Το σωματικό βάρος γέννησης καθορίζει την μελλοντική υγεία του ατόμου

1
Το σωματικό βάρος γέννησης καθορίζει την μελλοντική υγεία του ατόμου












Λονδίνο: Οι αλλαγές στα αιμοφόρα αγγεία που σχετίζονται με την κακή κατάσταση της υγείας μετέπειτα στην ζωή του ατόμου, μπορούν να εντοπιστούν εντός λίγων ετών από τη γέννηση ειδικά των αγοριών με μικρό σωματικό μέγεθος, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο European Heart Journal.

Σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου του Σαουθάμπτον τα αγόρια οκτώ ετών που είχαν γεννηθεί με μικρό μέγεθος ήταν πιθανότερο να έχουν αγγειακή αντίσταση, γεγονός που μπορεί να συντελέσει σε εκδήλωση υπέρτασης δεκαετίες αργότερα. Ωστόσο, παρόμοιο πρόβλημα δεν παρατηρήθηκε στα κορίτσια που είχαν γεννηθεί επίσης μικρά.

Παλαιότερη μελέτη είχε δείξει ότι το σωματικό μέγεθος γέννησης σχετίζεται με την μετέπειτα εκδήλωση καρδιακής νόσου και διαβήτη.

Κανείς εκ των 140 οκτάχρονων ή εννιάχρονων που ελέγχθηκαν στα πλαίσια της μελέτης δεν είχε πραγματικά σημάδια καρδιακής νόσου, πάθηση που φυσιολογικά εκδηλώνεται πολύ μετέπειτα.

Ωστόσο, οι επιστήμονες πιστεύουν ότι ακόμη και σ' αυτό το πρώιμο ηλικιακό στάδιο, οι αρτηρίες των συγκεκριμένων παιδιών μπορεί να έχουν διαφορές που ίσως αυξάνουν τον κίνδυνο προβλημάτων δεκαετίες αργότερα.

Ειδικότερα, μελέτησαν πως το παιδί αντιδρούσε στο στρες και πως αυτή η αντίδραση επηρεάζει την αγγειακή αντίσταση, μια ιδιότητα των αιμοφόρων αγγείων που κάνει το αίμα δυσκολότερο να αντληθεί.

Ενώ η αγγειακή αντίσταση δεν προκαλεί άμεσο πρόβλημα στο παιδί, υπάρχουν στοιχεία ότι τα υψηλότερα επίπεδα της, ειδικότερα αν είναι διατηρήσιμα μετά από μια πολύ στρεσογόνο κατάσταση, αυξάνουν την πιθανότητα προβλημάτων αρτηριακής πίεσης στην ενήλικη ζωή.

Όλα τα παιδιά υποβλήθηκαν στην δοκιμασία της εκφώνησης μιας δημόσιας ομιλίας και σε τεστ αριθμητικής σχεδιασμένο να τα κάνει νευρικά και να αυξήσει τον καρδιακό παλμό τους.

Αν και τα παιδιά είχαν φυσιολογικό σωματικό βάρος γέννησης, τα αγόρια στο χαμηλότερο άκρο της κλίμακας είχαν περισσότερες πιθανότητες να έχουν υψηλότερη αγγειακή αντίσταση εν συγκρίσει με τα παιδιά που είχαν γεννηθεί μεγαλύτερα.

Η διαφορά στην αντίσταση μεταξύ μεγαλύτερων και μικρότερων παιδιών σύμφωνα με το βάρος γέννησης ήταν ιδιαίτερα ισχυρή μισή ώρα μετά τη δοκιμασία, γεγονός που δείχνει μερικές επιπρόσθετες διαφορές στην ικανότητα του αγοριού να επαναφέρει στο φυσιολογικό τις σωματικές του λειτουργίες.

Στα κορίτσια δεν παρατηρήθηκε ανάλογη επίδραση, αλλά αντίθετα διαπιστώθηκαν διαφορετικά επίπεδα αντίδρασης στο τμήμα του νευρικού τους συστήματος που σχετίζεται με την αντίδραση «μάχη ή φυγή».

Ο Δρ Αλεξάντερ Τζόουνς που ηγήθηκε της έρευνας εξηγεί ότι «υπάρχουν φυλετικές διαφορές στις σχέσεις αυτές που είναι αξιοσημείωτες και τελικά μπορεί να οδηγήσουν σε καλύτερη κατανόηση του γιατί άνδρες και γυναίκες τείνουν να εκδηλώνουν υπέρταση και καρδιακή ή αγγειακή νόσο σε διαφορετικές χρονικές περιόδους της ζωής τους.

Διαφορετικοί υποκείμενοι μηχανισμοί για την εκδήλωση της ίδιας διαταραχής μπορεί να υπάρχουν στα δύο φύλα, αλλά να έχουν το ίδιο τελικό αποτέλεσμα».
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»
Απάντηση

Επιστροφή στο “Yγεία”