Καπετάν Κώττας

1
Καπετάν Κώττας
Ο πρώτος των πρώτων

Νικολάου Τούλια


Πολλοί υποστηρίζουν πως η Ιστορία γράφεται από τους λαούς. Άλλοι λένε πως γράφεται από τον Ένα: τον πιστό, που είναι προφήτης και γίνεται λαμπάδα και ολοκαύτωμα στην πίστη του.
Πιστεύω πως και οι δύο πλευρές έχουν δίκαιο. Ο Ένας γράφει στην Ιστορία, μα αυτός ο Ένας είναι η συνισταμένη των ελπίδων και των παραδόσεων του λαού. Είναι, δηλαδή, αυτός ο ίδιος ο λαός. Τέτοιος, ο Ένας για την Μακεδονία, είναι ο καπετάν Κώττας.
Είναι αυτός που, εδώ ψηλά στα Κορέστια, από τις Πρέσπες ως την Καρατζόβα, έγινε εικόνισμα πλάι στην Παναγιά και γι’ αυτόν ανάβει το καντήλι η Μακεδονία, αυτόν στον οποίο υποκλίνεται ο Μακεδονικός Ελληνισμός.
Συγκεντρωθήκαμε σήμερα εδώ, για να τιμήσουμε τον Καπετάν Κώττα, τον πρώτο Μακεδονομάχο. Δεν μπορούσε να βρεθεί καλύτερος τίτλος για τον νευρώδη και οστεώδη, χαμηλού αναστήματος, φαλακρό, με μικρά φωτεινά μάτια και μακρύ γυριστό μουστάκι, που είχε γεννηθεί εδώ, στην Ρούλια το 1863.

Ο καπετάν Κώττας, υπήρξε ο Μακεδονομάχος πριν τους Μακεδονομάχους και δεν κατανοώ την ανιστόρητη απόφαση της Ελληνικής Πολιτείας να ορίσει το 1904 ως έναρξη του Μακεδονικού Αγώνα. Ή μάλλον την κατανοώ απόλυτα. Αν για το Ελληνικό κράτος ο Μακεδονικός Αγώνας άρχισε το 1904, για τον Μακεδονικό Ελληνισμό ο αγώνας ξεκινά το 1870 με τη δημιουργία της Βουλγαρικής Εξαρχίας και ιδίως το 1878 με την Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου. Απλώς, με το Ελληνικό κράτος περί άλλα ετύρβαζε και εκοιμάτο τον ύπνο του δικαίου (οι ποιες εξαιρέσεις, επιβεβαιώνουν την άποψη).
Ο Μακεδονικός Ελληνισμός ανέλαβε μόνος του την αυτοάμυνα του και ο καπετάν Κώττας, που ήταν αληθινός πολυτεχνίτης, καλλιεργούσε έναν μικρό κλήρο, πουλούσε λίγα ζαρζαβατικά κι έκανε τον πανδοχέα, έφτιαχνε κεριά και εκτελούσε δουλειές του ποδαρού... Διετέλεσε επίσης και μουχτάρης (κοινοτάρχης) στο χωριό του, εδώ στη Ρούλια. Αυτός ο άνθρωπος ήταν ο μπροστάρης, ο εκδικητής και ο τιμωρός...
Εκδικητής και τιμωρός γιατί εδώ πάνω -κορέστια και Πρέσπες- ο τουρκικός ζυγός ήταν βαρύτερος, καθώς οι ντόπιοι τσιφλικάδες, οι αδίστακτοι Αλβανοί μπέηδες, που απομυζούσαν και τον τελευταίο παρά, χωρίς να λογαριάζουν τους οθωμανικούς νόμους... Το τυραννικό αυτό καθεστώς αψήφησε ο Κώττας, πιστός στην κλέφτικη παράδοση και αναδείχθηκε σε αφοσιωμένο υπερασπιστή των τοπικών δικαιωμάτων...

Είχε πολλές διαφορές με τον Κασίμπεη της Καπέσνιτσα, ο οποίος κατείχε μία μεγάλη έκταση στο οροπέδιο της Φλώρινας. Μια διαφορά, για παράδειγμα, αφορούσε ένα χάνι που ανήκε στην Εκκλησία, ενώ μια άλλη είχε να κάνει με την λειτουργία ενός νερόμυλου, που στερούσε τις γειτονικές κοινότητες από το αναγκαίο για άρδευση νερό. Ο Κώττας αντιτάχθηκε επίσης στους Τούρκους υπαλλήλους που γύρευαν τρόφιμα για την στρατιωτική επιμελητεία. Το τόλμημα αυτό του στοίχισε κάποτε ένα γερό ραβδισμό, στη συνέχεια, όμως, παρουσιάστηκε αγέρωχος στις αρχές στην Καστοριά για να υποβάλει διαμαρτυρία με αποτέλεσμα να του χορηγηθεί αποζημίωση.
Η φήμη του είχε εξαπλωθεί τόσο, ώστε πολλά χωριά άρχισαν να προσκαλούν αυτόν και το Σώμα του για προστασία. Ενέπνεε φόβο στους Τούρκους αξιωματούχους και στους ανθρώπους των μπέηδων, και όσοι τόλμησαν να τον αψηφήσουν βρήκαν άσχημο τέλος στα χέρια του. Μετά από κάθε κατόρθωμα συνήθιζε να πηγαίνει στο βυζαντινό μοναστήρι της Αγίας Τριάδας στο Πισοδέρι και να προσκυνά, χωρίς ποτέ να μάθει αν το έκανε για να ζητήσει συγχώρεση για το αίμα που χύθηκε ή για να ευχαριστήσει την Παρθένο που τον ευλόγησε να απαλλάξει την γη από έναν ακόμη κακούργο. Το παράδοξο είναι ότι, ενώ τα περισσότερα από τα θύματα του ήταν Τουρκαλβανοί, ο ίδιος έγινε ένας από τους ήρωες του αλβανικού λαού, ο οποίος έχει και τραγούδι για τον Κώττα.

Ένα άλλο ενδιαφέρον σημείο είναι ότι διατηρούσε αγαθές σχέσεις με τους Τούρκους στρατιώτες και χωροφύλακες, με τους οποίους περνούσε πάντα την ημέρα του χωρίς ποτέ να τον ενοχλήσουν.
Αν και είχε γεννηθεί και βαπτισθεί ορθόδοξος και ζούσε σε κοινότητα κυρίως πατριαρχική, σε κάποια φάση της ζωής του είχε γίνει εξαρχικός. Η αλλαγή αυτή πιθανώς δεν σήμαινε πολλά για τον Κώττα, για τον οποίο δεν είχε διαφορά αν η Λειτουργία γινόταν στα ελληνικά ή στα σλαβικά. Ήταν πάντως πιστός. Ως γνήσιος κλέφτης καταδίκαζε τους αδιάκριτους φόνους χριστιανών. Ο ίδιος, πάντως, είχε σκοτώσει προς το τέλος του 1900 τον Σέρβο δάσκαλο της Καστοριάς Σοτίρ Ποπσβίλχ, με την εντολή του επαναστατικού κομιτάτου. Ο Κώττας ήταν επίσης αυτός που «καθάρισε» και τον Ιβάντσε από το Ντέβενι.

Ο καπετάν Κώττας δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί οι νεαροί επαναστάτες έπρεπε να αγοράζουν όπλα στην Ελλάδα μία λίρα περίπου το ένα κι ύστερα να υποχρεώνουν τους φτωχούς χωρικούς να τα’ αγοράζουν με εξωφρενικό τίμημα, την στιγμή που θα μπορούσαν να τα είχαν προμηθευτεί πολύ πιο φθηνά από τους Αλβανούς της περιοχής τους.
Γι’ αυτούς και άλλους, καθαρά προσωπικούς λόγους, ο Κώττας είχε τραβηχτεί μακριά από τους πράκτορες της ΕΜΕΟ και στα τέλη του 1901 εργαζόταν εναντίον της.

Ο Γερμανός Καραβαγγέλης, άλλη μία εξέχουσα εκκλησιαστική μορφή του Μακεδόνικου Αγώνα ήταν πλήρως ενημερωμένος για την λειτουργία της ΕΜΕΟ και την ιδιόμορφη θέση του Κώττα. Γνώριζε επίσης τα πάντα για τα σχέδια αγοράς όπλων από την Ελλάδα...
Στα τέλη του 1901 ο Καραβαγγέλη κατόρθωσε με μεγάλη δυσκολία να κανονίσει μια συνάντηση με τον Κώττα στο χωριό Τίρνοβο, απέναντι από τη Ρούλια. Σύμφωνα με την περιγραφή του ιδίου του Καραβαγγέλη, ήταν μεσάνυχτα όταν συναντήθηκαν και συνέχισαν να συνομιλούν μέχρι την αυγή. Ο Καραβαγγέλης είπε στον Κώττα: «εσείς είσαστε Έλληνες από την εποχή του Μ. Αλεξάνδρου, και πέρασαν οι Σλάβοι και σας εξεσλάβωσαν. Η μορφή σας είναι ελληνική και η γη πού πατούμε είναι ελληνική. Το μαρτυρούν τα αγάλματα πού είναι κρυμμένα μέσα της. Και αυτά είναι ελληνικά κι οι επιγραφές είναι ελληνικές. Έπειτα η Εκκλησία μας και το Πατριαρχείο επρωτοστάτησαν πάντοτε στην ελευθερία. Ενώ η Βουλγαρία δεν στάθηκε ικανή ώστε η ίδια να ελευθερωθεί, παρά την ελευθέρωσε η Ρωσία. Και συ περιμένεις τώρα να ελευθερώσει την Μακεδονία; Και φαντάζεσαι πως είναι ποτέ δυνατόν η ευρωπαϊκή διπλωματία να κατακυρώσει την Μακεδονία στην Βουλγαρία και προπάντων την Φλώρινα και την Καστοριά, πού απέχουν μόλις δύο μέρες από τα ελληνικά σύνορα, ενώ από τα βουλγαρικά απέχουν επτά;... Από σήμερα, του είπα, θα είσαι μαζί μας, θα είσαι ο πρώτος. Θα σε στείλω κάτω να χωρίσεις τους Έλληνες βασιλείς και τα παιδιά σου θα τα στείλω στην Ελλάδα να σπουδάσουν»....

Τιμούμε σήμερα τον Μακεδονομάχο που εκπαίδευσε μια σειρά από εξαίρετους Μακεδονομάχους που θα γίνονταν κατόπιν εξαίρετοι καπετάνιοι: Ο Σίμος άπ’ τα Άλωνα, ο Μακρής, ο Καούδης, ο Νταλίπης, ο Κύρου, ο Μελέτσκος ή Παναγιωτίδης, ο Βαγενάς, ο Κολίτσης, ο Νταηλάκης, ο Γρηγορίου, ο Πύρζας, ο Πάπας, ο Παρασκευαίδης, ο Περράκης... Τιμούμε σήμερα τον καπετάνιο που έπεσε θύμα προδοσίας και τον Ιούνιο του 1904 αιφνιδιάστηκε από τουρκικό απόσπασμα εδώ στο σπίτι του Ρούλια και φυλακίστηκε στο Μοναστήρι... που για μας θα είναι πάντα μοναστήρι, για άλλους είναι Μπίτολα... Το Ατ’ Παζάρ πάντα είναι γιομάτο κόσμο. Η κεντρική μεγάλη πλατεία του Μοναστηρίου. Εκεί γίνεται το παζάρι, ο περίπατος, το αλισβερίσι...
Μα σήμερα ψυχή δεν έχει...
Στη μέση της πλατείας υψώνεται ένας στύλος, που σχηματίζει ένα μεγάλο κεφαλαίο Γ μ ένα σκοινί, που λεύτερο πηγαίνει κατά τα κέφια του αέρα. Τον αγέρα που σήμερα χαλάει τον κόσμο.

Ο ήλιος ακόμα δεν έχει καλοβγεί, όταν τον φέρνουν. Στρατιώτες μπροστά να κοιτάνε με υποψία τα στενώματα, άλλοι στρατιώτες μ’ έφ' όπλου λόγχη, αξιωματικοί να δίνουν τον τόνο στο βάδισμα κι ο κύκλος άδειος, και μέσα στον κύκλο ο καπετάνιος. Δύο δεσμοφύλακες, θεριά ως εκεί πάνω, τον κρατούν από τους ώμους και τον σπρώχνουν... Πίσω πάλι, όλη θαρρείς η Τουρκία να συνοδεύει τον Ένα...
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Re: Καπετάν Κώττας

2
Ο Κώττας περπατάει με μεγάλες δρασκελιές. Τα σχισμένα, ματωμένα χείλια του χαμογελούν. Τι τον νοιάζει τώρα εκείνον για τις διαταγές που δίνονται, τι τον νοιάζει για το σκοινί που βάζουν στο λαιμό του; Ποιος ακούει τον εισαγγελέα που διαβάζει την καταδικαστική απόφαση, ποιόν ρωτάνε: «Έχεις τίποτα να πεις;»

Τούτη την ώρα ο Κώττας χαϊδεύει τα κεφάλια των παιδιών του, μπαίνει στο σπίτι του, παίρνει την Ζωή στην αγκαλιά του, χορεύει μαζί της, βγαίνει στο χαγιάτι, βλέπει απέναντι στο Πράσινο, ακούει το ποτάμι, καμαρώνει τα κάστανα που έχουν σχεδόν γίνει μέσα στο καύκαλό τους, κουνάει το χέρι στους συντοπίτες του, πηγαίνει στο Ανταρκτικό κρατώντας στην χούφτα του ένα νόμισμα. Βρίσκει εκεί τον Βασίλη, τον παπαδημήτρη, όλα τα παλικάρια του και ανεβαίνουν μαζί ως τις λίμνες. Οι καλαμιές τρεμουλιάζουν, το νερό είναι φουσκωμένο, ο Αγιος Αχίλλειος αντιστέκεται έρημος, μοναχός στο τόσο νερό. «Ματοβαμμένες λίμνες μου», ψελλίζει κι είναι όλος ευτυχία που τις αντίκρισε πάλι.

Λοιπόν καπετάνιο, θες τίποτα; Ανυπόμονη είναι η φωνή.

Τότε συνέρχεται ο Κώττας. Τα μάτια του αστράφτουν στ' αυγινό φως κι οι πληγές του τώρα, θαρρείς και χάθηκαν. Κι η φωνή του που την ξέραν τα φαράγγια των Κορεστίων και οι Πρέσπες, βουερή σαν όλους μαζί τους αγέρηδες να’ χε μέσα της τάραξε το κοιμισμένο Μοναστήρι.

- Ντα ζίβι γκ(ι)ρτσια (να ζει η Ελλάδα), στην ντοπολαλιά...

Και δίνει ένα σάλτο το λιοντάρι, κλοτσάει το σκαμνί που πάταγε, τρεμοπαίζει τρομαγμένο το σκοινί, τσιτώνεται το σκοινί, μπαίνει βαθιά στην στεγνή σάρκα το σκοινί, το κορμί ταλαντεύεται βίαια, το βάρος μεγαλώνει, κρατάει για λίγο το κόκαλο στον τράχηλο, δεν αντέχει άλλο το κόκαλο, ανατριχιαστικά σπάει, τα μάτια βγαλμένα άπ’ τις κόγχες τους, αγριεμένα, κοιτούν ακόμη προς τις λατρευτές λίμνες.
Ο αγέρας, που για μια στιγμή σταμάτησε, θέλησε να νανουρίσει το παλικάρι. Αλαφρά, μη το ξυπνήσει, το λίκνισε. Κι ο ήλιος ήρθε τρυφερά και τον ασπάστηκε στο στόμα... Ήταν 27 Σεπτέμβρη του 1905.



Περιοδικό ΕΦΗΜΕΡIΟΣ Σεπτέμβριος 2008

πηγη αντιαιρετικον εγκολπιον
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Re: Καπετάν Κώττας

3
Καπετάν Κώττας Χρήστου

Καταγόταν από το χωριό Ρούλια (σήμερα το χωριό φέρει το όνομά του), στο δρόμο Φλώρινας – Κορυτσάς και στη μεγάλη ρεματιά από το Πισοδέρι στα Αλβανικά σύνορα.. Γεννήθηκε το 1863. Μέτριο ανάστημα, όλος κόκκαλα, νεύρα, τένοντες, με ασκητική μορφή. Μικρός στο κορμί αλλά έκρυβε ψυχική και σωματική ρώμη γίγαντα.
Όταν τον πήγαιναν στην κρεμάλα (27 Σεπτεμβρίου 1905), χτύπησε με τις χειροπέδες δύο δεσμοφύλακες, τους έριξε κάτω και το` βαλε στα πόδια. Αν ήξερε τους δρόμους και δεν έπεφτε σε αδιέξοδο, θα είχε ξεφύγει. Το πρόσωπό του στην κρεμάλα ήταν μαύρο απ` τα χτυπήματα και τα ρούχα του έσταζαν αίμα, είχε παλέψει ως την τελευταία στιγμή. Τον κρέμασαν μισοπεθαμένο.

Στο χωριό του έκανε το γεωργό, τον μπακάλη, τον κηροποιό, τον χαντζή! Αληθινός πολυτεχνίτης. Πάνω απ` όλα έτρεφε άσβεστο μίσος για τους Τούρκους. Στο χωριό υπήρχαν δύο χάνια, το ένα του Κασίμ μπέη Καπεστίτσα, Τουρκαλβανού, που είχε και ένα νερόμυλο και το άλλο χάνι ήταν της εκκλησίας του χωριού. Στο χάνι αυτό κανείς δεν τολμούσε να νοικιάσει γιατί οι οπλοφόροι του μπέη φιλοδωρούσαν στους ενοικιαστές, σφαίρες! Ο Κώττας το νοίκιασε!

Το 1896 έγινε «μουχτάρης» (πρόεδρος) του χωριού. Ένας Τούρκος αποσπασματάρχης αξιωματικός του ζήτησε να σφραγίσει με τη μουχτάρικη σφραγίδα (η σφραγίδα αναπλήρωνε την υπογραφή, γιατί όλοι σχεδόν δεν ήξεραν να υπογράφουν) μια απόδειξη που βεβαίωνε ότι πλήρωσε τα τρόφιμα του αποσπάσματος που πήρε από το χωριό, χωρίς όμως να τα πληρώσει. Ο Κώττας αρνήθηκε και ο αξιωματικός έβαλε τους στρατιώτες και του έριξαν τόσο άγριο ξύλο, που οι «αζάδες» (κοινοτικοί σύμβουλοι) πήραν κρυφά τη σφραγίδα και σφράγισαν την απόδειξη. Την άλλη μέρα ο Κώττας το έμαθε και με όλα του τα χάλια πήγε απ` το χωριό του στην Καστοριά και διαμαρτυρήθηκε στις αρχές. Γύρισε πίσω κρατώντας θριαμβευτικά στο χέρι λίγα γρόσια, το αντίτιμο των τροφίμων και των ξυλοκοπημάτων…
Εικόνα
Την άνοιξη του 1897, 28 νέοι Μοναστηριώτες των καλύτερων οικογενειών, όπως ο καθηγητής των μαθηματικών Παντελής Νάκας και ο βιομήχανος Νικόλαος Καζάζης, είχαν προμηθευτεί όπλα και στολές για να βγούνε αντάρτες στο βουνό, με αρχηγό τον Κώττα. Είναι ζήτημα αν ήξεραν τότε στο Μοναστήρι που βρίσκεται και αν υπάρχει η μακρινή και απόμερη Ρούλια και αν είχαν ακουστά για τον Κώττα. Κάποια οργάνωση της Φλώρινας ή της Καστοριάς θα τους τον σύστησε, και δεν έπεσε έξω.
Ο άδοξος τότε ελληνοτουρκικός πόλεμος όμως, ματαίωσε τα αρματολικά σχέδια των Μοναστηριωτών.

Την άνοιξη του 1898, ο Κώττας μαζί με τον επίσης σλαβόφωνο (μετέπειτα Οπλαρχηγό) Παύλο Κύρου και άλλους δύο, έστησαν ενέδρα ανάμεσα στο Πισοδέρι και στο Ανταρτικό και σκότωσαν τον Κασίμ και δύο σωματοφύλακές του. Οι τουρκικές αρχές αναστατώθηκαν (ο Κασίμ ήταν ξακουστός με αρκετούς συγγενείς πασάδες) και φυλάκισαν ως ηθικό αυτουργό τον Χουσεϊν μπέη Καραϊσκάκη, εχθρό του Κασίμ. Συνήθιζαν αυτές τις δολοφονίες οι Αλβανοί μπέηδες.

Δεν ήταν εύκολα πιστευτό πως θα τολμούσαν ποτέ οι ταπεινοί ραγιάδες να σηκώσουν χέρι και όπλο σε ένα τόσο δυνατό και άφοβο μπέη! Ο Κώττας εξακολουθούσε να δουλεύει σκυφτός στα χωράφια, τα κεριά, το τσαγκαράδικο, το μπακάλικό του. Άρχισαν όμως σιγά σιγά να κυκλοφορούν επικίνδυνες φήμες. Τότε αναγκάστηκε να αποχαιρετήσει πανηγυρικά τους οικείους και τους χωριανούς του, να βγάλει διαβατήριο στη Φλώρινα για το εξωτερικό και να ανεβεί στο τραίνο Μοναστηρίου – Φλώρινας – Θεσσαλονίκης. Μα στο δεύτερο σταθμό κατέβηκε από το τραίνο και πήρε τα βουνά.

Η σφραγίδα του

Πάνω στα βουνά


Από τούς πρώτους που τον ακολούθησαν στα βουνά,ήταν oι, Λάζος Τσολάκης και Αθαν. Γκιόρλης από το Απόσκεπο της Καστοριάς, Νάκος από το Σίστοβο (Σιδηροχώρι), Αλέξης Νάστος από το Τσέροβο (Κλειδί) της Φλώρινας, Βασίλης Μπεκιάρης από το Ζέλοβο ('Ανταρτικό) και Σπ. Παρασκευαϊδης από τη Ράμπα (Λαιμό) Πρεσπών -όλοι σλαβόφωνοι.

O Κώττας έβαλε μπροστά μια πρωτότυπη εκστρατεία, ξεκαθάριζε διαδοχικά τον ένα μετά απ` τον άλλο, τρομερούς Τουρκαλβανούς μπέηδες και αγάδες, που ήταν αληθινή μάστιγα για τον πληθυσμό. Όταν κανείς από δαύτους το παραξήλωνε, εμφανιζόταν σαν τη Νέμεση ο Κώττας και του πλήρωνε τα επίχειρα της κακίας του.
Έτσι ξέκαμε τον Αμπεντίν μπέη απ` την Καστοριά, το Νουρή μπέη απ` το Άργος Ορεστικό, τον Τζεμάλ μπέη απ` την Κορυτσά, που όλοι λυμαίνονταν και καταλήστευαν με την ενοικίαση της δεκάτης τα χριστιανικά χωριά της Καστοριάς και Φλώρινας.

Το ίδιο έκανε και με τον καπετάν Νουρή από τη Φλώρινα που είχε τιμάριό του το Τρίβουνο και τον Μελά και με το δημόσιο εισπράκτορα Ταχέρ αγά με τους τέσσερις συνοδούς του χωροφύλακες, Τουρκαλβανούς όπως και αυτός. Είχε στρωθεί σε ένα σπίτι και ζητούσε από τον φτωχό σπιτονοικοκύρη να παρουσιαστούν οι νύφες και οι θυγατέρες του να τον περιποιηθούν… Εμφανίστηκε ξαφνικά ο Κώττας και του είπε αρβανίτικα: «Σου φέρνω επτά νύφες» (όσα ήταν τα παλικάρια του). Τους έπιασε και τους έριξε σε μια βαθειά σπηλιά και οι τουρκικές αρχές νόμισαν πως το είχαν σκάσει με τα χρήματα στην Αλβανία. Μετά από παράκληση χωρικών από τον Ακρίτα (Μπούφι), τους απάλλαξε από τρεις φοβερούς Τουρκαλβανούς που είχαν καταντήσει μάστιγα για το χωριό.

Δύσκολο να καταλάβουμε σήμερα τον αντίκτυπο αυτών των φόνων. Οι χωρικοί είχαν τον Κώττα σαν Θεό και τον έβαζαν στην κατηγορία των μεγάλων οπλαρχηγών, σαν τον Κολοκοτρώνη. Δεν ήταν εξάλλου εύκολη λεία οι Τουρκαλβανοί μπέηδες και αγάδες, που ήταν πάνοπλοι γενναίοι και συνοδεύονταν πάντοτε από πάνοπλους συνοδούς.
Το περίεργο είναι, γράφει ο Γ.Χ. Μόδης, ότι ενώ είχε εκτελέσει πολλούς Τουρκαλβανούς, υπάρχει αρβανίτικο τραγούδι που εξυμνεί τον Κώτα, γιατί όλοι αναγνώριζαν ότι οι εκτελούμενοι βαρύνονταν με πολλές άμαρτίες.

Η γενναιότητα λοιπόν του Κώττα ήταν μεγάλη και φημισμένη. Έτσι όταν πρωτοφάνηκαν οι κομιτατζήδες το 1900, τον βρήκαν θρονιασμένο στα βουνά των Κορεστίων και της Πρέσπας, ίνδαλμα των χωρικών. Τον πλησίασαν, τον ύμνησαν, τον δοξολόγησαν και ο Κώτας δέχτηκε τή συνεργασία μαζί τους, γιατί όπως ήταν άποτραβηγμένος στά βουνά, δέν είχε πολλές πληροφορίες. Τοϋ έκαμε όμως ίδιαίτερη έντύπωση ότι οί νέοι συνεργάτες του, άντί νά σκοτώνουν Τούρκους -όπως ο ίδιος- ξεκαθάριζαν χριστιανούς, παπάδες, δασκάλους, προκρίτους καί άπλούς άνθρώπους.

Και μια νύχτα του Σεπτεμβρίου του 1900, ενώ ο Κώττας βάδιζε ανύποπτος μαζί τους ανάμεσα στη Βέβη και Κέλη, πισώπλατα και άνανδρα τον πυροβόλησαν και τον τραυμάτισαν αρκετά σοβαρά «κατά διαταγή του Κομιτάτου», όπως γράφει ο Κλιάσεφ. Για την ενότητα δήθεν του αγώνα και για την ιδεολογική συνοχή θέλησαν να τον εμφανίσουν σαν ένα απροσάρμοστο και επικίνδυνο αιρετικό.
Αργότερα θα ισχυριστούν ότι έπεσε σε συμπλοκή με Τούρκους. Προβληματισμένος αποστασιοποιήθηκε απ' αυτούς και έγινε ο ανεξάρτητος κυρίαρχος των Κορεστίων και της Πρέσπας.
Ο Κώττας χρειάστηκε πολλούς μήνες για να γιατρέψει την πληγή του, αλλά μόλις έγινε καλά, κήρυξε τον πόλεμο στο Κομιτάτο, στους «παλιοδασκάλους» τους Βούλγαρους και τους άλλους «βαγαπόντες».

Η δόξα του Κώττα είναι ότι κατόρθωσε να κρατηθεί πέντε χρόνια σχεδόν και να συνεχίζει ένα σκληρό διμέτωπο αγώνα με την τουρκική κυριαρχία και με το βουλγαρικό κομιτάτο. Σαν γνήσιος ηγέτης, εγκατέστησε την κυριαρχία του σε πολλά χωριά των Κορεστίων και της Πρέσπας που τα γλίτωσε από τις αρπαχτικές υπερβασίες των Τουρκαλβανών και τις αθλιότητες των «ελευθερωτών» του βουλγαρικού κομιτάτου. Ωστόσο το σπίτι του ήταν, όπως έγραψε ο Παύλος Μελάς, το φτωχότερο του χωριού.
Ο αρχικομιτατζής Π. Κλιάσεφ, ομολογεί στα απομνημονεύματά του, αμέτρητες ενέδρες και παγίδες που έστησαν οι Βούλγαροι στον Κώττα.


Η δυσάρεστος διά τον Ελληνισμόν κατάστασις ενετάθη από το γεγονός, ότι κατά το θέρος τού 1904, ή Ελληνική οργάνωσις τής Δυτικής Μακεδονίας εδέχθη σκληρότατα πλήγματα και απώλεσε δύο από τα σημαντικώτερα στηρίγματά της.
Μετά την επάνοδον εις Αθήνας τής Επιτροπής των αξιωματικών, την 9ην Μαΐου 1904, ό Ελληνικός αγών θα έπρεπε να συνεχισθή υπό τού Κώττα, τού Καπετάν Βαγγέλη Γεωργίου και τού Μητροπολίτου Καστορίας Καραβαγγέλη. Ολίγας ημέρας όμως μετά την αναχώρησιν των αξιωματικών, επιστρέφων ό Καπετάν Βαγγέλης εξ επισκέψεώς του εις Μοναστήριον, ενέπεσεν εις ενέδραν κομιτατζήδων και εφονεύθη την Ι2ην Μαΐου, μεταξύ Λουμπετίνης (Πεδινού) και Αετόζι (Αετού).

Ολίγας εβδομάδας βραδύτερον, την 9ην Ιουνίου, ό Κώττας συνελήφθη από τούς Τούρκους, προδοθείς κατά πάσαν πιθανότητα από τούς πρώην συμπολεμιστάς του, λόγω παρεξηγήσεως. Μετά την αναχώρησιν των αξιωματικών είχεν ενισχυθή ό Κώττας διά των τριών Κρητών Ευθυμίου Καούδη, Γεωργίου Μακρή και Γεωργίου Περάκη και από κοινού κατηυθύνθησαν προς συνάντησιν τού σώματος τού Καπετάν Βαγγέλη. Σκοπός του, ως είχεν υποσχεθή εις τούς αξιωματικούς, ήτο ή συνένωσίς του μετά τού σώματος Βαγγέλη και ή καταδίωξις εις τα Κορέστια τής Τσέτας τού Μήτρου Βλάχου, μέχρι τελικής εξοντώσεως της.

Πράγματι μετ’ ολίγας ημέρας συνηνώθησαν μετά τού σώματος Βαγγέλη, τού ιδίου απουσιάζοντος εις Μοναστήριον. 0λοι των, ανερχόμενοι εις είκοσι πέντε, εισήλθον εις τα Κορέστια, διά Νερέτι (Πολυποτάμου) και Στατίστης (Μελά) και εστάθμευσαν πλησίον τού χωρίου Όστιμα (Τρίγωνον).
Κατά την απουσίαν τού Κώττα εκ Ρούλιας (Κώττα), αι Βουλγαρικαί Τσέται των Μήτρου Βλάχου και Κοκόντσεφ εισήλθον εις το χωρίον και εξηνάγκασαν τούς κατοίκους να δηλώσουν ότι προσεχώρησαν εις την Εξαρχίαν. Επίσης τούς υπεχρέωσαν να εκδιώξουν τον Ελληνοδιδάσκαλόν των.

Η αφεθείσα υπό τού Κώττα διά την ασφάλειαν τού χωρίου μικροομάς ουδεμίαν αντίστασιν προέβαλεν, άλλ’ εγκαταλείψασα τον αρχηγόν της, προσεχώρησεν εις την ΕΜΕΟ. Όταν έφθασεν ό Κώττας εις Όστιμα (Τρίγωνον) με την μικράν και άπειρον εις τον ανταρτικόν αγώνα ομάδα του, επροτίμησε να μη καταδιώξη τον Μήτρον Βλάχον, αλλά να προσπαθήση να προέλθη εις συνεννόησιν μετ’ αυτού, διά να κερδίση χρόνον και να τον αντιμετωπίση υπό καλυτέρας συνθήκας ή να τον πείση να προσχωρήση και αυτός εις την Ελληνικήν υπόθεσιν.

0 Κώττας και ό Μήτρος Βλάχος, παλαιοί κλέφται των Κορεστίων, συνεδέοντο διά κοινών αγώνων κατά τής Τουρκικής εξουσίας, μία τοιαύτη δε μεταξύ των συνεννόησις δεν απετέλει ακατόρθωτον ζήτημα. Πράγματι ό Κώττας συνηντήθη μετά τού Μήτρου Βλάχου εις Όστιμα (Τρίγωνον) και από κοινού συνεζήτησαν επί πολλάς ώρας.
Ή συνάντησίς των όμως παρεξηγήθη, ως ήτο φυσικόν, από τούς άνδρας τού Κώττα, ιδίως από τούς Κρήτας. Την επομένην δε όλοι οι Κρήτες, μετά των ανδρών τού Καπετάν Βαγγέλη και τού Παύλου Κύρου, εγκατέλειψαν τον Κώττα και μεταβάντες εις Καστορίαν εγνωστοποίησαν εις τον Μητροπολίτην την συνάντησιν Κώττα—Μήτρου Βλάχου.

Τα επακολουθήσαντα γεγονότα μέχρι τής συλλήψεως τού Κώττα δεν είναι επακριβώς γνωστά. Εκ των Αρχείων τού Υπουργείου των Εξωτερικών εξάγονται πολλά αντιφατικά συμπεράσματα. Είναι πάντως βέβαιον, ότι μέχρι τής συλλήψεώς του εγκατελείφθη ό Κώττας από όλους τούς οπαδούς του, ακόμη και από τον Σίμον Στογιάννην και τον Δημήτριον Νταλίπην.
Ο δε Μητροπολίτης Καστορίας Καραβαγγέλης, άνθρωπος δυναμικός, αγέρωχος και ορμητικός, ενδεχομένως δεν θα εσυγχώρησε την αυθαίρετον συνάντησιν Κώττα—Μήτρου Βλάχου. Πάντως ή δημιουργηθείσα παρεξήγησις μεταξύ των Ελλήνων ανταρτών και ή επακαλουθήσασα σύλληψις τού Κώττα, απετέλεσαν σοβαρόν πλήγμα διά τον διεξαγόμενον αγώνα εις Δυτικήν Μακεδονίαν.

Περί τας αρχάς Ιουλίου, οι Κρήτες Καούδης, Μακρής και Περάκης, μετά των Παύλου Κύρου, Σίμου Στογιάννη και μερικών ανδρών τού Καπετάν Βαγγέλη, επέστρεψαν εις Αθήνας και η Ελληνική παρουσία εις την Δυτικήν Μακεδονίαν ήρχισε να εκλείπη. Η αποστολή επομένως εις αυτήν σωμάτων εκ τής ελευθέρας Ελλάδας, καθίστατο επιτακτική.

Πηγή
"Ο Μακεδονικός Αγών και τα εις Θράκην γεγονότα", ΓΕΣ, 1979.


http://anihneftes.forumotion.com/t226-topic
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Re: Καπετάν Κώττας

4
κλικ για μεγέθυνση

ΕΙΜΑΙ ΕΛΛΗΝΑΣ ,απιστοι.Εγγονι του
Μεγαλεξανδρου..
Εμένα σήμερα σκοτώνετε αλλά μεγάλο το γένος μου
Και το Γενος μου
ερχεται να κατσει στο ποδαρι μου
και να κρατησει...
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !
Απάντηση

Επιστροφή στο “Μεγάλοι Έλληνες”