Οι κυριώτερες εντολές της Καινής Διαθήκης εις το απλούν - Αγ.Νικοδήμου Αγιορείτου

1
ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

Ερμηνεία είς τήν ένάτην ώδήν τής Παρθένου καί Θεοτόκου Μαρίας
άπό τό βιβλίον «ΚΗΠΟΣ ΧΑΡΙΤΩΝ» Εκδόσεις «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»


Αί κυριώτεραι έντολαί καί προσταγαί, τής Νέας Διαθήκης μεταφρασμένοι εις τό άπλοϋν, εις ιζ' κεφάλαια.

Κεφάλαιον α'

"Οτι κάθε Χριστιανός χρεωστεΐ νά αγαπα τόν Θεόν.

Θέλεις άγαπήσει Κύριον τόν Θεόν σου, μέ δλην τήν καρδίαν σου, μέ δλην τήν ψυχήν σου, καί μέ δλον τόν νουν σου. Αύτή είναι ή πρώτη καί μεγάλη έντολή (Ματθ. κγ' 37).
’Ανίσως μέ άγαπάτε θέλετε φυλάττει τάς προσταγάς μου (Ίωάν. ιδ' 15).
"Οποιος έχει είς τήν ένθύμησιν του τάς έντολάς μου καί τάς φυλάττει, έκεινος εΐναι όπου μέ άγαπα. "Οποιος δέ άγαπα έμένα, θέλει άγαπηθή άπό τόν Πατέρα μου καί έγώ θέλω τόν άγαπήσει καί θέλω φανερώσει τόν έαυτόν μου μυστικώς μέσα είς αύτόν (Ίωάν. ιδ' 21).
"Οποιος δέν μέ άγαπα, έκεινος δέν φυλάττει τάς προσταγάς μου (Ίωάν. ιδ' 24).
Αγαπάτε τόν Χριστόν, άγκαλά καί νά μή τόν ήξεύρετε (Α' Πέτρ. α' 8).
"Οποιος άγαπα τόν γεννήσαντα Πατέρα, άγαπα καί τόν Υίόν, όπου γεννάται άπό τόν Πατέρα (Α' Ίωάν. ε' 1).

Κεφάλαιον β'

'Ότι χρεώστεί κάθε Χριστιανός νά άγαπα τόν άδελφόν του.

Δευτέρα δέ έντολή όμοία μέ τήν πρώτην εΐναι, τό νά άγαπήσης τόν άδελφόν σου ώσάν καί τόν έαυτόν σου (Ματθ. ε' 44).
Προσταγήν καινούργιαν σάς δίδω νά άγαπάτε ένας τόν άλλον, καθώς έγώ σάς ήγάπησα, έτσι καί έσεΐς άγαπάτε ένας τόν άλλον (Ίωάν. ιγ' 34).
Μέ τούτο τό σημάδι θέλουν γνωρίσει όλοι οί άσεβεΐς πώς έσεις εΐσθε μαθηταί μου, άνίσως έχετε άγάπην άνα-μεταξύ σας (Ίωάν. ιγ' 35).

"Αλλο νά μή χρεωστεϊτε, πάρεξ τό νά άγαπάτε ένας τόν άλλον, έπειδή έκεινος οπου άγαπα τόν άδελφόν του, όλον τόν νόμον έτελείωσε. Διότι τό, ού μοιχεύσεις, ού φονεύσεις, ού κλέψεις, ού ψευδομαρτυρήσεις, ούκ έπιθυμή-εις καί όλες οί άλλες έντολές, είς ταύτην τήν έντολήν άνακεφαλαιώνονται καί περιλαμβάνονται είς τό νά άγαπήσης τόν άδελφόν σου, ώσάν καί τόν έαυτόν σου (Ρωμ. ιγ' 8).

"Ενας τόν άλλον νά άγαπάτε μέ όλην σας τήν καρδίαν (Α' Πέτρ. α' 22).

Τήν άδελφότητα άγαπάτε (Α' Πέτρ. β' 17).
Άνίσως τόσον πολλά ό Θεός μάς ήγάπησε καί ήμεΐς χρεωστοϋμεν νά άγαπώμεν ένας τόν άλλον (Α' Ίωάν. δ'Π).
"Οποιος δέν άγαπά τόν άδελφόν του, αύτός εύρίσκεται είς τόν θάνατον (Α' Ίωάν. γ' 14)' μέ τούτο τό σημάδι έγνωρίσαμεν τήν άγάπην, ότι καθώς ό Χριστός έβαλε τήν ζωήν του είς θάνατον διά λόγου μας, έτσι καί ήμεις χρεωστουμεν νά βάλωμεν τήν ζωήν μας είς θάνατον διά τούς άδελφούς μας (Α' Ίωάν. γ' 16).

Παιδάκια μου, άς μή άγαπώμεν μέ τόν λόγον μόνον καί μέ τήν γλώσσαν, άλλά καί μέ τό έργον καί μέ τήν άλήθειαν (Α' Ίωάν. γ' 18).
"Οποιος άγαπά τόν Θεόν αύτός άγαπά καί τόν άδελφόν του (Α' Ίωάν. δ' 21).

Κεφάλαιον γ'

'Ότι οι Χριστιανοί χρεωστούν νά μή μάχωνται, ούτε νά έχουν μνησικακίαν καί μίσος μέ τούς άδελφούς των, άλλά καί άν συγχυσθουν, χρεωστούν γλήγορα νά φιλιώνωνται.


"Οποιος Χριστιανός θυμώνεται έναντίον τού άδελφού του ματαίως καί χωρίς εύλογον άφορμήν, θέλει γίνη υπόδικος εις τήν κρίσιν, καί όποιος Χριστιανός είπή εις τόν άδελφόν του (μέ θυμόν) ρακά, δηλ. καταφρονημένε, αύτός θέλει γίνει ύπόδικος εις τό συνέδριον τών κριτών. "Οποιος δέ είπη εις τόν άδελφόν του (μέ θυμόν) μωρέ, αύτός θέλει γίνη ύπόδικος εις τήν γέενναν τοΰ πυρός (Ματθ. ε' 22).

Άνίσως καί προσφέρης είς τήν Εκκλησίαν τού Θεού δώρον καί προσφοράν καί έκεί ένθυμηθης, ότι ό άδελφός σου είναι λυπημένος έναντίον σου, άφες έκεΐ είς τήν Εκκλησίαν τήν προσφοράν σου καί πήγαινε πρώτον φιλιώσου καί συγχωρήθητι μέ τόν άδελφόν σου καί ύστερον γύρισε είς τήν Εκκλησίαν καί πρόσφερε τό δώρον καί τήν προσφοράν σου (Ματθ. 24).

Φιλιώνου γλήγορα μέ τόν άδελφόν όπου έχεις μάχην έως όπου εύρίσκεσαι μαζί μέ αύτόν είς τήν στράταν τής παρούσης ζωής (Ματθ. ε' 25).

"Οποιος φαίνεται πώς είναι φιλόνεικος άς ήξεύρη ότι ήμεΐς δέν έχομεν τοιαύτην συνήθειαν νά φιλονεικοΰμεν, ούδέ αί Έκκλησίαι τού Θεού (Α' Κορ. ια' 16).
Ό δούλος του Θεού δέν πρέπει νά μάχεται, άλλά πρέπει νά είναι πράος είς δλους, διδακτικός καί άνεξίκακος (Β' Τιμόθ. β' 24).
Ό ήλιος άς μή βασιλεύς καί νά σας άφίνη μαχομένους· ήτοι προτού ό ήλιος νά βασιλεύη, έσείς νά φιλιώνεσθε (Έφεσ. δ' 26).
"Οποιος μισεί τόν άδελφόν του, εις τό σκότος εύρίσκεται καί είς τό σκότος περίπατεί καί δέν ήξεύρει πού πηγαίνει, ότι τό σκότος έτύφλωσε τό όμμάτιόν του (Α' Ίωάν. β' 11).
Κάθε Χριστιανός όπου μισεί τόν άδελφόν του είναι αυτός άνθρωποκτόνος, καί κάθε άνθρωποκτόνος ήξεύρετε οτι δέν έχει εις τόν έαυτόν του μένουσαν τήν ζωήν τήν αιώνιον (Α' Ίωάν. γ' 15).

Κεφάλαιον δ'

"Οτι οί Χριστιανοί χρεωστούν νά μή βλέπουν μέ περιέργειαν καί έπιθυμίαν


Έγώ σάς λέγω, δτι κάθε άνθρωπος, όπου βλέπει γυναίκα μέ έπιθυμίαν, αύτός έμοίχευσεν αυτήν σχεδόν εις τήν καρδίαν του (Ματθ. ε' 28).
"Ο,τι πράγμα εύρίσκεται είς τόν κόσμον είναι ή έπιθυμία τής σαρκός, ή έπιθυμία τών όμματίων καί ή υπερηφάνεια τής ζωής, τά όποια δέν είναι όλα άπό τόν Θεόν καί Πατέρα, άλλ’ είναι άπό τόν κόσμον, ό δέ κόσμος περνά καί χάνεται όμού καί ή έπιθυμία του όποιος δέ κάμνει τό θέλημα τού Θεού , αύτός μένει πάντοτε (Α' Ίωάν. β' 16).


Κεφάλαιον ε'

"Οτι οί Χριστιανοί χρεωστούν νά μή όμνύουν καί νά μή κάμνουν όρκους, ούτε άληθινούς, οϋτε ψευδείς.


Έγώ σάς λέγω νά μή όμνύετε μέ τελειότητα ούτε εις τόν ουρανόν, διότι αύτός εΐναι θρόνος τοϋ Θεοϋ ούτε είς τήν γην, διότι αύτή εΐναι ύποπόδιον τών ποδών του μήτε εις τά Ιεροσόλυμα, διότι αύτά εΐναι πόλις του μεγάλου Βασιλέως Θεού μήτε νά δμόνης εις τό κεφάλι σου, διότι δέν ήμπορεΐς νά κάμης μίαν τρίχα τής κεφαλής σου άσπρην ή μαύρην' άλλά ό λόγος σας δλος άς εΐναι τό ναί καί τό οτι δέ άλλο εΐπήτε περισσότερον άπό τό ναί καί τό ού, εΐναι κακόν καί έκ του διαβόλου (Ματθ. ε' 34).

Προτήτερα δέ άπό όλα, άδελφοί, φυλάττεσθε νά μήν ομνύετε, ούτε τόν ούρανόν, ούτε τήν γην, ούτε κανέναν άλλον δρκον, άλλά ό δρκος σας άς είναι τό ναί καί τό ού, διά νά μή πέσητε ύποκάτω εις κρίσιν καί καταδίκην" (ή καί διά νά μή πέσητε εις ύπόκρισιν). Καί άλλα μέν εΐναι τά πράγματα, άλλως δέ έσεΐς τά λέγετε, εί μέν γάρ εΐναι τό πράγμα, λέγετε τό ναί, ει δέ τό πράγμα δέν είναι, λέγετε τό ού (Ίακ. ε' 12).

http://www.paterikiorthodoxia.com/2013/ ... n-odi.html

συνεχίζεται
''...δεν είναι η πάλη ημών εναντίον εις αίμα και σάρκα, αλλ' εναντίον εις τας αρχάς, εναντίον εις τας εξουσίας, εναντίον εις τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, εναντίον εις τα πνεύματα της πονηρίας εν τοις επουρανίοις''\n[/align]

Re: Οι κυριώτερες εντολές της Καινής Διαθήκης εις το απλούν - Αγ.Νικοδήμου Αγιορείτου

2
Κεφάλαιον ς'

"Οτι οι Χριστιανοί χρεωστοΰν νά μή κάμνουν έκδίκησιν, ούτε νά δίδουν κακόν άντί κακοϋ.
Έγώ σάς λέγω νά μή άντιστέκεσθε εις τόν κακόν άνθρωπον άλλ’ όποιος ήθελε σέ κτυπήσει εις τό ένα μάγουλον, έσύ γύριζε καί τό άλλο διά νά σέ κτυπήση (Ματθ. ε' 39).
"Οποιος ζητεί νά σέ άγγαρεύση ένα μίλιον, έσύ νά πηγαίνης μαζί του δύο (Ματθ. ε' 42).
Εύλογεΐτε έκείνους, όπου σάς καταρώνται, εύεργετεΐτε έκείνους όπου σάς μισούν καί παρακαλεΐτε τόν Θεόν διά έκείνους, όπου σάς πειράζουν καί σάς διώκουν (Ματθ. ε' 44).
Είς κανένα άνθρωπον μή άποδίδετε κακόν άντί κακοΰ (Ρωμ. ιβ' 17).
Μή κάμνετε έκδίκησιν άδελφοί* άλλά δίδετε τόπον είς τόν θυμόν (Αύτόθι 19).
Άνίσως πεινά ό έχθρός σου, δίδετε του νά τρώγη' άνίσως διψφ ποτίζετέ τον (Αύτόθι 20).
Μή νικάσαι άπό τό κακόν, άλλά νίκα τό κακόν μέ τό καλόν (Αύτόθι 21).
Μή άποδίδετε κακόν άντί διά κακόν, μήτε κακολογίαν άντί διά κακολογίαν, άλλά τό έναντίον κάμνετε, καί άντί διά τήν κακολογίαν, έσεΐς νά καλολογήτε (Α' Πέτρ. γ' 9).
Αγαπητέ, μή μιμήσαι τό κακόν, άλλά τό καλόν* έκεΐνος όπου κάμνει καλόν, εΐναι άπό τόν Θεόν, έκεΐνος δέ όπου κάμνει κακόν, δέν έγνώρισε τόν Θεόν (Γ' Ίωάν. 11).

Κεφάλαιον ζ'

"Οτι οί Χριστιανοί χρεωστοΰν νά μή πηγαίνουν άλότελα είς κρίσιν, ή άν πηγαίνουν, πρέπει νά πηγαίνουν εις έσωτερικούς κριτάς καί όχι εις εξωτερικούς.


ΕΙς έκεΐνον όπου θέλει νά κριθή μέ έσένα, διά νά σοΰ πάρη τό έξωφόρι σου, έσύ άφες του καί τό έσωφόρι σου καί εις κρίσιν μή πηγαίνης (Ματθ. ε' 40).
Ελάττωμα εύρίσκεται είς έσάς άδελφοί, τό νά έχετε κρίσεις άναμεταξύ σας* διότι έσεΐς περισσότερον πρέπει νά άδικήσθε καί νά ζημιώνεσθε, παρά νά άδικήτε καί νά ζημιώνετε τούς άλλους καί μάλιστα τούς άδελφούς σας Χριστιανούς. Καί δέν ήξεύρετε ότι οί άδικοι δέν θέλουν κληρονομήσει τήν Βασιλείαν τών ούρανών; μή πλανάσθε, ούτε οί πόρνοι, ούτε οί είδωλολάτραι (ήτοι οί φιλάργυροι), ούτε οί μοιχοί, ούτε οί μαλακοί, ούτε οί άρσενοκόΐται, ούτε οί κλέπται, ούτε οί πλεονέκται, ούτε οί κατήγοροι, ούτε οί μέθυσοι, ούτε οί άρπαγες δέν θέλουν κληρονομήσει τήν Βασιλείαν τών ούρανών (Α' Κορ. ς' 9).

Άποτολμα κανένας άπό λόγου σας άδελφοί, όπου έχει κρίσιν καί διαφοράν μέ τόν άλλον, νά πηγαίνη νά κρίνεται εις τούς άδικους καί έξωτερικούς κριτάς καί όχι εις τούς έσωτερικούς καί έκκλησιαστικούς; ήτοι δέν πρέπει νά κρίνεσθε είς τούς έξωτερικούς κριτάς άλλά είς τούς έσωτερικούς (Α' Κορ. στ' 1).

Κεφάλαιον η’

"Οτι οι Χριστιανοί χρεωστοΰν νά μή κατακρίνουν.

Μή κατακρίνετε τούς άλλους, διά νά μή κατακριθήτε καί έσεΐς' διότι καί έσύ θέλεις κατακριθή άπό τούς άλλους, πίπτοντας είς έκεϊνο τό ίδιον άμάρτημα, διά τό όποιον έκατάκρινες τόν άδελφόν σου τί βλέπεις τό μικρόν ξυλάκι όπου είναι είς τό όμμάτι του άδελφού σου καί τό μεγάλον δοκάρι όπου είναι είς τό ίδικόν σου όμμάτι, δέν βλέπεις; (Ματθ. ζ' 1).

Αναπολόγητος είσαι Χριστιανέ έσύ όπου κατακρίνεις" διότι μέ τήν ιδίαν έκείνην κατάκρισιν μέ τήν όποιαν κατακρίνεις τόν άλλον, τόν Ιδιον έαυτόν σου κατακρίνεις* διότι τά Ιδια κακά όπου κάμνει έκεινος τά κάμνεις καί έσύ (Ρωμ. β' 1).

Μή κρίνετε άδελφοί πρό του καιρού τής δευτέρας παρουσίας έως όπου νά έλθη ό Κύριος, ό όποιος θέλει φωτίσει τά κρυφά καί σκοτεινά έργα τοϋ κάθε ένός, καί θέλει φανερώσει τούς λογισμούς τών καρδιών τών άνθρώπων (Α' Κορ. δ' 5).
Μή καταλαλήτε ένας τόν άλλον άδελφοί, διότι έκεΐνος όπου καταλαλεί καί κρίνει τόν άδελφόν του, καταλαλεί καί κρίνει τόν Ιδιον νόμον τοϋ Θεοϋ. Άνίσως δέ έσύ κρίνης τόν θεϊκόν νόμον, δέν είσαι πλέον ποιητής καί υποκείμενος είς τόν νόμον άλλά είσαι κριτής καί άνώτερος τοϋ θείου νόμου* ένας είναι ό νομοθέτης καί κριτής, ό Χριστός ό όποιος έχει τήν δύναμιν νά σώση καί νά κολάση* έσύ δέ, ποιος είσαι όπου κατακρίνεις τό άλλον; (Ίάκ. δ' 11).

Κεφάλαιον θ'

'Ότι οι Χριστιανοί αν δέν συγχωρήσουν τά σφάλματα του άδελφου των, ούδέ ο Θεός θέλει συγχωρήσει τά σφάλματα τά ιδικά των.
Άνίσως έσεΐς συγχωρήσητε τά σφάλματα τών άλλων, θέλει συγχωρήσει καί ό έπουράνιος Πατήρ τά σφάλματα τά ιδικά σας. Άνίσως δέ έσεΐς δέν συγχωρήσητε τά σφάλματα τών άλλων, ούδέ ό έπουράνιος Πατήρ θέλει συγχωρήσει τά ιδικά σας σφάλματα (Ματθ. ς' 14).
Συγχώρησον Πάτερ ούράνιε τά χρέη καί άμαρτήματα όπου κάμνομεν εις εσένα, καθώς καί ήμεΐς συγχωρούμεν τά χρέη καί αμαρτήματα όπου οί άλλοι μάς κάμνουν (Ματθ. στ' 12).

Κακέ δούλε, όλον τό χρέος σου τό άφήκα, δηλαδή τάς δέκα χιλιάδας τάλαντα έπειδή μέ έπαρακάλεσας, δέν έπρεπε καί έσύ νά εύσπλαγχνισθης καί νά έλεήσης τόν άδελφόν σου, καθώς καί έγώ σέ ήλέησα, δηλαδή νά του χαρίσης τά έκατόν δηνάρια όπου σοί έχρεώστει;
Καί θυμωθείς ό αύθέντης του παρέδωκε τόν δούλον έκεΐνον εις τούς βασανιστάς έως ου νά τού πληρώση όλον τό χρέος. Έτσι καί ό Πατήρ μου ό ούράνιος θέλει κάμει είς έσάς, άνίσως δέν συγχωρήσετε άπό καρδίας σας τά σφάλματα τών αδελφών σας (Ματθ. ιη' 32).
"Οταν στέκεσθε καί προσεύχεσθε, συγχωρεΐτε ει τι παράπονον καί λύπην έχετε έναντίον του άδελφού σας διά τό σφάλμα όπου σάς έκαμε, διά νά συγχωρήση καί ό έπουράνιος Πατήρ σας τά ιδικά σας σφάλματα (Μάρκ. ια' 25).
Άνίσως σφάλη είς έσένα ό άδελφός σου έπιτίμησαί τον καί αν μετανοήση συγχώρησαί του, άλλά καί άν έπτά φορές τήν ημέραν σου σφάλη καί γυρίση καί σου είπή μετανοώ* συγχώρησαί του (Λουκ. ιζ' 3).

Κεφάλαιον ι'

'Ότι οι Χριστιανοί χρεωστουν νά κάμνουν έλεημοσύνην καί νά προσεύχωνται καί νά νηστεύουν, όχι καθ’ ύπόκρισιν καί διά δόξαν καί έπαινον τών άνθρώπων, άλλά μόνον διά τόν Θεόν.

Προσέχετε νά μή κάμνετε τήν έλεημοσύνην σας έμπροσθεν είς τούς άνθρώπους διά νά σάς βλέπουν καί νά σάς έπαινοϋν. Διότι άν μέ τέτοιον τρόπον τήν κάμνετε, μισθόν δέν έχετε κοντά εις τόν έπουράνιόν σας Πατέρα... όταν, λοιπόν, έσύ κάμνης τήν έλεημοσύνην, κάμνε την τόσον κρυφά, όπου τό άριστερόν σου χέρι νά μήν ήξεύρη τί κάμνει τό δεξιόν (Ματθ. ς' 1).

"Οταν προσεύχεσαι, χριστιανέ, μή γίνης ώσάν οί ύποκριταί, οί όποιοι συνηθίζουν νά στέκωνται καί προσεύχωνται εις τά συναγώγια, καί εις τάς γωνίας τού παζαριού, μέ σκοπόν διά νά φανούν εις τούς άνθρώπους πώς προσεύχονται* διότι βέβαια, βέβαια σάς λέγω, ότι αύτοί έπήραν έδώ τόν μισθόν τους, καί έκει δέν έχουν νά λάβουν τίποτε έσύ δέ όταν προσεύχεσαι, έμβα μέσα είς τόν άπόκρυφον οίκόν σου, (ό όποιος είναι ή καρδία) καί κλεΐσαι τήν πόρταν, ήτοι τάς έξω αισθήσεις, καί προσεύξου εις τόν κρυπτόν καί άόρατον Πατέρα σου, καί ό Πατήρ σου, όπου βλέπει τήν κρυπτήν προσευχήν σου, αύτός θέλει σοϋ δώσει τόν μισθόν είς τό φανερόν (Ματθ. ς' 5).

"Οταν νηστεύετε μή φαίνεσθε λυπημένοι ώσάν οί ύποκριταί, οΐ όποιοι δείχνουν λυπηρόν πρόσωπον καί στυγνόν, διά νά φανοϋν είς τούς άνθρώπους πώς νηστεύουν, βέβαια σάς λέγω, πώς αύτοί έλαβον έδώ τόν μισθόν τους, άπό τόν έπαινον τών άνθρώπων, καί έκεΐ δέν έχουν νά λάβουν τίποτε έσύ δέ όταν νηστεύης, άλειψαι τήν κεφαλήν σου μέ τό λάδι καί νίψαι τό πρόσωπόν σου, διά νά μή φανης είς τούς άνθρώπους πώς νηστεύης, άλλά είς τόν Θεόν καί Πατέρα σου, όπου βλέπει τά κρυπτά τής καρδίας σου καί ο Πατήρ σου όπου βλέπει τήν κρυφήν σου νηστείαν, αύτός θέλει σέ πληρώσει εις τό φανερόν (Ματθ. ς' 16).

συνεχίζεται...
''...δεν είναι η πάλη ημών εναντίον εις αίμα και σάρκα, αλλ' εναντίον εις τας αρχάς, εναντίον εις τας εξουσίας, εναντίον εις τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, εναντίον εις τα πνεύματα της πονηρίας εν τοις επουρανίοις''\n[/align]

Re: Οι κυριώτερες εντολές της Καινής Διαθήκης εις το απλούν - Αγ.Νικοδήμου Αγιορείτου

3
Κεφάλαιον ια'

"Οτι οι Χριστιανοί χρεωστοΰν νά μή θησαυρίζουν εις τήν γην, άλλά εις τόν ούρανόν καί ότι χρεωστοΰν νά μή έλπίζουν εις τόν πλούτον τους, άλλά νά κλαίουν καί νά θρηνούν.

Μή θησαυρίζετε εις τήν γήν, διά νά έχετε, όπου άφανίζουν τούς θησαυρούς σας οί σκώληκες καί ή σκουρία, καί όπου οι κλέπται σκάπτουν καί κλέπτουν αυτούς, άλλά θησαυρίζετε είς τόν ούρανόν, διά νά έχετε πάντοτε, όπου ούτε οί σκώληκες καί ή σκουρία άφανίζουν τούς θησαυρούς, οϋτε οί κλέπται σκάπτουν καί τούς κλέπτουν διότι εις όποιον τόπον είναι ό θησαυρός σας, έκεΐ είναι προσκολλημένη καί ή καρδία σας (Ματθ. ς' 19).

’Αλλοίμονον είς έσάς τούς πλουσίους, ότι άπελαύσατε έδώ εις τόν κόσμον τούτον τήν παρηγορίαν* (καί έκεΐ δηλαδή δέν έχετε νά άπολαύσετε) (Λουκ. ς' 24).

Βέβαια σάς λέγω, ότι δύσκολα ό πλούσιος θέλει έμβη είς τήν βασιλείαν τών ούρανών (Ματθ. ιθ' 23).
Πωλήσατε τά ύπάρχοντά σας, καί δότε έλεημοσύνην κάμετε είς τόν έαυτόν σας πουγγία όπου δέν παλαιόνονται, καί θησαυρίσατε εις τούς ούρανούς θησαυρόν όπου ποτέ δέν σώνεται* τόν όποιον, ούτε κλέπτης έγγίζει, ούτε σκωλήκι διαφθείρει (Λουκ. ιβ' 33).

Κάθε ένας άπό λόγου σας ό όποιος δέν άποτάσσεται καί παραιτει όλα του τά υπάρχοντα, δέν δύναται νά ειναι μαθητής μου (Λουκ. ι' 33).
Παράγγειλε, ώ Τιμόθεε, είς τούς πλουσίους τοϋ κόσμου τούτου νά μή ύπερηφανεύωνται, μηδέ νά έλπίζουν είς τήν άβεβαιότητα τοΰ πλούτου των άλλά νά έλπίζουν είς τόν Θεόν τόν ζώντα, ό όποιος δίδει είς ήμας πλουσίως όλα τά άγαθά είς τό νά τά άπολαμβάνωμεν (Α' Τιμ. ς' 17).

Κλαύσατε έσεΐς, ώ πλούσιοι, καί θρηνήσατε διά τάς συμφοράς, όπου σας άκολουθοΰν διότι ό πλοΰτός σας έσάπησε’ τά ρούχα σας έσκωληκοφαγώθησαν* τό χρυσάφι, καί τό άσήμι σας, έσκουρίασαν καί ή σκουρία αυτών θέλει είναι μάρτυρας έναντίον σας καί θέλει φάγει ώσάν φωτία τάς σάρκας σας, όπου έθησαυρίσατε τόν πλούτον διά νά τόν έχετε είς τάς ύστερινάς ημέρας τής ζωής σας (Ίάκ. ε' 1).

Νά ή πληρωμή τών έργατών, όπου έθέρισαν τά χωράφιά σας, ή όποία έκρατήθη άπό λόγου σας καί δέν έδόθη είς αύτούς αύτή λέγω ή πληρωμή των, φωνάζει πρός τόν Θεόν, καί οί φωνές τών θεριστάδων σας (τών άδικημένων) ήκούσθησαν είς τά αύτία του Κυρίου (Ίάκ. ε' 4).

Κεφάλαιον ιβ'

"Οτι οί Χριστιανοί χρεωστοΰν νά μή μεριμνούν διά τά άγαθά τής γης, ούδέ νά άγαπούν τόν κόσμον καί τά έν τω κόσμω καί νά έχουν προσπάθειαν, άλλά νά ζητούν τά αιώνια καί ουράνια άγαθά.

Διά τοϋτο σας λέγω, νά μή μεριμνάτε μέ τόν λογισμόν σας καί νά λέγετε, τί νά φάγετε καί τί νά πίετε μηδέ νά μεριμνάτε τί νά ένδυθή τό σώμά σας... διότι αύτά όλα τά ζητούν τά έθνη (Ματθ. ζ' 32).
Ζητείτε πρώτον τήν βασιλείαν τοϋ Θεοϋ καί τήν δικαιοσύνην αύτου καί αύτά όλα θέλουν σάς δοθή χάρισμα χωρίς νά τά ζητήτε (Ματθ. ζ' 34).
Τοϋτο σάς λέγω άδελφοί, ότι ό καιρός τής παρούσης ζωής εΐναι όλίγος, καί πρέπει έκεΐνοι όπου έχουν γυναΐκας, νά τάς έχουν μέ τόσην άπροσπάθειαν, ώσάν νά μή τάς έχουν* καί έκεινοι όπου κλαίουν καί λυπουνται διά τοϋ κόσμου τά πράγματα, νά εΐναι ώσάν νά μή κλαίουν καί νά λυπουνται* καί έκεινοι όπου χαίρουν δι’ αύτά ώσάν νά μή χαίρουν καί έκεινοι όπου άγοράζουν τά πράγματα του κόσμου, ώσάν νά μή έχουν αύτοί νά τά άπολαύσουν' καί έκεινοι όπου μεταχειρίζωνται τά τοϋ κόσμου, νά εΐναι ώσάν νά μή τά κακομεταχειρίζονται* έπειδή τό σχήμα τοϋ κόσμου τούτου περνά καί χάνεται (Α' Κορινθ. ζ' 29).

Ήμεΐς δέν στοχαζόμεθα ταϋτα τά πράγματα όπου βλέπονται, άλλά έκεΐνα όπου δέν βλέπονται, διότι τοϋτα όπου βλέπονται εΐναι προσωρινά, έκεΐνα δέ όπου δέν βλέπονται, εΐναι παντοτεινά (Β' Κορ. δ' 18).

Ή ζωή καί πολιτεία ήμών τών χριστιανών εΐναι είς τούς ούρανούς, άπό τούς όποιους προσμένομεν νά έλθη νά μάς λυτρώση ό Κύριος ήμών Ίησους Χριστός (Φιλιπ.γ' 20).

Ήμεΐς οί Χριστιανοί δέν έχομεν είς τοϋτον τόν κόσμον πόλιν καί πατρίδα, άλλά ζητοϋμεν τήν μέλλουσαν καί ούρανίαν πατρίδα (Έβρ. ιγ' 14).
Μοιχοί καί μοιχαλίδες, δέν ήξεύρετε ότι ή φιλία καί άγάπη τοϋ κόσμου εΐναι έχθρα τοϋ Θεοϋ; όποιος λοιπόν θέλει νά είναι φίλος τοΰ κόσμου, γίνεται έχθρός τοΰ Θεοϋ (Ίάκ. δ' 4).
Αγαπητοί, μή άγαπάτε τόν κόσμον μηδέ τά έν τώ κόσμω' διότι άνίσως τινάς άγαπα τόν κόσμον άς ήξεύρη ότι δέν εΐναι εις αύτόν ή άγάπη τοϋ ούρανίου Πατρός (Α' Ίωάν. β' 15.

Κεφάλαιον ιγ'

"Οτι οί Χριστιανοί χρεωστουν νά μή είναι υπερήφανοι, άλλά ταπεινοί καί τά ταπεινά νά άγαποϋν.

"Οποιος ταπεινώσει τόν έαυτόν του ώσάν τό παιδίον τοΰτο, αύτός είναι μεγαλύτερος άπό όλους εις τήν βασιλείαν τών ούρανών (Ματθ. ιη' 4).
"Οποιος ύψώσει τόν έαυτόν του, θέλει ταπεινωθή, καί όποιος ταπεινώνει τόν έαυτόν του θέλει ύψωθή (Ματθ. κγ' 12).
Κάθε ένας όπου ύψώνει τόν έαυτόν του, θέλει ταπεινωθή, καί όποιος ταπεινώνει τόν έαυτόν του θέλει ύψωθή (Μάρκ. ιδ' 11).
Αδελφοί μή φρονητε καί φαντάζεσθε τά ύψηλά, άλλά κατεβάζετε τό φρόνημά σας εις τά ταπεινά (Ρωμ. ιβ' 16).
Μέ τήν ταπεινοφροσύνην νά νομίζετε ένας τόν άλλον μεγαλυτέρους άπό τόν έαυτόν σας (Φιλιπ. β' 3).
Ταπεινωθήτε έμπροσθεν τοΰ Θεοΰ, καί αύτός θέλει σάς ύψώσει (Ίακ. δ' 10).

Οί νεώτεροι ύποτάσσεσθε είς τούς γεροντοτέρους, καί δλοι όμοΰ ύποτάσσεσθε ένας είς τόν άλλον καί ένδυθήτε τήν ταπεινοφροσύνην. Έπειδή ό Θεός, τούς μέν ύπερηφάνους άντιπολεμει, εις δέ τούς ταπεινούς δίδει χάριν ταπεινωθήτε λοιπόν ύποκάτω είς τό δυνατόν χέρι τοΰ Θεοΰ διά νά σάς ύψώση είς τόν άρμόδιον καιρόν (Α' Πέτρ. ε' 5).

Κεφάλαιον ιδ'

"Οτι οί Χριστιανοί χρεωστουν νά έχουν υπομονήν εις όλας τάς θλίψεις, όπου τούς άκολουθουν.


Έκεινος δπου ύπομένει έως τέλους, αύτός θέλει σωθή (Ματθ. κδ' 13).
Μέ τήν ύπομονήν σας θέλετε άποκτήσει τάς ψυχάς σας (Λουκ. κα' 19).
Ή θλΐψις προξενεί ύπομονήν, ή δέ ύπομονή προξενεί έλπίδα (Ρωμ. ε' 3).
Εις τήν θλΐψιν νά ύπομένετε (Ρωμ. β' 11).
Άνίσως ύπομένωμεν θέλομεν συμβασιλεύσει μέ τόν Χριστόν (Β' Τιμ. β' 12).
Ω Τιμόθεε, κυνήγα τήν ύπομονήν (Α' Τιμ. ς' 11).
Άδελφοί άνίσως καί ύπομένετε παιδείας καί θλίψεις, νά ήξεύρετε δτι ό Θεός σας έχει ωσάν παιδία του (Έβρ. β' 6).
Χρειάζεσθε νά έχετε ύπομονήν, διά νά κάμετε τό θέλημα τοϋ Θεοϋ, καί νά κληρονομήσετε τά άγαθά όπου σάς ύπόσχεται (Έβρ. ι' 36).
Μέ ύπομονήν άς τρέχωμεν τόν άγώνα, όπου έχομεν έμπροσθέν μας (Έβρ. ιβ' 1).
Καλότυχος εΐναι ό Χριστιανός έκεΐνος, δπου ύπομένει πειρασμόν, ότι θέλει γίνει δόκιμος καί θέλει λάβει τόν στέφανον τής ζωής (Ίάκ. α' 13).
Ή ύπομονή άς έχη έργον τέλειον' δηλαδή ας εΐναι κατά πάντα τελεία καί όχι κολοβή (Ίάκ. α' 4).
Βάλετε όλην τήν σπουδήν σας, άδελφοί, διά νά προσθέσετε έπάνω εις τήν έγκράτειαν τήν ύπομονήν καί έπάνω είς τήν ύπομονήν τήν εύσέβειαν (Β' Πέτρ. α' 6).
Έδώ έχει νά φανή ή ύπομονή τών άγίων (Άποκάλ. ιδ' 12).

Κεφάλαιον ιε'

'Ότι οί Χριστιανοί χρεωστοΰν νά μή δίδωνται είς κοσμικάς φροντίδας καί φαγητά καί πιοτά, ούτε νά άμελουν καί νά κοιμώνται, άλλά χρεωστοΰν πάντοτε νά είναι έξυπνοι καί έτοιμοι, προσμένοντες τήν ώραν του θανάτου καί τής κρίσεως τοϋ Θεοϋ.


"Ας είσθε έξυπνοι, ώ μαθηταί μου, ότι δέν ήξεύρετε εις ποίαν ώραν μέλλει νά έλθη ο αύθέντης σας. Καί έκεινο δέν ήξεύρετε, ότι άν ο οίκοκύρης ήξευρεν είς ποίαν ώραν τής νυκτός έρχεται ό κλέπτης, ήθελε στέκει έξυπνος καί δέν ήθελεν άφήσει τόν κλέπτην νά σκάψη τό σπήτι του καί νά έμβη μέσα" διά τοϋτο καί έσεις γίνεσθε έτοιμοι πάντοτε, ότι είς τήν ώραν όπου δέν προσμένετε, έρχεται ό υίός τοϋ άνθρώπου, ήτοι έγώ (Ματθ. κδ' 42).
Είς όλους σας λέγω νά είσθε έξυπνοι (Μάρκ. ιγ' 37).
Άγρυπνάτε καί προσεύχεσθε διά νά μή έμβήτε είς πειρασμόν" τό μέν πνεϋμα καί ή ψυχή σας είναι πρόθυμος άλλά ή σάρκα καί τό κορμί είναι άσθενές καί άδύνατον (Μάρκ. ιδ' 38).
Άς εΐναι ή μέση σας περιζωσμένη, δηλαδή άς είσθε έτοιμοι καί τά λυχνάριά σας άς καίουν, δηλαδή ό νους καί ή καρδία σας άς εΐναι άγρυπνα καί γενητε δμοιοι μέ τούς δούλους έκείνους όπου προσμένουν τούς αύθέντας των, πότε νά γυρίσουν άπό τούς γάμους, ινα όταν έλθη ό αύθέντης των καί κτυπήση τήν πόρταν εύθύς τοϋ άνοίξουν νά έμβη’ καλότυχοι εΐναι έκεινοι οί δούλοι τούς όποιους όταν έλθη ό αύθέντης των τούς εύρη έξυπνητούς (Λουκ. ιβ' 35).
Προσέχετε είς τόν έαυτόν σας, μήπως βαρυπλακωθη ή καρδία σας καί ό νους σας άπό μέθην καί φροντίδας βιοτικάς καί έξαφνικά έλθη είς έσάς ή ήμέρα έκείνη τής
κρίσεως' διότι ωσάν παγίδα καί μαγγανία θέλει πιάσει αίφνιδίως όλους τούς άνθρώπους όπου κατοικούν εις όλην τήν γην. Αγρυπνείτε, λοιπόν, εις κάθε καιρόν, παρακαλεΐτε τόν Θεόν νά άξιωθήτε νά γλυτώσετε άπό αύτά όλα τά φοβερά όπου μέλλουν τότε νά γίνουν καί νά παρασταθήτε έμπροσθεν τοϋ Υίοϋ τοϋ άνθρώπου, ήτοι έμπροσθεν εις εμένα (Λουκ. κα’ 34).

"Ωρα εΐναι τώρα νά σηκωθώμεν άπό τόν υπνον τής άμελείας, άδελφοί επειδή τώρα εΐναι ή σωτηρία κοντήτερα είς ήμας παρά όπου ήτον, όταν έπιστεύσαμεν ή νύκτα τής παρούσης ζωής έγγίζει νά περάση, ή δέ ημέρα τής κρίσεως έγγίζει νά έλθη (Ρωμ. ιγ' 11).
Σηκώσου άπό τόν υπνον έσύ Χριστιανέ όπου κοιμάσαι καί άναστάσου άπό τούς νεκρούς καί θέλει σέ φωτίσει ό Χριστός, όπου εΐναι ό νοητός "Ηλιος (Έφεσ. ε' 14).
"Ας μή κοιμώμεθα, λοιπόν, καθώς οί άλλοι, άλλά άς άγρυπνώμεν καί άς εΐμεθα προσεκτικοί διότι έκεΐνοι όπου κοιμώνται, τήν νύκτα κοιμώνται, καί έκεΐνοι όπου μεθύουν, τήν νύκτα μεθύουν, ήμεΐς δέ οί Χριστιανοί μέ τό νά εΐμεθα τέκνα τής ήμέρας καί του φωτός, άς εΐμεθα έξυπνοι καί προσεκτικοί (Α' Θεσσαλ. ε' 6).
Μή σβήνετε τό πνεύμα, δηλαδή τό πνευματικόν χάρισμα όπου έχετε, μέ τήν άμέλειαν (Α' Θεσ. ε' 19).
Γίνεσθε επιμελείς κατά τήν προθυμίαν καί σπουδήν, ζέοντες κατά τό πνεϋμα, καί δουλεύοντες εις τόν Κύριον (Ρωμ. ιβ' 11).
Έτρυφήσατε εις τήν γήν καί έσπαταλήσατε καί έθρέψατε τά σώματά σας ώσάν τά ζώα όπου τρέφουν οί άνθρωποι μέ σκοπόν διά νά τά σφάξουν (Ίάκ. ε' 5).
"Εχετε προσοχήν καί άγρυπνεΐτε, ότι ό εχθρός σας διάβολος ώσάν θυμωμένον λεοντάρι περιπατεΐ καί ζητεΐ ποιον νά καταπίη άπό λόγου σας, είς τόν όποιον άντιστέκεσθε στερεοί μέ τήν πίστιν (Α' Πέτρ. ε' 8).
Γενου άγρυπνος... διότι άν δέν άγρυπνης, θέλω έλθει κατ’ έπάνω σου ώσάν κλέπτης καί δέν θέλεις γνωρίσει ποίαν ώραν έχω νά έλθω κατά σου (Άποκ. γ' 2).

Κεφάλαιον ις'

"Οτι οί Χριστιανοί χρεωστοὐν πάντοτε νά μετανοούν άπό ψυχής.

Εις τάς ημέρας έκείνας έρχεται ό Ιωάννης ό Βαπτιστής, κηρύττοντας εις τήν έρημον τής Ίουδαίας, καί λέγων μετανοείτε, ότι έφθασεν ή βασιλεία τών ούρανών (Ματθ. γ' 3).
Άπό τότε άρχισεν ό Ίησοΰς νά κηρύττη καί νά λέγη μετανοείτε, ότι έφθασεν ή βασιλεία τών ούρανών (Ματθ. δ' 17).
Άνίσως καί έσεΐς δέν μετανοήτε, νά ήξεύρετε ότι παρομοίως όλοι έχετε νά άπολεσθήτε (Λουκ. ιγ' 3).
Μετανοήσετε άδελφοί καί γυρίσετε εις τόν Θεόν, διά νά συγχωρηθοϋν αι άμαρτίαι σας καί διά νά έλθουν καιροί άνέσεως είς έσάς άπό τόν Κύριον (Πράξ. γ' 19).
Μετανόησον καί κάμνε τά πρώτα έργα, όπου έκαμνες ει δέ καί δέν μετανοήσης, έρχομαι γρήγορα κατ’ έπάνω σου καί θέλω κινήσει τήν λυχνίαν σου, δηλαδή τήν Εκκλησίαν σου, άπό τόν τόπον της (Άποκ. β' 5).

Κεφάλαιον ιζ'

"Οτι οι Χριστιανοί, έάν δέν ύπερβοΰν εις τά καλά έργα τούς δικαίους τοϋ παλαιού νόμου, δέν έμβαίνουν είς τήν βασιλείαν τών ούρανών* καί ότι οι Χριστιανοί, έάν άμαρτάνουν, βαρύτερα άπό τούς άνόμους έχουν νά κολασθοΰν.

Άνίσως δέν περισσεύη ή άρετή έσάς τών μαθητών μου, τήν άρετήν τών Γραμματέων καί Φαρισαίων, δέν θέλετε έμβή εις τήν βασιλείαν τών ούρανών (Ματθ. ε' 20)6.
Έκεΐνος ό δούλος, όπου ήξεύρει μέν ποιον είναι τό θέλημα του αύθέντου του, δέν έτοιμασθή δέ, μηδέ κάμνει κατά τό θέλημα αύτοϋ, θέλει δαρθή μέ πολλάς πληγάς έκεΐνος δέ ό δοϋλος όπου δέν ήξεύρει καί κάμνει έργα άξια δαρμου, θέλει δαρθή μέ όλιγοτέρας πληγάς διότι εις έκεΐνον όπου έδόθη πολύ, πολύ θέλει ζητηθή άπ’ αύτόν εις έκείνον δέ όπου έδωκαν παρακαταθήκην περισσοτέραν, περισσότερον θέλουν ζητήσει άπό αύτόν (Λουκ. ιβ' 47),
"Οσοι χωρίς νόμον ήμαρτον, χωρίς νόμον (ήτοι έλαφρότερα) κολάζονται" όσοι δέ ήμαρτον άφ’ ού έδόθη ό νόμος, αύτοί θέλουν καταδικασθή μέ τόν νόμον (ήτοι βαρύτερα) (Ρωμ. β' 12).
Καλλύτερον ήτο εις αύτούς νά μή γνωρίσουν τήν στράταν τής άρετής καί εύσεβείας, παρά όπου τήν έγνώρισαν καί έπειτα έγύρισαν όπίσω άπό τήν παραδοθεΐσαν εις αύτούς άγίαν έντολήν (Β' Πέτρ. β' 21).
Διά τοΰτο είπε καί ό μέγας Βασίλειος" «τί ίδιον Χριστιανού; τό περισσεύειν αύτού τήν δικαιοσύνην έν παντί, πλέον τών Γραμματέων καί Φαρισαίων, κατά τό μέτρον τής κατά τό Εύαγγέλιον τοΰ Κυρίου διδασκαλίας» (έν τω τέλει τών Ηθικών όρων).


ΤΕΛΟΣ


http://www.paterikiorthodoxia.com/2013/ ... n-odi.html
''...δεν είναι η πάλη ημών εναντίον εις αίμα και σάρκα, αλλ' εναντίον εις τας αρχάς, εναντίον εις τας εξουσίας, εναντίον εις τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, εναντίον εις τα πνεύματα της πονηρίας εν τοις επουρανίοις''\n[/align]
Απάντηση

Επιστροφή στο “Διδασκαλιες αγιων και αποστάγματα πατερικης σοφιας”