ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΚΗ ΠΡΕΣΒΕΙΑ
Μέσα στην αναμπουμπούλα ο Γιώργης Μαυρομιχάλης και ο Καραγιάννης κατόρθωσαν να διαφύγουν. Ο Γιώργης τράβηξε προς την αγορά τρέχοντας κατά το σπίτι του αξιωματικού Βαλλιάνου, αποφασισμένος να πουλήσει ακριβά το τομάρι του στους διώκτες του . Όμως βλέποντας το πλήθος να τον καταδιώκει άλλαξε γνώμη και σκαρφαλώνοντας στο χαμηλό τοιχάκι του κήπου του Γάλλου πρέσβη Ρουάν, όρμησε στην πρεσβεία φωνάζοντας: « Ο τύραννος πέθανε από τα χέρια μου και τα χέρια του θείου μου. Σας παρακαλώ προστατέψτε με!»
Υπήρξαν πολλοί που πίστεψαν ότι δεν ήταν τυχαία η καταφυγή του Γιώργη Μαυρομιχάλη στην Γαλλική πρεσβεία, δεδομένου ότι στις αντικαποδιστριακές μηχανορραφίες, η Γαλλία είχε μεγάλη ανάμιξη.
Ο Μαυρομιχάλης πάντως αισθάνθηκε ασφαλής στο έδαφος της Γαλλικής πρεσβείας και παρέδωσε το όπλο του στο Γάλλο συνταγματάρχη Πελλιόν. Αλλά γλήγορα άλλαξε ιδέα, όταν σε λίγο το πλήθος των πολιτών μαζεύτηκε έξω από το κτήριο της πρεσβείας και με κραυγές απαιτούσε την παράδοση του δολοφόνου.
Φρούραρχος τότε του Ναυπλίου ήταν ο Πορτογάλος συνταγματάρχης Αλμέϊδα, ένας από τους πιο σημαίνοντες Φιλέλληνες, που είχε πάρει μέρος στον αγώνα του 1821. Ενεργώντας κατ’ εντολή της προσωρινής Τριμελούς κυβερνητικής επιτροπής που είχε, αμέσως μετά την δολοφονία του Καποδίστρια, διορίσει η Γερουσία, σε έκτατη συνεδρίαση, και η οποία αποτελούνταν από τους Αυγουστίνο Καποδίστρια, αδελφό του Κυβερνήτη, τον Θ. Κολοκοτρώνη και Ιωάννη Κωλέτη, ο Πορτογάλος συνταγματάρχης αξίωσε από τον πρεσβευτή της Γαλλίας Ρουάν την παράδοση του δολοφόνου. Και δείχνοντας το απειλητικό πλήθος που συγκεντρωνόταν κάτω από τα παράθυρα του κήπου, είπε στον πρέσβη: « Εξοχότατε, αν αρνηθείτε την παράδοση του δολοφόνου, σε λίγο θα είναι αδύνατο να χαλιναγωγηθεί η μανία του πλήθους»
Ύστερα, απευθυνόμενος στο δολοφόνο Γεώργιο Μαυρομιχάλη τον διαβεβαίωσε ότι δεν διέτρεχε κίνδυνο αν παρά δινόταν στις αρχές, και θα περνούσε από τακτικό δικαστήριο, που θα τον δίκαζε δημόσια, κάτω από τα μάτια όλης της Ευρώπης. Τέλος τον διαβεβαίωσε ότι θα ήταν ασφαλέστερος στα χέρια των αρχών παρά μέσα στο οίκημα του Γάλλου πρεσβευτή, που πολιορκούνταν από ένα μανιασμένο εναντίον του πλήθος.
Παράθεση:
ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΚΗ ΠΡΕΣΒΕΙΑ
Έμεσα παραδέχονται ότι δεν περίμεναν να την γλιτώσει ο Γεώργιος, αλλά θέλαν να σκοτωθεί επί τόπου. «στην αναμπουμπούλα κατόρθωσαν να διαφύγουν»
Ο Γεώργιος δεν είπε ποτέ ότι ο τύραννος σκοτώθηκε από τα χέρια τα δικά του και του θείου του. Αυτό που φώναζε ήταν ότι τον σκότωΣΑΝ άλλοι.
Όπως βλέπουμε από τις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας δεν πήδηξε κανένα τοιχάκι πρεσβείας. Αλλά μπήκε στο σπίτι του Βαλλιάνου. Στην οικία του Γάλλου αντι πρέσβη Ρουάν, ο Γεώργιος ζητά να τον παραδώσουν στην Εθνική Συνέλευση και αρνείται ότι σκότωσε τον Καποδίστρια πολλάκις. Καταλαβαίνει ότι θέλουν να τον σκοτώσουν χωρίς να δικαστεί δια τούτο επαναλαμβάνει να με παραδώσετε στη Εθνική συνέλευση. Ο δε Ρουάν όταν ο Αγγελίδης φωνάζει ότι ο Γεώργιος είναι ο δολοφόνος, λέει τι δουλειά έχει σπίτι του ένας δολοφόνος και τον διώχνει να φύγει. Ότι σκεπτόταν να μην τον παράδοση δεν προκύπτει από μαρτυρίες.
Μαρτυρία ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ ΚΥΠΑΡΙΣΣΙ συγκάτοικος του Βαλλιάνου: Ξύπνησα περί τας 6 ώρα Ενδυόμενος και βάλλων τα υποδήματα μου, ήκουσα επάνω άγριαν φωνήν. Βλέπω τον Γ. Μαυρομιχάλην να λέγει «σκοτώσαμεν τον Κυβερνήτην και φύγε να πιάσωμεν το σπίτι» …Βαλλιάνε, Βαλλιάνε, εσκοτώσαμεν τον Κυβερνήτη, και φύγε δια να πιάσομεν το σπίτι…είδα τον Βαλλιάνον να κατεβαίνει με την γυναίκα του και εμβήκεν εις την πλησίον του αναγκαίου κάμεραν της οικίας του Ρουάν. Συγχρόνως κατέβαινε και ο Γεώργιος με τον στρατιώτην και εμβήκεν από μικράν πόρταν, όπου υπάγει εις του Ρουάν, και φώναξεν εις τον άλλον τον κρατούντα την θύραν, και εκείθεν υπήγαν εις τον Αντιπρέσβυν Ρουάν»
ΑΓΓΕΛΙΔΗΣ: Λοχαγός: Εμβαίνον εις την σάλαν βλέπω τον Γεώργιον Μαυρομιχάλη με δύο στρατιώτας και τον Ρουάν, άνωθεν της σκάλας, και εφώναξε, τι είναι; Άμαδε εγώ είδον αυτόν τον Μαυρομιχάλην, πληροφορημένος, ως προείπον, ότι αυτός εφόνευσε τον Κυβερνήτην, εφώναξα voila celui a tye le Presideht ιδού τις εφόνευσε τον Κυβερνήτην. Τότε ο Ρουάν εφώναξε, τι θέλει ο δολοφόνος εδώ;….
ο Γεώργιος «… τραβών μίαν πιστόλα από την μέσην του και φιλών αυτήν, την παραδίδω εις την τιμήν της Γαλλίας και να με παραδώσητε εις την Εθνικήν Συνέλευσιν…»
ΒΑΛΙΑΝΟΣ: Με εξύπνησε ο κουνιάδος μου, λέγων ότι ήλθεν ο Μπεϊζαδές, και τι θέλει; Τότε εγώ ήρχισα να ενδύωμαι, επειδή όμως αυτός εφώναζε, «που είναι ο Βαλιάνος, τον Βαλλιάνων: τότε εγώ εξήλθαν με τα σώβρακα και αυτός φωνάζω με λέγει «τον εσκοτώσαμεν, χίλια κομμάτια έγινε» Ο Μπεϊζαδές με είπε να φύγω τον παρακάλεσα λοιπόν να με αφήση να πάρω την γυναίκα μου, αυτός όμως είχεν ακουμπήσει την πιστόλαν εις το στήθος μου και με εβίαζε ν΄ αναχωρήσω, μετά ταύτα εμβήκεν εις την κάμαραν, όπου ήτο η γυναίκα μου, και έκαμε τα ίδια προς αυτήν, ως εις εμέ, έπειτα ως είμεθα γυμνοί, εκατέβημεν και εξήλθομεν της μικράς θύρας, διευθυνόμενοι προς τον Αντιπρέσβην Ρουάν, αλ’ εις αυτό το μεταξύ μας ηκολούθησε και εξήλθεν ομού με εμάς από την θύραν και επήγε και αυτός στου Ρουάν
Ο ΦΟΝΙΑΣ ΠΑΡΑΔΙΔΕΤΑΙ Ο Γιώργης Μαυρομιχάλης κατάλαβε πως ο Αλμέϊδα είχε δίκιο κι αποφάσισε να συμμορφωθεί με τις συστάσεις του. Ο μοναδικός όρος που υπέβαλε ήταν να τον συνοδεύσει, κατά την έξοδο του, ο Γάλλος αξιωματικός. Μετά μακρές συζητήσεις ανάμεσα στον πρεσβευτή, το γραμματέα του Ζεράρ και το στρατιωτικό ακόλουθο συνταγματάρχη Πελλιόν αποφασίστηκε να συνοδεύσει ο τελευταίος τον Γιώργη Μαυρομιχάλη στην έξοδο του από την πρεσβεία και να τον παραδώσει στις Ελληνικές αρχές. Πραγματικά, ο Πελλιόν, πιάνοντας τον σφιχτά από το μπράτσο του, τον οδήγησε ανάμεσα από το οργισμένο, απειλητικό και ένοπλο πλήθος και τον παρέδωσε στις Ελληνικές αρχές.
ΤΟ ΕΚΤΑΚΤΟ ΣΤΡΑΤΟΔΙΚΕΙΟ Ο φονιάς αρχικά κλείστηκε στο φρούριο Μπούρτζι, το ενετικό κάστρο στο νησάκι του Ναυπλιακού κόλπου, που αργότερα αποτέλεσε τη μόνιμη κατοικία των δημίων του κράτους. Στην συνέχεια, τον μετέφεραν στο κάστρο του Ιτς= Καλέ. Η Κυβέρνηση πιεσμένη από την εχθρική εναντίον του φονιά κοινή γνώμη, αποφάσισε να τον στείλει να δικαστεί από έκτακτο στρατοδικείο.
«Ή σκοτώνετε τον έλεγε ο λαός» όπως διηγείται ο Κολοκοτρώνης στα Απομνημονεύματα του, «είτε μη θα κάμωμεν εκδίκησιν μοναχοί μας και θα κάμωμεν ότι ημπορέσωμεν. Τότε ημείς απεφασίσαμεν στρατιωτικόν δικαστήριον»
Όταν αναγγέλθηκε στο φονιά ότι θα δικαζόταν από έκτακτο στρατοδικείον αρνήθηκε ν’ αναγνωρίσει την αρμοδιότητα του δικαστηρίου. Δήλωσε πως είχε το βαθμό του στρατηγού των ατάκτων σωμάτων της επαναστάσεως και ήταν επίσης μέλος της Εθνοσυνελεύσεως, η οποία και μόνη είχε την αρμοδιότητα, κατά τη γνώμη του, να τον δικάσει, αφού ως σώμα υφίστατο νόμιμα.
Ο ιστορικός της Καποδιστριακής περιόδου Τρύφων Ευαγγελίδης γράφει στην «Ιστορία του Καποδιστρίου» (σελ. 430-431), ότι η λύση του έκτακτου στρατοδικείου ήταν αντισυνταγματική με τα μέτρα των παλαιοτέρων θεσμικών νόμων του κράτους:
«Σαθρά βεβαίως ην η βάσις της εκ της γερουσίας πηγασάσης εκείνης διαδικασίας. Κατά την στιγμήν όμως εκείνην εμπαθούς ερεθισμού, καθ’ ην ήρχιζεν η δίκη «και η Ελλάς ολόκληρος πενθηφορούσα εζήτει δικαίωσην» , κατά την έκφρασιν του Στούρτζα, ουδόλως ην δυνατόν να προσδοκά τις ότι ήθελε κατισχύσει ήρεμος τις και αμερόληπτος των πραγμάτων εκτίμησις.
Μετά βιαίαν προανάκρισιν, καθ’ ην δεν επιτράπει τω κατηγορούμενω μηδέ να συγκοινωνήσει καν άνευ μαρτύρων προς τον δικηγόρον αυτού, τον Άγγλον Εδουάρδον Μάνσοον, εκήρυξεν
εαυτό αρμόδιον το υπό της γερουσίας συσταθέν στρατοδικείον, καίτοι ο Μάνσσον σφοδρότατα και ευφυώς προσέβαλε την αρμοδιότητα ταύτην, και κατεδίκασε τους κατηγορούμενους Γεώργιον Μαυρομιχάλην και Ι. Καραγιάννην εις τον δια τουφεκισμού θάνατον, τον δε συνένοχον Α. Γεώργην εις δεκαετή δεσμά. Ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης μάλιστα κατεδικάσθει και εις των πατροκτόνων πεινήν την αποκοπήν δηλαδή της χειρός, ην εχάρισεν όμως αυτώ ο αδελφός «του υψηλότατου θύματος» Ο υπερασπιστής Μάνσσον επεκαλέσατο υπέρ του πελάτου αυτού την δικαιοδοσίαν της εθνικής συνελεύσεως και εκήρυξεν ευπαρρησιάστως ότι πάσα καταδίκη του Γεωργίου υφ’ οιουδήποτε άλλου δικαστηρίου ήθελεν είναι πολιτική δολοφονία. Ήχησε δε τούτο τόσω προσβλητικώς εις τα ώτα των ευαισθήτων δικαστών, ώστε ο γέρων Φωτομάρας ο πυροβολήσας κατά του Κωνσταντίνου και παριστάμενος νυν ως πρόεδρος του δικαστηρίου ανεκάλεσεν τον Άγγλον εις την τάξιν. Ίδιον αναθεωρητικόν δικαστήριον προς τον σκοπόν τούτον κατασταθέν επεκύρωσεν απλώς την πρωτόδικον απόφασιν, απεκρούσθει δε η περί ακυρότητος ένστασις, ην υπέβαλεν ο Μάνσσον κατά της επικυρωτέας αποφάσεως. Η εκτέλεση της ποινής του Καραγιάννη προτείνοντος ν’ ανακαλύψει σπουδαία ανεστάλη, μετά έξ μήνας επέτυχεν ούτος ν’ απολυθεί εντελώς»
Παράθεση:
Αυτές οι μαρτυρίες είναι οι μόνες που λέγουν ότι ο Γεώργιος είπε «τον σκοτώσαμε.»
ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ ΚΥΠΑΡΙΣΣΙ :
Από την κατάθεση του μάρτυρος κατά του Μαυρομιχάλη καταρρίπτεται ο ισχυρισμός ότι ο Γεώργιος πήγε στην Γαλλική πρεσβεία, «πηδώντας τον τοίχο της» για να ζητήσει άσυλο. Στου Βαλλιάνου μπήκε και για να αποφύγει τον Γεώργιο ο Βαλιάνος κατέβηκε στην αυλή και πήγε στου αντιπρέσβη Ρουάν την οικία, που επικοινωνούσε από τον κήπο. Ακολουθώντας τον ο Γεώργιος μπήκε και αυτός στου Ρουάν. Ούτε ήθελε να «πιάσει» το σπίτι, να προφυλαχθεί ήθελε από τους διώκτες του, για να παραδοθεί σώος.
ΑΓΓΕΛΙΔΗΣ: φρούραρχος Μονεμβάσιας καταθέτει ότι όταν ξύπνησε από φασαρία και του είπαν ότι Ο Μαυρομιχάλης Γεώργιος (Μπεϊζαδές = υιός Μπέη) σκότωσε τον Κυβερνήτη, έτρεξε να το πει στον στρατηγό Γεράρδο,( στρατιωτικός διοικητής Ναυπλίου) εκεί βρήκε τον Πελιών φεύγοντας από του στρατηγού έφτασε και ο Καλαμογδάρτος. Και οι 4 μαζί πάνε στην Γαλλική πρεσβεία. Αν σκεφτούμε ότι ο Γεώργιος και οι στρατιώτες φύλακες του, μετά την δολοφονία έκαμαν 10 – 15 λεπτά να παν στου Ρουάν και μετά 3 – 5 λεπτά, έφτασε ο Αγγελίδης με την παρέα του, καταλαβαίνουμε ότι πήγαν κατ΄ ευθείαν στου Ρουάν. Ποιος τους πληροφόρησε ότι ήταν εκεί ο Γεώργιος; Διότι όπως είδαμε, ο Γεώργιος πήγε στου Βαλλιάνου την οικίαν, της οποίας μόνον βρήκε ανοικτή την πόρτα. Ο Βαλιάνος, από την πόρτα της αυλής του σπιτιού του, τους πέρασε στου Ρουάν, που συγκοινωνούσαν οι οικίες τους. Μπαίνει στο σπίτι όταν ο Ρουάν είναι στην σκάλα ακόμα, κατεβαίνον από την κρεβατοκάμαρα του, και ερωτά τι συμβαίνει. Τότε μπαίνει ο Αγγελιδης και φωνάζει αυτός σκότωσε τον Κυβερνήτη. Για τις αντιδράσεις του Γεωργίου δεν θυμάται παρά μόνον ότι παρέδωσε την πιστόλα φιλών αυτήν και ζήτησε να τον παραδώσουν στην Εθνική συνέλευση. Θυμάται και μία ακόμα λέξη ότι είπε «τύραννον». Επιλεκτική μνήμη.
ΒΑΛΙΑΝΟΣ: Εάν του έβαλε την πιστόλα στο στήθος και έφτασε στο σημείο να απειλήσει με πιστόλα και γυναίκα που κοιμάται στην κρεβατοκάμαρα της, πράξη ασυμβίβαστη με τα Μανιάτικα ήθη, ο Γεώργιος, ώστε γρήγορα να φύγουν, γυμνοί από το σπίτι, για να οχυρωθεί εκεί, τότε γιατί τον ακολουθεί τον Βαλλιάνο κατά πόδας στην έξοδο του από το σπίτι του, και μπαίνει σε σπίτι που δεν γνωρίζει, του Ρουάν ; Τον απειλεί να φύγει για να ταμπουρωθεί στο σπίτι, και φεύγει ακολουθώντας τον;
Όπως καταλάβατε από τις μαρτυρίες και θα δείτε και στην απολογία του, ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης. Δεν πήγε στην Γαλλική πρεσβεία, αλλά τον πήγαν, και δεν ζήτησε άσυλο, αλλά ζήτησε να τον παραδώσουν στην Εθνική Συνέλευση. Δεν δια πραγματεύθει τίποτε. Δεν εδέχθει ότι αυτός έκανε την δολοφονία, ΠΟΤΕ. Τώρα ότι ο φοβισμένος για την ζωή του, από το πλήθος, Γεώργιος, έπαψε να φοβάται όταν τον έπιασε από το χέρι σφιχτά ο Πελιών και πέρασε μέσα από το οργισμένο πλήθος και το πλήθος σίγησε και δεν τον λιντσάρισε, όπως λέγαν στον Γεώργιο ότι θέλει να κάνει το πλήθος, απαντήστε μόνοι σας. Βάσει των καταθέσεων των μαρτύρων της εκκλησίας δεν υπήρχε κανένα πλήθος που να θέλει να τον λιντσάρει, διότι απλά κανένας δεν τον είδε να μαχαιρώνει στην εκκλησία, κανένας στου Βαλλιάνου ή στου Ρουάν δεν τον είδαν να έχει στα χέρια του ή στα ρούχα του αίματα, μια και είπαν ότι μαχαίρωσε.
ΤΟ ΕΚΤΑΚΤΟ ΣΤΡΑΤΟΔΙΚΕΙΟ
Τι θέλουν να μας πουν; Ότι δεν θέλαν να τον δικάσουν αλλά ο εξαγριωμένος λαός τους ανάγκασε, γι αυτό τον πήγαν στρατοδικείο; Αυτό το λεν για να ρίξουν αλλού την ευθύνη της παρανόμου αναθέσεως της δίκης στο στρατοδικείο. Ο Γεώργιος είχε διατελέσει πρωθυπουργός της Ελλάδος. Ο Πρωθυπουργός δεν δικάζεται από στρατιωτικό δικαστήριο. Τώρα έχουμε την πείρα να πούμε ότι σε σκοτεινές υποθέσεις τα στρατοδικεία δικάζουν ευκολότερα υπέρ της απόψεως του κράτους. Εκείνη την στιγμή εκφραστής του κράτους ήταν και ο Κολοκοτρώνης. Ο Γεώργιος ήταν φυλακισμένος στο Μπρούτζι, φυλακή υψίστης σημασίας που θα λέγαμε σήμερα. Πως φοβόταν ο Κολοκοτρώνης ότι «ο λαός μας έλεγε θα, κάμωμεν εκδίκηση μόνοι μας» θα μπορούσε να το κάνει; Άλλα προσπαθεί να δικαιολογήσει ο στρατηγός. Κυβέρνηση ήταν. Όπως ζήτησε για τον εαυτό του αργότερα δίκη νόμιμη, ας την έδινε και στον Μαυρομιχάλη και ας άφηνε τα «μας απείλησε ο λαός.» Ο λαός τους απείλησε και βιάστηκαν μέσα σε δέκα τρεις μέρες να γίνουν όλα, ανακρίσεις, δίκη, εκτέλεση; Ο λαός τους απείλησε και δεν άφησαν να έχει μάρτυρες υπεράσπισης ο Γεώργιος; Ο λαός είπε άρον άρον σταύρωσον αυτόν; Και ο Εσταυρωμένος ήταν αθώος καταδικάστηκε εις θάνατον με συνοπτικές διαδικασίες αλλά μετά από πολλά χρόνια δοξάστηκε στις καρδιές των ανθρώπων. Στα απομνημονεύματα του ο γέρος του Μοριά για να δικαιολογηθεί, αναφερόμενος στην δολοφονία, λέει οικογένεια δολοφόνων τους Μαυρομιχαλαίους και αναφέρει δύο δολοφονίες τους. Επειδή κάποιοι από το σόι, έκανα δύο δολοφονίες, μας λέει ότι είναι αυτό απόδειξη ότι αυτοί σκότωσαν και τον Καποδίστρια; Αν είχε στοιχεία ενοχής τους δεν θα έλεγε αυτό, αλλά αποδείξεις, αλλά αποδείξεις δεν υπάρχουν.
Ο ιστορικός Ευαγγελίδης, που έψαξε την υπόθεση γράφει. « ουδόλως είναι δυνατόν να προσδοκά κανείς ότι ήθελαν να κρίνουν ήρεμα και αμερόληπτα τα πράγματα οι δικαστικοί. Μετά την βιαίαν προανάκριση που ούτε να συνομιλήσει με τον δικηγόρο του δεν επιτράπει στον Γεώργιο Μαυρομιχάλη.»
Τον Ευαγγελίδη βέβαια τον έχουν εξαφανίσει να μην τον διαβάζουν διότι έστω και ήπια αμφισβητεί την κρατική εκδοχή της δολοφονίας.
« Η Ελλάς ολόκληρος πενθηφορούσα εζήτει δικαίωση» Αλλά δικαιοσύνη δεν εδόθη στο τριπλό κατά της Ελλάδας έγκλημα, εκτός και αν αποκαλούν δικαιοσύνη την κάλυψη του εγκλήματος κατά του Καποδίστρια με τις δολοφονίες των δύο αθώων Μαυρομιχαλαίων. Όταν λέμε δικαιοσύνη εννοούμε να φανεί η αλήθεια, και δεν εφάνει.
Οι δικασταί ήσαν τόσο ευαίσθητοι που τους ενόχλησαν τα λόγια του υπερασπιστού και όχι «ο τρόπος που εδικάσθην» όπως λέει ο Γεώργιος. Καμία επικοινωνία με τον δικηγόρο του, να μην έχει μάρτυρες υπεράσπισης, να μην αναλύουν τις καταθέσεις, να δέχονται αλλοιωμένα στοιχεία φτάνει να είναι κατά του Μαυρομιχάλη.
Πως είναι δίκαιο και αμερόληπτο, άνθρωπος ο οποίος πυροβολεί κάποιον επειδή και μόνον άκουσε να τον φωνάζουν δολοφόνο, να γίνετε πρόεδρος δικαστηρίου που θα δικάσει συνένοχο του πυροβολημένου; Δεν έχει αποφασίσει πριν καν κάτσει στην έδρα για την καταδίκη του συνενόχου; Αν αθωωθεί ο συνένοχος δεν θα έχει ο ίδιος ευθύνη ότι προέβη σε αδίκημα φόνου πυροβολόν τον Κωνσταντίνο; Ο οποίος μπορεί να ήταν αθώος και αυτός αν αθωώνετο ο Γεώργιος; Πρόεδρος δικαστηρίου, άνθρωπος που εκτέλεσε άνθρωπο, πριν τον δικάσουν; Μήπως συμμετείχε πολύ ενεργά στον γενικό σχεδιασμό της δολοφονίας γι αυτό βγήκε τα χαράματα με γεμάτο όπλο και χωρίς (σαν να τον περίμενε) να σκεφτεί πυροβόλησε έναν που τον κυνηγούσαν και τον φώναζαν δολοφόνο; Σίγουρα κάτι βρωμάει. Όπως βρωμάει η αθώωση του Καραγιάννη στο δεύτερο δικαστήριο. Στο πρώτο καταδικάστηκε σε θάνατο, βάσει της καταθέσεως του. Στο δεύτερο το αναθεωρητικό, συμβουλεύετε να αλλάξει την κατάθεση του και να τα ρίξει όλα στον Γεώργιο και έτσι αθωώνετε και πάει σπίτι του.
Έτσι βγάλαν μετά, ότι η σφαίρα του, χτύπησε στον τοίχο της εκκλησίας, ήταν δική του και όχι του Κωνσταντίνου που κατέθεσε αυτόπτης μάρτυς.
Υ.Γ. Σε παράθεση τοποθετώ τα ντοκουμέντα του συγγραφέως για το ποιος σκότωσε τελικά τον Ιωάννη Καποδίστριαhttp://kapodistriasdeath.blogspot.gr/συνεχίζεται