16
από Silver
=====================================================
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄
Περί θλίψεων, πόνων και κόπων.
1) Επιστολή
Η αγάπη του ουρανίου Πατρός ημών είη μετά των υμετέρων ψυχών, ίνα δια ταύτης ζωογονούμενοι ποιήσητε καρπόν υπακοής εις τας ζωοπαρόχους Αυτού εντολάς. «Οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται» ( Τιμ. 3,12 ). Εφ’ όσον δι’ αφοσιώσεώς σας εις το αγγελικόν πολίτευμα ακολουθήσατε τον Σωτήρα Χριστόν, καθήκον μέγιστόν εστιν το υπομείναι τας θλίψεις είτε εκ φύσεως προέρχονται είτε εκ ραθυμίας είτε εξ αμαρτημάτων είτε εξ ανθρώπων. Εφ’ όσον θέλομεν ζήσαι την κατά Χριστόν ζωήν, οφείλομεν υποταγήναι τω θείω θελήματι, διότι τα πάντα εκ Θεού έρχονται, και εφ’ όσον εκ Θεού, άρα θείον θέλημα, ο Πατήρ ο ουράνιος διατάζει, ουχ υπακούσωμεν; Δεν θα αναφωνήσωμεν μετά του μακαρίου Ιώβ «ως έδοξε τω Κυρίω, ούτω και εγένετο, είη το όνομα το όνομα Κυρίου ευλογημένον»; (Ιώβ 1,21 ).
Δια της υπομονής λοιπόν και της ευχαριστίας της προς τον Θεόν δεικνύομεν υπακοήν εις το θείον θέλημα και ο υπακούων ουκ αξιωθήσεται αποκτήσαι απ’ εντεύθεν την αιώνιον ζωήν εν εαυτώ; Ναι, ζήσεται εις τους αιώνας των αιώνων!
Λοιπόν αγωνισθώμεν, ακονίσωμεν τας ψυχάς μας εις το ακόνι της υπομονής, όπως εκφέρωμεν έργον ευάρεστον τω Θεώ, θλίψεις, αρρώστειαι, στενοχωρίαι, πειρασμοί, ουδέν των τοιούτων θα χωρίση ημάς από της αγάπης του Χριστού, διότι εκ των προτέρων έχομεν διδαχθή και λάβει γνώσιν, ότι στενή και τεθλιμμένη η οδός, η οδηγούσα τους βαδίζοντας αυτήν εις την άλυπον ζωήν. Άκανθοι και τρίβολοι δεξιά και αριστερά τέθεινται εις την οδόν, άρα έχομεν ανάγκην προσοχής πολλής.
Εις την τεθλιμμένην οδόν, την δοκιμασίαν της ασθενείας κ.λ.π., έρχεται το αγκάθι της ολιγοπιστίας, της ανυπομονησίας, της δειλίας, να ξεσχίση το ένδυμα της ψυχής, χρεία λοιπόν εξαγκυλώσαι τούτο δια της πίστεως και της ελπίδος και της υπομονής, έχοντας ως πρότυπον τον Ιησούν Χριστόν, ο Οποίος εις όλην την επίγειον ζωήν Του είχε πολλάς θλίψεις και πολλά αγκάθια κατέθλιψαν την παναγίαν ψυχήν Του, διο ανεφώνει, «Εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τας ψυχάς υμών» (Λουκ. 21,19 ).
Δια των ασθενειών και εν γένει των θλιβερών, ο Θεός ως Πατήρ διατίθεται ημίν, διότι ζητεί τρόπους δια να μεταδώση την αγιότητα Αυτού, «Τις εστιν υιός, ον ου παιδεύει πατήρ; Ει δε χωρίς εστε παιδείας, άρα νόθοι εστέ και ουχ υιοί» (Εβρ.12,8 ). Βαβαί! Ώστε, όταν υποφέρωμεν, τότε φαίνεται καθαρά ότι είμεθα παιδιά του Θεού. Και τις άράγε δεν θέλει να είναι παιδί του Θεού; Άρα εάν θέλης παιδί του Θεού να είσαι, υπόμεινον μετ’ ευχαριστίας και πίστεως και ελπίδος τας υπό του Θεού στελλομένας θλίψεις και πειρασμούς. Και οι εξ ανθρώπων πειρασμοί και αυτοί εκ του Θεού εισι, όπως αποκτήσωμεν ανεκτικότητα, μακροθυμίαν, συμπάθειαν, υπομονήν, διότι πάντα ταύτα είναι χαρακτήρες θείοι, καθώς μας λέγει ο Κύριος: «Ανατέλει τον ήλιον αυτού επί πονηρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους» (Ματθ. 5,45 ). Δια τούτο οφείλομεν αγάπην εις όλους τους ανθρώπους, ουδέ ίχνος μίσους ή κακίας να ευρίσκεται εις τας ψυχάς μας, όπως κληθώμεν τέκνα Θεού. Ουκ άξια τα παθήματα της όλης ζωής μας απέναντι των ασυλλήπτων αγαθών, όπου έχει ετοιμάσει ο Θεός δια τας ψυχάς εκείνας, όπου θα σηκώσουν τον σταυρόν, ο οποίος έχει κατασκευασθή είτε εκ φύσεως είτε εξ ανθρώπων είτε εκ του διαβόλου. Διότι οιονδήποτε πάθος ή αδυναμία μας πολεμεί, όταν το αντιπολεμώμεν, τότε μας γίνεται αιτία να αξιωθώμεν του μακαρισμού: «Μακάριος ανήρ, ος υπομένει πειρασμόν, ότι δόκιμος γενόμενος λήψεται τον στέφανον της ζωής» (Ιακ. 1,12 ).
Δια τούτο, παιδί μου, υπομείνατε τα πάντα, διότι αοράτως πλέκεται στέφανος εις εκάστου κεφαλήν, διότι δριμύς ο χειμών, γλυκύς ο παράδεισος, υπομένετε τον παγετόν των δοκιμασιών, ίνα χαίρων χορεύη ο πους υμών εις τον ουρανόν.
2 )
Πολλά μας θλίβουν, παιδί μου, πλήν μακάριος όστις μεθ’ υπομονής και ευχαριστίας διέρχεται τα θλιβερά της παρούσης ζωής. Ναι, οφείλομεν να ευχαριστώμεν τον Θεόν, όστις δια των τοιούτων θλιβερών, μας προπαρασκευάζει την αθάνατον ψυχήν μας, να γίνη των αιωνίων αγαθών της βασιλείας των ουρανών κληρονόμος!
«Παιδεύει ο Κύριος επί το συμφέρον, εις το μεταλαβείν της αγιότητος Αυτού» ( Εβρ. 12,10 ). Δια των ποικίλων θλίψεων κατεργάζεται εν ημίν αιώνιον βάρος δόξης!
Δια τούτο δεν χρειάζεται ούτε συμφέρει να αγανακτώμεν εν καιρώ παιδείας Κυρίου, αλλ’ εκάστου το ψυχικόν συμφέρον είναι τελεία υπακοή εις τον Ιατρόν των ψυχών και των σωμάτων ημών, όστις εν καιρώ των ποικίλων θλιβερών εγχειρίζει εκάστου την αφανή ψυχικήν πληγήν με το άγιον σκοπόν, να του χαρίση την υγείαν, ήτοι την καρδιακήν κάθαρσιν εκ των ατίμων παθών.
Εις τον τοιούτον πάνσοφον πνευματικόν Ιατρόν έχομεν απαραίτητον χρέος να προσφέρωμεν αδιαλείπτους ευχαριστίας εμπράκτως, κατά τρόπον ώστε να μη Τον λυπώμεν εν ουδενί πταίσματι.
Όλοι οι άγιοι διήλθον την ζωήν των με θλίψεις και πολλαπλά βάσανα, παρ’ ότι η αμαρτία δεν είχε κανένα δικαίωμα να τους θλίψη, και όμως η ζωή αυτών υπήρξε πολλάκις ένα σωστόν μαρτύριον. Τώρα τι απολογίαν θα προβάλωμεν ημείς, οι εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσόντες και ενασχολούμενοι, ώστε να έχωμεν το δικαίωμα να διέλθωμεν την ζωήν μας άνευ θλίψεων; Χωρίς θλίψεις και βάσανα; Επακριβώς ημείς είμεθα υπεύθυνοι δια την αμαρτίαν, και επομένως χρειαζόμεθα την μάστιγα της σωτηριώδους παιδείας του Κυρίου, όπως τύχωμεν ευτυχούς διασώσεως εις την βασιλείαν των ουρανών, χάριτι των οικτιρμών του φιλανθρώπου ημών Θεού.
Οίδα, παιδί μου, το πόσον σε αγαπά ο Θεός δια των συχνών επισκέψεών Του, επίσης την κραταιάν υπομονήν σου εις αυτάς και τας αδιαλείπτους ευχαριστίας σου προς τον μέγαν Ιατρόν, τον Θεόν.
3 )
Ίνα τι είσαι περίλυπος και σκυθρωπάζεις πορευόμενος την οδόν του Θεού; Να λυπούνται χωρίς χαράν εκείνοι, οι οποίοι ελησμόνησαν τον Θεόν, εκείνοι, που δεν έχουν καμμίαν ελπίδα εις την ζώσαν και αέναον πηγήν του Θεού. Ημείς δε που πιστεύομεν εις τον ζώντα Θεόν και η ελπίς μας επ’ Αυτώ κρέμαται, πρέπει να χαίρωμεν, διότι έχομεν τοιούτον Πατέρα εις τους ουρανούς, όπου μας αγαπά υπέρ πάντας τους πατέρας και τας μητέρας και έχει άπειρον μέριμναν, όπως μας καταστήση αξίους Εαυτού.
Μα σφάλλομεν κάθε στιγμήν! Ναι, δεν το αρνούμαι, αλλά ξέρομεν ότι η φύσις μας είναι εκ πηλού και την γην ποθεί και τα χαμερπή ζητεί, ότι η διάνοια του ανθρώπου «έγκειται επί τα πονηρά εκ νεότητος αυτού», και ότι βλέπομεν εντός μας νόμον, που επιδιώκει να αιχμαλωτίση την ελευθέραν θέλησιν, να την υποτάξη και δούλην της αμαρτίας να την καταστήση.
Εν πάσι τούτοις όμως θριαμβεύει η καλή θέλησις. Μας έδωκεν ο Θεός πνευματικά όπλα, με τα οποία αντιπολεμούμε την κάθε σατανικήν επίθεσιν, με την ένδοξον σημαίαν του σταυρού της ελπίδος, με την ζωντανήν ελπίδα εις Εκείνον, που είπε: «Ου μη σε ανώ, ουδ’ ου μη σε εγκαταλίπω», με την ελπίδα εις τον Χριστόν μας, όπου εκρεμάσθη εις τον Σταυρόν και πας ο εμβλέπων και ελπίζων επ’ Αυτόν ου μη καταισχυνθή.
Το πανάχραντον Αίμα το εκχυθέν επί του Σταυρού εσυγχώρησε τας αμαρτίας της ανθρωπότητος και επήγασε την ζωήν. «Μακάριος ο ελπίζων επ’ Αυτόν».
Θάρσει, παιδί μου, αύτη η λύπη σου εις χαράν γενήσεται, η λύπη αύτη μέγα καλόν σου προξενεί σε περιτειχίζει ως σιδηρούς θώραξ, ίνα μη τα πονηρά βέλη της προσηλώσεως επί των γηϊνων, σου αποσπάσουν τον νουν από την μέριμναν των ουρανίων και της αθανάτου ψυχής σου. Την χαράν θα την διαδέχεται η λύπη και την λύπην η χαρά, καθώς η νύκτα την ημέραν. Ούτως ωρίσθη εκ του Πατρός των φώτων η οδός των σωζομένων. Μόνον υπομονή και ελπίδα, αυτά εγχάραξον εις τα βάθη της καρδίας, εκ τούτων θα αντιμετωπισθούν πάντα τα εναντία.
Κρεμάσου εις τον γλυκύν μας Ιησούν. Φώναζε Αυτόν εις τας θλίψεις σου, ανάθεσον εις Αυτόν την μέριμναν των θλιβερών και Αυτός ευ σοι ποιήσει, καθώς η Άννα, η μήτηρ του προφήτου Σαμουήλ, σφόδρα λυπημένη δια την στείρωσίν της, προσέπιπτεν ενώπιον Κυρίου εκχέουσα την ψυχήν αυτής ως εξεστηκυία. Και όμως ουκ απέτυχε του αιτήματος αυτής. Τις ήλπισεν επί τον Θεόν και κατησχύνθη; Βεβαίως ελπίδα ενεργουμένην, όχι ελπίδα μεμπτήν, δηλαδή ελπίδα με την κατά δύναμιν εργασίαν πνευματικήν, διαφορετικά δεν είναι ελπίς, αλλά μυκτηρισμός. Εκ της τοιαύτης πανούργου ελπίδος ρύσαι ημάς ο Θεός.
4 )
Πόσον ζημιώνεται ο άνθρωπος, όταν δεν σκέπτεται πως παιδεύεται ως τέκνον Θεού και έχει λησμοσύνην της υιότητος! Απόλυτον καθήκον και απαραίτητον επιβάλλει η αγάπη των γνησίων γονέων, να ασκήσουν επί των ιδίων τέκνων την παιδείαν. Εφ’ όσον λοιπόν ο Θεός είναι πατέρας μας, παιδεύει τα ίδιά Του τέκνα προς παιδαγωγικήν μόρφωσιν, ίνα μεταλάβουν της αγιότητος Αυτού. «Υιέ μου μη ολιγώρει παιδείας Κυρίου, μηδέ εκλύου υπ’ αυτού ελεγχόμενος» ( Παροιμίαι 3,11 ). Η λησμοσύνη λοιπόν των Χριστιανών επί του ιδίου αυτών Πατρός, του Θεού, είναι μέγα κακόν, διότι, όταν η πατρική ράβδος τους κτυπήση ( πόνος, θλίψεις, πειρασμοί, κ.λ.π. ), απελπίζονται, τους κυριεύουν μύριοι λογισμοί και η παιδεία των γίνεται λίαν επίμοχθος χωρίς καμμίαν παράκλησιν.
Πόσον ωραία, μας λέγει ο Απόστολος Παύλος: « Εκλέλησθε, λέγει, της παρακλήσεως, ήτις υμίν ως υιοίς διαλέγεται» ( Εβρ. 12,5 ), ελησμονήσαμεν, λέγει, την παρήγορον συμβουλήν, ότι ως παιδιά Του ο Θεός διαλέγεται προς ημάς. Είναι αναπόφευκτος η παιδεία Κυρίου προς τα ίδιά Του παιδιά, τα οποία Αυτός γνωρίζει. Ο Θεός δεν χαρίζει, ο Θεός υπό νοσηράς αγάπης-την οποίαν πολλοί ανόητοι γονείς ασκούν επί των ιδίων των τέκνων και η οποία νοσηρά αγάπη κατόπιν θα επιφέρη εις τα αγαπώμενα την καταστροφήν των και την αιώνιον κόλασίν των-δεν κλέπτεται, ως απαθής και άγιος, ούτως ώστε, δια να μη λυπήση τα αγαπώμενα τέκνα Του, να παραβλέψη τας παρεκτροπάς των και την αμορφωσύνην των. Όχι μύρια όχι! Είναι Θεός έχων γνησίαν αγάπην προς τα παιδιά Του, θα τα παιδεύση, θα τα νουθετήση, θα δεσμεύση την ελευθερίαν των και θα τα επιπλήξη κατά διαφόρους τρόπους, δια να μορφώση τους κακούς χαρακτήρας προς τους ιδίους Του αγίους χαρακτήρας προς δόξαν και έπαινον εν Χριστώ Ιησού.
Και ο Χριστός, όταν ήτο επί της γης, Τέκνον ηγαπημένον του Πατρός, εξησκήθη εις την παιδείαν Κυρίου, όχι, ότι είχε χρείαν ο αναμάρτητος Θεός, αλλά προς σωτηρίαν του ανθρώπου και προς ημετέραν νουθεσίαν και παράδειγμα, ίνα ακολουθήσωμεν τοις ίχνεσιν Αυτού, « ει δυνατόν εστι παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο, ουχ ως εγώ θέλω, αλλ’ ως Συ, γενηθήτω το θέλημά Σου» ( Ματθ. 26,39 ).
5 )
Εις όλας τας περιστάσεις άνω έχε το νοερόν όμμα της ψυχής, όθεν και η βοήθεια θα έλθη. Μην απελπίζου ό,τι και αν συμβή, κατά τον πειρασμόν και η έκβασις ακολουθεί. Ποτέ δεν αφήνει ο Θεός ή μάλλον δεν φορτώνει περισσότερον από ό,τι δύναται να σηκώση ο άνθρωπος. Εάν οι άνθρωποι τούτο ποιούσι, πόσον μάλλον ο αγαθός Θεός, ο Οποίος δια τον άνθρωπον έχυσε το Πανάγιόν Του Αίμα επί του Σταυρού! Δια των θλίψεων των προσκαίρων, τας οποίας υπομένουν οι χριστιανοί η αλήθεια είναι ότι εξαγοράζουν την μελλοντικήν, την αιώνιον χαράν και ανάπαυσιν. Ποτέ, ποτέ να μη μακαρίζωμεν εκείνους τους ανθρώπους, που έχουν εδώ εις την γην αναφαίρετον χαράν και ειρήνην, μάλλον να τους λυπούμεθα, διότι η πρόσκαιρος χαρά, θα τους γίνη πρόσκομμα δια την μέλλουσαν ζωήν. Ο Θεός είναι ελεήμων μα και δίκαιος, ελεήμων δια την παρούσαν ζωήν, μετά θάνατον δικαιοκρίτης, δεν δύναται τους θλιβομένους χριστιανούς-μα χριστιανούς τη αληθεία, όχι με όνομα μόνον- να τους δώση και αιώνιον στενοχωρίαν, αλλά εκεί θα τους δώση χαράν αναφαίρετον, την οποίαν ουδείς θα δυνηθή να τους την αφαιρέση, δεν ημπορεί από κόλασιν εις κόλασιν να εμβάλη ο Θεός τον άνθρωπον. Χαίρε λοιπόν εσύ μάλλον, παρά να λυπήσαι, διότι σε ηξίωσεν ο Θεός να πάσχης πρόσκαιρα, δια να σε αναπαύση αιώνια.
Η αιώνιος χαρά επιφυλάσσεται μόνον δια τους λυπημένους χριστιανούς. Ο Κύριος εις το ιερόν Ευαγγέλιον λέγει περί του πλουσίου και του Λαζάρου: «είπεν Αβραάμ προς τον πλούσιον: τέκνον, μνήσθητι ότι απέλαβες συ τα αγαθά σου εν τη ζωή σου και Λάζαρος ομοίως τα κακά, νυν δε ώδε παρακαλείται, συ δε οδυνάσαι!» ( Λουκ. 16,25 ). Προσωποληψίαν ποτέ δεν ποιεί ο Θεός, αλλά κατά δίκαιον λόγον, ούτω θα ποιήση. Εάν θα ρίψης ένα βλέμμα εις τους βίους των αγίων, θα ίδης όλο πειρασμούς, θλίψεις, στενοχωρίας, ούτω διήνυσαν την ζωήν των. Ουδείς τρυφηλός θα εισέλθη εις την κατοικίαν την αιώνιον, όπου είναι πεπληρωμένη ανεκλαλήτου χαράς, αλλά όσοι εθλίβησαν και υπέμειναν δια τον Θεόν, ίνα φυλάξωσιν τας εντολάς Του.
Λέγει ο Κύριος: «Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε, αλλά θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμον» ( Ιωάν. 16,33 ). Ένας Θεός όπου ήλθεν εις την γην, εις όλην την ζωήν Του είχε κόπους και πόνους, και τέλος που κατέληξε; Επί Σταυρού κρεμάμενος, ως επικατάρατος, ίνα τον φραγμόν της κατάρας καταρρίψη.
Αι φοβεραί οδύναι εστένωσαν την καρδίαν του Θεανθρώπου και έκραζε: « Θεέ μου, Θεέ μου, ίνα τι με εγκατέλιπες»! Η γη εσείετο, και το καταπέτασμα του Ναού εσχίσθη εις το μέσον αισθητώς βλεπόμενα, αλλά νοερώς εσείετο και κατεκρημνίζετο εις τέλος το απόρθητον τείχος της κατάρας, το αναμέσον Θεού και ανθρώπου, και εκπνεύσας ο Ιησούς, ηνώθησαν τα πριν διεστώτα και ο άνθρωπος έγινεν όχι απλώς φίλος Θεού, αλλά έλαβε συγγένειαν, έλαβε την χάριν της υιοθεσίας, «κληρονόμος μεν Θεού, συγκληρονόμος δε Χριστού». Διότι ο άνθρωπος έδωκε την Παναγίαν Παρθένον εις Μητέρα προς τον Υιόν, αλλά και ο Χριστός εξ αγνών αιμάτων της έλαβε σάρκα και αύτη η ανθρωπίνη σάρκα θεωθείσα εκάθισε δεξιά του Θεού και Πατρός, και οράται ο Θεός εις τους ουρανούς και προσκυνείται και υπό ανθρωπίνην φύσιν από τους αγγέλους. Βλέπεις που ανέβη το ανθρώπινον γένος; Κατά χάριν θεοί! Και χωρίς στενοχωρίας δύναται κανείς να φθάση εκεί; Θα στενοχωρηθώμεν, θα θλιβώμεν, αλλά μίαν ημέραν θα λήξουν και θα λησμονηθούν όλα, αμέσως η αιώνιος Χαρά θα ανοίξη διάπλατα τας τρυφεράς αγκάλας και θα φωνάξη: «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι (θλίψεων ), καγώ αναπαύσω υμάς» ( Ματθ. 11,28 ). Εις κάθε σου πράξιν και ενέργειαν ή εν λόγω ή κατά διάνοιαν, σκέψου ότι παρών ευρίσκεται ο Θεός, ο Οποίος τας βλέπει και μίαν ημέραν θα τας κρίνη. Από αυτήν την σωτήριον μελέτην γεννάται ο θείος φόβος, ο οποίος προξενεί μεγίστην ωφέλειαν, «προωρώμην τον Κύριον ενώπιόν μου δια παντός, ότι εκ δεξιών μου εστίν, ίνα μη σαλευτώ», έλεγεν ο προφήτης Δαυίδ (Ψαλμ. 15,8 ). «Λύχνος τοις ποσί μου ο Νόμος σου και φως ταις τρίβοις μου» (Ψαλμ. 118,105 ). Προξενεί δε και ταπείνωσιν. Ώστε η ταπεινοφροσύνη δεν γεννάται μόνον εκ πειρασμών και δοκιμασιών, αλλά γεννάται και από την πνευματικήν μελέτην και από την επίγνωσιν της ασθενείας μας. Σκέπτεται κανείς πόσον αδύνατος είναι ο άνθρωπος, ώστε να μη δύναται να ποιή το αγαθόν, καίτοι υπάρχει εσπαρμένον μέσα εις την φύσιν του, το κακόν αντιθέτως πολύ εύκολα το ποιεί, καίτοι υπάρχει παρείσακτον. Ο άνθρωπος θέλει να ευαρεστήση εις τον Θεόν, αλλά εάν δεν συνεργήση η χάρις του Θεού, το καλόν που κάνει δεν είναι καλόν, και, αν θελήση να κοπιάση, εάν δεν βοηθήση ο Θεός, εις μάτην η θέλησις και ο κόπος. Σκεπτόμενος ο άνθρωπος το παρελθόν του, όταν δεν εγνώριζε τον Θεόν, πόσον ημάρτανε, συντρίβεται, ταπεινώνεται, κλαίει, ζητεί συγχώρησιν και διαλογίζεται: «Εάν και τώρα με αφήση η χάρις του Θεού, δύναμαι να πράξω χειρότερα», οπότε ένας φόβος αναμεμειγμένος με ταπείνωσιν περιτειχίζει την ψυχήν. Αύτη η μελέτη λέγεται επίγνωσις της ασθενείας του ανθρώπου, οπότε καρπούται ταπείνωσιν και ωφέλειαν, άνευ κόπου και θλίψεων.
Ναι, έρχονται αι δικιμασίαι, αλλά αι περισσότεραι πέμπονται δια την υπερηφάνειαν, όταν κανείς ευρίσκεται εις κατάστασιν ταπεινώσεως, θα είναι ολιγώτεραι και ελαφραί. Αλλά ο άνθρωπος πρέπει να είναι έτοιμος ως καπετάνιος, που περιμένει μετά την γαλήνην, τρικυμίαν. Όταν κανείς προσδοκά κάτι, δεν του φαίνεται παράδοξον, όταν έλθη, διότι το επερίμενε, ούτω πρέπει να είναι έτοιμος ο άνθρωπος πάντοτε, ίνα, όταν έλθη, μη στενοχωρηθή. Αλλά είναι δυνατόν, παιδί μου, να μη δοκιμάσωμε στενοχωρίαν, αφού από την στενοχωρίαν, από την θλίψιν αυτήν θα κληρονομήσωμεν τα αιώνια, τα ατελεύτητα αγαθά «α οφθαλμός ουκ είδεν και ους ουκ ήκουσεν και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν Αυτόν»; ( Α΄ Κορ. 2,9 ).
=====================================================
Τελευταία επεξεργασία από το μέλος
Silver την 29 Δεκ 2009, 02:08, έχει επεξεργασθεί 1 φορά συνολικά.