Η οικουμενιστική βαπτισματική θεολογία

1
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ;

Καθηγητή Ανδρέα Θεοδώρου



Ειναι μια καινοφανής εκκλησιολογική θεωρία. Κατ' αυτήν, όπου τελείται το βάπτισμα στο όνομα της αγίας Τριάδος, εκεί υπάρχει και η αληθινή Εκκλησία, συμπεριλαμβανομένων εις αυτήν και των ετερόδοξων. Είναι φανερό, ότι δια της θεωρίας αυτής, η οποία έχει ανάχρωση οικουμενιστική, διευρύ­νονται τα όρια της καθολικής Εκκλησίας, κάτω από την ομπρέλα της οποίας μπορούν να βρουν στέγη αρκετοί χριστιανοί, άσχε­τα προς το γενικότερο θεολογικό τους πιστεύω και την ιδιαίτερη εκκλησιολογική φυσιογνωμία τους. Κάτι ανάλογο γίνεται και με τη διαβόητη θεωρία των κλάδων (Βranch Theory) της Προτεσταντικής περί Εκκλησίας εκδοχής.

Κατ' αρχήν, βέβαια και αόριστα, η θεωρία αυτή είναι σωστή. Όντως η ομολογία του περί αγίας Τριάδος δόγματος της πίστεως είναι απαραί­τητη τόσο δια τη συγκρότηση της Εκκλησίας, όσο και δια τη σωτηρία του ανθρώπου. Ποίου όμως δόγματος; Φυσικά του ορθού όπως τούτο διδάσκεται καθαρό και αλώβητο στους κόλπους της Ορθόδοξου Κα­θολικής του Χριστού Εκκλησίας. Ισχύει όμως αυτό και για την ετεροδοξία; Ασφαλώς όχι.

Ας δούμε το πράγμα κάπως αναλυτικά. Το περί αγίας Τριάδος δόγ­μα της ορθοδόξου πίστεως επικεντρώνεται σε τρία βασικά και θεμελι­ώδη σημεία: την ουσία, τις υποστάσεις και τις θείες ενέργειες.

Η ουσία είναι απόλυτα υπερβατική, αμέθεκτη και αδιάγνωστη.

Οι υποστάσεις εί­ναι θεοπρεπείς διακρίσεις στη θεότητα, πρόσωπα ίδια, εκφράζοντα τον τρόπον της αϊδίου υπάρξεως της θεότητας, τα υποστατικά ιδιώματα των οποίων είναι προσωπικά, ασύγχυτα και αμετάδοτα.

Και οι θείες ενέρ­γειες είναι ομοίως θεοπρεπείς διακρίσεις στη θεότητα, οι οποίες δεν συνθέτουν την απλή φύση του Θεού, από την οποίαν αϊδίως απορρέ­ουν, ως ο έμφυτος πλούτος αυτής, είναι μεταδότες και κοινωνητές, δια των οποίων εκφράζεται η υπερβατική θεία φύση στις ποικίλες εξωτερι­κές αναφορές και φανερώσεις της, τη δημιουργία, την αποκάλυψη και τη λύτρωση.

Είναι δε ενέργειες άκτιστες, όπως άκτιστη είναι και η θεία χάρις, με την οποία ταυτίζονται.

Με την ομολογία των τριών αυτών σημείων απαρτίζεται το ορθό πε­ρί αγίας Τριάδος δόγμα της πίστεως, η ομολογία του οποίου είναι απα­ραίτητη προς σωτηρία.

Ευνόητο ότι και η παραμικρή παραχάραξη ενός ή και πλειόνων εκ των σημείων αυτών αποστερεί τον άνθρωπο της σω­τηρίας.

Τι γίνεται όμως με τους ετερόδοξους;

Δέχονται ορθώς το κορυφαίο δόγμα της πίστεως;

Ασφαλώς όχι.

Τόσο ο Παπισμός, όσο και οι βασι­κότερες παραφυάδες του Προτεσταντισμού το διαστρεβλώνουν σε δύο καίρια σημεία: τις υποστατικές σχέσεις των προσώπων και τις θείες ε­νέργειες, περιπίπτοντες σε δεινή αίρεση, η οποία τους αποκόπτει από το σώμα της αληθινής Εκκλησίας του Κυρίου.

Το πρώτο σημείο στο όποιο διαστρέφουν την τριαδική πίστη είναι το Filioque. Αναφέρεται στην τάξη και τις υποστατικές σχέσεις της τρια­δικής θεότητας.


Κατά την ορθόδοξη πίστη, ο Πατήρ είναι αγέννητος, η πηγαία θεότης, εκ της οποίας απορρέουν αϊδίως τα αλλά δύο πρόσωπα της Τριάδος, ο Υιός δια της γεννήσεως και το Πνεύμα το άγιο δια της εκπορεύσεως. Κατά το Filioque. (και εκ του Υιού) το Πνεύμα το άγιο δεν εκπορεύεται εκ μόνον του Πατρός, αλλά και εκ του Υιού. Δια του τρόπου αυτού καταργείται το αξίωμα του Πατρός ως της μόνης πηγαίας θεότητας στην Τριάδα, εισάγεται δυαρχία, συγχέονται η τάξη και τα υ­ποστατικά ιδιώματα των προσώπων και υποβαθμίζεται η αλήθεια και το έργο του τρίτου προσώπου της αγίας Τριάδος.

Το δεύτερο σημείο είναι οι άκτιστες θείες ενέργειες. Αυτό το απορ­ρίπτουν οι ετερόδοξοι. Κατά τους παπικούς, μια τέτοια διάκριση φθείρει την απλότητα της θείας φύσεως, επιφέρουσα σύνθεση σ' αυτήν. Κακώς όμως. Διότι, όπως οι υποστάσεις είναι διακρίσεις θεοπρεπείς χωρίς να παραβλάπτουν την απλότητα της θείας φύσεως, σε ίσο μέτρο δεν το κά­νουν και οι διακρίσεις των ακτίστων θείων ενεργειών. Οι παπικοί δέ­χονται μεν θείες ενέργειες, όχι όμως άκτιστες αλλά κτιστές. Κτιστό ήταν κατ' αυτούς το θαβώριο θείο φως, όπως κτιστή είναι και η χάρις, την οποία δημιουργεί ο θεός για να επικοινωνήσει με τον εξωτερικό κόσμο και ν' αγιάσει τον άνθρωπο.

Με τέτοιες όμως αντιλήψεις μπορούν οι ετερόδοξοι να ενταχθούν στην καθολική διάσταση της Εκκλησίας, όπως την ενσαρκώνει και την εκφράζει η Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησία; Το βάπτισμα στο όνομα της Αγίας Τριάδος για να έχει κύρος και ισχύ προϋποθέτει την ορθή ομολογία της τριαδικής πίστεως· αλλιώτικα είναι απλή αερολογία.

Τα αυτά περίπου ισχύουν και για το ιερό βάπτισμα. Και αυτό πρέπει να είναι αυθεντικό και γνήσιο, για να μπορεί να οριοθετήσει την αληθι­νή Εκκλησία του Χριστού. Όντως κατά την ορθόδοξη πίστη το βάπτι­σμα οριοθετεί την Εκκλησία Δι' αυτού ο άνθρωπος αποβάλλει τον ρύ­πο της προγονικής παραβάσεως (το προπατορικό αμάρτημα), καθαίρεται από την αμαρτία και αναγεννάτε πνευματικώς. Αυτόματα δε, γίνεται επίσημα μέλος της Εκκλησίας, ενοφθαλμίζετε στο μυστικό σώμα του Χριστού και αποκτά το δικαίωμα συμμετοχής και στα υπόλοιπα μυστή­ρια, τα διακονούντα τη λυτρωτική θεία χάρη.

Το βάπτισμα όμως για να μπορεί να οριοθετήσει την Εκκλησία, πρέ­πει να πληροί ορισμένες βασικές προϋποθέσεις: α) Να τελείται στο έ­δαφος της Καθολικής του Χριστού Εκκλησίας, β) Να γίνεται στο όνο­μα της Παναγίας Τριάδος δια τριττής καταδύσεως και αναδύσεως σε α­γιασμένο νερό και γ) να τελείται από κανονικό λειτουργό, επίσκοπο η Ιερέα

Και ευλόγα διερωτάται κανείς: το βάπτισμα των ετερόδοξων πληροί τις ανωτέρω προϋποθέσεις; Φυσικά όχι.

Πρωτίστως δεν τελείται στο έδαφος της Εκκλησίας, την οποίαν ί­δρυσε ο Κύριος, όπως γενικότερα δεν ανήκουν σ' αυτήν και οι ετερόδοξες «εκκλησίες» και χριστιανικές ομολογιακές κοινότητες. Κατ' ακρί­βεια δογματικά, το βάπτισμα των αιρετικών είναι άκυρο και ανυπόστατο. Ο τελευταίος αυτός χαρακτηρισμός δεν είναι βέβαια απόλυτος.

Κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις (η κυριότερη των οποίων είναι να τελείται στο όνομα της αγίας Τριάδος) το βάπτισμα αυτό έχει κάποια υπόσταση. Στη βάση αυτή και κατ' οικονομίαν, το βάπτισμα των αιρετικών μπορεί να γίνει κατ' αρχήν αποδεκτό, και μόνο σε περιπτώσεις αιρετικών προ­σερχόμενων στους κόλπους της Ορθόδοξου Καθολικής Εκκλησίας. Από του σημείου όμως αυτού μέχρι του σημείου να θεωρείται a priori έγκυρο το βάπτισμα των ετερόδοξων και μάλιστα να οριοθετεί την Εκ­κλησία, υπάρχει μεγάλη απόσταση.

Κατόπιν, το βάπτισμα των ετερόδοξων πάσχει και από μια άλλη πο­λύ σημαντική αιτία. Ενώ σ' εμάς το βάπτισμα για να είναι έγκυρο πρέ­πει να τελείται δια τριπλής καταδύσεως και αναδύσεως σε αγιασμένο νερό, πράξη που συμβολίζει την ταφή και την ανάσταση του Κυρίου, οι ετερόδοξοι (Παπικοί και Προτεστάντες) έχουν αθετήσει τον όρο αυτό, βαπτίζοντες δι` έπιχύσεως και ραντισμού. Το είδος αυτό του βαπτίσματος γινόταν βεβαίως και στην αρχαία Εκκλησία Ήταν όμως έκτακτο, διακονούμενο σε περιπτώσεις ανάγκης, όταν δεν ήταν ευχερής η κάθο­δος σε κολυμβήθρα (βάπτισμα των κλινικών, αυτών που λόγω ασθέ­νειας ήσαν κατάκοιτοι). Ήταν και αυτό βάπτισμα οικονομίας. Η εισα­γωγή όμως αυτού ως θεσμού κανονικού στην Εκκλησία είναι ανεπί­τρεπτη, λυμαινομένη την ολοκληρία του ιερού μυστηρίου.

Η βαπτισματική θεολογία (Βaptismal Theology) σύμφωνα με όσα πιο πάνω είπαμε, δεν έχει τι το επιλήψιμο, αν το βάπτισμα που οριοθε­τεί την Εκκλησία είναι βάπτισμα κανονικό, τελούμενο στο έδαφος της μιας, αγίας, καθολικής και αποστολικής του Χριστού Εκκλησίας. Ό­πως δε το κανονικό βάπτισμα οριοθετεί την Εκκλησία, της οποίας δη­μιουργεί την ιστορική σάρκα (τους ανθρώπους μέλη της), έτσι και το ιερό μυστήριο της θείας ευχαριστίας, όταν τελείται ορθώς, οριοθετεί ο­μοίως την Εκκλησία ως κοινότητα ευχαριστιακή περί τον επίσκοπο, εκ­φράζοντας την άρρηκτη ενότητα του σώματος του Χρίστου, την πίστη, την αγάπη και το θεοποιητικό της δυναμισμό.

Η βαπτισματική θεολογία καθίσταται ύποπτη και απορριπτέα, όταν, υπερπηδώντας τους ομολογιακούς φραγμούς, τείνει να πολιτογραφήσει στο έδαφος της μιας, αγίας, καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας, ως μέλη αυτής κανονικά, αιρετικούς και ετερόδοξους, απλώς και μόνο διότι τελούν το βάπτισμα στο όνομα της αγίας Τριάδος, άσχετα προς τη λοι­πή εκκλησιολογική τους ταυτότητα, την κακοδοξία, την αίρεση και την πλάνη που τους κατατρύχουν. Αλήθεια, πως μπορεί ό Παπισμός, με το πλήθος των αιρετικών τριαδολογικών και εκκλησιολογικών του ετεροδιδασκαλιών (Filioque , άρνηση ακτίστων θείων ενεργειών, παπικό αλά­θητο και πρωτείο) - για να μην αναφέρουμε το γενικότερο εκκλησιαστι­κό του ήθος, τη ροπή προς νεωτερισμούς, την αλαζονεία, το εκκοσμικευμένο πνεύμα του - να οριοθετήσει την αληθινή Εκκλησία, την ο­ποία ίδρυσε ο Χριστός επί της γης; Ή πως μπορεί ο Προτεσταντισμός, με τον άκρατο ατομισμό του, την έλλειψη της έννοιας του καθολικού δόγματος, την απουσία εκκλησιαστικής αυθεντίας και συνοχής, με τα διδάγματα του περί αοράτου και Ιδανικής Εκκλησίας και με την διαίρε­ση και την κατατομή του, να βρει αυθεντική στέγαση στην αγία του Χρι­στού Εκκλησία, με μόνο το γεγονός ότι ενδεχομένως τελεί το βάπτι­σμα στο όνομα της αγίας Τριάδος; Μα είναι σοβαρά αυτά τα πράγματα;

Το περί Εκκλησίας δόγμα της πίστεως μεγάλος τιμάμε εμείς οι Ορθόδοξοι. Γι` αυτό, και στο σημείο που ομολογείται η πίστη του ιερού Συμβόλου: «εις μίαν, αγίαν, καθολική και αποστολικήν Εκκλησία», κάνουμε το σημείο του σταυρού. Αυτό εκφράζει την άκρα ευαισθησία και τη ζωντανή πίστη μας περί της Εκκλησίας την οποία ίδρυσε ο Χρι­στός επάνω στη γη για να σώσει τον άνθρωπο από την αμαρτία, την ο­ποία ενσαρκώνει απόλυτα η Ορθοδοξία την πίστη μας αυτή τη διαλα­λούμε παντού και πάντοτε. Όσοι την κρύβουν η αρνούνται να την ο­μολογήσουν δεν είναι Ορθόδοξοι.

Δυστυχώς το θλιβερό αυτό φαινόμενο, να μη εκφράζουν ένα μέρος των Ορθοδόξων ευθαρσώς και απόλυτα την εκκλησιολογική τους ταυ­τότητα, παρατηρείται σήμερα στους οικουμενιστικούς κύκλους της διαχριστιανικής οικουμένης, οπού παρατηρείται ελαχιστοποίηση της σημα­σίας των δογμάτων, χαλάρωση των εκκλησιαστικών παραδόσεων και μια άκαιρη και άκριτη σπουδή προς ένωση των εκκλησιών.

Άραγε πόσοι από τους Ορθοδόξους τους μετέχοντες σε οικουμενιστικά φιλενωτικά συνέδρια εκφράζουν ευθαρσώς την εκκλησιολογική τους ταυτότητα, απορρίπτοντας τη βασική προτεσταντική αρχή της θε­ωρίας των κλάδων, η οποία αποτελεί την ψυχή της εκκλησιολογίας του «Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών»;

Προσοχή όμως μεγάλη χρειάζεται και για την αρτιφανή θεωρία περί βαπτισματικής θεολογίας. Ότι και η θεωρία αυτή προέρχεται από την προτεσταντική εκκλησιολογία, είναι φανερό. Η τάση διευρύνσεως της ιστορικής Εκκλησίας αποσκοπεί στη στέγαση σ' αυτήν χριστιανών οι οποίοι έχουν αποκοπεί εξ αυτής. Αν όντως έτσι συμβαίνει, το πράγμα είναι πολύ επικίνδυνο για την Ορθοδοξία, η οποία πιστεύει ότι είναι η μόνη αληθινή Εκκλησία του Χρίστου επί της γης. Είναι δε επικίνδυνη και για έναν άλλο σοβαρότατο λόγο. Αν τεθεί ως βάση κοινώς αποδε­κτή, αν δηλαδή το βάπτισμα στο όνομα της αγίας Τριάδος, από όποιους κι αν προέρχεται, οριοθετεί την Εκκλησία, αυτόματα αίρονται οι ομο­λογιακοί φραγμοί οι διαχωρίζοντες τις Εκκλησίες, η διαμυστηριακή κοι­νωνία (intercomunio) είναι πλέον γεγονός, και η ένωση των Εκκλη­σιών άνευ ετέρου γίνεται πραγματικότητα

Μπορούμε όμως εμείς να δεχτούμε τέτοια πράγματα;





ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: Περιοδικό «Ορθόδοξη Μαρτυρία», τεύχος 51

Αντιαιρετικόν εγκόλπιον
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Re: Η οικουμενιστική βαπτισματική θεολογία

2
χειρότερα έπονται αγαπητέ dominique ... όσο οι Έλληνες Ορθόδοξοι κάθονται με σταυρωμένα τα χέρια ... εκτός κάποιον εξαιρέσεων ... τόσο το Μασονικό πνεύμα θα αυξάνει .. ποιος μπορεί να αρνηθεί αυτό; ποιος αναλαμβάνει την ευθύνη να φέρει επάξια τη τιμή του εν Χριστό βαπτισμένου ;
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Η οικουμενιστική βαπτισματική θεολογία

3
Ξέρεις κάτι είχα διαβάσει τις προάλλες και νομίζω θα συμφωνήσουμε όλοι.

Σκοπός τους δεν είναι να αδειάσουν τις εκκλησίες,αλλά να τις γεμίσουν με ανθρώπους που έχουν αλλοιωμένο φρόνημα.
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Re: Η οικουμενιστική βαπτισματική θεολογία

4
Όσιος Γαβριήλ http://www.impantokratoros.gr/7D9532E0.el.aspx
___________________________
Στο Ευαγγέλιο είναι γραμμένο ότι παντού θα γίνονται διωγμοί αλλά και θλίψη σε όποιον προδίδει το Ευαγγέλιο. Θα έρθει καιρός που θα είναι απαραίτητο να φύγετε στα βουνά, μόνο να μην το κάνετε ένας-ένας. Ομαδικά να φεύγετε στα βουνά και στα δάση. Για τους πιστούς χριστιανούς η μεγαλύτερη θλίψη θα είναι ότι αυτοί θα φεύγουν στο δάσος, αλλά οι κοντινοί τους άνθρωποι θα δέχονται το χάραγμα του Αντιχρίστου. Στους εσχάτους καιρούς οι οπαδοί του Αντιχρίστου θα πηγαίνουν στην εκκλησία, θα βαπτίζονται, θα κηρύττουν για τις ευαγγελικές εντολές. Όμως μην τους πιστεύετε. Αυτοί δεν θα έχουν τα καλά έργα. Μόνο με τα καλά έργα μπορεί κάποιος να αναγνωρίσει τον αληθινό Χριστιανό».

______________
Ας γεμίσουν
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Η οικουμενιστική βαπτισματική θεολογία

5
Πρωτοπρ. Άγγελος Αγγελακόπουλος, Άγιος Κυπριανός Καρχηδόνος περί Βαπτίσματος


ΑΓΙΟΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ ΚΑΡΧΗΔΟΝΟΣ ΠΕΡΙ ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΟΣ

Εν Πειραιεί 2-10-2012
Πρωτοπρεσβ. Άγγελος Αγγελακόπουλος, εφημέριος Ι. Ν. Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης Πειραιώς


Η Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησία στις 2 Οκτωβρίου εορτάζει την μνήμη του εν αγίοις πατρός ημών Κυπριανού επισκόπου Καρχηδόνος του ιερομάρτυρος και της αγίας ενδόξου παρθενομάρτυρος Ιουστίνης. Ο άγιος Κυπριανός είναι γνωστός βεβαίως για την μαγική του τέχνη, αφού υπήρξε πρώην μάγος. Μετά όμως από την μεταστροφή και τη μετάνοιά του εξαιτίας της παρθένου Ιουστίνης, η Εκκλησία χρησιμοποιεί τους εξορκισμούς του για να απαλλάξει τους δαιμονιζομένους και τους μαγεμένους από τον δαίμονα και τη σατανική μαγεία. Εκτός, όμως, από την ευεργετική του επίδράση στους μαγεμένους και διαμονιζομένους, ο άγιος Κυπριανός διακρίθηκε και για την ποιμαντική του δραστηριότητα και ευαισθησία,
ως Επίσκοπος, στα θέματα της πίστεως, τα δογματικά και ιδιαίτερα στο θέμα του βαπτίσματος. Ο άγιος Κυπριανός, ως Επίσκοπος Καρχηδόνος, συνήθροισε τρεις τοπικές Συνόδους στη Καρχηδόνα. Τήν πρώτη τό 255 μ.Χ, τήν δεύτερη το 258 μ.Χ. καί την τρίτη τό ίδιο έτος, ή οποία εξέθεσε καί κανόνα, στον οποίο διορίζεται ότι όλοι οι αιρετικοί και σχισματικοί πρέπει νά βαπτίζονται, επειδή τό βάπτισμα των αιρετικών καί των σχισματικών είναι αδεκτο. Πιό συγκεκριμένα στον Κανόνα της Τοπικής Συνόδου της Καρχηδόνος (258) λέγει ό άγιος Κυπριανός.



Στους αιρετικούς καί στους σχισματικούς δέν υφίσταται καν αληθές βάπτισμα ή χρίσμα. «Ασφαλώς κρατούμεν, μηδένα βαπτίζεσθαι δύνασθαι εξω της καθολικής εκκλησίας˙ ενός όντος βαπτίσματος καί εν μόνη τή καθολική εκκλησία υπάρχοντος˙ …όθεν ου δύναται χρίσμα τό παράπαν παρά τοις αιρετικοίς είναι». Ο λόγος είναι προφανής : «παρά δε τοις αιρετικοίς, οπού εκκλησία ουκ εστίν, αδύνατον αμαρτημάτων άφεσιν λαβείν» καί «ού γάρ δύναται εν μέρει υπερισχύειν˙ ει ηδυνήθη βαπτίσαι, ίσχυσε καί Άγιον Πνεύμα δούναι˙ ει ουκ ηδυνήθη, ότι έξω ων, Πνεύμα Άγιον ουκ έχει, ου δύναται τον ερχόμενον βαπτίσαι, ενός όντος του Βαπτίσματος καί ενός όντος του Αγίου Πνεύματος καί μιάς εκκλησίας υπό Χριστού του Κυρίου ημών επάνω Πέτρου του Αποστόλου αρχήθεν λέγοντος της ενότητος τεθεμελιωμένης˙ καί διά τούτο τά ύπ’ αυτών γινόμενα ψευδή καί κενά υπάρχοντα, πάντα εστίν αδόκιμα»[1]. Δηλ. με ασφάλεια κρατάμε την παράδοση ότι κανείς δεν μπορεί να βαπτίζει ή να βαπτίζεται εκτός της Καθολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας. Γιατί ένα βάπτισμα υπάρχει και αυτό βρίσκεται μόνο στην Καθολική Ορθόδοξη Εκκλησία. Γι’αυτό δεν μπορεί να υπάρχει χρίσμα στους αιρετικούς». Ο λόγος είναι προφανής : «Στους αιρετικούς, που δεν είναι εκκλησία, είναι αδύνατον να λάβει κάποιος άφεση αμαρτιών. Αν μπορεί ο αιρετικός να βαπτίσει, μπορεί να δώσει και το Άγιον Πνεύμα. Αν, όμως, δεν μπορεί να βαπτίσει, επειδή βρίσκεται εκτός Εκκλησίας, δεν έχει Άγιον Πνεύμα και δεν μπορεί να βαπτίσει, αυτόν που έρχεται να βαπτισθεί, επειδή ένα είναι το βάπτισμα και ένα είναι το Άγιον Πνεύμα και μία Εκκλησία είναι θεμελιωμένη από τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό. Και γι’αυτό όλ’αυτά, που γίνονται από τους αιρετικούς, επειδή είναι ψευδή και κενά (άδεια), όλα είναι αδόκιμα (άκυρα)». Ο Κανόνας αυτός δέν αποτελεί κάτι τό καινοφανές στην Εκκλησία. Είναι απήχηση της εκκλησιολογίας του Αποστόλου Παύλου : «εν σώμα καί εν Πνεύμα, καθώς καί εκλήθητε εν μιά ελπίδι της κλήσεως υμών˙ εις Κύριος, μία πίστις, εν βάπτισμα»[2]. Κάθε άλλη θεώρηση θα ανέτρεπε αύτη τήν εκκλησιολογική βάση[3]. Γιατί από τή μια, αν μία είναι η Καθολική Ορθόδοξος Εκκλησία καί ένα είναι τό αληθές Βάπτισμα, πώς μπορεί νά είναι αληθές τό Βάπτισμα των αιρετικών και σχισματικών, αφού αυτοί δέν είναι μέσα στήν Καθολική Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά απεκόπηκαν από αυτή διά της αιρέσεως; Από τήν άλλη, αν είναι αληθές τό Βάπτισμα των αιρετικών, είναι αληθές καί τό Βάπτισμα της Ορθοδόξου καί Καθολικής Εκκλησίας, τότε, λοιπόν, δέν είναι ένα βάπτισμα, καθώς ο Απόστολος Παύλος βοά, αλλά δύο, τό οποίο είναι ατοπώτατο.


Σχολιάζοντας ο Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης τον Κανόνα της Καρχηδόνας υπογραμμίζει ότι ο παρών Κανών αποδεικνύει μέ πολλά επιχειρήματα ότι τό βάπτισμα των αιρετικών καί των σχισματικών είναι άδεκτο καί ότι αυτοί πρέπει νά βαπτίζονται, όταν επιστρέφουν στήν Ορθοδοξία της Καθολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας. Α) Γιατί τό βάπτισμα είναι ένα και γιατί βρίσκεται μόνο στήν Καθολική Ορθόδοξη Εκκλησία. Οι αιρετικοί καί οι σχισματικοί δέν έχουν τό ένα βάπτισμα, γιατί βρίσκονται έξω της Καθολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Β) Τό ύδωρ του βαπτίσματος πρέπει πρώτα νά καθαρισθεί καί νά αγιασθεί διά των ευχών του Ιερέως καί της Χάριτος του Παναγίου Πνεύματος, έπειτα νά καθαρίσει καί νά αγιάσει αυτόν, πού θά βαπτισθεί μέσα σ’ αυτό. Αλλά οι αιρετικοί καί οί σχισματικοί ούτε Ιερείς είναι, αλλά, μάλλον ιερόσυλοι. ούτε καθαροί, αλλ’ ακάθαρτοι. ούτε άγιοι, επειδή δέν έχουν Πνεύμα Άγιον, καί, λοιπόν, ούτε βάπτισμα έχουν. Γ) Διά του βαπτίσματος της Καθολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας δίδεται άφεση αμαρτιών. Διά του βαπτίσματος των αιρετικών καί των σχισματικών, πού είναι έξω της Καθολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, πως μπορεί νά δοθεί άφεση αμαρτιών; Δ) Ο βαπτισμένος, αφού βαπτισθεί, πρέπει νά χρισθεί μέ τό Μύρο. πού κατασκευάζεται από έλαιον καί άλλα αρώματα, τό οποίο αγιάσθηκε μέ τήν επιφοίτηση του Άγιου Πνεύματος. Ο αιρετικός καί ό σχισματικός, μή έχοντας Πνεύμα Άγιον, επειδή είναι χωρισμένος εξαιτίας της αιρέσεως, πώς μπορεί νά αγιάσει αυτό τό Μύρο; Ε) Ο Ιερεύς πρέπει νά προσευχηθεί προς τόν Θεό γιά τήν σωτηρία του βαπτισθέντος. Ο αιρετικός καί ό σχισματικός, όντας ιερόσυλος, όπως είπαμε, καί αμαρτωλός (όχι τόσο γιά τά έργα του, αλλά μάλλον γιά τήν αίρεση, ή όποια είναι ή μεγαλύτερη αμαρτία από όλες, καί τό σχίσμα, το οποίο ούτε με αίμα μαρτυρίου δεν επουλώνεται, κατά τον ιερό Χρυσόστομο ), πώς μπορεί νά εισακουσθεί από τόν Θεό, ενώ ή Γραφή λέει ότι των αμαρτωλών ό Θεός δεν ακούει; ΣΤ) Τό βάπτισμα των αιρετικών καί των σχισματικών δεν μπορεί νά είναι δεκτό από τόν Θεό ως βάπτισμα, επειδή αυτοί είναι εχθροί καί πολέμιοι μέ τόν Θεό καί ονομάζονται αντίχριστοι από τόν θεολόγο Απόστολο Ιωάννη.
Γιά όλ' αυτά, λοιπόν, τά αίτια ό παρών Κανών κατ’ ακρίβειαν ορίζει νά βαπτίζονται όλοι οι αιρετικοί[4].


Ο Κανών αυτός της Καρχηδόνος του αγίου Κυπριανού είναι ιδιαίτερα επίκαιρος στις ημέρες μας, όπου καλπάζει η παναίρεση του διαχριστιανικού και διαθρησκειακού Οικουμενισμού. Ο Οικουμενισμός, γιά νά υλοποιήσει τούς στόχους του, αναγκάζεται νά παραθεωρήσει ή καί νά αναθεωρήσει βασικές αρχές της Ορθοδοξίας, μεταξύ των οποίων και αυτή του βαπτίσματος. Προβάλλει τήν αντίληψη της «βαπτισματικής θεολογίας» και της «Διευρημένης Εκκλησίας», σύμφωνα μέ τήν οποία η Εκκλησία είναι μία καί περιλαμβάνει τούς χριστιανούς κάθε «ομολογίας», από τή στιγμή πού δέχθηκαν τό βάπτισμα. Έτσι, όλες οι «χριστιανικές ομολογίες» είναι μεταξύ τους «Αδελφές Εκκλησίες». Με βάση, λοιπόν, την νεωτεριστική και αντιπατερική «βαπτισματική θεολογία», τα «βαπτίσματα» όλων των «χριστιανικών ομολογιών» είναι έγκυρα, είτε πρόκειται για την παραδοσιακή τριπλή κατάδυση και ανάδυση, είτε για ραντίσματα, είτε για «αεροβαπτίσματα» ή άλλα εικονικά βαπτίσματα, που συναντάμε κυρίως στις προτεσταντικές παραφυάδες. Δυστυχώς σήμερα στο οικουμενιστικό περιβάλλον έχει καθιερωθεί και προβάλλεται όσο τίποτε άλλο η κακόδοξη «βαπτισματική θεολογία», προϊόν θεολογικό του ΠΣΕ, η οποία προπαγανδίζεται κατά κόρον ως το Νο 1 στοιχείο ενότητος μεταξύ των «εκκλησιών». Αυτό και μόνο το στοιχείο ανατρέπει όχι μόνο την πατερική, αλλά και την Αποστολική Παράδοση.
Για να αντιληφθούμε πόσο βαθειά έχει προχωρήσει αυτή η οικουμενιστική διάβρωση, αρκούν, ανάμεσα στα πολλά, δύο παραδείγματα.
Α) Στις 17-4-2011 έγινε ομαδική «βάπτιση» 550 μαθητών της Α΄ βαθμίου καί Β΄ βαθμίου εκπαιδεύσεως εις τόν αύλειον χώρον του Ι.Ν. Αγίου Μάρκου Βελιγραδίου υπό του Βοηθού Επισκόπου του Μακ. Πατριάρχου Σερβίας, Χβόσνου κ. Αθανασίου, διοργανωθείσαν υπό της επιτροπής Θρησκευτικών της Ι. Αρχιεπισκοπής Βελιγραδίου καί Καρλοβικίου, δι’εκχύσεως εις τήν κεφαλήν ύδατος ή ραντισμού κατά τήν Ρωμαιοκαθολικήν στρέβλωσιν του Ι. Μυστηρίου[5].
Β) Τον Αύγουστο ή Σεπτέμβριο του 2012 στην Ιερά Μητρόπολη Μεξικού, η οποία ποιμαίνεται από τον Σεβ. Μητροπολίτη Μεξικού κ. Αθηναγόρα, είδαμε την εξής απαράδεκτη για την Ορθόδοξη Πίστη εικόνα. Ο Ιερεύς να ρίχνει με μια λεκάνη το αγιασμένο ύδωρ στο κεφάλι του νηπίου, και ο βοηθός να κρατά κάτω από το νήπιο μιά άλλη λεκάνη περισυλλογής των υδάτων.
Θεωρείται αυτό Ορθόδοξη Βάπτιση; Αποτελεί τριπλή κατάδυση και ανάδυση στην κολυμβήθρα; Δεν νομίζουμε!!! Περισσότερο ομοιάζει με μίμηση της πράξεως της παπικής θρησκευτικής συναγωγής[6].
Ας μη μας παραξενεύει όμως το γεγονός αυτό, διότι την αναγνώριση του μεταξύ τους βαπτίσματος υπέγραψαν οι μερικοί «ορθόδοξοι» και παπικοί αντιπρόσωποι στο Κείμενο της Μικτής Επιτροπής θεολογικού διαλόγου στο Balamand του Λιβάνου το 1993, όπου εκεί λέγεται ότι : «Θεωρούμεν τήν αμοιβαίαν ταύτην αναγνώρισιν της εκκλησιαστικής οντότητος του βαπτίσματος, παρά τάς διαιρέσεις ημών, πλήρως σύμφωνον πρός τήν αέναον διδασκαλίαν αμφοτέρων των εκκλησιών»[7].
Θα πρέπει εδώ να τονισθεί ότι στον ορθόδοξο χώρο βασικός εισηγητής της νεωτεριστικής καί αντιπατερικής «βαπτισματικής θεολογίας» του Π.Σ.Ε. είναι ο Σεβ. Μητροπολίτης Περγάμου κ. Ιωάννης Ζηζιούλας, επίσημος εκπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου στόν διάλογο μέ τούς Παπικούς καί Συμπρόεδρος της Μικτής Επιτροπής Θεολογικού Διαλόγου, ο οποίος γιά τούς Οικουμενιστές θεωρείται ο «κορυφαίος θεολόγος» του αιώνα μας, ως ο «άγιος πατήρ» του Οικουμενισμού[8]. Ο Σεβ. Περγάμου έχει πεί τα εξής κακόδοξα και βλάσφημα :
«Εάν λάβουμε υπ’όψιν μας τούς κανόνες της αρχαίας Εκκλησίας, τότε μπορούμε νά ομιλούμε γιά τά όρια της Εκκλησίας επί τή βάσει, θά πρότεινα, της βαπτιστικής ενότητας… Τό βάπτισμα δημιουργεί ένα όριο στήν Εκκλησία. Τώρα μέ αυτό τό βαπτιστικό όριο είναι κατανοητό νά υπάρξει διαίρεση, αλλά οποιαδήποτε διαίρεση μέσα σέ αυτά τά όρια δέν είναι τό ίδιο μέ τήν διαίρεση πού υπάρχει μεταξύ της Εκκλησίας καί αυτών πού βρίσκονται έξω από αυτό τό βαπτιστικό όριο... Νομίζω ότι πρέπει νά λάβουμε σοβαρά τά βαπτιστικά όρια της Εκκλησίας καί νά αποδεχτούμε ότι έξω από τήν βάπτιση δέν υπάρχει Εκκλησία. Εντός του βαπτίσματος, ακόμη καί αν υπάρχει μία διάσπαση, μία διαίρεση, ενα σχίσμα, ακόμη μπορείς νά μιλάς γιά Εκκλησία… Οι Ορθόδοξοι, κατά τή γνώμη μου τουλάχιστον, συμμετέχουν στήν οικουμενική κίνηση βαπτισμένων Χριστιανών, πού βρίσκονται σέ κατάσταση διαίρεσης, διότι δέν μπορούν νά εκφράσουν τήν ίδια πίστη μαζί. Στό παρελθόν αυτό συνέβαινε λόγω της έλλειψης αγάπης, η οποία τώρα, δόξα τω Θεώ, εξαφανίζεται»[9].
Με τα παραπάνω θεωρούμε ότι κατέστη σαφής και καταδείχθηκε η αντιπατερικόκητα, η μεταπατερικότητα και η πατρομαχία των συγχρόνων οικουμενιστών. Εμείς, όμως, ακολουθώντας και επόμενοι τοις αγίοις πατράσι και των αγίω Κυπριανώ, βροντοφωνάζουμε προς όλες τις κατευθύνσεις και ομολογούμε ότι : Μία και Μοναδική είναι η Εκκλησία του Χριστού, η Αδιαίρετος, Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική, Ορθόδοξος Εκκλησία. Όλες οι άλλες παρασυναγωγές είναι αιρέσεις, σχίσματα και παραθρησκείες. Ένα και Μοναδικό είναι το έγκυρο βάπτισμα, το ορθόδοξο βάπτισμα. Όλα τα άλλα βαπτίσματα είναι άκυρα και αχαρίτωτα. Μία και Μοναδική είναι η πίστις, η ορθόδοξος πίστις. Όλες οι άλλες πίστεις είναι ψεύτικες.

_____________________________________
[1] Κανών Καρχηδόνος.
[2] Εφ. 4, 4-5.
5 ΑΡΧΙΜ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΨΑΝΗΣ, Ή ποιμαντική διακονία κατά τους Ιερούς Κανόνες,εκδ. Άθως 2003, σσ. 156-157.
[4] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, εκδ. Β.Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 2003, σσ. 366-371.
[5] ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ, «Απαράδεκτος, αντικανονική καί άθεσμος στρέβλωσις του μυστηρίου του Βαπτίσματος υπό της Σερβικής Εκκλησίας», Θεοδρομία ΙΓ2 (Απρίλιος- Ιούνιος 2011) 205-211.
[6] http://aktines.blogspot.gr/2012/08/blog-post_2683.html καί «Βαπτίσεις εις τό Μεξικόν υπό Ορθοδόξων κατά τρόπον πού ομοιάζει μέ των Παπικών», Ορθόδοξος Τύπος (14-9-2012) 1).
[7] ΜΗΤΡ. ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΙΕΡΟΘΕΟΣ ΒΛΑΧΟΣ, Η Βαπτισματική Θεολογία, και Ορθόδοξος Χριστιανικός Αγωνιστικός Σύλλογος «ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ» καί Φιλορθόδοξος Ένωσις «ΚΟΣΜΑΣ ΦΛΑΜΙΑΤΟΣ», «Οι βασικές κακοδοξίες του αιρετικού επισκόπου κ. Ζηζιούλα», Κοσμάς Φλαμιάτος 10 (Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2011) 12.
[8] ΙΩΑΝΝΗΣ Ν. ΜΑΡΚΑΣ, «Οι «πατρομάχοι» της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών καί οι όψιμοι υπερασπιστές τους. Αναίρεσις θέσεων του Αρχιμανδρίτου π. Αθανασίου Κολλά», Θεοδρομία ΙΓ2 (Απρίλιος-Ιούνιος 2011) 288, 304 καί Ελευθεροτυπία (1.6.2009) 49.
[9] ΙΩΑΝΝΗΣ ΖΗΖΙΟΥΛΑΣ, «Orthodox Ecclesiology and the Ecumenical Movement», Sourozh Diocesan Magazine [Αγγλία] 21 (1985) 16) καί ΠΡΕΣΒ. ΠΕΤΡΟΣ HEERS, «Τό Μυστήριο του Βαπτίσματος καί η ενότητα της Εκκλησίας˙ η ιδέα της «Βαπτισματικής Ενότητας» καί η αποδοχή της από τούς Ορθοδόξους Οικουμενιστές», Εν Συνειδήσει˙ Οικουμενισμός˙ ιστορική καί κριτική προσέγγιση, έκδ. Ι.Μ.Μεγ.Μετεώρου, Άγια Μετέωρα, Ιούνιος 2009, σ. 117).
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Re: Η οικουμενιστική βαπτισματική θεολογία

6
phpBB [video]
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Re: Η οικουμενιστική βαπτισματική θεολογία

7
Η Βαπτισματική Θεολογία
Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου


Έγιναν στο παρελθόν και γίνονται στην εποχή μας πολλές συζητήσεις για το Βάπτισμα των αιρετικών, δηλαδή εάν οι αιρετικοί πού έχουν αποκλίνει από την Ορθόδοξη πίστη και θέλουν να επιστρέψουν σ’ αυτήν, θα βαπτίζονται εκ νέου ή θα χρίονται απλώς, αφού δώσουν λίβελλο. Υπάρχουν αποφάσεις Τοπικών και Οικουμενικών Συνόδων για το θέμα αυτό.

Όμως στο κείμενο πού ακολουθεί θα ήθελα να αναφερθώ σε ένα παράδειγμα πού είναι συμφωνία μεταξύ της «Διαρκούς Συνελεύσεως Κανονικών Επισκόπων Αμερικής (SCOBA)» και της «Συνελεύσεως Καθολικών Επισκόπων Αμερικής (ACBC)» την 3 Ιουνίου 1999. Τήν μετάφραση του πρωτοτύπου κειμένου στην ελληνική γλώσσα έκανε ο Πρωτ. π. Γεώργιος Δράγας, Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Τιμίου Σταυρού Βοστώνης, ο οποίος έκανε συγχρόνως και μιά συνοπτική περιγραφή και κριτική του συμφωνηθέντος κειμένου μεταξύ Ορθοδόξων και Παπικών στην Αμερική.

Η βάση του κειμένου αυτή είναι η συμφωνία στο Μπαλαμάντ το 1993 «Ουνιτισμός, Μέθοδος Ενώσεως του Παρελθόντος και η Παρούσα αναζήτησις της πλήρους κοινωνίας», την οποία φαίνεται επιθυμεί να στηρίξη.

Τό κείμενο πού σχολιάζουμε, δηλαδή το κείμενο πού υπογράφηκε στην Αμερική μεταξύ Ορθοδόξων και Παπικών, με τίτλο «βάπτισμα και μυστηριακή κοινωνία» στηρίζεται σε μερικά σημεία, όπως το έχω εντοπίσει, τα οποία είναι πολύ χαρακτηριστικά και δείχνουν όλο το περιεχόμενο της συγχρόνου οικουμενιστικής κινήσεως.

Τό πρώτον σημείο είναι ότι «το βάπτισμα εδράζεται επί της πίστεως του ιδίου του Χριστού, της πίστεως της Εκκλησίας, και της πίστεως του πιστού, εκ των οποίων απορρέει η οντότητά του» (13). Εκ πρώτης όψεως εδώ κάνει εντύπωση η απουσία του Τριαδικού Θεού, ίσως για να δικαιολογήται κάθε διασταλτική ερμηνεία του Βαπτίσματος. Η πίστη, λοιπόν, είναι το βάσιμο σημείο και στοιχείο του Βαπτίσματος.

Τό δεύτερο σημείο είναι ότι το Βάπτισμα δεν είναι μιά πράξη πού απαιτείται από την Εκκλησία, «αλλά μάλλον το θεμέλιον της Εκκλησίας. Τό βάπτισμα θεμελιώνει την Εκκλησίαν» (26). Εδώ παρουσιάζεται η αλήθεια ότι το άγιο Βάπτισμα δεν είναι το «εισαγωγικό» μυστήριο διά του οποίου εισαγόμαστε στην Εκκλησία, αλλά το θεμέλιο της Εκκλησίας.

Τρίτον σημείον είναι ότι «το βάπτισμα ουδέποτε εγένετο κατανοητό ως ιδιωτική τελετουργία, αλλά μάλλον ως κοινοτικό γεγονός» (13). Αυτό σημαίνει ότι η Βάπτιση των κατηχουμένων αποτελούσε «περίστασιν μετανοίας και ανανεώσεως ολοκλήρου της κοινότητος» (13). Ο Βαπτισθείς «υποχρεούται να οικειοποιηθή την κοινήν πίστιν της κοινότητος εις το πρόσωπον και τάς υποσχέσεις του Σωτήρος» (14).

Τό τέταρτον σημείο είναι συνέχεια και συνέπεια των προηγουμένων. Αφού το Βάπτισμα εδράζεται στην πίστη στον Χριστό, αφού είναι η βάση της Εκκλησίας και επί πλέον αφού είναι έργο της κοινότητος, αυτό σημαίνει ότι η αναγνώριση του Βαπτίσματος συνεπάγεται και την αναγνώριση της Εκκλησίας. Στό συμφωνημένο κείμενο λέγεται: «Αμφότερα τα μέλη της Κοινής αυτής Επιτροπής, Ορθόδοξοι και Ρωμαιοκαθολικοί, αναγνωρίζομεν εις τάς παραδόσεις αλλήλων κοινήν διδασκαλίαν και κοινήν πίστιν περί Βαπτίσματος, παρά τάς διαφοροποιήσεις εις την πράξιν, αι οποίαι, ως πιστεύομεν, δεν επηρεάζουν την ουσίαν του μυστηρίου» (17). Κατά το κείμενο υπάρχει κοινή πίστη και διδασκαλία περί του Βαπτίσματος στις δύο «Εκκλησίες», αλλά και οι υπάρχουσες διαφοροποιήσεις δεν επηρεάζουν την ουσία του μυστηρίου. Τά δύο μέρη αναγνωρίζουν μιά εκκλησιαστική οντότητα «εις αμφότερα εξ αυτών, και εάν ακόμη θεωρούν την βίωσιν της οντότητος της Εκκλησίας υπό του ετέρου ως ελαττωματικήν ή πλημμελή» (17). Στό σημείο αυτό βρίσκεται η «ασφαλής βάσις της συγχρόνου χρήσεως της φράσεως "αδελφαί εκκλησίαι"». Η Ορθόδοξη και Λατινική Εκκλησία είναι οι δύο αδελφές Εκκλησίες, γιατί έχουν την ίδια παράδοση, την ίδια πίστη και το ίδιο Βάπτισμα, έστω και εάν υπάρχουν μερικές διαφορές. Γι’ αυτό και στο κείμενο επανειλημμένως υποστηρίζεται η άποψη: «Θεωρούμεν την αμοιβαίαν ταύτην αναγνώρισιν της εκκλησιαστικής οντότητος του βαπτίσματος, παρά τάς διαιρέσεις ημών, πλήρως σύμφωνον προς την αέναον διδασκαλίαν αμφοτέρων των εκκλησιών» (26). Παρερμηνεύοντας την διδασκαλία του Μ. Βασιλείου, ισχυρίζονται ότι οι δύο «Εκκλησίες» παρά τις υφιστάμενες «ατέλειες» αποτελούν την ίδια οντότητα της Εκκλησίας. «Χάρις εις την δωρεάν του Θεού, είμεθα αμφότεροι "εκ της Εκκλησίας" κατά την φράσιν του Αγίου Βασιλείου» (26).

Τό πέμπτον σημείο είναι ότι κατηγορείται ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης ο οποίος, ερμηνεύοντας τις απόψεις του Κυπριανού Καρχηδόνος, του Μ. Βασιλείου και της Β' Οικουμενικής Συνόδου, κάνει λόγο, όπως και όλοι οι φιλοκαλικοί Πατέρες του 18ου αιώνος, για την ακρίβεια και την οικονομία, ως προς τον τρόπο εισδοχής των αιρετικών στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Δηλαδή, οι Πατέρες άλλοτε δέχονται τούς αιρετικούς με την ακρίβεια, δηλαδή με το Βάπτισμα, και άλλοτε με την οικονομία, δηλαδή με χρίσμα. Αλλά και όταν η Εκκλησία δέχεται κάποιον με οικονομία, αυτό σημαίνει ότι εκείνη την ώρα πού τον αποδέχεται, ενεργεί το μυστήριο της σωτηρίας, ακριβώς γιατί η Εκκλησία υπέρκειται των Κανόνων, και όχι οι Κανόνες της Εκκλησίας, και η Εκκλησία είναι η πηγή των μυστηρίων και του Βαπτίσματος και όχι το Βάπτισμα βάση της Εκκλησίας. Η Εκκλησία μπορεί να αποδεχθή κάποιον αιρετικό με την αρχή της οικονομίας, χωρίς αυτό να σημαίνη ότι αναγνωρίζει ως Εκκλησία την κοινότητα πού τον είχε προηγουμένως βαπτίσει. Μέσα από την προοπτική αυτή ερμηνεύεται η σχετική απόφαση της Β' Οικουμενικής Συνόδου.

Βεβαίως, η σύγχυση επιτείνεται από το ότι μεταξύ των προτάσεων υπάρχει και μία πρόταση, η οποία ερμηνεύεται με πολλούς τρόπους. Λέγεται στο κείμενο ότι πρέπει να διευκρινισθή «ότι η αμοιβαία αναγνώρισις του βαπτίσματος δεν εξυπακούεται και την επίλυσιν όλων των ζητημάτων τα οποία τάς διαιρούν, ούτε την αποκατάστασιν της εκκλησιαστικής κοινωνίας μεταξύ των, αν και υποβοηθεί εις την απομάκρυνσιν ενός βασικού εμποδίου από την οδόν προς την αποκατάστασιν πλήρους κοινωνίας» (σελ. 28).

Από την μικρή ανάλυση φαίνεται πόση σύγχυση επικρατεί στους οικουμενιστικούς κύκλους γύρω από τα θέματα αυτά, καθώς επίσης και ότι η αποδοχή του Βαπτίσματος των αιρετικών (Παπικών, Προτεσταντών πού αλλοίωσαν το δόγμα της Αγίας Τριάδος κλπ) ερμηνεύεται ως αποδοχή της υπάρξεως Εκκλησίας στους αιρετικούς και ακόμη χειρότερο ότι και οι «δύο Εκκλησίες» Ορθόδοξη και Λατινική έχουν ενότητα παρά τις «μικρές» διαφορές ή προερχόμαστε από την ίδια Εκκλησία και πρέπει να αναζητήσουμε να επιστρέψουμε και να αποτελέσουμε την μόνη Εκκλησία. Είναι έκδηλη εδώ η θεωρία των κλάδων.

Όταν υπάρχει μια τέτοια σύγχυση, τότε είναι ανάγκη να υιοθετούμε την άποψη της ακριβείας, πού διασώζει την αλήθεια, ότι δηλαδή όσοι περιπίπτουν στην αίρεση βρίσκονται εκτός της Εκκλησίας και δεν ενεργεί το Άγιον Πνεύμα για την θέωση.

Πάντως, η βαπτισματική θεολογία δημιουργεί τεράστια προβλήματα στους Ορθοδόξους. Τό κείμενο του οποίου είδαμε μερικά σημεία, είναι διάτρητο από εκκλησιολογικής πλευράς. Η πατερική ορθόδοξη διδασκαλία ως προς το θέμα αυτό είναι ότι η Εκκλησία είναι το Θεανθρώπινο Σώμα του Χριστού, μέσα στην οποία διασώζεται η αποκαλυπτικη αλήθεια –ορθόδοξη πίστη– και τελεσιουργείται το μυστήριο της θεώσεως διά των μυστηρίων της Εκκλησίας (Βάπτισμα-Χρίσμα-θεία Ευχαριστία) με τις απαραίτητες προϋποθέσεις πού είναι η μέθεξη της καθαρτικής, φωτιστικής και θεοποιού ενεργείας του Θεού. Τό Βάπτισμα είναι το εισαγωγικό μυστήριο της Εκκλησίας. Δέν εδράζεται η Εκκλησία πάνω στο μυστήριο του Βαπτίσματος, αλλά το Βάπτισμα του ύδατος συνδεδεμένο με το Βάπτισμα του Πνεύματος ενεργούνται μέσα στην Εκκλησία και καθιστούν τον άνθρωπο μέλος του Σώματος του Χριστού. Εκτός της Εκκλησίας, του ζωντανού Σώματος του Χριστού, δεν υπάρχουν μυστήρια, όπως εκτός του σώματος δεν υπάρχουν αισθήσεις.

Τελειώνοντας, θα ήθελα να παραθέσω το συμπέρασμα του Πρωτ. π. Γεωργίου Δράγα, ύστερα από «μία συνοπτική περιγραφή και κριτική»:

«Αι προτάσεις αύται δεν δύνανται να εύρουν συμφώνους πάντας τούς Ορθοδόξους, και δή τούς ελληνοφώνους (ή ελληνοφρόνους), και συνεπώς καθίστανται μάλλον διαιρετικαί ως προς τον πραγματικόν αυτών χαρακτήρα. Ο κύριος λόγος όστις οδηγεί εις τοιούτον κριτικόν συμπέρασμα είναι η απουσία εκκλησιολογικού υποβάθρου εις την όλην περί μυστηρίων ταύτην έρευναν, ως και η μονομερής ερμηνεία ή και παρερμηνεία, των δεδομένων της Ορθοδόξου μυστηριακής πράξεως, και μάλιστα της μυστηριακής τοιαύτης, έναντι των ετεροδόξων κατά τάς διαφόρους εποχάς. Αι προτάσεις, αύται και τα συμπεράσματα, αλλά και το όλον Συμφωνηθέν Κείμενον, αντιπροσωπεύουν Δυτικόν σκεπτικισμόν. Η αποδοχή των υπό Ορθοδόξων θεολόγων σημαίνει μάλλον σκόπιμον προδοσίαν των ορθοδόξων θέσεων και υποταγήν εις τάς δυτικάς οικουμενιστικάς προοπτικάς, όπερ απορριπτέον!».


parembasis.gr

Re: Η οικουμενιστική βαπτισματική θεολογία

8
AΠΑΝΤΗΣΙΣ ΠΕΡΙ ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΟΥ ΑΡΧΙΜ. ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ



Ένα είναι το Βάπτισμα, το «κατά αλήθειαν βάπτισμα» (ΜΖ´ Αγ. Αποστόλων), δηλαδή το «κατά την του Κυρίου διαταγήν, και την των θείων Αποστόλων, και πατέρων παράδοσιν» (Ζωναράς, Σύνταγμα Κανόνων 2, 62). Για τον λόγο αυτό, όποιος δεν βαπτίζει τους από αιρετικών ερχομένους, καθαιρείται, «ως γελών τον σταυρόν, και τον του Κυρίου θάνατον, και μη διακρίνων ιερέας ψευδοϊερέων» (ΜΖ´ Αγ. Αποστόλων. Βλ. και ΙΘ´ καν. Α´ Οικ. Συνόδου).

Το βάπτισμα των αιρετικών κατά τον ΞΗ´κανόνα των Αγ. Αποστόλων είναι άκυρο και δεν εντάσσει τους βαπτισθέντες στην Εκκλησία. Λογίζεται δε ως «μη γενόμενο» (Βαλσαμών, Σύνταγμα Κανόνων 2, 88).


Μερικοί από τους κανόνες κάμνουν αποδεκτό το βάπτισμα των «από αιρετικών» σε κάποιες ειδικές περιπτώσεις και όχι γενικώς. Έτσι ο Ζ´ κανόνας της Β´ Οικουμενικής Συνόδου εντέλλεται να μη αναβαπτίζωνται όσοι «περί το βάπτισμα κατ᾽ ουδέν ημίν διαφέρονται» (Ζωναράς, Σύνταγμα Κανόνων 2, 188. Βλ. και 95ο της ΣΤ´ Οικουμ. Συνόδου, Α´ του Μ. Βασιλείου), όσοι, δηλαδή, βαπτίσθηκαν στο Όνομα της Αγίας Τριάδος και με τριττή κατάδυση και ανάδυση εις τύπον των Τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδος και της Ταφής και Αναστάσεως του Θεανθρώπου Κυρίου. Ο Μ. Βασίλειος στον Α´ κανόνα του το τονίζει κατηγορηματικώς: «Εκείνο γαρ έκριναν οι παλαιοί δέχεσθαι βάπτισμα, το μηδέν της πίστεως παρεκβαίνον».



Είναι φανερό ότι αυτή η οικονομία δεν μπορεί να εφαρμοσθή στους Παπικούς η τους Προτεστάντες για δύο λόγους:


1. Δεν ορθοδοξούν ως προς το δόγμα της Αγίας Τριάδος (Filioque).
2. Δεν είναι το βάπτισμά τους σύμφωνο με την Αγιογραφική και Πατερική προτροπή (γίνεται δια ραντισμού).

Η Βαπτισματική Θεολογία ομιλεί για αποδοχή του βαπτίσματος των αιρετικών και παράλληλα παραδέχεται την παραμονή στις αιρετικές δοξασίες κάθε αποκοπείσης ομάδος από το Σώμα της Μιας Εκκλησίας. Κατά συνέπεια το περιεχόμενο του Ζ´ κανόνα της Β´ Οικουμενικής Συνόδου, το οποίο αναφέρεται στην υποδοχή των επιστρεφόντων στην Εκκλησία από την αίρεση, δεν μπορεί να εφαρμοσθή εδώ.

Άρα, αφού οι αιρετικοί επανέλθουν εν μετανοία στην Μία Εκκλησία, την Ορθόδοξο Εκκλησία, πρέπει να βαπτίζωνται κανονικώς, ακολουθούντες «εν πάσι τοις δόγμασι της καθολικής Εκκλησίας» (Η´ καν. Α´ Οικ. Συνόδου), επειδή, κατά τον Μ. Βασίλειο, «ουκ εβαπτίσθησαν οι μη εις τα παραδεδομένα ημίν βαπτισθέντες» (Α´καν.).

Επιπλέον οι Παπικοί, Προτεστάντες κ.λπ. έχουν αποκλίνει από την Ορθόδοξη Πίστη και ως εκ τούτου έχει διακοπεί σ᾽ αυτούς η Αποστολική διαδοχή. Συνεπώς τα Μυστήριά τους είναι άκυρα.
Άλλωστε, εμπίπτουν σε είκοσι περίπου αιρέσεις συμπεριλαμβανομένης και της παραποιήσεως του Μυστηρίου του Ιερού Βαπτίσματος (Βλ. Αρχιμ. Κ. Κωστοπούλου, Ο Παπισμός είναι αίρεση, σ. 90 κ. εξ.).

Η αποδοχή των μυστηρίων των αιρετικών τιμωρείται με καθαίρεση (βλ. ΜΣΤ´ Αγ. Αποστόλων), διότι ο αποδεχόμενος αυτά, κατά τον Ζωναρά, δηλώνει σαφώς ότι ομοφρονεί με την αίρεση (Σύνταγμα Κανόνων 2, 61).

Όσον αφορά τους Δονατιστές δεν αποκηρύχθηκαν, επειδή εφήρμοζαν ακρίβεια ως προς το βάπτισμα, απορρίπτοντες την οικονομία. Κατά τον Θεοδώρητο, «ούτοι κατά την αίρεσιν τοις Αρείου» ομοιάζουν (PG 83, 424B. Βλ. θέση Ι. Αυγουστίνου, ΘΗΕ 5, 167). Kαταδικάσθηκαν, λοιπόν, πρωτίστως για τις αιρετικές τους θέσεις και για τις επακολουθήσασες κακοδοξίες:
Συνέπηξαν δική τους «εκκλησία» που διεχώριζε την θέση της σε πολλά σημεία από την Μία Καθολική Εκκλησία, όπως στην αυστηρότερη στάση τους, έναντι αυτών οι οποίοι δεν παρέμειναν ακλόνητοι στις χριστιανικές πεποιθήσεις κατά τους διωγμούς, στην μη αποδοχή της εγκυρότητος των Μυστηρίων, τα οποία ετελούντο από ηθικά αναξίους κληρικούς κ.αλ. (Βλ. Σκουτέρη, Ιστορία Δογμάτων, 2004, σ. 670, Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία Α´, 1992, σ. 306).


Βάσει των ανωτέρω, παραδείγματα όπως του Αγίου Μελετίου η του Αγίου Ανατολίου Κωνσταντινουπόλεως δεν ευσταθούν, για να στηρίξουν το κακόδοξο περιεχόμενο της Βαπτισματικής Θεολογίας. Κι αυτό γιατί ο μεν Άγιος Μελέτιος Αντιοχείας (+381), ο οποίος είχε συνταχθεί με την παράταξη των μετριοπαθών ημιαρειανών Ομοίων (359), αλλά αργότερα διετράνωσε την Ορθόδοξη θέση του (βλ. Μ.Ο.Χ.Ε. τ. 11, σ. 312, Παπαδοπούλου, Πατρολογία Β´, σ. 445), δεν αναβαπτίσθηκε -αν και στις πηγές δεν στηρίζεται το γεγονός ότι εδέχθη το βάπτισμα από αρειανό η ημιαρειανό- βάσει του κρατούντος εκκλησιαστικού έθους, το οποίο τελικώς μορφοποιήθηκε με τον Ζ´ κανόνα της Β´ Οικουμενικής Συνόδου.


Κατά παρόμοιο τρόπο και ο Άγιος Ανατόλιος, αν και αρχικά αποκρισάριος του Διοσκόρου Αλεξανδρείας στην Κωνσταντινούπολη (Μ.Ο.Χ.Ε. τ. 2, 418) ουδέποτε τον ακολούθησε στις δογματικές του ακρότητες (Χρήστου, Ελλ. Πατρ. 4, 330). Αντιθέτως ως Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, αν και προκρίθηκε στην θέση αυτή (449) «ίσως και με την βοήθεια του Διοσκόρου» (Στ. Παπαδοπούλου, Πατρολογία Γ´, σ. 690), συγκροτεί την Δ´ Οικουμενική Σύνοδο (451) και καταδικάζει τον Διόσκορο.



Ορθόδοξος Τύπος
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !
Απάντηση

Επιστροφή στο “Οικουμενισμός - Πανθρησκεία”

cron