Re: Θουκυδίδου Ιστορίαι

10
35. "Ούτε, άλλωστε, θα διαρρήξετε την συνθήκην της ειρήνης προς τους Λακεδαιμονίους, εάν δεχθήτε ημάς, οι οποίοι δεν είμεθα σύμμαχοι ούτε του ενός, ούτε του άλλου. Διότι η συνθήκη ορίζει ότι αι Ελληνικαί πόλεις, όσαι είναι έξω από την συμμαχίαν, ημπορούν να προσέλθουν κατ' αρέσκειαν προς το εν ή το άλλο μέρος. Και θα ήτο τερατώδες, εάν αυτοί μεν ημπορούν να καταρτίζουν τα πληρώματα του στόλου των και από τους συμμάχους των και από την άλλην Ελλάδα και προ πάντων από τους ιδικούς σας υπηκόους, ημάς δε να εμποδίζουν όχι μόνον από την συμμαχίαν αυτήν, εις την οποίαν έκαστος δύναται να προσέλθη ελευθέρως, αλλά και από την βοήθειαν εξ οιουδήποτε άλλου μέρους, και έπειτα να χαρακτηρίζουν ως έγκλημα, εάν πεισθήτε ν' αποδεχθήτε την αίτησίν μας. Πολύ ευλογωτέρας αιτίας παραπόνων θα έχωμεν ημείς, εάν δεν πεισθήτε να την αποδεχθήτε. Διότι ημάς μεν θ' αποκρούσετε, ενώ κινδυνεύομεν και δεν είμεθα εχθροί σας, αυτούς όμως όχι μόνον δεν θα εμποδίσετε, ενώ και εχθροί σας είναι και πρώτοι επιτίθενται, αλλά και θα επιτρέψετε εις αυτούς να προσλάβουν από την επικράτειάν σας νέαν δύναμιν. Τούτο όμως δεν είναι δίκαιον, αλλά πρέπει ή και αυτούς να εμποδίσετε από του να στρατολογούν μισθοφόρους από την επικράτειάν σας ή και εις ημάς να στείλετε βοήθειαν καθ' οιονδήποτε τρόπον εγκρίνετε. Το καλύτερον μάλιστα θα είναι να μας δεχθήτε και μας βοηθήσετε φανερά ως συμμάχους. Καθώς άλλωστε εξ αρχής εδηλώσαμεν, πολλά είναι τα πλεονεκτήματα, τα οποία σας εξασφαλίζει η προσφορά μας, και το σπουδαιότερον όλων ότι οι αντίπαλοί μας είναι αντίπαλοί σας- το οποίον είναι η καλύτερα εγγύησις της πίστεως ενός συμμάχου- και ότι οι αντίπαλοι αυτοί είναι όχι ασθενείς, αλλ' ικανοί να βλάψουν εκείνους πού αποσπώνται απ' αυτούς, διά να προσέλθουν εις άλλους. Και όταν σας προσφέρεται η συμμαχία ναυτικού και όχι ηπειρωτικού κράτους, ο προσεταιρισμός ή η αποξένωσίς του δεν είναι πράγμα αδιάφορον. Τουναντίον συμφέρον έχετε, προ πάντων μεν, εάν ημπορήτε, να μη επιτρέπετε εις άλλους να έχουν στόλον, ειδεμή να έχετε φίλον εκείνον, ο οποίος είναι ισχυρότατος κατά την ναυτικήν δύναμιν.

36. "Αλλ' εάν κανείς αναγνωρίζη μεν ότι όσα υποστηρίζομεν είναι συμφέροντα, φοβείται όμως μήπως η αποδοχή της προτάσεώς μας γίνη αφορμή πολέμου, οφείλει να μάθη ότι εκείνο που προκαλεί τον φόβον του, ενισχυόμενον από δύναμιν, θα εμπνεύση μεγαλύτερον φόβον εις τους αντιπάλους του, ενώ το θάρρος του (Σ.Μ.: ήτοι η πίστις του εις το ασφαλές της ειρήνης), εάν τον εξωθεί εις απόκρουσιν της συμμαχίας μας, επειδη θα ήτο ανίσχυρον, θα επροκάλει ολιγώτερον φόβον εις τους εχθρούς σας, οι οποίοι είναι ισχυροί. Και συγχρόνως πρέπει να μη λησμονή ότι την στιγμήν αυτήν σκέπτεται περί του συμφέροντος των ιδίων των Αθηνών περισσότερον παρά της Κερκύρας, και ότι δεν προνοεί περί του συμφέροντός των κατά τον καλύτερον τρόπον, όταν, από υπερβολικήν προσήλωσιν προς το άμεσον παρόν, ενδοιάζη να ασφάλιση υπέρ αυτών, δια τον επικείμενον και σχεδόν παρόντα πόλεμον, χώραν, της οποίας η φιλία ή η έχθρα συνεπάγεται σπουδαιοτάτας συνεπείας. Διότι η Κέρκυρα κείται προσφορώτατα διά την ακτοπλοϊκήν μετάβασιν εις Ιταλίαν και Σικελίαν, διά να είναι εις θέσιν και να παρεμπόδιση την εκείθεν αποστολήν ναυτικής επικουρίας προς τους Πελοποννησίους και να συνοδεύση διά προπομπής την εντεύθεν αποστολήν στόλου προς τα εκεί, και πολλά άλλα παρέχει πλεονεκτήματα, Συγκεφαλαιώνοντες το σύνολον και τα καθέκαστα των επιχειρημάτων, ένεκα των οποίων δεν πρέπει να μας εγκαταλείψετε, λέγομεν ότι τρεις υπάρχουν στόλοι άξιοι λόγου εις την Ελλάδα, ο ιδικός σας, ο ιδικός μας και ο των Κορινθίων. Αλλ' εάν επιτρέψετε να μας υποτάξουν προηγουμένως οι Κορίνθιοι και να ενωθούν τοιουτοτρόπως οι δυο εκ τούτων, θα έχετε ν' αγωνισθήτε κατά θάλασσαν εναντίον των Κερκυραίων συγχρόνως και των Πελοποννησίων, ενώ, εάν μας δεχθήτε ως συμμάχους, θα δυνηθήτε ν' αγωνισθήτε εναντίον των με τον στόλον σας ενισχυμένον διά του ιδικού μας". Και οι μεν Κερκυραίοι ωμίλησαν ούτω, οι δε Κορίνθιοι ως εξής:

37.

Λόγοι των Κορινθίων Πρέσβεων


"Εφόσον οι Κερκυραίοι εδώ ωμίλησαν όχι μόνον περί της παραδοχής των εις την συμμαχίαν σας, αλλά και περί του ότι η ενέργειά μας είναι άδικος και ο εναντίον των πόλεμος αδικαιολόγητος, αναγκαίον είναι, όπως και ημείς θίξωμεν προηγουμένως και τα δύο αυτά σημεία, και τότε μόνον προβώμεν εις την περαιτέρω ανάπτυξιν του λόγου μας, ώστε και την αξίωσίν μας να γνωρίσετε εκ των προτέρων ασφαλέστερον, και την αίτησιν, την οποίαν αυτοί εδώ σας υποβάλλουν, απορρίψετε, κατόπιν πλήρους γνώσεως του ζητήματος. Ισχυρίζονται, τωόντι, ότι από σύνεσιν δεν εδέχθησαν την συμμαχίαν κανενός μέχρι τούδε. Η πολιτική των, εν τούτοις, δεν ενεπνέετο από ελατήρια ευγενή, αλλά επεδίωκε σκοπούς κακοβούλους. Διότι δεν ήθελαν να έχουν κανένα ούτε σύμμαχον, ούτε μάρτυρα των εγκλημάτων των, ούτε να εντροπιάζωνται ζητούντες την βοήθειάν του δι' αυτά. Η αυτάρκης, άλλωστε, θέσις της πόλεώς των επιτρέπει εις αυτούς να γίνωνται ευκολώτερον οι ίδιοι δικασταί των εναντίον άλλων αδικημάτων των, παρά αν ούτοι ωρίζοντο διά συνθηκών. Καθ' όσον, σπανίως καταπλέοντες αυτοί εις ξένας ακτάς, δέχονται τους άλλους καταπλέοντας εξ ανάγκης συχνά εις τας ιδικάς των. Και υπό τας περιστάσεις αυτάς την ευπρόσωπον αποφυγήν συμμαχιών περιβάλλονται ως προσωπίδα, όχι πράγματι διά να μη παρασύρωνται από άλλους εις διάπραξιν αδικημάτων, αλλά διά να διαπράττουν αυτοί τοιαύτα άνευ της συμπράξεως αλλων, και επομένως να ασκούν μεν βίαν οσάκις είναι ισχυροί, να πλουτούν δε αθεμίτως οσάκις ημπορούν να μην ανακαλυφθούν, και να μένουν χαλκοπρόσωποι οσάκις κατορθώσουν να νοσφισθούν κάτι τι. Μολονότι, εάν ήσαν πραγματικώς έντιμοι ανθρώποι, όπως ισχυρίζονται, όσον ολιγώτερον ευπρόσβλητοι είναι εκ μέρους άλλων τόσον φανερώτερον θα ημπορούσαν να καταδείξουν τα ευγενή των ελατήρια, διά της προθύμου προσφυγής εις διαιτησίαν.

38. "Αλλ' ούτε προς τους άλλους, ούτε προς ημάς δεικνύονται τοιούτοι, αλλ' ενώ είναι άποικοί μας, απέκοψαν ανέκαθεν κάθε προς ημάς δεσμόν και ήδη διεξάγουν εναντίον μας πόλεμον, λέγοντες ότι δεν εστάλησαν ως άποικοι, διά να τους μεταχειριζώμεθα κακώς. Αλλά και ημείς ισχυριζόμενα ότι δεν τους εστείλαμεν, διά να περιφρονούμεθα από αυτούς, αλλά διά να είμεθα ηγέται των και απολαμβάνωμεν τον νενομισμένον σεβασμόν. Αι άλλαι τουλάχιστον αποικίαι μας τιμούν και μας δεικνύουν εξαιρετικήν στοργήν. Και είναι φανερόν ότι, εάν αρέσκωμεν εις τους περισσοτέρους, δεν υπάρχει εύλογος αιτία, διά την οποίαν ν' απαρέσκωμεν εις αυτούς μόνους, ούτε θα διεξήγαμεν τον ασυνήθη τούτον πόλεμον μητροπόλεως εναντίον αποικίας, εάν και ο τρόπος, κατά τον οποίον ηδικήθημεν, δεν ήτο απαραδειγμάτιστος. Επεβάλλετο, άλλωστε, εις αυτούς, και εάν ακόμη ημείς είχαμεν άδικον, να δειχθούν ενδοτικοί απέναντι της οργής μας, οπότε θα ήτο αισχρόν δι' ημάς να μεταχειρισθώμεν βίαν απέναντι της μετριοπαθείας των. Αντί τούτου, ωθούμενοι από την αλαζονείαν και την δύναμιν του πλούτου των, και κατά πολλούς άλλους τρόπους μας έχουν αδικήσει και την Επίδαμνον, η οποία είναι ιδική μας, εφόσον μεν υπέφερε, δεν επρόβαλλαν καμμιάν επ' αυτής αξίωσιν, ευθύς όμως ως ημείς απήλθαμεν εις βοήθειάν της, την κατέλαβαν διά της βίας και εξακολουθούν να την κατέχουν.

39. "Ισχυρίζονται, αληθώς, ότι επρότειναν προηγουμένως να λυθή η διαφορά διά της δικαστικής οδού. Αλλά τοιαύτη πρότασις έχει αξίαν όταν γίνεται όχι εκ του ασφαλούς από εκείνον που κατέχει ήδη θέσιν πλεονεκτικήν, αλλ' από εκείνον, ο όποιος πριν προσφύγη εις τα όπλα, θέτει τον εαυτόν του εις ίσην θέσιν με τον αντίπαλόν του, συνδυάζων τους λόγους προς τα έργα. Αυτοί όμως την εύσχημον πρότασιν της διαιτησίας διετύπωσαν, όχι πριν αρχίσουν την πολιορκίαν της Επιδάμνου, αλλ' αφού ενόησαν ότι δεν θ' ανεχθώμεν ημείς τούτο. Και μη αρκούμενοι εις το κακόν, το οποίον οι ίδιοι διέπραξαν εκεί, έρχονται εδώ αξιούντες από σας να γίνετε όχι κυρίως σύμμαχοι, αλλά συνεργοί των αδικημάτων των, και να τους δεχθήτε, ενώ είναι ήδη εχθροί μας. Καθήκον, εν τούτοις, είχαν να προσχωρήσουν εις την συμμαχίαν σας τότε που ήσαν εις πλήρη ασφάλειαν, και όχι τώρα πού ημείς μεν είμεθα θύματα της αδικίας των, αυτοί δε κινδυνεύουν, και που σεις, χωρίς να πορισθήτε πρωτύτερα καμμιάν ωφέλειαν από την δύναμιν των, θα παράσχετε εις αυτούς τώρα την βοήθειάν σας, και ενώ δεν ελάβατε μέρος εις τα εγκλήματα των, θα θεωρηθήτε από ημάς εξ ίσου υπεύθυνοι δι' αυτά. Μόνο εάν εξ αρχής σας καθιστών κοινωνούς της δυνάμεώς των θα ημπορούσαν να σας έχουν κοινωνούς και των συνεπειών των πράξεων των.
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»

Re: Θουκυδίδου Ιστορίαι

11
40. "Σαφώς κατεδείχθη λοιπόν και ότι προσερχόμενοι ενώπιον σας έχοντες βασίμους αιτιάσεις και ότι οι Κερκυραίοι είναι βίαιοι και πλεονέκται. Υπολείπεται ήδη να μάθετε ότι δεν ημπορείτε να τους δεχθήτε δικαίως εις την συμμαχίαν σας. Τωόντι, αν και ορίζει η συνθήκη ότι κάθε πόλις μη εγγεγραμμένη εις αυτήν δικαιούται να προσέλθη κατά βούλησιν εις την συμμαχίαν του ενός ή του άλλου μέρους, η διάταξις αυτή δεν εφαρμόζεται εις εκείνους, οι οποίοι προσέρχονται με σκοπόν να βλάψουν άλλους, αλλ' εις εκείνον μόνον, ο οποίος, χωρίς να παραβιάζη προηγουμένας προς άλλον υποχρεώσεις του, έχει ανάγκην να εξασφαλισθή κατά κινδύνου, και ο οποίος δεν πρόκειται να φέρη εις τους νέους φίλους του, υποτιθεμένου ότι ούτοι σωφρονούν, πόλεμον αντί ειρήνης. Πράγμα, το οποίον ακριβώς θα επαθαίνατε σεις τώρα, εάν δεν πεισθήτε εις τους λόγους μας. Διότι δεν θα εγίνεσθε μόνον σύμμαχοι αυτών, αλλά, διαρρηγνύοντες την μεταξύ μας συνθήκην ειρήνης, θα εγίνεσθε συγχρόνως εχθροί μας. Καθόσον, εάν ταχθήτε με το μέρος των, εξ ανάγκης και ημείς θ' αντιμετωπίσωμεν και αυτούς και σας αδιακρίτως. Μολονότι ορθόν είναι προ πάντων μεν να μη λάβετε το μέρος ούτε του ενός, ούτε του άλλου, ειδεμή, τουναντίον να βαδίσετε από κοινού με ημάς εναντίον αυτών (αφού προς μεν τους Κορινθίους τουλάχιστον συνδέεσθε διά συνθήκης ειρήνης, ενώ με τους Κερκυραίους ούτε ανακωχήν ποτέ συνήψατε), και να μη καθιερώσετε το ποοηγούμενον της παραδοχής ως συμμάχων εκείνων που αποστατούν από άλλους. Διότι και ημείς κατά την επανάστασιν των Σαμίων όχι μόνον δεν εψηφίσαμεν εναντίον σας, όταν οι άλλοι Πελοποννήσιοι εδιχάσθησαν επί του ζητήματος, αν έπρεπε να δοθή βοήθεια εις τους επαναστάτας, αλλά και απροκαλύπτως υπεστηρίξαμεν αντιθέτως ότι έκαστος δικαιούται να τιμωρή ο ίδιος τους συμμάχους του. Αλλ' εάν δεχθήτε και βοηθήσετε τους αδικούντας, θέλει ασφαλώς καταδειχθή ότι όχι ολιγώτεροι από τους συμμάχους σας θέλουν προσέλθει προς ημάς, και το προηγούμενον που θα καθιερώσετε θ' αποβή εις ιδικήν σας μάλλον βλάβην, παρά εις ιδικήν μας.

41. "Αυτά είναι τα επί του δικαίου στηριζόμενα επιχειρήματα, τα οποία έχομεν απέναντι σας, και είναι αρκετά, κατά τα κρατούντα μεταξύ Ελλήνων. Αλλ' έχομεν να διατυπώσωμεν και μίαν παραίνεσιν και αξίωσιν στηριζομένην επί προηγουμένης χάριτος, την οποίαν ισχυριζόμεθα ότι πρέπει να μας αποδώσετε σήμερον, εφόσον ούτε εχθροί είμεθα, ώστε να βλάπτη ο εις τον άλλον, ούτε πάλιν φίλοι, ώστε ν' αντιταχθή ότι μεταξύ φίλων χάριτες είναι φυσικαί και δεν συνεπάγονται υποχρέωσιν αποδόσεως. Διότι, όταν κάποτε, προ των Περσικών πολέμων, ελάβατε ανάγκην πλοίων πολεμικών, διά τον πόλεμον κατά των Αιγινητών, εδανείσθητε είκοσι τοιαύτα από τους Κορινθίους. Και η υπηρεσία αυτή σας έδωσε την νίκην κατά των Αιγινητών, όπως και η άλλη, όταν ημποδίσαμεν τους Πελοποννησίους να βοηθήσουν τους Σαμίους, σας επέτρεψε να τιμωρήσετε τους τελευταίους αυτούς. Και αι δύο αύται υπηρεσίαι παρεσχέθησαν εις περιστάσεις τοιαύτας, κατά τας οποίας οι ανθρώποι, επιτιθέμενοι κατά των εχθρών των, είναι αδιάφοροι διά κάθε άλλο εκτός της νίκης. Διότι φίλον μεν θεωρούν τον βοηθούντα αυτούς, και αν έτυχε πριν να είναι εχθρός, πολέμιον δε τον εναντιωθέντα, και αν έτυχε να είναι φίλος, αφού και τα ατομικά των συμφέροντα παραμελούν, ένεκα του επικρατούντος πυρετού της πάλης.

42. "Τας υπηρεσίας αυτάς ενθυμούμενοι (και οι νεώτεροι από σας ας μάθουν αυτά από τους πρεσβυτέρους), πρέπει ν' αναγνωρίσετε ότι καθήκον έχετε ν' ανταποδώσετε τα ίσα και μη νομίσετε ότι όσα μεν λέγομεν είναι δίκαια, άλλα δε εν περιπτώσει πολέμου είναι τα συμφέροντα. Διότι η ασφαλεστέρα οδός προς το συμφέρον είναι η οδός του δικαίου, και ο μέλλων πόλεμος, με τον οποίον σας φοβίζουν οι Κερκυραίοι, και ζητούν να σας εξωθήσουν εις αδικίαν, είναι άδηλον εάν ποτέ επέλθη. Ούτε αξίζει, παρασυρόμενοι από την προσδοκίαν μέλλοντος πολέμου, να επισύρετε την από τούδε φανεράν και όχι μέλλουσαν έχθραν των Κορινθίων. Η φρόνησις τουναντίον υπαγορεύει να μετριάσετε μάλλον την υφισταμένην ήδη ένεκα των Μεγαρέων δυσπιστίαν. Διότι η τελευταία χάρις, και αν είναι μικροτέρα, ημπορεί, παρεχομένη εις την κατάλληλον ώραν, να κάμη να λησμονηθούν προγενέστεροι μεγαλύτεραι αιτιάσεις. Ούτε πρέπει να παρασυρθήτε από το ότι σας προσφέρουν μεγάλην ναυτικήν συμμαχίαν. Διότι ασφαλεστέρα είναι η δύναμις εκείνου, ο οποίος δεν αδικεί τους ομοίους του, παρά εκείνου, ο οποίος, παρασυρόμενος από ό,τι λάμπει προς στιγμήν, αποκτά αθέμιτα κέρδη, συνεπαγόμενα κινδύνους.

43. "Ημείς, άλλωστε, περιελθόντες εις την περίπτωσιν, περί της οποίας ωμιλήσαμεν εις την Λακεδαίμονα, όταν δημοσία υπεστηρίξαμεν ότι έκαστος δικαιούται να τιμωρή ο ίδιος τους συμμάχους του, έχομεν την δικαίαν σήμερον απαίτησιν να επιτύχωμεν το ίδιον από σας, εις τρόπον ώστε σεις που ωφελήθητε από την ψήφον μας να μη μας βλάψετε διά της ιδικής σας. Οφείλετε τουναντίον να μας ανταποδώσετε τα ίσα, πειθόμενοι ότι η παρούσα περίστασις είναι από εκείνας, κατά τας οποίας ο βοηθών είναι κάλλιστος φίλος και ο αντιτιθέμενος χείριστος εχθρός. Ζητούμεν από σας, όπως ούτε ως συμμάχους δεχθήτε τους Κερκυραίους εδώ, εναντίον της γνώμης μας, ούτε τους βοηθήσετε αδικούντας. Και αν ακολουθήσετε την πολιτικήν αυτήν, όχι μόνον θα ενεργήσετε κατά τον προσήκοντα τρόπον, αλλά και θ' αποφασίσετε σύμφωνα με τα καλώς εννοούμενα συμφέροντά σας".

44.

Αμυντική συμμαχία μεταξύ Αθηναίων και Κερκυραίων


Κατ' αυτόν τον τρόπον ομίλησαν οι Κορίνθιοι. Οι Αθηναίοι, αφού ήκουσαν και τα δύο μέρη και συνεκρότησαν δύο συνεδριάσεις της συνελεύσεως του λαού, κατά μεν την πρώτην έρρεπαν μάλλον εις αποδοχήν των λόγων των Κορινθίων, αλλά κατά την συνεδρίασιν της επιούσης μετέβαλαν γνώμην. Και δεν απεφάσισαν μεν την σύναψιν επιθετικής και αμυντικής συμμαχίας μετά των Κερκυραίων, καθόσον εις τοιαύτην περίστασιν, εάν ούτοι εζήτουν από αυτούς να λάβουν μέρος εις εκστρατείαν κατά της Κορίνθου, θα διερρηγνύετο η μετά των Πελοποννησίων Τριακονταετής συνθήκη, συνωμολόγησαν όμως αμυντικήν συμμαχίαν, όπως βοηθήσουν αμοιβαίως, προς υπεράσπισιν του εδάφους των, εις περίστασιν που άλλος ήθελεν επιτεθή κατά της Κερκύρας ή των Αθηνών, ή των συμμάχων του ενός ή του άλλου. Διότι εθεώρουν τον πόλεμον προς τους Πελοποννησίους ως εις κάθε περίπτωσιν αναπόφευκτον, και διά τούτο ήθελαν να μη εγκαταλείψουν εις χείρας των Κορινθίων την Κέρκυραν, η οποία είχεν ισχυρόν στόλον, αλλά να επιτείνουν όσον το δυνατόν την σύγκρουσιν των μεν προς τους δε, ώστε εάν αναγκασθούν να περιέλθουν εις πόλεμον προς τους Κορινθίους και τας άλλας ναυτικάς πόλεις να εύρουν αυτάς εξησθενημένας. Εφαίνετο, άλλωστε, συγχρόνως εις αυτούς ότι η Κέρκυρα κείται προσφορώτατα διά την ακτοπλοϊκήν μετάβασιν εις Σικελίαν και Ιταλίαν.
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»

Re: Θουκυδίδου Ιστορίαι

12
45.

Αποστολή Αθηναϊκής βοηθείας εις Κέρκυραν


Από τοιαύτας σκέψεις ωθούμενοι οι Αθηναίοι, εδέχθησαν τους Κερκυραίους ως συμμάχους και έστειλαν εις βοήθειάν των, ολίγον μετά την αναχώρησιν των Κορινθίων, δέκα πλοία, υπό την αρχηγίαν του Λακεδαιμονίου, υιού του Κίμωνος, του Διοτίμου, υιού του Στρομβίχου, και του Πρωτέως, υιού του Επικλέους. Εδόθησαν όμως εις αυτούς ρηταί διαταγαί να μη επιτεθούν κατά των Κορινθίων, εκτός αν αυτοί πλεύσουν εναντίον της Κερκύρας ή εναντίον κανενός μέρους ανήκοντος εις τους Κερκυραίους και επιχειρήσουν να κάμουν εκεί απόβασιν, οπότε έπρεπε να εμποδίσουν αυτούς με όλην των την δύναμιν. Σκοπός των διαταγών αυτών ήτο να αποφύγουν την διάρρηξιν της Τριακονταετούς συνθήκης.

46.

Κορινθιακός στόλος κατά της Κερκύρας


Τα πλοία αυτά τωόντι έφθασαν εις την Κέρκυραν. Αλλά και οι Κορίνθιοι, αφού συνεπλήρωσαν τας ετοιμασίας των, απέπλευσαν διευθυνόμενοι κατά της Κερκύρας με εκατόν πενήντα πλοία, από τα οποία δέκα ήσαν των Ηλείων, δώδεκα των Μεγαρέων, δέκα των Λευκαδίων, είκοσι επτά των Αμπρακιωτών, εν των Ανακτορίων και ενενήντα των ιδίων των Κορινθίων. Αρχηγοί του στόλου αυτού ήσαν μεν χωριστοί διά κάθε πόλιν, των Κορινθίων όμως αρχηγός ήτο ο Ξενοκλείδης, υιός του Ευθυκλέους, με τεσσάρας άλλους. Αφού δε πλέοντες εκ Λευκάδος επλησίασαν εις την απέναντι της Κερκύρας ηπειρωτικήν ακτήν, ηγκυροβόλησαν εις το Χειμέριον της Θεσπρωτίδος. Το Χειμέριον είναι λιμήν και προς το εσωτερικόν, εις κάποιαν απόστασιν από της θαλάσσης, και εις την περιφέρειαν της Ελαιάτιδος της Θεσπρωτίδος, κείται η πόλις Εφύρη, πλησίον της οποίας εκβάλλει εις την θάλασσαν η λίμνη Αχερουσία. Ο δε ποταμός Αχέρων, ρέων διά της Θεσπρωτίδος, χύνεται εις την λίμνην αυτήν, η όποια εκ τούτου έλαβε και το όνομα της. Ο ρους άλλου ποταμού, του Θυάμιδος, χωρίζει την Θεσπρωτίδα από την Κεστρίνην, και μεταξύ των δύο αυτών ποταμών υψώνεται το ακρωτήριον Χειμέριον. Εις το σημείον λοιπόν τούτο της ακτής προσωρμίσθησαν οι Κορίνθιοι και το κατέστησαν βάσιν των επιχειρήσεων των.

47.

Ναυμαχία παρά τα Σύβοτα


Οι Κερκυραίοι, εξ άλλου, ως αντελήφθησαν αυτούς να προσεγγίζουν, επιβιβάσαντες τα πληρώματα εκατόν δέκα πλοίων, υπό την αρχηγίαν των στρατηγών Μικιάδου και Αισιμίδου και Ευρυβάτου, εγκατεστάθησαν με τον στόλον των εις μίαν από τας νήσους τας καλουμένας Σύβοτα. Μαζί με τα Κερκυραϊκά, ήσαν και τα δέκα Αθηναϊκά πλοία. Ο πεζός, εξ άλλου, στρατός των, ήτο εις το ακρωτήριον Λευκίμνην μαζί με χιλίους Ζακινθίους οπλίτας, οι οποίοι ήλθαν εις βοήθειάν των. Αλλά και προς βοήθειαν των Κορινθίων είχαν έλθει, κατά μήκος της Ηπειρωτικής ακτής, πολλοί βάρβαροι. Διότι οι κάτοικοι του μέρους τούτου της Στερεάς ήσαν κατά παράδοσιν φίλοι των.

48. Οι Κορίνθιοι, αφού είχαν ετοιμασθή, παρέλαβαν τροφάς τριών ήμερων, και εξέπλευσαν εν καιρώ νυκτός από το Χειμέριον με τον σκοπόν να ναυμαχήσουν, και κατά τα εξημερώματα, ενώ έπλεαν, βλέπουν αιφνιδίως τον στόλον των Κερκυραίων, όχι μόνον εις την ανοικτήν θάλασσαν, αλλά και διευθυνόμενον εναντίον των. Ευθύς ως αντελήφθησαν οι μεν τους δε αντιπαρετάχθησαν, και εις μεν το δεξιόν των Κερκυραίων ετάχθησαν τα Αθηναϊκά πλοία, την δε λοιπήν παράταξιν κατέλαβαν οι ίδιοι, διαιρέσαντες τα πλοία των εις τρεις μοίρας, εκάστης των οποίων αρχηγός ήτο είς από τους τρεις στρατηγούς. Και η μεν παράταξις των Κερκυραίων ήτο τοιαύτη. Προς το μέρος των Κορινθον, εξ άλλου, το μεν δεξιόν κέρας κατέλαβαν τα πλοία των Μεγαρέων και των Αμπρακιωτών, εις το μέσον ετάχθησαν τα πλοία των αλλων συμμάχων, ενώ το αριστερόν κατέλαβον μόνοι οι Κορίνθιοι με τα ευκινητότερα από τα πλοία των, έχοντες αντιμετώπους τους Αθηναίους και το δεξιόν κέρας των Κερκυραίων.

49. Όταν υψώθη από τα δυο μέρη το σήμα της μάχης, συμπλακέντες ήρχισαν την ναυμαχίαν, έχοντες αμφότεροι επί των καταστρωμάτων, κατά τον πάλαιαν αδέξιον τρόπον της τακτικής, πολλούς οπλίτας και πολλούς τοξότας και ακοντιστάς. Η ναυμαχία υπήρξε πεισματώδης, όχι λόγω επιδειχθείσης ναυτικής τέχνης, όσον διότι προσέλαβε την μορφήν πεζομαχίας μάλλον. Καθ' όσον, οσάκις δύο πλοία ήθελαν συμπλακή, δεν απεσπάτο πλέον το εν από το άλλο, εν μέρει μεν ένεκα του πλήθους και του συνωστισμού των πλοίων, εν μέρει δε διότι την νίκην εβάσιζαν πολύ περισσότερον εις τους επί των καταστρωμάτων οπλίτας, οι οπλίτας, οι οποίοι εμάχοντο σταθερώς, ενώ τα πλοία έμεναν εν τω μεταξύ ακίνητα. Καμμία απόπειρα διασπάσεως της εχθρικής παρατάξεως δεν εγίνετο, αλλά το θάρρος και η σωματική δύναμις αντικαθίστων την ελλείπουσαν πολεμικήν τέχνην. Ως εκ τούτου, παντού επεκράτει μεγάλος θόρυβος και σύγχυσις κατά την ναυμαχίαν. Τα Αθηναϊκά πλοία προσέτρεχαν όπου έβλεπαν τους Κερκυραίους πιεζομένους, και συνεκράτουν τους εναντίους, δεν ήρχιζαν όμως εχθροπραξίας, διότι οι στρατηγοί εφοβούντο να παραβούν τας διαταγάς των Αθηναίων. Προ πάντων, το δεξιόν κέρας των Κορινθίων υπέφερε. Διότι οι Κερκυραίοι με είκοσι πλοία τους έτρεψαν εις φυγήν, τους κατεδίωξαν μέχρι της ακτής και τους διεσκόρπισαν, και πλεύσαντες κατ' ευθείαν προς το στρατόπεδόν των και αποβιβασθέντες διήρπασαν όσα πράγματα ευρήκαν εκεί και έκαυσαν τας ερήμους σκηνάς. Έτσι εις το μέρος τούτο της μάχης οι Κορίνθιοι και οι σύμμαχοι των περιήρχοντο εις υποδεεστέρας θέσεις και οι Κερκυραίοι επεκράτουν. Εις το αριστερόν όμως, όπου ήσαν oι Κορίνθιοι μόνοι, η υπεροχή των ήτο κατάδηλος. Διότι οι Κερκυραίοι, οι οποίοι και εξ αρχής εμειονέκτουν κατά τον αριθμόν των πλοίων, εμειονέκτουν ήδη ακόμη περισσότερον λόγω της απομακρύνσεως των είκοσι πλοίων, τα οποία απεσπάσθησαν διά την καταδίωξιν. Οι Αθηναίοι, εξ άλλου, βλέποντες τους Κερκυραίους πιεζομένους, ήρχιζαν να βοηθούν πλέον αυτούς περισσότερον ανεπιφυλάκτως, και απέφευγαν μεν κατ' αρχάς την διά του εμβόλου επίθεσιν, όταν όμως οι Κερκυραίοι ήρχισαν οριστικώς τρεπόμενοι εις φυγήν και οι Κορίνθιοι τους κατεδίωκαν εκ του πλησίον, τότε πλέον καθένας επελαμβάνετο του έργου και κάθε διάκρισις ετέθη του λοιπού κατά μέρος, και τα πράγματα περιήλθαν εις τοιούτο σημείον, ώστε οι Κορίνθιοι και οι Αθηναίοι ηναγκάσθησαν να επιτεθούν οι μεν κατά των δε.
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»

Re: Θουκυδίδου Ιστορίαι

13
50. Μετά την κατατρόπωσιν των Κερκυραίων, οι Κορίνθιοι δεν ερρυμούλκησαν τα σκάφη των εχθρικών πλοίων, όσα είχαν αχρηστεύσει, αλλά πλέοντες διά μέσου αυτών έστρεψαν την προσοχήν των προς τους ανθρώπους, φονεύοντες αυτούς κατά προτίμησιν, αντί να τους αιχμαλωτίζουν. Μη εννοήσαντες δε ότι το δεξιόν των κέρας είχεν ηττηθή, εφόνευαν κατά λάθος και τους ιδικούς των φίλους. Διότι τόσον πολλά ήσαν τα πλοία και των δύο μερών και τόσον μεγάλην έκτασιν θαλάσσης κατελάμβαναν, ώστε μετά την έναρξιν της συμπλοκής ήτο δύσκολον μεταξύ νικητών και ηττημένων να διακρίνη κανείς τον φίλον από τον εχθρόν. Διότι ουδέποτε δύο τόσον πολυάριθμοι Ελληνικοί στόλοι είχαν τωόντι ναυμαχήσει εναντίον αλλήλων. Αλλ' αφού οι Κορίνθιοι κατεδίωξαν τους Κερκυραίους μέχρι της Κερκυραϊκής ακτής, εστράφησαν προς τα ναυάγια και τους νεκρούς των, εκ των οποίων ημπόρεσαν να περισώσουν και μεταφέρουν το πλείστον μέρος εις τα Σύβοτα, λιμένα ακατοίκητον της Θεσπρωτίας, όπου ο στρατός των βαρβάρων είχεν έλθει εις βοήθειαν των. Μετά τούτο, ανασυνταχθέντες έπλεαν και πάλιν εναντίον των Κερκυραίων, οι οποίοι με τα πλοία όσα είχαν απομείνει μάχιμα, όσα δεν είχαν λάβει μέρος εις την ναυμαχίαν, και τα Αττικά, εξέπλευσαν και αυτοί διευθυνόμενοι εναντίον των, διότι, εφοβήθησαν μήπως αποπειραθούν απόβασιν εις την Κέρκυραν. Ήτο ήδη αργά και είχε δοθή διά του παιάνος το σύνθημα της επιθέσεως, όταν οι Κορίνθιοι ήρχισαν αιφνιδίως ν' ανακρούουν πρύμναν, διότι διέκριναν επερχόμενα είκοσι Αθηναϊκά πλοία, τα όποια οι Αθηναίοι είχαν στείλει προς βοήθειαν μετά τα προηγουμένως σταλέντα δέκα, καθόσον εφοβήθησαν μήπως νικηθούν οι Κερκυραίοι, όπως και έγινε, και τα ιδικά των δέκα πλοία είναι ανεπαρκή να τους βοηθήσουν αποτελεσματικώς.

51. Τα πλοία λοιπόν αυτά ιδόντες από μακράν οι Κορίνθιοι, και υποπτεύσαντες ότι είναι Αθηναϊκά και περισσότερα από όσα εφαίνοντο, ήρχισαν υποχωρούντες. Οι Κερκυραίοι δεν τα έβλεπαν (διότι ως εκ της θέσεως από την οποίαν ήρχοντο, ήσαν ολιγώτερον ορατά εις αυτούς) και εξεπλήττοντο, διότι οι Κορίνθιοι ανέκρουαν πρύμναν, μέχρις ότου τέλος μερικοί από αυτούς τα αντελήφθησαν και είπαν: "Να εκεί πέρα πλοία που έρχονται προς τα εδώ". Τότε, όμως, ήρχισαν και αυτοί αποχωρούντες, διότι ήρχισε να σκοτεινιάζη πλέον. Και οι Κορίνθιοι, εξ άλλου, στρέψαντες πρώραν απέπλευσαν. Τοιουτοτρόπως οι δύο στόλοι απεχωρίσθησαν και η ναυμαχία έληξεν όταν ενύκτωνεν ήδη. Αλλά καθ' ην ώραν οι Κερκυραίοι προσωρμίζοντο εις την Λευκίμνην, τα είκοσι αυτά Αθηναϊκά πλοία, υπό την αρχηγίαν του Γλαύκωνος, υιού του Λεάγρου, και του Δρακοντίδου, υιού του Λεωγόρου, προχωρήσαντα διά μέσου των νεκρών και, των ναυαγίων, κατέπλευσαν εις το αυτό ορμητήριον πριν πέραση πολλή ώρα αφ' ότου είχαν φανή. Οι Κερκυραίοι (επειδή είχεν ήδη νυκτώσει) εφοβήθησαν μήπως είναι εχθρικά, αλλ' έπειτα τα ανεγνώρισαν και τα Αθηναϊκά πλοία ηγκυροβόλησαν ελευθέρως.

52.

Άφιξις του Αθηναϊκού στόλου


Την επιούσαν, τα τριάντα Αττικά πλοία και όσα από τα Κερκυραϊκά είχαν απομείνει μάχιμα, εκπλεύσαντα από το ορμητήριόν των, διηυθύνθησαν προς τον λιμένα των Συβότων, διά να εξακριβώσουν εάν οι Κορίνθιοι, που ήσαν ηγκυροβολημένοι εκεί, είχαν σκοπόν να ναυμαχήσουν. Αλλ' οι Κορίνθιοι, αφού εξέπλευσαν και παρέταξαν τον στόλον των εις την ανοικτήν θάλασσαν, έμεναν ήσυχοι, διότι καμμιάν πρόθεσιν δεν είχαν να κάμουν έναρξιν της μάχης, εάν ημπορούσαν να την αποφύγουν, καθόσον έβλεπαν ότι όχι μόνον νέα ανέπαφα πλοία είχαν φθάσει εξ Αθηνών, αλλά και αυτοί είχαν περιέλθει εις πολλήν αμηχανίαν, αφ' ενός ως εκ της ανάγκης να φρουρούν τους αιχμαλώτους, που είχαν εις τα πλοία των, και αφ' ετέρου ένεκα της αδυναμίας της εκτελέσεως, λόγω του ακατοικήτου του μέρους. Αντιθέτως, διεσκέπτοντο μάλλον περί του τρόπου, κατά τον οποίον ηδύναντο να πραγματοποιήσουν τον πλουν της εις τα ίδια επιστροφής, καθόσον εφοβούντο μήπως οι Αθηναίοι, θεωρούντες, ότι είχε διαρρηχθή η Τριακονταετής συνθήκη (διότι ήλθαν εις χείρας), θελήσουν να εμποδίσουν τον απόπλουν των.

53. Απεφάσισαν, λοιπόν, να επιβιβάσουν μερικούς άνδρας επί μικρού σκάφους και τους αποστείλουν άνευ κηρυκείου προς τους Αθηναίους, διά να εξακριβώσουν τας προθέσεις των. Και διεμήνυσαν προς αυτούς τα εξής περίπου: "Διαπράττετε αδικίαν, άνδρες Αθηναίοι, κάμνοντες αρχήν πολέμου και παραβιάζοντες τας συνθήκας. Διότι ενόπλως επεμβαίνετε εναντίον μας, ενώ ημείς ζητούμεν απλώς να τιμωρήσωμεν τους εχθρούς μας. Εάν σκοπεύετε να μας εμποδίσετε να πλεύσωμεν εναντίον της Κερκύρας ή όπου αλλού θέλομεν και αθετείτε τοιουτοτρόπως την Τριακονταετή συνθήκην, συλλάβετε ημάς εδώ πρώτους και μεταχειρισθήτε μας ως εχθρούς". Έτσι ωμίλησαν οι απεσταλμένοι των Κορινθίων. Από το μέρος των Κερκυραίων, εξ άλλου, ο στρατός όσος ήκουσε τα λεχθέντα εκραύγαζε: "Πιάστε τους και σκοτώστε τους". Αλλ' οι Αθηναίοι έδωσαν την επομένην απάντησιν: "Ούτε αρχήν πολέμου κάμνομεν, Πελοποννήσιοι, ούτε την Τριακονταετή συνθήκην αθετούμεν, αλλ' ήλθαμεν προς βοήθειαν των Κερκυραίων εδώ, οι οποίοι είναι σύμμαχοί μας. Δεν σας εμποδίζομεν λοιπόν εάν θέλετε να πλεύσετε προς κανέν άλλο μέρος. Εάν όμως πλεύσετε εναντίον της Κερκύρας ή εναντίον άλλου μέρους της επικρατείας των, δεν θα το επιτρέψωμεν, εφόσον ημπορούμεν".

54.

Διεκδίκησις της νίκης υπό των δύο αντιπάλων


Μετά την τοιαύτην απάντησιν των Αθηναίων, οι μεν Κορίνθιοι και τον πλουν της επιστροφής ήρχισαν να ετοιμάζουν και τρόπαιον έστησαν εις τον επί της Ηπείρου λιμένα των Συβότων. Οι Κερκυραίοι, εξ άλλου, συνέλεξαν τα πτώματα των πεσόντων, καθώς και τους ναυαγούς και τα ναυάγια, που είχαν διευθυνθή προς την ακτήν των υπό του ρεύματος και του ανέμου, ο οποίος εσηκώθη διαρκούσης της νυκτός και είχε διασκορπίσει αυτά προς όλας τας διευθύνσεις, και έστησαν αντίθετον τρόπαιον εις μίαν από τας νήσους Σύβοτα, ως να ήσαν νικηταί. Και τα δύο μέρη διεξεδίκουν την νίκην επί τη βάσει διαφόρων ο καθένας σκέψεων. Οι μεν Κορίνθιοι έστησαν τρόπαιον, διότι επεκράτησαν κατά την ναυμαχίαν μέχρι της νυκτός, ώστε και πλείστα ναυάγια και νεκρούς να μεταφέρουν εις το ορμητήριόν των και αιχμαλώτους όχι ολιγωτέρους από χιλίους συνέλαβαν, και εχθρικά πλοία περί τα εβδομήντα κατεβύθισαν. Οι Κερκυραίοι, εξ άλλου, διότι κατέστρεψαν τριάντα περίπου εχθρικά πλοία και μετά την άφιξιν των Αθηναίων συνέλεξαν τα πτώματα καθώς και τους ναυαγούς και τα ναυάγια, που είχαν διευθυνθή προς την ακτήν των, και διότι την προτεραίαν οι Κορίνθιοι, όταν είδαν τ' Αθηναϊκά πλοία και αφού ήλθαν οι Αθηναίοι, υπεχώρησαν ανακρούοντες πρύμναν, και ηρνήθησαν, όταν εξέπλευσαν από τον λιμένα των Συβότων, να επιτεθούν. Δι' όλους αυτούς τους λόγους έστησαν τρόπαιον. Τοιουτοτρόπως και τα δύο μέρη διεξεδίκουν την νίκην.

55. Κατά τον πλουν της επιστροφής, οι Κορίνθιοι κατέλαβαν δι' απάτης το Ανακτόριον, το οποίον, κείμενον κατά την είσοδον του Αμπρακικού κόλπου, ήτο κοινή αποικία αυτών καιτων Κερκυραίων, και εγκαταστήσαντες εις αυτό Κορινθίους αποίκους, επέστρεψαν εις τα ίδια. Εκ των Κερκυραίων αιχμαλώτων, οκτακόσιους μεν, οι οποίοι ήσαν δούλοι, επώλησαν, τους δε λοιπούς διακόσιους πενήντα εκράτησαν εις τας φυλακάς και τους επεριποιούντο πολύ, ελπίζοντες ότι ούτοι, μετά την επιστροφήν των εις την Κέρκυραν, ημπορούσαν να επιτύχουν την μεταστροφήν της πολιτικής της υπέρ των Κορινθιακών συμφερόντων, καθόσον οι περισσότεροι απ' αυτούς έτυχε να είναι εκ των τα πρώτα φερόντων της πόλεως. Τοιουτοτρόπως ο πόλεμος προς τους Κορινθίους έληξεν υπέρ της Κερκύρας και τ' Αθηναϊκά πλοία ανεχώρησαν εξ αυτής. Και αυτή υπήρξεν η πρώτη αιτίασις, την οποίαν οι Κορίνθιοι είχαν διά τον πόλεμον κατά των Αθηναίων, ότι δηλαδή οι τελευταίοι, συμπράττοντες με τους Κερκυραίους, εναυμάχησαν εναντίον των, εις εποχήν που ευρίσκοντο εις ειρηνικάς σχέσεις, επί τη βάσει των συνθηκών.
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»

Re: Θουκυδίδου Ιστορίαι

14
56.

Μέτρα των Αθηναίων προς πρόληψιν επαναστάσεως της Ποτειδαίας


Αλλ' ευθύς μετά ταύτα συνέβησαν και τα επόμενα γεγονότα, τα οποία επροκάλεσαν μεταξύ Αθηναίων και Πελοποννησίων νέας διαφοράς, οδηγούσας εις πόλεμον. Ενώ δηλαδή οι Κορίνθιοι εβυσσοδόμουν πως να τους εκδικηθούν, οι Αθηναίοι, υποπτευθέντες τους εχθρικούς των σκοπούς, απήτησαν από τους Ποτειδαιάτας, οι οποίοι κατοικούν παρά τον Ισθμόν της Παλλήνης και είναι άποικοι των Κορινθίων, αλλά σύμμαχοι φόρου υποτελείς των Αθηναίων, να κατεδαφίσουν το προς την Παλλήνην τείχος των και να δώσουν ομήρους, και συγχρόνως ν' αποπέμψουν και μη δέχωνται του λοιπού τους ανωτάτους λειτουργούς, τους οποίους έστελλεν η Κόρινθος καθό μητρόπολις της Ποτειδαίας. Διότι εφοβήθησαν μήπως οι Ποτειδαιάται, παρασυρόμενοι υπό τον Περδίκκαν και τους Κορινθίους, επαναστατήσουν και ωθήσουν εις επανάστασιν και τους άλλους επί της Χαλκιδικής συμμάχους.

57. Τα προληπτικά αυτά μέτρα απέναντι των Ποτειδαιατών ήρχισαν να λαμβάνουν οι, Αθηναίοι ευθύς μετά την ναυμαχίαν της Κερκύρας. Διότι όχι μόνον οι Κορίνθιοι ήσαν πλέον εις φανεράν προς αυτούς διάστασιν, αλλά και ο υιός του Αλεξάνδρου Περδίκκας, βασιλεύς των Μακεδόνων, ο οποίος ήτο πριν φίλος και σύμμαχός των, είχε γίνει ήδη εχθρός. Και έγινεν εχθρός, διότι οι Αθηναίοι συνεμάχησαν με τον αδελφόν του Φίλιππον και τον Δέρδαν, οι οποίοι διεξήγαν κοινόν κατ' αυτού αγώνα. Ανησυχών, ως εκ τούτου, και εις την Λακεδαίμονα έστειλεν επανειλημμένως απεσταλμένους, προσπαθών να προκαλέση πόλεμον μεταξύ Αθηναίων και Πελοποννησίων, και τους Κορινθίους εζήτει να προσεταιρισθή, διά να επιτυχή την αποστασίαν της Ποτειδαίας. Επρότεινεν, άλλωστε, και εις τους Βοττιαίους και εις τας άλλας πόλεις της Χαλκιδικής να συμμετάσχουν της επαναστάσεως, διότι ενόμιζεν ότι αν είχε συμμάχους τα διαμερίσματα αυτά, τα οποία συνορεύουν με την επικράτειάν του, η σύμπραξις αυτών θα διηυκόλυνε την διεξαγωγήν του πολέμου. Αλλ' οι Αθηναίοι, εννοήσαντες τους σκοπούς του, ηθέλησαν να προλάβουν την επανάστασιν. Και επειδή συνέπεσε να επίκειται τότε η αναχώρησις τριάντα πλοίων και χιλίων οπλιτών, αποστελλομένων κατά του Περδίκκα, υπό την αρχηγίαν του Αρχεστράτου, υιού του Λυκομήδους, και τεσσάρων αλλων στρατηγών, παρήγγειλαν εις τούτους όχι μόνον να λάβουν ομήρους από τους Ποτειδαιάτας, αλλά και να κατεδαφίσουν το τείχος των, και να επιτηρούν συγχρόνως τας πλησίον πόλεις, διά να μην επαναστατήσουν.

58.

Επανάστασις των Ποτειδαιατών


Οι Ποτειδαιάται, εξ άλλου, έστειλαν πρέσβεις προς τους Αθηναίους, μήπως ημπορέσουν να τους πείσουν να μη λάβουν βίαια εναντίον των μέτρα. Συγχρόνως άλλοι πρέσβεις των, συν δευόμενοι από Κορινθίους, ήλθαν εις την Λακεδαίμονα, διά να εξασφαλίσουν ταχείαν επικουρίαν διά την περίπτωσιν ανάγκης. Αλλ' επειδή από μεν τους Αθηναίους, μετά μακράς διαπραγματεύσεις, κανέν ικανοποιητικόν αποτέλεσμα δεν επέτυχαν, τουναντίον δε τα πλοία, τα όποια προωρίζοντο αρχικώς κατά της Μακεδονίας, είχαν αποπλεύσει διευθυνόμενα και κατ' αυτών επίσης, ενώ αντιθέτως η κυβέρνησις των Λακεδαιμονίων τους υπέσχετο ότι εάν οι Αθηναίοι επιτεθούν κατά της Ποτειδαίας, αυτοί θα εισβάλουν εις την Αττικήν, εθεώρησαν ότι ήλθε πλέον η κατάλληλος στιγμή, και συνομολογήσαντες προς τους Χαλκιδείς και τους Βοττιαίους συμμαχίαν, επισφραγισθείσαν δι' όρκου, επανεστάτησαν από κοινού. Συγχρόνως ο Περδίκκας έπεισε τους Χαλκιδείς να εγκαταλείψουν και κατεδαφίσουν τας παραλίους πόλεις των και εγκατασταθούν μεσογειότερον εις την Όλυνθον, εγκαθιστώντες εκεί μίαν, αλλ' ισχυράν πόλιν. Εις εκείνους που εγκατέλειψαν τας πόλεις των έδωσε προς καλλιέργειαν, δι' ολόκληρον την διάρκειαν του κατά των Αθηναίων ενδεχομένου πολέμου, μέρος του εις αυτόν ανήκοντος εδάφους της Μυγδονίας περί την λίμνην Βόλβην, και έτσι οι Χαλκιδείς, κατεδαφίσαντες τας πόλεις των, ήρχισαν συνοικιζόμενοι μεσογειότερον και παρασκευαζόμενοι διά τον πόλεμον.

59. Όταν τα τριάντα Αθηναϊκά πλοία έφθασαν εις την Χαλκιδικήν, ευρήκαν ότι η Ποτείδαια και αι άλλαι πόλεις είχαν ήδη επαναστατήσει. Και επειδή οι στρατηγοί έκριναν ότι δεν ημπορούσαν με τας παρούσας δυνάμεις των να διεξαγάγουν πόλεμον συγχρόνως εναντίον του Περδίκκα και των πόλεων όσαι από κοινού είχαν επαναστατήσει, εστράφησαν προς την Μακεδονίαν, κατά της οποίας και αρχικώς είχαν αποστολή, και αφού εξασφάλισαν βάσιν επιχειρήσεων, διεξήγαν τον πόλεμον από κοινού με τον Φίλιππον και τους αδελφούς του Δέρδου, των οποίων ο στρατός είχεν ήδη εισβάλει από το εσωτερικόν.

60.

Κορινθιακή βοήθεια εις Ποτείδαιαν


Τώρα, όμως, που η Ποτείδαια είχεν επαναστατήσι και ο Αθηναϊκός στόλος ευρίσκετο εις τας ακτάς της Μακεδονίας, οι Κορίνθιοι ανησύχουν σοβαρώς διά την Ποτείδαιαν, και θεωρούντες τον κίνδυνον αυτής κίνδυνον ιδικόν των, απέστειλαν εκεί Κορινθίους εθελοντάς και όσους από την άλλην Πελοπόννησον εστρατολόγησαν, προσελκύσαντες αυτούς διά του μισθού, χιλίους εξακόσιους εν συνόλω οπλίτας και τετρακοσίους ελαφρώς ωπλισμένους στρατιώτας. Την αρχηγίαν αυτών είχεν ο Αριστεύς, υιός του Αδειμάντου, λόγω του ότι ήτο ανέκαθεν εις φιλικός σχέσεις με τους Ποτειδαιάτας, και χάριν της φιλίας αυτού προ πάντων είχαν λάβει μέρος εις την εκστρατείαν οι περισσότεροι από τους Κορινθίους εθελοντάς. Η δύναμις αυτή έφθασεν εις την Χαλκιδικήν σαράντα ημέρας μετά την επανάστασιν της Ποτειδαίας.

61.

Αθηναίοι κατά της Ποτειδαίας


Αλλ' επειδή η αγγελία της επαναστάσεως των πόλεων αυτών ήλθεν αμέσως και εις τους Αθηναίους, άμα ως έμαθαν ούτοι ότι και το υπό τον Αριστέα στράτευμα ευρίσκετο καθ' οδόν, απέστειλαν δισχιλίους από τους ιδικούς των οπλίτας και σαράντα πλοία υπό την αρχηγίαν του Καλλίου, υιού του Καλλιάδου, και τεσσάρων άλλων στρατηγών. Η δύναμις αυτή, μόλις έφθασεν εις την Μακεδονίαν, ευρήκεν ότι οι προαποσταλέντες χίλιοι οπλίται είχαν προ ολίγου κυριεύσει την Θέρμην και επολιόρκουν ήδη την Πύδναν, στρατοπεδεύσαντες δε και αυτοί προ της Πύδνης μετέσχον της πολιορκίας. Αλλά μετ' ολίγον ο Αθηναϊκός στρατός ηναγκάσθη να συνομολόγηση συνθήκην και συμμαχίαν προς τον Περδίκκαν. Διότι η κατάστασις της Ποτειδαίας, όπου εν τω μεταξύ είχε φθάσει ο Αριστεύς, απήτει την άμεσον εκεί παρουσίαν των. Ως εκ τούτου, ανεχώρησαν εκ Μακεδονίας και διά Βερροίας έφθασαν εις το έδαφος της Στρέψας. Κατόπιν ανεπιτυχούς αποπείρας προς κατάληψιν της τελευταίας αυτής πόλεως, επορεύοντο διά ξηράς εις την Ποτείδαιαν με δύναμιν τριών χιλιάδων Αθηναίων οπλιτών, πολλών επί πλέον από τους πιστούς. απομείναντας συμμάχους, και εξακοσίων Μακεδόνων ιππέων υπό την διοίκησιν του Φιλίππου και του Παυσανίου. Συγχρόνως ο στόλος των, αποτελούμενος από εβδομήντα πλοία, έπλεε παρά την ακτήν. Διά βραδείας πορείας έφθασαν την τρίτην ημέραν εις Γίγωνον, όπου και εστρατοπέδευσαν.
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»

Re: Θουκυδίδου Ιστορίαι

15
62.

Νίκη των Αθηναίων κατά Πελοποννησίων και Ποτειδαιατών


Οι Ποτειδαιάται, εξ άλλου, και η υπό τον Αριστέα Πελοποννησιακή δύναμις, αναμένοντες τους Αθηναίους, ήσαν στρατοπεδευμένοι εις τον ισθμόν προς το μέρος της Ολύνθου και είχαν εγκαταστήσει αγοράν έξω της πόλεως. Αρχηγόν ολοκλήρου μεν της πεζής δυνάμεως είχαν εκλέξει οι σύμμαχοι τον Αριστέα, του δε ιππικού τον Περδίκκαν, διότι ούτος είχε πάλιν εγκαταλείψει αμέσως τους Αθηναίους και εμάχετο παρά το πλευρόν των Ποτειδαιατών, αφήσας αντιβασιλέα προς διοίκησιν της Μακεδονίας τον Ιόλαον. Κατά το σχέδιον του Αριστέως, αυτός μεν, έχων υπό τας αμέσους διαταγάς του τον στρατόν εις τον ισθμόν, θα είχεν εστραμμένην την προσοχήν του κατά ενδεχομένης προελάσεως των Αθηναίων, ενώ οι Χαλκιδείς, και οι εκτός του ισθμού λοιποί σύμμαχοι, και οι διακόσιοι ιππείς του Περδίκκα, θα έμεναν εις Όλυνθον. Και όταν οι Αθηναίοι ήθελαν προχωρήσει, διά να προσβάλουν τον στρατόν του Αριστέως, θα ήρχοντο αυτοί από την Όλυνθον εις βοήθειάν του, προσβάλλοντες αυτούς εκ των νώτων, θέτοντες αυτούς εις το μέσον των δύο τμημάτων του συμμαχικού στρατού. Ο αρχηγός των Αθηναίων Καλλίας, εξ άλλου, και οι στρατηγοί του έστειλαν το Μακεδονικόν ιππικόν και ολίγους από τους συμμάχους προς την διεύθυνσιν της Ολύνθου, διά να εμποδίσουν τους εκεί στρατοπεδευμένους να έλθουν εις βοήθειαν, ενώ οι ίδιοι, εκκινήσαντες επί κεφαλής του στρατού των, εβάδιζαν κατά της Ποτειδαίας. Και όταν έφθασαν εις τον ισθμόν και είδαν τους εναντίους ετοιμαζομένους προς μάχην, ήρχισαν ν' αντιπαρατάσσονται και αυτοί και μετ' ολίγον οι δύο στρατοί ήλθαν εις χείρας. Και το μεν κέρας, το οποίον κατείχεν ο Αριστεύς με τους περί αυτόν επιλέκτους Κορινθίους και άλλους συμμάχους, έτρεψεν εις φυγήν το μέρος του εχθρικού στρατού που ήτο απέναντι των και επροχώρησαν καταδιώκοντες αυτούς εις ικανήν απόστασιν. Αλλ' ο λοιπός στρατός και των Ποτειδαιατών και των Πελοποννησίων ενικήθη από τους Αθηναίους και κατέφυγεν εις το τείχος της Ποτειδαίας.

63. Όταν ο Αριστεύς, επιστρέφων από την καταδίωξιν, είδε την ήτταν του λοιπού στρατού, ευρέθη εις αμηχανίαν, εάν έπρεπε να ενεργήση την κινδυνώδη υποχώρησίν του, διευθυνόμενος προς την Όλυνθον ή επιστρέφων εις την Ποτείδαιαν. Απεφάσισε τέλος να συμπτύξη τον στρατόν εις φάλαγγα όσον το δυνατόν πυκνοτέραν και να εκβιάση τρέχων την είσοδόν του εις την Ποτείδαιαν. Και κατώρθωσε διά του κυματοθραύστου, του ευρισκομένου εμπρός από το προς την θάλασσαν τείχος, να φθάση πράγματι εντός αυτής, με δυσκολίαν, εν τούτοις, και υπό βροχήν βλημάτων. Μολονότι δε υπέστη μερικάς απωλείας, έσωσε τους περισσοτέρους άνδρας του. Οι σύμμαχοι των Ποτειδαιατών, οι στρατοπεδευμένοι εις την Όλυνθον (η οποία απέχει εξήντα περίπου σταδίους από το πεδίον της μάχης, χωρίς να υπάρχη τίποτε, εν τω μεταξύ, παρεμποδίζον την θέαν), όταν ήρχισεν η μάχη και υψώθη το σήμα της προελάσεως, επροχώρησαν εις μικράν απόστασιν, διά να έλθουν εις βοήθειαν, ενώ αντιθέτως το Μακεδονικόν ιππικόν παρετάχθη απέναντι των, διά να τους εμποδίση. Αλλ' επειδή η νίκη των Αθηναίων συνεπληρώθη ταχέως και το σήμα κατεβιβάσθη, αυτοί μεν επέστρεψαν πάλιν εντός του τείχους της Ολύνθου, το δε Μακεδονικόν ιππικόν προς τους Αθηναίους. Τοιουτοτρόπως το ιππικόν δεν έλαβε μέρος εις την μάχην, ούτε από το εν μέρος, ούτε από το άλλο. Οι Αθηναίοι έστησαν κατόπιν της μάχης τρόπαιον και απέδωκαν κατόπιν ανακωχής εις τους Ποτειδαιάτας τους νεκρούς των. Εφονεύθησαν δε από μεν τους Ποτειδαιάτας και από τους συμμάχους των κάτι ολιγώτεροι από τριακόσιοι, από τους ιδίους δε τους Αθηναίους εκατόν πενήντα και ο στρατηγός των Καλλίας,
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»
Απάντηση

Επιστροφή στο “Αρχαία Ελληνική Γραμματεία”

cron