Re: ΟΜΗΡΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ

10
Όπως βλέπουμε από ένα άλλο χωρίο της "Οδύσσειας", η κατάσταση των μεροκαματιάρηδων ήταν στην ομηρική Ελλάδα πολύ άσχημη, σχεδόν απελπιστική. Οι άνθρωποι πήγαιναν σ΄ αυτή τη δουλειά μόνο σε τελευταία ανάγκη. Μονάχα το θάνατο θεωρούσαν χειρότερο από τη μισθωτή δουλειά.

Κάλλιο στη γής να βρίσκομουν, κι ας δούλευα σε ανθρώπου

μικρού, με δίχως βιός πολύ, παρά στον Αδη να είμαι.

(σσ Ομήρου, "Οδύσσεια", ραψωδία Λ΄, στίχ. 490-491 Μετ. Αρ. Εφταλιώτη)

λέει στο βασίλειο των σκιών ο πεθαμένος Αχιλλέας στον Οδυσσέα. Η κοινωνική διαφοροποίηση, που προκλήθηκε από την οικονομική άνοδο της Ελλάδας, δημιουργούσε ευνοϊκούς όρους για την ανάπτυξη της χειροτεχνίας, που αποχωριζόταν από τη γεωργία. Πρώτα-πρώτα χωρίστηκε από τη γεωργία ή σιδηρουργία - η "αρχαία μεταλλουργία". Για να κατασκευαστούν μετάλλινα όπλα, θώρακες, σιδερένια ξίφη, ακόντια, αιχμές για τα ακόντια, βέλη, πολεμικά άρματα κλπ., όλα αυτά απαιτούσαν πείρα και τέχνη.

Στη ραψωδία Σ΄ της "Ιλιάδας" περιγράφεται το οπλοποιείο του Θεού Ήφαιστου, όπου κατασκευάστηκε η περίφημη ασπίδα του Αχιλλέα. Τα φυσερά ανάβουν δυνατές φωτιές στα καμίνια που δίνουν τη δυνατότητα στο θεό σιδηρουργό να σφυρηλατεί το μέταλλο πότε με μεγαλύτερη, πότε με μικρότερη δύναμη. Στα καμίνια δουλευότανε ο χαλκός, ο κασσίτερος, το ασήμι, το χρυσάφι και το σίδερο. Στη χρησιμοποίηση του σίδερου η ομηρική εποχή παρουσιάζει πρόοδο σε σύγκριση με την αιγαιική, που δε γνώριζε το σίδερο. Στα διάφορα μέρη της "Ιλιάδας" και της "Οδύσσειας" το σίδερο δεν παίζει τον ίδιο ρόλο. Μερικές φορές το παρουσιάζουν σαν πολύτιμο "ευγενικό" μέταλλο, άλλες φορές κατασκευάζουν απ΄ αυτό τα σπιτικά εργαλεία. Στα παλιότερα (χρονολογικά) μέρη της "Ιλιάδας" και της "Οδύσσειας" το σίδερο παρουσιάζεται ακόμα σαν σπάνιο μέταλλο, στα κατοπινά μέρη, που ανήκουν στην περίοδο της τελικής διαμόρφωσης του ποιήματος, το σίδερο είναι πια πολύ γνωστό. Δίκαια τα σιδερένια εργαλεία αναφέρονται σε καθε λογής συγκρίσεις και μεταφορές.

Στα οπλοποιεία κατασκευάζονταν ασπίδες, θώρακες περικεφαλαίες, πανοπλίες κλπ. Δηλαδή ολόκληρος ο οπλισμός του έλληνα πολεμιστή. Εκτός από το φυσερό, άλλα εργαλεία δουλειάς ήταν η βαριά και η τανάλια. Πότε-πότε καλούσαν τους χειροτέχνες στα σπίτια και αυτοί έρχονταν με τα εργαλεία τους και δούλευαν με τα υλικά του πελάτη.

Και ποιός ποτές του γύρεψε να προσκαλέσει ξένον

αλλούθε, εξόν αν ήτανε χρειαζούμενος τεχνίτης,

κανένας μάντης, ή γιατρός, ή ξυλουργός, ή θείος

τραγουδιστής, που με γλυκά τραγούδια μας γλεντίζει; (σσ Ομήρου, "Οδύσσεια", ραψωδία Ρ΄, στίχ. 382-285 Μετ. Αργ. Εφταλιώτη)

...ήρθε ο χαλκιάς κρατώντας

στα χέρια του τα σύνεργα της χρυσικής, αμόνι,

σφυρί, καλόφτιαστη τανάλια. (σσ Ομήρου, "Οδύσσεια", ραψωδία Γ΄ , στίχ. 432-434 Μετ. Αργ. Εφταλιώτη)

Από τους χειροτέχνες (δημιουργούς) ο Όμηρος αναφέρει: τους σιδεράδες, τους οικοδόμους, τους βυρσοδέψες, τους αγγειοπλάστες, τους υφαντουργούς, τους χρυσοχόους, τους αργυροχόους και πολλούς άλλους. Στους δημιουργούς ανήκαν και οι αοιδοί, οι γιατροί, οι κήρυκες και οι μάντεις. Μολαταύτα στην ομηρική κοινωνία δεν υπήρχε ακόμα αυστηρός καταμερισμός της εργασίας και ειδίκευση στα επαγγέλματα. Ο οικοδόμος μπορούσε να παρουσιάζεται πότε σαν ξυλουργός και ναυπηγός, πότε σαν κατασκευαστής αμαξιών και επίπλων. Ο βυρσοδέψης έκανε δερμάτινα ρούχα, ασπίδες και τόπια για παιχνίδια. Ο σιδεράς έκανε ακόντια από ορείχαλκο, σιδερένια εργαλεία, έκανε όμως ταυτόχρονα και μερικές δουλειές χρυσοχόου κλπ.
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»

Re: ΟΜΗΡΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ

11
4. Η δουλεία στην Ομηρική Ελλάδα







Η ομηρική κοινωνία γνωρίζει πιά τη δουλεία. Η εμφάνιση της κουλείας σαν ειδικής κατηγορίας σήμαινε ολόκληρη ανατροπή σ΄ όλο το καθεστώς της κοινωνικής ζωής, στις σχέσεις των ανθρώπων απέναντι στη γή και στις αμοιβαίες σχέσεις τους. Με τη δουλεία συνδέεται η αποσύνθεση του καθεστώτος των γενών, ο σχηματισμός της ατομικής ιδιοκτησίας, των τάξεων και του κράτους.

"...Στο κατώφλι της ντοκουμενταρισμένης ιστορίας - γράφει ο Ενγκελς - βρίσκουμε κιόλας παντού τα κοπάδια να είναι ξεχωριστή ιδιοκτησία του αρχηγού της οικογένειας, ακριβώς όπως γινόταν με τα δημιουργήματα της τέχνης της βαρβαρότητας, με τα μετάλλινα σκεύη, τα είδη πολυτελείας και τέλος με τα ανθρώπινα χτήνη - τους δούλους.

...Για τον βάρβαρο της κατώτερης βαθμίδας ο δούλος δεν είχε αξία. Γι΄ αυτό και οι ινδιάνοι της Αμερικής φέρνονταν εντελώς διαφορετικά στους νικημένους εχθρούς απ΄ ότι γινόταν στην ανώτερη βαθμίδα. Τους άντρες τους σκότωναν ή τους δέχονταν σαν αδέλφια στη φυλή των νικητών. Τις γυναίκες τις παντρεύονταν ή ακόμα τις υιοθετούσαν μαζί με τα παιδιά τους που είχαν επιζήσει. Η ανθρώπινη εργατική δύναμη σ΄ αυτή τη βαθμίδα δε δίνει ακόμα κανένα αξιοπρόσεκτο περίσσευμα πέρα από τα έξοδα της συντήρησής της. Με την εισαγωγή της κτηνοτροφίας, της επεξεργασίας του μετάλλου, της υφαντουργίας και τέλος της γεωργίας, τα πράγματα άλλαξαν. Όπως οι γυναίκες, που προηγούμενα τις έπαιρναν τόσο εύκολα, είχαν αποκτήσει τώρα εναλλαχτική αξία και τις αγόραζαν, το ίδιο έγινε και με τις εργατικές δυνάμεις, ιδιαίτερα από τότε που τα κοπάδια πέρασαν οριστικά στην οικογενειακή ιδιοκτησία. Η οικογένεια δεν πληθαίνει τόσο γρήγορα όσο τα ζώα. Για να τα φυλάνε χρειάζονται τώρα περισσότεροι άνθρωποι. Γι΄ αυτή τη δουλιά ήταν κατάλληλος ο εχθρός αιχμάλωτος πολέμου, που άλλωστε μπορούσε να πολλαπλασιάζεται ακριβώς όπως και τα ζώα". (σσ Φ. Ενγκελς, "Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοχτησίας και του κράτους". Μαρξ-Ενγκελς, Διαλεχτά έργα, τομ. 2ος, σελ. 243-244, ελλην. έκδ. 1951).

Στην εξέλιξή της η δουλεία πέρασε κάμποσους σταθμούς, αρχίζοντας από την οικιακή ή πατριαρχική δουλεία και φτάνοντας στη δουλεία στην κλασική της μορφή. Στην πρώτη περίπτωση ο δούλος χρησιμοποιείται σαν υπηρέτης του οίκου ή σαν μέλος του προσωπικού, στη δεύτερη σαν εργαλείο εργασίας, σα ζωντανή ομιλούσα μηχανή. Στη μέση, ανάμεσα στην πατριαρχική και στην κλασική δουλεία, βρίσκεται η δουλεία των λαών των αρχαίων μοναρχιών. Τέτιο χαραχτήρα είχε, όπως φαίνεται, η δουλεία στην Κρήτη και στις Μυκήνες. Στην ομηρική Ελλάδα επικρατούσε κυρίως η οικιακή δουλεία. Οι ισχυροί και πλούσιοι βασιλιάδες είχαν δούλους, που τους χρησιμοποιούσαν σαν υπηρέτες του σπιτιού - μάγειρους, ιπποκόμους, οινοχόους, οικονόμους κλπ. - ή σαν εργάτες στα οικιακά εργαστήρια. Στα γυναικεία εργαστήρια που βρίσκονταν κοντά στους γυναικωνίτες - κατοικίες των γυναικών - δούλευαν τεχνίτρες από τη Σιδώνα ή τη Φοινίκη και ειδικεύονταν σε ορισμένες δουλειές. Η δουλειά των δούλων χρησιμοποιούταν και στην αγροτική οικονομία, στη γεωργία και κτηνοτροφία, στ΄ αμπέλια και τους ελαιώνες. Σε μερικές περιπτώσεις οι δούλοι έπαιρναν από τους κυρίους μικρά κομμάτια γης (κλήρους), σπίτι, ακόμα και γυναίκα, με λίγα λόγια το καθετί, που "οι καλοί κύριοι συνηθίζουν να δίνουν στους πιστούς υπηρέτες τους".

Η μη διαφοροποιημένη στην αρχή δουλειά των δούλων-υπηρετών αρχίζει σιγά σιγά να διαφοροποιείται. Στο έπος αναφέρονται δούλοι γελαδάρηδες, χοιροβοσκοί, ζευγολάτες κλπ., αναφέρονται επίσης "επιστάτες δούλων", ανώτεροι και κατώτεροι δούλοι. Στα υφαντουργικά εργαστήρια του Αλκίνοου, του Οδυσσέα και άλλων βασιλιάδων οι επιδέξιες τεχνίτρες (από τη Σιδώνα) κατασκευάζουν λεπτά, κομψά και στέρεα υφάσματα, παίρνοντας υπόψη τους την εκλεπτυσμένη από τα ανατολικά πρότυπα καλαισθησία της στρατιωτικής αριστοκρατίας. Στα εργαστήρια αυτά η κάθε τεχνίτρα εκτελούσε μια συγκεκριμένη δουλειά, πράγμα που προϋπόθετε κιόλας ειδίκευση και καταμερισμό της εργασίας. Μιλώντας για τους δούλους, ο Όμηρος δεν ξεχνά να αναφέρει και τις αρνητικές πλευρές της δουλειάς των δούλων, την έλλειψη ενδιαφέροντος για τη δουλειά που κάνουν.

Κ΄ οι δούλοι, σα δε βρίσκεται ποπάνω τους αφέντες

δουλιά να κάνουνε σωστή δε θέλουνε πιά τότες:

Τι παίρνει τη μισή αρετή του ανθρώπου ο βροντορήχτης

ο Δίας, άμα της σκλαβιάς η μαύρη τούρθε μέρα.

(σσ Ομήρου, "Οδύσσεια", ραψωδία Ρ΄, στίχ. 320-324. Μετ. Αργ. Εφταλιώτη)

Ανάμεσα στους μικρούς ιδιοχτήτες και τους δούλους τους διατηρήθηκε ακόμα και το πατριαρχικό πνεύμα και η απλότητα των σχέσεων. Ζούνε μαζί, μαζί τρώνε και κοιμούνται. Στα παλάτια όμως των βασιλιάδων οι πατριαρχικές αυτές σχέσεις αρχίζουν να εξαφανίζονται. Η διαφορά ανάμεσα στους δούλους και τους ελεύθερους γίνεται πιο έντονη. Ο Οδυσσέας φέρνεται φιλικά σε μερικούς δούλους, όπως πχ., στον Εύμαιο, ταυτόχρονα όμως ο ποιητής μας περιγράφει πόσο σκληρά τιμώρησε ο Οδυσσέας τις δούλες του, που πιάστηκαν να συνεννοούνται με τους μνηστήρες της γυναίκας του Πηνελόπης.

Ετσι αυτές στέκουν στη σειρά σαν γίδες κρεμασμένες

φριχτή θηλειά στο λαιμό να κακοθανατίσουν

και πρίν πεθάνουν δέρνονταν μονάχες λίγην ώρα.

Κι ύστερα τον Μελάνθιο βγάλαν από το σπίτι.

Τον φέραν έξω στην αυλή, στης θύρας το κατώφλι

και με τον άσπλαχνο χαλκό κόβουν αυτιά και μύτη,

του βγάλαν τ΄ αμελέτητα και στα σκυλιά τα ρίξαν,

στο φοβερό τους το θυμό του κόψαν χέρια-πόδια.

(σσ Ομήρου, "Οδύσσεια", ραψωδία Χ΄, στίχ. 471-477)
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»

Re: ΟΜΗΡΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ

12
Κύρια πηγή για την απόκτηση δούλων, τόσο στην ομηρική, όσο και στην μεταομηρική (κλασική) Ελλάδα, ήταν οι πόλεμοι. Οι αιχμάλωτοι πολέμου ή έπεφταν άμεσα στα χέρια του δουλοκτητών ή αγοράζονταν από τους εμπόρους, που τους μεταπουλούσαν αργότερα στους πελάτες τους. Στην "Ιλιάδα" ο Εύνηος, γιος του Ιάσωνα, παίρνει δούλους από τους Αχαιούς, που πολεμούσαν στα τείχη της Τροίας, και τους δίνει σ΄ αντάλλαγμα κρασί, ταύρους, δέρματα, χαλκό και σίδερο. Ανάμεσα στους Μεσογειακούς λαούς, οι κύριοι προμηθευτές δούλων ήταν από τα αρχαιότερα χρόνια οι Φοίνικες. Οι Φοίνικες είχαν κακή φήμη εμπόρων, που για το κέρδος δε σταματούσαν μπροστά σε τίποτα. Οι Φοίνικες αγόραζαν αιχμάλωτους πολέμου ή με λογής-λογής πανουργίες και απάτες άρπαζαν ανθρώπους και κυρίως γυναίκες.

Η αξία του ανθρώπινου εμπορεύματος (δούλου) καθοριζόταν ανάλογα με την ποιότητά του, από 8 ως 20 ταύρους. Οι ταξικές αντιθέσεις παρουσιάζονται στο ομηρικό έπος πέρα για πέρα καθαρά κι έντονα. Η στρατιωτική αριστοκρατία του γένους είναι αντιμέτωπη στη μάζα των "ταπεινών" και "κακών" ανθρώπων. Σε διάκριση απ΄ αυτούς, οι αριστοκράτες αυτοονομάζονται "ευγενείς", "καλοί", "παχείς" και "καλοθρεμμένοι" άνθρωποι, που κατάγονται από τους θεούς. Σύμφωνα με τον καλλιτεχνικό του σκοπό, να προκαλεί ευχάριστα συναισθήματα και να δημιουργεί γαλήνια κατάσταση του πνεύματος, ο Όμηρος αποφεύγει, όσο μπορεί, ν΄ απεικονίσει τις δυσάρεστες πλευρές της κοινωνικής ζωής, πράγμα που θα θύμωνε και θα ερέθιζε τους "ευγενείς" ακροατές του, τους βασιλιάδες. Παρ΄ όλα αυτά ο ταξικός ανταγωνισμός ανάμεσα στους "παχείς" και "καλοθρεμμένους" ιπποδαμαστές και το δήμο, αν και σκεπάζεται από το έντεχνο χέρι του δημιουργού της "Οδύσσειας" και της "Ιλιάδας", βγαίνει ορμητικά στην επιφάνεια από διάφορες αφορμές. Τέτια περίπτωση έντονης εκδήλωσης ταξικού ανταγωνισμού έχουμε στη σκηνή της συνέλευσης των πολεμιστών κάτω από τα τείχη της Τροίας, που συγκάλεσε ο Αγαμέμνονας για να αποφασίσουν αν θα συνεχίσουν τον πόλεμο ή θα σταματήσουν την πολιορκία. Η μεγάλη μάζα των πολεμιστών, που ήρθε στη συνέλευση, καταγόταν από χωριά. Η συνέλευση προχωρούσε θυελώδικα. Ύστερα από τους λόγους των αρχηγών, σαν εκπρόσωπος των λαϊκών μαζών, παίρνει το λόγο ο Θερσίτης.

Από το λόγο του Θερσίτη, φαίνεται τι αισθήματα έτρεφε η μάζα των απλών πολεμιστών απέναντι σ΄ όλους τους βασιλιάδες μαζί και πρώτ΄ απ΄ όλα απέναντι στο βασιλιά των "βασιλιάδων", τον Αγαμέμνονα.

Μα αφτός με βροντερή λαλιά δεν έπαβε να σκούζει.

"Τ΄ Ατρέα γιέ, τι φταίξαμε και πάλι; τι σου λείπει;

Γιομάτο το καλύβι σου μαθές χαλκό, γυναίκες

έχεις πολλές και διαλεχτές, που πρώτα-πρώτα εσένα

στις δίνουμε άμα μπούμε εμείς σε κάνα πλούσιο κάστρο.

Η το χρυσάφι ακόμα θες που τύχει να μας φέρει

και νάνας Τρώας προεστός για ξαγορά του γιού του

..................................................................................

Είσαι αρχηγός μας κι άπρεπο να μας γεμίζεις πίκρες".

(σσ Ομήρου, "Ιλιάδα", ραψωδία Β΄, στίχ. 224-234 Μετ. Α. Πάλλη)

Ο Όμηρος προσπαθεί να παρουσιάσει το Θερσίτη όσο χειρότερο μπορεί. Λέει ότι ήταν αλλήθωρος, στραβοπόδης, φοβερά καμπούρης κι ότι το φαλακρό κεφάλι του ήτανε σουβλερό. Ο Θερσίτης δε χαριζότανε μήτε μπροστά στους βασιλιάδες, μήτε μπροστά στους αριστοκράτες, τους "παχείς γιους του παντοδύναμου Δία που καταβροχθίζουν λαίμαργα τα δώρα". Στο τέλος της σκηνής, που περιγράψαμε, ο ποιητής δοξάζει τον ήρωα Οδυσσέα, γιατί έκανε πολλά έργα ωφέλιμα για όλο το λαό. Από όλους όμως τους ηρωικούς άθλους του Οδυσσέα ο ποιητής θεωρεί σαν το πιό "ξακουστό" το ότι ημέρωσε τον πιο "υβριστή", το Θερσίτη, που με αυθάδικα λόγια έβριζε τους "αγαπημένους του Δία βασιλιάδες".

Εκτός από την οικονομική και νομική ανισότητα, η διαφορά ανάμεσα στην αριστοκρατία και το λαό εκδηλωνόταν και στη συμπεριφορά των βασιλιάδων αναμεταξύ τους και στη συμπεριφορά τους απέναντι στον απλό λαό. Ο Οδυσσέας, λέει ο ποιητής:

Κι όποιο σημαντικό αρχηγό ή πρόκριτο απαντούσε,

σίμωνε και με φιλικά τόνε σταμάταγε λόγια.

"Ντροπή σου, αδέλφι, να δειλιάς, σαν πρόστυχος!

Και συ ήσυχος, περιόριζε και τ΄ άλλα παληκάρια...".

..................................................................................

Μα όποιον θεωρούσε απ΄ το λαό να σκούζει, του τραβούσε

μια δυό ραβδιές, και τούλεγε με θυμωμένα λόγια:

"Βρε μην κουνιέσαι, κι άκουγε τους άλλους τι θα πούνε,

πούναι απ΄ τα σένα ανώτεροι. Εσύ δειλός και ανάξιος,

μέσ΄ στη βουλή αλογάριαστος, αψήφιστος στη μάχη.

Δε θα ορίσουμε δα εδώ, όλοι μικροί μεγάλοι.

Κανόναι η πολυκεφαλιά, μια κεφαλή μονάχα".

(σσ Ομήρου, "Ιλιάδα", ραψωδία Β΄, στίχ. 188-192 και 198-203 Μετ. Α. Πάλλη)
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»

Re: ΟΜΗΡΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ

13
Η υψηλή θέση της αριστοκρατίας καθρεφτιζόταν όχι μόνο στο σεβασμό και τις τιμές, που αποδίδονταν στους βασιλιάδες όταν ζούσαν, αλλά και στις τιμές που τους αποδίδονταν και ύστερα από το θάνατο με τις επίσημες κηδείες. Απ΄ αυτή την άποψη παρουσιάζει ενδιαφέρον η περιγραφή της κηδείας του αχαιού ήρωα Πάτροκλου, του πιο στενού φίλου του Αχιλλέα, που σκοτώθηκε από τον Έκτορα. Η περιγραφή αυτή μας κάνει γνωστά τα έθιμα που επικρατούσαν στις κηδείες στην αριστοκρατική Ελλάδα.

Στην πορεία της αποσύνθεσης της στρατιωτικής δημοκρατίας μειώνεται η σημασία της αγοράς (συνέλευσης), οι φατρίες και οι φυλές μετατρέπονται σε αριστοκρατικούς κρατικούς θεσμούς, που καθοδηγούνται από τους εκπροσώπους λιγοστών γενών με επιρροή. Όσο οι παραπάνω θεσμοί έχαναν τη σημασία και την επιρροή τους, η πολιτική καθοδήγηση περνούσε στο αριστοκρατικό συμβούλιο (βουλή) που είχε επικεφαλής το βασιλιά. Η βουλή έχει την ιστορία της. Στην αρχή η βουλή, όπως και η ρωμαϊκή σύγκλητος της εποχής των βασιλιάδων, ήταν καθαρό συμβούλιο του γένους, που έπαιρναν σ΄ αυτό μέρος όλοι οι αρχηγοί των γενών. Αργότερα όμως η σύνθεση της βουλής στένεψε και πήρε αριστοκρατικό χαρακτήρα. Στη βουλή μπορούσαν να παίρνουν μέρος μόνον οι εκπρόσωποι των γενών που είχαν τα περισσότερα πλούτη και τη μεγαλύτερη επιροή, οι φιλοβασιλείς και οι όμοιοι μ΄ αυτούς αρχηγοί των μεγάλων γενών ή των ενώσεων των γενών. Συνήθως το συμβούλιο συνερχόταν στο παλάτι του μεγαλύτερου βασιλιά και συγκεντρωμένο γύρω από το τραπέζι εξέταζε τα ζητήματα που εισηγούνταν ο βασιλιάς. Ο βασιλιάς άκουγε τις συμβουλές των "σοφών γερόντων", έδινε όρκο και ύστερα, όπως του άρεζε, εφάρμοσε ή δεν εφάρμοζε τις συμβουλές τους.

Η σημασία της βουλής μεγάλωνε όσο πιο σύνθετα γίνονταν τα προβλήματα της διοίκησης κι όσο μεγάλωνε η κοινότητα των συμφερόντων ανάμεσα στις φυλές και τα γένη. Οσο περισσότερο πλούτιζε η αριστοκρατία και ξεχώριζε από το λαό και μετατρεπόταν σε κλειστή τάξη εκμεταλλευτών, τόσο μεγάλωνε και η σημασία της βουλής. Ο βασιλιάς έπαψε να παίζει τον καθοδηγητικό ρόλο και διατήρησε μονάχα τον τίτλο του ανώτατου ιερέα. Κατά τον 8ο αιώνα (π.Χ.) η βασιλική εξουσία είχε πια τελείως εξαφανιστεί από τις περισσότερες ελληνικές κοινότητες. Στο βαθμό που διαμορφώνονταν οι τάξεις και δυνάμωνε ο ρόλος της αριστοκρατίας, γεννιόταν το κράτος, που έπρεπε να στερεώσει τις δημιουργημένες σχέσεις και να εξασφαλίζει την κυριαρχία της αριστοκρατίας πάνω στη μάζα των ελεύθερων και μισοελεύθερων ανθρώπων και των δούλων.

"Ενα μονάχα έλειπε ακόμα: ο θεσμός που δε θα εξασφάλιζε μονάχα τα νεοαποκτημένα πλούτη των ατόμων, ενάντια στις κομμουνιστικές παραδόσεις του καθεστώτος των γενών, που δε θα καθαγίαζε μονάχα την ατομική ιδιοκτησία, που τόσο λίγο την εκτιμούσαν προηγούμενα και θ΄ ανακήρυσσε αυτό τον καθαγιασμό σε ανώτερο σκοπό κάθε ανθρώπινης κοινότητας, μα που επίσης θα έβαζε τη σφραγίδα της γενικής κοινωνικής αναγνώρισης στις νέες μορφές απόκτησης ιδιοκτησίας που αναπτύσσονται η μια ύστερα από την άλλη, δηλ. την αδιάκοπα επιταχυνόμενη αύξηση του πλούτου. Ένας θεσμός που όχι μόνο θα διαιώνιζε τη διάσπαση της κοινωνίας σε τάξεις, που μόλις άρχιζε, μα που θα διαιώνιζε και το δικαίωμα της ιδιοκτήτριας τάξης να εκμεταλλεύεται την αχτήμονα τάξη και την κυριαρχία της πρώτης πάνω στη δεύτερη. Κι ο θεσμός ήρθε. Εφευρέθηκε το κράτος". (σσ Φ. Ενγκελς, "Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους". Μαρξ-Ενγκελς, Διαλεχτά έργα, τομ. 2ος, σελ. 300-301, ελλην. έκδ. 1951)

Η εμφάνιση του κράτους σημείωσε, όπως τονίζει ο Ενγκελς, σπουδαιότατο σταθμό στην ιστορία της ελληνικής κοινωνίας. Επιτάχυνε την αποσύνθεση του συστήματος των γενών, διευκόλυνε την οικονομική, πολιτική και εκπολιτιστική ανάπτυξη της ταξικής κοινωνίας, τη διάσπαση της κοινωνίας σε πλούσιους και φτωχούς, την εγκαθίδρυση νέων κανόνων δικαίου, τη δημιουργία νέων αξιωμάτων. Στη διαμόρφωσή του το ελληνικό κράτος από το αριστοκρατικό καθεστώς της ομηρικής εποχής ως το δουλοκτητικό κράτος με τον καθαρά ταξικό χαρακτήρα της κλασικής Ελλάδας, πέρασε αρκετούς σταθμούς και αποτέλεσε μια φάση καθορισμένη στην ιστορία του αρχαίου κράτους και του κράτους γενικά.





ΤΕΛΟΣ
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»
Απάντηση

Επιστροφή στο “Αρχαία Ελλάδα”

cron