λόγου ἦταν δυσκίνητοι στό κακό, μετά, ὅμως, ἀπό αὐτή ἔλαβαν καί τό νά εἶναι ἀκίνητοι σ’ αὐτό. Καί καθώς οἱ ἄνθρωποι μέ τήν παρουσία τοῦ Κυρίου ἀνεκλήθησαν ἀπό τό πτῶμα τῆς ἁμαρτίας, ἔτσι καί ἡ οὐσία τῶν Ἀγγέλων εὐεργετήθηκε ἀπό τό νά μήν παρατρέπεται πλέον στό κακό. Γι’ αὐτό ὁ Θεολόγος Γρηγόριος στόν Λόγο του εἰς τό Πάσχα λέει : «Σήμερον σωτηρία τῷ κόσμω, ὅσος τε ὁρατός καί ὅσος ἀόρατος» , ἐννοώντας ὡς ἀόρατο κόσμο τούς Ἀσωμάτους Ἀγγέλους καί ὡς σωτηρία τήν ἀτρεψία τους, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ Νικήτας. Καί ὁ ὅσιος Ἰωσήφ ὁ Βρυέννιος λέει στόν Λόγο του στήν Λαμπρά Κυριακή : «Ἄγγελοι τήν ἀτρεψίαν ἀμφιεννύσθωσαν».


Λέει καί ο Δαμασκηνός Ιωάννης: «Οι Άγγελοι δυσκίνητοι πρός τό κακόν, αλλ’ουκ ακίνητοι˙ νυν δέ (μετά τήν ενανθρώπησιν δηλ.) καί ακίνητοι ου φύσει, αλλά χάριτι καί τη του μόνου αγαθου προσεδρεία». Καί ο Θεσσαλονίκης Γρηγόριος είπε : «Εντεύθεν Άγγελοι νυν τό απερίτρεπτον έλαβον, έργω παρά του Δεσπότου μαθόντες της πρός αυτόν ομοιώσεως, ου τήν έπαρσιν ούσαν, αλλά τήν ταπείνωσιν». Λέει καί ο θεοφόρος Μάξιμος : «Τρία εισί τάγματα, άγγελοι, άνθρωποι, δαίμονες. Τό μή πίπτειν ου κατ’ουσίαν οι Άγγελοι κέκτηνται, αλλά κατά προαίρεσιν˙ ου γάρ ακίνητοι φύσει πρός τό κακόν εισιν επεί ούτε ο σατανάς έπεσεν αν, ως εκ φύσεως μή δυνάμενος τούτο ποιείν˙ αλλά δυσκίνητοι πρός τό εναντίον πεφύκασιν, ως καί ο θεολόγος λέγει Γρηγόριος».


Λέει καί ο θεολόγος Γρηγόριος : «Πρώτον μέν εννοεί ο Θεός τάς αγγελικάς δυνάμεις καί ουρανίους. Καί τό εννόημα έργον ην, Λόγω συμπληρούμενον καί Πνεύματι τελειούμενον. Καί ούτως υπέστησαν λαμπρότητες δεύτεραι, λειτουργοί της πρώτης λαμπρότητος… Βούλομαι μέν ειπείν ότι ακινήτους (υποληπτέον ταύτας) πρός τό κακόν καί μόνην εχούσας τήν του καλού κίνησιν˙ άτε περί Θεόν ούσας καί τά πρώτα εκ Θεού λαμπομένας (τά γάρ ενταύθα δευτέρας ελλάμψεως). Πείθει δέ με μή ακινήτως, αλλά δυσκινήτους καί υπολαμβάνειν ταύτας καί λέγειν ο διά τήν λαμπρότητα εωσφόρος σκότος διά την έπαρσιν καί γενόμενος καί λεγόμενος. Αι τε υπ’αυτόν αποστατικαί δυνάμεις δημιουργοί της κακίας τη του καλού φυγή καί ημίν πρόξενοι»[27].

Μία από τις επιστολές του Απ. Παύλου είναι και η προς Κολασσαείς. Σκοπός τῆς συγγραφῆς τῆς πρός Κολασσαεῖς ἐπιστολῆς τοῦ Ἀπ. Παύλου ἦταν ἡ ὕπαρξη μερικῶν Χριστιανῶν τῶν Κολασσῶν, οἱ ὁποῖοι εἶχαν πονηρό δόγμα καί αἵρεση, ἐπειδή νόμιζαν ὅτι οἱ ἄνθρωποι δέν προσφερθήκαμε στόν Θεό καί Πατέρα διά τῆς μεσιτείας τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ, ἀλλά διά τῆς μεσιτείας τῶν Ἀγγέλων, νομίζοντας τάχα πώς εἶναι ἄτοπο καί εὐτελές νά πιστεύουν ὅτι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ φανερώθηκε στούς ἐσχάτους καιρούς γιά μιά τέτοια μεσιτεία, τόν καιρό πού οἱ Ἄγγελοι ἦταν ἀρκετοί νά μᾶς προσφέρουν στόν Θεό, καθώς στήν Π.Δ. ὅλα διά τῶν Ἀγγέλων οἰκονομοῦνταν. Αὐτοί, πού εἶχαν αὐτή τήν αἵρεση, λέγονταν Ἀγγελικοί. Γι’ αὐτή, λοιπόν, τήν αἰτία γράφει ὁ Ἀπ. Παῦλος αὐτή τήν ἐπιστολή καί τούς λέει ὅτι ὁ Χριστός, στόν Ὁποῖο πίστευσαν, εἶναι εἰκόνα καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, μέσω τοῦ Ὁποίου τά πάντα δημιουργήθηκαν, καί ὅτι ἔπρεπε Αὐτός, πού εἶναι ὁ Δημιουργός, νά γίνει καί πρωτότοκος της κτίσεως καί πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν, κατά τήν ἀνθρωπότητα, γιά νά ἑνώσει καί νά ζωοποιήσει τά πάντα. Σέ ὅλη σχεδόν τήν ἐπιστολή τούς διδάσκει νά μήν πλανῶνται, νομίζοντας ὅτι σώθηκαν διά τῶν Ἀγγέλων καί ὄχι διά τοῦ Χριστοῦ.


Κατά τόν ἅγιο Ἐπιφάνιο Κύπρου στό βιβλίο του «Πανάριον», αὐτοί ὀνόμασαν τούς ἑαυτούς τους Ἀγγελικούς, ἤ γιατί ὑπερηφανεύονταν πώς εἶχαν τάξη Ἀγγέλων κατά τήν πολιτεία, ἤ γιατί φλυαροῦσαν ὅτι ὁ κόσμος κτίσθηκε ἀπό τούς Ἀγγέλους. Σύμφωνα μέ τόν θεῖο Θεοδώρητο, λέγονταν Ἀγγελικοί, γιατί ἔλεγαν ὅτι ὁ νόμος δόθηκε διά τῶν Ἀγγέλων. Γι’ αὐτό καί τούς σέβονταν καί τούς λάτρευαν. Γι’ αὐτό καί ἡ ἐν Λαοδικεία Σύνοδος (364 μ.Χ.), πού βρίσκεται κοντά στίς Χῶνες καί τίς Κολασσαῖς, ἐξέδωσε ἐναντίον αὐτῆς τῆς αἱρέσεως τόν 35ο Κανόνα της, ὁ ὁποῖος λέει : «Ὅτι οὐ δεῖ χριστιανούς ἐγκαταλείπειν τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καί ἀπιέναι καί Ἀγγέλους ὀνομάζειν καί συνάξεις ποιεῖν, ἄπερ ἀπηγόρευται. Εἰ τίς οὔν εὑρεθῆ ταύτη τή κεκρυμμένη εἰδωλολατρεία σχολάζων, ἔστω ἀνάθεμα, ὅτι ἐγκατέλιπε τόν Κύριον ἠμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ, καί εἰδωλολατρεία προσῆλθεν»[28]. Δηλ. ὁ παρών Κανών ἀναθεματίζει τούς Χριστιανούς ἐκείνους, πού ἀφήνουν μέν τήν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ καί τό νά ἐπικαλοῦνται τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ καί Θεό, συνάγονται δέ σέ ναούς τῶν Ἀγγέλων (τόν καιρό ἐκεῖνο ὑπῆρχε ναός τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ στά μέρη ἐκεῖνα τῆς Λαοδικείας γι’ αὐτήν τήν αἰτία) καί τούς ἐπικαλοῦνται σάν Θεούς καί ἀκολούθως μέ τόν κεκρυμμένο αὐτόν τρόπο γίνονται εἰδωλολάτρες καί κοσμολάτρες. Αὐτά τά λέει ὁ παρών Κανών ὄχι γιά νά μᾶς ἐμποδίσει ἀπό τό νά ἐπικαλούμασθε σάν μεσίτες τούς Ἀγγέλους πρός βοήθειά μας, ἀλλά γιά νά ἐμποδίσει τήν ὑπερβολή τῆς ἐπικλήσεως. Ἡ αἰτία, γιά τήν ὁποία ἡ Σύνοδος αὐτή ἐξέδωσε αὐτόν τόν Κανόνα, εἶναι γιατί, ὅπως λέει ὁ Θεοδώρητος, ἡ αἵρεση αὐτή ἔμεινε πολλούς χρόνους στή Φρυγία καί τήν Πισσιδεία, τῶν ὁποίων μητρόπολη ἦταν ἡ Λαοδικεία. Ἡ Λαοδικεία ἦταν κοντά στίς Κολασσαῖς, πού ὑποκεινταν στήν Λαοδικεία, γι’ αὐτό καί ἡ Σύνοδος ἐμπόδισε νά ἐπικαλοῦνται τούς Ἀγγέλους ὡς Θεούς μέ λατρευτική πίστη.


Στο Ορθόδοξο εορτολόγιο, εκτός από την Σύναξη των Παμμεγίστων Ταξιαρχών και Αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ και πασών των Τιμίων, Επουρανίων Δυνάμεων Ασωμάτων, που εορτάζεται στις 8 Νοεμβρίου, υπάρχουν κι άλλες εορτές των Αρχαγγέλων. Στις 6 Σεπτεμβρίου εορτάζεται το εν Χώναις θαύμα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, στις 8 και 18 Ιουνίου εορτάζεται η σύναξις του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, στις 26 Μαρτίου εορτάζεται η σύναξις του Αρχαγγέλου Γαβριήλ ως καθυπουργήσαντος τω θείω μυστηρίω του Ευαγγελισμού, στις 11 Ιουνίου εορτάζεται η σύναξις του Αρχαγγέλου Γαβριήλ εν τω Άδειν και στις 13 Ιουλίου εορτάζεται η σύναξις του Αρχαγγέλου Γαβριήλ. Παρέλκει να πούμε ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία έχει ορίζει παλαιόθεν κάθε Δευτέρα να τιμώνται οι άγιοι Άγγελοι.
Ολοκληρώνοντας την αναφορά μας στην αγγελολογία, σημειώνουμε ότι ο ἄνθρωπος, ἄν καί στόν παρόντα πτωτικό κόσμο εἶναι λίγο κατώτερος ἀπό τούς Ἀγγέλους – «ἠλλάτωσας αὐτόν βραχύ τί παρ’ ἀγγέλους»[29], δηλ. τόν ἔκανες ὀλίγον τί κατώτερο ἀπό τούς Ἄγγελους – ἐντούτοις ἡ προοπτική του εἶναι νά ξεπεράσει τούς Ἀγγέλους καί νά γίνει ἀνώτερός τους. Σκοπός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ κατά Χάριν θέωσή του, νά γίνει ἕνας μικρός Θεός μέ τήν βοήθεια τοῦ κατά φύσιν Θεοῦ, νά γίνει ἅγιος. Αὐτό, ἄλλωστε, ἔκανε ὁ Χριστός μέ τήν Ἁγία Ἀνάληψή Του, κατά τήν ὁποία θέωσε τήν ἀνθρώπινη φύση. Ἡ ἀνθρώπινη φύση ἑνωμένη πλέον ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀχωρίστως καί ἀδιαιρέτως μέ τήν θεία φύση στό ἕνα πρόσωπο, στήν μία ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ Λόγου, ἀνεβαίνει πάνω ἀπό κάθε Ἀγγελικό Τάγμα καί τοποθετεῖται ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία βρίθει ἀπό θεωμένους ἀνθρώπους, τούς Ἁγίους μας, οἱ ὁποῖοι ἀποκαλοῦνται «ἐπίγειοι ἄγγελοι, οὐράνιοι ἄνθρωποι» καί καυχᾶται γιά τήν Παναγία μας, ἡ ὁποία μακαρίζεται ὡς «τιμιωτέραν τῶν Χερουβίμ καί ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφίμ». Ἄλλωστε καί ὁ Ὀρθόδοξος μοναχισμός πολύ εὔστοχα ἀποκαλεῖται ὡς ἀγγελική πολιτεία, ὡς ἰσάγγελος καί ὑπεράγγελος βίος, γιατί ἀποτελεῖ μία πρόληψη τῶν ἐσχάτων, ἀφοῦ προσπαθεῖ ἀπό τώρα, ἀπό την παρούσα ζωή, νά ἐπιτελέσει τό ἔργο τῶν Ἀγγέλων καί νά ἐξομοιωθεῖ μέ αὐτούς, μέσω τῆς ἀκατάπαυστης δοξολογίας τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ, τῆς νοερᾶς καί ἀδιαλείπτου προσευχῆς, τῆς παρθενίας, τῆς ὑπακοῆς, τῆς ἀκτημοσύνης καί τῆς ἐκκοπῆς τοῦ ἰδίου θελήματος. Τέλος, ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα ἔχουμε καθαρισθεῖ καί ὁδηγηθεῖ στήν θεογνωσία καί ἀναβιβασθήκαμε στήν κατάσταση τῶν Ἀγγέλων.



[1] ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ ΥΠΟΔΙΑΚΟΝΟΣ, ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΥΣ, Θησαυρός, εκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 2004, σσ. 245-269.
[2] Ψαλμ. 103, 4.
[3] ΜΟΝΑΧΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΖΙΓΑΒΗΝΟΣ - ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Ερμηνεία εις τους ΡΝ΄ Ψαλμούς του Δαβίδ, τ. Γ΄, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη,
Θεσ/κη 1983, σσ. 40-41.
[4]Εβρ. 1, 14.
[5] Λουκ. 15, 10
[6] Αριθμοί, Α΄ Παραλειπομένων, Δανιήλ.
[7] Ιησούς του Ναυή 5, 14.
[8] Δανιήλ.
[9] Δαν. 8,16
[10] Δαν. 9, 21
[11] Α΄ Παραλειπομένων.
[12] Α΄, Β΄ Παραλειπομένων.
[13] Ενώχ.
[14] Λευιτικόν, Δ΄ Βασιλειών, Β΄ Παραλειπομένων.
[15] Ψαλμ. 106, Δευτερονόμιον.
[16] Ησαΐας 34.
[17] Τωβίτ 3.
[18] Λευιτικόν.
[19] Α΄ Παραλειπομένων.
[20] ΑΓΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ, Περί ουρανίου ιεραρχία.ς
[21] ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Λόγος Γ΄ περί ακαταλήπτου.
[22] Ό.π.
[23] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Εορτοδρόμιον ήτοι ερμηνεία εις τους ασματικούς κανόνας των Δεσποτικών και Θεομητορικών εορτών, τ. Γ΄, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 1987, σσ. 396 – 397.
[24] Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ, Περί Αγίου Πνεύματος, Εις την Εξαήμερον, Περί Πίστεως.
[25] Α΄ Κορ. 11, 10. ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Λόγος εις την Ανάληψιν.
[26] Ψαλμ. 103, 2.
[27] ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ, Λόγος εις τήν Χριστού Γέννησιν.
[28] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σσ. 433-434.
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Re: Λογος περι Αγγελων

20
Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης:Με έσπρωχνε η φτερούγα του Αρχαγγέλου!



Μια φορά, ο Γέροντας λειτουργούσε και δεν μπορούσε να κάνει τηΜεγάλη Είσοδο εξ΄ αιτίας εκείνων των θαυμαστών που έβλεπε!
Ο ψάλτης εν τω μεταξύ επαναλάμβανε συνεχώς «ως τον Βασιλέα τωνόλων υποδεξόμενοι» περιμένοντάς τον να εξέλθει, οπότε διηγείται οΓέροντας «ξαφνικά νοιώθω να με σπρώχνει κάποιος από τον ώμο και ναμε οδηγεί στην Αγία Πρόθεση.
Νόμισα ότι ήταν ο ψάλτης και είπα: “ο ευλογημένος! Τόση ασέβεια!Μπήκε από την Ωραία Πύλη και με σπρώχνει”!

Γυρίζω και βλέπω μια τεράστια φτερούγα που την είχε περάσει ο Αρχάγγελος από τον ώμο μου και με οδηγούσε να κάνω τη Μεγάλη Είσοδο.Τι γίνεται μέσα στο Ιερό κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας!!
Μερικές φορές δεν μπορώ ν΄ αντέξω και κάθομαι στην καρέκλα….. Τι φτερουγίσματα παιδί μου οι Άγγελοι»!!!


http://tostavroudaki.blogspot.gr/
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Re: Λογος περι Αγγελων

21

Η Περί Αγγέλων διδασκαλία του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού



Κατά τον ιερό Δαμασκηνό ο Θεός είναι ο δημιουργός εξ ουκ όντων των αγγέλων. Οι άγγελοι είναι κτίσματα του Θεού, φέρουν όμως την εικόνα του Δημιουργού τους, ως λογικά και αυτεξούσια όντα. Είναι φύσεις ασώματες κάτι σαν πνεύμα η άϋλη φωτιά, σύμφωνα με τον Δαυΐδ. Λέγοντας ο Δαυΐδ για τους αγγέλους «Ο ποιών τους αγγέλους αυτού πνεύματα και τους λειτουργούς αυτού πυρός φλόγα» θέλει να δείξει «το κούφον (=ανάλαφρο) και διάπυρον (=φλογερό) και θερμόν και τομώτατον (=κοφτερό) και οξύ περί την θείαν έφεσίν τε και λειτουργίαν, το ανωφερές αυτών και το πάσης υλικής επινοίας απηλλαγμένον»[1].

Ο άγγελος είναι φύση νοερά και λογική, αεικίνητη, αυτεξούσια, ασώματη, λειτουργός του Θεού, φύσει θνητή (μόνο το άκτιστον θείον είναι φύσει αθάνατον), χάριτι όμως αθάνατη. Σημειωτέον ότι ο άγγελος λέγεται ασώματος και άυλος συγκρινόμενος με τον άνθρωπο. Συγκρινόμενος με τον Θεό είναι παχύς και υλικός. Μόνο ο άκτιστος Τριαδικός Θεός είναι κατά κυριολεξίαν ασώματος και άυλος: «Άγγελος τοίνυν εστίν ουσία νοερά, αεικίνητος, αυτεξούσιος, ασώματος, Θεώ λειτουργούσα, κατά χάριν εν τη φύσει το αθάνατον ειληφυΐα, ης ουσίας το είδος και τον όρον ο κτίστης επίσταται Ασώματος δε λέγεται και αυλός, όσον προς ημάς· παν γαρ συγκρινόμενον προς τον Θεόν τον μόνον ασύγκριτον παχύ τε και υλικόν ευρίσκεται, μόνως γαρ όντως άϋλον το θείον εστί και ασώματον»[2]. Αξιοσημείωτα είναι επίσης όσα γράφει ο Δαμασκηνός επ’ αυτού: «Ασώματα δε και αόρατα και ασχημάτιστα κατά δύο τρόπους νοούμεν τα μεν κατ ουσίαν, τα δε κατά χάριν, και τα μεν φύσει όντα, τα δε προς την της ύλης παχύτητα. Επί Θεού μεν φύσει, επί δε αγγέλων και δαιμόνων και ψυχών χάριτι, και ως προς την της ύλης παχύτητα λέγεται»[3]. Επομένως λέγοντες ότι οι άγγελοι είναι νοερές ουσίες/φύσεις και αυλοί, οι ψυχές των ανθρώπων είναι νοερές ουσίες και άϋλες, ακόμη και οι δαίμονες είναι νοερές φύσεις και άϋλες, ουδόλως πρέπει να εκλάβομε αυτή τη νοητή φύση και άυλότητα με Νεοπλατωνική έννοια, ήτοι κατά κυριολεξίαν, αλλά με Χριστιανική, ήτοι κατά συνθήκην και λεγόμενες ως προς την παχύτητα του σώματος. Άλλωστε οι άγγελοι, οι δαίμονες και οι ανθρώπινες ψυχές είναι κτιστές εξ ουκ όντων φύσεις/ουσίες και ως εκ τούτου αδιάβατο οντολογικό χάσμα τους χωρίζει από το άκτιστον τριαδικόν θείον.

Ο άγγελος είναι, όπως μόλις ανωτέρω εσημειώσαμε, ουσία/φύση νοερά και λογική. Επειδή είναι φύση νοερά και λογική, είναι αυτεξούσιος/ελεύθερος. Ως κτιστή φύση είναι τρεπτή, δηλαδή υποκείμενη σε μεταβολή και αλλοίωση. Μόνος ο άκτιστος Θεός είναι άτρεπτος, ήγουν αναλλοίωτος και αμετάβλητος. Βέβαια ο άγγελος ως λογικός και ελεύθερος είναι εθελότρεπτος, όπως άλλωστε και ο άνθρωπος. Δύναται ο άγγελος να παραμείνει αγαθός, όπως εκ φύσεως επλάσθη από τον Θεό και να προοδεύσει στο αγαθό· δύναται όμως, ων αυτεξούσιος, να τραπεί και προς το κακόν, όπως οι εκπεσόντες άγγελοι. «Έστιν τοίνυν φύσις λογική νοερά τε και αυτεξούσιος, τρεπτή κατά γνώμην ήτοι εθελότρεπτος· πάν γαρ κτιστόν και τρεπτόν, μόνον δε το άκτιστον άτρεπτον, και παν λογικόν αυτεξούσιον. Ως μεν ουν λογική και νοερά αυτεξούσιος εστίν, ως δε κτιστή τρεπτή, έχουσα εξουσίαν και μένειν και προκόπτειν εν τω αγαθώ και επί το χείρον τρέπεσθαι»[4].

Ο άγγελος είναι ανεπίδεκτος μετανοίας, επειδή είναι ασώματος, εν αντιθέσει προς τον άνθρωπο πού είναι δεκτικός μετανοίας εξ αιτίας της σωματικής του ασθενείας. «Ανεπίδεκτος μετανοίας, ότι και ασώματος· ο γαρ άνθρωπος διά την του σώματος ασθένειαν της μετανοίας έτυχεν»[5]. Το σώμα είναι αυτό πού καθιστά δυνατή την μετάνοια στον άνθρωπο. Η έλλειψη σώματος καθιστά αδύνατη την μετάνοια στους αγγέλους. Οι άγγελοι βέβαια είναι δυσκίνητοι, αλλ’ όχι ακίνητοι προς το κακόν. Μετά την ενανθρώπιση του Θεού Λόγου, το Πάθος, τον Θάνατο και την Ανάστασή του είναι πλέον ακίνητοι προς το κακό. Εστερεώθησαν στο αγαθό και στην σταθερά προσεδρεία προς τον Θεόν[6].

Οι άγγελοι δέχονται τον φωτισμό και την αγιότητα από τον Θεό. Δεν συνιστούν οι ίδιοι αφ’ εαυτών πηγή φωτός και αγιασμού, αλλ’ έξωθεν δέχονται το φως και τον αγιασμό, εκ του Αγίου Πνεύματος. Γι’ αυτό είναι φώτα δεύτερα, όχι αρχίφωτα, και μεταδίδουν τον έξωθεν αυτοίς προσγενόμενον φωτισμό στους κατωτέρους ως προς την τάξιν αγγέλους και στους ανθρώπους βεβαίως. Διαφέρουν μεταξύ τους κατά την στάσιν και τον φωτισμόν. Παρατηρείται λοιπόν, όπως διδάσκει ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης και ακολουθεί επακριβώς ο ιερός Δαμασκηνός, μία πνευματική ιεραρχία στις ασώματες επουράνιες δυνάμεις κατά τρεις τριάδες/διακοσμήσεις/τάξεις: πρώτη τάξη είναι τα εξαπτέρυγα Σεραφίμ, τα πολυόμματα Χερουβίμ και οι Αγιώτατοι Θρόνοι, δεύτερη τάξη οι Κυριότητες, οι Δυνάμεις και οι Εξουσίες και τρίτη οι Αρχές, οι Αρχάγγελοι και οι Άγγελοι[7].

Ο ιερός Δαμασκηνός, ακολουθώντας τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, θεωρεί ότι οι άγγελοι εκτίσθησαν προ της κτίσεως του υλικού/αισθητού σύμπαντος: «Εγώ δε τω Θεολόγω Γρηγορίω συντίθεμαι έπρεπε γαρ πρώτον την νοεράν ουσίαν κτισθήναι και ούτω την αισθητήν και τότε εξ αμφοτέρων τον άνθρωπον»[8].

Οι άγγελοι έχουν ως τόπο διαμονής τους τον ουρανό και έργο τους είναι η δοξολογία και η υμνωδία του Θεού και η υπηρέτηση του θείου θελήματος. «Εν ουρανώ διατρίβουσι και εν έργον έχουσιν υμνείν τον Θεόν και λειτουργείν τω θείω αυτού θελήματι»[9]. Είναι ισχυροί και έτοιμοι προς την εκπλήρωση του θείου θελήματος, βρίσκονται αμέσως παντού (χωρίς να είναι πανταχού παρόντες, όπως ο Θεός), όπου τους καλεί ο Θεός χάρη στην ταχύτητα της φύσεώς τους, φυλάττουν μέρη της γης και προΐστανται εθνών και τόπων, όπως διετάχθησαν από τον Δημιουργό, οικονομούν αυτά πού αφορούν τους ανθρώπους και παντοιοτρόπως τους βοηθούν[10].

Οι άγγελοι ως κτίσματα είναι περιγραπτοί, καταλαμβάνουν ένα ορισμένο τόπο και μολονότι μπορούν να κινηθούν από τόπο σε τόπο με μεγάλη ταχύτητα δεν είναι πανταχού παρόντες. Η πανταχού παρουσία είναι ιδιότητα μόνου του Θεού. «Περιγραπτοί ότε γαρ εισίν εν τω ούρανω, ουκ εισίν εν τη γη, και εις την γην υπό του Θεού αποστελλόμενοι ουκ εναπομένουσιν εν τω ουρανώ… Νόες δε όντες εν νοητοίς τόποις εισίν, ου σωματικώς περιγραφόμενοι (ου γαρ σωματικώς κατά φύσιν σχηματίζονται ουδέ τριχή εισί διαστατοί), αλλά τω νοητώς παρείναι και ενεργείν, ένθα αν προσταχθώσι και μη δύνασθαι κατά ταυτόν ώδε κακείσε είναι και ενεργείν»[11].

Όμως καίτοι είναι περιγραπτοί, δεν είναι σωματικώς περιγραπτοί, όπως διαβάζουμε στο μόλις ανωτέρω χωρίο. Τουτέστι δεν έχουν σωματικό σχήμα, μορφή και είδος, αλλά προκειμένου να φανερωθούν στους ανθρώπους μετασχηματίζονται, λαμβάνουν συγκεκριμένο σχήμα και μορφή, ώστε να είναι καταληπτοί και ορατοί στους ανθρώπους, στους οποίους κατά θείαν προσταγήν έπιφαίνονται. Αορίστους δε λέγω· ου γαρ, καθό εισίν, επιφαίνονται τοις αξίοις, οις ο Θεός φαίνεσθαι αυτούς θελήσει, αλλ’ εν μετασχηματισμό), καθώς δύνανται οι ορώντες οράν»[12]. Επίσης «Μετασχηματίζονται δέ, προς όπερ αν ο δεσπότης κέλευση Θεός, και ούτω τοις ανθρωποις έπιφαίνονται και τα θεία αυτοίς αποκαλύπτουσι μυστήρια»[13].





Σημειώσεις:

1. Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως περί αγγέλων 1-10, τόμος Π, έκδοση Bonifatius Kotter, Βερολίνο 1973, σελ. 45.

2. Ιωάννου Δαμασκηνού, ένθ. αν., σελ. 45.

3. Ιωάννου Δαμασκηνού, ένθ. αν., σελ. 77.

4. Ιωάννου Δαμασκηνού, ένθ. αν., σελ. 46.

5. Ιωάννου Δαμασκηνού, ένθ. αν., σελ. 46.

6. Ιωάννου Δαμασκηνού, ένθ. αν., σελ. 47.

7. Ιωάννου Δαμασκηνού, ένθ. αν., σελ. 48.

8. Ιωάννου Δαμασκηνού, ένθ. αν., σελ. 48.

9. Ιωάννου Δαμασκηνού, ένθ. αν., σελ. 47

10. Ιωάννου Δαμάσκηνου, ένθ. αν., σελ 47

11. Ιωάννου Δαμάσκηνου, ένθ. αν.,

12. Ιωάννου Δαμασκηνού, ένθ. αν., σελ 46

13. Ιωάννου Δαμασκηνού, ένθ. αν., σελ 47





Φώτιος Σχοινάς

Διδάκτωρ Φιλοσοφίας


http://www.pemptousia.gr
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Re: Λογος περι Αγγελων

22
Πολύ ωραίο θέμα,
να προσθέσω τα εξής που βρήκα : http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_ma ... =7.2.7.htm

Η ΠΕΡΙ ΑΓΓΕΛΩΝ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ

(Δογματική). Οὐδείς ἴσως κλάδος τῆς Δογματικῆς ἐμφανίζει τόσα θεολογούμενα σημεῖα ὅσα ἡ ἀγγελολογία. Πράγματι, τό ἐκ τῆς θείας ἀποκαλύψεως δεδομένον εἰς τήν συνείδησιν τῆς Ἐκκλησίας φῶς δέν εἶναι ἀρκετόν, ὅπως διαυγάση πολλάς ἐκ τῶν ὄψεων τοῦ περί τῶν ἐπουρανίων τούτων ὄντων θέματος. Αὗται, ἄν καί κεντρίζουν τήν εὐσεβῆ περιέργειαν μέ ἰδιαιτέραν δύναμιν, δέν ἐκπροσωποῦν στοιχεῖα τῆς πίστεως ἀπαραίτητα διά τήν σωτηρίαν καί πιθανῶς οὐδέποτε πρόκειται οὕτω νά γίνουν ἀντικείμενον γνώσεως βεβαίας ἐκ μέρους τῆς ἐπί γῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ Ἁγία Γραφή ἀναφέρει πολλά περί τῶν ἀγγέλων, εἴτε γεγονότα, εἰς ἅ πρωταγωνιστοῦν ἤ μετέχουν οὗτοι, εἴτε ἀφορισμούς καί ὑπαινιγμούς περί τῆς προελεύσεως καί τῶν ἰδιοτήτων των. Ὄχι ὀλίγα, ἐπίσης, εἶναι τά ὅσα σχετικά προσκομίζει ἡ Παράδοσις, κυρίως διά τῆς πατερικῆς γραμματείας καί τῆς ἀσκητικῆς πράξεως. Παρά ταῦτα, ὀλίγα παραμένουν τά περί τῶν ἀγγέλων ἐξηκριβωμένα καί ἀναντιρρήτως παραδεκτά, ἐνῶ τά ὑπόλοιπα περιβάλλονται ἀπό τήν ἀχλύν τῆς ἀδηλότητος καί ἀποτελοῦν πεδίον μόνον τῶν εἰκασιῶν καί τῶν ὑποθέσεων, ἀκινδύνων ὡς ἐπί τό πολύ.

Η ΤΙΜΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΓΓΕΛΟΥΣ

Ἡ π ρ ό ς τ ο ύ ς ἀ γ γ έ λ ο υ ς τ ι μ ή. Οἱ ἄγγελοι ὡς μακάρια πνεύματα, ἀπολαύουν τιμῆς παρά τῆς στρατευομένης Ἐκκλησίας, οἵας καί γενικῶς οἱ ἅγιοι, ἤτοι τά εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ἀνήκοντα πλέον πνεύματα. Κατά τούς πρώτους αἰῶνας, οἱ Πατέρες δέν ἐξῆραν τήν ὀφειλήν αὐτήν, διότι τήν Ἐκκλησίαν περιέβαλλεν εἰσέτι ὁ εἰδωλολατρικός κόσμος καί ὑπῆρχε κίνδυνος διά τήν καθαρότητα τοῦ χριστιανικοῦ μονοθεϊσμοῦ. Ἀργότερον, ἡ ὀφειλή αὕτη κατέστη βαθύτατα συνειδητή, διεστάλη δέ σαφῶς παρά τῆς Ζ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἀπό τήν εἰς μόνον τόν Θεόν ὀφειλομένην λατρείαν.

Ἡ πρός τούς ἀγγέλους τιμητική προσκύνησις, διδάσκεται ἤδη ἀπό τῆς Γενέσεως (ιη´ 2, ιθ´ 1), διαφαίνεται δέ πολλαχοῦ εἰς τήν Καινήν Διαθήκην. Κατά τόν Ψευδοδιονύσιον, καί αὐτός ὁ Χριστός, ὡς ἄνθρωπος, ὑπετάσσετο εἰς τούς ἀγγέλους. Εὐσταθεῖ ὅμως περισσότερον, ἐν προκειμένω, ἡ γνώμη Γρηγορίου τοῦ Διαλόγου, καθ' ἥν τοῦτο δέν συνέβαινε, διότι λ.χ. οἱ ἄγγελοι ἐμφανίζονται διακονοῦντες αὐτῷ εἰς τήν ἔρημον, μετά τό βάπτισμα, πρᾶγμα ὅπερ ἀναφέρεται εἰς τήν νικήσασαν τούς πειρασμούς τοῦ Σατανᾶ ἀνθρωπίνην φύσιν καί οὐχί ἁπλῶς εἰς τήν θείαν.

(Φύλαξ ἄγγελος). Ἡ χριστιανική ἀντίληψις περί τῶν ἀγγέλων ἔδωκε πρωτεύουσαν σπουδαιότητα εἰς τό γεγονός τῆς ὑπό τούτων προστασίας καί καθοδηγήσεως τοῦ ἀνθρώπου. Τό ἔργον δηλαδή τῶν ἀγγέλων ἀναφέρεται μέν κατ' ἀρχήν εἰς τήν δοξολογίαν τοῦ Θεοῦ, ἀλλά σημειοῦται καί εἰς τήν περιοχήν τῶν σχέσεων τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Δημιουργόν του. Κατά ταῦτα, βοηθεῖται ὑπό τῶν ἀγγέλων εἰς τήν ἐπιτυχίαν τῆς προσπαθείας του νά καταστῆ μέτοχος τῆς ἀρρήτου μεγαλειότητος τοῦ Θεοῦ καί προφυλλάσεται συγχρόνως ἀπό τάς ἐξωτερικάς καί ἐσωτερικάς ἐπηρείας τῶν ἐχθρῶν τῆς ὑποστάσεώς του.

Ἡ Θεία Πρόνοια ἐκφαίνεται εἰς τόν κόσμον διά μέσου τῆς διακονίας τῶν ἀγγέλων (Ἑβρ. α´ 14). Ὡς λειτουργοί τῶν θείων βουλῶν, παρουσιάζονται προστατεύοντες καί παρορμῶντες τόν ἄνθρωπον πρός τό ἀγαθόν ὑπό πολλάς μορφάς διακονιῶν. Οἱ ἄγγελοι ἀπομακρύνουν τούς κινδύνους καί φρουροῦν τούς ἀνθρώπους (Ψαλμ. λγ´ 8, Μ. Βασιλείου, Ὁμιλ. εἰς Ψαλμ. λγ´ § 5, PG 29,364)· προστατεύουν τόν δίκαιον (Ψαλμ. κ´)· προασπίζουν τούς πιστούς, πολεμοῦντες καί ἐκδιώκοντες τά πονηρά δαιμόνια (Τωβ. ιβ´ 3)· παρουσιάζουν τάς προσευχάς εἰς τόν Θεόν (Τωβ. ιβ´ 12)· ἐκτελοῦν τό ἔργον τοῦ ψυχοπομποῦ (Λουκ. ιστ´ 22)· ἀνήγγειλον τόν νόμον εἰς τούς Ἰουδαίους (Πράξ. ζ´ 53, Γαλάτ. γ´ 19) καί κατά τήν ἡμέραν τῆς κρίσεως θ' ἀναλάβουν τό ἔργον τοῦ διαχωρισμοῦ τῶν δικαίων ἀπό τῶν ἀδίκων (Ματθ. ιγ´ 49).

Ὑπό τό αὐτό πνεῦμα διατυπώνουν καί ἀναπτύσσουν τάς σκέψεις των ὅλοι σχεδόν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Τούς ἀγγέλους θεωρεῖ ὁ Κύριλλος Ἀλεξανδρείας ὡς "ἀκονῶντας εἰς εὐανδρίαν". Ὁ Ἰουστῖνος, ὁ Ὠριγένης, ὁ Ἰ. Χρυσόστομος, ὁ Μ. Βασίλειος, ὁ Γρηγόριος Νύσσης, ὁ Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, ὁ Αὐγουστῖνος κ.ἄ. ποιοῦνται λόγον περί τῶν φυλάκων ἀγγέλων (Ἰουστίνου, Ἀπολ. Β´ § 5, PG 6,452. Ὠριγένους, εἰς Ἀριθμ., Ὁμ. κ´ § 3, PG 12,733. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Εἰς ἐπιστολήν πρός Κολασ., Ὁμιλ. γ´ § 3, PG 6, 329. Μ. Βασιλείου, Κατ' Εὐνομίου, Λόγος γ´ § 1, PG 29, 656. Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, Ὁμιλ. εἰς Ψαλμ. 33, PG 69,888). Πλεῖστοι ἐκ τῶν Πατέρων ὑποστηρίζουν τήν ἄποψιν, ὅτι μόνον ὁ πιστός ἔχει φύλακα ἄγγελον, ἐφ' ὅσον ἡ ἁμαρτία ἀπομακρύνει τοῦτον τοῦ ἀνθρώπου (Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Εἰς Πράξ. Ὁμιλ. κστ´ § 3, PG 60,201). Ἐκ τοῦ γεγονότος τούτου ἐμορφώθη ἡ ἀντίληψις ὅτι καί ἕκαστος ἁμαρτωλός ἔχει εἰς τό πλευρόν του τόν δαίμονα (Ὠριγένους, Ὑπόμνημα εἰς Ματθ. PG 13, 1168. Περί ἀρχῶν, βιβλίον γ´ § 140-141, PG 11, 309-310). Ἡ δοξασία αὐτή ἀπαντᾶ εἰς τόν Ποιμένα τοῦ Ἑρμᾶ (PG 2, 928-929), ὅπου ἐξαίρεται ὁ ἄγγελος τῆς δικαιοσύνης, παραβαλλόμενος πρός τόν ἄγγελον τῆς πονηρίας. Εἰς τό ἐν λόγω ἔργον ἔχομεν συστηματικήν ἀνάπτυξιν τῆς δοξασίας περί φύλακος ἀγγέλου.

Ἐκ τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἔχομεν τήν πληροφορίαν, ὅτι ὑπάρχουν καί φύλακες ἄγγελοι τῶν ἐθνῶν. Οἱ Ἰουδαῖοι εἶχον τόν Μιχαήλ, ὁ ὁποῖος ἀντεμάχετο κατά τῶν ἀγγέλων τῶν ἄλλων ἐθνῶν (Δαν. ι´ 12,13. Βλ. ἐπιστ. Ἰούδ. 9). Ὁ ἐν λόγω ἄγγελος κατέστη μετά ταῦτα προστάτης τῆς ἐν Χριστῶ Ἐκκλησίας (Ἀποκ. ιβ´ 7). Καί ὁ Μ. Βασίλειος καί ὁ Γρηγόριος Νύσσης ποιοῦνται λόγον περί τῶν ἀγγέλων τῶν ἐθνῶν καί τῶν πόλεων (Μ. Βασιλείου, Κατ' Εὐνομίου, Λόγος γ´ § 1, PG 29, 657, Γρηγορίου Νύσσης, Εἰς Ἆσμα Ἀσμάτων, Ὁμιλ. ιβ´, PG 44,1033). Ἐν προκειμένω διαβλέπομεν, ὅτι συμβαδίζουν εἰς τόν Ἰουδαϊσμόν καί τόν μετέπειτα Χριστιανισμόν καί συνυφαίνονται ἀρρήκτως αἱ ἀντιλήψεις περί προστασίας ἀναφερομένης εἰς ἕνα ἕκαστον καί εἰς τήν συλλογικήν ὀντότητα τοῦ περιουσίου λαοῦ ἤ τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας. Γενικῶς, ὁ φύλαξ ἄγγελος προσαγορεύεται ὑπό τῶν Πατέρων διά πολλῶν ὀνομασιῶν. Οὕτω, καλεῖται "φρουρός", "προστάτης", "ἔφορος", "ἐπιμελητής", "ποιμήν" καί "πομπός", "ἀλεξιτήρ", "βοηθός" κατά τόν Γρηγόριον Ναζιανζηνόν (Γρηγορίου Ναζιανζηνοῦ, Ποιήματα δογματικά, PG 37,519).

Ἐν προκειμένω πρέπει νά τονισθῆ, ὅτι ἡ γνώμη πολλῶν, κατά τήν ὁποίαν αἱ ἀντιλήψεις τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ καί τοῦ Χριστιανισμοῦ περί τῶν ἀγγέλων εἶναι δάνειον ἐκ τῶν ὁμόρων χωρῶν τοῦ Ἰσραήλ καί τῶν ἐν γένει εἰδωλολατρικῶν λαῶν, εἶναι κατά πάντα πεπλανημένη. Βεβαίως, διαπιστώνεται εὐκολώτατα ἡ ὁμοιότης τῶν ἀντιλήψεων τῆς Γραφῆς καί τῶν ἄλλων ἐθνῶν, ἡ ὁποία εἶναι μόνον ἐξωτερική. Ὁ Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεύς τονίζει τήν ὁμοιότητα αὐτήν (Στρωματ. 5, PG 9,136,189,192). Κατά τόν Ἡσίοδον (Ἔργ. καί Ἡμέρ. 249-257) ὑπάρχουν ἄγγελοι "ἀθάνατοι Ζηνός φύλακες θνητῶν ἀνθρώπων"· εἶναι δέ οὗτοι προάγγελοι τῶν βουλῶν τοῦ Διός (Ἰλ. Ω´ 290-299), εἰς τόν "Φαίδωνα" ἐπίσης γίνεται λόγος περί τοῦ δαίμονος ἑνός ἑκάστου. Παρά ταῦτα, αἱ ἀντιλήψεις τῆς Γραφῆς περί τῶν ἀγγέλων συνυφαίνονται μέ τό ἰδιάζον καί κατά πάντα διάφορον περιεχόμενον τοῦ ἔργου τοῦ Θεοῦ καί τῆς σχέσεως τοῦ ἀνθρώπου μετ' Αὐτοῦ ἐν συγκρίσει πρός τάς ξένας ἀντιλήψεις. Εἰς τόν Ἰουδαϊσμόν, ἐξ ἄλλου, ἔχομεν παράλληλον πρός τά ἄλλα ἔθνη καί συγχρόνως πηγαίαν ἀνάπτυξιν τῶν περί ἀγγέλων ἀντιλήψεων ἐκ τῆς πίστεως πρός τό ἔργον τοῦ Δημιουργοῦ, χωρίς ν' ἀποδεικνύεται οἱαδήποτε ἐξάρτησις ἀπό ἄλλους λαούς.

Ἡ γνώμη τοῦ Ὠριγένους καί ἄλλων, ὅτι ὑπάρχουν ἄγγελοι ἐπαγρυπνοῦντες διά τήν γέννησιν, συντήρησιν καί αὔξησιν τῶν ζώων καί φυτῶν, δέν ἐπιδοκιμάζεται ὑπό τῶν Πατέρων (H. Leclercq, DACL, Ι, σ. 2083). Μία τοιαύτη ἰδέα μόνον ἠμπορεῖ νά θεωρηθῆ ὡς ἔχουσα σχέσιν πρός εἰδωλολατρικάς ἀντιλήψεις.

Ἡ πίστις εἰς τούς φύλακας ἀγγέλους ἔδωκεν ἀφορμήν διά τήν δημιουργίαν ὕμνων πρός τιμήν τῶν προστατῶν ἀγγέλων. Παραλλήλως ἐκαλλιεργήθησαν καί ἡ ζωγραφική καί αἱ λοιπαί μορφαί τῆς τέχνης πρός τήν κατεύθυνσιν αὐτήν. Ἀπό τοῦ Ε´ αἰῶνος, ὅταν παρουσιάζεται ἐντονώτερον ἡ τάσις πρός ἀπεικόνισιν τοῦ ἔργου τῶν ἀγγέλων, δημιουργοῦνται πολλαί συνθέσεις περί τό θέμα τῶν φυλάκων ἀγγέλων. Εἰς τό Μουσεῖον τοῦ Λούβρου ὑπάρχει βυζαντινῆς προελεύσεως πλάξ ἐξ ἐλεφαντοστοῦ παριστῶσα τόν Μ. Κωνσταντῖνον ἤ Ἰουστινιανόν, ὡς θριαμβευτήν· σύν τοῖς ἄλλοις παριστάνονται δύο ἄγγελοι κρατοῦντες τό ἐγκόλπιον. Ἐπίσης εὑρίσκεται πίναξ τοῦ Rembrandt παριστῶν τήν οἰκογένειαν τοῦ Τωβίτ προσκυνοῦσαν τόν προστάτην Ραφαήλ (Βλ. ΜΕΕ, Δ´, σ. 167-170. DTC, λέξις anges, σ. 1253).

Ἡ πίστις αὐτή εἰς τόν φύλακα ἄγγελον ἔχει βαθυτάτας τάς ρίζας εἰς τήν ψυχήν τοῦ λαοῦ. Πολλαί ἀντιλήψεις, θρῦλοι καί παραδόσεις ἐπεχρίσθησαν μέ τόν μανδύαν τῆς πίστεως εἰς τήν προστατευτικήν ἀποστολήν τῶν ἀγγέλων. Ἡ ποίησις καί αἱ λαϊκαί παραδόσεις ἔχουν νά παρουσιάσουν συγκινητικάς ἀποχρώσεις εἰς τό θέμα τοῦτο. Ἐξ αὐτῶν τῶν ἀντιλήψεων ἀνεβλάστησεν εἰς τήν ψυχήν τοῦ λαοῦ ἡ πεποίθησις ὅτι ὁ ἀποθνήσκων "ἀγγελοφοριέται", ἤτοι βλέπει ὁράματα ἀγγέλων ἤ δαιμόνων, ἀναλόγως τῆς ψυχικῆς του καθαρότητος. Εἰς τήν δραματικήν πλοκήν τοῦ θρύλου τοῦ "Μαρμαρωμένου Βασιλιᾶ" πρωτεύοντα ρόλον παίζει ὁ φύλαξ ἄγγελος. Παραλλήλους παραδόσεις ἔχουν καί τά ἄλλα χριστιανικά ἔθνη, ὡς ἐπίσης καί περιεχόμενον εἰς τήν λογοτεχνίαν, ἐμπεποτισμένον μέ τάς ἀντιλήψεις αὐτάς.

Η ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ

Ἡ π ρ ό ς τ ό ν Θ ε ό ν κ α ί τ ό ν ἄ ν θ ρ ω π ο ν δ ι α κ ο ν ί α. Οἱ ἄγγελοι ἔχουν διπλοῦν ἔργον. Ἀφ' ἑνός μέν λειτουργικόν ἐνώπιον τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ καί τῶν μεγάλων γεγονότων τῆς θείας οἰκονομίας (πρβλ. Ψαλμ. ρβ´ 20, ργ´ 4, Ἠσ. στ´ 3, Λουκ. β´ 13,4), ἀφ' ἑτέρου δέ τήν μετάδοσιν θείων μηνυμάτων εἰς τούς ἀνθρώπους, τήν προστασίαν καί βοήθειαν τῶν δικαίων (πρβλ. Γέν. ιθ´, Γ´ Βασ. ιθ´ 5 κ. ἑξ., Ψαλμ. λγ´ 8, η´ 11 κ. ἑξ., Δαν. γ´ 25 κ. ἑξ., στ´ 22, Ματθ. α´ 19 κ. ἑξ., Ἰω. ε´ 4, Πράξ. ι´ 3 κ. ἑξ., ιβ´ καί τῶν παιδίων (Ματθ. ιη´ 10), τήν τιμωρία τῶν ἀσεβῶν (Δ´ Βασ. ιθ´ 35, Ἠσ. λζ´ 36, Πράξ. ιβ´ 23 κ.ἄ.), τήν ἀντιμετώπισιν τῶν πονηρῶν πνευμάτων (Ἰουδ. στίχ. 9, Ἀποκ. ιβ´ 7), τήν παιδαγωγείαν τῶν πεπτωκότων (Πρβλ. Σμικρός Λαβύρινθος, ΒΕΠ ΣΤ´ σ. 22,23), ἴσως τήν παραλαβήν τῶν ψυχῶν ἐκ τῶν σωμάτων κατά τόν θάνατον (Λουκ. ιστ´ 22, ιβ´ 20), τήν συναγωγήν τῶν ἐκλεκτῶν καί τῶν ἀνόμων κατά τήν ἡμέραν τῆς κρίσεως (Ματθ. ιγ´ 41, κδ´ 31, Μάρκ. ιγ´ 27, α´ Θεσ. δ´ 15 κ. ἑξ.), τόν χωρισμόν μετά τήν κρίσιν (Ματθ. ιγ´ 49) καί τόν ἐγκλεισμόν τῶν ἀσεβῶν εἰς τήν κόλασιν (Ματθ. ιγ´ 42,50). Ἄγγελοι ἐπίσης φρουροῦν τήν Ἐδέμ μετά τήν ἔξωσιν τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας (Γέν. γ´ 24).

Ἡ κατά τόν Ψευδοδιονύσιον καί τινας ἄλλους μετ' αὐτόν ἀντίληψις, καθ' ἥν δέν στέλλονται γενικῶς ὅλοι οἱ ἄγγελοι εἰς τούς ἀνθρώπους, ἀλλά μόνον οἱ κατώτεροι ἐξ αὐτῶν, δέν ἔχει σοβαρόν γραφικόν ἔρεισμα, καί δή ὡς πρός τήν διάκρισιν μεταξύ ἀνωτέρων καί κατωτέρων ἀγγέλων. Ἀπεναντίας, ἡ ἐκ τῆς ἀποστολῆς των ἐν μέσω τῶν ἀνθρώπων προέλευσις καί τοῦ γενικοῦ των ὀνόματος (ἄγγελος) εἶναι τι τό ἰσχυρῶς ἀντικροῦον τήν διάκρισιν, ἥν ποιεῖται ὁ Ψευδοδιονύσιος, διότι ἄγγελος κατ' ἐξοχήν εἶναι αὐτό τοῦτο τό σαρκωθέν δεύτερον πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος, τό ὡς ὁ Danielou ἀποδεικνύει, οὐ μόνον ἐκ τῆς Γραφῆς, ἀλλά καί τῆς ἰουδαιοχριστιανικῆς γραμματείας ἐντόνως χαρακτηριζόμενον μέ τήν ἰδιότητα ταύτην, ὁ ἄγγελος τοῦ Πατρός (Διαταγ. Ἀποστ. Ε´ ΧΧ 12).

Δέον νά σημειωθῆ ὅτι αἱ ἀγαθαί ἀγγελοφάνειαι προϋποθέτουν πάντοτε ἰδιαιτέρως ὑψηλήν ψυχικήν ποιότητα καί λόγους σοβαρούς. Ἄλλως πρόκειται περί μετασχηματισμοῦ τοῦ πονηροῦ (πρβλ. Ματθ. α´ 20, β´ 13, Πράξ. ι´ 1 κ. ἑξ., Β´ Κορ. ια´ 14). Δέν περιορίζονται δέ εἰς τά χρονικά πλαίσια τῆς Γραφῆς, ἀλλά σημειοῦνται καί κατόπιν, ὡς μαρτυρεῖ ἰδίως ἡ ἀσκητική γραμματεία.

Σ ύ γ κ ρ ι σ ι ς π ρ ό ς τ ο ύ ς ἀ ν θ ρ ώ π ο υ ς. Οἱ ἄγγελοι εἶναι ὑποστάσεις ἀπείρως κατώτεραι τῶν τῆς Ἁγίας Τριάδος, "σύνδουλοι" ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων (Ἀποκ. ιθ´ 10, κβ´ 8,9). Πιθανώτατα κατά τήν ἀρχικῶς δημιουργηθεῖσαν φύσιν των καί τήν καθορισθεῖσαν θέσιν των, ὁπωσδήποτε δέ μετά τήν δοκιμασίαν των, εἶναι κτίσματα ἀνώτερα ἡμῶν ("βραχύ τι παρ' αὐτούς ἠλαττωμένων", Ἑβρ. β´ 7). Ἡ ὑπεροχή των ὅμως αὕτη δέν εἶναι ἀπόλυτος, διότι καί ὁ ἄνθρωπος, θεούμενος διά τῆς εἰς Χριστόν πίστεως, εἶναι δυνατόν νά φθάση εἰς τήν μακαριότητα αὐτῶν, ἔτι δέ καί νά ὑπερβῆ αὐτούς. Οἱ δίκαιοι, ἐν τῷ οὐρανῷ, ὡς ἐβεβαίωσεν ὁ Σωτήρ, θά διαβιοῦν ὡς οἱ ἄγγελοι καί θά εἶναι ὅμοιοι πρός αὐτούς. Ἤδη δέ ἡ Ἐκκλησία ἔχει τήν πεποίθησιν, ὅτι μία τουλάχιστον ἀνθρωπίνη ὑπόστασις ἀπό τοῦδε ὑπέρκειται ὅλων τῶν Ἀσωμάτων Δυνάμεων, ἡ Θεοτόκος, χαρακτηριζομένη ὡς "τιμιωτέρα τῶν χερουβίμ καί ἐνδοξοτέρα ἀσυγκρίτως τῶν σεραφείμ", ὡς καί "ἀνωτέρα πάντων τῶν ποιημάτων τοῦ Ὑψίστου". Ὁμοίως, ὁ ἱερός Χρυσόστομος, εἰς ἕνα τῶν θαυμασίων ἐγκωμιαστικῶν λόγων του πρός τόν Παῦλον, δέν διστάζει νά ἐξάρη αὐτόν ὑπέρ τούς ἀγγέλους. Ἐσχατολογικῶς, λοιπόν, αἱ μεγάλαι διαφοραί μεταξύ τῶν δύο τούτων εἰδῶν τῆς λογικῆς κτίσεως παύουν ὑφιστάμεναι. Εἰς τόν μέλλοντα αἰῶνα θά ὑπάρχουν διαφοραί οὐχί μεταξύ ἀγγέλων καί ἀνθρώπων, ἀλλά μεταξύ πλέον καί ἔλασσον δεδοξασμένων θεοεικέλλων λογικῶν ὄντων, χωρίς νά ἔχουν σημασίαν αἱ ἐπί μέρους ὀντολογικαί διακρίσεις μεταξύ τῶν δύο κόσμων, τοῦ ἀγγελικοῦ καί τοῦ ἀνθρωπίνου.

Ἡ ἐσχατολογική αὕτη προοπτική, μαρτυρουμένη τρανότατα εἰς τήν Γραφήν καί τήν Παράδοσιν, συνηγορεῖ ὑπέρ τῆς παραδοχῆς, ὅτι τό κατ' εἰκόνα καί καθ' ὁμοίωσιν, οὐ μετέχουν ἄγγελοι καί ἄνθρωποι, ἐξικνεῖται καί εἰς τάς σωματικάς ἀναλογίας. Δεδομένου, ὅτι εἰς τόν μέλλοντα αἰῶνα τό ἀνθρώπινον εἶδος θά εἰσέλθη ἐνσώματον, ἡ ὁμοιότης του πρός τό ἀγγελικόν δέν ἀποκλείεται νά ἐκτείνεται καί εἰς τούς σωματικούς χαρακτῆρας, χωρίς βεβαίως νά ἐλλείπουν διαφοραί, οὖσαι ὅμως ἄνευ ἰδιαιτέρας σημασίας. Ἄν οὕτω θά συμβαίνη, τότε δέον νά παραδεχθῶμεν, ὅτι αἱ ἐπί γῆς ἀγγελοφάνειαι δέν ἔχουν τό νόημα ἀνθρωποπαθοῦς συμβολισμοῦ, ἀλλά ἀντιστοιχοῦν εἰς μίαν πραγματικότητα. Ἡ μορφή καί τό σχῆμα τῶν ἐμφανιζομένων ἀγγέλων εἶναι περίπου τά πραγματικά. Τά ζωόμορφα εἴδη ἐξ αὐτῶν (χερουβίμ καί σεραφείμ), ὡς παραδέχεται ἡ νεωτέρα ἑρμηνευτική, εἶναι ἁπλῶς ἐπίδρασις ἀσσυροβαβυλωνιακῶν προτύπων εἰς τήν Παλαιάν Διαθήκην.

O ΠΕΡΙ ΑΓΓΕΛΩΝ ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

(Κ. Διαθήκη). Τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν, ὁ περί ἀγγέλων λόγος εἶναι λίαν πυκνότερος εἰς τήν Καινήν ἀπό ὅ,τι εἰς τήν Π. Διαθήκην. Ἡ σάρκωσις τοῦ δευτέρου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος καί ἡ δι' αὐτοῦ δοθεῖσα εἰς τούς ἀνθρώπους χάρις καί ἀλήθεια (Ἰω. α´ 14,17), ἐπανασυνέδεσαν τελείως τό ἀνθρώπινον γένος καί τήν ὁρατήν κτίσιν μέ τόν πνευματικόν κόσμον. Οἱ πολῖται τοῦ κόσμου τούτου, τά ἄϋλα πνεύματα, ἦτο ἄρα ἑπόμενον, διά τοῦ Χριστοῦ, νά ἔλθουν εἰς συχνότερον καί εὐρύτερον συγχρωτισμόν μέ τούς ἀνθρώπους καί ἡ περί τῶν πνευμάτων τούτων διδασκαλία τοῦ Νόμου καί τῶν Προφητῶν νά διασαφηνισθῆ. Ἡ ἐνανθρώπησις τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἔχει οὕτω μίαν παράλληλον συμπλησίασιν τῶν ἀγγέλων πρός τόν ὁρατόν κόσμον, τόσον εἰς γεγονότα, ὅσον καί εἰς ἀποκαλυπτικότητα.

Αὐτός ὁ Κύριος διακηρύσσει τήν ὕπαρξιν τῶν ἀγγέλων (Μάρκ. η´ 38, Λουκ. ιε´ 10, ιστ´ 22 κ.ἄ.), κατά δέ τά κορυφαῖα σημεῖα τοῦ βίου του ἐμφανίζονται οὗτοι ὡς λειτουργοί, ὑπηρέται καί συμπαραστάται τῆς θεανδρικῆς του φύσεως, αἰνοῦντες αὐτόν μαρτυροῦντες περί αὐτοῦ, διακονοῦντες αὐτῷ, ἐνισχύοντες τήν ἀνθρωπίνην φύσιν αὐτοῦ καί παρεμβαίνοντες ὡς δευτεραγωνισταί. Οὕτως, ὁ Γαβριήλ εὐαγγελίζεται τήν ἔλευσίν του (Λουκ. α´ 26 κ. ἑξ.), ὁ "ἄγγελος Κυρίου" ἐμφανίζεται εἰς τόν Ἰωσήφ (Ματθ. α´ 20 κ. ἑξ., β´ 13,19,20) καί εἰς τούς ποιμένας (Λουκ. β´ 8 κ. ἑξ.), στρατιά ὁλόκληρος δοξολογεῖ τόν Ὕψιστον ἐπί τῇ γεννήσει τοῦ Σωτῆρος (Λουκ. β´ 13,15), ἄλλοι διακονοῦν αὐτῷ εἰς τήν ἔρημον μετά τό πέρας τῶν πειρασμῶν (Ματθ. δ´ 11), ἕτερος ἐνισχύει αὐτόν εἰς τό ὅρος τῶν Ἐλαιῶν, πρό τοῦ πάθους (Λουκ. κβ´ 43), ἐνῶ λεγεῶνες των θά παρίσταντο πρός ὑπεράσπισίν του κατά τήν σύλληψιν, ἄν τό ἐζήτει ἀπό τόν πατέρα του (Ματθ. κστ´ 53), δύο ἐξ αὐτῶν βεβαιοῦν τήν ἀνάστασίν του, τοῦ ἑνός ἤ ἑτέρου τρίτου ἀποκυλίσαντος τόν λίθον ἐκ τοῦ μνημείου (Ματθ. κη´ 2 κ. ἑξ., Μάρκ. ιστ´ 5 κ. ἑξ., Λουκ. κδ´ 44 κ. ἑξ. 23, Ἰω. κ´ 12,13), δύο δέ ἐπίσης ὁμιλοῦν εἰς τούς μαθητάς περί τῆς δευτέρας παρουσίας κατά τήν Ἀνάληψιν (Πράξ. α´ 10,11).

Ἡ ἀγγελική συμπαράστασις ἐπεκτείνεται καί εἰς τήν πρώτην Ἐκκλησίαν, ὅπου, ἰδιαιτέρως ὁ "ἄγγελος Κυρίου" τῆς Π. Διαθήκης εἶναι ὁ κατ' ἐξοχήν προστάτης, ὡς ἦτο καί διά τόν ἀρχαῖον Ἰσραήλ (Πράξ. ε´ 19,20, η´ 26, ι´ 3 κ. ἑξ., ιβ´ 7 κ. ἑξ., 23, κζ´ 23).

Ἡ περί τῆς φύσεως καί τοῦ ἔργου τῶν ἀγγέλων διδασκαλία τῆς Κ. Διαθήκης περιλαμβάνει τάς ἑξῆς κυρίας ἀληθείας: Οὗτοι εἶναι κατώτεροι τοῦ Χριστοῦ (Κολασ. Β´ 14 κ. ἑξ., Ἑβρ. α´ 14 κ. ἑξ.). Διακρίνονται εἰς τάξεις, ἐκ τῶν ὁποίων κατονομάζονται αἱ ἀρχαί, αἱ ἐξουσίαι, αἱ δυνάμεις, αἱ κυριότητες, οἱ θρόνοι, οἱ ἄγγελοι καί οἱ ἀρχάγγελοι (Ἐφεσ. α´ 21, γ´ 10, στ´ 12, Κολασ. α´ 16, Α´ Θεσ. δ´ 16, Ἰούδα στίχ. 9 κ. ἀλ.). Εἶναι πνεύματα (Ἑβρ. α´ 14), ἀθάνατοι (Λουκ. κ´ 36), δέν διακρίνονται εἰς φῦλα (Ματθ. κβ´ 30) καί ὁ ἀριθμός των εἶναι μέγας (Ματθ. κε´ 31, κστ´ 53, Λουκ. β´ 13, Ἰούδα στίχ. 14, Ἀποκ. ε´ 11). Τό ἔργον των ἔγκειται εἰς τό νά δοξάζουν τόν Θεόν λειτουργικῶς (Λουκ. β´ 13) καί νά διαδραματίζουν βοηθητικόν μέρος εἰς τήν θείαν περί τό ἀνθρώπινον γένος οἰκονομίαν (Ἑβρ. α´ 14), ἤτοι νά προστατεύουν τούς δικαίους, νά "ἀποφέρουν" εἰς τόν οὐρανόν τάς ψυχάς των (Λουκ. ιστ´ 22) καί νά συνάξουν καί χωρίσουν τούς δικαίους καί τούς ἀδίκους κατά τήν ἡμέραν τῆς κρίσεως (Ματθ. ιγ´ 41,42,49,50, κδ´ 31, Μάρκ. ιγ´ 27, Α´ Θεσ. δ´ 15 κ. ἑξ.).

Σχετικάς πρός τούς ἀγγέλους κακοδοξίας ἡ Καινή Διαθήκη ἀναφέρει τήν τῶν Σαδδουκαίων, οἵτινες ἠρνοῦντο τήν ὕπαρξιν αὐτῶν καί γενικῶς τῶν πνευμάτων (Πράξ. κγ´ 8), ὡς καί τήν χαρακτηριζομένην ὡς "θρησκείαν τῶν ἀγγέλων", ἤτοι τήν ἰουδαιογνωστικῆς προελεύσεως λατρευτικήν προσκύνησιν αὐτῶν (Κολασ. Β´ 18).

Β´. Φύσις καί προέλευσις τῶν ἀγγέλων.


Ἡ κτιστή φύσις τῶν ἀγγέλων: Ἡ Π. Διαθήκη δέν ἀσχολεῖται μέ τό ζήτημα τῆς προελεύσεως καί τῆς φύσεως τῶν ἀγγέλων. Δέν ὁμιλεῖ, εἰμή διά τό ἔργον των. Ἀλλά, παρουσιάζουσα αὐτούς ὡς ἀγγελιαφόρους τοῦ Θεοῦ ἤ περιγράφουσα τούτους ὡς σχηματίζοντας τήν Αὐλήν καί τήν στρατιάν του, ἐπαναλαμβάνουσα ὅτι τόν ὑμνοῦν (Ψαλμ. κη´ [κθ´] 1,2, ρβ´ [ργ´] 20-21, ρμη´ 1-2, Ἰώβ λη´ 7), ὑπογραμμίζει τήν πλήρη ἐξάρτησιν καί ὑποτέλειάν των ἔναντι τοῦ Θεοῦ. Παρά τό ὅτι ἀνήκουν εἰς τόν θεῖον κόσμον (ὅπερ δεικνύουν τά ὀνόματά των ὡς υἱῶν τοῦ Θεοῦ, υἱῶν τοῦ Ὑψίστου, ἁγίων), εἶναι ἀπείρως κατώτεροι τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος καί εἰς αὐτούς εὑρίσκει σφάλματα (Ἰώβ δ´ 18, ιε´ 15, Σοφ. Σειρ. μβ´ 17) νά διασαφηνίζη, ὅτι ὁ Θεός δίδει εἰς τά στρατεύματά του τήν δύναμιν, ἐπιτρέπων εἰς αὐτά νά ὑπάρχουν ἐνώπιόν του. Ἐξ ὅλων τούτων τῶν μαρτυριῶν προκύπτει, ὅτι, κατά τήν Π. Διαθήκην, οἱ ἄγγελοι εἶναι κτίσματα τοῦ Θεοῦ, παρ' ὅλον ὅτι οὐδέν χωρίον βεβαιώνει τοῦτο ρητῶς, οὔτε διευκρινίζει πότε οὗτοι ἐκτίσθησαν. Ἐπί τοῦ τελευταίου σημείου τοῦ Ἰώβ λη´ 7 λέγει ἁπλῶς, ὅτι οἱ ἄγγελοι ὑπῆρχον πρό τῆς Γῆς.

Ἡ σχέσις τῶν ἀγγέλων πρός τά ἄστρα: Τό ἀνωτέρω χωρίον, ὡς καί τό Ψαλμ. ρμη´ 1-5 (πρβλ. Ἰησ. Ν. ε´ 14, Γ´ Βασ. κβ´ 19), πιθανώτατα δέ καί τά Ἠσ. κδ´ 21, μ´ 26, με´ 12,21, Ἱερεμ. λγ´ 22, Νεεμ. θ´ 6, Ψαλμ. λβ´ [λγ´] 22 φαίνεται νά συνδέουν τούς ἀγγέλους πρός τά ἄστρα. Τοῦτο ἀποτελεῖ ἔνδειξιν, ὅτι κατ' ἀρχάς οἱ Ἑβραῖοι δέν διέστελλον σαφῶς τούς ἀγγέλους, ἀπό τά ἄστρα. Ἤ, ἀπεναντίας, εἶναι μία ἀπόδειξις, ὅτι οἱ μονοθεϊσταί Ἑβραῖοι ἔθεσαν ἀποφασιστικῶς εἰς τήν τάξιν τῶν κτισμάτων ἤ τῶν ὑπηρετῶν τοῦ Θεοῦ τά παρά τῶν Βαβυλωνίων καί λοιπῶν λαῶν τῆς ἀρχαίας Ἀνατολῆς λατρευόμενα ὡς θεότητας ἄστρα; Τό ζήτημα συζητεῖται ἀκόμη ὑπό τῶν συγχρόνων εἰδικῶν ἐρευνητῶν (βλ. W. Eichrodt, Theologie des A. T., Leipzig 1933-35, ΙΙ, σ. 104).

Ἡ πνευματικότης τῶν ἀγγέλων: Ἡ Π. Διαθήκη θεωρεῖ τούς ἀγγέλους ὡς πνευματικά ὄντα, παρ' ὅλον ὅτι εἰς τάς πλείστας τῶν περιπτώσεων ἐμφανίζονται οὗτοι ὡς ἄνθρωποι (Γέν. ιη´ 19, Κριτ. ι´ 11, Ἰησ. Ν. ε´ 13, Ἰεζ. θ´ 3, Δαν. β´ 21, ι´ 5, Τωβ. ε´ 5 κ. ἑξ.). Δέν εἶναι ποτέ πτερωτοί, ἐκτός τῆς περιπτώσεως τῶν χερουβίμ καί τῶν σεραφείμ, ἀλλά κινοῦνται ταχέως εἰς τόν ἀέρα (Δαν. θ´ 21, ιδ´ 35,38). Ἐνίοτε ἡ ὄψις των εἶναι φοβερά (Κριτ. ιγ´ 6, Δαν. η´ 17, ι´ 7). Τό πρόσωπόν των εἶναι φωτεινόν, τά δέ ἐνδύματά των ἐκθαμβωτικά (Δαν. ι´ 5,6, Β´ Μακ. γ´ 25,26). Εἰς τάς ἀρχαίας διηγήσεις οἱ ἄγγελοι ἐνίοτε μετέχουν εἰς τά γεύματα τῶν ἀνθρώπων (Γέν. ιη´ 19. Πρβλ. Ψαλμ. οζ´ [οη´] 25). Ἀλλ' ἤδη τό Κριτ. ιγ´ 15-16 διευκρινίζει, ὅτι οἱ ἄγγελοι δέν τρώγουν καί τό Τωβ. ιβ´ 19 ὑπογραμμίζει, ὅτι φαινομενικῶς μοιράζονται μέ τούς ἀνθρώπους τάς γηΐνας τροφάς καί ὅτι, εἰς τήν πραγματικότητα, τρέφονται μέ ἀόρατον τροφήν. Παρ' ὅλον ὅτι ὡρισμένα ἐδάφια, ἐξαρτώμενα ἐκ τοῦ μεταγενεστέρου ἰουδαϊσμοῦ καί ἑρμηνεύοντα τό Γέν. στ´ 1-4, παραδέχονται ὅτι πρόκειται ἐκεῖ περί συζεύξεων τῶν υἱῶν τοῦ Θεοῦ, δηλαδή ἀγγέλων μέ θνητάς γυναῖκας (βλ. ἐν προκειμένω C. Robert, Les fils de Dieu et les filles des hommes, ἐν Revue Biblique 1895, σ. 340-374 καί 525-552. H. Junker, Die Biblische Uhrgeschichte, Bonn 1932. Τοῦ αὐτοῦ, Zur Erklärung von Gen. 6, 1-4, ἐν Biblica 1935, σ. 205-212. P. Joüon, Les unions entre les fils de Dieu et les filles des hommes, ἐν Revue des Sciences Religieuses 1939, σ. 108-112. G. E. Closen, Die Sünde der Söhne Gottes, Ein Beitrag der Theologie Genesis, Rome 1937. G. Philips, De spiritualitate Angelorum et matrimonio Filiorum Dei, ἐν Revue Ecclésiastique de Liège 31 [1940], σ. 290-300), τά αὐτά, ἐν τούτοις, κείμενα δέν θέτουν ἐν ἀμφιβόλω τήν παραδοσιακήν ἀντίληψιν περί τῆς πνευματικῆς φύσεως τῶν ἀγγέλων (βλ. λ.χ. Ἐνώχ ιε´ 6,7. Πρβλ. Μάρκ. ιβ´ 25, Ματθ. κβ´ 30).

Τό ζήτημα τῆς πτώσεως τῶν ἀγγέλων: Παρά τό ὅτι ἡ Π. Διαθήκη γνωρίζει τήν ὕπαρξιν δαιμόνων καί παρουσιάζει τόν Σατανᾶν (Ἰώβ α´ 6-12, β´ 1-7, Ζαχ. 1-7 ), ὡς τόν ἀντιστρατευόμενον εἰς τό θεῖον σχέδιον καί προσπαθοῦντα νά καταστρέψη τάς σχέσεις Θεοῦ καί ἀνθρώπων, οἱ ἱεροί συγγραφεῖς δέν ἔθεσαν εἰς ἑαυτούς τό πρόβλημα τῆς προελεύσεως τῶν πνευμάτων τοῦ κακοῦ καί δέν ἐσκέφθησαν νά ἀναζητήσουν τήν ἐξήγησιν αὐτῆς εἰς γεγονότα ἀναφερόμενα εἰς τόν κόσμον τῶν ἀγγέλων. Εἶναι ἀληθές, ὅτι εἰς τήν χριστιανικήν γραμματείαν ἑρμηνεύεται ἐνίοτε τό Ἠσ. ιδ´ 12 ὡς ὑπαινιγμός εἰς τήν πτῶσιν τοῦ πρώτου ἀγγέλου, ὁ ὁποῖος ἠθέλησε νά ἐξισωθῆ μέ τόν Θεόν, καί ὅτι ἡ μετάφρασις "Licifer" τῆς Βουλγάτας, ἡ ἀντιστοιχοῦσα εἰς τάς λέξεις "λαμπρόν ἄστρον, υἱός τῆς αὐγῆς", κατέστη ἕν τῶν ὀνομάτων, τά ὁποῖα ἀποδίδονται εἰς τόν ἄρχοντα τῶν δαιμονίων (Ἑωσφόρος, κατά τούς Ο´). Ὀφείλομεν, ἐν τούτοις, νά ἀναγνωρίσωμεν ὅτι τό γράμμα τοῦ Ἠσ. ιδ´ 12 δέν ὁμιλεῖ, εἰμή διά τήν πτῶσιν τοῦ βασιλέως τῆς Βαβυλῶνος, ὡς συμβαίνει καί μέ τό Ἰεζ. κη´ 16-17, τό ὁποῖον ἐπίσης ἐξελήφθη ἐνίοτε κατά παρόμοιον τρόπον, ἐνῶ δέν ἀναφέρεται εἰμή εἰς τήν πτῶσιν τοῦ βασιλέως τῆς Τύρου. Οὕτω, πρέπει νά ἀναμείνῃ τις τά ἰουδαϊκά ἀπόκρυφα, διά νά ἴδη ἐμφανιζομένην τήν ἰδέαν, καθ' ἥν οἱ δαίμονες εἶναι πεπτωκότες ἄγγελοι, μέ συχνόν ὑπαινιγμόν εἰς τό Γέν. στ´ 1-4, ὡς ἔνδειξιν πιθανήν τῆς αἰτίας τῆς πτώσεώς των. Ὅπως καί νά ἔχη τό πρᾶγμα, μόνον μέ τήν Κ. Διαθήκην ἡ δαιμονολογία τίθεται εἰς πλήρη σχέσιν πρός τήν ἀγγελολογίαν, ἡ δέ τελευταία διασαφηνίζεται εἰς πολλά σημεῖα, τά ὁποῖα παρέμειναν σκοτεινά ὑπό τόν ἀρχαῖον Νόμον.
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν
Απάντηση

Επιστροφή στο “Ορθοδοξία”