93. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Μωυσῆς:
«Ἐὰν ὁ ἄνθρωπος δὲν κρατᾷ μέσα στὴν καρδιά του ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός, ὁ Θεὸς δὲν τὸν εἰσακούει».
«Καὶ τί σημαίνει -ρωτάει ὁ ἀδελφός- νὰ κρατᾷς στὴν καρδιά σου ὅτι εἶσαι ἁμαρτωλός;»
Καὶ ἀπαντᾷ ὁ Γέροντας:
«Ἐκεῖνος ποὺ σηκώνει συνειδητὰ τὶς ἁμαρτίες του, δὲν βλέπει τὶς ἁμαρτίες τοῦ πλησίον».
94. Ἀδελφὸς ρώτησε τὸν ἀββᾶ Μωυσῆ:
«Σὲ κάθε κόπο ποὺ κάνει ὁ ἄνθρωπος, τί εἶναι αὐτὸ ποὺ θὰ τὸν βοηθήσει;»
«Ὁ Θεός, -τοῦ ἀπαντᾷ ὁ Γέροντας- εἶναι αὐτὸς ποὺ βοηθάει, διότι εἶναι γραμμένο στὴ Γραφή:
Ὁ Θεὸς εἶναι καταφυγὴ καὶ δύναμή μας καὶ βοηθὸς πανίσχυρος στὶς θλίψεις ποὺ μᾶς βρίσκουν».
«Καὶ οἱ νηστεῖες -ξαναρωτᾷ ὁ ἀδελφός-καὶ οἱ ἀγρυπνίες ποὺ κάνει ὁ ἄνθρωπος, τί σκοπὸ ἔχουν;»
«Αὐτὲς -τοῦ λέει ὁ Γέροντας- ταπεινώνουν τὴν ψυχή. Καὶ ἡ Γραφὴ λέει:
Δὲς τὴν ταπείνωσή μου καὶ τὸν κόπο μου καὶ συγχώρεσε ὅλες τὶς ἁμαρτίες μου.
Καὶ ἐὰν ἡ ψυχὴ θὰ φέρει τοὺς καρποὺς αὐτούς, θὰ τὴν σπλαχνιστεῖ ὁ Θεὸς χάρη σ᾿ αὐτά».
96. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ματώης:
«Ὅσο περισσότερο προσεγγίζει ὁ ἄνθρωπος τὸν Θεό, τόσο πιὸ πολὺ ἁμαρτωλὸ χαρακτηρίζει τὸν ἑαυτό του. Ὁ προφήτης Ἡσαΐας ὅταν εἶδε τὸν Θεὸ ἀποκαλοῦσε τὸν ἑαυτό του ταλαίπωρο καὶ βρωμερό».
97. Ἔλεγε ἐπίσης:
«Ὅταν ἤμουν νέος, εἶχα τὸν λογισμὸ ὅτι ἴσως κάποια καλὴ ἐργασία κάνω. Τώρα ὅμως ποὺ γέρασα, βλέπω ὅτι καμιὰ καλὴ ἐργασία δὲν ἔχω κάνει».
98. Ἀδελφὸς ἐπισκέφθηκε τὸν ἀββᾶ Ματώη καὶ τοῦ λέει:
«Πῶς οἱ Σκητιῶτες ἔκαναν περισσότερα ἀπ᾿ αὐτὰ ποὺ λέει ἡ Γραφὴ ἀγαπώντας τοὺς ἐχθρούς τους παραπάνω ἀπὸ τὸν ἑαυτό τους;»
Καὶ ὁ ἀββᾶς Ματώης τοῦ εἶπε:
«Ἐγὼ μέχρι τώρα ἀκόμη δὲν ἔχω καταφέρει νὰ ἀγαπῶ σὰν τὸν ἑαυτό μου ἐκεῖνον ποὺ μὲ ἀγαπᾷ».
102. Ἀδελφὸς ρώτησε τὸν ἀββᾶ Ματώη:
«Τί νὰ κάνω ποὺ μὲ στενοχωρεῖ ἡ γλῶσσα μου, γιατὶ σὰν βρεθῶ ἀνάμεσα σὲ ἀνθρώπους, δὲν μπορῶ νὰ τὴν συγκρατήσω καὶ τοὺς κατακρίνω γιὰ κάθε καλὴ πράξη ἀλλὰ καὶ τοὺς ἐλέγχω. Τί νὰ κάνω λοιπόν;»
Καὶ ὁ Γέροντας ἀποκρίθηκε:
«Ἐὰν δὲν μπορεῖς νὰ κυριαρχήσεις στὴ γλῶσσα σου, πᾶνε νὰ ζήσεις μόνος, γιατὶ αὐτὸ εἶναι ἀδυναμία σου. Αὐτὸς ποὺ μένει μαζὶ μὲ ἀδελφούς, δὲν πρέπει νὰ εἶναι τετράγωνος, ἀλλὰ στρογγυλὸς γιὰ νὰ κυλάει πρὸς ὅλους».
Καὶ πρόσθεσε ὁ Γέροντας:
«Τὸ ὅτι ζῶ μόνος δὲν εἶναι ἀπὸ ἀρετὴ ἀλλὰ ἀπὸ ἀδυναμία. Δυνατοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ βάζουν τὸν ἑαυτό τους ἀνάμεσα σὲ ἀνθρώπους».
107. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ξάνθιος:
«Τὸ σκυλὶ εἶναι σὲ καλύτερη μοῖρα ἀπὸ μένα, διότι καὶ ἀγάπη ἔχει καὶ δὲν θὰ κριθεῖ».
112. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ποιμήν:
«Ἔχουμε πολλοὺς πειρασμούς, γιατὶ δὲν ἀποδεχόμαστε τὴν τάξη στὴν ὁποία εἴμαστε, καθὼς καὶ τὸ ὄνομά μας, ὅπως μᾶς λέει ἡ Γραφή. Δὲν βλέπουμε τὴ γυναῖκα τὴ Χαναναία ποὺ ἀποδέχθηκε τὸν χαρακτηρισμὸ ποὺ τῆς ἔκανε ὁ Κύριος καὶ γι᾿ αὐτὸ τὴν ἀνέπαυσε;
Ἐπίσης τὴν Ἀβιγαία ποὺ εἶπε στὸν Δαβίδ: Ἐγὼ ἔφταιξα, κι ἐκεῖνος τὴν ἄκουσε καὶ τὴν ἀγάπησε;
Ἡ Ἀβιγαία ἐκπροσωπεῖ τὴν ψυχὴ καὶ ὁ Δαβὶδ τὴν Θεότητα. Ἐὰν λοιπὸν ἡ ψυχὴ μεμφθεῖ τὸν ἑαυτό της ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, ὁ Κύριος τὴν ἀγαπᾷ».
113. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ποιμήν:
«Μὴν ἔχεις περὶ πολλοῦ τὸν ἑαυτό σου, ἀλλὰ νὰ προσκολληθεῖς σὲ ἄνθρωπο ποὺ ἡ ζωή του εἶναι σωστή».
114. Ἀδελφὸς ρώτησε τὸν ἀββᾶ Ποιμένα: «Τὸ ὑψηλὸ φρόνημα τί εἶναι;»
Καὶ ὁ Γέροντας τοῦ εἶπε:
«Τὸ νὰ ὑπεραμύνεσαι τὸ δίκιο σου».
121. Ἀδελφὸς εἶπε στὸν ἀββᾶ Ποιμένα:
«Ἐὰν πέσω σὲ ἐλεεινὸ παράπτωμα, μὲ κατάτρωει ὁ λογισμός μου κατηγορώντας με «πῶς ἔγινε καὶ ἔπεσες;»
Καὶ ὁ Γέροντας τοῦ λέει:
«Ὅποια ὥρα πέσει ὁ ἄνθρωπος σὲ κάποιο σφάλμα καὶ πεῖ «ἥμαρτον», ἀμέσως παύει ὁ λογισμός».
125. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ποιμήν:
«Ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τὴν ταπεινοφροσύνη καὶ τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ ὅλη τὴν ὥρα, ὅπως συμβαίνει μὲ τὴν ἀναπνοὴ ἀπὸ τὴ μύτη του».
127. Εἶπε ἐπίσης:
«Τὸ νὰ εἶναι παραδομένος κανεὶς στὸν Θεὸ μὲ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη, τὸ νὰ μὴν ἔχει περὶ πολλοῦ τὸν ἑαυτό του καὶ τὸ νὰ παραιτεῖται ἀπὸ τὸ θέλημά του, αὐτὰ εἶναι ἐργαλεῖα τῆς ψυχῆς».
129. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ποιμὴν ὅτι ὁ μακάριος ἀββᾶς Ἀντώνιος ἔλεγε:
«Ἡ μεγάλη δύναμη τοῦ ἀνθρώπου εἶναι τὸ νὰ ἀναλαμβάνει τὴν εὐθύνη τῶν σφαλμάτων του ἐνώπιον τοῦ Κυρίου καὶ νὰ ἀναμένει πειρασμὸ μέχρι τελευταίας του ἀναπνοῆς».
133. Εἶπε πάλι:
«Νὰ μὴν κάνεις τὸ θέλημά σου. Ἀνάγκη εἶναι νὰ ταπεινώνεις τὸν ἑαυτό σου γιὰ χάρη τοῦ ἀδελφοῦ σου».
135. Εἶπε ἐπίσης:
«Αὐτὸ ποὺ γνωρίζει ἕνας ἄνθρωπος καὶ ποὺ δὲν τὸ τήρησε πῶς μπορεῖ νὰ τὸ διδάξει στὸν ἄλλον;»
163. Κάποιος ἀδελφὸς ρώτησε τὸν ἀββᾶ Σισόη:
«Ποιὰ εἶναι ἡ ὁδὸς ποῦ ὁδηγεῖ στὴν ταπείνωση;»
Καὶ τοῦ ἀπαντᾷ ὁ Γέροντας:
«Ἡ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ταπεινοφροσύνη εἶναι: ἡ ἐγκράτεια, ἡ προσευχὴ στὸν Θεὸ καὶ ὁ ἀγῶνας νὰ ἔχει κανεὶς τὸν ἑαυτό του κατώτερο ἀπὸ ὁποιονδήποτε ἄνθρωπο».
165. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Σαρματᾶς:
«Προτιμῶ ἄνθρωπο ποὺ ἁμάρτησε, ἐὰν κατάλαβε ὅτι ἁμάρτησε καὶ μετανοεῖ, παρὰ ἄνθρωπο ποὺ δὲν ἁμάρτησε καὶ ἔχει τὸν ἑαυτό του γιὰ ἐνάρετο».
172.Εἶπε κάποιος Γέροντας:
«Μὴ λὲς μόνο λόγια ταπείνωσης, ἀλλὰ νὰ ἔχεις φρόνημα ταπεινό, γιατὶ χωρὶς ταπεινοφροσύνη εἶναι ἀδύνατον νὰ ὑψωθεῖς στὴν κατὰ Θεὸν ἐργασία».
177. Ρώτησαν κάποιον Γέροντα πῶς ἀποκτᾷ ἡ ψυχὴ ταπείνωση. Καὶ ἀπάντησε:
«Ὅταν νοιάζεται μόνον γιὰ τὰ δικά της σφάλματα».
179. Εἶπε Γέροντας:
«Ἡ ταπείνωση δὲν ὀργίζεται, οὔτε κάνει κάποιον νὰ ὀργιστεῖ».
182. Εἶπε Γέροντας:
«Αὐτὸν ποὺ τὸν τιμοῦν ἢ τὸν ἐπαινοῦν περισσότερο ἀπ᾿ ὅτι ἀξίζει, πολὺ ζημιώνεται, ἐνῷ ἐκεῖνος ποὺ δὲν τιμᾶται καθόλου ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, θὰ δοξασθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό».
Re: Περί Ταπεινώσεως
10Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !