Μία χώρα γίνεται μεγάλη μόνο όταν ο αρχηγός της ενδιαφέρεται για το λαό του

1
Το παρακάτω κείμενο δείχνει ιστορικά τι πετυχαίνει ένας αρχηγός κράτους αν εμπνεύσει το λαό του, ενδιαφερθεί γι' αυτόν και ασκήσει εξουσία με δικαιοσύνη.
Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης, ὁ Αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου, ο οποίος ανακηρύχθηκε μετά τον θάνατο του Άγιος από το λαό (αρχικά).
Εικόνα
Η ιστορία της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ή Βυζαντινής έχει αναδείξει σπουδαίες προσωπικότητες, οι οποίες με το ισχυρό φρόνημα, το αγωνιστικό πνεύμα και τις Ορθόδοξες αξίες τους, έχουν στιγματίσει την πορεία της Αυτοκρατορίας. Ένας από αυτούς είναι ο Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης, Αυτοκράτορας, κυβερνήτης, διπλωμάτης, στρατιωτικός και Άγιος.
Ο Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης γεννήθηκε στο Διδυμότειχο το 1193. Υπήρξε Αυτοκράτορας από το 1222 ως το 1254, μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 από τους Σταυροφόρους. Γεννήθηκε στη θρακική γη, που έχει αναθρέψει αυτοκράτορες, άρχοντες, ευγενείς, ηγεμόνες, πατριάρχες και λαό της Αυτοκρατορίας. Έζησε την εποχή, όπου η φράγκικη κατοχή και οι συγκρούσεις των Ελλήνων με τους γύρω λαούς, αφύπνισαν την εθνική τους συνείδηση διαμορφώνοντας το νέο ελληνισμό.Ο Ιωάννης Βατάτζης υπήρξε κατά κοινή ομολογία όλων των ιστορικών ένας από τους μεγαλύτερους αυτοκράτορες του Βυζαντίου. Στην περίπτωσή του επαληθεύεται η ρήση του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, του τελευταίου Αυτοκράτορα, ο οποίος απευθυνόμενος προς τον αδερφό του, Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγο, είπε τα εξής: «Από την ιστορία μας έχουμε το δίδαγμα πως όσο κυβερνούσαν βασιλιάδες στρατιώτες, το Βυζάντιο δοξαζόταν, ενώ μόλις έπαιρναν την αρχή οι ευνούχοι, το κράτος διαλυόταν». Ο Ιωάννης Βατάτζης ανήκει στην πρώτη κατηγορία, μόνο που δεν τον διέκρινε η ιμπεριαλιστική νοοτροπία και η επιθυμία για αποκόμιση πλούτου και δόξας. Αντίθετα πρώτιστο μέλημα του Ιωάννου ήταν ο λαός του. Για αυτό έμεινε στην ιστορία γνωστός ως πατέρας των Ρωμαίων.
Δε θυμίζει συνηθισμένο αρχηγό του κράτους, ακόμα και για τα γνωστά Βυζαντινά πρότυπα. Πολεμά, εργάζεται και πονά μαζί με το λαό. Ως προς τις στρατιωτικές του ενέργειες, συνετέλεσε τα μέγιστα στην ανόρθωση της Αυτοκρατορίας και τη μετά το θάνατό του ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Επικοινώνησε διπλωματικά ακόμα και με τους Δυτικούς, προκειμένου να πετύχει το στόχο του, ήτοι την ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης. Με τη δυναμική του προσωπικότητα και τη διπλωματική του ικανότητα δημιούργησε το υπόβαθρο για την ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης και καθυπέταξε κάθε προσπάθεια αντίστασης και εν δυνάμει αμφισβήτησης της κυριαρχίας του. Στήριξε τους Ακρίτες, το λαό, τους φτωχούς, τη μόρφωση, την εγχώρια παραγωγή, αναδιένειμε το δημόσιο πλούτο και δημιούργησε κοινωνικές δομές, σε ποσότητα και ποιότητα που εκπλήσσουν ακόμη και σήμερα.
Η εσωτερική του πολιτική αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση. Κατόρθωσε να ανεβάσει το βιοτικό επίπεδο του απλού λαού, με την εξυγίανση της δημόσια διοίκησης και την πάταξη της αδικίας και της ασυδοσίας των αρχόντων. Επέφερε ευημερία στο λαό και άνθηση της οικονομίας σε όλους τους τομείς. Με σειρά μέτρων ενίσχυσε τις χαμηλές οικονομικά και κοινωνικά τάξεις. Μείωσε τη φορολογία και με τη θεσμοθέτηση του εμπορίου, της βιοτεχνίας, της κτηνοτροφίας και της γεωργίας ευνόησε την ανάπτυξη και την κερδοφορία. Απαγόρευσε την εισαγωγή ειδών πολυτελείας, με αποτέλεσμα να ενισχυθεί η εντόπια παραγωγή. Φρόντισε την παιδεία ανεγείροντας σχολεία και βιβλιοθήκες, ίδρυσε νοσοκομεία και φιλανθρωπικά ιδρύματα, οικοδόμησε μεγαλόπρεπους ναούς και ενίσχυσε οικονομικά πολλά μοναστήρια. Ο ίδιος κατείχε τόση περιουσία όση του χρειαζόταν για να συντηρείται.
Όσον αφορά την άμυνα του κράτους του, την ενίσχυσε με οχυρωματικά έργα, ασφαλίζοντας τα σύνορά του και δίνοντας εργασία σε πολλούς ανθρώπους. Στα σύνορα τοποθέτησε ακρίτες, έδωσε γη να καλλιεργούν για να ζουν τις οικογένειές τους, εξασφαλίζοντας έτσι ισχυρή φύλαξη των συνόρων του.
Όσον αφορά τις στρατιωτικές επιχειρήσεις ενεργούσε πάντα με σύνεση και καρτερικότητα. Δεν εμπλεκόταν σε πόλεμο, αν δεν υπήρχε άμεση ανάγκη και προσπαθούσε πάντα να εκμεταλλεύεται τα λάθη των αντιπάλων του, ενώ χρησιμοποιούσε νέες στρατηγικές και μεθόδους αντιμετώπισης των εχθρών, τις οποίες και εφάρμοσε εναντίον των Φράγκων, των Βουλγάρων, των Τούρκων και των Μογγόλων . Το γεγονός ότι δεν μπόρεσε να ελευθερώσει τη βασιλεύουσα οφείλεται στις εμφύλιες προστριβές, αλλά και στη συνεχή στήριξη του Φράγκου βασιλιά της Κωνσταντινούπολης από τους Βενετούς και τον Πάπα.
Στο διπλωματικό τομέα διέπρεψε, καθώς ήξερε να εκμεταλλεύεται τις αδυναμίες των αντιπάλων του. Πολλές φορές με πρόσχημα την ένωση των Εκκλησιών κατόρθωνε να αποτρέψει τη βοήθεια του Πάπα προς τους Λατίνους της Πόλης. Με τους Βουλγάρους και τους Τούρκους που συνόρευε προσπαθούσε να έχει καλές σχέσεις, χωρίς να χάνει την ευκαιρία να εκμεταλλευτεί τις εξωτερικές και εσωτερικές τους αναταράξεις.
Ο βίος του μεγάλου Έλληνα Αυτοκράτορα και Αγίου της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη αποτελεί σύμβολο του Ελληνισμού. Τα επιτεύγματά του καθ’ όλη τη διάρκεια της βασιλείας του ήταν πολύ μεγάλα. Ο Ιωάννης ουσιαστικά παρέλαβε μια επαρχία και κατόρθωσε να τη μετατρέψει σε Αυτοκρατορία. Στην πραγματικότητα έθεσε τα θεμέλια για τη δημιουργία ενός άλλου είδους κράτους, το οποίο είχε καθαρά Ελληνική ταυτότητα, με δημοκρατικό χαρακτήρα. Πρωταρχικός στόχος του ήταν η ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης και η ανασύσταση της Αυτοκρατορίας. Η ανακατάληψη δεν επιτεύχθηκε, όμως κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα ισχυρό κράτος. Αν δεν τον ταλάνιζαν προβλήματα υγείας, θα ζούσε περισσότερο και αναμφισβήτητα θα έμπαινε θριαμβευτής τη βασιλεύουσα. Εξάλλου η ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης το 1261 από το Μιχαήλ Παλαιολόγο χρεώνεται από όλους τους ιστορικούς στον Ιωάννη Βατάτζη.
Ο Ιωάννης Βατάτζης δικαιολογούσε απόλυτα την ετυμολογία του ονόματός του, ήταν δηλαδή «χάρισμα Θεού», το χάρισμα του Πανάγαθου Θεού προς τον Ελληνισμό. Αν οι μετέπειτα βυζαντινοί Αυτοκράτορες ακολουθούσαν την ίδια εσωτερική και εξωτερική πολιτική με αυτή του Ιωάννη Βατάτζη, τότε σίγουρα το 1453 δεν θα ήταν η καταληκτική ημερομηνία για την ιστορία του Βυζαντίου.
Αξιοπρόσεκτη είναι η επιστολή που έστειλε ο Βατάτζης στον Πάπα Γρηγόριο Θ΄, στην οποία μπορούμε να δούμε το Ελληνικό φρόνημα που τον διακατείχε, καθώς ο ηγέτης της Νίκαιας ανατρέχοντας στο ιστορικό του παρελθόν με υπερηφάνεια δηλώνει την εθνική του ταυτότητα. Αποτελεί το εξαιρετικό παράδειγμα Ελληνορθόδοξου ηγέτη, συμβάλλοντας σε μεγάλο βαθμό στην αφύπνιση και τη δημιουργία του νέου Ελληνισμού.
Κοιμήθηκε στο Νυμφαίο της Μικράς Ασίας το 1254. Η μεγαλύτερη ιστορική του επιβράβευση επήλθε μετά το θάνατό του, όταν ανακηρύχθηκε από το λαό Άγιος της Εκκλησίας. Η επίσημη Εκκλησία άργησε να τον αναγνωρίσει, καθώς σύμφωνα με το εκκλησιαστικό τυπικό για να αναγνωριστεί κάποιος άγιος, πρέπει να περάσουν τουλάχιστον 50 με 60 χρόνια. Ωστόσο η αγιοποίησή του από το λαό ήταν άμεση, καθώς αναγνωρίστηκαν τα θαύματά του και κτίστηκε προς τιμήν του Ιερός Ναός στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας και εκκλησάκι στο Νυμφαίο, τα οποία μαρτυρούν την αγάπη του λαού προς εκείνον. Ο Ελληνισμός τον τίμησε για τη φιλανθρωπική του δράση και την αγιοσύνη του. Αυτός είναι ο Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης. Ο ελεήμων Αυτοκράτωρ, ο Άγιος.

Re: Μία χώρα γίνεται μεγάλη μόνο όταν ο αρχηγός της ενδιαφέρεται για το λαό του

2
Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ

Ἐρευνώντας τὸν βίο καὶ τὰ κατορθώματα τοῦ Ἁγίου Αὐτοκράτορα Ἰωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη, βρίσκουμε πολλὲς ἐνέργειές του οἱ ὁποῖες εἶναι ἄξιες ἀναφορᾶς καὶ ἀ­πο­τε­λοῦν ἀ­ξι­ο­μνη­μό­νευ­τες ἱ­στο­ρι­κὲς πα­ρα­κα­τα­θῆ­κες. Συγ­κε­κρι­μέ­να θὰ ἤ­θε­λα νὰ στα­θῶ στὸν ξεκάθαρο χα­ρα­κτή­ρα καὶ τὴ Ρω­μαί­ϊκη λε­βεν­τιά του, τὰ ὁ­ποῖα ἐμ­φα­νῶς δι­α­κρί­νον­ται ἐ­ξε­τά­ζον­τας ὅ­λη τὴν ἱ­στο­ρι­κή του πο­ρεί­α ὡς Αὐ­το­κρά­το­ρα. Δι­ευ­κρι­νι­στι­κὰ θὰ πρέ­πει νὰ ἀ­να­φέ­ρω ὅ­τι ὁ Ἰ­ω­άν­νης Βα­τά­τζης, ὁ ὁ­ποῖ­ος κα­τά­γε­ται ἀ­πὸ τὸ Δι­δυ­μό­τει­χο, (1) ὑ­πῆρ­ξε Αὐ­το­κρά­το­ρας τῆς Ρω­μα­νί­ας (1222–1254) μὲ ἕ­δρα τὴ Νί­και­α τῆς Μι­κρᾶς Ἀ­σί­ας τὴν ἐ­πο­χὴ ὅ­που ἡ Βα­σι­λί­δα τῶν πό­λε­ων εἶ­χε πέ­σει στὰ χέ­ρια τῶν Φράγ­κων ἀ­πὸ τὸ 1204. Στὰ 32 χρό­νια ποὺ βα­σί­λευ­σε πο­λέ­μη­σε ἐ­ναν­τί­ον Φράγ­κων καὶ Βουλ­γά­ρων καὶ κα­τά­φε­ρε νὰ ὀρ­θώ­σει καὶ νὰ ἰ­σχυ­ρο­ποι­ή­σει τὸ κρά­τος τῶν Ρω­μαί­ων. Ἐ­πι­στέ­γα­σμα αὐ­τοῦ τοῦ ἀ­γῶνα ἦ­ταν, 7 χρό­νια με­τὰ τὸν θά­να­τό του ὁ στρα­τός τῆς Νί­και­ας νὰ ἐ­λευ­θε­ρώ­σει τὴν Βα­σι­λεύ­ου­σα καὶ νὰ ξα­να­γί­νει ἡ Πό­λη τοῦ Με­γά­λου Κων­σταν­τί­νου πρω­τεύ­ου­σα τῆς Ρω­μα­νί­ας. Οἱ ἀ­ρε­τὲς πού προ­α­νέ­φε­ρα γί­νον­ται εὐ­κό­λως ἀν­τι­λη­πτὲς σὲ ὅ­ποι­ον με­λε­τή­σει τὴν ἐ­πι­στο­λὴ ἀ­πάν­τη­ση ποὺ ἔ­στει­λε πρὸς τὸν Πά­πα Γρη­γό­ριο τὸν Θ΄ (2), ἡ ὑ­πό­ψη ἐ­πι­στο­λὴ σα­φέ­στα­τα ἀ­πο­τε­λεῖ ἕ­να κεί­με­νο ἐ­θνι­κῆς ἀ­ξι­ο­πρέ­πειας.

Μεταφερόμαστε λοιπὸν στὰ μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ 1230, τὴν ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία ὁ ἀνωτέρω ποντίφικας φοβούμενος τὴν ὁρμητικότητα τοῦ Ἰωάννη Βατάτζη καὶ τὴν στρατιωτικὴ ἰσχυροποίηση τοῦ Βασιλείου τῆς Νίκαιας, ἔστελνε ἐπιστολὲς πρὸς τοὺς ἡ­γε­μό­νες τῆς Δύ­σης. Μέ­σῳ τῶν ἐ­πι­στο­λῶν, τοὺς ζη­τοῦ­σε νὰ πα­ρά­σχουν βο­ή­θεια πρὸς τοὺς Φράγ­κους κα­τα­κτη­τὲς τῆς Κων­σταν­τι­νού­πο­λης. Ἐ­κτὸς ἀ­πὸ τοὺς ὑ­πο­τε­λεῖς του ἡ­γε­μό­νες, ὁ Πά­πας ἔ­στει­λε ἐ­πι­στο­λὴ καὶ πρὸς τὸν Ἕλ­λη­να Αὐ­το­κρά­το­ρα, ἡ ὁ­ποί­α δὲν δι­ε­σώ­θη, μπο­ροῦ­με ὅ­μως νὰ ἐν­νο­ή­σου­με ἐν μέ­ρει τὸ πε­ρι­ε­χό­με­νό της, ἀ­πὸ τὴν ἐ­πι­στο­λὴ ἀ­πάν­τη­ση τοῦ Ἰ­ω­άν­νη Βα­τά­τζη.
Ἡ ἐ­πι­στο­λὴ ἀ­πάν­τη­ση τοῦ ἐ­λε­ή­μο­να Βα­σι­λιά, πρω­το­δη­μο­σι­εύ­θη­κε με­τὰ τὴν ἵ­δρυ­ση τοῦ νε­ο­ελ­λη­νι­κοῦ κρά­τους, στὸ πε­ρι­ο­δι­κὸ «Ἀ­θή­ναι­ον» τὸ 1872 ἀ­πὸ τὸν Ἰ­ω­άν­νη Σακ­κε­λι­ῶ­νο (3), ὁ ὁ­ποῖ­ος σχο­λιά­ζει ὅ­τι ¨ὁ Αὐ­το­κρά­το­ρας Ἰ­ω­άν­νης ὁ­μι­λεῖ ὡς Ἀρ­χαῖ­ος Ἕλ­λη­νας μὲ πε­ρη­φά­νια καὶ δρι­μύ­τη­τα κα­τὰ τῶν κα­τα­λα­βόν­των τὴν Βα­σι­λεύ­ου­σα Φράγ­κων¨. Ὁ Ἀν­τώ­νιος Μη­λι­α­ρά­κης (4) στὸ ἔρ­γο του ¨Ἱ­στο­ρί­α τοῦ Βα­σι­λεί­ου τῆς Νι­καί­ας καὶ τοῦ Δε­σπο­τά­του τῆς Ἠ­πεί­ρου¨ πα­ρα­θέ­τει τὴν ἐ­πι­στο­λὴ ἀ­φοῦ πρῶ­τα σχο­λιά­ζει τὰ ἑ­ξῆς: ¨Εἰς ταῦ­τα ὁ Βα­τά­τζης ἀ­πήν­τη­σε δι᾿ ὕ­φους ὑ­πε­ρο­πτι­κοῦ καὶ δι᾿ εἰ­ρω­νεί­ας κα­τα­πλη­κτι­κῆς, εἰς οὐ­δὲν λο­γι­ζό­με­νος τὸ ἀ­ξί­ω­μα τοῦ Πά­πα, καὶ ὁ­μι­λῶν πε­ρὶ ἑ­αυ­τοῦ ὡς μο­νάρ­χου κρα­ται­οῦ, κε­κλη­μέ­νου εἰς τὴν βα­σι­λεί­αν ἐκ Θε­οῦ καὶ ἐκ βα­σι­λι­κοῦ γέ­νους πα­λαιοῦ¨.
Ἀ­ξί­ζει πι­στεύ­ω ὁ ἀ­να­γνώ­στης νὰ με­λε­τή­σει τὴν ἐ­πι­στο­λὴ καὶ νὰ πα­ρα­δειγ­μα­τι­στεῖ ἀ­πὸ τὸ ὕ­φος, τὴν φι­λο­πα­τρί­α καὶ τὴν Ρω­μαί­ϊκη λε­βεν­τιὰ τοῦ Ἁ­γί­ου Δι­δυ­μο­τει­χί­τη Αὐ­το­κρά­το­ρα. Ὅ­πως ἐ­πί­σης θὰ εἶ­ναι ὠ­φέ­λι­μο στὸν κα­θέ­να νὰ με­λε­τή­σει καὶ τὸν κα­τὰ πλά­τος βί­ο του.

Ἡ ἐ­πι­στο­λὴ τοῦ Ἰ­ω­άν­νη Γ΄ Δού­κα Βα­τά­τζη σὲ νε­ο­ελ­λη­νι­κὴ ἀ­πό­δο­ση (5):

Ἰ­ω­άν­νης ἐν Χρι­στῷ τῷ Θε­ῷ Βα­σι­λεὺς καὶ Αὐ­το­κρά­τωρ Ρω­μαί­ων ὁ Δού­κας, τῷ ἁ­γι­ω­τά­τῳ Πά­πα τῆς πρε­σβυ­τέ­ρας Ρώ­μης Γρη­γο­ρί­ῳ. Ἂς ἔ­χω τὰς σω­τη­ρί­ους εὐ­χάς σου.
Αὐ­τοί, ποὺ ἔ­στει­λε ἡ ἁ­γι­ό­τη­τά σου καὶ μοῦ ἔ­φε­ραν αὐ­τὴ τὴν ἐ­πι­στο­λή σου, ἐ­πέ­με­ναν ὅ­τι εἶ­ναι γράμ­μα τῆς ἁ­γι­ό­τη­τάς σου. Ὅ­μως ἐ­γώ, ὁ Βα­σι­λιάς, ἀ­φοῦ δι­ά­βα­σα ὅ­σα εἶ­ναι γραμ­μέ­να, ἀρ­νή­θη­κα νὰ πι­στέ­ψω ὅ­τι εἶ­ναι δι­κό σου γράμ­μα, ἀλ­λὰ θε­ώ­ρη­σα ὅ­τι τὸ ᾿γραψε ἕ­νας ἄν­θρω­πος μὲ χα­μέ­να πέ­ρα γιὰ πέ­ρα τὰ μυα­λά του, ποὺ ὅ­μως ὁ ψυ­χι­κός του κό­σμος εἶ­ναι φου­σκω­μέ­νος ἀ­πὸ ἀ­λα­ζο­νεί­α καὶ αὐ­θά­δεια δι­ό­τι πῶς θὰ μπο­ρού­σα­με νὰ σχη­μα­τί­σου­με δι­α­φο­ρε­τι­κὴ γνώ­μη γιὰ τὸν γρά­ψαν­τα, τὴ στιγ­μὴ ποὺ ἀ­πευ­θύ­νε­ται στὴ βα­σι­λι­κή μου δύ­να­μη θε­ω­ρών­τας με σὰν ἕ­να ἀ­νώ­νυ­μο καὶ ἄ­δο­ξο καὶ ἀ­σή­μαν­το ἀν­θρω­πά­κι; Δὲν σοῦ μί­λη­σε κα­νεὶς γιὰ τὸ μέ­γε­θος τῆς ἐ­ξου­σί­ας καὶ τῆς δυ­νά­με­ώς μας;
Δὲ χρει­α­ζό­μα­σταν ἰ­δι­αί­τε­ρη σο­φί­α γιὰ νὰ γνω­ρί­σου­με κα­λὰ ποι­ὸς εἶ­ναι ὁ δι­κός σου θρό­νος. Ἂν βρι­σκό­ταν πά­νω σὲ σύν­νε­φα ἢ ἂν κά­που ¨με­τέ­ω­ρος¨, ἴ­σως ἔ­πρε­πε νὰ ἔ­χου­με με­τε­ω­ρο­λο­γι­κὲς γνώ­σεις γιὰ νὰ τὸν βροῦ­με, ἀλλ᾿ ἐ­πει­δὴ στη­ρί­ζε­ται στὴ γῆ καὶ δὲ δι­α­φέ­ρει κα­θό­λου ἀ­πὸ τοὺς ὑ­πο­λοί­πους θρό­νους, ὅ­λος ὁ κό­σμος τὸν ξέ­ρει.
Μᾶς γρά­φεις ὅ­τι ἀ­πὸ τὸ δι­κό μας, τὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ Γέ­νος, ἄν­θη­σε ἡ σο­φί­α καὶ τὰ ἀ­γα­θά της καὶ δι­α­δό­θη­κε στοὺς ἄλ­λους λα­ούς. Αὐ­τὸ σω­στὰ γρά­φεις. Πῶς ὅ­μως ἀ­γνό­η­σες ἢ καὶ ἂν ὑ­πο­τε­θεῖ ὅ­τι δὲν τὸ ἀ­γνό­η­σες, πῶς ξέ­χα­σες νὰ γρά­ψεις ὅ­τι, μα­ζὶ μὲ τὴ σο­φί­α, τὸ Γέ­νος μας κλη­ρο­νό­μη­σε ἀ­πὸ τὸν Μέ­γα Κων­σταν­τῖ­νο καὶ τὴ βα­σι­λεί­α; Ποι­ὸς ἀ­γνο­εῖ ὅ­τι τὰ κλη­ρο­νο­μι­κὰ δι­και­ώ­μα­τα τῆς δι­α­δο­χῆς πέ­ρα­σαν ἀ­πὸ ἐ­κεῖ­νον στὸ δι­κό μας Γέ­νος καὶ ὅ­τι ἐ­μεῖς εἴ­μα­στε οἱ νό­μι­μοι κλη­ρο­νό­μοι καὶ δι­ά­δο­χοι;
Ἔ­πει­τα, σὺ ἀ­παι­τεῖς νὰ μὴν ἀ­γνο­ή­σου­με τὸ θρό­νο σου καὶ τὰ προ­νό­μιά του. Ἀλ­λὰ καὶ ἐ­μεῖς ἔ­χου­με νὰ ἀν­τα­παι­τή­σου­με νὰ δεῖς κα­θα­ρὰ καὶ νὰ μά­θεις τὰ δι­και­ώ­μα­τα ποὺ ἔ­χου­με ἐ­μεῖς ἐ­πὶ τῆς ἐ­ξου­σί­ας καὶ τοῦ κρά­τους τῆς Κων­σταν­τι­νού­πο­λης, τὸ ὁ­ποῖ­ο, ἀ­πὸ τὸν Μέ­γα Κων­σταν­τῖ­νο, δι­α­τη­ρή­θη­κε γιὰ μί­α χι­λι­ε­τί­α καὶ ἔ­φτα­σε σέ μᾶς. Οἱ γε­νάρ­χες της βα­σι­λεῖς μου εἶ­ναι ἀ­πὸ τὸ γέ­νος τῶν Δου­κῶν καὶ τῶν Κο­μνη­νῶν, γιὰ νὰ μὴν ἀ­να­φέ­ρω ἐ­δῶ καὶ ὅ­λους τούς ἄλ­λους Βα­σι­λεῖς ποὺ εἶ­χαν Ἑλ­λη­νι­κὴ κα­τα­γω­γὴ καὶ γιὰ πολ­λὲς ἑ­κα­τον­τά­δες χρό­νια κα­τεῖ­χαν τὴν βα­σι­λι­κὴ ἐ­ξου­σί­α τῆς Κων­σταν­τι­νού­πο­λης. Αὐ­τοὺς ὅ­λους, καὶ ἡ Ἐκ­κλη­σί­α τῆς Ρώ­μης καὶ οἱ ἱ­ε­ράρ­χες της, τοὺς προ­σκυ­νοῦ­σαν ὡς Αὐ­το­κρά­το­ρες τῶν Ρω­μαί­ων. Πῶς λοι­πὸν ἐ­μεῖς φαι­νό­μα­στε στὰ μά­τια σου ὅ­τι δὲν ἐ­ξου­σι­ά­ζου­με καὶ δὲ βα­σι­λεύ­ου­με σὲ κα­νέ­να τό­πο, πα­ρὰ χει­ρο­τό­νη­σες λὲς κι εἶ­ναι ἐ­πί­σκο­πός σου τὸν ἐκ Βρυ­έν­νης Ἰ­ω­άν­νη βα­σι­λιὰ στὴν Πό­λη; Ποι­ὸ δί­και­ο ἐ­πρυ­τά­νευ­σε στὴ συγ­κε­κριμένη αὐ­τὴ πε­ρί­στα­ση; Πῶς κα­τά­φε­ρε ἡ τι­μί­α σου κε­φα­λὴ καὶ ἐ­παι­νεῖ τὸ ἄ­δι­κο τῆς πλε­ο­νε­ξί­ας καὶ βά­ζει στὴ μοί­ρα τοῦ δι­καί­ου τὴ λη­στρι­κὴ καὶ αἱ­μο­χα­ρή κα­τά­κτη­ση τῆς Κων­σταν­τι­νού­πο­λης ἀ­πὸ τοὺς Λα­τί­νους;
Ἐ­μεῖς ἐ­ξα­ναγ­κα­στή­κα­με ἀ­πὸ τὴν πο­λε­μι­κὴ βί­α καὶ φύ­γα­με ἀ­πὸ τὸν τό­πο μας ὅ­μως δὲν πα­ραι­τού­μα­στε ἀ­πὸ τὰ δι­και­ώ­μα­τά μας τῆς ἐ­ξου­σί­ας καὶ τοῦ κρά­τους τῆς Κων­σταν­τι­νού­πο­λης. Καὶ νὰ ξέ­ρεις ὅ­τι αὐ­τὸς ποὺ βα­σι­λεύ­ει εἶ­ναι ἄρ­χον­τας καὶ κύ­ριος ἔ­θνους καὶ λα­οῦ καὶ πλή­θους δὲν εἶ­ναι ἄρ­χον­τας καὶ ἀ­φεν­τι­κὸ σὲ πέ­τρες καὶ ξύ­λα, μὲ τὰ ὁ­ποῖ­α χτί­στη­καν τὰ τεί­χη καὶ οἱ πύρ­γοι.
Τὸ γράμ­μα σου πε­ρι­εῖ­χε καὶ τοῦ­το τὸ πα­ρά­ξε­νο ὅ­τι ἡ τι­μι­ό­τη­τά σου ἔ­στει­λε κή­ρυ­κες ποὺ δι­ήγ­γει­λαν τὸ κή­ρυγ­μα τοῦ Σταυ­ροῦ σὲ ὅ­λο τὸν κό­σμο, καὶ ὅ­τι πλή­θη πο­λε­μι­στῶν ἔ­σπευ­σαν γιὰ νὰ δι­εκ­δι­κή­σουν τὴν Ἁ­γί­α Γῆ. Σὰν μά­θα­με αὐ­τὴ τὴν εἴ­δη­ση, χα­ρή­κα­με καὶ γε­μί­σα­με μὲ ἐλ­πί­δες. Ἐλ­πί­ζα­με δη­λα­δὴ ὅ­τι αὐ­τοὶ οἱ δι­εκ­δι­κη­ταὶ τῶν Ἁ­γί­ων Τό­πων θὰ ἄρ­χι­ζαν τὴ δί­και­η δου­λειά τους ἀ­πὸ τὴ δι­κή μας πα­τρί­δα καὶ ὅ­τι θὰ τι­μω­ροῦ­σαν αὐ­τοὺς ποὺ τὴν αἰχ­μα­λώ­τι­σαν, για­τί βε­βή­λω­σαν τὶς ἁ­γί­ες Ἐκ­κλη­σί­ες, για­τί βε­βή­λω­σαν τὰ ἱ­ε­ρὰ σκεύ­η καὶ δι­έ­πρα­ξαν κά­θε εἶ­δος ἀ­νο­σι­ουρ­γί­ες κα­τὰ τῶν Χρι­στια­νῶν. Ἐ­πει­δὴ ὅ­μως τὸ γράμ­μα σου ὀ­νό­μα­ζε τὸν Ἰ­ω­άν­νη Βρυ­έν­νιο ποὺ ἀ­πε­βί­ω­σε ἐ­δῶ καὶ πο­λὺν και­ρὸ βα­σι­λιὰ τῆς Κων­σταν­τι­νού­πο­λης, καὶ φί­λο καὶ τέ­κνο τῆς τι­μι­ό­τη­τάς σου, καὶ ἐ­πει­δὴ οἱ νέ­οι σταυ­ρο­φό­ροι σου στέλ­νον­ται γιὰ νὰ βο­η­θή­σουν, γε­λού­σα­με ἀ­να­λο­γι­ζό­με­νοι τὴν εἰ­ρω­νεί­α καὶ τὰ παι­χνί­δια ποὺ παί­ζον­ται κα­τὰ τῶν Ἁ­γί­ων Τό­πων καὶ τοῦ Σταυ­ροῦ.
Ἐ­πει­δὴ ὅ­μως ἡ τι­μι­ό­τη­τά σου, μὲ τὸ γράμ­μα ποὺ ἔ­στει­λες, μᾶς πα­ρα­κι­νεῖ νὰ μὴν πα­ρε­νο­χλοῦ­με τὸν φί­λο σου καὶ υἱ­ὸν Ἰ­ω­άν­νη Βρυ­έν­νιο, γνω­ρί­ζου­με καὶ ἐ­μεῖς στὴν τι­μι­ό­τη­τά σου, ὅ­τι δὲν ξέ­ρου­με σὲ ποι­ὸ μέ­ρος τῆς γῆς ἢ τῆς θά­λασ­σας βρί­σκε­ται ἡ ἐ­πι­κρά­τεια αὐ­τοῦ τοῦ Ἰ­ω­άν­νη. Ἐ­ὰν ὅ­μως ἐν­νο­εῖς τὴν Κων­σταν­τι­νού­πο­λη, κα­θι­στοῦ­με γνω­στὸ καὶ στὴν ἁ­γι­ό­τη­τά σου καὶ σὲ ὅ­λους τούς Χρι­στια­νοὺς ὅ­τι πο­τὲ δὲ θὰ πά­ψου­με νὰ δί­νου­με μά­χες καὶ νὰ πο­λε­μοῦ­με αὐ­τοὺς ποὺ τὴν κα­τέ­κτη­σαν καὶ τὴν κα­τέ­χουν για­τί ἀ­λή­θεια, πῶς δὲ θὰ δι­α­πράτ­τα­με ἀ­δι­κί­α ἀ­πέ­ναν­τι στοὺς νό­μους τῆς φύ­σης, καὶ στοὺς θε­σμοὺς τῆς Πα­τρί­δας μας, καὶ στοὺς τά­φους τῶν προ­γό­νων μας, καὶ στὰ θεί­α καὶ ἱ­ε­ρὰ τε­μέ­νη, ἂν δὲν πο­λε­μή­σου­με γι᾿ αὐ­τὰ μὲ ὅ­λη τὴ δύ­να­μή μας;
Ὡ­στό­σο, ἂν εἶ­ναι κα­νεὶς ποὺ ἀ­γα­να­κτεῖ γιὰ τού­τη τὴ θέ­ση μας, καὶ μᾶς δυ­σκο­λεύ­ει, καὶ ἐ­ξο­πλί­ζε­ται ἐ­ναν­τί­ον μας, ἔ­χου­με τὸν τρό­πο νὰ ἀ­μυν­θοῦ­με ἐ­ναν­τί­ον του: Πρῶ­τα-πρῶ­τα μὲ τὴ βο­ή­θεια τοῦ Θε­οῦ, καὶ με­τά, μὲ τὰ ἅρ­μα­τα καὶ τὸ ἱπ­πι­κὸ ποὺ ἔ­χου­με, καὶ μὲ πλῆ­θος ἀ­ξι­ό­μα­χων πο­λε­μι­στῶν, οἱ ὁ­ποῖ­οι πολ­λὲς φο­ρὲς πο­λέ­μη­σαν τοὺς σταυ­ρο­φό­ρους. Τό­τε καὶ σύ, ἀ­πὸ τὴ με­ριά σου, σὰν μι­μη­τής, ποὺ εἶ­σαι, τοῦ Χρι­στοῦ, καὶ σὰν δι­ά­δο­χος τοῦ κο­ρυ­φαί­ου τῶν Ἀ­πο­στό­λων Πέ­τρου, ἔ­χον­τας μά­λι­στα τὴ γνώ­ση γιὰ τὸ τί εἶ­ναι θεῖ­ο καὶ νό­μι­μο καὶ γιὰ τὸ τί ἐ­πι­βάλ­λε­ται ἀ­πὸ τοὺς ἀν­θρώ­πι­νους θε­σμούς, τό­τε λέ­ω, θὰ μᾶς ἐ­παι­νέ­σεις, ἀ­φοῦ δί­νου­με τὴ μά­χη γιὰ τὴν Πα­τρί­δα καὶ γιὰ τὴ σύμ­φυ­τη μὲ αὐ­τὴν ἐ­λευ­θε­ρί­α.
Καὶ αὐ­τὰ βέ­βαι­α θὰ συμ­βοῦν κα­τὰ τὸ θέ­λη­μα τοῦ Θε­οῦ. Ἡ βα­σι­λεί­α μου θέ­λει πο­λὺ καὶ πο­θεῖ νὰ δι­α­σώ­σει τὸν σε­βα­σμὸ ποὺ ἁρ­μό­ζει πρὸς τὴν ἁ­γί­α Ἐκ­κλη­σί­α τῆς Ρώ­μης, καὶ νὰ τι­μᾶ τὸ θρό­νο τοῦ κο­ρυ­φαί­ου Ἀ­πο­στό­λου Πέ­τρου καί, ἀ­πέ­ναν­τι τῆς ἁ­γι­ό­τη­τάς σου, νὰ ἔ­χει τὴ σχέ­ση καὶ τὴν τά­ξη τοῦ υἱ­οῦ, καὶ νὰ ἀ­πο­δί­δει σ᾿ αὐ­τὴ τὴν ἁρ­μό­ζου­σα τι­μὴ καὶ ἀ­φο­σί­ω­ση. Αὐ­τὸ θὰ γί­νει ὅ­μως, μό­νο ἐ­ὰν καὶ ἡ δι­κή σου ἁ­γι­ό­τη­τα δὲν πα­ρα­βλέ­ψει τὰ δι­και­ώ­μα­τα τῆς δι­κῆς μας βα­σι­λεί­ας, καὶ ἂν δὲν γρά­φει σὲ μᾶς γράμ­μα­τα μὲ τέ­τοι­α ἐ­πι­πο­λαι­ό­τη­τα καὶ ἀ­πα­ξί­ω­ση.
Ὡ­στό­σο νὰ ξέ­ρει ἡ ἁ­γι­ό­τη­τά σου, ὅ­τι ὑ­πο­δε­χτή­κα­με χω­ρὶς λύ­πη τὸ ἀ­γροῖ­κο ὕ­φος τοῦ γράμ­μα­τός σου, καὶ φερ­θή­κα­με μὲ ἠ­πι­ό­τη­τα στοὺς κο­μι­στές του, μό­νο καὶ μό­νο γιὰ νὰ δι­α­τη­ρή­σου­με τὴν εἰ­ρή­νη μα­ζί σου.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Βίοι Αγίων”

cron