Την Κυριακή 31 Ιουλίου 2011 συμπληρώθηκαν 91 χρόνια από τη στυγερή δολοφονία του Ίωνος Δραγούμη από ένοπλη, παρακρατική

1
Οι Γούσηδες επικυρίαρχοι των λοβοτομημένων


«Ως πότε, ω επίσημοι παλιάνθρωποι, θα εμπνέετε τριγύρω σας τεμπελιά, απιστία, ταπείνωση και πανικό, επιφύλαξη, σιωπή και υπομονή ; Ως πότε θα μας λέτε μην κουνιέστε, μην ετοιμάζεστε;»

Γράφει ο Κώστας Χατζής

Την Κυριακή 31 Ιουλίου 2011 συμπληρώθηκαν 91 χρόνια από τη στυγερή δολοφονία του Ίωνος Δραγούμη από ένοπλη, παρακρατική ομάδα που χρηματοδοτείτο από τους πολιτικούς του αντιπάλους και τους «διαπλεκόμενους» της εποχής. Με αφορμή τη θλιβερή επέτειο, χθες το πρωί, μια παρέα ανθρώπων από τρεις διαφορετικές γενιές αποφασίσαμε να καταθέσουμε ένα στεφάνι στη μνήμη του. Δεν εκπροσωπούσαμε τίποτα και κανέναν. Μόνο τους εαυτούς μας. Δεν είμαστε επαγγελματίες πατριώτες. Αλλά ούτε και λοβοτομημένοι υπηρέτες κομματικών γραφείων για να λησμονήσουμε την επέτειο.

Όπως έγραψε ο Δραγούμης,
«μας συνέδεσε η ανίκητη σιχασιά για το ελλαδικό κράτος και τα στενά ιδανικά των μικροπολιτικών του. Μας συνέδεσε ο πόθος να διατηρηθεί και να προκόψει το έθνος».

Κανονικά, σε τούτες τις αράδες θα έπρεπε να χωρέσουν δυο λόγια για το ηθικό και πολιτικό μέγεθος του ανδρός.
Αλλά πώς να γράψεις για κάποιον που αισθάνεσαι τόσο μικρός όταν τον συλλογιέσαι;
Για κάποιον που προτίμησε την πράξη από τη θεωρία;
Την ένοπλη μάχη για τις ιδέες και το έθνος, από τη σιγουριά της αριστοκρατικής καταγωγής;
Την κοινωνική συνείδηση, από τα προνόμια της αστικής ζωής;
Τη δυσκολία του βιοπορισμού, από την ευπορία τoυ μεγαλοαστού;
Και ακόμα, πώς να γράψεις για κάποιον που μοιάζει να είχε προβλέψει μέχρι λεπτομέρειας τα δεινά που υφίσταται ο ελληνισμός σήμερα;

Όπως και να’ χει, στην ελληνική κοινωνία υπάρχουμε κι εμείς που εμπνεόμαστε από εκείνον. Λίγοι ή πολλοί, το μέλλον θα δείξει. Αλλά εμπνεόμαστε από εκείνον. Όχι από τους πολιτικούς του αντιπάλους. Τους ηθικούς αυτουργούς της δολοφονίας του. Τους ηθικούς αυτουργούς, επίσης, της πιο επαίσχυντης δίκης στη νεοελληνική ιστορία, της οποίας τα εκτελεσθέντα θύματα δικαιώθηκαν έστω και μετά θάνατον. Τους ηθικούς αυτουργούς τριών ενόπλων πραξικοπημάτων που εγκαθίδρυσαν από τότε μέχρι σήμερα, «εγγυήτριες» και «προστάτιδες» ξένες δυνάμεις που καταδυναστεύουν τον ελληνισμό: Τους σημερινούς δανειστές, δυνάστες και κατακτητές της χώρας μας.

Όχι, δεν θεωρούμε όλοι τον βασικό πολιτικό αντίπαλο του Δραγούμη «μεγάλο Έλληνα ηγέτη», πόσο μάλλον αν αναλογιστούμε τα τραγικά αποτελέσματα των πράξεών του. Δεν εμπνεόμαστε όλοι από «την τέχνη της διαπραγμάτευσης» γιατί την αντιμετωπίζουμε ως ωραιοποιημένη επιβράβευση της οσφυοκαμψίας και της υποταγής μπροστά στις επιβουλές των «γνωστών-άγνωστων» ισχυρών που θέλουν να διαφεντεύουν τα έθνη και τους ανθρώπους παγκοσμίως.

Για εμάς, τούτα τα λόγια είναι έμπνευση:
«Δεν αλλάζω. Δεν αλλάζω ούτε δρόμο. Όταν φυσάει δυνατά από κάπου, κάνω πλώρη κατ’ επάνω και μένω στο δρόμο μου. Δεν αλλάζω δρόμο. Τα παπούτσια μου μπορεί να γίνουν βαριά και να με κουράζουν μα προβαίνω… Δεν έχω να σκοτιστώ για τα όσα λεν τα άλλα έθνη για το έθνος μου, παρά θα φροντίζω να ξανοίγω το δρόμο του να το ξελευτερώσω, μην ακούοντας τους άλλους, μην κοιτάζοντας κανένα. Δεν πασχίζω για το κράτος, γιατί το κράτος το δικό μας δεν αξίζει να το βοηθεί κανένας, είναι μονάχα ορμητήριο. Εγώ πασχίζω για το έθνος. Είναι ανάγκη να φτιάξω ανθρώπους, να λευτερώσω τους Έλληνες, ελεύθερους και δούλους, γιατί είναι όλοι τους σκλάβοι και ραγιάδες»

Λόγια σαν τα παραπάνω, βέβαια, μάλλον ακούγονται γραφικά στους σημερινούς κυβερνώντες. Έτσι τα αντιμετώπιζαν και οι κυβερνώντες επί Δραγούμη,
«οι άνθρωποι με τα φεσάκια που είναι άξιοι μόνο για ανάλατες αττικές ειρωνείες… Ενθουσιασμός μόνο για το δικό τους συμφέρον τους συναρπάζει… Όποιος τύχει και δεν ακολουθεί το κοπάδι είναι τρελός».

Αλλά το ίδιο γραφικά ή και επικίνδυνα ακούγονται τέτοια λόγια και στους ηγήτορες κάποιων κομματικών γραφείων που ανησυχούν μήπως προκύψει οτιδήποτε διαφορετικό, μήπως εμφανιστεί κάποια δύναμη που θα αποκαλύψει τον σκοτεινό τους ρόλο και θα σταθεί εμπόδιο στις μηχανορραφίες τους. Ίδιοι κι απαράλλαχτοι με το «στοιχειά του Πατριαρχείου» που περιέγραφε ο Ίων, «που σε όποιο διάδρομο κι αν διάβαινες τους εύρισκες, περνώντας σαν ίσκιος με υποκριτικά σταυρωμένα ή κρεμάμενα χέρια και με πονηρά μάτια πίσω από τα ματογυάλια, βλέποντάς σε καλά για να καταλάβουν τι γυρεύεις εκεί».

Ας είναι… Αυτοί κάνουν τη δουλειά τους, άλλοι στην επιφάνεια και άλλοι υπογείως. Και όσο δεν μας βρίσκουν ενωμένους εναντίον τους, όσο το προσωπικό μας συμφέρον μπαίνει πάνω από το εθνικό, τόσο θα εξακολουθούν να την κάνουν. Όσο χειραγωγούμαστε από ακαταλαβίστικα μισόλογα ή από τις δήθεν ανεξάρτητες διαμαρτυρίες με τους βρώμικους επικοινωνιακούς χορηγούς, η αγανάκτησή μερικών θα γίνεται αμορτισέρ για να απορροφά τους κραδασμούς του συστήματος και να αποτρέπει την πιθανότητα αληθινής επανάστασης πολύ περισσότερων.

Δική μας δουλειά δε μπορεί να είναι άλλη παρά η ανατροπή τους. Η βίαιη αποκαθήλωση του εθνοπροδοτικού εσμού που διαφεντεύει την Πατρίδα και μας παραδίδει ως λάφυρο σε εγχώριους και ξένους οικονομικούς κατακτητές της παγκοσμιοποίησης. Και η δημόσια διαπόμπευση και τιμωρία κάθε σύγχρονου Πήλιου Γούση που, τάχα, υπηρετεί την ανύπαρκτη, εδώ και δεκαετίες, κοινοβουλευτική δημοκρατία.

Όσο δεν κάνουμε τη δουλειά μας, όσο δεν αναλαμβάνουμε την ατομική και συλλογική μας ευθύνη, όλοι μας, στενεύουν και τα περιθώρια της κριτικής μας. Οπότε, για αρχή, ας φροντίσουμε να συνειδητοποιήσουμε το καλοσκηνοθετημένο θεατρικό έργο που παίζεται, σε συνέχειες, μπροστά στα μάτια μας κι ας αναρωτηθούμε, όπως ο Ίων:
«Τι εμποδίζει τους Έλληνες τους τωρινούς να κουνηθούν σαν έθνος και να δημιουργήσουν; Αυτό, ό, τι κι αν είναι, πρέπει να λείψει από τη μέση».


Υ.Γ. Όλα τα αποσπάσματα σε εισαγωγικά είναι, φυσικά, από το έργο του Ίωνα Δραγούμη «Όσοι Ζωντανοί», ένα βιβλίο που αν υπάρχει κάποια λαϊκή και κοινωνική πολιτική δύναμη στον τόπο θα έπρεπε να διαθέσει ένα ελάχιστο τμήμα της κρατικής οικονομικής ενίσχυσης που λαμβάνει για να προμηθεύσει κάθε νέο Έλληνα με ένα αντίτυπο. Θα ήταν ελάχιστη πράξη ανύψωσης του καταποντισμένου ηθικού μιας γενιάς, που βλέπει το μέλλον της και το μέλλον των παιδιών της να υποθηκεύεται και επιλέγει να μεταναστεύσει. Ίσως να αποτελούσε ανάχωμα αυτής της φυγής, που αφήνει τη χώρα στα χέρια των κάθε είδους λαθρεποίκων της.
Η γνώμη είναι σαν την κ*λ*τρυπίδα...Όλοι έχουν από μία! Κι οι εξουσιαστές...αυτοί που διαμορφώνουν τις απόψεις της μάζας...έχουν προωθήσει την ιδέα ότι "κάθε άποψη είναι σεβαστή"...Κι έπεισαν τον κάθε ηλίθιο στον πλανήτη, να ταμπουρωθεί πεισματικά και με φανατισμό...πίσω από την υποβολιμιαία..."προσωπική" του άποψη ! 

Re: Την Κυριακή 31 Ιουλίου 2011 συμπληρώθηκαν 91 χρόνια από τη στυγερή δολοφονία του Ίωνος Δραγούμη από ένοπλη, παρακρατ

2
ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ (ΜΙΑ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ)


"Λευκή ας βαλθεί όπου έπεσες κολώνα - πως έπεσες γραφή να μην το λέει - λευκή με της πατρίδας την εικόνα μόνο εκείνη ταιριάζει να σε κλαίει, βουβή, μαρμαρωμένη να σε κλαίει".

Κωστής Παλαμάς

Εικόνα




Ο Ίων Δραγούμης γεννήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1878. Ήταν γιος του Στέφανου Δραγούμη που διετέλεσε πρωθυπουργός μετά το κίνημα του 1909 στο Γουδί. Η οικογενειακή καταγωγή του ήταν από το Βογάτσικο της Μακεδονίας. Σπούδασε νομικά στο πανεπιστήμιο της Αθήνας και το 1899 μπήκε στο διπλωματικό σώμα. Ήδη από τα πρώτα του χρόνια έρχεται σε επαφή με την φιλοσοφία και την ιστορία, αποκτώντας βάθος και πνευματική ευαισθησία. Νωρίτερα, στον ατυχή πόλεμο του 1897 είχε πολεμήσει ως εθελοντής. Υπηρέτησε ως προξενικός υπάλληλος στο Μοναστήρι, στον Πύργο και στην Φιλιππούπολη της Βουλγαρίας. Στην θητεία του αυτή στα ελληνικά προξενεία, υπήρξε ηγετική μορφή του μακεδονικού αγώνος, οργανωτής και εμψυχωτής του. Ο Παύλος Μελάς ήταν σύζυγος της αδερφής του. Με τον τίμιο θάνατο του, ο Ίων δημοσιεύει το πιο γνωστό έργο του, το «Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα» χρησιμοποιώντας ψευδώνυμο. Το βιβλίο τάραξε συθέμελα την τότε λιμνάζουσα ελληνική κοινωνία, που αμέσως στρατεύτηκε στον σκοπό. Αμέσως το ελληνικό υπουργείο εξωτερικών τον μετέθεσε σε πρεσβεία εκτός των Βαλκανίων.


To 1904 υπηρέτησε στην Αλεξάνδρεια ερχόμενος σε στενή επαφή και φιλία με τον μεγάλο ποιητή Κωνσταντίνο Καβάφη. Στη συνέχεια, το 1907 ως ανώτατος διπλωματικός υπάλληλος στην Κωνσταντινούπολη, ίδρυσε με την βοήθεια του επιστήθιου φίλου του Αθανασίου Σουλιώτη-Νικολαΐδη την «οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως». Η οργάνωση αυτή είχε σαν στόχο να εξοπλίσει τους Έλληνες της Πόλης, και να τους συμφιλιώσει με την οθωμανική διοίκηση, σε μια σχέση ισοτιμίας, με κοινό αντίπαλο τους Σλάβους. Ταυτόχρονα, στην Πόλη ήρθε σε επαφή και με τον νέο τότε, Γεώργιο Παπανδρέου, έκαναν παρέα, συζήτησαν για το έθνος και τις ανάγκες του. Θορυβημένη η ελληνική κυβέρνηση από την αιρετική και επιθετική δραστηριότητα του τον μεταθέτει στην Ρώμη και στο Λονδίνο.



Ήταν το πρώτο πρόσωπο που συζητήθηκε στον Στρατιωτικό σύνδεσμο για να αναλάβει τις πολιτικές του τύχες (το δεύτερο ήταν ο Δημήτριος Γούναρης) πριν επιλεγεί τελικά ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Ο ίδιος σε εκείνη την περίοδο βρισκόταν σε μια προσωπική εσωτερική σύγχυση ενώ βρισκόταν σε πλήρη απομόνωση στο εξωτερικό. Αρθρογράφησε στον «Νουμα» με το ψευδώνυμο «Ιδας» διακηρύσσοντας τις δημοτικιστικές του γλωσσικές ιδέες ενώ σε ένα πολύ σημαντικό του άρθρο εκεί, απάντησε στον Γεώργιο Σκληρό στις σοσιαλιστικές-μαρξιστικές θέσεις που αυτός εξέφρασε. Πήρε μέρος στον Α' Βαλκανικό πόλεμο αποσπασθείς στο επιτελείο του Διαδόχου Κωνσταντίνου, και μετείχε στην επιτροπή που διαπραγματεύθηκε την παράδοση της Θεσσαλονίκης στους Έλληνες. Ήταν ο πρώτος Έλληνας που ύψωσε την τιμημένη ελληνική σημαία στο δημαρχείο της πόλης. Το 1913 τίθεται σε διαθεσιμότητα από το διπλωματικό σώμα για δυο μήνες γιατί ενέκρινε την ένωση του Καστελόριζου με την Ελλάδα χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με το αρμόδιο υπουργείο. Πριν παυτεί πρόλαβε να οργανώσει μια επιτροπή Δωδεκανησιων η οποία ζήτησε από την Ιταλική κυβέρνηση που κατείχε τα πολύπαθα νησιά, την ένωση με την Ελλάδα. Εκείνη την χρονιά έγραψε και το βιβλίο του «ελληνικός πολιτισμός». Σε αυτό το σύντομο αλλά σημαντικό έργο, καταγράφει τις αντιλήψεις του για την υπεροχή του έθνους έναντι του κράτους, περιγράφει με ζωντανά

Νίκος Καζαντζάκης
χρώματα την προτεραιότητα του πολιτισμικού έθνους σε σχέση με το φυλετικό και στηλιτεύει την προγονοπληξία και τον λογιοτατισμό, καταλήγοντας σε πρακτικές πολιτιστικές προτάσεις για τον νέο ελληνισμό που πίστευε ότι αναδυόταν.

Απεχθανόταν την εισαγόμενη βαυαρική κρατική οργάνωση, τον λογιοτατισμό με την καθαρεύουσα και την στείρα αρχαιολαγνία. Ήταν ο ίδιος από τα ιδρυτικά στελέχη του «Εκπαιδευτικού Ομίλου», ενός σημαντικού συλλόγου δημοτικιστών. Στον λογιοτατισμό έβλεπε μια ακινησία, μια άρνηση για το νέο, για ζωή. Τον φανταζόταν σαν ένα ανάχωμα στην βιταλιστική αναγέννηση του έθνους για την οποία εργαζόταν. Επιθυμούσε την οργάνωση των Ελλήνων σε Κοινότητες - θεσμό κατεξοχήν ελληνικό - θεωρώντας ότι το κράτος που φροντίζει για όλες τις ανάγκες των πολιτών καταστρέφει τις δημιουργικές του δυνάμεις. "Το υγιές κύτταρο του ελληνισμού είναι οι κοινότητες. Η δραστηριοποίηση τους θα αποκεντρώσει το υδροκεφαλικό αθηναϊκό κράτος, που αγνοεί της ανάγκες της περιφέρειας. Πρέπει να δοθούν αυξημένες αρμοδιότητες στις κοινότητες για να ανθήσει παντού ο ελληνισμός και να αποφευχθεί ο συγκεντρωτισμός και ο κοσμοπολιτισμός των αστικών κέντρων", υποστήριζε ο Ίων.


Συνδεόταν με προσωπική φιλία με τον Περικλή Γιαννόπουλο, έναν μεγάλο στοχαστή και οπλίτη του ελληνισμού, του οποίου την αυτοκτονία διαισθάνθηκε (σύμφωνα με τα γραπτά του ημερολογίου του). Ήταν επίσης φίλος με τον Νίκο Καζαντζάκη με τον τελευταίο να τον απαθανατίζει σε πολλά έργα του. Στη συνέχεια, λίγο πριν την έναρξη του Ά παγκοσμίου πολέμου, επανέρχεται στα καθήκοντα του υπηρετώντας στις Πρεσβείες της Βιέννης, του Βερολίνου και της Πετρούπολης. Όλες του οι αναφορές στην κυβέρνηση είναι φιλο-ανταντικες προτρέποντας για ένταξη στην συμμαχία κατά των Κεντρικών Αυτοκρατοριών. Το 1914 τηλεγραφεί από την Πετρούπολη στον Βενιζέλο προτρέποντας για την συμμετοχή των Ελλήνων στην εκστρατεία στα Δαρδανέλια, φοβούμενος πιθανή κάθοδο των Ρώσων στην Πόλη.
Αρχές του 1915 παραιτήθηκε από τη θέση του προξένου όταν του ζητήθηκε να συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις που αφορούσαν την ανταλλαγή πληθυσμών - Τούρκων της Μακεδονίας με Έλληνες της Μικράς Ασίας (κάτι που θεωρούσε απαράδεκτο) και κατεβαίνει ως υποψήφιος ανεξάρτητος βουλευτής, χωρίς πολιτική στήριξη και χρήματα. Στο ημερολόγιο του, περιγράφει την τραγελαφική προεκλογική του εκστρατεία, όταν περιόδευε στην Φλώρινα και δεν ερχόταν κανείς να τον ακούσει να μιλάει. Αρχικά αποτυγχάνει στις εκλογές όμως στις επαναληπτικές τοπικές στις 31 Μαΐου 1915 εκλέγεται ανεξάρτητος βουλευτής Φλώρινας. Στις δεύτερες εκλογές του 1916 επίσης εκλέγεται με όλο τον συνδυασμό του, καθώς οι Βενιζελικοί, ως γνωστόν, απείχαν. Αυτή την εποχή γράφει το όμορφο βιβλίο του «Σαμοθράκη», με αφορμή την επίσκεψη του στο όμορφο νησί, όπου πραγματεύται τα χνάρια του Ελληνισμού στην Ελληνική ύπαιθρο.


Το 1916 εκδίδει το περιοδικό "Πολιτική Επιθεώρησις". Με τιμιότητα και γενναιότητα πρέσβευσε τις ιδέες του και στην βουλή των εκλογών του 1916, αλλά και στην βουλή-οπερέτα των «Λαζάρων» (με βασιλικά διατάγματα ακυρώθηκαν οι εκλογές του 1916 και επανήλθε η προηγούμενη βουλή χωρίς εκλογές!!!), όπου αψηφώντας την παρουσία των Βενιζελικών μπράβων στα κοινοβουλευτικά θεωρεία, στηλίτευε και ήλεγχε την αυταρχική Βενιζελικη πολιτική. Το 1917 δημοσιεύει βαρυσήμαντο άρθρο στην «πολιτική επιθεώρηση» όπου κατακρίνει με δριμύτητα την Βενιζελικη πολιτική. Συγκεκριμένα αποδοκίμαζε όλες τις Βενιζελικες ενέργειες που είχαν ουσιαστικά αναστείλει την εθνική κυριαρχία, γεμίζοντας Αθήνα και Θεσσαλονίκη με αποικιακά στρατεύματα. Το άρθρο προκάλεσε αίσθηση και κάποιοι αντιβενιζελικοι αναθάρρησαν. Έτσι ο Ύπατος Αρμοστής της Γαλλίας στην Ελλάδα Σαρλ Ζονάρ τον συμπεριέλαβε στην λίστα με τους πολιτικούς που εξόρισε το Βενιζελικο καθεστώς στην Κορσική. Έτσι με μια αυταρχική και αψυχολόγητη ενέργεια ο Βενιζελισμος έκανε «δώρο» στους βασιλόφρονες μια ανεξάρτητη και ειλικρινή φωνή που θα μπορούσε να αποτελέσει μια γέφυρα συνεννόησης ανάμεσα στους δυο κόσμους.

Όπως αναφέρθηκε, ο Δραγούμης υπήρξε πολιτικός αντίπαλος του Βενιζέλου αλλά όχι με τη στενή έννοια του όρου. Είχε μια διαφορετική θεώρηση για το παρόν και το μέλλον του Ελληνισμού,

Νεότουρκοι
διαφορετική από την στενή εδαφική, λυτρωτική βενιζελικη Μεγάλη Ιδέα. Το πολιτικό του Όνειρο όπως το εξέφρασε στο μνημειώδες έργο του «όσοι ζωντανοί» που το συνέγραψε κατά την παραμονή του στην Πόλη, βρισκόμενος υπό την επήρεια της επανάστασης των Νεότουρκων, ήταν μια βαλκανική ομοσπονδία Ελλάδος-Τουρκίας με ηγέτη την Ελλάδα. Αυτή η ομοσπονδία θα αποτελούσε ανάχωμα στην κάθοδο των Σλάβων κατά των οποίων η απέχθεια του Ίωνα είχε ενταθεί από τον Μακεδονικό Αγώνα. Οι Έλληνες της διασποράς ζούσαν ανάμεσα σε πολυπληθέστερους λαούς και μόνο με τον πόλεμο θα τους έδιωχναν αυτούς από τον τόπο τους. Πρώτιστο μέλημα του Δραγούμη να διατηρηθούν οι ελληνικές παροικίες στα Τουρκοκρατούμενα εδάφη και η Ελλάδα να προσπαθήσει να αναπτύξει την άμυνά της προς το βορρά. Η ομοσπονδία αυτή θ' άρχιζε από την Αδριατική θάλασσα και θα έφτανε ως τη Συρία. Επεδίωκε μ' αυτόν τον τρόπο ο Ελληνισμός να παραμείνει στις εστίες του κυριαρχώντας πολιτισμικά στην Ανατολή Ο Δραγούμης περιέγραψε ξεκάθαρα το όραμα του Νέου Ελληνισμού. Ήθελε ο νεοελληνικός πολιτισμός να βασισθεί στη γλώσσα, στα έθιμα, στον τρόπο ζωής του απλού ελληνικού λαού ώστε να μεγαλουργήσει και πάλι. Το Ανατολικό Κράτος όμως που ονειρεύονταν ο Δραγούμης με την πολιτιστική κυριαρχία των Ελλήνων έμεινε απλώς ως σκέψη. Οι Έλληνες και οι Τούρκοι είχαν επιλέξει το δρόμο της σύγκρουσης και της εθνικής εκκαθάρισης.

Η παραμονή του Ίωνα στο Αιάκειο της Κορσικής είχε αρχικά ευεργετικά αποτελέσματα στον ίδιο. Ήταν ένα διάλειμμα, σε μια ζωή που έτρεχε, ήταν μια ευκαιρία για ανασυγκρότηση, για περίσκεψη. Καρπός πνευματικός αυτής της περιόδου είναι το τελευταίο του έργο «Σταμάτημα». Αλλά και στο Αιάκειο δεν έμεινε αργός πολιτικά. Απέστειλε στις Βερσαλίες το 1918 ένα υπόμνημα στις δυνάμεις τις Αντάντ υποδεικνύοντας όλες τις υπηρεσίες που πρόσφεραν οι Βασιλικές κυβερνήσεις στην Αντάντ πριν την επιβολή της Βενιζελικης Δικτατορίας. Το κείμενο αυτό πείθει για δυο πράγματα. Το πρώτο είναι η αδιαμφισβήτητη πολιτική οξύνοια και διαύγεια που διέκρινε τον Ίωνα Δραγούμη. Το δεύτερο είναι ότι πολιτικά πλέον, είχε εναγκαλιστεί την γουναρική παράταξη. Προς το τέλος της παραμονής του, η νοσταλγία για την πατρίδα, και η έλλειψη δραστηριότητας τον έχουν τσακίσει όπως φαίνεται και από τα «φύλλα ημερολογίου» του. Το 1919 οι βενιζελικοι τον εκτόπισαν μόνο του στη Σκόπελο υπό απάνθρωπες συνθήκες. Του αρνήθηκαν ακόμα και να κατέβει στον Πειραιά από το πλοίο να χαιρετίσει τον γηραιό πατέρα του. Στη Σκόπελο τον βρήκε η είδηση ότι ο Ελληνικός στρατός αποβιβάστηκε στη Σμύρνη το 1919. "Ρωτώ, μπορούσε ο ελληνισμός ν' ακολουθήσει δυο δρόμους; Ή τη διατήρηση της Τουρκίας και την καλυτέρεψη της ζωής των Ελλήνων εκεί ή την πολιτική της προσθήκης κομματιών της Τουρκίας στην Ελλάδα: (ή την αυτονόμηση των ελληνικών περιφερειών της Τουρκίας);"



Επιστρέφοντας από την Σκόπελο μετά την «μεγαλόψυχη» Βενιζελικη αμνηστία, ο Ίων δραστηριοποιήθηκε στην αντιπολίτευση. Εξέδωσε εκ νέου το περιοδικό του, ασκώντας δριμύτατη κριτική στους Βενιζελικούς. Το τέλος όμως ήταν κοντά. Στις 31 Ιουλίου 1920 (παλαιό ημερολόγιο) ο Ίων Δραγούμης συλλαμβάνεται και εκτελείται στο κέντρο της Αθήνας (επί της οδού Βασιλίσσης Σοφίας, απέναντι από το σημερινό ξενοδοχείο Χίλτον) από βενιζελικα τάγματα ασφαλείας. Μερικές ώρες νωρίτερα είχε γίνει γνωστή η δολοφονική απόπειρα εναντίον του Βενιζέλου στο Παρίσι που μόλις είχε υπογράψει τη Συνθήκη των Σεβρών από δυο απότακτους αξιωματικούς. Η δολοφονία του ήταν εν ψυχρώ. Πέθανε όρθιος, στημένος στα 10 βήματα από τα βενιζελικα ντουφέκια, χωρίς να τον δέσουν. Έμεινε εκεί οικειοθελώς με γενναιότητα και πλήρωσε με την ζωή του, αυτός ο μετριοπαθής, το νόμισμα των φανατικών. Η δολοφονία πέρασε στα ψιλά των εφημερίδων, ενώ ο Βενιζέλος εξέφρασε την βαθιά του λύπη και οδύνη. Η άνανδρη δολοφονία συγκλόνισε την ελληνική καλλιτεχνική ψυχή, ενώ ο Παλαμάς και ο Σικελιανός συνέθεσαν ελεγείες για το δραματικό γεγονός.

Η ιδέα του Έθνους συγκινούσε σφοδρά τον Δραγούμη. Μαζί με τον εαυτό του είναι τα μοναδικά ζωντανά πράγματα για τον άνθρωπο που μονάχα μαζί τους υπάρχουν όλα τ' άλλα. Η εθνική πίστη, η αγάπη προς το έθνος ξεπερνάει κάθε άλλο δυνατό προσωπικό συναίσθημα. Είναι μεγαλύτερη ακόμα και από την αγάπη προς την οικογένεια. Εκτός από την εθνική πίστη, ο ίδιος βαδίζει σε υπαρξιστικά βήματα στις προσωπικές του αναζητήσεις. Ζητά πολλά από τον εαυτό του, ενώ παράλληλα ασκεί δριμύτατη αυτοκριτική. Μας παρουσιάζεται γεμάτος αντιφάσεις. Πότε σημαιοφόρος της εθνικής προσπάθειας πότε ουραγός, σε απομόνωση. Όρμησε στην ζωή αδιαφορώντας για κινδύνους και ψευτο-επισημότητες.


Απλά τελειώνοντας θα παρατηρούσα ότι ο Ίων Δραγούμης δεν συμβιβάσθηκε, δεν βολεύτηκε, όπως εύκολα θα μπορούσε να κάνει. Γιος πρώην πρωθυπουργού, με κοινωνικά υψηλές γνωριμίες, και με αδιαμφισβήτητες ικανότητες, με ένα «καλό» γάμο θα μπορούσε να λύσει για πάντα το οικονομικό πρόβλημα που τον ταλάνιζε ως την τελευταία μέρα της ζωής του και να αναδειχθεί σε ηγετική μορφή των αντι-βενιζελικων που χρειάζονταν τότε τέτοια στελέχη. Δεν το έκανε. Εγκατέλειψε τα σαλόνια, για τα βουνά της Μακεδονίας, έμεινε ρομαντικός, επεδίωξε τον πραγματικό έρωτα σαν μια χίμαιρα, πολιτεύτηκε ανεξάρτητος, χωρίς ποτέ τελικά να πλησιάσει το περιβάλλον του Βασιλιά.


Ι. Β. Δ.


Από τα "Θέματα Ελληνικής Ιστορίας".
Η γνώμη είναι σαν την κ*λ*τρυπίδα...Όλοι έχουν από μία! Κι οι εξουσιαστές...αυτοί που διαμορφώνουν τις απόψεις της μάζας...έχουν προωθήσει την ιδέα ότι "κάθε άποψη είναι σεβαστή"...Κι έπεισαν τον κάθε ηλίθιο στον πλανήτη, να ταμπουρωθεί πεισματικά και με φανατισμό...πίσω από την υποβολιμιαία..."προσωπική" του άποψη ! 
Απάντηση

Επιστροφή στο “Μεγάλοι Έλληνες”

cron