Γέροντας Παϊσιος ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ..

1
Ο αγώνας κατά των παθών

Γέροντα, όταν ο Προφήτης Δαβίδ έλεγε : «Πνεύματι ηγεμονικώ στήριξόν με», το ζητούσε;
- Ο Δαβίδ ζητούσε από τον Θεό να του δώση διοικητικό χάρισμα, επειδή είχε να κυβερνήση ανθρώπους. Αλλά και ο κάθε άνθρωπος χρειάζεται «πνεύμα ηγεμονικό», γιατί έχει να κυβερνήση τον εαυτό του ,για να μην τον κάνουν κουμάντο τα πάθη του.
- Γέροντα, τι είναι τα πάθη; ........


- Εγώ τα πάθη τα βλέπω σαν δυνάμεις της ψυχής. Ο Θεός δεν δίνει ελαττώματα αλλά δυνάμεις. Όταν όμως δεν αξιοποιούμε αυτές τις δυνάμεις για το καλό, έρχεται το ταγκαλάκι, τις εκμεταλλεύεται και γίνονται πάθη, και ύστερα γκρινιάζουμε και τα βάζουμε με τον Θεό. Ενώ, αν τις αξιοποιήσουμε στρέφοντάς τες εναντίον του κακού, μας βοηθούν στον πνευματικό αγώνα. Ο θυμός λ.χ. δείχνει ότι η ψυχή έχει ανδρισμό, ο οποίος βοηθάει στην πνευματική ζωή. Κάποιος που δεν είναι θυμώδης και δεν έχει ανδρισμό δεν μπορεί να βάλη εύκολα τον εαυτό του στην θέση του. Ο θυμώδης άνθρωπος ,αν αξιοποιήση στην πνευματική ζωή τη δύναμη που έχει , είναι σαν ένα γερό αυτοκίνητο που πιάνει την ευθεία και κανείς δεν το φθάνει. Αν όμως δεν την αξιοποιήση και αφήνη ανεξέλεγκτο τον εαυτό του, μοιάζει με αυτοκίνητο που τρέχει με υπερβολική ταχύτητα σε ανώμαλο δρόμο και κάθε τόσο εκτροχιάζεται.
Ο άνθρωπος πρέπει να γνωρίση τις δυνάμεις που έχει και να τις στρέψη στο καλό. Έτσι θα φθάση , με τη βοήθεια του Θεού, σε καλή πνευματική κατάσταση. Τον εγωισμό λ.χ. να τον στρέψη εναντίον του διαβόλου και να μην το βάζη κάτω, όταν πάη και τον πειράζη. Την τάση για φλυαρία να την αγιάση καλλιεργώντας την ευχή. Δεν είναι καλύτερα να μιλάη με τον Χριστό και να αγιάζεται παρά να φλυαρή και να αμαρτάνη; Ανάλογα δηλαδή με το πώς θα χρησιμοποιήση ο άνθρωπος τις δυνάμεις της ψυχής, μπορεί να γίνη καλός ή κακός.

Να μη δικαιολογούμε τα πάθη μας

- Γέροντα, μερικοί νομίζουν ότι δεν έχουν προϋποθέσεις για να κάνουν πνευματική ζωή και λένε: «Ουκ αν λάβης, παρά του μη έχοντος».
- Αν λένε κιόλας ότι τους βαραίνουν πάθη κληρονομικά και δικαιολογούν τον εαυτό τους, αυτό είναι ακόμη χειρότερο.
- Και όταν, Γέροντα, κάποιον όντως τον βαραίνουν;
- Κοίταξε να σου πω: Ο κάθε άνθρωπος έχει κληρονομικές καταβολές καλές και κακές. Πρέπει να αγωνισθή να απαλλαγή από τα ελαττώματα του και να καλλιεργήση τα καλά που έχει, για να γίνη μια αληθινή , χαριτωμένη εικόνα του Θεού.
Οι κακές κληρονομικές καταβολές δεν είναι εμπόδιο για την πνευματική πρόοδο. Γιατί, όταν αγωνίζεται κανείς, έστω και λίγο αλλά με πολύ φιλότιμο, τότε κινείται στον πνευματικό χώρο, στο θαύμα, και όλα τα άσχημα κληρονομικά τα διαλύει η Χάρις του Θεού.
Ο Θεός πολύ συγκινείται και πολύ βοηθάει μια ψυχή που έχει κακές κληρονομικές καταβολές και αγωνίζεται φιλότιμα στο ουράνιο πέταγμα με την ατροφική της φτερούγα- την κακή κληρονομικότητα. Γνωρίζω πολλούς που με την μικρή προσπάθεια που κατέβαλαν και με την μεγάλη βοήθεια του Θεού ελευθερώθηκαν από αυτά. Αυτοί οι άνθρωποι είναι για τον Θεό μεγάλοι ήρωες. Γιατί αυτό που θα συγκινήση τον θεό είναι η εργασία που θα κάνουμε στον παλαιό μας άνθρωπο.
- Γέροντα, το Βάπτισμα δεν εξαλείφει τις κακές κληρονομικές καταβολές;
- Το Βάπτισμα μας απαλλάσσει από την κατάρα του προπατορικού αμαρτήματος και από όλες τις αμαρτίες . Όταν βαπτίζεται ο άνθρωπος, ντύνεται τον Χριστό, απελευθερώνεται από το προπατορικό αμάρτημα και έρχεται η θεία Χάρις ∙οι κακές όμως κληρονομικές καταβολές μένουν. Μήπως ο Θεός δεν θα μπορούσε να τις εξαλείψη και αυτές με το Άγιο Βάπτισμα; Τις αφήνη όμως, για να αγωνισθούμε, να νικήσουμε και να στεφανωθούμε.
- Γέροντα, εγώ, όταν πέφτω συνέχεια σε κάποιο πάθος, λέω: «Έτσι γεννήθηκα, τέτοια είμαι».
- Ακόμη αυτό έλειψε, να μας πης ότι οι γονείς σου σου έδωσαν όλα τα ελαττώματα που έχεις. Από πάππον προς πάππον όλα τα ελαττώματα σ΄ εσένα δόθηκαν και όλα τα χαρίσματα στους άλλους;…Μήπως τα βάζεις και με τον Θεό; Όποιος λέει: « εγώ αυτόν τον χαρακτήρα έχω, έτσι γεννήθηκα, έχω άσχημες κληρονομικές καταβολές, μ’ αυτές τις συνθήκες μεγάλωσα, άρα δεν μπορώ να διορθωθώ…» είναι σαν να λέη: «Φταίει όχι μόνον ο πατέρας μου αλλά και η μάνα μου, αλλά και ο Θεός»! Όταν ακούω κάτι τέτοια, ξέρετε πως στενοχωριέμαι; Έτσι βρίζει κανείς και τους γονείς του και τον Θεό. Από την στιγμή που σκέφτεται έτσι, παύει να ενεργή η Χάρις του Θεού.
- Γέροντα, μερικοί λένε ότι, όταν ένα ελάττωμα είναι στην δομή του ανθρώπου, δεν διορθώνεται.
- Ξέρεις τι γίνεται; Μερικούς τους συμφέρει να λένε ότι κάποιο ελάττωμα οφείλεται στη δομή τους, γιατί έτσι δικαιολογούν τον εαυτό τους και δεν κάνουν καμιά προσπάθεια να απαλλαγούν από αυτό. «Εμένα ,λένε, δεν μου έδωσε χαρίσματα ο θεός! Τι φταίω εγώ; Γιατί μου ζητούν πράγματα πάνω από τις δυνάμεις μου;»Οπότε αραλίκι μετά. Δικαιολογούν τον εαυτό τους, αναπαύουν τον λογισμό τους και βαδίζουν με τον χαβά τους. Αν πούμε : «αυτά είναι κληρονομικά ,τα άλλα είναι του χαρακτήρα μου», πώς θα διορθωθούμε; Αυτή η αντιμετώπιση διώχνει την πνευματική λεβεντιά.
- Ναι, Γέροντα, αλλά…
- Πάλι «αλλά»; Τι είσαι εσύ, βρε παιδάκι μου; Σαν χέλι ξεγλιστράς. Συνέχεια δικαιολογείσαι.
- Γέροντα, εσκεμμένα το κάνω;
- Δεν λέω ότι το κάνεις εσκεμμένα ,αλλά, ενώ ο Θεός σε προίκισε με τόσο μυαλό και είσαι σπίρτο, πανέξυπνη, δεν καταλαβαίνεις πόσο κακό είναι η δικαιολογία! Ένα τόσο δα κεφαλάκι να έχη τόσο μυαλό, και να μην το καταλαβαίνη!
Παρατήρησα ότι μερικοί, ενώ είναι έξυπνοι και καταλαβαίνουν ποιό είναι το σωστό, υποστηρίζουν το λανθασμένο, επειδή αυτό τους βολεύει, και έτσι δικαιολογούν τα πάθη τους. Άλλοι πάλι δεν δικαιολογούν τον εαυτό τους, αλλά με το λογισμό ότι υπάρχει κάτι αδιόρθωτο στον χαρακτήρα τους πέφτουν στην απελπισία. Ο διάβολος έτσι κάνει: τον έναν τον εμποδίζει από την πνευματική πρόοδο με την δικαιολογία του εαυτού του, τον άλλον τον πιάνει με την υπερευαισθησία και τον ρίχνει στην απόγνωση.
Για να κοπή ένα πάθος, πρέπει να μη δικαιολογή ο άνθρωπος τον εαυτό του, αλλά να ταπεινώνεται. Αν λ.χ. λέη: «εγώ δεν έχω αγάπη στην φύση μου, ενώ ο άλλος έχει» και δεν αγωνίζεται να αποκτήση, πως θα προκόψη; Χωρίς αγώνα δεν γίνεται προκοπή. Δεν έχετε διαβάσει στα Πατερικά βιβλία πόσα ελαττώματα είχαν μερικοί Πατέρες και σε τι πνευματικά μέτρα έφθασαν; Ξεπέρασαν άλλους που είχαν πολλές αρετές. Να, ο Αββάς Μωυσής ο Αιθίοπας, ένας τόσο μεγάλος εγκληματίας, σε τι κατάσταση έφθασε! Τι κάνει η Χάρις του Θεού!
Κατά τον λογισμό μου αυτός που έχει κακές κληρονομικές καταβολές και αγωνίζεται να αποκτήση αρετές, θα έχη πιο πολύ μισθό από εκείνον που κληρονόμησε από τους γονείς του αρετές και δεν χρειάζεται να αγωνισθή ,για να τις αποκτήση. Γιατί ο ένας τα βρήκε όλα έτοιμα, ενώ ο άλλος αγωνίσθηκε σκληρά, για να τα αποκτήση. Βλέπεις, και οι άνθρωποι εκτιμούν περισσότερο εκείνα τα παιδιά που βρήκαν χρέη από τους γονείς τους και αγωνίσθηκαν σκληρά όχι μόνον να τα εξοφλήσουν, αλλά και να δημιουργήσουν περιουσία, παρά όσα βρήκαν περιουσία από τους γονείς τους και την διατήρησαν.


Από το βιβλίο: «ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ»
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Ε΄
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
2007


http://www.agioritikovima.gr/didaches/s ... 8-17-15-26
<<ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΔΕΝ ΣΚΕΠΑΖΕΙ ΟΥΔΕΝ ΑΠΟ ΣΟΥ ΚΑΙ Η ΝΥΞ ΛΑΜΠΕΙ ΩΣ Η ΗΜΕΡΑ ΕΙΣ ΣΕ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΩΣ ΤΟ ΦΩΣ>>

Re: Γέροντας Παϊσιος ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ..

2
Αρετή (φιλοσοφία)

Η πλέον διαδεδομένη αξία –όχι όμως και αρτιωμένη όπως θα θέλαμε να πιστεύουμε- στις διαφορετικές εκφάνσεις του ελληνικού, του ευρωπαϊκού και του παγκόσμιου πολιτισμού είναι πιθανώς η σύμπλοκη έννοια της αρετής. Ο Όμηρος εφαρμόζει τον όρο αδιάκριτα για τους Έλληνες και Τρώες ήρωες, θεμελιωμένο στον ηρωικό εθιμικό κώδικα, όπως και για γυναίκες (βλ. Πηνελόπη), θεμελιωμένο σε έναν άλλο εθιμικό κώδικα, αυτόν του οίκου. Τον χρησιμοποιεί, επίσης, για να αποδώσει την έννοια της ευημερίας, τις θεϊκές ιδιότητες ή την ποιότητα συγκεκριμένων πράξεων. Για τον Ηρόδοτο η έννοια συνδέεται με την ηρωική δράση. Φαίνεται πως ενάρετος γυναίκα ή άνδρας στον ομηρικό κόσμο είναι εκείνη ή εκείνος που χρησιμοποιεί όλες τις ικανότητές του, προκειμένου να επιτύχει το σκοπό του.
H αρετή, ως έννοια, περιλαμβάνει αρκετές από τις διαθέσιμες δυνατότητες της ανθρώπινης φύσης. Στην κλασική περίοδο ο Πλάτων επανειλημμένα επέστρεφε στο θέμα και τα στοιχεία της πρώιμης γραφής του δείχνουν ότι ο Σωκράτης, ο δάσκαλός του, βασανίστηκε εξίσου με το ζήτημα της αρετής. Η συστηματοποίηση των περιφερειακών ιδιοτήτων της έννοιας αρετή επιχειρήθηκε από τον Αριστοτέλη, τον μαθητή του Πλάτωνα, κυρίως στα Ηθικά Νικομάχεια, όσο και στα Ηθικά Ευδήμια και τα Ηθικά μεγάλα, χωρίς ωστόσο να γίνει δυνατή η προσέγγιση μιας αμετάβλητης ουσίας της έννοιας, η οποία θα μπορούσε να λειτουργήσει ως αδιαμφισβήτητη δογματική θέση.
Πίνακας περιεχομένων [Απόκρυψη]
1 Η διαφοροποίηση της αρετής από τα πάθη
2 Η θεωρία του Αριστοτέλη για τη μεσότητα και η εφαρμογή της
3 Ο αριστοτελικός ορισμός της αρετής
4 Προτεινόμενη Βιβλιογραφία
5 Εξωτερικοί Σύνδεσμοι
Η διαφοροποίηση της αρετής από τα πάθη[Επεξεργασία]

Σύμφωνα με τον φιλόσοφο τα συμβαίνοντα στην ανθρώπινη ψυχή είναι τρία: τα πάθη, δηλαδή τα συναισθήματα όπως για παράδειγμα ο φόβος, η οργή και γενικά τα συναισθήματα που συνδέονται με την ηδονή ή τον πόνο, οι δυνάμεις, δηλαδή η ικανότητα που έχουμε εκ φύσεως να βιώνουμε τα συναισθήματα και οι έξεις, ο τρόπος με τον οποίο βιώνουμε τα πάθη και ο οποίος συμβαίνει με δική μας προαίρεση όπως όταν ο σφόδρα οργιζόμενος έχει κακή και ο μετρίως οργιζόμενος έχει καλή προδιάθεση προς τα πάθη. Αποκλείοντας τα πάθη και τις δυνάμεις –κάπως αυθαίρετα και με βάση τον κοινωνικό έπαινο ή τον ψόγο, δηλαδή κοινωνικές δυνάμεις μεταβλητές- ο Αριστοτέλης καταλήγει ότι οι αρετές είναι έξεις. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι οι αρετές δεν είναι πάθη, γιατί δε μας επαινούν ή μας κατηγορούν για τα συναισθήματα, αλλά για τις αρετές ή τα ελαττώματά μας. Επίσης, γινόμαστε ακούσια συναισθηματικοί, όταν μας καταλαμβάνουν τα πάθη, ενώ οι αρετές απαιτούν συνειδητό σκοπό και συνεπώς εκούσια διαχείριση. Τέλος, τα πάθη μας συγκινούν, ενώ οι αρετές όχι.
Οι αρετές δεν μπορούν να είναι δυνάμεις, γιατί δε μας επαινούν, ούτε μας κατηγορούν επειδή έχουμε την ικανότητα (δυνατότητα) να βιώνουμε τα συναισθήματα. Επίσης, οι δυνάμεις προσδίδονται στον άνθρωπο από τη φύση, ενώ οι αρετές είναι προϊόν «εθισμού» (καλλιέργειας μέσω της εκπαίδευσης). Το συμπέρασμα, βέβαια, δια της μεθόδου του αποκλεισμού είναι ότι οι αρετές είναι έξεις, γεγονός που καθορίζει και το γένος της ουσίας της αρετής. Το ζήτημα είναι αν, διακρίνοντας τα είδη και το γένος της αρετής, μας οδηγεί ο φιλόσοφος στην ουσία της έννοιας της αρετής καθεαυτήν . Αμφίβολο, εκτός αν συμφωνήσουμε ότι το κέντρο βάρους της φιλοσοφίας του είναι η «έννοια του γίγνεσθαι ως πραγμάτωση της ουσίας μέσα στα φαινόμενα»!
Βάσει των παραπάνω η αρετή είναι μια επίκτητη και όχι εγγενής ποιότητα ενδεικτική της ψυχοσύνθεσής μας, που αποκαλύπτεται ή εκδηλώνεται σε δεδομένους τύπους συμπεριφοράς. Συμπεραίνοντας ότι η αρετή είναι κατάσταση του χαρακτήρα, έχουμε καθορίσει τι είδους πράγμα είναι αρετή. Εδώ θα πρέπει να τονιστεί ότι ο Αριστοτέλης δε λαμβάνει υπόψιν του τις αναμνήσεις, τις εικόνες, τις ικανότητες και άλλα περιεχόμενα του νου, αντίθετα από τον δάσκαλό του, πιθανώς επειδή εστιάζεται σε εκείνα τα περιεχόμενα που συνδέονται με τα συναισθήματα. Τα συναισθήματα είναι καταστάσεις του νου που εμπεριέχουν κάποιο συναίσθημα. Αλλά δεδομένου ότι περιλαμβάνουν και γνωστικές πτυχές, θα μπορούσαν λογικά να επηρεαστούν, κάτι που φαίνεται ότι ο φιλόσοφος θεωρεί κρίσιμο για τον καθορισμό της πορείας των ενάρετων ενεργειών.
Η αρετή λοιπόν είναι έθος ή επίκτητη ικανότητα επιλογής και το κεντρικό χαρακτηριστικό της -όπως θα δούμε- είναι η μεσότητα ή τήρηση του μέσου, όπως καθορίζεται από τον λόγο. Ο φιλόσοφος, βέβαια, δεν αρκείται στον προσδιορισμό του γένους της αρετής, ως έξη, αλλά τη συνδέει με την έννοια του έργου που επιτελεί. Χρησιμοποιεί την έννοια αρετή ως δηλωτική της αξίας εμψύχων και αψύχων όντων κατά τη στιγμή της τελείας και ολοκληρωμένης μορφής τους. Η αξία ενός πράγματος εξαρτάται από το έργο που επιτελεί. Έτσι, καθετί που δημιουργείται από τη φύση έχει δυναμική και σκοπό να επιτελέσει ένα συγκεκριμένο έργον. Η επίτευξη του έργου είναι ουσιαστικά και η εκπλήρωση του σκοπού της ύπαρξης. Προκειμένου να αποδείξει τη θέση του, χρησιμοποιεί το παράδειγμα του οφθαλμού, που γίνεται ενάρετος όταν βλέπει καλά και του ίππου, που γίνεται ενάρετος όταν τρέχει γρήγορα ή μεταφέρει με επιτυχία τον αναβάτη στο πεδίο της μάχης. Ο άνθρωπος, μέσω της αρετής που επιδεικνύει στην παραγωγή έργων, γίνεται αγαθός και τελειοποιείται για να περατώσει το έργο για το οποίο είναι ταγμένος σε σχέση με την κάθε αρετή.
Η αρετή επομένως, κατά τον Αριστοτέλη, δεν είναι φυσική προδιάθεση αλλά είναι αποτέλεσμα συγκεκριμένης και συνειδητής δραστηριότητας, που γίνεται εν τέλει σταθερή ιδιότητα της ψυχής με την επίμονη άσκηση και τον εθισμό. Όλα αυτά βέβαια σε σχέση με την ιδιότητα του ελεύθερου πολίτη, ο οποίος στο κοινωνικό πλαίσιο της εποχής του έχει τη σχετική δυνατότητα να ασκεί την ελεύθερη βούλησή του. Για τους δούλους τα ανδράποδα δηλαδή και τους χειρώνακτες η επίδειξη της αρετής έγκειται στην υπακοή τους στην κεφαλή του οίκου.
Η θεωρία του Αριστοτέλη για τη μεσότητα και η εφαρμογή της[Επεξεργασία]

Η αναζήτηση της αρετής είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη, όπως φαίνεται, με την έννοια της μεσότητας καταρχήν, του έθους, της ευδαιμονίας και της φρόνησης. Αλλά τι εννοεί ο Αριστοτέλης όταν χρησιμοποιεί τις συγκεκριμένες έννοιες; Ο φιλόσοφος υποστηρίζει ότι ένας δίκαιος και σώφρων άνθρωπος είναι εκείνος που ενεργεί δίκαια και με σώφρονα τρόπο. Επίσης, υποστηρίζει ότι μπορούμε να γίνουμε δίκαιοι και σώφρονες πράττοντας απλώς το δίκαιο και το σώφρον. Πρέπει όμως να είναι κανείς ήδη δίκαιος και σώφρων προκειμένου να δρά με σωφροσύνη και δικαιοσύνη; Αν ναι, τότε περνάμε σε ένα φαύλο κύκλο αιτίου και αιτιατού, που μοιάζει πολύ με τη λαϊκή διλημματική ρήση «αν γέννησε η κότα το αυγό ή το αυγό την κότα». Ο Αριστοτέλης έντεχνα σπάζει αυτόν τον κύκλο και επιλύει το πρόβλημα. Ο γραμματικός δεν είναι απλά εκείνος που μιλά ορθά, γιατί αυτό μπορεί να γίνει και τυχαία, αλλά εκείνος που κατέχει τη γραμματική γνώση, όπως και ο μουσικός. Οποιοσδήποτε μπορεί να μάθει να μιλά σωστά ή να αρχίζει να παίζει μουσική πριν γίνει μουσικός. Αλλά για να είναι μουσικός ή γραμματικός οφείλει να κατέχει την ανάλογη γνώση –που έρχεται μέσω της επαναληπτικής δυναμικής του έθους και φυσικά της επιλογής ή προαίρεσης.
Όταν o Αριστοτέλης μιλούσε για τις ηθικές αρετές, μιλούσε ουσιαστικά για τον ανθρώπινο χαρακτήρα, έτσι όπως διαμορφώνεται μέσω της δράσης. Θεώρησε ότι ο χαρακτήρας δεν είναι εγγενές χαρακτηριστικό, αλλά αποτέλεσμα της μάθησης μέσω της επαναλαμβανόμενης εμπειρίας. Βασικά, η ηθική φιλοσοφία του θα μπορούσαμε να πούμε ότι μπορεί να συμπυκνωθεί στη φράση «η αρετή είναι το μέσο μεταξύ δύο άκρων». Αλλά, όταν Αριστοτέλης μιλά για την αρετή ως μέσον, δε σκέφτεται τον μαθηματικό μέσο όρο, παρά το μαθηματικό του παράδειγμα. Δεν μπορούμε να καθορίσουμε την υπερβολή, το μέσον και την έλλειψη με μαθηματικούς κανόνες, καθώς τούτες οι ποιότητες εξαρτώνται εξ ολοκλήρου από το χαρακτήρα του εκάστοτε συναισθήματος ή πράξης που εξετάζουμε. Η ορθή διαχείριση των ανθρώπινων πράξεων βρίσκεται πάντα κάπου ανάμεσα στην υπερβολή και την έλλειψη, αλλά αυτό δεν είναι αντικειμενικό ή αντικειμενικά λειτουργικό κριτήριο. Είναι σχετικό και όχι απόλυτο. Τούτη η σχετική μεσότητα ερμηνεύεται ή εξετάζεται ανάλογα με την περίσταση. Συνεπώς το σχετικό δεν είναι αυθαίρετο –και τούτο έχει πιθανώς ιδιαίτερη σημασία- άλλα κάτι που πρέπει να καθοριστεί σε συμφωνία με την πραγματική κατάσταση και τη στιγμή. Σε ορισμένες περιπτώσεις πιθανώς χρειάζεται να κλίνει κανείς προς την πλευρά της υπερβολής ή το αντίθετο. Εδώ χρειάζεται να τονιστεί ότι δεν μπορούμε να εκλάβουμε το αριστοτέλειο δόγμα της μεσότητας ως παρότρυνση ή εξύμνηση της μετριοπάθειας στην ηθική ζωή, καθώς σε ό,τι αφορά στην ουσία της –και όχι στον ορισμό της μόνον- η ίδια η αρετή φαίνεται να είναι μια υπερβολή, μια ακρότητα.
Ο Αριστοτέλης, συνεχίζοντας τη θεωρία του για τη μεσότητα και τις εφαρμογές της στην πραγματική ζωή, προβαίνει στη διαπίστωση ότι δεν εμπίπτει στη σφαίρα επιρροής της μεσότητας κάθε πράξη και κάθε πάθος. Μιλώντας για πάθη όπως η επιχαιρεκακία, η αδιαντροπιά και ο φθόνος θεωρεί ότι είναι κοινώς αποδεκτά ως αρνητικά και ποταπά. Επίσης, ως προς τις πράξεις δηλώνει ότι δεν εμπεριέχουν στην εκδήλωσή τους το καλό ή το κακό ούτε διαφοροποιούνται σε σχέση με τον τρόπο, τον χρόνο ή τον σκοπό. Επιπλέον, τονίζει ότι η υπερβολή ή η έλλειψη που προκύπτει από την αναζήτηση της μεσότητας -ως προς τα πράγματα και ως προς εμάς- δεν μπορεί να εμπεριέχεται στη διαδικασία αναζήτησης της μεσότητάς των πραγμάτων. Ως ακραίες καταστάσεις τόσο η έλλειψη όσο και η υπερβολή είναι αρνητικές. Έτσι σε ό,τι αφορά σε αρετές όπως είναι η σωφροσύνη ή η ανδρεία, δεν μπορεί να αναζητηθεί η μεσότητά τους, γιατί η όποια απόκλιση από τη μεσότητα τείνει ή προς την έλλειψη ή προς την υπερβολή, με αποτέλεσμα η αρετή να μετατρέπεται σε κακία και να χάνει την ισορροπία της.
Ο αριστοτελικός ορισμός της αρετής[Επεξεργασία]

Η υψηλότερη ανθρώπινη δυνατότητα είναι η γνώση και όλες οι άλλες ανθρώπινες δυνατότητες προέρχονται από αυτή την κεντρική ικανότητα. Η αρετή στις φιλοσοφικές αναζητήσεις του Αριστοτέλη συνδέεται αξεδιάλυτα με την ανθρώπινη σοφία, στην οποία εντοπίζει ο φιλόσοφος το ύψιστο ανθρώπινο δυναμικό. Εάν η αρετή είναι γνώση και μελέτη, η υψηλότερη ανθρώπινη γνώση είναι η γνώση για την ίδια τη γνώση. Υπό αυτή την έννοια η θεωρητική μελέτη της ανθρώπινης γνώσης, την οποία αποκαλεί ο Αριστοτέλης θεωρείν, δηλαδή «ενατένιση», είναι η υψηλότερη ανθρώπινη δυνατότητα και ευδαιμονία, και εδώ πιστεύουμε πως ο Αριστοτέλης βρίσκεται σε απόλυτη συμφωνία με το δάσκαλό του.
Αν και καθοδηγείται από τη σαφή νοησιαρχία και τον ηθικό ευδαιμονισμό της εποχής του, τον οποίο ακολουθεί ως ένα σημείο, διαφοροποιείται όμως ως προς την ηθική έννοια της αρετής με την ιδέα του έθους. Οι αρετές δεν υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η ανθρώπινη φύση είναι αντίθετη προς τη γέννησή τους. Μπορεί εκ φύσεως να είναι επιδεκτικός ο άνθρωπος στις αρετές, αλλά μπορεί να τελειωθεί σε αυτές μόνο με τη διαδικασία του έθους. Οι διανοητικές και οι ηθικές αρετές αντιπροσωπεύουν τα είδη της ουσίας της αρετής.
H εναγώνια αυτή αναζήτηση των φιλοσόφων για την έννοια της αρετής δεν είναι στην πραγματικότητα τίποτα άλλο από αναζήτηση των διαφορετικών λειτουργιών της ψυχής, μιας έννοιας που υπεισέρχεται με διάφορους τρόπους τόσο στους πλατωνικούς διαλόγους όσο και στην αριστοτέλεια θεώρηση. Ακόμη και ο όρος ευδαιμονία, ο τελικός σκοπός της επιστημονικής έρευνας σύμφωνα με τον Αριστοτέλη εμπεριέχει στο συστατικό του δαίμων, την ιδέα της ψυχής.
Η συστηματική μελέτη της έννοιας της αρετής στον Αριστοτέλη απαιτεί επί της ουσίας πραγματευτική ικανότητα και σαφείς θεμελιακές γνώσεις στο αντικείμενο της φιλοσοφίας, κάτι εγείρει πολλά ερμηνευτικα ζητήματα. Από τα παραπάνω, ωστόσο, μπορούμε να συνοψίσουμε με σχετική ασφάλεια πως η αρετή είναι τμήμα του καθορισμού της ευτυχίας και είναι εν μέρει διανοητική, εν μέρει ηθική. Η διανοητική αρετή ενθαρρύνεται με τη διδασκαλία και απαιτεί εμπειρία και χρόνο. Η ηθική αρετή είναι το αποτέλεσμα του έθους. Διατηρώντας κατά νου ότι η αναζήτηση του Αριστοτέλη δεν είναι μόνον θεωρητική αλλά και πρακτική, βλέπουμε ότι ο έσχατος σκοπός της έρευνάς του είναι το πώς μπορεί να γίνει ο άνθρωπος ενάρετος. Τούτο το επιτυγχάνει με τον κανόνα του μέσου, ενός μέσου όμως που είναι κατ’ ανάγκην σχετικό για κάθε ανθρώπινη ύπαρξη και καθορίζεται από τη λογική και τη φρόνηση του ατόμου.
Ο ορισμός του Αριστοτέλη για την αρετή «ως μέσον ανάμεσα σε δύο ακρότητες» είναι σχετικός και ρευστός -όπως και η ίδια η φύση της ηθικής επιστήμης- και δεν αποδίδει την καθαρή ουσία της έννοιας της αρετής. Καθορίζει μεν σε πρακτικό επίπεδο τον τρόπο επίτευξής της, αλλά της αποδίδει τον ευκαιριακό χαρακτήρα του εκάστοτε χωρικού και χρονικού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο επιδιώκεται και από το οποίο απορρέει ταυτόχρονα.
Προτεινόμενη Βιβλιογραφία[Επεξεργασία]

Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, (εισ. μτφρ. σχ. Δ. Λυπουρλής), Ζήτρος, (Αθήνα 2002)
Düring Ι., Ο Αριστοτέλης. Παρουσίαση και ερμηνεία της σκέψης του, τομ. Β΄, εκδ. ΜΙΕΤ, (Αθήνα 2003)
Ross W. D., Αριστοτέλης2, (μτφρ. Μ. Μήτσου), ΜΙΕΤ, (Αθήνα 1999)
Vegetti, Μ., Ιστορία της Αρχαίας Φιλοσοφίας, (μτφρ. Γ.Α. Δημητρακόπουλος), Π. Τραυλός, (Αθήνα 2000)
Wildelband, W.–Heimsoeth, H., Εγχειρίδιο Ιστορίας της Φιλοσοφίας4, Α΄ Τομ., (μτφρ. Ν. Μ. *Σκουτερόπουλος), ΜΙΕΤ, (Αθήνα 2001)
Burnet J. (ed.) Plato. Platonis Opera, Oxford University Press. (Oxford 1903)
Bywater, J, (ed), Aristotle's Ethica Nicomachea, Clarendon Press, (Oxford 1894)
Herodotus, (transl. A. D. Godley), Harvard University Press, (Cambridge 1920)
Homer, The Odyssey, (transl. A.T. Murray). Cambridge, MA., Harvard University Press; William *Heinemann, Ltd, (London,. 1919)
Homer, Homeri Opera in five volumes, Oxford University Press, (Oxford 1920)
Liddell H. G. - Scott R., A Greek-English Lexicon, Clarendon Press, (Oxford 1940)
Κατσαρός Β. (εισ.), Λεξικό Σουΐδα, Θύραθεν, (Θεσσαλονίκη 2002)
Οικονομάκος, Γρηγόριος: «Τα πάθη από ηθικής και φιλοσοφικής απόψεως». Παρνασσός 27 (1985), 43-59. http://el.wikipedia.org/wiki/
<<ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΔΕΝ ΣΚΕΠΑΖΕΙ ΟΥΔΕΝ ΑΠΟ ΣΟΥ ΚΑΙ Η ΝΥΞ ΛΑΜΠΕΙ ΩΣ Η ΗΜΕΡΑ ΕΙΣ ΣΕ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΩΣ ΤΟ ΦΩΣ>>
Απάντηση

Επιστροφή στο “Διδασκαλιες αγιων και αποστάγματα πατερικης σοφιας”