Το “πρασίνισμα” του πλανήτη γράφτηκε στα μέσα του 2005 και είχε δημοσιευτεί στο τ. 9 του Hellenic Nexus. Σήμερα, και με αφορμή τις συζητήσεις για τη θερμοπυρηνική σύντηξη και τις σχέσεις “αριστεράς” και “οικολογίας”, το ανεβάζω για πρώτη φορά στο διαδίκτυο. Λόγω του μεγάλου μεγέθους του και για να μην “επιβαρυνθεί” πολύ η πρώτη σελίδα για να το διαβάσετε πρέπει να κάνετε κλικ στην παρακάτω σύνδεση.
Το “Πρασίνισμα” του Πλανήτη
Υπερεθνική Ελίτ και Οικολογία
Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από τον πλανήτη. Το φάντασμα της καταστροφής του.
Οικολόγοι, περιβαλλοντολόγοι, περιβαλλοντιστές, προστατευτιστές, μη κυβερνητικές οργανώσεις, επιστήμονες, τραπεζίτες [Ροκφέλερ, Ρότσιλντ], πετρελαιάδες [Μωρίς Στρονγκ], στελέχη πολυεθνικών εταιρειών [της Shell, για παράδειγμα], πολιτικοί [όπως ο Μιχαήλ Γκορμπατσώφ], οικοφασίστες [Herbert Gruhl και Baldur Springman, στη Γερμανία[1]], οικοαναρχικοί [κοινωνική οικολογία του Murray Bookchin, στις ΗΠΑ], δημοσιογράφοι, γαλαζοαίματοι [ο αείμνηστος πρίγκιπας Βερνάρδος της Ολλανδίας και ο Φίλιππος της Μεγάλης Βρετανίας], ιερωμένοι [είναι γνωστό το ενδιαφέρον του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίου για το περιβάλλον, εξ ου και ο χαρακτηρισμός του ως «πράσινος πατριάρχης»[2]] -όλοι τους εν αγαστή συνεργασία- προειδοποιούν, προτείνουν, και λαμβάνουν, μέτρα για την «προστασία της φύσης» και τη «σωτηρία του πλανήτη».
Ξηρασία, λειψυδρία και ερημοποίηση [«οι πόλεμοι του μέλλοντος θα γίνονται για το νερό»], μολυσμένα ποτάμια, λίμνες και ωκεανοί, όξινη βροχή, αφανισμένα δάση, εξαντλημένα καλλιεργήσιμα εδάφη, φυτοφάρμακα και λιπάσματα, καλλιέργειες μεταλλαγμένων, ατμοσφαιρικοί ρύποι, τρύπες του όζοντος, φαινόμενο του θερμοκηπίου και υπερθέρμανση του πλανήτη, υπερπληθυσμός, κίνδυνοι για τη βιόσφαιρα και επαπειλούμενα είδη, τοξικά απόβλητα… Ο κατάλογος με τους «κινδύνους» που αντιμετωπίζει η Γη και το περιβάλλον της δείχνει ατελείωτος…
Είναι όμως έτσι; Και ναι και όχι. Οι κίνδυνοι είναι υπαρκτοί. Αλλού βρίσκεται το πρόβλημα. Σ’ αυτό το άρθρο, δεν σκοπεύω να επιχειρηματολογήσω σχετικά με την ένταση των προβλημάτων, δηλαδή πάνω στο πόσο σοβαροί ή όχι είναι αυτοί οι κίνδυνοι, ούτε θα ασχοληθώ με τους τρόπους με τους οποίους αντιμετωπίζονται ή πρέπει να αντιμετωπιστούν.
Το πρόβλημα έγκειται αφενός στις ρίζες της οικολογικής σκέψης και, κυρίως, στον τρόπο με τον οποίο τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες διαμορφώθηκε εκ των άνω προς τα κάτω το οικολογικό και περιβαλλοντικό κίνημα. Σε καμία περίπτωση δεν είναι στις προθέσεις μου να θίξω καθ’ οιονδήποτε τρόπο τα εκατομμύρια ενεργών πολιτών στον πλανήτη, που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο αγωνίζονται για ένα καλύτερο περιβάλλον, για έναν καλύτερο τρόπο ζωής. Μερικές όμως πτυχές του οικολογικού κινήματος είναι, τουλάχιστον, περίεργες και θα πρέπει να έχουμε πάντα υπόψη μας ότι η ευαισθησία και η δράση που δεν συνοδεύονται από ενημέρωση είναι απλές πομφόλυγες.
Διότι αίφνης υπάρχουν καταγγελίες ότι συγκεκριμένα εθνικά τμήματα υπερεθνικών οικολογικών οργανώσεων χρησιμοποιούν για τους διακηρυγμένους σκοπούς τους μόλις το 5% των εσόδων τους, ενώ το υπόλοιπο ποσό αφορά λειτουργικά έξοδα, ενοικίαση πολυτελών γραφείων και βιλών, όταν βέβαια δεν καταλήγει σε κάποιους μυστικούς λογαριασμούς στις ελβετικές τράπεζες. Ή όταν συγκεκριμένη οικολογική οργάνωση έχει προσλάβει, τουλάχιστον σε δύο περιπτώσεις, μισθοφόρους στην Αφρική για να προωθήσει συγκεκριμένους πολιτικούς στόχους των ιθυνόντων της…
Το παρελθόν του μέλλοντός μας
Ο όρος οικολογία παρότι επινοήθηκε το μακρινό 1867 από τον Ερνστ Χαίκελ[3], παρέμενε σχετικά άγνωστος έξω από τους ακαδημαϊκούς κύκλους μέχρι περίπου το 1970. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γκάρυ Άλλεν, «παρότι φαίνεται ότι υπήρχε από πάντα, το περιβαλλοντικό κίνημα εμφανίστηκε στο προσκήνιο της χώρας [σ.σ. των ΗΠΑ] σχεδόν μέσα σε μια νύχτα. Πριν από πέντε χρόνια [σ.σ. το βιβλίο του Άλλεν εκδόθηκε το 1976], ούτε ένα άτομο στα χίλια δεν είχε ακούσει ποτέ τη λέξη οικολογία. Αλλά ξαφνικά όλοι μας υποτίθεται ότι πανικοβληθήκαμε στη σκέψη ότι το γλοιώδες χέρι της μόλυνσης μας έπνιγε μέσα στον ύπνο μας»[4].
Κύριοι χρηματοδότες αυτού του «αυθόρμητου» περιβαλλοντικού κινήματος, πάντα σύμφωνα πάντα με τον Άλλεν, υπήρξαν τα διάφορα ιδρύματα των Ροκφέλλερ (Rockefeller Brothers Fund, Rockefeller Foundation και Rockefeller Family Fund) καθώς και ιδρύματα που ελέγχονται από αυτούς (Ίδρυμα Φορντ, Ίδρυμα Μέλλον [Gulf Oil] κ.ά.), ενώ μεταξύ των πιο ένθερμων υποστηρικτών του κινήματος συγκαταλέγονταν και οι Ρόμπερτ Ο. Άντερσον της Atlantic Richfield Oil Co. (ARCO)[5] και Χένρυ Φορντ Β΄ της εταιρείας Ford, αλλά και ιδρύματα άμεσα συνδεδεμένα με το πετρελαϊκό κατεστημένο, όπως το Gulf Oil Foundation, το Mobil Foundation και το Union Oil of California Foundation. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, όπως θα δούμε στη συνέχεια, οι ευρωπαίοι «πετρελαιάδες» είχαν ήδη δείξει το δρόμο λίγα χρόνια νωρίτερα ιδρύοντας τις δικές τους περιβαλλοντικές οργανώσεις. Και όπως θα περίμενε κανείς ένας άνθρωπος των εταιρειών πετρελαίου, ο Μωρίς Στρονγκ, ήταν αυτός που ανέλαβε την οργάνωση του κινήματος σε παγκόσμιο επίπεδο.
Τι ακριβώς είχε συμβεί και εκδηλώθηκε αυτό το ξαφνικό ενδιαφέρον της αμερικανικής ελίτ για το οικολογικό κίνημα;
Η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα ίσως υπάρχει σε ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Foreign Affairs (τεύχος Απριλίου 1970) του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (CFR), μιας δεξαμενής σκέψης που βρίσκεται υπό τον έλεγχο των Ροκφέλερ. Συντάκτης του άρθρου «Πρόταση για την αποτροπή της ερημοποίησης του κόσμου»[6] ήταν ο εκ των αρχιτεκτόνων της πολιτικής του Ψυχρού Πολέμου διπλωμάτης Τζωρτζ Κένναν. Το άρθρο γράφτηκε προφανώς για τη «διαφώτιση» των εργατριών μελισσών που υπηρετούν πιστά την υπερεθνική ελίτ. Για να γνωρίζουν προς τα πού πάει ο κόσμος. Ή, μάλλον, προς τα πού τον πάνε.
Ο Κένναν, στο άρθρο του, υποστήριζε τη δημιουργία μιας υπερεθνικής και μη-κυβερνητικής οργάνωσης, της Διεθνούς Περιβαλλοντικής Υπηρεσίας (International Environmental Agency), που θα αναλάμβανε το ρόλο της αντιμετώπισης της καταστροφής του περιβάλλοντος…
Ο Κένναν θεωρούσε, στο άρθρο του, ως εξαιρετικά σημαντική την πρωτοβουλία του ΟΗΕ για τη διοργάνωση της Συνδιάσκεψης για το Ανθρώπινο Περιβάλλον, που θα γινόταν στη Στοκχόλμη το 1972. «Ψυχή και σώμα» εκείνης της συνδιάσκεψης, όπως και εκείνων του Ρίο και του Κυότο, ήταν κάποιος Καναδός -«ανανήψας» πετρελαιάς- ο Maurice Strong, στενός συνεργάτης των Ροκφέλερ, και σύμβουλος σε θέματα περιβάλλοντος σχεδόν όλων των Γενικών Γραμματέων του ΟΗΕ τα τελευταία σαράντα χρόνια…
Για να γίνει όμως κατανοητό το πλαίσιο μέσα στο οποίο «αναπτύχθηκε» το «οικολογικό» κίνημα στις αρχές της δεκαετίας του 1970, θα πρέπει πρώτα να αναλύσουμε την οικονομική κατάσταση των ΗΠΑ στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και στις αρχές της δεκαετίας του 1970.
Πέραν της «ιδεολογίας» όμως υπάρχουν και κάποια οικονομικά θέματα που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο πρασίνισμα του πλανήτη.
Με τη Συμφωνία του Μπρέτον Γουντς (1944) οι νικητές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου έθεσαν τις βάσεις για τη δημιουργία του μεταπολεμικού στάτους κβο. Η σχέση όλων των νομισμάτων καθορίστηκε με βάση την ισοτιμία δολαρίου-χρυσού που ορίστηκε στη σταθερή ισοτιμία των 35 δολαρίων η ουγκιά. Το σύστημα αποδείχτηκε αποτελεσματικό για τα επόμενα 25 χρόνια, περίοδο που χαρακτηρίστηκε από τους υψηλούς, και χωρίς πληθωρισμό, ρυθμούς ανάπτυξης στις ΗΠΑ και τη Δυτική Ευρώπη. Το τεράστιο κόστος ωστόσο του πολέμου στο Βιετνάμ είχε ως αποτέλεσμα τη διαρκή επιδείνωση του ισοζυγίου πληρωμών των ΗΠΑ, τα αποθέματα χρυσού των οποίων μειώνονταν διαρκώς.
Επειδή κυκλοφορούσαν στον κόσμο πάρα πολλά δολάρια, οι περισσότερες κεντρικές τράπεζες του πλανήτη τα μετέτρεπαν σε χρυσό με βάση τη σταθερή ισοτιμία των 35 δολαρίων ανά ουγκιά. Αυτό σήμαινε ότι οι ΗΠΑ έπρεπε έμμεσα να χρηματοδοτούν με το δολάριο τα αποθέματα χρυσού των κεντρικών τραπεζών, κάτι που οδήγησε στις 15 Αυγούστου 1971 τον πρόεδρο Νίξον στην απόφαση να εγκαταλείψει τον κανόνα του χρυσού και να υποτιμήσει το δολάριο, επιτρέποντας την ελεύθερη διακύμανσή του. Οι αλλοδαποί κάτοχοι δολαρίων δεν μπορούσαν πλέον να τα ανταλλάξουν με το χρυσό των ΗΠΑ. Οι ισοτιμίες όλων πλέον των νομισμάτων καθορίζονταν όχι με βάση την αξία του χρυσού αλλά με βάση την ισοτιμία του δολαρίου[7].
Το δολάριο υποτιμήθηκε κατά 8% (στα 38 δολ./ουγκιά), ενώ οι ΗΠΑ αναγκάστηκαν να προχωρήσουν σε νέα υποτίμηση το Φεβρουάριο του 1973 (στα 42,22 δολ./ουγκιά), λόγω της διαρκούς εκροής κεφαλαίων προς την Ιαπωνία και την Ευρώπη. Οι δυτικοευρωπαίοι σύμμαχοι των ΗΠΑ (κυρίως οι Γάλλοι) ζητούσαν την κατά 100% υποτίμηση του δολαρίου (στα 70 δολ./ουγκιά) κάτι που θα είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των εξαγωγών και την τόνωση της βιομηχανικής δραστηριότητας στις ΗΠΑ.
Όπως αναφέρει ο F. William Engdahl, μετά τον Αύγουστο του 1971, κυρίαρχη πολιτική των ΗΠΑ, όπως αυτή εκφραζόταν από τον Χένρυ Κίσσινγκερ, Σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας του προέδρου Νίξον, ήταν πλέον ο έλεγχος και όχι η ανάπτυξη των οικονομιών σε ολόκληρο των κόσμο. Η μείωση του πληθυσμού στις αναπτυσσόμενες χώρες, και όχι η μεταφορά τεχνολογίας και η βιομηχανική ανάπτυξη, αποτέλεσε την κυρίαρχη προτεραιότητα των ΗΠΑ στη δεκαετία του 1970[8].
Οι γνωστοί πετρελαϊκοί κύκλοι της Δύσης («Επτά Αδελφές») και οι συνοδοιπόροι τους οργάνωσαν το 1973 τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο των Έξι Ημερών. Στόχος τους αφενός μεν η κατακόρυφη αύξηση των κερδών τους (σε ελάχιστους μήνες η τιμή του αργού πετρελαίου ανέβηκε κατά 400%) και αφετέρου η τόνωση της αμερικανικής και βρετανικής οικονομίας με την εισροή πετροδολαρίων από τις αραβικές χώρες. Λέγεται ότι το θεοκρατικό-δικτατορικό καθεστώς της Σαουδικής Αραβίας τυγχάνει της άνευ όρων πολιτικής και στρατιωτικής υποστήριξης των ΗΠΑ εξαιτίας της διμερούς συμφωνίας για την επένδυση όλων των πετροδολαρίων στην αμερικανική οικονομία. Ο Σαντάμ Χουσεΐν αρνήθηκε να προσυπογράψει μια τέτοια συμφωνία…
Την ίδια περίοδο τα οικολογικά κινήματα στις χώρες της Δύσης στρέφονταν κατά της χρήσης πυρηνικής ενέργειας. Ανεξάρτητα από τα επιχειρήματα υπέρ ή κατά της χρήσης πυρηνικής ενέργειας, το ζητούμενο για την υπερεθνική ελίτ είναι ο πλήρης έλεγχος των πλουτοπαραγωγικών πηγών και ο πλήρης έλεγχος των ενεργειακών αποθεμάτων του πλανήτη. Δηλαδή, ο πλήρης έλεγχος πάνω στον πλανήτη. Η διαρκής συσσώρευση κερδών και η μη-ανάπτυξη των «αναπτυσσόμενων» χωρών.
Κάποια άλλη οικονομική πτυχή του «οικολογικού» προβλήματος ήταν ήδη ορατή από το 1971. «Οι εταιρείες που προκαλούν τη μεγαλύτερη μόλυνση, ασχολούνται επίσης και με τη βιομηχανία αντιμόλυνσης (ΕΣΣΟ, Μπόινγκ, Στάνταρντ Όιλ, Φορντ, κτλ.). Η εξήγηση είναι αρκετά απλή: “χάρη στους φορολογούμενους που είναι πρόθυμοι, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, να πληρώσουν τα έξοδα της μάχης εναντίον της μόλυνσης, η βιομηχανία αντιμόλυνσης θα αποτελέσει μια νέα προωθητική δύναμη, πηγή κέρδους γι’ αυτούς που πρώτοι θα κατακτήσουν αυτήν την καινούργια και απέραντη αγορά” (Usine Nouvelle, περιοδικό του συλλόγου των Γάλλων βιομηχάνων, Φλεβάρης 1971)»[9].
Σύμφωνα με τον Allen, κατά την εικοσαετία 1970-1990, «η κυβέρνηση, οι επιχειρήσεις και οι καταναλωτές [σ.σ. στις ΗΠΑ] έχουν ξοδέψει σχεδόν ένα τρισεκατομμύριο δολάρια, σύμφωνα με υπολογισμούς του υπουργείου Εμπορίου, για να καθαρίσουν το περιβάλλον».
Μωρίς Στρονγκ
Οι New York Times τον έχουν χαρακτηρίσει ως «Προστάτη του Πλανήτη». Το New Yorker έχει αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «η επιβίωση του πολιτισμού σε μια μορφή παρόμοια με τη σημερινή ίσως εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις προσπάθειες ενός και μοναδικού ανθρώπου»[10]. Περί τίνος πρόκειται; Μα, για τον Μωρίς Στρονγκ.
Ο Καναδός Μωρίς Στρονγκ (γεν. 1929) άρχισε την επαγγελματική του σταδιοδρομία στον χώρο των πετρελαίων. Αγόρασε και, στη συνέχεια, πούλησε αρκετές προβληματικές ενεργειακές επιχειρήσεις και στα 35 του έγινε πρόεδρος της Power Corporation of Canada. Το 1966 τέθηκε επικεφαλής της Διεθνούς Αναπτυξιακής Υπηρεσίας του Καναδά (CIDA), αρχίζοντας έτσι να δικτυώνεται σε διεθνές επίπεδο.
Ο τότε Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Ου Θαντ, εντυπωσιασμένος από τη δουλειά του στη CIDA του ζήτησε να οργανώσει την πρώτη διεθνή Διάσκεψη για τη Γη – τη Συνδιάσκεψη για το Ανθρώπινο Περιβάλλον της Στοκχόλμης το 1972. Ο Στρονγκ δεν επιλέχθηκε γι’ αυτή τη θέση λόγω του ενδιαφέροντός του για θέματα περιβάλλοντος, αλλά επειδή ο εκπρόσωπος της Σουηδίας στα Ηνωμένα Έθνη πίστευε ότι ο Στρονγκ, με το εκτεταμένο διεθνές δίκτυο επαφών του, ήταν ο μόνος που θα κατάφερνε να συμμετάσχουν στη διάσκεψη τόσο οι ανεπτυγμένες όσο και οι αναπτυσσόμενες χώρες.
Ήδη από τη Συνδιάσκεψη της Στοκχόλμης, ο Στρονγκ προειδοποιούσε για την υπερθέρμανση της Γης, την καταστροφή των δασών, τους κινδύνους για τη βιοποικιλότητα, τους μολυσμένους ωκεανούς, την πληθυσμιακή βόμβα. Στη Συνδιάσκεψη είχε προσκαλέσει τις νεοεμφανισθείσες εκείνη την περίοδο περιβαλλοντικές Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, για τη χρηματοδότηση των οποίων φρόντισε τα επόμενα χρόνια. Μετά τη Συνδιάσκεψη της Στοκχόλμης τα περιβαλλοντικά θέματα αποτέλεσαν πρώτο θέμα στην επικαιρότητα, τουλάχιστον όσον αφορούσε τη Δυτική Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική. Την ίδια περίοδο ο Στρονγκ έγινε μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Ιδρύματος Ροκφέλερ.
Το 1973, ο Στρονγκ ορίζεται διευθυντής του νέου Περιβαλλοντικού Προγράμματος του ΟΗΕ, η δημιουργία του οποίου είχε αποφασιστεί στη Στοκχόλμη. Το 1975, μετά την πετρελαϊκή κρίση των προηγούμενων χρόνων ο πρωθυπουργός του Καναδά Πιέρ Τρυντώ τον κάλεσε να επιστρέψει στη χώρα και να αναλάβει την ημικρατική εταιρεία Petro-Canada, που μόλις είχε ιδρυθεί.
Δύο χρόνια αργότερα, ο Στρονγκ εγκατέλειψε την Petro-Canada και αφοσιώθηκε ξανά στις business κλείνοντας διάφορες επιχειρηματικές συμφωνίες, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και μία με τον περιβόητο Αντνάν Κασόγκι, που στο τέλος του απέφερε ένα κτήμα 40.000 εκταρίων στο Μπάκα του Κολοράντο, που η σύζυγός του Χάννε μετέτρεψε σε κέντρο του New Age. Την ίδια περίοδο έγινε αντιπρόεδρος του WWF, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1981. Το 1985 επέστρεψε στον ΟΗΕ ως συντονιστής για το πρόγραμμα αντιμετώπισης της πείνας στην Αφρική (Σομαλία και Αιθιοπία). Και το 1989 διορίστηκε Γενικός Γραμματέας της Συνδιάσκεψης του ΟΗΕ για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη (Διάσκεψη για τη Γη), που θα γινόταν τρία χρόνια αργότερα στο Ρίο ντε Τζανέιρο.
Οι μέθοδοι που είχαν χρησιμοποιηθεί είκοσι χρόνια νωρίτερα στη Συνδιάσκεψη της Στοκχόλμης τελειοποιήθηκαν. Στο Ρίο έλαβε χώρα η μεγαλύτερη συνάντηση Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων που έγινε ποτέ. Ωστόσο, δικαίωμα συμμετοχής είχαν μόνον οι οργανώσεις που διέθεταν «διαπιστευτήρια» από τον ΟΗΕ. Και μόνον εκείνες που υποστήριζαν την Ατζέντα Στρονγκ-ΟΗΕ χρηματοδοτήθηκαν.
Ο Στρονγκ που έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στη Συμφωνία του Κυότο, τα τελευταία χρόνια ήταν ειδικός απεσταλμένος του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Κόφι Ανάν στην Βόρειο Κορέα. Μόλις τον περασμένο Απρίλιο [σ.σ. του 2005], ωστόσο, «έθεσε τον εαυτό του σε διαθεσιμότητα» καθώς ερευνητές του ΟΗΕ εξετάζουν τις σχέσεις του με τον Νοτιοκορεάτη επιχειρηματία Τόνγκσουν Παρκ, ο οποίος έχει κατηγορηθεί για συμμετοχή στο σκάνδαλο πετρέλαιο-για-τρόφιμα στο Ιράκ. Οι στενές σχέσεις του Στρονγκ με τον Παρκ ίσως θέτουν πρόβλημα σύγκρουσης συμφερόντων όσον αφορά τον ρόλο του πρώτου ως ειδικού απεσταλμένου στην Κορέα. Ο Παρκ έχει κατηγορηθεί ότι δωροδοκήθηκε με εκατομμύρια δολάρια από την ιρακινή κυβέρνηση (επί Σαντάμ Χουσεΐν)[11].
Ο άνθρωπος που έχει χαρακτηριστεί ως ο «Μιχαήλ Άγγελος της δικτύωσης», λόγω των στενών δεσμών με την υπερεθνική ελίτ, από τους Ροκφέλερ και τους Ρότσιλντ ως τον Γκορμπατσώφ και το οικολογικό κίνημα, έχει αφήσει τη δική του σφραγίδα στην ιστορία του πλανήτη τα τελευταία σαράντα χρόνια. Για να κατανοήσουμε το επίπεδο των διασυνδέσεών του αρκεί να αναφέρουμε ότι ήταν ο άνθρωπος που προσέλαβε σε μία από τις πετρελαϊκές θυγατρικές εταιρείες του στην Αυστραλία τον Τζέιμς Γούλφενσον, αμέσως μετά την αποφοίτηση του τελευταίου από το Χάρβαρντ. Χρόνια αργότερα ο Τζ. Γούλφενσον, που υπήρξε από το 1996 μέχρι πρόσφατα πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας, προσέλαβε ως σύμβουλό του τον Μωρίς Στρονγκ…
Υπερεθνική Ελίτ ,Μ.Κ.Ο.και Οικολογία. Το “πρασίνισμα” του πλανήτη:άλλη μια απάτη
1''...δεν είναι η πάλη ημών εναντίον εις αίμα και σάρκα, αλλ' εναντίον εις τας αρχάς, εναντίον εις τας εξουσίας, εναντίον εις τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, εναντίον εις τα πνεύματα της πονηρίας εν τοις επουρανίοις''\n [/align]