Το παρακάτω κείμενο δείχνει ιστορικά τι πετυχαίνει ένας αρχηγός κράτους αν εμπνεύσει το λαό του, ενδιαφερθεί γι' αυτόν και ασκήσει εξουσία με δικαιοσύνη.
Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης, ὁ Αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου, ο οποίος ανακηρύχθηκε μετά τον θάνατο του Άγιος από το λαό (αρχικά).
Η ιστορία της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ή Βυζαντινής έχει αναδείξει σπουδαίες προσωπικότητες, οι οποίες με το ισχυρό φρόνημα, το αγωνιστικό πνεύμα και τις Ορθόδοξες αξίες τους, έχουν στιγματίσει την πορεία της Αυτοκρατορίας. Ένας από αυτούς είναι ο Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης, Αυτοκράτορας, κυβερνήτης, διπλωμάτης, στρατιωτικός και Άγιος.
Ο Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης γεννήθηκε στο Διδυμότειχο το 1193. Υπήρξε Αυτοκράτορας από το 1222 ως το 1254, μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 από τους Σταυροφόρους. Γεννήθηκε στη θρακική γη, που έχει αναθρέψει αυτοκράτορες, άρχοντες, ευγενείς, ηγεμόνες, πατριάρχες και λαό της Αυτοκρατορίας. Έζησε την εποχή, όπου η φράγκικη κατοχή και οι συγκρούσεις των Ελλήνων με τους γύρω λαούς, αφύπνισαν την εθνική τους συνείδηση διαμορφώνοντας το νέο ελληνισμό.Ο Ιωάννης Βατάτζης υπήρξε κατά κοινή ομολογία όλων των ιστορικών ένας από τους μεγαλύτερους αυτοκράτορες του Βυζαντίου. Στην περίπτωσή του επαληθεύεται η ρήση του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, του τελευταίου Αυτοκράτορα, ο οποίος απευθυνόμενος προς τον αδερφό του, Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγο, είπε τα εξής: «Από την ιστορία μας έχουμε το δίδαγμα πως όσο κυβερνούσαν βασιλιάδες στρατιώτες, το Βυζάντιο δοξαζόταν, ενώ μόλις έπαιρναν την αρχή οι ευνούχοι, το κράτος διαλυόταν». Ο Ιωάννης Βατάτζης ανήκει στην πρώτη κατηγορία, μόνο που δεν τον διέκρινε η ιμπεριαλιστική νοοτροπία και η επιθυμία για αποκόμιση πλούτου και δόξας. Αντίθετα πρώτιστο μέλημα του Ιωάννου ήταν ο λαός του. Για αυτό έμεινε στην ιστορία γνωστός ως πατέρας των Ρωμαίων.
Δε θυμίζει συνηθισμένο αρχηγό του κράτους, ακόμα και για τα γνωστά Βυζαντινά πρότυπα. Πολεμά, εργάζεται και πονά μαζί με το λαό. Ως προς τις στρατιωτικές του ενέργειες, συνετέλεσε τα μέγιστα στην ανόρθωση της Αυτοκρατορίας και τη μετά το θάνατό του ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Επικοινώνησε διπλωματικά ακόμα και με τους Δυτικούς, προκειμένου να πετύχει το στόχο του, ήτοι την ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης. Με τη δυναμική του προσωπικότητα και τη διπλωματική του ικανότητα δημιούργησε το υπόβαθρο για την ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης και καθυπέταξε κάθε προσπάθεια αντίστασης και εν δυνάμει αμφισβήτησης της κυριαρχίας του. Στήριξε τους Ακρίτες, το λαό, τους φτωχούς, τη μόρφωση, την εγχώρια παραγωγή, αναδιένειμε το δημόσιο πλούτο και δημιούργησε κοινωνικές δομές, σε ποσότητα και ποιότητα που εκπλήσσουν ακόμη και σήμερα.
Η εσωτερική του πολιτική αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση. Κατόρθωσε να ανεβάσει το βιοτικό επίπεδο του απλού λαού, με την εξυγίανση της δημόσια διοίκησης και την πάταξη της αδικίας και της ασυδοσίας των αρχόντων. Επέφερε ευημερία στο λαό και άνθηση της οικονομίας σε όλους τους τομείς. Με σειρά μέτρων ενίσχυσε τις χαμηλές οικονομικά και κοινωνικά τάξεις. Μείωσε τη φορολογία και με τη θεσμοθέτηση του εμπορίου, της βιοτεχνίας, της κτηνοτροφίας και της γεωργίας ευνόησε την ανάπτυξη και την κερδοφορία. Απαγόρευσε την εισαγωγή ειδών πολυτελείας, με αποτέλεσμα να ενισχυθεί η εντόπια παραγωγή. Φρόντισε την παιδεία ανεγείροντας σχολεία και βιβλιοθήκες, ίδρυσε νοσοκομεία και φιλανθρωπικά ιδρύματα, οικοδόμησε μεγαλόπρεπους ναούς και ενίσχυσε οικονομικά πολλά μοναστήρια. Ο ίδιος κατείχε τόση περιουσία όση του χρειαζόταν για να συντηρείται.
Όσον αφορά την άμυνα του κράτους του, την ενίσχυσε με οχυρωματικά έργα, ασφαλίζοντας τα σύνορά του και δίνοντας εργασία σε πολλούς ανθρώπους. Στα σύνορα τοποθέτησε ακρίτες, έδωσε γη να καλλιεργούν για να ζουν τις οικογένειές τους, εξασφαλίζοντας έτσι ισχυρή φύλαξη των συνόρων του.
Όσον αφορά τις στρατιωτικές επιχειρήσεις ενεργούσε πάντα με σύνεση και καρτερικότητα. Δεν εμπλεκόταν σε πόλεμο, αν δεν υπήρχε άμεση ανάγκη και προσπαθούσε πάντα να εκμεταλλεύεται τα λάθη των αντιπάλων του, ενώ χρησιμοποιούσε νέες στρατηγικές και μεθόδους αντιμετώπισης των εχθρών, τις οποίες και εφάρμοσε εναντίον των Φράγκων, των Βουλγάρων, των Τούρκων και των Μογγόλων . Το γεγονός ότι δεν μπόρεσε να ελευθερώσει τη βασιλεύουσα οφείλεται στις εμφύλιες προστριβές, αλλά και στη συνεχή στήριξη του Φράγκου βασιλιά της Κωνσταντινούπολης από τους Βενετούς και τον Πάπα.
Στο διπλωματικό τομέα διέπρεψε, καθώς ήξερε να εκμεταλλεύεται τις αδυναμίες των αντιπάλων του. Πολλές φορές με πρόσχημα την ένωση των Εκκλησιών κατόρθωνε να αποτρέψει τη βοήθεια του Πάπα προς τους Λατίνους της Πόλης. Με τους Βουλγάρους και τους Τούρκους που συνόρευε προσπαθούσε να έχει καλές σχέσεις, χωρίς να χάνει την ευκαιρία να εκμεταλλευτεί τις εξωτερικές και εσωτερικές τους αναταράξεις.
Ο βίος του μεγάλου Έλληνα Αυτοκράτορα και Αγίου της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη αποτελεί σύμβολο του Ελληνισμού. Τα επιτεύγματά του καθ’ όλη τη διάρκεια της βασιλείας του ήταν πολύ μεγάλα. Ο Ιωάννης ουσιαστικά παρέλαβε μια επαρχία και κατόρθωσε να τη μετατρέψει σε Αυτοκρατορία. Στην πραγματικότητα έθεσε τα θεμέλια για τη δημιουργία ενός άλλου είδους κράτους, το οποίο είχε καθαρά Ελληνική ταυτότητα, με δημοκρατικό χαρακτήρα. Πρωταρχικός στόχος του ήταν η ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης και η ανασύσταση της Αυτοκρατορίας. Η ανακατάληψη δεν επιτεύχθηκε, όμως κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα ισχυρό κράτος. Αν δεν τον ταλάνιζαν προβλήματα υγείας, θα ζούσε περισσότερο και αναμφισβήτητα θα έμπαινε θριαμβευτής τη βασιλεύουσα. Εξάλλου η ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης το 1261 από το Μιχαήλ Παλαιολόγο χρεώνεται από όλους τους ιστορικούς στον Ιωάννη Βατάτζη.
Ο Ιωάννης Βατάτζης δικαιολογούσε απόλυτα την ετυμολογία του ονόματός του, ήταν δηλαδή «χάρισμα Θεού», το χάρισμα του Πανάγαθου Θεού προς τον Ελληνισμό. Αν οι μετέπειτα βυζαντινοί Αυτοκράτορες ακολουθούσαν την ίδια εσωτερική και εξωτερική πολιτική με αυτή του Ιωάννη Βατάτζη, τότε σίγουρα το 1453 δεν θα ήταν η καταληκτική ημερομηνία για την ιστορία του Βυζαντίου.
Αξιοπρόσεκτη είναι η επιστολή που έστειλε ο Βατάτζης στον Πάπα Γρηγόριο Θ΄, στην οποία μπορούμε να δούμε το Ελληνικό φρόνημα που τον διακατείχε, καθώς ο ηγέτης της Νίκαιας ανατρέχοντας στο ιστορικό του παρελθόν με υπερηφάνεια δηλώνει την εθνική του ταυτότητα. Αποτελεί το εξαιρετικό παράδειγμα Ελληνορθόδοξου ηγέτη, συμβάλλοντας σε μεγάλο βαθμό στην αφύπνιση και τη δημιουργία του νέου Ελληνισμού.
Κοιμήθηκε στο Νυμφαίο της Μικράς Ασίας το 1254. Η μεγαλύτερη ιστορική του επιβράβευση επήλθε μετά το θάνατό του, όταν ανακηρύχθηκε από το λαό Άγιος της Εκκλησίας. Η επίσημη Εκκλησία άργησε να τον αναγνωρίσει, καθώς σύμφωνα με το εκκλησιαστικό τυπικό για να αναγνωριστεί κάποιος άγιος, πρέπει να περάσουν τουλάχιστον 50 με 60 χρόνια. Ωστόσο η αγιοποίησή του από το λαό ήταν άμεση, καθώς αναγνωρίστηκαν τα θαύματά του και κτίστηκε προς τιμήν του Ιερός Ναός στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας και εκκλησάκι στο Νυμφαίο, τα οποία μαρτυρούν την αγάπη του λαού προς εκείνον. Ο Ελληνισμός τον τίμησε για τη φιλανθρωπική του δράση και την αγιοσύνη του. Αυτός είναι ο Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης. Ο ελεήμων Αυτοκράτωρ, ο Άγιος.
Re: Μία χώρα γίνεται μεγάλη μόνο όταν ο αρχηγός της ενδιαφέρεται για το λαό του
2Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ
Ἐρευνώντας τὸν βίο καὶ τὰ κατορθώματα τοῦ Ἁγίου Αὐτοκράτορα Ἰωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη, βρίσκουμε πολλὲς ἐνέργειές του οἱ ὁποῖες εἶναι ἄξιες ἀναφορᾶς καὶ ἀποτελοῦν ἀξιομνημόνευτες ἱστορικὲς παρακαταθῆκες. Συγκεκριμένα θὰ ἤθελα νὰ σταθῶ στὸν ξεκάθαρο χαρακτήρα καὶ τὴ Ρωμαίϊκη λεβεντιά του, τὰ ὁποῖα ἐμφανῶς διακρίνονται ἐξετάζοντας ὅλη τὴν ἱστορική του πορεία ὡς Αὐτοκράτορα. Διευκρινιστικὰ θὰ πρέπει νὰ ἀναφέρω ὅτι ὁ Ἰωάννης Βατάτζης, ὁ ὁποῖος κατάγεται ἀπὸ τὸ Διδυμότειχο, (1) ὑπῆρξε Αὐτοκράτορας τῆς Ρωμανίας (1222–1254) μὲ ἕδρα τὴ Νίκαια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας τὴν ἐποχὴ ὅπου ἡ Βασιλίδα τῶν πόλεων εἶχε πέσει στὰ χέρια τῶν Φράγκων ἀπὸ τὸ 1204. Στὰ 32 χρόνια ποὺ βασίλευσε πολέμησε ἐναντίον Φράγκων καὶ Βουλγάρων καὶ κατάφερε νὰ ὀρθώσει καὶ νὰ ἰσχυροποιήσει τὸ κράτος τῶν Ρωμαίων. Ἐπιστέγασμα αὐτοῦ τοῦ ἀγῶνα ἦταν, 7 χρόνια μετὰ τὸν θάνατό του ὁ στρατός τῆς Νίκαιας νὰ ἐλευθερώσει τὴν Βασιλεύουσα καὶ νὰ ξαναγίνει ἡ Πόλη τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου πρωτεύουσα τῆς Ρωμανίας. Οἱ ἀρετὲς πού προανέφερα γίνονται εὐκόλως ἀντιληπτὲς σὲ ὅποιον μελετήσει τὴν ἐπιστολὴ ἀπάντηση ποὺ ἔστειλε πρὸς τὸν Πάπα Γρηγόριο τὸν Θ΄ (2), ἡ ὑπόψη ἐπιστολὴ σαφέστατα ἀποτελεῖ ἕνα κείμενο ἐθνικῆς ἀξιοπρέπειας.
Μεταφερόμαστε λοιπὸν στὰ μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ 1230, τὴν ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία ὁ ἀνωτέρω ποντίφικας φοβούμενος τὴν ὁρμητικότητα τοῦ Ἰωάννη Βατάτζη καὶ τὴν στρατιωτικὴ ἰσχυροποίηση τοῦ Βασιλείου τῆς Νίκαιας, ἔστελνε ἐπιστολὲς πρὸς τοὺς ἡγεμόνες τῆς Δύσης. Μέσῳ τῶν ἐπιστολῶν, τοὺς ζητοῦσε νὰ παράσχουν βοήθεια πρὸς τοὺς Φράγκους κατακτητὲς τῆς Κωνσταντινούπολης. Ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ὑποτελεῖς του ἡγεμόνες, ὁ Πάπας ἔστειλε ἐπιστολὴ καὶ πρὸς τὸν Ἕλληνα Αὐτοκράτορα, ἡ ὁποία δὲν διεσώθη, μποροῦμε ὅμως νὰ ἐννοήσουμε ἐν μέρει τὸ περιεχόμενό της, ἀπὸ τὴν ἐπιστολὴ ἀπάντηση τοῦ Ἰωάννη Βατάτζη.
Ἡ ἐπιστολὴ ἀπάντηση τοῦ ἐλεήμονα Βασιλιά, πρωτοδημοσιεύθηκε μετὰ τὴν ἵδρυση τοῦ νεοελληνικοῦ κράτους, στὸ περιοδικὸ «Ἀθήναιον» τὸ 1872 ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Σακκελιῶνο (3), ὁ ὁποῖος σχολιάζει ὅτι ¨ὁ Αὐτοκράτορας Ἰωάννης ὁμιλεῖ ὡς Ἀρχαῖος Ἕλληνας μὲ περηφάνια καὶ δριμύτητα κατὰ τῶν καταλαβόντων τὴν Βασιλεύουσα Φράγκων¨. Ὁ Ἀντώνιος Μηλιαράκης (4) στὸ ἔργο του ¨Ἱστορία τοῦ Βασιλείου τῆς Νικαίας καὶ τοῦ Δεσποτάτου τῆς Ἠπείρου¨ παραθέτει τὴν ἐπιστολὴ ἀφοῦ πρῶτα σχολιάζει τὰ ἑξῆς: ¨Εἰς ταῦτα ὁ Βατάτζης ἀπήντησε δι᾿ ὕφους ὑπεροπτικοῦ καὶ δι᾿ εἰρωνείας καταπληκτικῆς, εἰς οὐδὲν λογιζόμενος τὸ ἀξίωμα τοῦ Πάπα, καὶ ὁμιλῶν περὶ ἑαυτοῦ ὡς μονάρχου κραταιοῦ, κεκλημένου εἰς τὴν βασιλείαν ἐκ Θεοῦ καὶ ἐκ βασιλικοῦ γένους παλαιοῦ¨.
Ἀξίζει πιστεύω ὁ ἀναγνώστης νὰ μελετήσει τὴν ἐπιστολὴ καὶ νὰ παραδειγματιστεῖ ἀπὸ τὸ ὕφος, τὴν φιλοπατρία καὶ τὴν Ρωμαίϊκη λεβεντιὰ τοῦ Ἁγίου Διδυμοτειχίτη Αὐτοκράτορα. Ὅπως ἐπίσης θὰ εἶναι ὠφέλιμο στὸν καθένα νὰ μελετήσει καὶ τὸν κατὰ πλάτος βίο του.
Ἡ ἐπιστολὴ τοῦ Ἰωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη σὲ νεοελληνικὴ ἀπόδοση (5):
Ἰωάννης ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ Βασιλεὺς καὶ Αὐτοκράτωρ Ρωμαίων ὁ Δούκας, τῷ ἁγιωτάτῳ Πάπα τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης Γρηγορίῳ. Ἂς ἔχω τὰς σωτηρίους εὐχάς σου.
Αὐτοί, ποὺ ἔστειλε ἡ ἁγιότητά σου καὶ μοῦ ἔφεραν αὐτὴ τὴν ἐπιστολή σου, ἐπέμεναν ὅτι εἶναι γράμμα τῆς ἁγιότητάς σου. Ὅμως ἐγώ, ὁ Βασιλιάς, ἀφοῦ διάβασα ὅσα εἶναι γραμμένα, ἀρνήθηκα νὰ πιστέψω ὅτι εἶναι δικό σου γράμμα, ἀλλὰ θεώρησα ὅτι τὸ ᾿γραψε ἕνας ἄνθρωπος μὲ χαμένα πέρα γιὰ πέρα τὰ μυαλά του, ποὺ ὅμως ὁ ψυχικός του κόσμος εἶναι φουσκωμένος ἀπὸ ἀλαζονεία καὶ αὐθάδεια διότι πῶς θὰ μπορούσαμε νὰ σχηματίσουμε διαφορετικὴ γνώμη γιὰ τὸν γράψαντα, τὴ στιγμὴ ποὺ ἀπευθύνεται στὴ βασιλική μου δύναμη θεωρώντας με σὰν ἕνα ἀνώνυμο καὶ ἄδοξο καὶ ἀσήμαντο ἀνθρωπάκι; Δὲν σοῦ μίλησε κανεὶς γιὰ τὸ μέγεθος τῆς ἐξουσίας καὶ τῆς δυνάμεώς μας;
Δὲ χρειαζόμασταν ἰδιαίτερη σοφία γιὰ νὰ γνωρίσουμε καλὰ ποιὸς εἶναι ὁ δικός σου θρόνος. Ἂν βρισκόταν πάνω σὲ σύννεφα ἢ ἂν κάπου ¨μετέωρος¨, ἴσως ἔπρεπε νὰ ἔχουμε μετεωρολογικὲς γνώσεις γιὰ νὰ τὸν βροῦμε, ἀλλ᾿ ἐπειδὴ στηρίζεται στὴ γῆ καὶ δὲ διαφέρει καθόλου ἀπὸ τοὺς ὑπολοίπους θρόνους, ὅλος ὁ κόσμος τὸν ξέρει.
Μᾶς γράφεις ὅτι ἀπὸ τὸ δικό μας, τὸ Ἑλληνικὸ Γένος, ἄνθησε ἡ σοφία καὶ τὰ ἀγαθά της καὶ διαδόθηκε στοὺς ἄλλους λαούς. Αὐτὸ σωστὰ γράφεις. Πῶς ὅμως ἀγνόησες ἢ καὶ ἂν ὑποτεθεῖ ὅτι δὲν τὸ ἀγνόησες, πῶς ξέχασες νὰ γράψεις ὅτι, μαζὶ μὲ τὴ σοφία, τὸ Γένος μας κληρονόμησε ἀπὸ τὸν Μέγα Κωνσταντῖνο καὶ τὴ βασιλεία; Ποιὸς ἀγνοεῖ ὅτι τὰ κληρονομικὰ δικαιώματα τῆς διαδοχῆς πέρασαν ἀπὸ ἐκεῖνον στὸ δικό μας Γένος καὶ ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε οἱ νόμιμοι κληρονόμοι καὶ διάδοχοι;
Ἔπειτα, σὺ ἀπαιτεῖς νὰ μὴν ἀγνοήσουμε τὸ θρόνο σου καὶ τὰ προνόμιά του. Ἀλλὰ καὶ ἐμεῖς ἔχουμε νὰ ἀνταπαιτήσουμε νὰ δεῖς καθαρὰ καὶ νὰ μάθεις τὰ δικαιώματα ποὺ ἔχουμε ἐμεῖς ἐπὶ τῆς ἐξουσίας καὶ τοῦ κράτους τῆς Κωνσταντινούπολης, τὸ ὁποῖο, ἀπὸ τὸν Μέγα Κωνσταντῖνο, διατηρήθηκε γιὰ μία χιλιετία καὶ ἔφτασε σέ μᾶς. Οἱ γενάρχες της βασιλεῖς μου εἶναι ἀπὸ τὸ γένος τῶν Δουκῶν καὶ τῶν Κομνηνῶν, γιὰ νὰ μὴν ἀναφέρω ἐδῶ καὶ ὅλους τούς ἄλλους Βασιλεῖς ποὺ εἶχαν Ἑλληνικὴ καταγωγὴ καὶ γιὰ πολλὲς ἑκατοντάδες χρόνια κατεῖχαν τὴν βασιλικὴ ἐξουσία τῆς Κωνσταντινούπολης. Αὐτοὺς ὅλους, καὶ ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης καὶ οἱ ἱεράρχες της, τοὺς προσκυνοῦσαν ὡς Αὐτοκράτορες τῶν Ρωμαίων. Πῶς λοιπὸν ἐμεῖς φαινόμαστε στὰ μάτια σου ὅτι δὲν ἐξουσιάζουμε καὶ δὲ βασιλεύουμε σὲ κανένα τόπο, παρὰ χειροτόνησες λὲς κι εἶναι ἐπίσκοπός σου τὸν ἐκ Βρυέννης Ἰωάννη βασιλιὰ στὴν Πόλη; Ποιὸ δίκαιο ἐπρυτάνευσε στὴ συγκεκριμένη αὐτὴ περίσταση; Πῶς κατάφερε ἡ τιμία σου κεφαλὴ καὶ ἐπαινεῖ τὸ ἄδικο τῆς πλεονεξίας καὶ βάζει στὴ μοίρα τοῦ δικαίου τὴ ληστρικὴ καὶ αἱμοχαρή κατάκτηση τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τοὺς Λατίνους;
Ἐμεῖς ἐξαναγκαστήκαμε ἀπὸ τὴν πολεμικὴ βία καὶ φύγαμε ἀπὸ τὸν τόπο μας ὅμως δὲν παραιτούμαστε ἀπὸ τὰ δικαιώματά μας τῆς ἐξουσίας καὶ τοῦ κράτους τῆς Κωνσταντινούπολης. Καὶ νὰ ξέρεις ὅτι αὐτὸς ποὺ βασιλεύει εἶναι ἄρχοντας καὶ κύριος ἔθνους καὶ λαοῦ καὶ πλήθους δὲν εἶναι ἄρχοντας καὶ ἀφεντικὸ σὲ πέτρες καὶ ξύλα, μὲ τὰ ὁποῖα χτίστηκαν τὰ τείχη καὶ οἱ πύργοι.
Τὸ γράμμα σου περιεῖχε καὶ τοῦτο τὸ παράξενο ὅτι ἡ τιμιότητά σου ἔστειλε κήρυκες ποὺ διήγγειλαν τὸ κήρυγμα τοῦ Σταυροῦ σὲ ὅλο τὸν κόσμο, καὶ ὅτι πλήθη πολεμιστῶν ἔσπευσαν γιὰ νὰ διεκδικήσουν τὴν Ἁγία Γῆ. Σὰν μάθαμε αὐτὴ τὴν εἴδηση, χαρήκαμε καὶ γεμίσαμε μὲ ἐλπίδες. Ἐλπίζαμε δηλαδὴ ὅτι αὐτοὶ οἱ διεκδικηταὶ τῶν Ἁγίων Τόπων θὰ ἄρχιζαν τὴ δίκαιη δουλειά τους ἀπὸ τὴ δική μας πατρίδα καὶ ὅτι θὰ τιμωροῦσαν αὐτοὺς ποὺ τὴν αἰχμαλώτισαν, γιατί βεβήλωσαν τὶς ἁγίες Ἐκκλησίες, γιατί βεβήλωσαν τὰ ἱερὰ σκεύη καὶ διέπραξαν κάθε εἶδος ἀνοσιουργίες κατὰ τῶν Χριστιανῶν. Ἐπειδὴ ὅμως τὸ γράμμα σου ὀνόμαζε τὸν Ἰωάννη Βρυέννιο ποὺ ἀπεβίωσε ἐδῶ καὶ πολὺν καιρὸ βασιλιὰ τῆς Κωνσταντινούπολης, καὶ φίλο καὶ τέκνο τῆς τιμιότητάς σου, καὶ ἐπειδὴ οἱ νέοι σταυροφόροι σου στέλνονται γιὰ νὰ βοηθήσουν, γελούσαμε ἀναλογιζόμενοι τὴν εἰρωνεία καὶ τὰ παιχνίδια ποὺ παίζονται κατὰ τῶν Ἁγίων Τόπων καὶ τοῦ Σταυροῦ.
Ἐπειδὴ ὅμως ἡ τιμιότητά σου, μὲ τὸ γράμμα ποὺ ἔστειλες, μᾶς παρακινεῖ νὰ μὴν παρενοχλοῦμε τὸν φίλο σου καὶ υἱὸν Ἰωάννη Βρυέννιο, γνωρίζουμε καὶ ἐμεῖς στὴν τιμιότητά σου, ὅτι δὲν ξέρουμε σὲ ποιὸ μέρος τῆς γῆς ἢ τῆς θάλασσας βρίσκεται ἡ ἐπικράτεια αὐτοῦ τοῦ Ἰωάννη. Ἐὰν ὅμως ἐννοεῖς τὴν Κωνσταντινούπολη, καθιστοῦμε γνωστὸ καὶ στὴν ἁγιότητά σου καὶ σὲ ὅλους τούς Χριστιανοὺς ὅτι ποτὲ δὲ θὰ πάψουμε νὰ δίνουμε μάχες καὶ νὰ πολεμοῦμε αὐτοὺς ποὺ τὴν κατέκτησαν καὶ τὴν κατέχουν γιατί ἀλήθεια, πῶς δὲ θὰ διαπράτταμε ἀδικία ἀπέναντι στοὺς νόμους τῆς φύσης, καὶ στοὺς θεσμοὺς τῆς Πατρίδας μας, καὶ στοὺς τάφους τῶν προγόνων μας, καὶ στὰ θεία καὶ ἱερὰ τεμένη, ἂν δὲν πολεμήσουμε γι᾿ αὐτὰ μὲ ὅλη τὴ δύναμή μας;
Ὡστόσο, ἂν εἶναι κανεὶς ποὺ ἀγανακτεῖ γιὰ τούτη τὴ θέση μας, καὶ μᾶς δυσκολεύει, καὶ ἐξοπλίζεται ἐναντίον μας, ἔχουμε τὸν τρόπο νὰ ἀμυνθοῦμε ἐναντίον του: Πρῶτα-πρῶτα μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, καὶ μετά, μὲ τὰ ἅρματα καὶ τὸ ἱππικὸ ποὺ ἔχουμε, καὶ μὲ πλῆθος ἀξιόμαχων πολεμιστῶν, οἱ ὁποῖοι πολλὲς φορὲς πολέμησαν τοὺς σταυροφόρους. Τότε καὶ σύ, ἀπὸ τὴ μεριά σου, σὰν μιμητής, ποὺ εἶσαι, τοῦ Χριστοῦ, καὶ σὰν διάδοχος τοῦ κορυφαίου τῶν Ἀποστόλων Πέτρου, ἔχοντας μάλιστα τὴ γνώση γιὰ τὸ τί εἶναι θεῖο καὶ νόμιμο καὶ γιὰ τὸ τί ἐπιβάλλεται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπινους θεσμούς, τότε λέω, θὰ μᾶς ἐπαινέσεις, ἀφοῦ δίνουμε τὴ μάχη γιὰ τὴν Πατρίδα καὶ γιὰ τὴ σύμφυτη μὲ αὐτὴν ἐλευθερία.
Καὶ αὐτὰ βέβαια θὰ συμβοῦν κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἡ βασιλεία μου θέλει πολὺ καὶ ποθεῖ νὰ διασώσει τὸν σεβασμὸ ποὺ ἁρμόζει πρὸς τὴν ἁγία Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, καὶ νὰ τιμᾶ τὸ θρόνο τοῦ κορυφαίου Ἀποστόλου Πέτρου καί, ἀπέναντι τῆς ἁγιότητάς σου, νὰ ἔχει τὴ σχέση καὶ τὴν τάξη τοῦ υἱοῦ, καὶ νὰ ἀποδίδει σ᾿ αὐτὴ τὴν ἁρμόζουσα τιμὴ καὶ ἀφοσίωση. Αὐτὸ θὰ γίνει ὅμως, μόνο ἐὰν καὶ ἡ δική σου ἁγιότητα δὲν παραβλέψει τὰ δικαιώματα τῆς δικῆς μας βασιλείας, καὶ ἂν δὲν γράφει σὲ μᾶς γράμματα μὲ τέτοια ἐπιπολαιότητα καὶ ἀπαξίωση.
Ὡστόσο νὰ ξέρει ἡ ἁγιότητά σου, ὅτι ὑποδεχτήκαμε χωρὶς λύπη τὸ ἀγροῖκο ὕφος τοῦ γράμματός σου, καὶ φερθήκαμε μὲ ἠπιότητα στοὺς κομιστές του, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ διατηρήσουμε τὴν εἰρήνη μαζί σου.
Ἐρευνώντας τὸν βίο καὶ τὰ κατορθώματα τοῦ Ἁγίου Αὐτοκράτορα Ἰωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη, βρίσκουμε πολλὲς ἐνέργειές του οἱ ὁποῖες εἶναι ἄξιες ἀναφορᾶς καὶ ἀποτελοῦν ἀξιομνημόνευτες ἱστορικὲς παρακαταθῆκες. Συγκεκριμένα θὰ ἤθελα νὰ σταθῶ στὸν ξεκάθαρο χαρακτήρα καὶ τὴ Ρωμαίϊκη λεβεντιά του, τὰ ὁποῖα ἐμφανῶς διακρίνονται ἐξετάζοντας ὅλη τὴν ἱστορική του πορεία ὡς Αὐτοκράτορα. Διευκρινιστικὰ θὰ πρέπει νὰ ἀναφέρω ὅτι ὁ Ἰωάννης Βατάτζης, ὁ ὁποῖος κατάγεται ἀπὸ τὸ Διδυμότειχο, (1) ὑπῆρξε Αὐτοκράτορας τῆς Ρωμανίας (1222–1254) μὲ ἕδρα τὴ Νίκαια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας τὴν ἐποχὴ ὅπου ἡ Βασιλίδα τῶν πόλεων εἶχε πέσει στὰ χέρια τῶν Φράγκων ἀπὸ τὸ 1204. Στὰ 32 χρόνια ποὺ βασίλευσε πολέμησε ἐναντίον Φράγκων καὶ Βουλγάρων καὶ κατάφερε νὰ ὀρθώσει καὶ νὰ ἰσχυροποιήσει τὸ κράτος τῶν Ρωμαίων. Ἐπιστέγασμα αὐτοῦ τοῦ ἀγῶνα ἦταν, 7 χρόνια μετὰ τὸν θάνατό του ὁ στρατός τῆς Νίκαιας νὰ ἐλευθερώσει τὴν Βασιλεύουσα καὶ νὰ ξαναγίνει ἡ Πόλη τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου πρωτεύουσα τῆς Ρωμανίας. Οἱ ἀρετὲς πού προανέφερα γίνονται εὐκόλως ἀντιληπτὲς σὲ ὅποιον μελετήσει τὴν ἐπιστολὴ ἀπάντηση ποὺ ἔστειλε πρὸς τὸν Πάπα Γρηγόριο τὸν Θ΄ (2), ἡ ὑπόψη ἐπιστολὴ σαφέστατα ἀποτελεῖ ἕνα κείμενο ἐθνικῆς ἀξιοπρέπειας.
Μεταφερόμαστε λοιπὸν στὰ μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ 1230, τὴν ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία ὁ ἀνωτέρω ποντίφικας φοβούμενος τὴν ὁρμητικότητα τοῦ Ἰωάννη Βατάτζη καὶ τὴν στρατιωτικὴ ἰσχυροποίηση τοῦ Βασιλείου τῆς Νίκαιας, ἔστελνε ἐπιστολὲς πρὸς τοὺς ἡγεμόνες τῆς Δύσης. Μέσῳ τῶν ἐπιστολῶν, τοὺς ζητοῦσε νὰ παράσχουν βοήθεια πρὸς τοὺς Φράγκους κατακτητὲς τῆς Κωνσταντινούπολης. Ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ὑποτελεῖς του ἡγεμόνες, ὁ Πάπας ἔστειλε ἐπιστολὴ καὶ πρὸς τὸν Ἕλληνα Αὐτοκράτορα, ἡ ὁποία δὲν διεσώθη, μποροῦμε ὅμως νὰ ἐννοήσουμε ἐν μέρει τὸ περιεχόμενό της, ἀπὸ τὴν ἐπιστολὴ ἀπάντηση τοῦ Ἰωάννη Βατάτζη.
Ἡ ἐπιστολὴ ἀπάντηση τοῦ ἐλεήμονα Βασιλιά, πρωτοδημοσιεύθηκε μετὰ τὴν ἵδρυση τοῦ νεοελληνικοῦ κράτους, στὸ περιοδικὸ «Ἀθήναιον» τὸ 1872 ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Σακκελιῶνο (3), ὁ ὁποῖος σχολιάζει ὅτι ¨ὁ Αὐτοκράτορας Ἰωάννης ὁμιλεῖ ὡς Ἀρχαῖος Ἕλληνας μὲ περηφάνια καὶ δριμύτητα κατὰ τῶν καταλαβόντων τὴν Βασιλεύουσα Φράγκων¨. Ὁ Ἀντώνιος Μηλιαράκης (4) στὸ ἔργο του ¨Ἱστορία τοῦ Βασιλείου τῆς Νικαίας καὶ τοῦ Δεσποτάτου τῆς Ἠπείρου¨ παραθέτει τὴν ἐπιστολὴ ἀφοῦ πρῶτα σχολιάζει τὰ ἑξῆς: ¨Εἰς ταῦτα ὁ Βατάτζης ἀπήντησε δι᾿ ὕφους ὑπεροπτικοῦ καὶ δι᾿ εἰρωνείας καταπληκτικῆς, εἰς οὐδὲν λογιζόμενος τὸ ἀξίωμα τοῦ Πάπα, καὶ ὁμιλῶν περὶ ἑαυτοῦ ὡς μονάρχου κραταιοῦ, κεκλημένου εἰς τὴν βασιλείαν ἐκ Θεοῦ καὶ ἐκ βασιλικοῦ γένους παλαιοῦ¨.
Ἀξίζει πιστεύω ὁ ἀναγνώστης νὰ μελετήσει τὴν ἐπιστολὴ καὶ νὰ παραδειγματιστεῖ ἀπὸ τὸ ὕφος, τὴν φιλοπατρία καὶ τὴν Ρωμαίϊκη λεβεντιὰ τοῦ Ἁγίου Διδυμοτειχίτη Αὐτοκράτορα. Ὅπως ἐπίσης θὰ εἶναι ὠφέλιμο στὸν καθένα νὰ μελετήσει καὶ τὸν κατὰ πλάτος βίο του.
Ἡ ἐπιστολὴ τοῦ Ἰωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη σὲ νεοελληνικὴ ἀπόδοση (5):
Ἰωάννης ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ Βασιλεὺς καὶ Αὐτοκράτωρ Ρωμαίων ὁ Δούκας, τῷ ἁγιωτάτῳ Πάπα τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης Γρηγορίῳ. Ἂς ἔχω τὰς σωτηρίους εὐχάς σου.
Αὐτοί, ποὺ ἔστειλε ἡ ἁγιότητά σου καὶ μοῦ ἔφεραν αὐτὴ τὴν ἐπιστολή σου, ἐπέμεναν ὅτι εἶναι γράμμα τῆς ἁγιότητάς σου. Ὅμως ἐγώ, ὁ Βασιλιάς, ἀφοῦ διάβασα ὅσα εἶναι γραμμένα, ἀρνήθηκα νὰ πιστέψω ὅτι εἶναι δικό σου γράμμα, ἀλλὰ θεώρησα ὅτι τὸ ᾿γραψε ἕνας ἄνθρωπος μὲ χαμένα πέρα γιὰ πέρα τὰ μυαλά του, ποὺ ὅμως ὁ ψυχικός του κόσμος εἶναι φουσκωμένος ἀπὸ ἀλαζονεία καὶ αὐθάδεια διότι πῶς θὰ μπορούσαμε νὰ σχηματίσουμε διαφορετικὴ γνώμη γιὰ τὸν γράψαντα, τὴ στιγμὴ ποὺ ἀπευθύνεται στὴ βασιλική μου δύναμη θεωρώντας με σὰν ἕνα ἀνώνυμο καὶ ἄδοξο καὶ ἀσήμαντο ἀνθρωπάκι; Δὲν σοῦ μίλησε κανεὶς γιὰ τὸ μέγεθος τῆς ἐξουσίας καὶ τῆς δυνάμεώς μας;
Δὲ χρειαζόμασταν ἰδιαίτερη σοφία γιὰ νὰ γνωρίσουμε καλὰ ποιὸς εἶναι ὁ δικός σου θρόνος. Ἂν βρισκόταν πάνω σὲ σύννεφα ἢ ἂν κάπου ¨μετέωρος¨, ἴσως ἔπρεπε νὰ ἔχουμε μετεωρολογικὲς γνώσεις γιὰ νὰ τὸν βροῦμε, ἀλλ᾿ ἐπειδὴ στηρίζεται στὴ γῆ καὶ δὲ διαφέρει καθόλου ἀπὸ τοὺς ὑπολοίπους θρόνους, ὅλος ὁ κόσμος τὸν ξέρει.
Μᾶς γράφεις ὅτι ἀπὸ τὸ δικό μας, τὸ Ἑλληνικὸ Γένος, ἄνθησε ἡ σοφία καὶ τὰ ἀγαθά της καὶ διαδόθηκε στοὺς ἄλλους λαούς. Αὐτὸ σωστὰ γράφεις. Πῶς ὅμως ἀγνόησες ἢ καὶ ἂν ὑποτεθεῖ ὅτι δὲν τὸ ἀγνόησες, πῶς ξέχασες νὰ γράψεις ὅτι, μαζὶ μὲ τὴ σοφία, τὸ Γένος μας κληρονόμησε ἀπὸ τὸν Μέγα Κωνσταντῖνο καὶ τὴ βασιλεία; Ποιὸς ἀγνοεῖ ὅτι τὰ κληρονομικὰ δικαιώματα τῆς διαδοχῆς πέρασαν ἀπὸ ἐκεῖνον στὸ δικό μας Γένος καὶ ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε οἱ νόμιμοι κληρονόμοι καὶ διάδοχοι;
Ἔπειτα, σὺ ἀπαιτεῖς νὰ μὴν ἀγνοήσουμε τὸ θρόνο σου καὶ τὰ προνόμιά του. Ἀλλὰ καὶ ἐμεῖς ἔχουμε νὰ ἀνταπαιτήσουμε νὰ δεῖς καθαρὰ καὶ νὰ μάθεις τὰ δικαιώματα ποὺ ἔχουμε ἐμεῖς ἐπὶ τῆς ἐξουσίας καὶ τοῦ κράτους τῆς Κωνσταντινούπολης, τὸ ὁποῖο, ἀπὸ τὸν Μέγα Κωνσταντῖνο, διατηρήθηκε γιὰ μία χιλιετία καὶ ἔφτασε σέ μᾶς. Οἱ γενάρχες της βασιλεῖς μου εἶναι ἀπὸ τὸ γένος τῶν Δουκῶν καὶ τῶν Κομνηνῶν, γιὰ νὰ μὴν ἀναφέρω ἐδῶ καὶ ὅλους τούς ἄλλους Βασιλεῖς ποὺ εἶχαν Ἑλληνικὴ καταγωγὴ καὶ γιὰ πολλὲς ἑκατοντάδες χρόνια κατεῖχαν τὴν βασιλικὴ ἐξουσία τῆς Κωνσταντινούπολης. Αὐτοὺς ὅλους, καὶ ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης καὶ οἱ ἱεράρχες της, τοὺς προσκυνοῦσαν ὡς Αὐτοκράτορες τῶν Ρωμαίων. Πῶς λοιπὸν ἐμεῖς φαινόμαστε στὰ μάτια σου ὅτι δὲν ἐξουσιάζουμε καὶ δὲ βασιλεύουμε σὲ κανένα τόπο, παρὰ χειροτόνησες λὲς κι εἶναι ἐπίσκοπός σου τὸν ἐκ Βρυέννης Ἰωάννη βασιλιὰ στὴν Πόλη; Ποιὸ δίκαιο ἐπρυτάνευσε στὴ συγκεκριμένη αὐτὴ περίσταση; Πῶς κατάφερε ἡ τιμία σου κεφαλὴ καὶ ἐπαινεῖ τὸ ἄδικο τῆς πλεονεξίας καὶ βάζει στὴ μοίρα τοῦ δικαίου τὴ ληστρικὴ καὶ αἱμοχαρή κατάκτηση τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τοὺς Λατίνους;
Ἐμεῖς ἐξαναγκαστήκαμε ἀπὸ τὴν πολεμικὴ βία καὶ φύγαμε ἀπὸ τὸν τόπο μας ὅμως δὲν παραιτούμαστε ἀπὸ τὰ δικαιώματά μας τῆς ἐξουσίας καὶ τοῦ κράτους τῆς Κωνσταντινούπολης. Καὶ νὰ ξέρεις ὅτι αὐτὸς ποὺ βασιλεύει εἶναι ἄρχοντας καὶ κύριος ἔθνους καὶ λαοῦ καὶ πλήθους δὲν εἶναι ἄρχοντας καὶ ἀφεντικὸ σὲ πέτρες καὶ ξύλα, μὲ τὰ ὁποῖα χτίστηκαν τὰ τείχη καὶ οἱ πύργοι.
Τὸ γράμμα σου περιεῖχε καὶ τοῦτο τὸ παράξενο ὅτι ἡ τιμιότητά σου ἔστειλε κήρυκες ποὺ διήγγειλαν τὸ κήρυγμα τοῦ Σταυροῦ σὲ ὅλο τὸν κόσμο, καὶ ὅτι πλήθη πολεμιστῶν ἔσπευσαν γιὰ νὰ διεκδικήσουν τὴν Ἁγία Γῆ. Σὰν μάθαμε αὐτὴ τὴν εἴδηση, χαρήκαμε καὶ γεμίσαμε μὲ ἐλπίδες. Ἐλπίζαμε δηλαδὴ ὅτι αὐτοὶ οἱ διεκδικηταὶ τῶν Ἁγίων Τόπων θὰ ἄρχιζαν τὴ δίκαιη δουλειά τους ἀπὸ τὴ δική μας πατρίδα καὶ ὅτι θὰ τιμωροῦσαν αὐτοὺς ποὺ τὴν αἰχμαλώτισαν, γιατί βεβήλωσαν τὶς ἁγίες Ἐκκλησίες, γιατί βεβήλωσαν τὰ ἱερὰ σκεύη καὶ διέπραξαν κάθε εἶδος ἀνοσιουργίες κατὰ τῶν Χριστιανῶν. Ἐπειδὴ ὅμως τὸ γράμμα σου ὀνόμαζε τὸν Ἰωάννη Βρυέννιο ποὺ ἀπεβίωσε ἐδῶ καὶ πολὺν καιρὸ βασιλιὰ τῆς Κωνσταντινούπολης, καὶ φίλο καὶ τέκνο τῆς τιμιότητάς σου, καὶ ἐπειδὴ οἱ νέοι σταυροφόροι σου στέλνονται γιὰ νὰ βοηθήσουν, γελούσαμε ἀναλογιζόμενοι τὴν εἰρωνεία καὶ τὰ παιχνίδια ποὺ παίζονται κατὰ τῶν Ἁγίων Τόπων καὶ τοῦ Σταυροῦ.
Ἐπειδὴ ὅμως ἡ τιμιότητά σου, μὲ τὸ γράμμα ποὺ ἔστειλες, μᾶς παρακινεῖ νὰ μὴν παρενοχλοῦμε τὸν φίλο σου καὶ υἱὸν Ἰωάννη Βρυέννιο, γνωρίζουμε καὶ ἐμεῖς στὴν τιμιότητά σου, ὅτι δὲν ξέρουμε σὲ ποιὸ μέρος τῆς γῆς ἢ τῆς θάλασσας βρίσκεται ἡ ἐπικράτεια αὐτοῦ τοῦ Ἰωάννη. Ἐὰν ὅμως ἐννοεῖς τὴν Κωνσταντινούπολη, καθιστοῦμε γνωστὸ καὶ στὴν ἁγιότητά σου καὶ σὲ ὅλους τούς Χριστιανοὺς ὅτι ποτὲ δὲ θὰ πάψουμε νὰ δίνουμε μάχες καὶ νὰ πολεμοῦμε αὐτοὺς ποὺ τὴν κατέκτησαν καὶ τὴν κατέχουν γιατί ἀλήθεια, πῶς δὲ θὰ διαπράτταμε ἀδικία ἀπέναντι στοὺς νόμους τῆς φύσης, καὶ στοὺς θεσμοὺς τῆς Πατρίδας μας, καὶ στοὺς τάφους τῶν προγόνων μας, καὶ στὰ θεία καὶ ἱερὰ τεμένη, ἂν δὲν πολεμήσουμε γι᾿ αὐτὰ μὲ ὅλη τὴ δύναμή μας;
Ὡστόσο, ἂν εἶναι κανεὶς ποὺ ἀγανακτεῖ γιὰ τούτη τὴ θέση μας, καὶ μᾶς δυσκολεύει, καὶ ἐξοπλίζεται ἐναντίον μας, ἔχουμε τὸν τρόπο νὰ ἀμυνθοῦμε ἐναντίον του: Πρῶτα-πρῶτα μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, καὶ μετά, μὲ τὰ ἅρματα καὶ τὸ ἱππικὸ ποὺ ἔχουμε, καὶ μὲ πλῆθος ἀξιόμαχων πολεμιστῶν, οἱ ὁποῖοι πολλὲς φορὲς πολέμησαν τοὺς σταυροφόρους. Τότε καὶ σύ, ἀπὸ τὴ μεριά σου, σὰν μιμητής, ποὺ εἶσαι, τοῦ Χριστοῦ, καὶ σὰν διάδοχος τοῦ κορυφαίου τῶν Ἀποστόλων Πέτρου, ἔχοντας μάλιστα τὴ γνώση γιὰ τὸ τί εἶναι θεῖο καὶ νόμιμο καὶ γιὰ τὸ τί ἐπιβάλλεται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπινους θεσμούς, τότε λέω, θὰ μᾶς ἐπαινέσεις, ἀφοῦ δίνουμε τὴ μάχη γιὰ τὴν Πατρίδα καὶ γιὰ τὴ σύμφυτη μὲ αὐτὴν ἐλευθερία.
Καὶ αὐτὰ βέβαια θὰ συμβοῦν κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἡ βασιλεία μου θέλει πολὺ καὶ ποθεῖ νὰ διασώσει τὸν σεβασμὸ ποὺ ἁρμόζει πρὸς τὴν ἁγία Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, καὶ νὰ τιμᾶ τὸ θρόνο τοῦ κορυφαίου Ἀποστόλου Πέτρου καί, ἀπέναντι τῆς ἁγιότητάς σου, νὰ ἔχει τὴ σχέση καὶ τὴν τάξη τοῦ υἱοῦ, καὶ νὰ ἀποδίδει σ᾿ αὐτὴ τὴν ἁρμόζουσα τιμὴ καὶ ἀφοσίωση. Αὐτὸ θὰ γίνει ὅμως, μόνο ἐὰν καὶ ἡ δική σου ἁγιότητα δὲν παραβλέψει τὰ δικαιώματα τῆς δικῆς μας βασιλείας, καὶ ἂν δὲν γράφει σὲ μᾶς γράμματα μὲ τέτοια ἐπιπολαιότητα καὶ ἀπαξίωση.
Ὡστόσο νὰ ξέρει ἡ ἁγιότητά σου, ὅτι ὑποδεχτήκαμε χωρὶς λύπη τὸ ἀγροῖκο ὕφος τοῦ γράμματός σου, καὶ φερθήκαμε μὲ ἠπιότητα στοὺς κομιστές του, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ διατηρήσουμε τὴν εἰρήνη μαζί σου.